ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:DOD:2022:18
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(΄Εφεση Αρ. 23/2021)
23 Ιουνίου, 2022
[Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Χ.ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
A. B.
Εφεσείουσα
και
Γ. Δ.
Eφεσίβλητος
-----------
Ηλ.Χρίστου, για Εφεσείουσα
Αλ. Αλεξάνδρου, για Εφεσίβλητο
_ _ _ _ _ _
Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Δικαστή
Ψαρά-Μιλτιάδου.
-----------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Στις 8.7.2021 προσωρινό διάταγμα που εξεδόθη μονομερώς στις 27.10.2020 κατέστη, κατόπιν ακροάσεως, απόλυτο. Με το διάταγμα ανατίθετο στον Εφεσίβλητο/αιτητή η φύλαξη και φροντίδα των ανηλίκων παιδιών του με την Εφεσείουσα/καθ΄ης η αίτηση. Καθορίζετο δε ως τόπος διαμονής των παιδιών η εκάστοτε κατοικία του Εφεσιβλήτου σε συγκεκριμένη επαρχία της Κύπρου και απαγορευόταν η έξοδος των παιδιών χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου. Ακόμη διατασσόταν η Εφεσείουσα να παραδώσει τη μικρότερη τους θυγατέρα στην κατοικία των διαδίκων στον Εφεσίβλητο στην κατοικία του εντός 24 ωρών από την επίδοση της αίτησης και του διατάγματος στην ίδια.
Το προσωρινό αυτό διάταγμα είχε εκδοθεί στα πλαίσια Εναρκτήριας Αίτησης ημερ. 27.10.2020 με το ίδιο αντικείμενο, η οποία, εξ όσων έχουμε πληροφορηθεί, εκκρεμεί ενόψει διαφόρων προβλημάτων που μάλλον οξύνθηκαν στο μεσοδιάστημα μεσολαβούσης γονικής αποξένωσης των παιδιών από τη μητέρα. Αυτό εξ άλλου φαίνεται και από τον αριθμό εφέσεων που απασχόλησαν το Οικογενειακό Εφετείο. Ομού με την εκδίκαση της παρούσης στις 25.5.2022, ακούστηκαν αυθημερόν και οι εφέσεις αρ. 1/22, 2/22 και 32/21.
Η παρούσα έφεση καταχωρήθηκε στις 21.7.2021 πλην όμως ζητήθηκε τροποποίηση του εφετηρίου η οποία και εγκρίθηκε (καθότι η έφεση δεν είχε επιδοθεί μέχρι τότε) στις 26.11.2021. Η τροποποίηση αφορούσε, «προδικαστικές» της εκκαλούμενης απόφασης, ενδιάμεσες αποφάσεις, δηλαδή της απόρριψης της αίτησης, της Εφεσείουσας στο αίτημα για αντεξέταση του Εφεσιβλήτου ημερ. 18.6.2021 και την απόρριψη αιτήματος εξαίρεσης της Δικαστού ημερ. 15.6.2021.
Να αναφέρουμε από τώρα, πως δεν μπορεί να επιτύχει η θέση του κ.Αλεξάνδρου εκ μέρους της πλευράς, του Εφεσιβλήτου ότι η έφεση είναι «εκπρόθεσμη» για τους λόγους έφεσης που αφορούν τις πιο πάνω ενδιάμεσες αποφάσεις. Είναι λογική απόρροια της τροποποίησης του ΄Αρθρου 25(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60, ότι οι προηγηθείσες ενδιάμεσες αποφάσεις εφεσιβάλλονται μόνο στα πλαίσια της τελικής απόφασης της διαδικασίας που αφορούσαν, εφόσον η ενδιάμεση απόφαση δεν είναι απόλυτα καθοριστική ως προς το αποτέλεσμα της για τα δικαιώματα των διαδίκων (βλ. Λύτρα ν. Κατσιάρη,΄Εφ. Αρ. 37/20, 6.7.2021) σχετική νομολογία για το νέο άρθρο 25(ι)).
Θα προχωρήσουμε στη συνέχεια να εξετάσουμε τους 9 λόγους έφεσης με τη σημείωση πως ο 5ος λόγος δεν έχει προωθηθεί και δεν θα μας απασχολήσει. Οι υπόλοιποι οκτώ λόγοι καλύπτουν σχεδόν όλο το φάσμα της διεργασίας της σκέψης και κρίσης του Οικογενειακού Δικαστηρίου με αποτέλεσμα όλα τα τεθέντα πρωτοδίκως θέματα να πρέπει να επαναξιολογηθούν στα πλαίσια της έφεσης. Συγκεκριμένα με τους λόγους 1, 2 και 3 προσβάλλεται η κρίση για την ύπαρξη των προϋποθέσεων του ΄Αρθρου 32 του Ν.14/60, με τον 4ο λόγο ότι λανθασμένα το Δικαστήριο έκρινε πως δεν υπήρξε «απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων» εκ μέρους του Εφεσιβλήτου, ο οποίος κατά τη θέση της Εφεσείουσας δεν προσήλθε με καθαρά χέρια. Με τον 6ο λόγο, πως λανθασμένα έκρινε ότι είχε καταδειχθεί το «κατεπείγον», ενώ για το διάταγμα με τον 7ο λόγο ότι η υπέρμετρη καθυστέρηση εκδίκασης της αίτησης για προσωρινό διάταγμα, ως την οριστικοποίηση του, οδήγησε σε «αποξένωση των παιδιών», με τη μητέρα αλλά και της εκδικητικής συμπεριφοράς του Εφεσιβλήτου ο οποίος της απαγορεύει να έχει επαφή με αυτά. Γι΄αυτό το λόγο η καθυστέρηση, κατά της εισήγησης, έπρεπε να οδηγήσει σε ακύρωση του διατάγματος.
Ο 8ος και 9ος λόγος αφορά τις ως άνω ενδιάμεσες αποφάσεις για απόρριψη της εξαίρεσης της Δικαστού και της απόρριψης της αίτησης για αντεξέταση του ενόρκως δηλούντα-εφεσιβλήτου επί της ενόρκου δηλώσεως που στήριζε την αίτηση για το προσωρινό διάταγμα.
Επειδή ακριβώς οι τελευταίοι λόγοι αφορούν προηγούμενα διαβήματα της εκκαλούμενης απόφασης θα πρέπει να εξεταστούν πρωταρχικά, αφού ενδεχομένως να οδηγήσουν στη μη αναγκαιότητα εξέτασης των λοιπών λόγων εάν βεβαίως διαγνώσουμε λάθη στην κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Η αίτηση για αντεξέταση του ενόρκως δηλούντα - 9ος λόγος έφεσης
Η Εφεσείουσα καταχώρησε ένσταση στην αίτηση και το προσωρινό διάταγμα στις 8.2.2021, ενώ την αίτηση για αντεξέταση την καταχώρησε στις 8.6.2021. Η νομική της βάση είναι η Δ.48.θ4 (2) καθώς και τη Δ.39 θ.1 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.
Είναι κοινό έδαφος βεβαίως ότι η διαταγή αυτή μπορεί να δοθεί ή να μη δοθεί κατά διακριτική ευχέρεια. Συνεπώς για να επέμβει το Εφετείο θα πρέπει να καταδειχθεί πως η διακριτική ευχέρεια ασκήθηκε εκτός του πλαισίου του Νόμου, ή διαπιστώνεται πλάνη στα γεγονότα ή λήψη εξωγενών παραγόντων ή νομική πλάνη ή όπου η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας οδηγεί σε πασιφανή αδικία (βλ. Νικολάου, Πολ. Έφ. 117/16, ημερ. 25.5.2017), ECLI:CY:AD:2017:A188.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά καθοδηγήθηκε από τη σχετική επί του θέματος νομολογία (Λευτέρη Μήλου, (2008)1 Α.Α.Δ. 280 και Αναφορικά με την απόρριψη αίτησης αντεξέτασης Πολ.Αιτ.49/17, 6.4.17), ECLI:CY:AD:2017:D131. Κατέληξε δε πως, έχοντας υπόψη τις αντίστοιχες ένορκες δηλώσεις ο σκοπός της αίτησης για αντέξεταση ήταν να πλήξει την αξιοπιστία του Εφεσιβλήτου επί θεμάτων ουσίας που θα απασχολήσουν στην εκδίκαση της ουσίας της κυρίως αίτησης. Ορθά επεσήμανε δε πως τα ζητήματα που αφορούν την ουσία θέσεων δεν μπορούν να εξεταστούν στη διαδικασία προσωρινών μέτρων όπου τα επίδικα θέματα συγκεντρώνονταν στην εξέταση των προϋποθέσεων του ΄Αρθρου 32. Θεωρούμε απόλυτα ορθή την προσέγγιση του Δικαστηρίου και σίγουρα δεν παρέχεται πεδίον επέμβασης μας.
Δραττόμαστε όμως της ευκαιρίας να αναφέρουμε πως δυστυχώς τέτοιες αιτήσεις - οι οποίες είναι συχνές παρά την αυστηρότητα της νομολογίας στην έγκριση τους - ανακόπτουν αδικαιολόγητα την εκδίκαση αιτήσεων προσωρινών μέτρων και βλάπτουν - αντί να ωφελούν - τους διάδικους.
Καλούμε λοιπόν αφενός τους δικηγόρους να είναι άκρως προσεκτικοί στην επιλογή τέτοιου ένδικου μέσου και αφετέρου τα Δικαστήρια να μην ανακόπτουν αδικαιολόγητα τον προγραμματισμό των ακροάσεων αφού είναι δυνατόν - και χωρίς υποβολή ένστασης - να εξεταστούν τέτοια αιτήματα και να αποφασιστούν αυθημερόν.
Ο λόγος έφεσης 9 απορρίπτεται.
Η αίτηση της Εφεσείουσας για εξαίρεση της πρωτοδίκου Δικαστού - 8ος λόγος.
Στις 8.6.2021 υπεβλήθη προφορικό αίτημα της Εφεσείουσας εξαίρεσης της Δικαστού από την εκδίκαση της υπόθεσης. Το αίτημα είχε τρείς πυλώνες που καταγράφονται πρωτoδίκως στη σχετική ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 15.6.2021:
1. ότι παρόλο που παρήλθαν 8 μήνες, εντούτοις το Δικαστήριο δεν όρισε για ακρόαση το προσωρινό διάταγμα,
2. ότι το Δικαστήριο επιλέγει σκοπίμως να δώσει προτεραιότητα στην εκδίκαση της αίτησης διατροφής 21/21 αντί της αίτησης και του προσωρινού διατάγματος. (σημειώνεται ότι και στην αίτηση διατροφής υποβλήθηκε αίτημα εξαίρεσης της Δικαστού το οποίο επίσης απορρίφθηκε),
3. ότι η Εφεσείουσα έχει προβεί σε γραπτή καταγγελία εναντίον της Δικαστού.
Το Οικογενειακό Δικαστήριο, αφού παρέθεσε τις αρχές και την πλούσια νομολογία για το θέμα της εξαίρεσης Δικαστού, ασχολήθηκε με τον πρώτο πυλώνα καταλήγοντας ως εξής:
«Με κάθε σεβασμό προς την Καθ' ης η αίτηση και την ευπαίδευτη συνήγορό της, η επί του προκειμένου εισήγησή της καθώς και η υπόνοια που αφήνεται ότι η όποια καθυστέρηση στην εκδίκαση της μονομερούς αίτησης ημερομηνίας 27.10.20 οφείλεται στο παρόν Δικαστήριο δεν με βρίσκει σύμφωνη. Ό,τι ακολούθησε της έκδοσης του προσωρινού διατάγματος ημερομηνίας 27.10.2020 περιγράφεται λεπτομερώς στην αρχή της παρούσας απόφασης και δεν κρίνω σκόπιμο να το επαναλάβω. Οφείλω, όμως, να υπενθυμίσω ότι η ένσταση της Καθ' ης η αίτηση στην εν λόγω αίτηση και στη συνέχιση του προσωρινού διατάγματος καταχωρίστηκε στις 8.2.2021, 4 μήνες περίπου μετά την έκδοση του τελευταίου. Η δε αίτησή της για αντεξέταση του ομνύοντα στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει τη μονομερή αίτηση επί της οποίας εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα, καταχωρίστηκε 8 μήνες περίπου μετά την έκδοση του τελευταίου. Ταυτόχρονα, ως προκύπτει και από το πιο πάνω ιστορικό, η υπόθεση αναβλήθηκε σε διάφορες ημερομηνίες με σκοπό τον καθορισμό της θέσης του συνηγόρου της Καθ' ης η αίτηση επί της μεταγενέστερης αίτησης υπ' αρ. 170/20 καθώς και για λόγους υγείας που αφορούσαν τον τελευταίο.
Ανεξαρτήτως των πιο πάνω, θα πρέπει να τονιστεί ότι η ρύθμιση του προγράμματος του Δικαστηρίου και της ενώπιον του διαδικασίας, αποτελεί άσκηση δικαστικής κρίσης και όχι ζήτημα μεροληψίας του πρώτου που ν' αποτελεί λόγο για εξαίρεσή του».
Για το δεύτερο πυλώνα κατέληξε ως εξής:
«Ούτε όμως, η ύπαρξη καταγγελίας, ως αυτόνομο γεγονός, μπορεί να αποτελέσει υπόβαθρο για την εξαίρεσή μου. Σχετικές εν προκειμένω είναι οι αποφάσεις Typye ν. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ 279 και Ποινικές Εφέσεις 125/17, 127/17, 129/17, 130/17, 131/17 Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας και άλλες, ημερομηνίας 26.4.2018, Τα Δικαστήρια ασκούν κρίση επί των γεγονότων έκαστης δικαιοδοσίας. Εάν καταστεί πρακτική η υποβολή καταγγελίας οποιουδήποτε δυσαρεστημένου ή διαφωνούντος ως υπόβαθρο εξαίρεσης και τούτο γίνει αποδεκτό, ο κίνδυνος οι διάδικοι να επιλέγουν κατά το δοκούν Δικαστή δεν θα είναι μόνο ορατός αλλά και υπαρκτός».
Δεν έχουμε καμία αμφιβολία πως το Οικογενειακό Δικαστήριο ενήργησε με θεμιτό και ορθό τρόπο, οριοθετώντας με ισορροπία και συνέπεια το καθήκον του, παρά την αθεμελίωτη κατηγορία που διατυπώθηκε εναντίον του για μεροληψία.
Θεωρούμε καθήκον μας να υπομνήσουμε πως τέτοια αιτήματα εξαίρεσης δεν πρέπει αβασάνιστα και χωρίς ισχυρούς λόγους να προβάλλονται και μάλιστα να ανακόπτουν αχρείαστα την πορεία εκδίκασης. Όταν δε, δεν στηρίζονται σε σοβαρούς λόγους μπορούν να εκληφθούν ως «μέτρα απειλής ή εκφοβισμού δικαστών» στο να πράξουν το καθήκον τους, κάτι απολύτως κατακριτέο.
Θεωρούμε αβάσιμο τον 8ο λόγο έφεσης. Το θέμα της καθυστέρησης εκδίκασης ωστόσο θα επανέλθει στο σκηνικό με την εξέταση του 7ου λόγου, ο οποίος και ακολουθεί αμέσως μετά.
Η καθυστέρηση εκδίκασης - λόγος έφεσης 7
Οι οκτώ μήνες εκδίκασης (από 27.10.2020 έως Ιούνιο 2021) αντικειμενικά ακούγονται να στοιχειοθετούν καθυστερημένη εκδίκαση αφού ακριβώς αφορούν «προσωρινή θεραπεία».
Είναι κάτι που και η ίδια η Δικαστής το αντιλαμβάνεται και το παραδέχεται εξηγώντας με λεπτομέρεια την πορεία εκδίκασης, ώστε το παζλ της ευθύνης ως προς τον διαρρεύσαντα χρόνο να συμπληρωθεί.
Δεν θα επαναλάβουμε στην πλήρη εμβέλεια του το ακριβές ιστορικό που η Δικαστής καταθέτει με λεπτομέρεια στην απόφαση της. Χωρίς να παραβλέπουμε πως ο χειρισμός του χρόνου εκδίκασης βαραίνει αντικειμενικά το Δικαστήριο δεν πρέπει επ΄ουδενί να αγνοούμε και την ευθύνη των διαδίκων και δη των διαδίκων εκείνων που ενώ επικαλούνται την καθυστέρηση, έχουν τα μέγιστα επιβραδύνει τη διαδικασία εκδίκασης.
Αυτή είναι και η παρούσα περίπτωση. Ενώ το φυσιολογικώς αναμενόμενο για ένα καθ΄ου η αίτηση που εναντίον του εκκρεμεί προσωρινό διάταγμα, είναι να καταχωρήσει ένσταση το συντομότερο δυνατό και να ζητήσει άμεση εκδίκαση, η Εφεσείουσα παρέλειψε να τηρήσει τις προθεσμίες που της εδίδοντο για ένσταση για να το πράξει τελικά στις 8.2.2021.
Περαιτέρω, όπως παρατηρεί το πρωτόδικο Δικαστήριο, μεσολάβησε καταχώρηση άλλων αιτήσεων μεταξύ των διαδίκων - κυρίως από την Εφεσείουσα - οι οποίες καθυστέρησαν και την παρούσα, καθότι παρουσίαζαν πολλαπλότητα κοινών αιτημάτων, καθιστώντας επάναγκες τη διευκρίνιση θέσεων των διαδίκων. Τελικά στις 13.3.2021, αποσύρθηκε μια εκ των αιτήσεων, η υπ΄αριθμ. 170/20 εκ μέρους της Εφεσείουσας. Ακολούθησε αίτηση εκ μέρους του Εφεσιβλήτου στις 2.4.2021 για αντεξέταση της Εφεσείουσας και στις 16.4.2021 η πλευρά της ζήτησε χρόνο για ένσταση, λόγω απουσίας και του δικηγόρου της ένεκα ασθενείας. Το Δικαστήριο ασχολήθηκε στη συνέχεια με το αίτημα εξαίρεσης εκ μέρους της Εφεσείουσας, το οποίο και απέρριψε διεκπεραιώνοντας αυτό στις 15.6.2021.
Μεσολάβησαν άλλες αιτήσεις που εξηγούνται αναλυτικά τις οποίες το Δικαστήριο είτε διεκπεραίωσε είτε όρισε. Τελικά η ακροαματική διαδικασία της παρούσης ολοκληρώθηκε στις 23.6.2021 και η απόφαση εξεδόθη 8.7.2021.
Πραγματικά, ακόμη και χωρίς να γίνει πλήρης απαρίθμηση των διαδικαστικών ενεργειών που έγιναν, παρατηρούμε πως η όλη διαδικασία ήταν ένα ναρκοπέδιο που εμπόδιζε το Δικαστήριο να ακούσει την υπόθεση των προσωρινών μέτρων. Θα μπορούσε βέβαια το Δικαστήριο να λάβει πιο δραστικά μέτρα ώστε να δικαστεί η υπόθεση πιο γρήγορα. Δεν υπάρχει αμφιβολία γι΄αυτό. Όμως, η καθυστέρηση συμβάδιζε - ας μας επιτραπεί ο όρος - με ενέργειες ή παραλείψεις κυρίως της πλευράς που επικαλείται σήμερα την καθυστέρηση, ως λόγο ακύρωσης της διαδικασίας.
Ενόψει αυτής της υπαιτιότητας στη διαμόρφωση της καθυστέρησης δεν είμαστε διατεθειμένοι να οδηγήσουμε το σχετικό λόγο έφεσης σε επιτυχία, παρά το ότι έχουμε ιδιαίτερη ευαισθησία στο θέμα αυτό. Η παρούσα - με τις ιδιομορφίες που παρουσιάζει - δεν είναι η κατάλληλη περίπτωση για ακύρωση του διατάγματος λόγω καθυστέρησης στην εκδίκαση.
Οι προϋποθέσεις του ΄Αρθρου 32, Λόγοι έφεσης 1-3 και η μη αποκάλυψη λόγος έφεσης 4
Οι διάδικοι είχαν τελέσει το γάμο τους το 2004 και απέκτησαν τρία παιδιά, τον Ε΄ το έτος 2006, τον Ζ΄ το 2009 και την Η΄ το 2013. Οικογενειακή στέγη ήταν πάντα η κατοικία του Εφεσιβλήτου, ο οποίος είναι εκ (πόλη της Κύπρου) και δικηγόρος στο επάγγελμα. Η Εφεσείουσα είναι ξένη υπήκοος και διατηρεί ινστιτούτο αισθητικής στην ίδια πόλη. Σύμφωνα με τη δικογραφία, τον ουσιώδη χρόνο εκκρεμούσε ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου αξίωση του Εφεσιβλήτου για λύση του γάμου του με την Εφεσείουσα που καταχωρήθηκε στις 21.10.2020.
Σύμφωνα με τον Εφεσίβλητο, την επόμενη η Εφεσείουσα έφυγε από τη συζυγική εστία παίρνοντας μαζί της τη μικρότερη των παιδιών, την Η΄ και εγκαταστάθηκαν σε άγνωστη διεύθυνση.
Ο Εφεσίβλητος προέβη σε εκτενή ιστόρηση προβλημάτων στο κοινό τους βίο στο σπίτι και έναντι των παιδιών, επικαλούμενος και ψυχολογικές διαταραχές της Εφεσείουσας. Δεν χρειάζεται παράθεση των λεπτομερειών. Ο ίδιος δήλωνε την προθυμία και ικανότητα να αναλάβει την φροντίδα και επιμέλεια των παιδιών η οποία παρέμεινε εκκρεμής ενόψει της φυγής της Εφεσείουσας. Αγωνία δε εκδήλωσε για την απουσία της μικρότερης του κόρης που η Εφεσείουσα πήρε μαζί της - χωρίς μάλιστα να τη στέλνει σχολείο για κάποιες ημέρες.
Δήλωνε ακόμη ότι η Εφεσείουσα δεν ήταν ικανή για τη φροντίδα του παιδιού της εισηγούμενος και πιθανότητα εγκατάλειψης από τη χώρα.
Η Εφεσείουσα αρνείτο τα αναφερόμενα και απέδωσε όλα τα προβλήματα που αντιμετώπιζε (καθώς και η απόπειρα αυτοκτονίας που αναφέρει και ο Εφεσίβλητος) στη προσβλητική, ζηλόφθονη και κακοποιητική (και προς τα τέκνα τους) συμπεριφορά του Εφεσιβλήτου. Ανέφερε δε ως το κυριότερο πρόβλημα πως ο Εφεσίβλητος της στερεί επικοινωνία με τα παιδιά της. Είναι εκείνος δε που την εκδίωξε από την οικογενειακή στέγη.
Το Δικαστήριο εξέτασε τις προϋποθέσεις του ΄Αρθρου 32. Σκόπιμο είναι να παραθέσουμε το σχετικό απόσπασμα:
«Για να δικαιολογείται η έκδοση προσωρινού διατάγματος με βάση το άρθρο 32 του Ν. 14/60 πρέπει να συνυπάρχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση,
(β) η ύπαρξη ορατής πιθανότητας να δικαιούται ο ενάγοντας σε θεραπεία στην αγωγή, και
(γ) ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε κατοπινό στάδιο, εκτός εάν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα.
Περαιτέρω, το Δικαστήριο πρέπει να ικανοποιηθεί ότι η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος είναι εύλογη και δίκαιη υπό τις περιστάσεις [βλ. Andreas Odysseos ν. A. Pieris Estates Ltd and others (1982) 1 Α.Α.Δ. 557, Ιπποδρομιακή Αρχή Κύπρου ν. X" Βασίλη (1989) 1 (Ε) Α.Α.Δ. 152 και Εκδόσεις «Αρκτίνος» Λτδ ν. Λοϊζίδου, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε7/2018, ημερομηνίας 21.3.20191.
Σημειώνεται ότι κατά την εξέταση αίτησης για έκδοση παρεμπίπτοντος διατάγματος, το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της ουσίας της υπόθεσης αλλά ούτε και προδικάζει οποιοδήποτε ζήτημα αναφορικά με αυτήν.
Οι πιο πάνω προϋποθέσεις κρίνονται με βάση τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης αλλά και τις ειδικότερες νομοθετικές και νομολογιακές αρχές που διέπουν το υπό κρίση θέμα.
Το άρθρο 5 (1) (α) του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Ν.216/90), αναφέρει ότι η γονική μέριμνα είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων, οι οποίοι το ασκούν από κοινού.
Το περιεχόμενο της γονικής μέριμνας καθορίζεται στο εδάφιο (1) (β) του άρθρου 5 του Ν.216/90, το οποίο αναφέρει ότι περιλαμβάνει τον προσδιορισμό του ονόματος, την επιμέλεια του προσώπου, τη διοίκηση της περιουσίας και την εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία που αφορούν το πρόσωπο ή την περιουσία του.
Παρόμοιος ορισμός δίδεται και στο άρθρο 2 του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Διαδικαστικού Κανονισμού του 1990 (2/1990), σύμφωνα με τον οποίο γονική μέριμνα σημαίνει την κηδεμονία, επιμέλεια του προσώπου, φύλαξη, επικοινωνία και εκπροσώπηση του ανηλίκου, διαχείριση της περιουσίας του και κάθε θέμα που αφορά το πρόσωπο και την περιουσία ανηλίκου.
Η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου αποτελεί μια πτυχή της γονικής μέριμνας και περιλαμβάνει ιδίως την ανατροφή, επίβλεψη, διαπαιδαγώγηση, εκπαίδευση και τον προσδιορισμό του τόπου διαμονής του τέκνου (άρθρα 5 και 9 του Ν.216/90).
Σε περίπτωση διαφωνίας των γονέων κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας, και εάν το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει τη λήψη απόφασης, το ζήτημα ρυθμίζεται από το Δικαστήριο κατόπιν αίτησης οποιουδήποτε από τους γονείς (άρθρο 7 του Ν.216/90).
Κατά τη ρύθμιση ζητημάτων που άπτονται της γονικής μέριμνας, η απόφαση του Δικαστηρίου πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου, [βλ. άρθρο 6 (2)(α)].
Οι πιο πάνω αξιώσεις του Αιτητή σαφέστατα εμπεριέχουν και παραπέμπουν σε αναγνωρισμένη στον Νόμο (Ν.216/90) αιτία αγωγής, στην οποία εάν ο πρώτος επιτύχει αναμφίβολα θα δικαιούται σε σχετική θεραπεία. Ο Αιτητής είναι ο πατέρας των ανηλίκων, δηλαδή ένας εκ των φορέων της γονικής μέριμνας τους και με την Καθ' ης η αίτηση διαφωνούν ως προς την άσκησή της. Κρίνεται, συνεπώς, ότι εγείρεται σοβαρό ζήτημα και ότι πληρείται η πρώτη προϋπόθεση.
Σε ό,τι αφορά το κατά πόσο υπάρχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας την εναρκτήρια αίτηση, οι αρχές είναι γνωστές. Το Δικαστήριο, στο στάδιο αυτό, δεν αξιολογεί εις βάθος τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς, ούτε καταλήγει σε ευρήματα ως προς τα γεγονότα. Έλαβα, βεβαίως, υπόψιν τους ισχυρισμούς που προβάλλει η κάθε πλευρά. Διαπιστώνω καταρχάς ότι η ουσιαστική αμφισβήτηση γεγονότων επικεντρώνεται στα όσα είχαν προηγηθεί της τελικής ρήξης στη σχέση των διαδίκων. Ο μεν Αιτητής ισχυρίζεται ότι η Καθ' ης η αίτηση εγκατέλειψε την οικογενειακή στέγη, η δε Καθ' ης η αίτηση ισχυρίζεται ότι Αιτητής υπήρξε βίαιος και με τη δική του συμπεριφορά την εκδίωξε. Ό,τι όμως εξετάζει το Δικαστήριο στο παρόν στάδιο είναι κατά πόσο υφίσταται ορατή πιθανότητα επιτυχίας στη βάση των εκατέρωθεν ισχυρισμών. Έχοντας υπόψη ότι δεν αμφισβητείται το γεγονός ότι η Καθ' ης η αίτηση, φεύγοντας από την οικογενειακή στέγη, πήρε μαζί της την [Ζ΄], χωρίς τη συγκατάθεση του Αιτητή, του έτερου δηλαδή φορέα της γονικής μέριμνας της ανήλικης, αποκόπτοντάς την τόσο από τον ίδιο όσο και από τα αδέρφια της, μεταφέροντάς τη σε άγνωστη διεύθυνση και περιβάλλον και παραλείποντας να τη μεταφέρει στο σχολείο της, κρίνω ότι όλα τα πιο πάνω στο σύνολό τους συνιστούν επαρκή στοιχεία, για το στάδιο αυτό, και καταδεικνύουν ορατή πιθανότητα επιτυχίας της εναρκτήριας αίτησης. Επισημαίνω ότι οι εν προκειμένω ισχυρισμοί της Καθ' ης η αίτηση, οι οποίοι λήφθηκαν δεόντως υπόψιν, δεν μπορούν στο ενδιάμεσο αυτό στάδιο να μεταβάλουν την ως άνω κρίση μου.
Αναφορικά με την τρίτη προϋπόθεση, ότι δηλαδή θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, θεωρώ ότι η παρούσα διακρίνεται από τις υποθέσεις όπου αυτό που αναζητείται είναι η επάρκεια αποζημιώσεων κατά την έκδοση απόφασης στα πλαίσια αγωγής. Η υπό κρίση αίτηση ουσιαστικά αποσκοπεί στον προσωρινό καθορισμό της φύλαξης, φροντίδας και του τόπου διαμονής των ανηλίκων μέχρι την αποπεράτωση της εναρκτήριας αίτησης, ζητήματα για τα οποία οι διάδικοι διαφωνούν. Η εξέταση των συγκεκριμένων ζητημάτων, ενόψει και της ταραχώδους σχέσης των διαδίκων, δεν θα μπορούσε να αναμένει την εκδίκαση της εναρκτήριας αίτησης, αφού στο μεταξύ ενδεχομένως να πληγούν σοβαρά τα συμφέροντα των ανηλίκων. Ό,τι οφείλει το Δικαστήριο να διασφαλίσει είναι τη διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης που θέλει τα τρία ανήλικα να διαμένουν μαζί, στο γνώριμο περιβάλλον της οικογενειακής στέγης και εντός της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου μέχρις ότου αποφασιστεί τελεσίδικα η ουσία της υπόθεσης. Συνεπώς, πληρείται και η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32».
Περαιτέρω θεώρησε πως το ισοζύγιο της ευχέρειας ήταν υπέρ του Εφεσιβλήτου, παρατηρώντας πως δια του διατάγματος διατηρείται κατά κάποιο τρόπο η υφιστάμενη κατάσταση πραγμάτων.
΄Εχουμε εξετάσει εξονυχιστικά την πρωτόδικη κρίση υπό το πρίσμα των σχετικών λόγων έφεσης. Το Δικαστήριο σε μια αίτηση που είναι και θα πρέπει να είναι προσωρινή εκ της φύσης της, έχει σταθερές προς υποβοήθηση παραμέτρους, τις ως άνω προϋποθέσεις. Δεν είναι το έργο του, η αντιπαράθεση ισχυρισμών και θέσεων ώστε να αξιολογήσει ποιος έχει δίκαιο ή λέει την αλήθεια επί της ουσίας. Αυτή η εργασία είναι μεταγενέστερη και αφορά την κύρια αίτηση. Στην παρούσα δεν μας έχει προβληθεί βάσιμος λόγος ώστε να ανατρέψουμε τα ευρήματα του Δικαστηρίου πως οι αξιώσεις του Εφεσιβλήτου βασίζονται σε αναγνωρισμένη εκ του Νόμου θεραπεία και ότι υπάρχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας της αξίωσης αλλά και της δυσκολίας απονομής δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο με βασικό πυλώνα πως η Εφεσείουσα φεύγοντας πήρε μαζί της τη μικρή Η΄, αποκόπτοντας την επικοινωνία με τη λοιπή οικογένεια, η διαμονή της σε άγνωστη διεύθυνση και η μη παρακολούθηση των μαθημάτων από την Η΄ για κάποιες ημέρες. Ιδιαίτερης σημασίας θεωρήθηκε η μέριμνα των ανηλίκων, ώστε να διασφαλίζεται η διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης στο γνώριμο περιβάλλον της οικογενειακής στέγης.
Δεν αμφιβάλλουμε όμως πως κατά ίδιο τρόπο - ίσως και ταυτόχρονα - θα πρέπει να διασφαλίζεται το δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα που δεν έχει τη φύλαξη. Αυτό πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και να διασφαλίζεται. Εν προκειμένω, ακολουθήθηκε η πορεία άλλης αίτησης (και άλλης έφεσης) γι΄αυτό δεν θα μας απασχολήσει περισσότερο εν προκειμένω.
Παρατηρούμε όμως με ανησυχία πως ο κυριότερος λόγος αμφιβολίας και διαδικαστικών διαβημάτων εκ μέρους της Εφεσείουσας είναι η γονική αποξένωση, ως την επικαλείται. Μας ανησυχεί όντως το γεγονός αυτό. ΄Ομως το καθήκον μας σ΄αυτό το στάδιο είναι να κρίνουμε την απόφαση επί του προσωρινού μέτρου κατά τον ουσιώδη χρόνο. ΄Οσο για τον τέταρτο λόγο έφεσης, το στοιχείο απόκρυψης, θα συμφωνήσουμε με το πρωτόδικο Δικαστήριο πως δεν πρόκειται για απόκρυψη αλλά απλώς δύο διαφορετικές εκδοχές για τα γεγονότα.
Συνεπώς οι λόγοι έφεσης 1-4 απορρίπτονται.
Το κατεπείγον - Λόγος έφεσης 6
Απομένει για εξέταση ο λόγος έφεσης 6 (για το επείγον). Δεν θα διαφωνήσουμε με την πλευρά της Εφεσείουσας πως η προϋπόθεση του κατεπείγοντος ή των εξαιρετικών περιστάσεων είναι δικαιοδοτικής υφής ως προς τις μονομερείς αιτήσεις και τα μονομερώς εξασφαλισθέντα διατάγματα. Αυτό εξάλλου προκύπτει από τη νομολογία (βλ. την αναφορά που γίνεται σ΄όλο το εύρος της νομολογίας στο Σύγγραμμα «Διατάγματα, injunctions Eρωτοκρίτου, Αρτέμη, 2016 σελ.18 κ.επ.»
Διαφωνούμε όμως στο σημείο που η Εφεσείουσα ισχυρίζεται ότι δεν είχε πληρωθεί η προϋπόθεση αυτή στην παρούσα υπόθεση. Το έναυσμα της αίτησης αποτέλεσε η μετακίνηση της ανήλικης από την Εφεσείουσα από το μόνιμο τόπο διαμονής κατά τις 22.10.2020 χωρίς τη συγκατάθεση του Εφεσιβλήτου, αποκόπτοντας τις γέφυρες επικοινωνίας, ως περιγράφεται πιο πάνω. Η αίτηση καταχωρείται λίγες ημέρες μετά. Η προϋπόθεση του επείγοντος ορθά εκρίθη ότι συντρέχει. Και αυτός ο λόγος έφεσης απορρίπτεται.
Για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει, η έφεση απορρίπτεται συλλήβδην, με έξοδα €1,500 πλέον ΦΠΑ, εάν υπάρχει, εναντίον της Εφεσείουσας.
Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ