ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Δημητριάδου-Ανδρέου, Λένα Αλ. Κληρίδης για Φοίβος, Χρίστος Κληρίδης amp;amp;amp; Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2022-12-06 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΑΚΗ ΠΑΥΛΟΥ ΜΕ Α.Δ.Τ. [ ], ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ MANDAMUS, Πολιτική Αίτηση Αρ. 192/2022, 6/12/2022 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2022:D466

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 192/2022)

 

 

 

6 Δεκεμβρίου, 2022

 

 

[Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.]

 

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ                       ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ,

 

ΚΑΙ

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ                ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018,

 

ΚΑΙ

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΑΚΗ ΠΑΥΛΟΥ ΜΕ Α.Δ.Τ. [   ], ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ MANDAMUS,

 

ΚΑΙ

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΗΜΕΡ. 26/10/22 ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 26/11/2019 ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΑΡ. 2737/2019 ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΝΑ ΕΝΕΡΓΗΣΕΙ ΩΣ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ, ΤΑ ΑΙΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ ΩΣ ΑΥΤΑ ΦΑΙΝΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΒΑΣΕΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΠΟΥ ΕΧΕΙ Ο ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΒΑΣΕΙ ΝΟΜΟΥ.

_____________________________________________________________________

 

Αλ. Κληρίδης για Φοίβος, Χρίστος Κληρίδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή.

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

                                       (EX TEMPORE)

 

 

 

Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Με την υπό κρίση μονομερή Αίτηση ο Αιτητής ζητά την άδεια του Δικαστηρίου για να καταχωρήσει αίτηση δια κλήσεως για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Mandamus, με το οποίο να επιβάλλεται στη Διευθύντρια του Επαρχιακού Κτηματολογίου Λεμεσού να προχωρήσει σε ακύρωση της μεταβίβασης των επίδικων ακινήτων και επαναφορά τους στην προτέρα κατάσταση, ως το αίτημα του Αιτητή που εμφαίνεται σε σχετική αλληλογραφία, στη βάση του ισχύοντος Διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερ. 26/11/2019.

 

Όπως προκύπτει από τα όσα καταγράφονται στην Έκθεση και στην Ένορκη Δήλωση του Αιτητή, καθώς και τα επισυνημμένα στην Ένορκη Δήλωση Τεκμήρια, τα σχετικά γεγονότα επί των οποίων βασίζεται η υπό κρίση Αίτηση έχουν, εν συνόψει, ως ακολούθως:

 

Στις 25/11/2019 κατεχωρήθη στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού η Αγωγή υπ' αρ. 2737/2019 εναντίον του Αιτητή ως Εναγόμενου 3, υπό την ιδιότητα του ως Διευθυντή δύο εταιρειών, των Εναγομένων 1 και 2, οι οποίες, όπως είναι ο σχετικός ισχυρισμός στην εν λόγω Αγωγή, είναι ιδιοκτήτριες έξι ακινήτων.

 

Συμφώνως των ισχυρισμών που δικογραφούνται στην εν λόγω Αγωγή, δυνάμει εγγράφου Συμφωνίας μεταξύ Ενάγουσας και Εναγομένων 1 και 2, η Ενάγουσα προέβη στην αγορά των ακινήτων των Εναγομένων 1 και 2 έναντι της συμφωνηθείσας τιμής των €7.300.000. Ήταν ρητός όρος της Συμφωνίας ότι με την υπογραφή της Συμφωνίας η Ενάγουσα θα κατέβαλλε, ως προκαταβολή, ποσό €200.000, το δε υπόλοιπο άμα τη μεταβιβάσει επ' ονόματι της Ενάγουσας των ακινήτων, η οποία μεταβίβαση έπρεπε να γίνει μέχρι τις 30/9/2019.

 

Αφού η Ενάγουσα συμμορφώθηκε με τους όρους της Συμφωνίας καταβάλλοντας την προκαταβολή, όταν κάλεσε τις Εναγόμενες να παρουσιαστούν στο Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λεμεσού για να πραγματοποιηθεί η μεταβίβαση, οι Εναγόμενες αρνήθηκαν να το πράξουν.

 

Κατόπιν δε σχετικής έρευνας η Ενάγουσα διεπίστωσε ότι τα ακίνητα είναι υποθηκευμένα προς όφελος της Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, καθώς και ότι κάποια από αυτά είχαν απαλλοτριωθεί.

 

Αποτελεί ισχυρισμό της Ενάγουσας ότι οι Εναγόμενες 1 και 2, μέσω του Διευθυντή τους, Εναγόμενου 3, δηλαδή του Αιτητή στην υπό κρίση Αίτηση, κατά την υπογραφή της επίδικης Συμφωνίας χρησιμοποίησαν δόλο και/ή απάτη και/ή ψευδείς παραστάσεις σε βάρος της Ενάγουσας και την έπεισαν να αγοράσει τα ακίνητα αποσπώντας από αυτήν το ποσό των €200.000, αποκρύβοντας το γεγονός ότι αυτά ήταν υποθηκευμένα στην Τράπεζα και οι υποθήκες που τα βάραιναν δεν είχαν απαλειφθεί ώστε να μπορούν να τα μεταβιβάσουν στην Ενάγουσα.

 

Μία ημέρα μετά την καταχώρηση της πιο πάνω Αγωγής, ήτοι στις 26/11/2019, η Ενάγουσα εξασφάλισε μονομερώς Διάταγμα εναντίον του Αιτητή και των Εναγομένων εταιρειών 1 και 2, με το οποίο απαγορεύετο και/ή εμποδίζονταν οι Εναγόμενοι «και/ή οι εκδοχείς των και/ή οποιονδήποτε πρόσωπο έχει δικαίωμα από αυτούς και/ή οποιονδήποτε πρόσωπο ενεργεί προς όφελος και/ή δια λογαριασμό τους να αποξενώσουν και/ή μεταβιβάσουν σε οποιονδήποτε πρόσωπο» τα επίδικα ακίνητα.

 

Ενόψει της μη εμφάνισης των Εναγομένων, συμπεριλαμβανομένου και του Αιτητή στην υπό κρίση Αίτηση, στις 3/12/2019 που το εν λόγω Διάταγμα είχε οριστεί επιστρεπτέο, αυτό κατέστη απόλυτο.

 

Το πιο πάνω προσωρινό Διάταγμα επεδόθη και κατετέθη στο Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λεμεσού, όπως, επίσης, και το απόλυτο Διάταγμα.

 

Όπως διαπιστώθηκε από μεταγενέστερη έρευνα, η Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ και/ή η Gordian Holdings Ltd, ενυπόθηκοι δανειστές των πιο πάνω ακινήτων, είχε προχωρήσει σε διαδικασία εκποίησης τους, όπως προβλέπεται με βάση τη σχετική νομοθεσία. Η πώληση των επίδικων ακινήτων έγινε στις 29/11/2019. Στις 30/12/2019, κατόπιν αίτησης στο Κτηματολόγιο για μετεγγραφή των πωληθέντων σε πλειστηριασμό ενυπόθηκων ακινήτων από τον ενυπόθηκο δανειστή[1], το Κτηματολόγιο αποδέχθηκε τη σχετική αίτηση μετεγγραφής επ' ονόματι των νέων αγοραστών.

 

Μετά την ενημέρωση του Αιτητή για τη μεταβίβαση των επίδικων ακινήτων σε τρίτα άτομα, με τη συγκατάθεση, όπως αναφέρεται, της Διευθύντριας του Επαρχιακού Κτηματολογίου Λεμεσού, οι δικηγόροι του Αιτητή αλλά και των Εναγομένων 1 και 2 εταιρειών - ιδιοκτητριών των επίδικων ακινήτων - απέστειλαν επιστολή απαιτώντας από το Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λεμεσού να εφαρμόσει τις πρόνοιες του Άρθρου 61(1-3) του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, Κεφ. 224 και συγκεκριμένα, αφού διαπιστωθούν τα πραγματικά γεγονότα, να προβεί ο Διευθυντής σε ακύρωση της εγγραφής ως εγγραφή η οποία έγινε λόγω λάθους, παράλειψης, ψευδούς βεβαίωσης ή ψευδούς παράστασης που έγινε καλή τη πίστει ή δόλια.

Εις απάντηση της πιο πάνω επιστολής το Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λεμεσού μέσω λειτουργού ανέφερε στις 26/10/2022 ότι τα επίδικα ακίνητα αποκτήθηκαν από την εταιρεία ML UNIQUE SERVICES LTD σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου 9/65 και ότι στο δικαστικό διάταγμα «δεν υπήρχε οποιαδήποτε απαγόρευση που να αφορά στο Διευθυντή του Κτηματολογίου ή την Επαρχιακό Κτηματολογικό Λειτουργό Λεμεσού ή αντιπροσώπους τους στο να αποδεχτεί αίτηση μεταγραφής ακινήτου σύμφωνα με τις πρόνοιες του Μέρους VIA, του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου 9/65».

 

Ο Αιτητής θεωρεί ότι μέσω της πιο πάνω απάντησης το Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λεμεσού αγνοεί εντελώς ότι η μεταβίβαση έγινε κατά παράβαση του εν ισχύει δικαστικού Διατάγματος, επικαλούμενος προς τούτο τις πρόνοιες του Άρθρου 5(4) του περί Πολιτικής Δικονομίας  Νόμου, Κεφ. 6[2].

 

Έχω διεξέλθει με την επιβαλλόμενη προσοχή ό,τι ο Αιτητής, μέσω                    του ευπαίδευτου συνήγορου του, έχει θέσει ενώπιον μου, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρημάτων που αναπτύχθηκαν στην εκτεταμένη γραπτή αγόρευση του συνηγόρου του, καθώς και των όσων έχει σήμερα ενώπιον μου επικαλεστεί.

 

Έχει σε σειρά υποθέσεων αναγνωρισθεί η δυνατότητα έκδοσης Mandamus σε εκείνες τις περιπτώσεις όπου το Ανώτατο Δικαστήριο δικαιολογείται να ελέγξει τη νομιμότητα όχι μόνο των αποφάσεων των κατώτερων Δικαστηρίων, αλλά και παντός οργάνου, προσώπου ή αρχής, τα οποία οφείλουν να εκτελέσουν συγκεκριμένο καθήκον.  Το ένταλμα Μandamus απευθύνεται, επομένως, όχι μόνο σε κατώτερο δικαστήριο, αλλά και σε άλλες αρχές για να εκτελέσουν δημόσιο καθήκον. Προνομιακό ένταλμα μπορεί να εκδοθεί εάν το καθήκον δημόσιας αρχής αφορά σε θέμα ιδιωτικού δικαίου και όχι δημοσίου. (Αναφορικά με την Αίτηση της Ζαβρίδου, Πολιτική Έφεση Αρ. 129/2021, ημερ. 15/11/2021, ECLI:CY:AD:2021:A510 και Αναφορικά με την Αίτηση της Π. Μιλτιάδους, Πολιτική Αίτηση Αρ. 12/2015, ημερ. 10/2/2015, ECLI:CY:AD:2015:D88).

 

Στην υπόθεση Αναφορικά με την αίτηση του Ιερόθεου Χριστοδούλου, άλλως Ρόπα (2008) 1 Α.Α.Δ. 43, αναφέρθηκαν τα εξής σχετικά:

 

«Συνήθως η θεραπεία με το προνομιακό ένταλμα Mandamus, χρησιμοποιείται για να διαταχθεί κατώτερο Δικαστήριο να ασκήσει συγκεκριμένη εξουσία, μέσα στα πλαίσια της αρμοδιότητάς του. Όμως η θεραπεία μπορεί να εξασφαλιστεί για να εξαναγκάσει και άλλες αρχές ή όργανα ή πρόσωπα τα οποία ασκούν δημόσια εξουσία, για να εκτελέσουν δημόσιο καθήκον το οποίο επιβάλλει ο Νόμος...[..]. Προϋπόθεση για την παραχώρηση της θεραπείας, είναι ο Αιτητής να έχει δικαίωμα να ζητήσει την εκτέλεση του συγκεκριμένου καθήκοντος. Επίσης, ο Αιτητής θα πρέπει προτού αποταθεί στο Δικαστήριο για άδεια, να έχει αιτηθεί από το δημόσιο όργανο την εκτέλεση του καθήκοντός του, αλλά αυτό να έχει αρνηθεί να συμμορφωθεί

 

 

Σε ό,τι αφορά τη φύση αλλά και τις αρχές που διέπουν την έκδοση του Εντάλματος Mandamus σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την  υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση της Λοϊζου, Πολιτική Έφεση Αρ. 138/2018, ημερ. 20/7/2018[3]:

 

«Αποτελεί προϋπόθεση για την παραχώρηση του εντάλματος mandamus η υποβολή διακριτής απαίτησης (distinct demand) προς την αρμόδια Αρχή για εκτέλεση του καθήκοντός της σε σχέση με το οποίο υποβάλλεται ακολούθως το αίτημα, εφόσον δεν υπάρχει συμμόρφωση στο μεταξύ (βλ. Halsbury's Laws of England, 3η Έκδοση, Τόμος 11, σελ.106 και Basu «Commentary on the Constitution of India», Τόμος 3, σελ. 479). Στην υπόθεση R. v. The Bristol and Exeter Railway Company 12 L.J.Q.B. λέχθηκε ότι «It is necessary, before a rule is applied for, that a distinct demand should be made upon those who are required to do an act, and that it should be distinctly pointed out to them what it is that they are required to do.». Δεν πρόκειται για τυπικό ζήτημα, αλλά για ζήτημα ουσίας (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση της Palm-Mount Holdings Ltd, Πολιτική Έφεση αρ. 413/2016, ημερομηνίας 3.4.2018, ECLI:CY:AD:2018:A154).

 

 

Αποτελεί περαιτέρω προϋπόθεση για την απόδοση προνομιακού εντάλματος mandamus η ύπαρξη νομικού δικαιώματος ή υποχρέωσης. Όπως παρατηρείται στον Basu, πιο πάνω, σελ. 478, «The foundation of mandamus is the existence of the right. It is not intended to create a right but to restore a party who has been denied his right to the enjoyment of such right.». Η υποχρέωση πρέπει να είναι συγκεκριμένη και να προκύπτει από το Σύνταγμα, το νόμο, το Κοινοδίκαιο ή από κανονισμούς ή οδηγίες που έχουν νομοθετική υπόσταση.» 

 

 

Επισημαίνεται, περαιτέρω, ότι το Προνομιακό Ένταλμα Mandamus δεν εκδίδεται όταν υπάρχει άλλη καταλληλότερη θεραπεία στο αστικό δίκαιο ή όπου είναι πρόσφορη άλλη ευχερέστερη διαδικασία (R. v. Charity Commissioners [1987] 1 Q.B. 407), ή, όπου παρέχεται νομοθετική θεραπεία (Pasmose v. Oswaldtwistle Urban District Council [1898] AC 387 και R. v. ILEA, ex parte Ali [1990] COD 317)[4].

 

Είναι σαφές ότι το ένταλμα Mandamus συνιστά «ύστατο μέσο για κατίσχυση του δικαίου και κατάλοιπο της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου για  εκείνες τις περιπτώσεις όπου διαπιστώνεται συγκεκριμένο δικαίωμα χωρίς συγκεκριμένη θεραπεία προς εκπλήρωση του ή όπου η εναλλακτική θεραπεία δεν είναι πρόσφορη και αποτελεσματική». (Αναφορικά με το αίτημα του                    Ν. Νικολάου, Πολιτική Αίτηση Αρ. 130/2015, ημερ. 21/4/2016, ECLI:CY:AD:2016:D215).

 

Το πιο κάτω απόσπασμα από το Σύγγραμμα Halsbury's Laws of England, 3η Έκδοση, Τόμος 11, παρα. 159, αποτυπώνει με σαφήνεια τη φύση και τους σκοπούς που το εν λόγω ένταλμα εξυπηρετεί:

 

"The order of mandamus is an order of a most extensive remedial nature, .. .Its purpose is to supply defects of justice; and accordingly it will issue, to the end that justice may be done, in all cases where there is a specific legal right and no specific legal remedy for enforcing that right; and it may issue in cases where, although there is an alternative legal remedy, yet that mode of redress is less convenient, beneficial and effectual."

 

 

Η ενεργοποίηση της εξουσίας του Δικαστηρίου για την παραχώρηση του εντάλματος Mandamus εξαρτάται από την ικανοποίηση συγκεκριμένων προϋποθέσεων. Στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση της εταιρείας Darimpex Ltd, Πολιτική Αίτηση Αρ. 128/2021, ημερ. 1/9/2021, ECLI:CY:AD:2021:D378, συνοψίσθηκαν οι προϋποθέσεις που, με βάση τη νομολογία, θα πρέπει να συντρέχουν για να οδηγηθεί το Ανώτατο Δικαστήριο στην έκδοση Mandamus ως  ακολούθως:

 

i.         Αναγκαίο έννομο συμφέρον του αιτητή (locus standi).

ii.       Υποβολή διακριτής απαίτησης από το ως άνω πρόσωπο σε δικαστική αρχή ή άλλο δημόσιο όργανο για απόδοση συγκεκριμένης θεραπείας.

 

iii.     Άρνηση συμμόρφωσης οργάνου κατά παράβαση συγκεκριμένου καθήκοντος.

 

iv.     Το επιδιωκόμενο προς εκτέλεση καθήκον να εμπίπτει στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου.

 

v.       Να μην υπάρχει άλλη εναλλακτική θεραπεία - ή ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, εάν τέτοια θεραπεία συντρέχει.

 

 

Κατ' αρχάς ως προς το αναγκαίο έννομο συμφέρον του Αιτητή, δεν είναι αντιληπτό πώς αυτό προκύπτει με δεδομένο ότι η αιτούμενη θεραπεία - για ακύρωση της μεταβίβασης των επίδικων ακινήτων - δεν αφορά σε ακίνητη περιουσία ιδιοκτησίας του Αιτητή αλλά ιδιοκτησίας νομικών προσώπων, των Εναγομένων 1 και 2 στην προαναφερθείσα Αγωγή οι οποίες είναι και οι εταιρείες που, σύμφωνα με τους σχετικούς δικογραφημένους ισχυρισμούς, συμβλήθηκαν με την Ενάγουσα εταιρεία για την πώληση των επίδικων ακινήτων τους. Το ότι ο Αιτητής είναι ο Διευθυντής και «ιδιοκτήτης» των εν λόγω εταιρειών, όπως προβάλλεται στην ένορκη δήλωση του,- αν με αυτό υπονοείται ότι είναι ο κύριος μέτοχος - ουδεμία σημασία έχει. Ο ιδιαίτερος δεσμός του Διευθυντή με την εταιρεία δεν εξομοιώνει τα δύο. Η σύμπτωση των ιδιοτήτων του Διευθυντή και του μετόχου, έστω του κύριου μετόχου, στο ίδιο πρόσωπο, δεν διαφοροποιεί την κατάσταση. Είναι βαθιά εμπεδωμένη στο εταιρικό δίκαιο η έννοια της αυτοτέλειας της εταιρείας ως αυθύπαρκτης νομικής οντότητας ξεχωριστής από τους μετόχους και διευθυντές της (Salomon v. Salomon [1897] A.C. 22[5]). H νομιμοποίηση για ένταλμα Mandamus βασίζεται στο επαρκές συμφέρον που διακρίνει τον αιτητή από τυχόν ευρύτερο σύνολο ενδιαφερομένων προσώπων, ως πρόσωπο το οποίο έχει άμεσο έννομο δικαίωμα (legal right) και συμφέρον να απαιτήσει την εκτέλεση της πράξης (δέστε Halsbury's Laws of England, 3rd ed., Vol. 11, σελ. 105, παράγρ. 196 και την Απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση της εταιρείας Palm-Mount Holdings Ltd, Πολιτική Έφεση Αρ. 413/2016, ημερ. 3/4/2018, ECLI:CY:AD:2018:A154)[6].

 

Εν πάση περιπτώσει δεν εντοπίζεται, στην προκείμενη περίπτωση,  - ακόμη και αν θεωρηθεί ότι στοιχειοθετήθηκε ειδικό ενδιαφέρον - άρνηση εκτέλεσης δημόσιου καθήκοντος εκ μέρους του Διευθυντή και μάλιστα επί τη βάσει των προνοιών του Άρθρου 61(1) του Κεφ. 224. Αρκεί να επισημάνουμε ότι η διόρθωση στην οποία ο Διευθυντής, έχει, δυνάμει του Άρθρου 61[7], εξουσία να προβαίνει, συνιστά κατ' εξοχή διοικητική λειτουργία στον τομέα του ιδιωτικού δικαίου η οποία αποσκοπεί αποκλειστικά στην αποκατάσταση της αυθεντικότητας των κτηματολογικών σχεδίων, βιβλίων και εγγράφων - νοουμένου ότι προηγηθεί σχετική επίδοση σε επηρεαζόμενα πρόσωπα[8] - και με κανένα τρόπο παρέχεται στο Διευθυντή εξουσία να επιλύει κτηματικές διαφορές ουσίας ή διαφορές που συνίστανται σε διεκδίκηση ακίνητης περιουσίας. Ούτε παρέχεται, με βάση το εν λόγω Άρθρο, η εξουσία στο Διευθυντή να διαφοροποιήσει την απόφαση του λόγω λάθους που ο ίδιος διέπραξε και ανεξάρτητα από τα χρονικά πλαίσια και τους μηχανισμούς που καθορίζει το Άρθρο 80 στο Κεφ. 224 (Διευθυντής Κτηματολογίου v. Α.Χ. Καρακωτού (2005)              1 Α.Α.Δ. 99 και Θέμη v. Χριστοδούλου (2010) 1 Α.Α.Δ. 1177). Εν ολίγοις τα όσα διαλαμβάνονται στο Άρθρο 61(1) δεν δημιουργούν συγκεκριμένη υποχρέωση στο Διευθυντή Κτηματολογίου, παράβαση της οποίας είναι δεκτική έκδοσης Προνομιακού Εντάλματος τύπου Mandamus.

 

Ενόψει των πιο πάνω η Αίτηση απορρίπτεται.

 

 

 

 

 

                                                    Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,

                          Δ.

 



[1] Δέστε Άρθρο 44ΙΒ του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου του 1965, Ν.9/1965, ως ετροποποιήθη:

 

«44ΙΒ. Μετά την ολοκλήρωση της πώλησης του ενυπόθηκου ακινήτου με τη διαδικασία πλειστηριασμού ή πώλησης ή αγοράς από τον ενυπόθηκο δανειστή, ο τελευταίος, εντός χρονικής περιόδου που δεν υπερβαίνει τις τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία της ολοκλήρωσης της πώλησης, υποβάλλει αίτηση στο αρμόδιο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο για μετεγραφή του ενυπόθηκου ακινήτου στο όνομα του αγοραστή και για το σκοπό αυτό προσκομίζει μαζί με την αίτηση στο αρμόδιο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο τα ακόλουθα έγγραφα:

 

(i) Ένορκη δήλωση του ενυπόθηκου δανειστή και/ή του δημοπράτη, με την οποία βεβαιώνεται η πιστή τήρηση των διατάξεων του παρόντος Μέρους. και

(ii) όλα τα αναγκαία έγγραφα και όλες τις βεβαιώσεις που προβλέπονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 18».

 

[2] (4) Όταν εκδίδεται διάταγμα δυνάμει του άρθρου αυτού, το πρόσωπο, με αίτηση του οποίου εκδίδεται αυτό, δύναται να καταθέσει στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο της επαρχίας στην οποία βρίσκεται η ιδιοκτησία που επηρεάζεται από το διάταγμα, επίσημο αντίγραφο του διατάγματος μαζί με σημείωμα που απευθύνεται στον Επαρχιακό Κτηματολογικό Λειτουργό, που ζητά να μην μεταβιβαστεί η περιουσία στο όνομα οποιουδήποτε προσώπου άλλου από το πρόσωπο κατά του οποίου εκδόθηκε το διάταγμα.

[3] Δέστε, επίσης, Αναφορικά με την Αίτηση της Ζαβρίδου, Πολιτική Έφεση Αρ. 129/2021, ημερ. 15/11/2021, ECLI:CY:AD:2021:A510.

[4] Δέστε και Αναφορικά με την Αίτηση της Παναγιώτας Μιλτιάδους, Πολιτική Αίτηση Αρ. 12/2015, ημερ. 10/2/2015, ECLI:CY:AD:2015:D88.

[5] Δέστε, επίσης, Lindos Constr. Ltd v. Διευθ. Κοιν. Ασφαλ. (1993) 1 Α.Α.Δ.17.

 

[6] Δέστε, επίσης, Re BNK East Med Ltd (1997) 1Γ Α.Α.Δ. 1302 όπου στις σελίδες 1305-1306 λέχθηκαν τα εξής:

 

«Περαιτέρω το δικαστήριο έχει υπόψη ότι το γενικό ενδιαφέρον που μπορεί ένας να έχει στην εκτέλεση νομικού καθήκοντος δεν του παρέχει αυτόματα locus standi. Η νομιμοποίηση του αιτητή εξαρτάται από το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που έχει ο ίδιος στην εφαρμογή του νόμου. Αναφέρομαι στο σημείο αυτό στην υπόθεση R. v. Commissioners of Customs and Excise [1970] 1 All E.R. 1068. Η σύνοψη στη σελ. 1069, που έχει σημασία για το συζητούμενο θέμα, έχει ως εξής:

 

"The applicants had failed to show that they had some interest over and above the interests of the community as a whole to support their application; their only interest or motive was the ulterior one of putting their competitors out of business; accordingly, their application failed."

[7] 61.-(1) Ο Διευθυντής δύναται να διορθώσει οποιοδήποτε λάθος ή παράλειψη στο Κτηματικό Μητρώο ή σε οποιοδήποτε βιβλίο ή σχέδιο του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου, ή σε οποιοδήποτε πιστοποιητικό εγγραφής, και κάθε τέτοιο Μητρώο, βιβλίο, σχέδιο ή πιστοποιητικό εγγραφής που διορθώθηκε με τον τρόπο αυτό έχει την ίδια εγκυρότητα και ισχύ όπως αν το λάθος αυτό ή η παράλειψη αυτή να μην είχε γίνει.

(2) Όταν λόγω λάθους, παράλειψης, ψευδούς βεβαίωσης ή ψευδούς παράστασης που έγινε καλή τη πίστει ή δόλια, διενεργηθεί οποιαδήποτε εγγραφή σε οποιοδήποτε βιβλίο Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου, ο Διευθυντής δύναται, μετά την διαπίστωση των αληθινών γεγονότων, να προβεί σε ακύρωση της εγγραφής αυτής καθώς και κάθε πιστοποιητικού που σχετίζεται με την εγγραφή αυτή.

[8] (3) Καμιά τροποποίηση, διόρθωση ή ακύρωση δεν διενεργείται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) ή (2) εκτός αν δοθεί από το Διευθυντή προηγούμενη ειδοποίηση τριάντα ημερών σε οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο δυνατό να επηρεάζεται από αυτή, και οποιοδήποτε πρόσωπο δύναται, εντός της περιόδου των τριάντα ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία δόθηκε η ειδοποίηση αυτή, να καταχωρήσει ένσταση στο Διευθυντή ο οποίος για τούτο εξετάζει αυτή και δίνει ειδοποίηση για την απόφαση του επί αυτής στον ενιστάμενο.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο