ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2022:D413
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ iJustice
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 149/2022)
1 Νοεμβρίου 2022
[ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΑΚΗ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI ΚΑΙ MANDAMUS
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 8 Αυγούστου 2022 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 22.11.2021 ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΑΡ. 1339/2020 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
-------------
Δ. Παπαπολυβίου για Δρ. Κ. Χρυσοστομίδη & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.: Στις 12.6.020 καταχωρίστηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας η αγωγή με αρ. 1339/2020 εναντίον αριθμού εναγομένων, μεταξύ των οποίων και ο Αιτητής, ως εναγόμενος αρ. 28. Στις 4.8.2020 και στη βάση μονομερούς Αίτησης ημερομηνίας 31.7.2020, εκδόθηκε διάταγμα με το οποίο επετράπηκε η επίδοση της Αγωγής εκτός δικαιοδοσίας στον Αιτητή, η οποία επιτεύχθηκε στις 4.6.2021. Στις 8.10.2021 εκδόθηκε ενδιάμεση απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου, στο πλαίσιο Αίτησης για Προσωρινά Διατάγματα, εναντίον της οποίας οι Ενάγοντες καταχώρισαν έφεση.
Στις 22.11.2021 ο Αιτητής καταχώρισε Αίτηση για παραμερισμό του Διατάγματος ημερομηνίας 4.8.2020 για επίδοση στον ίδιο της Αγωγής και του Κλητηρίου Εντάλματος, η οποία απορρίφθηκε από το Δικαστήριο με αιτιολογημένη απόφαση ημερομηνίας 8.8.2022.
Με αφορμή την Ενδιάμεση Απόφαση ημερομηνίας 8.8.2022 (Τεκμήριο 9), καταχωρίστηκε από τον Αιτητή στις 22.9.2022 η υπό κρίση Αίτηση, με την οποία αποβλέπει σε άδεια για καταχώριση Αίτησης προς έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari για ακύρωση της εν λόγω Ενδιάμεσης Απόφασης. Περαιτέρω, αιτείται την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Mandamus προς το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, διατάσσοντας το να εκδικάσει και αποφασίσει σύμφωνα με το Νόμο και/ή Νομολογία και/ή το Σύνταγμα και/ή τους Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς, την Αίτηση των Αιτητών ημερομηνίας 22.11.2021. Τέλος, αιτείται την αναστολή της διαδικασίας ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου στα πλαίσια της αγωγής 1339/2020, μέχρι την τελική εκδίκαση της παρούσας Αίτησης.
Είναι η θέση του Αιτητή ότι αυτός δεν έχει στη διάθεση του το ένδικο μέσο της Έφεσης ή άλλο ένδικο μέσο για να προσβάλει την υπό κρίση Ενδιάμεση Απόφαση ημερομηνίας 8.8.2022, η οποία περιέχει τα ακόλουθα έκδηλα νομικά σφάλματα:
Α) Το κατώτερο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι το εφαρμοστέο δίκαιο στην αγωγή θα πρέπει να εξεταστεί και κριθεί κατά την εκδίκαση της ουσίας της Αγωγής, ενώ ταυτόχρονα έκρινε ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της Δ.6 θ.4 των Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, περί ύπαρξης εκ πρώτης όψεως καλής βάσης αγωγής, χωρίς ωστόσο, να προσδιορίσει βάσει ποιού δικαίου έλαβε χώρα αυτή η κρίση του, αν και το σύνολο της μαρτυρίας των Εναγόντων, στη βάση της οποίας δόθηκε η άδεια για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας στον Αιτητή, ξεκάθαρα υποδείκνυε ότι το εφαρμοστέο δίκαιο της διαφοράς είναι το Ελληνικό. Περαιτέρω το κατώτερο Δικαστήριο δεν εφάρμοσε τον Ευρωπαϊκό Κανονισμό (ΕΚ) Αρ. 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Ιουλίου 2007 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές (Ρώμη ΙΙ), προκειμένου να κρίνει στο παρόν στάδιο, το ζήτημα του εφαρμοστέου δικαίου της διαφοράς.
Β) Υπήρξε έκδηλα εσφαλμένη εφαρμογή από το κατώτερο Δικαστήριο, στα πλαίσια της Αίτησης ημερομηνίας 22.11.2021, των νομολογιακών αρχών που αφορούν το καθήκον πλήρους και ειλικρινούς αποκάλυψης ουσιωδών γεγονότων, η οποία οδήγησε σε σύγκρουση με προηγούμενη ενδιάμεση απόφαση ημερομηνίας 8.10.2021 του ίδιου Δικαστηρίου (με διαφορετική σύνθεση), για Προσωρινά Διατάγματα, δημιουργώντας κατ' επέκταση, σαφή έλλειψη ασφάλειας δικαίου, ως και αντιφατικές μεταξύ τους αποφάσεις.
Γ) Υπήρξε έκδηλα εσφαλμένη εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 1215/2012 Άρθρα 7.2 και 8.1 και υπέρβαση δικαιοδοσίας.
Δ) Υπήρξε παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης και παραβίαση του δικαιώματος του Αιτητή να ακουστεί, ενόψει της έκδοσης κοινής απόφασης και για τις πέντε αιτήσεις που υποβλήθηκαν από Εναγομένους, χωρίς οποιαδήποτε διάκριση ή επιμέρους και ανεξάρτητη αξιολόγηση της Αίτησης του Αιτητή, η οποία εδράζεται στα δικά της περιστατικά και είχε καταχωριστεί αυτοτελώς κι ανεξάρτητα από τις υπόλοιπες αιτήσεις.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Αιτητή, εισηγήθηκε ότι στη βάση των πιο πάνω, έχει καταδειχθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση και ύπαρξη συζητήσιμου ζητήματος. Η απουσία εναλλακτικού ένδικου μέσου και η ύπαρξη έκδηλων νομικών σφαλμάτων, εμφανή από το πρακτικό του κατώτερου Δικαστηρίου, ως και η παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, στοιχειοθετούν την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων.
Διεξήλθα με προσοχή ό,τι τέθηκε ενώπιον μου από τον Αιτητή και προτού ασκήσω τη διακριτική ευχέρεια που έχει το Δικαστήριο επί του θέματος να υπενθυμίσω σε συντομία τις νομικές αρχές βάσει των οποίων αποφασίζονται αιτήματα της εξεταζόμενης φύσεως.
Η παροχή άδειας για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari ή Prohibition - όπως και η έκδοση τέτοιων ενταλμάτων - εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου (Θεοδούλου (Αρ.1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 438) η οποία, όταν προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο και ειδικά έφεση, πολύ σπάνια και σε εξαιρετικές περιπτώσεις ασκείται θετικά. (Βλ. Αναφορικά με τις αιτήσεις της Αυγής I. Κωνσταντινίδου κ.α. (1992) 1 Α.Α.Δ. 853). Ακόμα και αν ο αιτητής ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση (Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41). Κι αυτό καθότι η διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος δεν συνιστά υποκατάστατο του ενδίκου μέσου της έφεσης (Αναφορικά με το Γενικό Εισαγγελέα (Αρ.3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42 και Αναφορικά με την αίτηση της Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464), ούτε στοχεύει στον έλεγχο της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, αλλά στη νομιμότητα της απόφασης (Αναφορικά με την αίτηση της Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 Α.Α.Δ. 116). Γενικά, θα μπορούσε να λεχθεί ότι το Δικαστήριο μπορεί να ασκήσει θετικά τη διακριτική του ευχέρεια για χορήγηση άδειας όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται από το τηρηθέν πρακτικό του (πρωτόδικου) Δικαστηρίου έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (Α. Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298, Τζ. Περέλλα (Αρ.2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692).
Περαιτέρω, με βάση πάγιες αρχές της νομολογίας (βλ. μεταξύ άλλων, Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ., Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535), το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται όταν διαπιστώσει πως συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, να επέμβει και να χορηγήσει άδεια έστω και αν υπάρχουν άλλα ένδικα μέσα. Στην απόφαση της Ολομέλειας Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 878, επαναλήφθηκε η επί του προκειμένου θέση της νομολογίας με αναφορά στο πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (ανωτέρω).
«Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος παρέχεται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει, στην ουσία, συζητήσιμο ζήτημα και, περαιτέρω, στην περίπτωση όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ότι συντρέχουν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες να καθιστούν συζητήσιμο το ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από τον κανόνα ότι, εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ο αιτητής δεν θεωρείται ότι απέδειξε συζητήσιμο ζήτημα. (Βλ. μεταξύ άλλων, R. v. Secretary of State (1986) 1 All ER 717, Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, Στ. Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 247). Στην Hellenger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965, διευκρινίστηκε, ορθά, ότι η αρχή αυτή «ισχύει γενικά, ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα». Έστω, δηλαδή, και αν ο προβαλλόμενος λόγος είναι έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας. (Βλ. επίσης, Σ. Μαρκίδης κ,ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 552). Αν δε, παρά τη μη ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, χορηγηθεί άδεια για καταχώρηση αίτησης για certiorari, η μη ύπαρξη τέτοιων περιστάσεων συνιστά, a fortiori, λόγο απόρριψης της αίτησης.»
Τα θέματα που εγείρονται στην παρούσα διαδικασία είναι ταυτόσημα με αυτά που έχουν εγερθεί στην Πολιτική Αίτηση με αρ. 150/2022, ημερομηνίας 26.10.2022, Αναφορικά με την Αίτηση του κ. Νικολάου Μπουσγολίτη και αφορούν την ίδια Αγωγή με αριθμό 1339/2020 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Σχετικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την προαναφερθείσα Πολιτική Αίτηση το οποίο και παρατίθεται κατωτέρω:
«Τα νομικά σφάλματα που επικαλείται ο αιτητής ως λόγο που στοιχειοθετεί συζητήσιμη υπόθεση περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, κατ΄ ισχυρισμό εσφαλμένη εφαρμογή της νομολογίας και του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 1215/2012, καθώς και λανθασμένη προσέγγιση ως προς το εφαρμοστέο δίκαιο.
Εξέταση των όσων επικαλείται ο αιτητής, σύμφωνα με τις εισηγήσεις του, θα σήμαινε έλεγχο της ορθότητας της κρίσης του δικαστή και όχι στοιχειοθέτηση συζητήσιμης υπόθεσης προς επίκληση της εξαιρετικής θεραπείας που προσφέρεται με τα προνομιακά εντάλματα. Είναι φανερό ότι αυτό που επιδιώκεται, εν προκειμένω, είναι με το μανδύα της προνομιακής διαδικασίας να γίνει έφεση επί της ορθότητας της απόφασης και όχι της νομιμότητάς της. Ακόμα και λανθασμένη αντίληψη ή ερμηνεία νόμου ή λανθασμένη αντίληψη και εφαρμογή νομολογίας δεν παρέχει βάθρο παροχής τέτοιας άδειας.
Περαιτέρω, ο ισχυρισμός περί παραβίασης των αρχών φυσικής δικαιοσύνης, άπτεται στην ουσία της απόφασης του Δικαστηρίου, στα πλαίσια της εξουσίας του να ελέγχει την ενώπιόν του διαδικασία, όπως ακουστούν όλες οι αιτήσεις που αφορούσαν το ίδιο ζήτημα, μαζί. Αν κατά την εξέταση των αιτήσεων το Δικαστήριο παρέλειψε να εξετάσει κάποιο ζήτημα που εγέρθηκε από τον αιτητή, ως αυτός ισχυρίζεται, επίσης άπτεται της ορθότητας της απόφασής του. Όπως έχει επανειλημμένα τονιστεί από τη νομολογία δεν παρέχεται δυνατότητα εξέτασης της ορθότητας της απόφασης στα πλαίσια προνομιακών αιτήσεων. Τέτοιου είδους ζητήματα εξετάζονται στα πλαίσια έφεσης.
Ο αιτητής, με παραπομπή στην Genzyne Corporation v. Kayata Trading Limited (2005) 1 AAΔ 757 και Μπουλούτα κ.ά ν. Δημητρίου κ.ά. Πολ. Εφ. Αρ. Ε52/2014 κ.ά. ημερομηνίας 16.5.2019, ECLI:CY:AD:2019:A188, προβάλλει ότι δεν έχει άλλο ένδικο μέσο στη διάθεσή του, καθότι πρόκειται για απόφαση επί ενδιάμεσης αίτησης που δεν είναι καθοριστική ή δηλωτική των δικαιωμάτων των διαδίκων. Το γεγονός ότι μία ενδιάμεση απόφαση δεν είναι εφέσιμη στο ενδιάμεσο αυτό στάδιο, δεν σημαίνει ότι αυτή δεν μπορεί να εφεσιβληθεί κατά το τελικό στάδιο της υπόθεσης. Αντίθετα, έφεση κατά ενδιάμεσης απόφασης μπορεί να συμπεριληφθεί σε έφεση που θα υποβληθεί στην τελική απόφαση.
Περαιτέρω, δεν κρίνω ότι τα όσα αναφέρονται στην αίτηση αποτελούν εξαιρετικές περιστάσεις και, συνεπώς, η σχετική εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου δεν με βρίσκει σύμφωνη.
Για τους πιο πάνω λόγους θεωρώ ότι δεν έχει καταδειχθεί συζητήσιμη υπόθεση ώστε να δοθεί σχετική άδεια.»
Έχω εξετάσει τη σχετική επί του θέματος επιχειρηματολογία και υιοθετώντας την προσέγγιση της αδελφής Δικαστού Σταματίου Δ, καταλήγω ανάλογα.
Η Αίτηση για άδεια καταχώρισης αίτησης για έκδοση Εντάλματος Certiorari και Mandamus απορρίπτεται.
ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.
/Α.Λ.Ο.