ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Σταματίου, Κατερίνα Μαλαχτός, Χάρης Ιωαννίδης, Ιωάννης Μ. Νικολάου (κα) με Στ. Μιχαήλ (κα) για Ε. Μιχαήλ amp;amp;amp; Συνεργάτες ΔΕΠΕ , για την Εφεσείουσα. Σ. Αργυρού με Ν. Νικολάου για Σ. Αργυρού amp;amp;amp; Συνεταίροι ΔΕΠΕ και Μ. Γεωργίου, για τους Εφεσίβλητους. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2022-11-08 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΠΟΛΑ ΙΟΡΔΑΝΟΥΣ v. PS SEAMLESS GUTTERS LTD κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 4/2022, 8/11/2022 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2022:A424

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Έφεση Αρ. 4/2022)

(i-justice)

8 Νοεμβρίου, 2022

 

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ,  Δ/στές]

 

ΠΟΛΑ ΙΟΡΔΑΝΟΥΣ

Εφεσείουσα

  ΚΑΙ

 

1.   PS SEAMLESS GUTTERS LTD

2.   ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ

3.   ΘΕΟΔΩΡΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ

4.   ΑΛΙΚΗ ΠΕΡΓΑΝΤΗ

5.   ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΠΕΡΓΑΝΤΗΣ

6.   ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΣΑΒΒΑ

Εφεσίβλητοι

_________________________

     Μ. Νικολάου (κα) με Στ. Μιχαήλ (κα) για Ε. Μιχαήλ & Συνεργάτες ΔΕΠΕ , για την Εφεσείουσα.

   Σ. Αργυρού με Ν. Νικολάου για Σ. Αργυρού & Συνεταίροι ΔΕΠΕ και Μ. Γεωργίου,  για τους Εφεσίβλητους.

__________________________

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.:   Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Ιωαννίδη, Δ.

________________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

    ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.:   Η Εφεσείουσα, Ενάγουσα στην Αγωγή 401/22 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας η οποία καταχωρίστηκε στις 15.3.2022, αξιώνει εναντίον έξι Εναγομένων, των Εφεσίβλητων, αρκετές θεραπείες.   Παραθέτουμε αυτολεξεί τις πρώτες τέσσερεις από το γενικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα (Δ.2, θ.1):

 

     I.        Απόφαση ή/και Διάταγμα του Δικαστηρίου με την οποία να κηρύσσεται η σύμβαση που σύναψε η Ενάγουσα με την Εναγόμενη 1 ή/και Εναγόμενο 2 για εργασίες βελτίωσης ή/και επιδιόρθωσης ή/και για υπηρεσίες εξασφάλισης αδειών του ακινήτου της στην οδό [   ] ως ακυρώσιμη, καθότι αυτή συνάφθηκε χωρίς την ελεύθερη βούληση της Ενάγουσας συνεπεία δόλου ή/και απάτης ή/και ψευδών παραστάσεων ή/και παρανομίας εκ μέρους της Εναγόμενης 1 ή/και Εναγόμενου 2 ή/και Εναγόμενων 1 - 6.

 

   II.        Απόφαση ή/και Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η Εναγόμενη 1 ή/και 2 ή/και 3 ή/και 4 ή/και 5 ή/και 6 να αποκαταστήσουν το όφελος που αποκόμισαν από την πιο πάνω άκυρη ή/και ακυρώσιμη συμφωνία, ή διαζευκτικά

 

 III.        Διαζευκτικά, Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η Εναγόμενη 1 ή/και ο Εναγόμενος 2 να καταβάλουν αποζημιώσεις για παράβαση σύμβασης.

 IV.        Απόφαση ή/και Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η Εναγόμενη 1 ή/και 2 ή/και 3 ή/και 4 ή/και 5 ή/και 6 να αποκαταστήσουν τη ζημιά που υπέστη η Ενάγουσα ή/και να πληρώσουν ειδικές ή/και γενικές ή/και τιμωρητικές αποζημιώσεις προς την Ενάγουσα ένεκα απάτης (deceit) ή/και επειδή ενήργησαν με κοινό σκοπό απάτης ως από κοινού αδικοπραγούντες ( joint tortfeasors) ή/και συνέργειας ή/και συμμετοχής προς διάπραξη απάτης, καθότι ψευδώς και εις γνώσιν του ψεύδους και με σκοπό καταδολίευσης της Ενάγουσας, προέβησαν σε ψευδείς δηλώσεις ή/και παραστάσεις προς την Ενάγουσα με πρόθεση να βασιστεί και να ενεργήσει η Ενάγουσα στις εν λόγω παραστάσεις και ως αποτέλεσμα η Ενάγουσα βασίστηκε και ενήργησε στις εν λόγω παραστάσεις με αποτέλεσμα να υποστεί ζημιά. 

 

 

    Την ίδια ημέρα καταχώρισε και μονομερή αίτηση με την οποία αξίωνε εναντίον όλων των Εφεσίβλητων παρεμπίπτοντα διατάγματα με τα οποία ουσιαστικά ζητούσε όπως «παγοποιηθεί η ακίνητη περιουσία τους ή/και όλοι οι τραπεζικοί λογαριασμοί τους ή/και τα χρήματα που είναι κατατεθειμένα σε οποιοδήποτε τραπεζικό ίδρυμα (υπό οιαδήποτε μορφή και συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων γραμμάτια, τρεχούμενους, πιστωτικές κάρτες, θυρίδες κτλ) μέχρι  ποσού €435,971.99 ή διαζευκτικά ή μέχρι μικρότερου ποσού».   Το μικρότερο αυτό ποσό καθορίζεται στα αιτούμενα διατάγματα και είναι διαφορετικό για κάθε συγκεκριμένο Εφεσίβλητο.  

 

    Η μονομερής αίτηση υποστηριζόταν από ένορκη δήλωση της ίδιας της Εφεσείουσας στο περιεχόμενο της οποίας θα κάνουμε αναφορά στη συνέχεια.   Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού μελέτησε την ένορκη δήλωση που υποστήριζε την αίτηση, έκρινε ότι συνέτρεχαν οι  προϋποθέσεις του Νόμου.  Να σημειώσουμε εδώ πως το Πρωτόδικο Δικαστήριο διατηρούσε τη δυνατότητα να απορρίψει την μονομερή αίτηση, αν διαπίστωνε πως από το μαρτυρικό υλικό που υποστήριζε την αίτηση, δεν ικανοποιούνταν οι προϋποθέσεις του Νόμου (Papapetrou Bros Ltd v. Παπαπέτρου (2003) 1(Β) ΑΑΔ 741 και Trafalgar Developments Ltd κ.ά. ν. Uralchem Holdings P.L.G. κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 331/17, ημερ. 21.2.2019, ECLI:CY:AD:2019:A49).

 

    Όμως έκρινε πως συνέτρεχαν, και εξέδωσε στις 21.3.2022 τα αιτούμενα παρεμπίπτοντα διατάγματα και μάλιστα εναντίον όλων των Εφεσίβλητων, για το μικρότερο όμως  ποσό που αφορούσε στον καθένα.   Εξέδωσε και άλλα διατάγματα το περιεχόμενο των  οποίων δεν ενδιαφέρει, αφού οι Εφεσίβλητοι, όταν εμφανίστηκαν ενώπιον του δήλωσαν πως τα αποδέχονταν.  Με οδηγίες του Δικαστηρίου, καταχώρισαν στις 7.4.2022 κοινή ένσταση για τα παρεμπίπτοντα διατάγματα που αφορούσαν στην ακίνητη περιουσία τους και/ή στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς.    Δεκαοχτώ ήταν οι λόγοι ένστασης.  Δεν χρειάζεται να τους παραθέσουμε.   Θα πούμε μόνο πως η ένσταση υποστηριζόταν από ένορκη δήλωση του Εφεσίβλητου 2, ο οποίος είχε αναφέρει πως η Αίτηση ήταν «αβάσιμη, ατεκμηρίωτη, παραπλανητική, κακόπιστη, εκδικητική, αποβλέπει στην πρόκληση της οικονομικής αναπηρίας των Εναγομένων 1-6 και σε καμιά περίπτωση δεν θα συμβάλει στην ορθή απονομή της δικαιοσύνης».  

 

     Ήταν περαιτέρω η θέση του πως η Εφεσείουσα είχε αποκρύψει ουσιώδη γεγονότα, όπως ότι η Εφεσίβλητη 1 εταιρεία είχε εκτελέσει εργασίες για λογαριασμό της Εφεσείουσας όχι μόνο στο επίδικο ακίνητο αλλά και σε άλλα τα οποία περιγράφει.   Ουσιώδες γεγονός το οποίο απεκρύβη, θεωρεί ο Εφεσίβλητος 2, ήταν και η καταγγελία της Εφεσείουσας στο ΤΑΕ Λευκωσίας, η οποία τελικά δεν οδήγησε στη δίωξη του, κάτι που η Εφεσείουσα δεν απεκάλυψε.    Επίσης δεν απεκάλυψε, συνεχίζει ο Εφεσίβλητος 2, το γεγονός ότι μετά τις 16.12.2021 που η Εφεσείουσα μονομερώς τερμάτισε τη συμφωνία, αυτή ζήτησε από τους Εφεσίβλητους 1 και 2 να προβούν σε περαιτέρω εργασία σε ένα από τα ακίνητα της, όχι στο επίδικο.    Η εργασία όμως αυτή δεν εκτελέστηκε αφού, σύμφωνα με τη θέση του Εφεσίβλητου 2, η Εφεσείουσα επικοινώνησε τηλεφωνικώς μαζί του λέγοντας του πως δεν επιθυμούσε να προχωρήσουν. 

 

    Όσον αφορά στον ισχυρισμό της Εφεσείουσας για επιχορήγηση 100% της δαπάνης αποκατάστασης και συντήρησης, παραθέτουμε αυτολεξεί τις θέσεις του:   «Όπως έχω προαναφέρει ουδέποτε παρουσιάστηκα ως ειδήμων στις επιχορηγήσεις.   Ούτε και είναι δυνατό και είναι θέμα κοινής λογικής ότι καμιά επιχορήγηση δεν καλύπτει με κανένα τρόπο το 100% ή καλύτερα το σύνολο των οποιωνδήποτε εξόδων που θα υποστεί κάποιος για ανακαίνιση ή αναστήλωση κτιρίου.  Αυτό εξάλλου απορρέει και από την έννοια της λέξης επιχορήγηση που σημαίνει κάλυψη μέρους του εξόδου μιας δαπάνης.  Εν  πάση περιπτώσει είναι γεγονός  ότι είχα αναφέρει στην Ενάγουσα/Αιτήτρια ότι δικαιούται σε κάποιες επιχορηγήσεις μετά το πέρας των εργασιών για θερμομονωτικές εργασίες που συμβάλλουν στη μείωση του ενεργειακού κόστους καθώς και για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστημάτων.   Ουδέποτε όμως της ανέφερα ότι υπάρχουν επιχορηγήσεις που θα κάλυπταν το σύνολο της δαπάνης».     

 

    Ο Εφεσίβλητος 2 αφού σημείωσε ότι το αστικό αδίκημα της απάτης πρέπει να δικογραφείται και να αποδεικνύεται αυστηρά (αυτή η δήλωση δεν είχε θέση στη διαδικασία έκδοσης παρεμπίπτοντων διαταγμάτων), κατέληξε πως η Εφεσείουσα έχει λάβει «σε μορφή υπηρεσιών και εργασιών το πλήρες αντίτιμο των όσων έχει πληρώσει και επομένως δεν τίθεται θέμα εξαπάτησης της».                  

 

    Στο σημείο αυτό θεωρούμε σκόπιμο να αναφέρουμε ποια ήταν η θέση της Εφεσείουσας, όπως αυτή προέκυπτε μέσα από την δική της ένορκη δήλωση. Τον Φεβρουάριο του 2021 ενδιαφέρθηκε να αντιμετωπίσει υγρασίες που εμφανίστηκαν στο υπόγειο καταστήματος της που βρίσκεται στη Λευκωσία.   Γνωστό της πρόσωπο, της συνέστησε τον Εφεσίβλητο 2 με τον οποίο επικοινώνησε.  Ο τελευταίος της ανέφερε πως είναι πολιτικός μηχανικός και ότι η εταιρεία του, Εφεσίβλητη 1, αναλαμβάνει τέτοιες εργασίες.   Μετά που ο Εφεσίβλητος 2 επιθεώρησε το κατάστημα, έδωσε γραπτή προσφορά στην Εφεσείουσα για το κόστος των εργασιών, το οποίο ανήρχετο σε €8.000.  Η συμφωνία καταρτίστηκε και  ο Εφεσίβλητος 2 άρχισε τις εργασίες.   Για το τί έγινε στη συνέχεια, θα παραθέσουμε αυτολεξεί τα όσα η Εφεσείουσα ισχυρίστηκε στην ένορκη της δήλωση:

 

«Με το που άρχισε τις εργασίες στο ακίνητο μου ο Εναγόμενος 2, ξεκίνησε σχεδόν επί καθημερινής βάσης να μου τηλεφωνεί και να μου αναφέρει ότι ανακάλυψε νέα ελαττώματα και νέες εργασίες που θα πρέπει να γίνουν απαραιτήτως στο υποστατικό. Μου ανέφερε ότι υπάρχει σημαντική διάβρωση στο υπέδαφος του ακινήτου μου, ότι τα κυρίζια έχουν δημιουργήσει μύκητα,  ότι υπάρχει αποκόλληση στο μπετόν και ότι το μπετόν του ακινήτου μου μετά από ελέγχους του «σπάζει σαν το καρπούζι» . Επί τούτου επισυνάπτω δέσμη με φωτογραφίες και μηνύματα που μου απέστειλε στο κινητό μου στις 01/03/2021 ως Tεκμήριο 4.

 

Θεώρησα ότι οι υποδείξεις για απαραίτητες εργασίες στο ακίνητο μου γίνονταν από άνθρωπο με ειδημοσύνη Πολιτικού Μηχανικού, ο οποίος ως τέτοιος μου παρουσιαζόταν ότι είναι ο Εναγόμενος 2.

 

Αρκετές από αυτές τις εργασίες αποδέχτηκα να τις εκτελέσει, μέχρι που σε κάποιο σημείο αντέδρασα και του είπα ότι το κόστος των εργασιών με το ρυθμό που οδεύαμε θα ξεπερνούσε τον προϋπολογισμό που ήμουν διατεθειμένη να διαθέσω.»

 

 

    Μετά την αντίδραση της, σύμφωνα πάντα με την εκδοχή της, ο Εφεσίβλητος 2 της ανέφερε πως υπήρχε ειδικό σχέδιο επιχορήγησης για το οποίο «είναι διαπιστευμένη» η εταιρεία του και ότι θα μπορούσε να ενταχθεί σ΄ αυτό για να καλυφθούν έτσι όλα τα έξοδα συντήρησης/αποκατάστασης.   Για το θέμα αυτό θα κάνουμε αναφορά και στη συνέχεια.   Η Εφεσείουσα θεωρεί  πως τα πιο πάνω ήταν ψεύδη και μέρος ενός σχεδίου με ιθύνοντα νου τον Εφεσίβλητο 2 για να την εξαπατήσουν.    Μάλιστα αναφέρει στην ένορκη της δήλωση πως ο Εφεσίβλητος 2, στον οποίο επέδειξε εμπιστοσύνη, δεν ήταν πολιτικός μηχανικός, όπως της είχε παρουσιαστεί, κάτι που διαπίστωσε εκ των υστέρων.   Περαιτέρω, ούτε ο ίδιος αλλά ούτε και η εταιρεία του ήταν εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Εγγεγραμμένων Εργοληπτών, κάτι που επίσης διαπίστωσε εκ των υστέρων.  

  

     Επανερχόμαστε στο θέμα της κατ΄ ισχυρισμόν επιχορήγησης, όπου η Εφεσείουσα είχε αναφέρει και τα ακόλουθα:

 

«Όπως ισχυριζόταν [ο Εναγόμενος 2] η επιχορήγηση θα ήταν 100% του κόστους αποκατάστασης και συντήρησης και μπορούσα να επωφεληθώ από αυτή μόνο εάν διενεργούσα την εργασία μέσω της Εταιρείας του, Εναγόμενης 1. Ο Εναγόμενος 2 παρουσιαζόταν ως ειδήμονας σχετικά με τις επιχορηγήσεις και ουσιαστικά με διαβεβαίωσε ότι όλες οι εργασίες στο ακίνητο μου θα τύχουν πλήρους επιχορήγησης. Οπότε ότι χρήματα του έδινα ουσιαστικά θα τα ελάμβανα πίσω μέσω της επιχορήγησης και το πραγματικό κόστος των εργασιών για μένα θα ήταν μηδενικό.

 

Μου ανέφερε επίσης ότι ο ενοικιαστής μου προέβηκε σε παράνομες μετατροπές και έπρεπε για να δικαιούμαι την χορηγία να επαναφέρει το κτήριο στην αρχική του μορφή σύμφωνα με τα σχέδια του κτηματολογίου. Μου έδωσε κατάλογο με εργασίες που έπρεπε να γίνουν και την τελική τιμή που θα κόστιζε η αποπεράτωση των εργασιών, η οποία ανερχόταν στο ποσό των €356,000.00 πλέον ΦΠΑ. Επισυνάπτω την προσφορά του ημερομηνίας 04/04/2021 ως Τεκμήριο 6.

 

Αποδέχτηκα την προσφορά του Εναγομένου 2 αφού πείστηκα πραγματικά ότι μου λέει την αλήθεια. Βασίστηκα στο γεγονός ότι θα μπορούσα να λάβω πίσω τα χρήματα της συντήρησης μέσω της δήθεν επιχορήγησης από το Σχέδιο Επιχορήγησης. Δεν υπήρχε περίπτωση να έμπαινα σε τόσα έξοδα για συντήρηση ενός υφιστάμενου κτηρίου το οποίο ήταν υπό ενοικίαση, εάν δεν πίστευα ειλικρινά στην κάλυψη των εξόδων μου μέσω της επιχορήγησης από το Σχέδιο Επιχορήγησης. Ο Εναγόμενος 2, θεωρούσα ότι δεν ήταν κάποιος τυχαίος, ήταν ο άνθρωπος που μου σύστησε ένα άλλο πρόσωπο της τότε εμπιστοσύνης μου, η λογίστρια μου. Θεωρούσα επίσης ότι είναι ένας άνθρωπος μορφωμένος με εξειδικευμένες γνώσεις Πολιτικού Μηχανικού.

 

Σημειώστε ότι αφού συμφώνησα στην εκτέλεση των εργασιών, ο Εναγόμενος 2 με πίεζε να τον ξοφλήσω πριν τις 22 του Σεπτέμβρη 2021, γιατί στις 22 Σεπτεμβρίου 2021 δήθεν θα υπογράφαμε για να πάρουμε την έγκριση για εκταμίευση της επιχορήγησης. Μάλιστα μου ζήτησε όπως στις 22/09/2021 έρθει να με πάρει από το σπίτι μου και να πάμε μαζί στο αρμόδιο κυβερνητικό τμήμα για να υπογράψω τα έγγραφα της χορηγίας, αλλά δεν μου έλεγε το μέρος ακριβώς που θα πηγαίναμε για να ξέρω και εγώ. Ήθελε να με μεταφέρει αυτός, με το αυτοκίνητο του, πράγμα το οποίο δεν μου άρεσε και δεν το αποδέχτηκα. Επίσης του ζήτησα να μου φέρει τα έγγραφα που θα υπογράφαμε για να τα μελετήσω μαζί με τον δικηγόρο μου. Θυμάμαι χαρακτηριστικά την απάντηση του κου Αλεξάνδρου, ο οποίος εκνευρίστηκε με την απαίτηση μου και γεμάτος ειρωνεία μου ανάφερε ότι θα μου έφερνε τα έγγραφα και εάν ήθελα θα μπορούσα να τα δείξω και στον «Πάπα».

 

Η συγκεκριμένη ημερομηνία όπου δήθεν θα υπογράφαμε τα έγγραφα για εκταμίευση της επιχορήγησης πέρασε χωρίς να υπογράψουμε το παραμικρό και χωρίς να μου δοθεί  το οποιοδήποτε σχετικό έγγραφο για να το μελετήσω. Όλα αυτά παρά τις υποσχέσεις και διαβεβαιώσεις του Εναγόμενου 2. Να σημειωθεί ότι παρά τις πιο πάνω υποσχέσεις του, στις 22/09/2021 και στις 23/09/2021 έλαβα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από τον Εναγόμενο 2, με τα οποία μετέθετε την ημερομηνία συμπλήρωσης των εργασιών αλλά και έγκρισης της εκταμίευσης της επιχορήγησης στις 30/11/2021. Τα ηλεκτρονικά επισυνάπτονται ανωτέρω ως Τεκμήρια 5 Στ και 5Ζ.

 

Η στάση του Εναγομένου 2 με προβλημάτισε πολύ και άρχισα να έχω υποψίες ότι μου έλεγε ψέματα. Ως αποτέλεσμα στις 22/09/2021 το απόγευμα έκλεισα ραντεβού με τους Δικηγόρους μου, όπου τους ανέφερα τα γεγονότα. Οι Δικηγόροι μου, υποψιάστηκαν ότι πρόκειται περί απάτης και μου συνέστησαν όπως καταγγείλω το περιστατικό στο ΤΑΕ Λευκωσίας. Ως εκ τούτου στις 25/09/2021 μετέβηκα στο ΤΑΕ Λευκωσίας όπου προέβηκα σε καταγγελία. Επισυνάπτω σχετική βεβαίωση καταγγελίας θύματος ως Τεκμήριο 7.»

 

          Για να καταλήξει πως «. Δυστυχώς όταν κατάλαβα ότι ο Εναγόμενος 2 μου είπε ψέματα αναφορικά με το σχέδιο επιχορήγησης ήταν  πλέον αργά». 

 

    Η Εφεσείουσα αναφέρει  επίσης πως αποτάθηκε σε επιμετρητή ποσοτήτων για να εκτιμήσει τις εργασίες  που έγιναν στο ακίνητο της από τους Εφεσίβλητους 1 και 2.  Προς τούτο κατέθεσε σχετική Έκθεση που συνέταξαν Επιμετρητές Ποσοτήτων, από την οποία προκύπτει πως πολλές από τις εργασίες που ανέλαβαν οι Εφεσίβλητοι 1 και 2 να εκτελέσουν, και για τις οποίες πληρώθηκαν από την Εφεσείουσα, δεν έγιναν ποτέ.   Καταγράφεται στην Έκθεση πως η αξία των εργασιών που εκτελέστηκαν ανέρχεται στο ποσό των €38.671,13.  Εν κατακλείδι, ήταν η θέση της πως είχε καταβάλει ποσό ύψους €397.300,86, το οποίο δεν εδικαιολογείτο από την αξία των εργασιών που οι Εφεσίβλητοι 1 και 2 είχαν εκτελέσει στο ακίνητο της.   Αυτό το ποσό περιγράφεται στην Έκθεση ως υπερπληρωμή.

 

    Επανερχόμαστε στην Αίτηση που είχε καταχωριστεί, για να πούμε  πως αυτή βασιζόταν και στο Άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν. 14/60, το  οποίο δίδει ευρείες εξουσίες στα Δικαστήρια να εκδίδουν οποιοδήποτε παρεμπίπτον διάταγμα, είτε απαγορευτικό είτε προστακτικό, όταν κρίνεται δίκαιο ή πρόσφορο, χωρίς να τίθεται οποιοσδήποτε περιορισμός (ABP Hold. Ltd v. Κιταλίδη κ.ά. (Αρ. 2) (1994) 1 ΑΑΔ 694, Seamark Consult. Services Ltd κ.ά. ν. Joseph P. Lasala κ.ά. (2007) 1(Α) ΑΑΔ 162 και Penderhill Holdings Ltd κ.ά. ν. Κλουκίνα (2014) 1(Α) ΑΑΔ 118, ECLI:CY:AD:2014:A21, 136).    Με άλλα λόγια, τα Δικαστήρια έχουν εξουσία να εκδίδουν παρεμπίπτοντα διατάγματα, χωρίς οποιονδήποτε περιορισμό που να αφορά στο αντικείμενο ή στο περιεχόμενο τους.   Να επαναλάβουμε το αυτονόητο, πως παρεμπίπτον είναι το διάταγμα που εκδίδεται και ισχύει σε εκκρεμούσα διαδικασία.   

 

    Να υπενθυμίσουμε ακόμη πως το καθήκον των Δικαστηρίων σε τέτοιες αιτήσεις, περιορίζεται  μόνο στη διαπίστωση κατά πόσο ικανοποιούνται οι τρεις προϋποθέσεις που απαιτούνται από το Άρθρο 32 του Νόμου, και  που είναι:

 

(α)  Σοβαρόν ζήτημα προς εκδίκασιν κατά την επ΄ ακροατηρίου διαδικασίαν,

(β)  Ορατή προοπτική και/ή πιθανότητα ο αιτών διάδικος να δικαιούται σε θεραπεία, και

(γ)   Να είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί  πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο χωρίς την έκδοση του διατάγματος.

 

    Το θέμα όμως δεν τελειώνει με την ικανοποίηση των τριών πιο πάνω προϋποθέσεων.   Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Εκδόσεις «Αρκτίνος» Λίμιτεδ κ.ά. ν. Λοϊζίδου, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. Ε7/2018, ημερ. 21.3.2019:

 

«Με δεδομένη την πλήρωση των τριών κριτηρίων του άρθρου 32(1), υπεισέρχεται στην όλη εικόνα το ζήτημα της εξέτασης του πιο σημαντικού ίσως παράγοντα στην έκδοση απαγορευτικών διαταγμάτων, ήτοι, η ευρεία διακριτική εξουσία που δίδεται στο Δικαστήριο από το πιο πάνω άρθρο να εκδίδει διατάγματα στις περιπτώσεις όπου κρίνει ότι κάτι τέτοιο είναι «δίκαιον ή πρόσφορον». Το Δικαστήριο ενεργώντας με βάση τους κανόνες του δικαίου της επιείκειας, διατηρεί σε κάθε περίπτωση την ευχέρεια να αρνηθεί την έκδοση απαγορευτικού διατάγματος, έστω και αν τηρούνται οι τυπικές προϋποθέσεις έκδοσής του. Το όλο ζήτημα συνίσταται στον ισοζυγισμό των ιδιαίτερων αναγκών των διαδίκων, υπό το φως πάντοτε των στοιχείων που καλύπτουν την κάθε περίπτωση.»

 

     Κατά την ακροαματική διαδικασία της Αίτησης, ουδείς ενόρκως δηλών αντεξετάστηκε και η ακρόαση έλαβε χώρα στη βάση των ενόρκων δηλώσεων που είχαν καταχωριστεί.   Η μια από την Εφεσείουσα, και η άλλη από τον Εφεσίβλητο 2.    Και οι δύο πλευρές αγόρευσαν ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, το οποίο στις 20.4.2022 εξέδωσε την ενδιάμεση απόφαση του, με την οποία ακύρωσε τα εκδοθέντα στις 21.3.2022 διατάγματα («αιτητικά Α έως Στ»), καταδικάζοντας την Εφεσείουσα στα έξοδα της Αίτησης.  

 

    ΄Ηταν εύρημα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου πως η Εφεσείουσα είχε ικανοποιήσει την πρώτη και τρίτη προϋπόθεση του Άρθρου 32, όχι όμως τη δεύτερη.   Για λόγους που αναφέρει και για τους οποίους θα κάνουμε αναφορά στη συνέχεια, έκρινε πως το ισοζύγιο της ευχέρειας «έγερνε εναντίον της διατήρησης του διατάγματος», θέμα που επίσης εξέτασε.     

 

    Είχε βρει ακόμη ότι υπήρξε απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων εκ μέρους της Εφεσείουσας, για να σημειώσει τα ακόλουθα σε σχέση με το εν λόγω θέμα:

 

«Και ερωτώ. είναι αυτή λελογισμένη συμπεριφορά προσώπου που βρίσκεται σε φιλονικία με τρίτον και μάλιστα προέβη σε καταγγελία στην αστυνομία για ισχυριζόμενη απάτη; Η ερώτηση δεν τίθεται βεβαίως για σκοπούς αξιολόγησης της μαρτυρίας, αλλά για διερεύνηση του ισχυρισμού περί απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων, εφόσον αν η ερώτηση απαντάται αρνητικά, συναρτάται με το ουσιώδες του πράγματος και φανερώνει πως η αποσιώπηση του εν λόγω γεγονότος σκοπούσε σε εξυπηρέτηση αλλότριου σκοπού. Και είμαι της γνώμης πως αυτό είναι που ισχύει στη δεδομένη περίπτωση.»

 

    Τα πιο πάνω ανέφερε και γιατί η Εφεσείουσα ενώ με την ένορκη δήλωση της απεκάλυψε πως κατήγγειλε στις 25.9.2021 τον Εφεσίβλητο 2 στην Αστυνομία, «εντούτοις μόλις την 16.12.2021 συνέταξε επιστολή που να του απαγορεύει την είσοδο στα διάφορα ακίνητα που της ανήκουν και μόλις την 2.2.2022 επέδωσε τούτη».

 

    Η Εφεσείουσα θεωρεί, με τον τέταρτο λόγο έφεσης, πως η πιο πάνω προσέγγιση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν εσφαλμένη, αφού η καταγγελία στην Αστυνομία, η επιστολή τερματισμού και η επίδοση της επιστολής τερματισμού στις 2.2.2022 στον Εφεσίβλητο 2,  «αποκαλύφθηκαν και κατατέθηκαν όλα ως τεκμήρια στην ένορκη της δήλωση, οπότε εμφανώς λανθασμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως ο εν λόγω ισχυρισμός αποτέλεσε αντικείμενο απόκρυψης».

 

    Ως ελέχθη, το Πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την Αίτηση και ακύρωσε τα εκδοθέντα παρεμπίπτοντα διατάγματα, επειδή βρήκε πως η Εφεσείουσα δεν είχε ικανοποιήσει τη δεύτερη προϋπόθεση του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν. 14/60 - Πιθανότητα ο αιτών διάδικος να δικαιούται σε θεραπεία

 

    Στην Odysseos v. Pieris Estates and Others (1982) 1 CLR 557, 569 ο Πικής, Δ. (όπως ήταν τότε), σημείωσε τα ακόλουθα σε σχέση με το αποδεικτικό φράγμα που απαιτείται να υπερπηδήσει ο αιτών διάδικος: 

«The standard required for the plaintiff to overcome the evidential hurdle is not very high; he is only required to establish "a probability" of success. The concept of "a probability" imports something more than a mere possibility but something much less than the "balance of probabilities", the standard required for proof of a civil action. A legal probability is something different from a mathematical probability as the Court explained in Re J. S. (a minor) [1980] 1 All E.R. 1061 (C.A.).

'A probability', in the context of the proviso to s.32(1), requires the applicant to demonstrate that he has a visible chance of success.»

 

    Στην ίδια βάση κινήθηκε και η μεταγενέστερη υπόθεση Πουργουρίδη κ.ά. ν. Μέζου κ.ά. (1994) 1 ΑΑΔ 201, 207.   Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα:

 

«Η δεύτερη προϋπόθεση επιβάλλει στις εφεσείουσες να δείξουν ότι έχουν πιθανότητα επιτυχίας. Όπως έχει αποφασισθεί στην υπόθεση Odysseos vPieris Estates and Others (1982) 1 C.L.R. 557, η έννοια της πιθανότητας περικλείει κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα, αλλά και κάτι πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων που είναι το μέτρο απόδειξης στις αστικές υποθέσεις. Σύμφωνα με την Odysseos (πιο πάνω), στη σελίδα 569 η πιθανότητα στα πλαίσια της επιφύλαξης του άρθρου 32(1) του Νόμου 14/60, απαιτεί από τις εφεσείουσες να δείξουν ορατό ενδεχόμενο επιτυχίας.»

   

    Πιο πρόσφατα, το Εφετείο, στην υπόθεση Hazlewood Investment & Finance Ltd v. Manuel κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. Ε14/17 και Ε209/17, ημερ. 16.7.2019, ανατρέποντας την πρωτόδικη κρίση, σημείωσε τα ακόλουθα:

 

«Είναι εδραιωμένο αλλά και κοινή γνώση πως το Δικαστήριο κατά την εξέταση ειδικά της β΄ προϋπόθεσης αποφεύγει την σε βάθος ανάλυση των επίδικων σχέσεων και δεν μπορεί να εξάγει τελικά ή δεσμευτικά συμπεράσματα επ΄ αυτών.  (βλ. Γρηγορίου κ.ά. ν. Χριστοφόρου κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 248), Επίσημος Παραλήπτης κ.ά.ν. Nicantony Trading Co.Ltd, (1998)1 AAΔ.1653, Parico Aluminium Designs Ltd v. Muskita Aluminium Co. Ltd and other (2002) 1Γ A.A.Δ. 2015).

 

Όπως σοφά ετέθη στις υποθέσεις Τ. Α. Micrologic Computer Consultants Ltd v. Microsoft Corporation (2002) 1 A.A.Δ. 1802 και Δημοκρατία της Σλοβενίας ν. Beogradska Banka A.D. (1999) 1 A.A.Δ. 225, δεν χρειάζεται «η απόδειξη του ουσιαστικού δικαιώματος αλλά σοβαρές ενδείξεις περί της πιθανότητας ύπαρξης του.»

 

   

     Και τα ακόλουθα στην υπόθεση Rostovtsev v. Shchukin, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. Ε415/16, ημερ. 5.7.2019, ECLI:CY:AD:2019:A282

 

«Παρατήρησε [το Πρωτόδικο Δικαστήριο], όμως, παραπέμποντας σε σχετική νομολογία, πως, στο στάδιο εκείνο δεν ήταν επιτρεπτό να προβεί σε αξιολόγηση της μαρτυρίας.  Όπως ορθώς το έθεσε, η εν λόγω διεργασία θα είναι αντικείμενο της δίκης επί τους ουσίας της διαφοράς των διαδίκων.»

     Συνεπώς, όταν τα Δικαστήρια καλούνται  να εξετάσουν κατά πόσο ικανοποιείται η εν λόγω προϋπόθεση, θα πρέπει να αποφεύγουν να υπεισέρχονται σε βάθος στο μαρτυρικό υλικό που τίθεται ενώπιον τους.  Δεν εκδικάζεται σ΄ αυτό το στάδιο η διαφορά, και δεν καθορίζονται από αυτό το πρόωρο στάδιο δικαιώματα και υποχρεώσεις (Jonitexo Ltd v. Adidas (1984) 1 CLR 263).  Μάλιστα στην υπόθεση Milton Investment Company Ltd κ.ά. v. Dryden Group Ltd (2014) 1(Α) ΑΑΔ 731, ECLI:CY:AD:2014:A220, 740, τονίστηκε πως τα Δικαστήρια δεν πρέπει να αφήνουν να αιωρείται ούτε καν σκιά ότι έχουν αποφασίσει την ουσία της υπόθεσης.  Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα:

 

«. το Δικαστήριο, κατά την εκδίκαση αίτησης για προσωρινό διάταγμα, πρέπει να αποφεύγει να καταλήγει σε συμπεράσματα αναφορικά με την πλήρη εξέταση του πραγματικού και  νομικού  καθεστώτος της υπόθεσης καθότι αυτό γίνεται κατά τη δίκη της ουσίας της υπόθεσης.  Πρόκειται, να τονίσουμε, για αρχή που πρέπει να τηρείται με ευλάβεια και  κατά το ενδιάμεσο αυτό στάδιο, το Δικαστήριο όχι μόνο πρέπει να αποφεύγει να καταλήγει στα προαναφερθέντα συμπεράσματα, αλλά και να μην αφήνει να αιωρείται η σκιά ότι έχει αποφασίσει την ουσία της υπόθεσης ή κάποια ουσιώδη πτυχή της».

 

 

     Δεν είναι σ΄ αυτό το στάδιο που αποφασίζεται κατά πόσο οι Εφεσίβλητοι εξαπάτησαν ή όχι την Εφεσείουσα ή κατά πόσο οι Εφεσίβλητοι 1 και 2 είχαν παραβιάσει  ή όχι την κατ΄ ισχυρισμόν σύμβαση.   Βεβαίως μετά την καταχώριση ένστασης (όπως συνέβη εν προκειμένω) το Πρωτόδικο Δικαστήριο έχοντας ενώπιον του ολοκληρωμένη εικόνα, αποφασίζει, χωρίς να υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης, κατά πόσο συντρέχουν ή όχι οι προϋποθέσεις του Άρθρου 32 (Φεσσάς (1990) 1 ΑΑΔ 704, 718).   Αν ικανοποιηθεί, εκδίδει ή οριστικοποιεί το εκδοθέν με μονομερή αίτηση, διάταγμα.   Αν όχι, απορρίπτει την αίτηση και ακυρώνει τυχόν διάταγμα που εξεδόθη με μονομερή αίτηση.  Στο  πλαίσιο της ευρείας διακριτικής του ευχέρειας, μπορεί ακόμη, ακυρώνοντας διάταγμα που εξεδόθη μονομερώς, να εκδώσει νέο διάταγμα με όρους (Ρένα Αριστοτέλους Λτδ κ.ά. ν. Benfleet Enterp. Ltd κ.ά. (2006) 1(Α) ΑΑΔ 280, 284).

 

    Το Πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε πως στο γενικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα (Δ.2, θ.1) υπήρχαν δύο ανεξάρτητες αιτίες αγωγής.  Το αστικό αδίκημα της απάτης (Άρθρο 36 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148) και η παραβίαση σύμβασης.   Κατά το Πρωτόδικο Δικαστήριο αυτά ήταν «στοιχεία αρκετά ώστε να διαπιστωθεί πως αποκαλύπτεται σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση».     Δεν χρειάζεται  να αναφέρουμε κατά ποσό από το γενικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα, αποκαλύπτονταν και άλλες αιτίες αγωγής.  Το θέμα αυτό  παραμένει ανοικτό.   Οι δύο ανεξάρτητες αιτίες αγωγής που διέκρινε το Πρωτόδικο Δικαστήριο είχαν τη σημασία τους (D. & G. Products Ltd v. Αναστασίου (2002) 1(Β) ΑΑΔ  1400 και Κυπριανού ν. Βασιλείου (2004) 1(Β) ΑΑΔ 1320).   Με άλλα λόγια, η Εφεσείουσα κατά την ακρόαση της αγωγής είναι δυνατόν να εξασφαλίσει απόφαση εναντίον των Εφεσίβλητων για το ποσό που αξιώνει ή για μικρότερο ποσό, αν καταφέρει να αποδείξει μόνο τη μια εκ των δύο ανεξάρτητων αιτιών αγωγής.

 

     Το Πρωτόδικο Δικαστήριο όμως σημείωσε τα ακόλουθα:   «Και βεβαίως αντιληπτό είναι από το δικόγραφο της ενάγουσας σε συνδυασμό με την προσκομισθείσα μαρτυρία, πως η ισχυριζόμενη παράβαση σύμβασης δεν στέκει αυτοτελώς, αλλά είναι συνυφασμένη με την ισχυριζόμενη απάτη.  Υπό το φως λοιπόν όλων των ανωτέρω και περιοριζόμενος αυστηρά σε τούτο το πλαίσιο, ομολογώ ότι δεν συμμερίζομαι τη θέση περί πιθανότητας επιτυχίας».

 

    Δεν συμφωνούμε με την πιο πάνω προσέγγιση, ότι δηλαδή η κατ΄ ισχυρισμόν παραβίαση σύμβασης «δεν στέκει αυτοτελώς».  Δεν είναι σ΄ αυτό το στάδιο που αποφασίζεται ποια αιτία αγωγής «στέκει ή δεν στέκει».  Ουσιαστικά  το Πρωτόδικο Δικαστήριο με τον τρόπο που ενήργησε εξαφάνισε την ανεξάρτητη αιτία αγωγής (την οποίαν προηγουμένως βρήκε  ότι το κλητήριο ένταλμα απεκάλυπτε), και η οποία αφορούσε σε παραβίαση σύμβασης, και για την οποία υπήρχε μαρτυρία.  Και το σημαντικότερο, στη βάση της πιο πάνω  εσφαλμένης προσέγγισης του, αποφάσισε τελικά  πως δεν υπήρχε ορατή πιθανότητα επιτυχίας και για τις δύο αιτίες αγωγής, τις οποίες δικαιωματικά η Εφεσείουσα συμπεριέλαβε στο κλητήριο ένταλμα της.  

 

    Το σοβαρότερο όμως σφάλμα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, αφορά στον τρόπο που αυτό προσέγγισε την προσαχθείσα μαρτυρία, για να αποφασίσει κατά πόσο υπήρχε ορατή πιθανότητα επιτυχίας.   Προκύπτει από το περιεχόμενο της ίδιας της απόφασης του, πως φαίνεται να προτιμά την μαρτυρία του Εφεσίβλητου 2 αντί της Εφεσείουσας, την οποία μάλιστα χαρακτηρίζει τεκμηριωμένη και αιτιολογημένη.   Όπως καταγράφει στην απόφαση του «.  σε όλα τα ανωτέρω απαντά η μαρτυρία του εναγομένου 2, εν πολλοίς αναμφισβήτητη και εν πάση περιπτώσει τεκμηριωμένη και αιτιολογημένη γι΄ αυτό το στάδιο της διαδικασίας που απλώς θέλει τους ισχυρισμούς του αιτητή να ελέγχονται υπό το φως των ισχυρισμών του εναγομένου ...».  Λίγο πιο κάτω αναφέρει και τα ακόλουθα για τη μαρτυρία του Εφεσίβλητου 2, την οποία τώρα χαρακτηρίζει αποκαλυπτική και πλούσια:  «Πέραν όμως των ανωτέρω, έτι περισσότερο σημαντικό είναι το εξής∙ η μαρτυρία του εναγόμενου 2 απαντά με λεπτομέρεια το ποσό που καταβλήθηκε και δη το ύψος τούτου.  ...  Είναι και επ'  αυτού αποκαλυπτική και πλούσια η μαρτυρία του εναγόμενου 2».   Σε άλλο μέρος της απόφασης του, καταγράφει «Εντούτοις ο Εναγόμενος 2 απάντησε τις σχετικές αιτιάσεις και συγκεκριμένα τις αρνήθηκε».

    Θα σταθούμε λίγο ακόμη στον τρόπο που προσέγγισε την προσαχθείσα μαρτυρία, με αναφορά στο τεκμήριο 5Β που η Εφεσείουσα είχε επισυνάψει στην ένορκη της δήλωση.   Να επαναλάβουμε πως αυτή είχε ισχυριστεί πως ο Εφεσίβλητος 2 στην προσπάθεια του να την εξαπατήσει και να της αποσπάσει χρήματα, τα οποία  και της απέσπασε, της ανέφερε πως υπήρχε «ειδικό σχέδιο επιχορήγησης  για το οποίο η εταιρεία του, εναγόμενη 1, είναι διαπιστευμένη και στο οποίο θα μπορούσε να υπαχθεί με αποτέλεσμα ότι έξοδα θα υφίστατο για την συντήρηση να τα λάβει όλα πίσω.   Οι αναφορές του εναγομένου 2 αναφορικά με το σχέδιο επιχορήγησης των εργασιών που γίνονταν στο ακίνητο της ήταν συνεχείς, προφορικές αλλά και γραπτές μέσω μηνυμάτων στο κινητό και  μέσω μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου». 

 

    Στην προσπάθεια του να την πείσει για την ύπαρξη τέτοιου σχεδίου, συνεχίζει η Εφεσείουσα, ο Εφεσίβλητος 2 της απέστειλε στο κινητό της τηλέφωνο, στις 25.3.2021, φωτογραφία (τεκμήριο 5Β), η οποία αφορούσε «σε άλλο έργο που φαίνεται ότι έλαβε επιχορήγηση και παραλληλίζοντας το με τις δικές της εργασίες».     Στο εν λόγω τεκμήριο, ο Εφεσίβλητος 2 φέρεται να της λέγει πως «Τούτο είναι ένα μικρό έργο αλλά επιχορηγήθηκε 100%». Ο τελευταίος δεν αμφισβητεί πως της απέστειλε το εν λόγω μήνυμα/φωτογραφία.  Το Πρωτόδικο Δικαστήριο σημείωσε τα ακόλουθα σε σχέση με το επισυναφθέν τεκμήριο 5Β:

«Δεν παραβλέπω τα αναφερόμενα στο τεκμήριο 5Β στην αίτηση, όπου ο εναγόμενος 2 φέρεται να αναφέρει και αυτό το αποδέχεται και ο ίδιος, πως εκείνο το έργο που έκανε έτυχε επιχορήγησης 100%. Εντούτοις δεν δόθηκαν περαιτέρω εξηγήσεις για το τι είναι που αφορούσε εκείνο το έργο ή κατά πόσο παραλληλίζεται συγκριτικά με το υπό κρίση. Και αυτό όμως το τεκμήριο απαντήθηκε από τον εναγόμενο 2, δηλαδή ότι σκοπούσε στο να λάβει γνώση η ενάγουσα. Εν πάση περιπτώσει, πλην του τεκμηρίου 5Β που εμμέσως σχετίζεται με τούτο το ζήτημα, κανένα άλλο τεκμήριο ή στοιχείο αφήνει έστω υπόνοια, ότι ο εναγόμενος 2 παρουσιάστηκε ως ειδικός για τις επιχορηγήσεις. Άλλωστε αν κατείχε τέτοια ειδικότητα προς τί να επισκέπτοντο τον αναφερόμενο στο τεκμήριο 5Ε Charles Martin. Και επ' αυτού όμως ευλογοφανείς είναι οι εξηγήσεις του εναγομένου 2, δηλαδή ότι αυτός είναι ο ειδικός που θα συμπλήρωνε τις διάφορες αιτήσεις. Και τέλος, κανένα στοιχείο από το σύνολο της προσκομισθείσας μαρτυρίας φέρει τον εναγόμενο 2 να παρουσιάζεται στην ενάγουσα ως πολιτικός μηχανικός.»

 

 

   Όσον αφορά στο τελευταίο αυτό θέμα, ότι δηλαδή ουδέν στοιχείο φέρει τον Εφεσίβλητο 2 να παρουσιάζεται στην Εφεσείουσα ως πολιτικός μηχανικός, αυτό που διαπιστώνουμε είναι πως το Πρωτόδικο Δικαστήριο έψαξε να εντοπίσει έγγραφο στο  οποίο να γινόταν τέτοια αναφορά.  Και επειδή δεν εντόπισε τέτοιο  έγγραφο, ουσιαστικά βρήκε πως δεν παρουσιάστηκε ως τέτοιος στην Εφεσείουσα.   Η Εφεσείουσα όμως είχε ισχυριστεί ότι ο Εφεσίβλητος 2 είναι με τον προφορικό του λόγο που της παρουσιάστηκε ως πολιτικός μηχανικός και ειδήμων.   Αυτή την μαρτυρία όχι μόνο την αγνόησε για σκοπούς της συγκεκριμένης διαδικασίας αλλά προτίμησε τις εξηγήσεις που έδωσε ο Εφεσίβλητος 2, τις οποίες χαρακτήρισε ευλογοφανείς.

     Εν πάση περιπτώσει, δεν χρειάζονταν περαιτέρω εξηγήσεις για το τί αφορούσε το άλλο έργο και αν αυτό «παραλληλίζετο συγκριτικά με το υπό κρίση», όταν μάλιστα το Πρωτόδικο Δικαστήριο σημείωσε πως «Και αυτό όμως το τεκμήριο απαντήθηκε από τον Εναγόμενο 2, δηλαδή ότι αποσκοπούσε στο να λάβει γνώση η Ενάγουσα».

 

   Παρόμοια θέματα εξετάστηκαν στην υπόθεση Ιερά Μονή Κύκκου ν. White Moon Services Ltd (2013) 1(A) ΑΑΔ 354, όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα στη σελ. 364:  

 

«Σαφώς δεν είναι σ΄ αυτό το στάδιο της διαδικασίας που θα αναζητηθούν οι απαντήσεις που θα οδηγήσουν στην επίλυση της διαφοράς.  Τα θέματα με τα οποία ασχολήθηκε εκτενώς το Πρωτόδικο Δικαστήριο άπτονται της ουσίας της υπόθεσης και η εξέταση τους θα ήταν καλύτερα να αφήνετο κατά την ακρόαση της αγωγής». 

 

     Στην υπόθεση Δημοκρατία της Σλοβενίας ν. Beogradska Banka D.D. (1999) 1(Α) ΑΑΔ 225, το Εφετείο σχολιάζοντας τον τρόπο που το Πρωτόδικο Δικαστήριο προσέγγισε την ενώπιον του μαρτυρία, σημείωσε τα ακόλουθα στη σελ. 237:

 

«Η σύνδεση των χρημάτων, που καταθέτονταν στην Εθνική τράπεζα της πρώην Σοσιαλιστικής Ομόσπονδης Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας, με αυτά που είναι κατατεθειμένα στην εφεσίβλητη, σχολιάστηκε και από τον πρωτόδικο Δικαστή, με αναφορά στον ισχυρισμό της εφεσείουσας για την ύπαρξη καταπιστεύματος υπέρ της.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο έδωσε, πάλιν εσφαλμένα, ρητή αρνητική απάντηση στην εισήγηση, αντί να μετρήσει και αξιολογήσει και το στοιχείο τούτο, για τους σκοπούς μόνο της έκδοσης ή μη του διατάγματος.»

    

     Ασφαλώς και το Πρωτόδικο Δικαστήριο θα μπορούσε, μετά την καταχώριση ένστασης και ένορκης δήλωσης, να επανεξετάσει τους ισχυρισμούς και θέσεις της Εφεσείουσας, όχι για να αποφασίσει τα θέματα με τον τρόπο που τα αποφάσισε ωσάν να εκδίκαζε την ουσία της αγωγής, αλλά για να εξετάσει εάν τα  προτεινόμενα από την ενιστάμενη πλευρά, ανέτρεπαν εξ αντικειμένου τα δεδομένα που η πλευρά της Εφεσείουσας είχε παρουσιάσει.   Δεν προσέγγισε όμως με αυτό τον τρόπο τη μαρτυρία που είχε τεθεί ενώπιον του (Hazlewood Investment & Finance Ltd, πιο πάνω).

     

    Τουναντίον, έκρινε την μαρτυρία του Εφεσίβλητου 2 ουσιαστικά αξιόπιστη και τη μαρτυρία της Εφεσείουσας ουσιαστικά αναξιόπιστη.  Δεν χρησιμοποίησε βεβαίως τις λέξεις «αναξιόπιστη/αξιόπιστος», όπως έγινε στην Κούππα ν. Πουλλάς Τσαδιώτης Λτδ κ.ά. (2014) 1(Β) ΑΑΔ 1665, ECLI:CY:AD:2014:A540, 1676,  αλλά αυτό είναι που προκύπτει από τους πιο πάνω ποικίλους χαρακτηρισμούς και σχόλια, και από τον τρόπο που προσέγγισε την προσαχθείσα μαρτυρία.  

 

    Δεν χρειάζεται  να επεκταθούμε άλλο, αφού το Πρωτόδικο Δικαστήριο αποδεχόμενο ουσιαστικά τη μαρτυρία του Εφεσίβλητου 2, κατέληξε ως εξής: «. ομολογώ ότι δεν εντοπίζω που έγκειται είτε η απάτη είτε η παράβαση σύμβασης, τόσο για τους εναγόμενους 1 και 2 όσο και για τους υπόλοιπους σε συνδυασμό  με τους πρώτους δύο».    Ουσιαστικά έκανε αυτό που η πλούσια Νομολογία μας έχει κατ΄ επανάληψη εδώ και χρόνια τονίσει πως πρέπει να αποφεύγεται.  Ότι δηλαδή στο στάδιο αυτό, δεν εξετάζεται η ουσία της υπόθεσης, δεν αξιολογείται η μαρτυρία, δεν γίνονται ευρήματα και δεν αποφασίζονται οριστικά τα επίδικα θέματα (Δημοκρατία της Σλοβενίας, πιο πάνω, σελ. 233). 

 

    Υπό το φως των πιο πάνω, η διαπίστωση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η Εφεσείουσα δεν απεκάλυψε «πιθανότητα επιτυχίας», πάσχει.    Οι σχετικοί  με το πιο πάνω θέμα λόγοι έφεσης (πρώτος και δεύτερος), είναι βάσιμοι.

 

     Ως ελέχθη, το Πρωτόδικο Δικαστήριο είχε βρει πως η Εφεσείουσα είχε ικανοποιήσει την τρίτη προϋπόθεση.  Ακολούθως προχώρησε να εξετάσει, και εξέτασε, «το ισοζύγιο των αναγκών της δικαιοσύνης».   Με παραπομπή στο ορθό απόσπασμα από την υπόθεση Εκδόσεις «Αρκτίνος» Λίμιτεδ κ.ά. (πιο πάνω), που αφορά στο ισοζύγιο των ιδιαίτερων αναγκών των διαδίκων («ισοζύγιο της ευχέρειας», «δίκαιον ή πρόσφορον»), σημείωσε τα ακόλουθα:  

 

«Η προηγηθείσα ανάλυση δεν αφήνει πολλά περιθώρια.  Κρίνω πως η πλάστιγγα γέρνει υπέρ των εναγομένων.  Αυτό γιατί η υπόθεση της ενάγουσας κρίνεται αδύνατη και ιδιαίτερα σε σχέση με την συμμετοχή των εναγομένων 3 έως 6, ισχνή αν όχι πολύ περιορισμένη.   Ως εκ των ανωτέρω καταλήγω  πως το ισοζύγιο της ευχέρειας γέρνει εναντίον της διατήρησης του διατάγματος.»

 

 

     Δεν διευκρινίζεται στην πρωτόδικη απόφαση σε τί συνίσταται  το «αδύνατη», σε τί το «ισχνή», και σε τί το «πολύ  περιορισμένη».  Αφήνεται πάντως να νοηθεί πως η υπόθεση της Εφεσείουσας εναντίον των Εφεσίβλητων  1 και 2 είναι πιο δυνατή.   Να υπενθυμίσουμε πως προηγουμένως το ίδιο το Πρωτόδικο Δικαστήριο είχε βρει πως δεν υπήρχε καν «πιθανότητα επιτυχίας» για όλους τους Εφεσίβλητους, χωρίς τότε να είχε προβεί σε τέτοια διαφοροποίηση.

 

    Να προσθέσουμε εδώ πως το ισοζύγιο των ιδιαίτερων αναγκών των διαδίκων, εξετάζεται μόνο όταν ο αιτών διάδικος ικανοποιήσει και τις τρεις θεσμικές προϋποθέσεις (Κούνουνα ν. C. & A. Simonos Ltd (2002) 1(B) ΑΑΔ 1361).   Αυτό λέγει και η υπόθεση Εκδόσεις «Αρκτίνος» Λίμιτεδ (πιο πάνω), στην οποία το Πρωτόδικο Δικαστήριο παρέπεμψε. 

 

    Εν πάση περιπτώσει, η ενασχόληση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου με το ισοζύγιο των ιδιαίτερων αναγκών των διαδίκων, μας δίνει την αφορμή να σημειώσουμε και τα ακόλουθα.  Αποκαλύπτεται από την πιο πάνω προσέγγιση, πως ουδεμία αναφορά γίνεται στις διαβλεπόμενες επιπτώσεις στους διαδίκους από την οριστικοποίηση ή όχι των  εκδοθέντων παρεμπίπτοντων  διαταγμάτων, και ουδόλως φαίνεται να έχουν ισοζυγιστεί τα ενώπιον του στοιχεία για να υιοθετηθεί, με αιτιολογημένη απόφαση, εκείνη η πορεία η οποία φαίνεται να ενέχει τους λιγότερους κινδύνους αδικίας (Ευστρατίου ν. Dicran Ouzounian and Company Ltd (2014) 1(Α) ΑΑΔ 212, ECLI:CY:AD:2014:A38, 221-222).   Αυτά είναι που κυρίως εξετάζονται, στα οποία το Πρωτόδικο Δικαστήριο ουδόλως αναφέρθηκε.   Τουναντίον, αρκέστηκε στην πιο πάνω γενική και ατυχή προσέγγιση.   Ορθά η Εφεσείουσα με τον τρίτο λόγο έφεσης αναφέρει πως το Πρωτόδικο Δικαστήριο «περιορίζει την κρίση του περί του ισοζυγίου της ευχέρειας στο κατά πόσο είναι δυνατή ή όχι η υπόθεση της Ενάγουσας/Αιτήτριας εναντίον των Εναγομένων, πράγμα το οποίο αποτέλεσε το βάθρο της κρίσης του Δικαστηρίου κατά την εξέταση της δεύτερης προϋπόθεσης του άρθρου 32 του Ν. 14/60».  

 

    Όλοι οι λόγοι έφεσης είναι βάσιμοι.   Η Έφεση επιτυγχάνει.  Δεν χρειάζεται να σχολιαστεί η μαρτυρία σε σχέση με τους Εφεσίβλητους 3-6. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται στο σύνολο της, συμπεριλαμβανομένης της διαταγής για έξοδα.  Θεωρούμε δίκαιη και πρέπουσα την διαταγή επανεκδίκασης της αίτησης από άλλο  Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, την οποία και εκδίδουμε.  Αναμένεται ότι θα δοθεί προτεραιότητα στην εκδίκαση της αίτησης.

 

    Τα μονομερώς εκδοθέντα παρεμπίπτοντα διατάγματα 'Α' - 'ΣΤ', αναβιώνουν και θα ισχύουν μέχρι η Αίτηση να τεθεί ενώπιον άλλου Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ο οποίος και θα αποφασίσει αναλόγως.  

 

    Επιδικάζονται προς όφελος της επιτυχούσας Εφεσείουσας και εναντίον των Εφεσίβλητων €2.500 έξοδα,  πλέον Φ.Π.Α..  Τα πρωτόδικα έξοδα και τα έξοδα της επανεκδίκασης, να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της επανεκδίκασης.

 

                                                Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

 

                                                Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.

 

                                                Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο