ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2022:A391
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική έφεση αρ. 22/2022)
i/justice
20 Οκτωβρίου, 2022
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Π., Τ.Θ.ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Λ.ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Ν.ΣΑΝΤΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ.
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1. PANAS HOTELS LIMITED, 2. PILADES HOTELS LIMITED ΚΑΙ 3. MARISMARE LIMITED, ΟΛΟΙ ΑΠΟ ΤΗ ΛΑΡΝΑΚΑ, ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΥΠ' ΑΡ. 158/2022 Ε.Δ. ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ, ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ Ε.Δ. ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 01.8.2022 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΥΠ' ΑΡ. 158/2022 Ε.Δ. ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΡΩΣ ΕΚΔΟΘΕΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ Ε.Δ. ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 15.07.2022 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΥΠ' ΑΡ. 158/2022 Ε.Δ. ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ
N.Πιριλίδης για Φ.Χρ.Κληρίδης & Σ/τες ΔΕΠΕ, Ν.Pirilides & Associates LLC, Α.Σωτηρίου & Σ/τες ΔΕΠΕ., για τους Εφεσείοντες.
ΛΙΑΤΣΟΣ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από την Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Το πρόβλημα που ανέκυψε στην υπόθεση αφορούσε την εγγύηση που δόθηκε από την Ενάγουσα σε απαγορευτικό ενδιάμεσο διάταγμα το οποίο εξεδόθη στις 15.7.2022 από το Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου στη βάση μονομερούς αιτήσεως εναντίον των Εφεσειόντων/Εναγομένων στην εν λόγω αγωγή.
Ενώ οι Εφεσείοντες καταχώρησαν ένσταση στο διάταγμα, κατά την εμφάνιση τους στο Επαρχιακό Δικαστήριο, υπέβαλαν προφορικό αίτημα με το οποίο ζήτησαν την ακύρωση του εν λόγω διατάγματος. Ειδικότερα ετέθη πως το εκδοθέν διάταγμα και η σύνταξή του είναι παράνομη, ενόψει της μη τήρησης των όρων που τέθηκαν από το Δικαστήριο για την έγκυρη σύνταξη και έκδοσή του και ότι αυτό ουδέποτε συνετάχθη και εκδόθηκε δεόντως. Ετέθη ότι η δικαιοδοσία ήταν άκυρη καθότι η εγγύηση «δεν δόθηκε προς όφελος των Εναγομένων αλλά τρίτου προσώπου, μη διαδίκου στην παρούσα αγωγή». Το Δικαστήριο επιλαμβανόμενο του εν λόγω προφορικού αιτήματος εξέδωσε αιτιολογημένη ενδιάμεση απόφαση ημερ. 1.8.2022, με την οποία θεώρησε ότι το εγγυητήριο δεν έπασχε, ούτε θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακύρωση του προσωρινού διατάγματος.
Η απόρριψη του προφορικού αυτού αιτήματος οδήγησε στην καταχώρηση αίτησης στο Ανώτατο Δικαστήριο με την οποία οι Εφεσείοντες επεδίωκαν τη λήψη αδείας καταχώρησης αιτήσεως με σκοπό την έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari προς ακύρωση της ενδιαμέσου αυτής απόφασης. Η αδελφή Δικαστής που ανέλαβε την εκδίκαση της αίτησης θεώρησε πως δεν στοιχειοθετείται συζητήσιμη υπόθεση αφού δεν προκύπτει προφανές νομικό σφάλμα και/ή έκδηλη νομική πλάνη από την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου.
Οι Εφεσείοντες επανέρχονται στο θέμα με την καταχώρηση και προώθηση δύο λόγων έφεσης, συγκεκριμένα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν προκύπτει έκδηλο νομικό σφάλμα στην εν λόγω απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου αλλά ούτε και παραβίαση του Νόμου. (1ος λόγος έφεσης). Λανθασμένη υπήρξε και η προσέγγιση, κατά την εισήγηση των Εφεσειόντων, στο συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν υπήρξε παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης για τους Εφεσείοντες λόγω της μη δυνατότητας να κινηθούν εναντίον της Ενάγουσας για αποζημιώσεις στη βάση του εν λόγω εγγυητηρίου, σε περίπτωση ακύρωσης του διατάγματος. Θεωρούν επίσης ότι λανθασμένα κρίθηκε ότι η υποχρέωση αποζημίωσης αναλήφθηκε από την Ενάγουσα στη βάση του υπό κρίση εγγυητηρίου εναντίον των Εφεσειόντων και όχι έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας. (2ος λόγος έφεσης).
Εξετάζοντας τους λόγους έφεσης, οι οποίοι είναι αλληλένδετοι, υπό το πρίσμα της πάγιας νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ουσιαστικά επανερχόμαστε στο κρίσιμο ερώτημα, εάν ορθά εκρίθη από το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν στοιχειοθετείται συζητήσιμη υπόθεση.
Είναι σημαντικό να παραθέσουμε το Άρθρο 9(2) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6, το οποίο αποτέλεσε το νομικό έρεισμα στην έκδοση του ενδιάμεσου διατάγματος και στην παροχή της σχετικής εγγύησης.
Το ΄Αρθρο 9(2) του Κεφ. 6 ορίζει ως ακολούθως:
«Διατάγματα χωρίς ειδοποίηση
9(1) . . . . . . . . . . . ..
(2) Πριν εκδώσει το διάταγμα αυτό χωρίς ειδοποίηση, το Δικαστήριο πρέπει να απαιτεί από το πρόσωπο που ζητά αυτό, όπως αναλάβει προσωπική υποχρέωση, με ή χωρίς εγγυητή ή εγγυητές, όπως το Δικαστήριο θεωρεί σκόπιμο, για να εξασφαλιστεί η υποχρέωση του για αποζημίωση του προσώπου εναντίον του οποίου ζητείται το διάταγμα.»
Επίσης είναι σκόπιμο να παραθέσουμε επακριβώς το λεκτικό του Επαρχιακού Δικαστηρίου ως προς την έκδοση του διατάγματος και την παροχή της εγγύησης, το οποίον έχει ως εξής:
«Ως εκ τούτου, εκδίδεται προσωρινό διάταγμα με τo οποίο απαγορεύεται στις Εναγόμενες 1, 4 και 5, στους διευθυντές, αντιπρόσωπους και πελάτες τους και/ή στον καθένα εξ αυτών να εισέρχονται στο Υδροπάρκο που εφάπτεται στο ξενοδοχείο Sungarden Park εκτός μετά από άδεια της Αιτήτριας και πληρωμή συμφωνημένου αντιτίμου στην Αιτήτρια, μέχρι την πλήρη αποπεράτωση της αγωγής και/ή νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου, υπό τον όρο ότι θα υπογραφεί από ή εκ μέρους της Ενάγουσας, εγγύηση ύψους €100.000 για τυχόν ζημιές ήθελαν προκληθεί από την έκδοση του παρόντος διατάγματος.»
Το υπό κρίση εγγυητήριο το οποίο υπεγράφη από την Ενάγουσα ενώπιον της Πρωτοκολλητού αναφέρει τα εξής:
«Εμείς η GRAVIERON COMPANY LΙΜΙΤΕD, με το εγγυητήριο τούτο εγγυούμαστε και αναλαμβάνουμε να πληρώσουμε στην Κυπριακή Δημοκρατία ποσό μέχρι €100.000 σε περίπτωση που το δικαστήριο αποφανθεί πως το διάταγμα που εκδόθηκε στην πιο πάνω αγωγή στις 15/7/2022 ήτο αβάσιμο και αδικαιολόγητο και επιδικάσει εναντίον μας αποζημιώσεις υπέρ των εναγομένων ως αποτέλεσμα του εν λόγω διατάγματος.»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, με παραπομπή σε σχετική νομολογία, έκρινε πως οι αιτιάσεις των Εφεσειόντων δεν ευσταθούσαν για τους εξής λόγους:
«α) όπως προκύπτει ρητά από το λεκτικό του υπό αναφορά εγγυητηρίου, η εγγύηση και ανάληψη πληρωμής του ποσού των €100.000 εκ μέρους της Ενάγουσας, αφορά την περίπτωση επιδίκασης αποζημιώσεων εναντίον της και προς όφελος των Αιτητών - όπως προνοείται από το Άρθρο 9(2) του ΚΕΦ. 6 - και όχι προς όφελος της Κυπριακής Δημοκρατίας, β) η εγγύηση δίδεται προς το Δικαστήριο και κατά τον τρόπο που το Δικαστήριο «θεωρεί σκόπιμο» και προς ικανοποίηση του Πρωτοκολλητή και γ) η εγγύηση δίδεται όχι προς τον διάδικο εναντίον του οποίου εκδίδεται το Διάταγμα, αλλά προς το Δικαστήριο και προς όφελος του διάδικου.»
Και παρακάτω:
«Δεν προκύπτει επομένως, έκδηλο (εξόφθαλμο) νομικό σφάλμα του κατώτερου Δικαστηρίου, ούτε και παραβίαση του Άρθρου 9(2) του ΚΕΦ. 6 και των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης. Όπως αναφέρθηκε στην Πολιτική Αίτηση 4/2019 ημερομηνίας 31.1.2019 (ανωτέρω), το Δικαστήριο προς το οποίο δίδεται η εγγύηση, έχει τη διακριτική ευχέρεια να αποφασίσει κατά πόσο θα ενεργοποιήσει την εγγύηση και είναι αυτό που θα καθορίσει τον τρόπο, μετά την ακύρωση του προσωρινού διατάγματος, ώστε να διαπιστωθεί η ύπαρξη ζημιάς στον εναγόμενο. Η θέση των ευπαίδευτων συνηγόρων των Αιτητών ότι το κατώτερο Δικαστήριο αποστέρησε τους Αιτητές από τη δυνατότητα να κινηθούν εναντίον της Ενάγουσας για αποζημιώσεις, στη βάση του επίδικου εγγυητηρίου, δεν με βρίσκει σύμφωνη. Τούτο γιατί, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, η υποχρέωση αποζημίωσης, αναλήφθηκε από την Ενάγουσα στη βάση του εγγυητηρίου, έναντι των Αιτητών και όχι έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας».
Η προσέγγιση και η διατυπωθείσα κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου μας βρίσκει σύμφωνους.
Όπως προκύπτει από τα πιο πάνω, το πρακτικό του Δικαστηρίου ήταν ορθό και συμβατό με το άρθρο 9(2) το οποίο προνοεί πως πριν την έκδοση οποιουδήποτε μονομερούς διατάγματος, δέον να εξασφαλιστεί η υποχρέωση προς αποζημίωση του προσώπου εναντίον του οποίου στρέφεται το Διάταγμα.
Στην υπόθεση Cheltenham Gloucester Building Society. ν. Ricketts and others (C.A.) [1993] 4 All ER 276, at 285, αναφέρεται:
«The usual form of undertaking (which was in substance that given by the building society in the present case) is—
'to abide by any order which this court may make as to damages in case this court shall be of the opinion that the respondent shall have suffered any by reason of this order which the applicant ought to pay'.
The form of the undertaking indicates that the court has a discretion whether to enforce it at all and that discretion is not limited in any way. The power to enforce the undertaking being incidental to the power to grant an injunction (see Re Hailstone (1910) 102 LT 877 at 880), the discretion will be exercised in accordance with ordinary equitable principles (see, for example, Spry Equitable Remedies (4th edn, 1990) pp 638-645). The undertaking is given to the court and not the respondent, who can ask the court to enforce it but has no right to its enforcement or any right to damages until the discretion is exercised in his favour and damages are awarded».
Στο Σύγγραμμα Commercial Injunctions by Steven Gee, 7th Edition. (Chapter 11 - The undertaking in damages), αναφέρεται:
«Τhe undertaking is given to the court, and not to the respondent, and any breach is a contempt of court. The court obtains the undertaking from the applicant as part of the price of the ex parte relief. Unless the undertaking is provided, the respondent will not be able to obtain compensation for loss caused by the court order, unless he can show a cause of action for damage, e.g. on the ground that the order was obtained by the applicant maliciously and without reasonable cause, or in abuse of the process of the court, or in breach of contract.
An undertaking can be required as the price of granting a discretionary remedy."
Τα πιο πάνω επιβεβαιώθηκαν και στην Αναφορικά με την αίτηση Group DF Holdings Ltd κ.ά. Πολ.Αιτ. 4/2019, 31.1.2019, όπου ετέθη ότι «σημασία έχει η εγγύηση που δίνεται να είναι ικανή να καλύψει τυχόν ζημιές».
Το εγγυητήριο που δόθηκε εν προκειμένω ακριβώς τηρεί αυτή την ουσιαστική προϋπόθεση και στην πράξη ο Πρωτοκολλητής συντάσσει το διάταγμα εφόσον ικανοποιηθεί ο συγκεκριμένος όρος. Αποτελεί το πρόκριμα στην έκδοση του διατάγματος με σκοπό την εξασφάλιση του Εναγομένου, ως εξηγήθηκε. (Βλ. επίσης αναφορικά με την αίτηση της Βαβέλ Μπουτίκ Λτδ (1995)1 Α.Α.Δ. 947, Αναφορικά με την αίτηση της Τράπεζας Κύπρου κ.ά. (2005)1Β Α.Α.Δ. 1178 και στο Σύγγραμμα των Γ.Ερωτοκρίτου & Π.Αρτέμη Διατάγματα Ιnjunctions σελ.190-191).
Όπως ορθά παρατηρεί, το Επαρχιακό Δικαστήριο στην απόφασή του, με βάση το λεκτικό του διατάγματος δεν δημιουργείται αμφιβολία πως, παρά το ότι η ενάγουσα ανέλαβε να πληρώσει το ποσό της εγγύησης στην Κυπριακή Δημοκρατία, σαφώς αυτό γίνεται όχι προς όφελος της Δημοκρατίας (που δεν θα μπορούσε να έχει ζημιές από το διάταγμα) αλλά προς όφελος των Εναγομένων (που ήσαν οι μόνοι που θα μπορούσαν να έχουν ζημιά λόγω της έκδοσης του διατάγματος). Με το εγγυητήριο εκείνο που εγγυάται η Ενάγουσα, είναι πως σε περίπτωση επιδίκασης αποζημίωσης υπέρ των Εναγομένων για ζημιές που προκύπτουν από την έκδοση του διατάγματος, θα καταβάλει μέχρι και ολόκληρο το ποσό των €100,000 στη Δημοκρατία, δηλαδή στο Δικαστήριο, ούτως ώστε το ποσό να δύναται να διατεθεί προς όφελος των Εναγομένων με τον τρόπο που εξηγήθηκε.
Τα πιο πάνω, είναι συμβατά με το Νόμο και τη Νομολογία. Συνεπώς, ορθά εκρίθη από το πρωτόδικο Δικαστήριο πως δεν στοιχειοθετείται συζητήσιμη υπόθεση και ουδέν των προβληθέντων από τους Εφεσείοντες ηδύνατο να ικανοποιήσει, ενεργοποίηση της εξαιρετικής εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου για παροχή άδειας για καταχώρηση αίτησης με σκοπό την έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari.
Για τους λόγους που εξηγήσαμε η έφεση απορρίπτεται.
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Π.,
Τ.Θ.ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
Λ.ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
Ν.ΣΑΝΤΗΣ, Δ.