ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2022:D394
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 139/2022)
5 Οκτωβρίου, 2022
[Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1. ROCK AMOUR ESTATE COMPANY LTD, 2. Θ.Μ. ΚΑΙ 3. Α.Τ. ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
KAI
ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 29/8/2022 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ, ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 29/8/2022, ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘΜ. 2398/2022 ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ
---------
Ηρ. Κυριακίδης, για τους αιτητές.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση ζητείται άδεια για την καταχώριση αίτησης για την έκδοση εντάλματος certiorari προς ακύρωση διατάγματος για υποκατάστατη επίδοση ημερ. 29.8.2022 σε ιδιωτική ποινική υπόθεση.
Η απόφαση του κατώτερου δικαστηρίου, όπως αυτή έχει τεθεί ως τεκμήριο 4 στην αίτηση, δεν φέρει ημερομηνία, δεν φέρει τα ονόματα των διαδίκων, αλλά οι καθ΄ ων η αίτηση αναφέρονται ο καθένας ως ΧΧΧ. Επίσης δεν αναγράφονται καθόλου οι εμφανίσεις των δικηγόρων, ούτε προσδιορίζεται στον τίτλο της απόφασης ενώπιον ποιου δικαστή είχε τεθεί η υπόθεση προς εκδίκαση. Στα γεγονότα δε, σε κρίσιμο σημείο ένας δικηγόρος που εμφανίστηκε ανωνυμοποιήθηκε και έγινε ο δικηγόρος κ. ΧΧΧΧ. Αυτά παραβιάζουν τις σχετικές Εγκυκλίους του Ανωτάτου Δικαστηρίου υπ΄ αρ. 142 και 143, αλλά και συσκοτίζουν την πρωτόδικη απόφαση εφόσον έχει σημασία η εμφάνιση του δικηγόρου κ. κ. ΧΧΧΧ. Τούτο γιατί υπήρξε αντιδικία αναφορικά με τις δηλώσεις του εν λόγω δικηγόρου και ειδικότερα κατά πόσο εκπροσωπούσε την νυν αιτήτρια 1 στην εν λόγω ιδιωτική ποινική υπόθεση με τρεις κατηγορούμενους, εκ των οποίων η αιτήτρια 1 ήταν η κατηγορούμενη 1. Η εμφάνιση του εν λόγω δικηγόρου είχε γίνει στα πλαίσια ενδιάμεσης αίτησης για έκδοση απαγορευτικού προσωρινού διατάγματος.
Για να υπάρξει συμμόρφωση και να διευκρινιστούν τα γεγονότα το Πρωτοκολλητείο του Ανωτάτου Δικαστηρίου εξασφάλισε κανονικά διατυπωμένη την απόφαση. Διαφάνηκε ότι ο προαναφερθείς δικηγόρος ως ΧΧΧ προσδιορίζεται ως «ο κ. Κυριακίδης» ο οποίος φέρεται να είχε δηλώσει στο δικαστήριο ότι εμφανίζεται εκ μέρους της νυν αιτήτριας για περιορισμένο σκοπό, ήτοι να αμφισβητήσει την επίδοση. Προκύπτει από την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την υπό εξέταση αίτηση ότι επρόκειτο για τον κ. Ηρακλή Κυριακίδη, ο οποίος εκπροσωπεί και την αιτήτρια στην παρούσα αίτηση.
Στην υπό έλεγχο απόφαση όμως σημειώνεται ότι σε προηγούμενη ημερομηνία είχε εμφανιστεί άλλος δικηγόρος για την αιτήτρια, ο κ. Μουτσουρής, και η υπόθεση ορίστηκε για ακρόαση με οδηγίες για την καταχώριση ένστασης. Παράλληλα έδωσε οδηγίες όπως η αίτηση επιδοθεί στους καθ΄ ων η αίτηση 2 και 3.
Τα σχετικά ενδιάμεσα πρακτικά ελλείπουν διότι δεν έχουν ακόμα ετοιμαστεί σύμφωνα με την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την υπό εξέταση αίτηση.
Εν πάση περιπτώσει, όπως φαίνεται στην επίδικη απόφαση, το δικαστήριο την ημέρα που ήταν ορισμένη για ακρόαση η ενδιάμεση αίτηση, εξέτασε το ζήτημα της επίδοσης και λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν υπήρχε κατατιθεμένη σχετική ένορκη δήλωση επιδότη, παρά τις δηλώσεις του κ. Μουτσουρή, έδωσε οδηγίες όπως η ενδιάμεση αίτηση μαζί με το κατηγορητήριο επιδοθούν στην αιτήτρια 1. Την ίδια ημέρα κατόπιν μονομερούς αίτησης διέταξε την υποκατάστατη επίδοση τόσο του κατηγορητηρίου όσο και της ενδιάμεσης αίτησης. Πρόκειται για το διάταγμα που επιχειρούν τώρα οι αιτητές να προσβάλουν.
Είναι η θέση των αιτητών ότι στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση για υποκατάστατη επίδοση δεν γίνεται καμιά αναφορά σε προσπάθεια για επίδοση ώστε να δικαιολογείτο υποκατάστατη επίδοση.
Προβάλλεται ότι εσφαλμένα το δικαστήριο εξέδωσε το διάταγμα ημερ. 29.8.2022 για υποκατάστατη επίδοση παραβιάζοντας τους κανόνες φυσικής δικαιοσύνης, εφόσον υπό τις περιστάσεις δεν διασφαλίστηκε το δικαίωμα των κατηγορουμένων να λάβουν, κατά τρόπο έγκυρο, γνώση των κατηγοριών και της μονομερούς αίτησης εναντίον τους. Υποβάλλεται περαιτέρω ότι το Άρθρο 46 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, περιορίζεται σε υποκατάστατη επίδοση κλήσης και η ενδιάμεση αίτηση δεν αποτελεί κλήση. Άρα πρόκειται για έκδηλο σφάλμα εμφανές επί του πρακτικού. Είναι τέλος η θέση των αιτητών ότι δεν υφίσταται εναλλακτική θεραπεία εφόσον δεν προνοείται εξουσία για παραμερισμό της επίδοσης σε ποινική διαδικασία και εν πάση περιπτώσει υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις, αφού οι αιτητές αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο αναστολής των εργασιών του ξενοδοχείου τους επί τη βάσει διαδικασίας που δεν τους έχει επιδοθεί. Τυχόν έφεση κατά της τελικής απόφασης δεν θα αποτελεί εναλλακτική, ούτε αποτελεσματική θεραπεία, εφόσον θα πρόκειται για διαδικασία που θα διεξαχθεί ερήμην των αιτητών με σοβαρότατες και ανεπανόρθωτες συνέπειες.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι οι αιτητές επικαλούνται παραβίαση κανόνα της φυσικής δικαιοσύνης, υπό την έννοια ότι η παράλειψη επίδοσης ή νομότυπης επίδοσης δεν έχει φέρει, κατά τρόπο έγκυρο, σε γνώση τους την εναντίον τους διαδικασία. Συνεπώς η όλη διαδικασία, έστω και αν εμφανίζεται δικηγόρος, ο οποίος όμως εμφανίζεται για τον περιορισμένο σκοπό να αμφισβητήσει την επίδοση, γίνεται στην απουσία τους.
Η παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης αποτελεί λόγο ενεργοποίησης της προνομιακής και κατ' εξαίρεση δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου για ακύρωση της δικαστικής πράξης ή απόφασης. Όμως την ίδια δικαιοδοσία έχει και το δικαστήριο που εξέδωσε την δικαστική αυτή πράξη ή απόφαση (Δημοκρατία ν. Πουλλή (2001) 3 ΑΑΔ 1060, Cyprus Popular Bank Public Co Ltd ν. Πιτσιλλίδη, Πολ. Έφ. Αρ. 245/18, ημερ. 17.7.2020).
Ο ευπαίδευτος δικηγόρος των αιτητών εισηγήθηκε ότι η κυπριακή νομολογία δεν έχει αναγνωρίσει τέτοια σύμφυτη εξουσία στα πρωτόδικα δικαστήρια. Παρέπεμψε σχετικά στην Aναφορικά με την Αίτηση του Dmitri Chichikashvili, Πολ. Αιτ. Αρ. 6/15, ημερ. 29.1.2015, ECLI:CY:AD:2015:D36. Στην υπόθεση εκείνη, όπως και στην παρούσα, είχε ζητηθεί άδεια για να καταχωριστεί αίτηση certiorari προς ακύρωση άδειας για υποκατάστατη επίδοση. Το Ανώτατο Δικαστήριο, υπό μονομελή σύνθεση, έκρινε εκ πρώτης όψεως ότι υπήρχε υπέρβαση εξουσιών από το κατώτερο δικαστήριο και λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι δεν υπήρχε διαθέσιμο άλλο ένδικο μέσο έδωσε τη ζητηθείσα άδεια. Στην υπόθεση Chichikashvili, όμως, δεν εξετάστηκε το ζήτημα της ύπαρξης ή μη σύμφυτης εξουσίας του ίδιου του κατώτερου δικαστηρίου.
Με τον δέοντα σεβασμό δεν συμφωνώ με την εισήγηση του ευπαιδεύτου δικηγόρου των αιτητών ότι τέτοια εξουσία δεν υπάρχει στο κατώτερο δικαστήριο. Καταρχάς έχει εγγενή υποχρέωση να εξετάζει υπό το φως του Άρθρου 46 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, την εγκυρότητα μιας επίδοσης σε κατηγορούμενο και να διατάξει νέα επίδοση εάν η επίδοση δεν κριθεί ικανοποιητική (Ποινική Δικονομία στην Κύπρο, Γ.Μ. Πική, Δεύτερη έκδοση, σελ. 137, Αναφορικά με την Αίτηση των EASYGROUP HOLDINGS LTD, Πολ. Έφ. 61/14, ημερ. 28.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:A309). Επιβάλλεται τοιουτοτρόπως ο έλεγχος από το ίδιο το δικαστήριο ότι ο κατηγορούμενος έλαβε γνώση και του δόθηκε η ευκαιρία να παρουσιαστεί στο δικαστήριο προς υπεράσπιση του.
Η επίδοση με «άλλο τρόπο» από τον προβλεπόμενο στο Άρθρο 46 που το δικαστήριο θα θεωρήσει δίκαιο, κάτι που θα μπορούσε να ονομάσουμε «υποκατάστατη επίδοση», προβλέπεται από το εδάφιο 1(Α) του εν λόγω Άρθρου, ως εξής:
«(1Α) Αν ήθελε να φανεί στο Δικαστήριο ότι για οποιοδήποτε λόγο είναι αδύνατο να γίνει επίδοση σύμφωνα με το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου, το Δικαστήριο δύναται κατόπιν προφορικού αιτήματος της κατηγορούσας αρχής να διατάξει επίδοση με άλλο τρόπο που θα θεωρήσει δίκαιο.»
Εάν το δικαστήριο προχωρήσει στην μονομερή έκδοση τέτοιου υποκαταστάτου διατάγματος, δεν απαλλάσσεται από την εγγενή υποχρέωση του να εξετάσει την ορθότητα και εγκυρότητα της επίδοσης, ακούοντας αργότερα για το ζήτημα τούτο, εάν του ζητηθεί, και την άλλη πλευρά. Δεν θα πρόκειται να καταστεί τοιουτοτρόπως Εφετείο για τον εαυτό του, όπως εισηγήθηκε ο ευπαίδευτος δικηγόρος των αιτητών. Όταν το δικαστήριο επιστρέφει σε ένα διάταγμα το οποίο, αποκλίνοντας από τη φυσική δικαιοσύνη, έδωσε μονομερώς, δεν πράττει τούτο υπό την έννοια ενός επανελέγχου εφετειακής φύσεως, αλλά για να αναθεωρήσει τα πράγματα, αφού ακούσει και την άλλη πλευρά προς αποκατάσταση της θεμελιακής αρχής της φυσικής δικαιοσύνης audi alteram partem (δικαίωμα ακρόασης και της άλλης πλευράς). Αυτή την έννοια έχει λ.χ. η διαδικασία όταν μονομερή διατάγματα ορίζονται επιστρεπτέα, ή όταν ένας διάδικος ζητά από το δικαστήριο να ασκήσει τις εξουσίες του με βάση τη Δ.48 κ.8(4), αναφορικά με διατάγματα που εκδίδονται μονομερώς.
Δεν έχει σημασία ότι δεν προβλέπεται εξουσία για παραμερισμό διατάγματος το οποίο έχει εκδοθεί μονομερώς, δυνατότητα που παρέχεται ρητώς από την Πολιτική Δικονομία (Δ.48 κ.8(4)). Είναι εξ αυτού, ανεξάρτητα από τις δικονομικές πρόνοιες, που ενεργοποιείται η συνυφασμένη με τη δικαϊκή λειτουργία του δικαστηρίου (σύμφυτη) εξουσία του να εξετάσει το ζήτημα της καλής ή της κακής επίδοσης, με βάση το διάταγμα για υποκατάσταση επίδοση, υπό το πρίσμα του προαναφερθέντος κανόνα φυσικής δικαιοσύνης, ενεργώντας ως «δικαστήριο της δικαιοσύνης» (court of law).
Εν όψει των ανωτέρω δεν μπορούν οι αιτητές να προσφύγουν στην εφεδρεία των εξουσιών του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ούτε και οι περιστάσεις που επικαλέστηκαν ως εξαιρετικές αποτελούν όντως εξαιρετικές περιστάσεις ώστε να μπορούν να απευθυνθούν στο Ανώτατο Δικαστήριο με διαδικασία certiorari. Πρόκειται για δυσχερείς μεν, πλην συνήθεις περιστάσεις, που προκαλούνται μέσα από τις δικαστικές διαδικασίες.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
/φκ