ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
FILI ν. YACHT «NIRVANA» (1988) 1 CLR 651
Limaship Co Ltd ν. Μαχλουζαρίδη (1991) 1 ΑΑΔ 537
Παναγίδης Πανίκος ν. Πλοίου Μ/V Atalante, με σημαία Κύπρου και Άλλων (2010) 1 ΑΑΔ 969
Γρηγορίου Αντωνάκης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας και Άλλης (2013) 1 ΑΑΔ 2448
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2022:D101
AΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΝΑΥΤΟΔΙΚΕΊΟΥ
(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 9/2019)
3 Μαρτίου, 2022
[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.]
XXX ΜΑΧΛΟΥΖΑΡΙΔΗΣ,
Ενάγων,
ΚΑΙ
1. ΑΡΧΗ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
2. XXX ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Εναγόμενοι.
____________________
ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 6.9.2021
Θ. Θεοδώρου (κα) για Τάσσο Παπαδόπουλο & Συνεργάτες
ΔΕΠΕ, για Εναγόμενους-Αιτητές.
Σ. Καρακατσάνη (κα) για Αργεντούλα Ιωάννου ΔΕΠΕ, για
Ενάγοντα-Καθ΄ου η Αίτηση.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με την αγωγή του ο ενάγων - καθ΄ου η αίτηση αξιώνει αποζημιώσεις λόγω ατυχήματος που επεσυνέβη κατά την εκτέλεση των εργασιών του ως λεμβοδηγός, ενώ εργοδοτείτο από τους εναγομένους 1 - αιτητές. Το ατύχημα και ο συνεπαγόμενος τραυματισμός του οφείλεται, σύμφωνα με την Αναφορά που κατατέθηκε, στην αμέλεια και παράβαση των καθηκόντων των εναγομένων και /ή των υπαλλήλων και/ή των υπηρετών και/ή των αντιπροσώπων τους.
Εγέρθηκε ζήτημα δικαιοδοσίας του Ναυτοδικείου από τους εναγομένους με την Απάντηση τους, το οποίο, κατόπιν σχετικής αίτησης και με τη σύμφωνο γνώμη των καθ΄ ων η αίτηση, ζητήθηκε όπως εξεταστεί προδικαστικά.
Στην αίτηση που ακολούθησε οι αιτητές προβάλλουν ότι οι απαιτήσεις του ενάγοντα, ως καταγράφονται στο δικόγραφο της Αναφοράς, δεν εμπίπτουν εντός των απαιτήσεων για τα οποία έχει δικαιοδοσία το Ναυτοδικείο, ως απαριθμούνται στο Άρθρο 1(1)(f) του Administration of Justice Act 1956, που εφαρμόζεται στην Κύπρο, με βάση το Άρθρο 29(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/1960). Αποτελεί θέση των αιτητών ότι για να καθίσταται δικάσιμη τέτοιου είδους απαίτηση, δυνάμει του εν λόγω άρθρου, θα πρέπει να αφορά αξίωση για σωματικές βλάβες που προκύπτουν από αμέλεια στην πλοήγηση ή διαχείριση πλοίου ή ως επακόλουθο οποιουδήποτε ελαττώματός του ή των εξαρτημάτων ή του εξοπλισμού του. Η ευπαίδευτη συνήγορος των αιτητών ανέλυσε στην εμπεριστατωμένη γραπτή της αγόρευση τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι η παρούσα αγωγή δεν καλύπτεται από τις πρόνοιες του Άρθρου 1(1)(f), με αναφορά σε νομολογία. Εισηγήθηκε δε ότι η αίτηση πρέπει να έχει επιτυχή κατάληξη και η αγωγή να απορριφθεί.
Στον αντίποδα των επιχειρημάτων των αιτητών ο καθ΄ ου η αίτηση ενίσταται στο αίτημα, ισχυριζόμενος ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται από το Άρθρο 1(1)(f) του Administration of Justice Act 1956, με τους συνηγόρους του να αναλύουν τις θέσεις τους με παραπομπή σε νομολογία. Προβάλλουν περαιτέρω πως, ακόμα και σε περίπτωση που ήθελε διαπιστωθεί ότι το Δικαστήριο δεν έχει καθ΄ ύλην δικαιοδοσία να εκδικάσει αυτή την υπόθεση, τότε έχει τη δυνατότητα να την παραπέμψει στο Επαρχιακό Δικαστήριο για εκδίκαση, για τους λόγους που εξήγησαν.
Το Ανώτατο Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας εκδίκασης υποθέσεων Ναυτοδικείου σε πρώτο βαθμό με βάση το Άρθρο 19(α) του περί Δικαστηρίων Νόμου Ν. 14/1960[1]. Σύμφωνα δε με το Άρθρο 29(2)(α) του ιδίου Νόμου το εφαρμοστέο δίκαιο είναι το αγγλικό δίκαιο, ως αυτό ίσχυε προ της ανεξαρτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως θα τροποποιείτο με νόμο της Δημοκρατίας[2].
Αποτελεί κοινό έδαφος ότι, εν προκειμένω, αυτό που εξετάζεται είναι κατά πόσο η υπόθεση καλύπτεται από το Άρθρο 1(1)(f) του Administration of Justice Act του 1956 (ο «Νόμος»), το οποίο προνοεί ως ακολούθως:
««1.-(1) The Admiralty jurisdiction of the High Court shall be as follows, that is to say, jurisdiction to hear and determine any of the following questions or claims -
...........
(f) any claim for loss of life or personal injury sustained in consequence of any defect in a ship or in her apparel or equipment, or of the master or crew thereof or of any other person for whose wrongful acts, neglects or defaults the owners, charterers or persons in possession or control of a ship are responsible, being an act, neglect or default in the navigation or management of the ship, in the loading, carriage or discharge of goods on, in or from the ship or in the embarkation, carriage or disembarkation of persons on, in or from the ship;»
Όπως προκύπτει από το πιο πάνω άρθρο, η απαίτηση θα πρέπει να ικανοποιεί τις τρεις προϋποθέσεις που τίθενται, ήτοι:
(1) Η απαίτηση είναι για απώλεια ζωής ή προσωπική βλάβη,
(2) Η απώλεια ζωής ή προσωπική βλάβη θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα είτε (α) οποιουδήποτε ελαττώματος του πλοίου ή του εξοπλισμού του ή (β) αδικοπραξίας ή παράλειψης των ιδιοκτητών του πλοίου, των ναυλωτών ή προσώπων που έχουν την κατοχή ή τον έλεγχο του πλοίου,
(3) Η αδικοπραξία, αμέλεια ή παράλειψη να σχετίζεται με την πλοήγηση, ή τη διαχείριση του πλοίου κατά τη φόρτωση, τη μεταφορά αγαθών από ή σε αυτό, ή την επέμβαση, μεταφορά ή αποβίβαση ατόμων στο ή από το πλοίο.
Το ζήτημα της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως Ναυτοδικείου και της καθ΄ ύλην αρμοδιότητάς του για εκδίκαση, εξετάζεται στη βάση των ισχυρισμών που προβάλλονται στην Αναφορά. Όπως έχει αναφερθεί στη Sevegep Ltd v. United Sea Transport (1989) 1 ΑΑΔ 729 κατά κανόνα τα γεγονότα που συνθέτουν την απαίτηση του ενάγοντα αποτελούν και τη βάση καθορισμού της δικαιοδοσίας.
Στην παράγραφο 7 της Αναφοράς περιγράφονται οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες, κατά τον ισχυρισμό του ενάγοντα, έγινε το ατύχημα:
«7. Κατά ή περί την 10/01/2017 και περί τις 06:30π.μ. κι ενώ ο Ενάγοντας εκτελούσε καθήκοντα ναύτη και/ή πληρώματος στο ρυμουλκό «ASPELIA», μαζί με άλλο συνάδελφο του, και/ή ενώ το ρυμουλκό «ASPELIA», βρισκόταν στην είσοδο (μπούκα) του λιμανιού, μετά από ρητές οδηγίες και/ή διαταγή του Κυβερνήτη του ρυμουλκού να απλώσουν τον κάβο και/ή καραβόσκοινο από την ανέμη στο κατάστρωμα και/ή καθώς ο Ενάγοντας εκτελούσε τις οδηγίες και/ή διαταγές του Κυβερνήτη, εντελώς ξαφνικά και χωρίς καμία προειδοποίηση, ο Κυβερνήτης τράβηξε και/ή βίραρε τον κάβο ενώ αυτός χαλάρωνε και/ή λάσκαρε και/ή το μηχανισμό της ανέμης ο οποίος χαλάρωνε και/ή λασκάρωνε τον κάβο με αποτέλεσμα ο κάβος (καραβόσκοινο) να τραβήξει απότομα τον Ενάγοντα προς τα πίσω και να τραυματιστεί σοβαρά το δεξί του χέρι. Ο Ενάγων επιφυλάσσεται να αναφερθεί με περισσότερες λεπτομέρειες κατά τη δικάσιμο.»
Στην παράγραφο 8 της Αναφοράς αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Το ως άνω περιγραφόμενο ατύχημα και/ή συνεπαγόμενος τραυματισμός του Ενάγοντα οφείλεται αποκλειστικά στην αμέλεια και/ή παράβαση των νόμιμων καθηκόντων των Εναγομένων και/ή τω υπαλλήλων και/ή των νόμιμων αντιπροσώπων τους και/ή οφείλεται στην παράβαση της συμφωνίας εργοδότησης του Ενάγοντα και/ή των όρων αυτής από τους Εναγομένους και/ή των ελλιπών μέσων που παρείχαν οι Εναγόμενοι στον Ενάγοντα κατά την εκτέλεση των εργασιών και/ή οι Εναγόμενοι παρέβησαν το καθήκον επιμέλειας που όφειλαν να επιδεικνύουν ως εργοδότες για την εξασφάλιση και/ή διατήρηση ενός ασφαλούς συστήματος εργασίας.»
Περαιτέρω, οι δύο πλευρές καταχώρισαν τα ακόλουθα παραδεκτά γεγονότα:
«Ι. Ο Ενάγοντας διορίστηκε στο Λιμάνι Λεμεσού ως Λεμβοδηγός, και αναλάμβανε να επανδρώνει τα πλωτά μέσα της Αρχής Λιμένων Κύπρου και/ή να βοηθά και/ή να παίρνει μέρος στην πλεύριση, πρόσδεση, μετακίνηση απόπλου, ρυμούλκηση πλοίων και συντήρηση πλωτών μέσων (πιλοτίνας και ρυμουλκών).
ΙΙ. Στις 10/1/2017, κατά ή περί τις 6:45π.μ., το Ρ/Κ «ΑΣΠΕΛΙΑ», με Κυβερνήτη τον Εναγόμενο αρ.2 και πλήρωμα τον Ενάγοντα και ακόμη ένα λεμβοδηγό, πήγε να δώσει κάβο ρυμουλκού (ρυμουλκό) στο πλοίο «RIAD AHMEDOV».
ΙΙΙ. Το Ρυμουλκό «ΑΣΠΕΛΙΑ» (Ρ/Κ), κατά πάντα ουσιώδη προς την παρούσα αγωγή χρόνο, ήταν ρυμουλκό και προσέφερε υπηρεσίες στα πλοία που προσέγγιζαν το Λιμάνι, δηλαδή βοηθούσε στους χειρισμούς πρόσδεσης, απόδεσης και ρυμούλκησης των πλοίων.
IV. Η εργασία που έπρεπε να εκτελέσουν τις 10/1/2017 οι δύο λεμβοδηγοί, συμπεριλαμβανομένου του Ενάγοντα, ήταν να «λασκάρουν» λίγο κάβο (ρυμουλκό) στο κατάστρωμα.»
Η εξέταση της παρούσας αίτησης γίνεται στη βάση των όσων περιέχονται στην Αναφορά και στα παραδεκτά γεγονότα. Τυχόν γεγονότα που περιέχονται στις ένορκες δηλώσεις προς υποστήριξη της αίτησης και της ένστασης, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη. Για να μπορεί η υπόθεση να ενταχθεί στην καθ΄ ύλη δικαιοδοσία του ναυτοδικείου, η ισχυριζόμενη αμέλεια ή παράβαση θα πρέπει να σχετίζεται με την πλοήγηση ή τη διαχείριση του πλοίου κατά τη φόρτωση, τη μεταφορά αγαθών από ή σε αυτό ή την επέμβαση, μεταφορά ή αποβίβαση ατόμων στο ή από το πλοίο.
Στην υπόθεση Παναγίδης ν. του πλοίου ATALANTE κ.ά. (2010) 1 ΑΑΔ 969, που παρέπεμψαν οι αιτητές, αναφέρθηκαν τα εξής σχετικά:
«Όπως έχει αποφασιστεί και στην υπόθεση Fili v. Yacht 'Nirvana' (1988) 1 C.L.R. 651, η πράξη, αμέλεια ή παράλειψη που οδήγησε στο ατύχημα, πρέπει να συνδέεται και να έχει επισυμβεί «....in the navigation or management of the ship». Όπως και στην υπό κρίση περίπτωση, το «Αταλάντη» δεν ήταν εν πλω, οπότε δεν τίθεται ζήτημα ότι το ατύχημα έγινε κατά την πλοήγηση. Το αν έγινε κατά τη διαχείριση («management»), είναι ζήτημα πραγματικό που πρέπει να αποφασιστεί ανάλογα με τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης, με δεδομένο ότι από τις αυθεντίες δεν προκύπτει οποιοσδήποτε επακριβής νομικός ορισμός (Ferro [1893] P. 38, the Glenochil [1896] P. 10, Gosse Millerd Ltd v. Canadian Government Merchant Marine Ltd [1929] A.C. 223). Η πράξη, αμέλεια ή παράλειψη πρέπει να αφορά άμεσα το ίδιο το πλοίο. Και όπως αναφέρεται και στο σύγγραμμα του Robert Grime: Shipping Law 2η έκδ. (1991), συζητώντας το πανομοιότυπο στην ουσία s.20(2)(f) του Supreme Court Act 1981, «Personal injury claims are exhaustively described so as to make it clear that the cause of the injury must be the regular operation of the ship.». (Δέστε και Halsbury's Laws of England 3η έκδ. Τόμος 35, σελ. 718, παρ. 1087). Σχετική με την εμβέλεια του s.1(1)(f) και την ερμηνεία του είναι και η υπόθεση Limaship Co. Ltd v. Μαχλουζαρίδη (1991) 1 Α.Α.Δ. 537, όπου αναλύεται η σχετική διάταξη με αποφασιστικό κριτήριο για την ανάληψη δικαιοδοσίας, τη φύση του αγώγιμου δικαιώματος.»
Στην υπόθεση Steedman v. Scofield [1992] 2 Lloyd's Rep 163 αναλύθηκε η έννοια της πλοήγησης (navigation) ως ακολούθως:
«Navigation is the nautical art or science of conducting a ship from one place to another. The navigator must be able (1) to determine the ship's position and (2) to determine the future course or courses to be steered to reach the intended destination. The word 'navigation' is also used to describe the action of navigating or ordered movement of ships on water. Hence 'navigable waters' means waters on which ships can be navigated. To my mind the phrase 'used in navigation' conveys the concept of transporting persons or property by water to an intended destination. A fishing vessel may go to sea and return to the harbour from which she sailed, but that vessel will nevertheless be navigated to her fishing grounds and back again. 'Navigation' is not synonymous with movement on water. Navigation is planned or ordered movement from one place to another.»
Στην παρούσα περίπτωση, θεωρώ ότι το ατύχημα δεν επεσυνέβη κατά την πλοήγηση του σκάφους. Επρόκειτο για ένα ρυμουλκό, το οποίο, σύμφωνα με τα παραδεκτά γεγονότα, «προσέφερε υπηρεσίες στα πλοία που προσέγγιζαν το Λιμάνι, δηλαδή βοηθούσε στους χειρισμούς πρόσδεσης, απόδεσης και ρυμούλκησης των πλοίων». Το ατύχημα έλαβε χώρα, σύμφωνα με την Αναφορά, όταν πλοίο βρισκόταν στην είσοδο (μπούκα) του λιμανιού και το ρυμουλκό επρόκειτο να του προσφέρει τις υπηρεσίες του. Όπως δε προκύπτει από τα γεγονότα δεν πρόκειται για ατύχημα που επεσυνέβη κατά τη διαχείριση του σκάφους «κατά τη φόρτωση, τη μεταφορά αγαθών από ή σε αυτό, ή την επέμβαση, μεταφορά ή αποβίβαση ατόμων στο ή από το πλοίο».
Ως εκ των ανωτέρω, καταλήγω ότι η αγωγή δεν εμπίπτει στις πρόνοιες του Άρθρου 1(1)(f) του Administration of Justice Act 1956 και, συνεπώς, δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Ναυτοδικείου.
Η πλευρά του καθ΄ ου η αίτηση προβάλλει πως, σε περίπτωση που ήθελε κριθεί ότι η αγωγή δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Ναυτοδικείου, τότε η υπόθεση θα πρέπει να παραπεμφθεί στο Επαρχιακό Δικαστήριο για εκδίκαση. Προς τούτο, παρέπεμψαν στο Άρθρο 64Α (2) του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/1960, και στην υπόθεση Γρηγορίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.ά. (2013) 1 ΑΑΔ 2448.
Η πλευρά των αιτητών, από την άλλη, εισηγείται πως η αγωγή θα πρέπει να απορριφθεί και πως η περίπτωση δεν καλύπτεται από τις πρόνοιες του Άρθρου 64Α, έτσι ώστε να δικαιολογείται η παραπομπή της υπόθεσης στο Επαρχιακό Δικαστήριο.
Το Άρθρο 64Α του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/1960, προνοεί τα ακόλουθα:
«64Α. (1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 22, 61, 62, 63 και 64 σε περίπτωση που αγωγή, αίτηση ή υπόθεση που εμπίπτει στην καθ' ύλην δικαιοδοσία δικαστηρίου ειδικής δικαιοδοσίας καταχωριστεί ενώπιον Επαρχιακού Δικαστηρίου, το Επαρχιακό Δικαστήριο, διακόπτει την ενώπιόν του τεθείσα διαδικασία και παραπέμπει την αγωγή ή την αίτηση ή την υπόθεση στο καθ' ύλην αρμόδιο δικαστήριο ειδικής δικαιοδοσίας προς εκδίκαση.
(2) Κάθε δικαστήριο ειδικής δικαιοδοσίας εφόσον διαπιστώσει ότι δεν είναι καθ' ύλην αρμόδιο να εκδικάσει αγωγή ή αίτηση ή υπόθεση που καταχωρίστηκε ενώπιόν του, διακόπτει την ενώπιόν του διαδικασία και παραπέμπει την αγωγή ή την αίτηση ή την υπόθεση στο καθ' ύλην αρμόδιο Επαρχιακό Δικαστήριο ή άλλο δικαστήριο ειδικής δικαιοδοσίας προς εκδίκαση.
(3) Σε περίπτωση παραπομπής, δυνάμει του παρόντος άρθρου, αγωγής ή αίτησης ή υπόθεσης σε καθ' ύλην αρμόδιο δικαστήριο, το δικαστήριο αυτό σε διάστημα τριάντα ημερών από την παραπομπή εκδίδει οδηγίες για διόρθωση των δικογράφων σε κάθε περίπτωση που αυτό απαιτείται.
(4) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ο όρος «δικαστήριο ειδικής δικαιοδοσίας» περιλαμβάνει το Οικογενειακό Δικαστήριο, το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών και το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων».
Παρόμοιο θέμα εξετάστηκε στην υπόθεση Γρηγορίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.ά., πιο πάνω, όπου το Ανώτατο Δικαστήριο, υπό μονομελή σύνθεση, διέκοψε την ενώπιόν του αγωγή και την παρέπεμψε στο αρμόδιο Επαρχιακό Δικαστήριο, στη βάση του πιο κάτω σκεπτικού:
« Σύμφωνα με το Άρθρο 64Α (2) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν. 14/60, όπως τροποποιήθηκε (από το Ν. 138(Ι)/2009), κάθε δικαστήριο ειδικής δικαιοδοσίας, εφόσον διαπιστώσει ότι δεν είναι καθ' ύλην αρμόδιο να εκδικάσει αγωγή ή αίτηση ή υπόθεση που καταχωρίστηκε ενώπιον του, διακόπτει την ενώπιον του διαδικασία και παραπέμπει την αγωγή ή την αίτηση ή την υπόθεση στο καθ' ύλην αρμόδιο Επαρχιακό Δικαστήριο ή άλλο Δικαστήριο Ειδικής Δικαιοδοσίας προς εκδίκαση. Η παράγραφος (4) του Άρθρου 64Α αναφέρει ότι, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος Δικαστήριο Ειδικής Δικαιοδοσίας περιλαμβάνει το Οικογενειακό Δικαστήριο, το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών και το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων. Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι εάν το Ναυτοδικείο, δηλαδή το Ανώτατο Δικαστήριο Κύπρου ασκώντας δικαιοδοσία Ναυτοδικείου μπορεί να θεωρηθεί και αυτό ως Δικαστήριο Ειδικής Δικαιοδοσίας για σκοπούς του Άρθρου 64Α ώστε να μπορεί να ασκήσει τις εξουσίες που παρέχονται στα Δικαστήρια Ειδικής Δικαιοδοσίας, δυνάμει του άρθρου εκείνου.
Καταρχάς παρατηρώ ότι στην παράγραφο (4) του Άρθρου 64Α τα τρία δικαστήρια που ρητά μνημονεύονται αναφέρονται ως, περιλαμβανόμενα, στον όρο Δικαστήριο Ειδικής Δικαιοδοσίας. Αυτό δείχνει ότι ο όρος Δικαστήριο Ειδικής Δικαιοδοσίας περιλαμβάνει και άλλα δικαστήρια εκτός από τα τρία ρητώς αναφερόμενα. Επίσης θεωρώ ότι Δικαστήρια Ειδικής Δικαιοδοσίας είναι τα δικαστήρια περιορισμένης και αποκλειστικής δικαιοδοσίας, σε ένα ή περισσότερους τομείς του δικαίου, όπως π.χ. διοικητικά δικαστήρια, εμπορικά δικαστήρια και εργατικά δικαστήρια. Το Ναυτοδικείο είναι, κατά τη κρίση μου, Δικαστήριο Ειδικής Δικαιοδοσίας για σκοπούς του Άρθρου 64Α, εφόσον και αυτό ασκεί αποκλειστική και εξειδικευμένη δικαιοδοσία Ναυτοδικείου. Το γεγονός ότι η δικαιοδοσία Ναυτοδικείου ασκείται είτε από το Ανώτατο Δικαστήριο είτε και από τα Επαρχιακά Δικαστήρια δεν του στερεί την ιδιότητα του Δικαστηρίου Ειδικής ή Εξειδικευμένης Δικαιοδοσίας. Αυτή η ερμηνεία συνάδει, κατά την εκτίμηση μου, και με το δικαίωμα του ενάγοντα να έχει πρόσβαση στα δικαστήρια εφόσον, αν η παρούσα αγωγή του απορριφθεί και δεν παραπεμφθεί στο αρμόδιο Επαρχιακό Δικαστήριο, αυτός θα έχει χάσει ουσιαστικά το δικαίωμα πρόσβασης του στο δικαστήριο.»
Θεωρώ ορθή την πιο πάνω προσέγγιση και την υιοθετώ για σκοπούς της παρούσας.
Ως εκ των ανωτέρω, η αγωγή διακόπτεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και παραπέμπεται στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, που είναι το αρμόδιο Δικαστήριο. Τα μέχρι σήμερα έξοδα, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ των εναγομένων - αιτητών και εναντίον του ενάγοντα - καθ΄ου η αίτηση.
Κ. Σταματίου,
Δ.
/ΧΤΘ
[1] 19. To Αvώτατov Δικαστήριov, επιπρoσθέτως πρoς τας εξoυσίας και τηv δικαιoδoσίαv ήτις αvατίθεται εις αυτό υπό τoυ Συvτάγματoς, θα έχη απoκλειστικήv πρωτόδικov δικαιoδoσίαv-
(α) ως vαυτoδικείov περιβεβλημέvov και ασκoύv τας εξoυσίας διά τωv oπoίωv περιεβάλλετo και τας oπoίας ήσκει τo Αvώτατov Δικαστήριov της Δικαιoσύvης εv Αγγλία εv τη επί vαυτικώv υπoθέσεωv δικαιoδoσία αυτoύ ευθύς αμέσως πρo της ημέρας της Αvεξαρτησίας
[2] (2) Τo Αvώτατov Δικαστήριov εv τη ασκήσει της δικαιoδoσίας-
(α) δι' ης περιβέβληται δυvάμει της παραγράφoυ (α) τoυ άρθρoυ 19 θα εφαρμόζη, τηρoυμέvωv τωv διατάξεωv τωv παραγράφωv (γ) και (ε) τoυ εδαφίoυ (1), τo υπό τoυ Αvωτάτoυ Δικαστηρίoυ της Δικαιoσύvης εv Αγγλία, εv τη ασκήσει της επί vαυτικώv υπoθέσεωv δικαιoδoσίας αυτoύ εφαρμoζόμεvov κατά τηv πρo της ημέρας αvεξαρτησίας ημέραv δίκαιov, ως θα ετρoπoπoιείτo τoύτo διά vόμoυ της Δημoκρατίας