ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2022:A109
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 309/14)
16 Μαρτίου, 2022
[ ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ΣΑΝΤΗΣ, Δ/στές]
ΧΧΧ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Εφεσείουσας,
v.
ERMES DEPARTMENT STORES PLC,
Εφεσίβλητων.
.....
Π. Κονταξής, για Ανδρέας Μ. Σοφοκλέους & Σία ΔΕΠΕ, για Εφεσείουσα.
Ε. Αρότη (κα), για Σπύρος Αρότης-Έλενα Αρότη & Συνεργάτες, για Εφεσίβλητους.
....
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί
από τον Σάντη, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΑΝΤΗΣ, Δ.: Η έφεση αφορά σε απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών («η Πρωτόδικη Απόφαση») - στην Υπόθεση/Αίτηση Αρ. 243/09, με ημερομηνία καταχώρισης 26.6.09 («η Αίτηση») - διά της οποίας απορρίφθηκε αξίωση της Αιτήτριας («η Εφεσείουσα») για καταβολή αποζημιώσεων εξαιτίας της παράνομης απόλυσης της από τους Καθ' ων η Αίτηση-εργοδότες («οι Εφεσίβλητοι»).
Η Εφεσείουσα προσλήφθηκε στην υπηρεσία των Εφεσίβλητων την 26.10.87 ως πωλήτρια στο κατάστημα τους (Debenhams Apollon) στην Λεμεσό.
Μετά, προάχθηκε σε υπεύθυνη ομάδας (Team Leader-Supervisor) για τα τμήματα στο ισόγειο του Debenhams Apollon (εκτός από την υπεραγορά).
Την 15.4.09 τέθηκε σε διαθεσιμότητα, λόγω των ερευνών εναντίον της από τους Εφεσίβλητους για «. παραπτώματα και παραβιάσεις που έγιναν στο κατάστημα όπου εργάζεστε.» (η περικοπή είναι αυτούσια όπως και οι άλλες που ακολουθούν).
Την 23.4.09 απολύθηκε γραπτώς.
Ο άμεσος τερματισμός οφειλόταν «. σε σοβαρή παράβαση εσωτερικών κανονισμών της Εταιρείας.», με τις παραβάσεις να διαπράττονται «. κατά επανάληψη.».
Σύμφωνα με την εκδοχή των Εφεσίβλητων - την οποία αμφισβήτησε η Εφεσείουσα - η τελευταία ενεργούσε, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και την ίδια στιγμή, ως πελάτης και ταμίας κατά την εκτέλεση της εργασίας της, με την ενέργεια αυτή να απαγορεύεται ρητώς από τους εσωτερικούς κανονισμούς των Εφεσίβλητων (τους οποίους ήξερε η Εφεσείουσα).
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, απέρριψε τη μαρτυρία της Εφεσείουσας - σε αντίθεση εκείνης των Εφεσίβλητων - απολήγοντας πως οι Εφεσίβλητοι ενήργησαν ως θα «. ενεργούσε ο συνετός λογικός εργοδότης στη βάση των στοιχείων που είχε ενώπιον του πριν τη λήψη της τελικής του απόφασης .», και ότι η απόλυση της Εφεσείουσας «. είναι νόμιμη και δικαιολογημένη εντός των πλαισίων του Νόμου (εδάφια (i) και (v) της παραγράφου (στ) του άρθρου 5 του Νόμου) και της νομολογίας.».
Η Εφεσείουσα προσβάλλει την Πρωτόδικη Απόφαση με εννέα λόγους έφεσης (και δη τους λόγους έφεσης 1-7 και 9-10), έχοντας αποσύρει στο στάδιο της προδικασίας τον λόγο έφεσης 8.
Σε πρώτο στάδιο, θα περιοριστούμε σε συγκεφαλαίωση των λόγων έφεσης, για να δώσουμε, αδρομερώς, το στίγμα των εναντιώσεων της Εφεσείουσας προς την Πρωτόδικη Απόφαση.
Αυτό, θα συμβάλει στην καλύτερη κατανόηση των όσων έπονται.
Με τον λόγο έφεσης 1, η Εφεσείουσα προτάσσει ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα θεώρησε ορθό τον άμεσο τερματισμό της απασχόλησης εφόσον πουθενά στη σύμβαση εργοδότησης «. ή στους Κανονισμούς καίτοι περισσότερο με την μαρτυρία και τα γεγονότα που τέθηκαν από τους Καθ' ων η αίτηση δεν γνωστοποιούνταν στους εργοδοτούμενους οι συνέπειες της μη συμμόρφωσης με τους εν λόγω κανονισμούς.». Περιπλέον, το Πρωτόδικο Δικαστήριο λαθεμένα έκρινε ως σωστό τον τερματισμό, αφού δεν εκτίμησε τη γενική εργασιακή συμπεριφορά που διαχρονικώς επεδείκνυε η Εφεσείουσα «. καίτοι περισσότερο την περίοδο υπηρεσίας της προτού καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ήταν νόμιμη η απόλυση της και χωρίς να λάβει υπόψη του την αρχή της λογικότητας.» (λόγος έφεσης 2). Επιπλέον, το Πρωτόδικο Δικαστήριο «. εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δόθηκε στην Αιτήτρια το δικαίωμα Ακροάσεως και επομένως εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι . στις 15/04/2009 παρέλειψε να αναφέρει τον λόγο που υπήρχε ο κωδικός της κατά την διενέργεια των συναλλαγών που φαίνονται στα Τεκμήρια 3 και 10» (λόγος έφεσης 3). Προσθέτως, κακώς έκρινε πως οι Εφεσίβλητοι τήρησαν «. μια σωστή διαδικασία πριν τον άμεσο τερματισμό της απασχόλησης της Αιτήτριας» (λόγος έφεσης 4), αλλά και εσφαλμένως εξέδωσε απόφαση υπέρ των Εφεσίβλητων «. για παράβαση των εσωτερικών κανονισμών των Καθ' ων η Αίτηση» (λόγος έφεσης 5), απολήγοντας ότι η συμπεριφορά της Εφεσείουσας ήταν τέτοια ώστε να δικαιολογείται η άμεση απόλυση της (λόγοι έφεσης 6 και 7). Πράττοντας τοιουτοτρόπως, το Πρωτόδικο Δικαστήριο απέτυχε «. να λάβει υπόψη του πραγματικά περιστατικά και γεγονότα» (λόγος έφεσης 9), καταλήγοντας, διαπράττοντας και πάλι λάθος, στο ότι η απόλυση της Εφεσείουσας «. είναι εντός του εύρου των αντιδράσεων του μέσου λογικού εργοδότη» (λόγος έφεσης 10).
Διεξήλθαμε δεόντως τις αγορεύσεις των μερών.
Αποτιμήσαμε προσέτι καθετί που τέθηκε ενώπιον μας.
Ένεκα περιεχομένου, είναι δυνατή η ομαδοποίηση των λόγων έφεσης.
Οι λόγοι έφεσης 1-7 και 10 σχετίζονται με τον τερματισμό της απασχόλησης της Εφεσείουσας και όσων τον περιστοίχισαν ως ουσία και διαδικασία.
Ο λόγος έφεσης 9 αφορά, υπό ένα γενικότερο πρίσμα, στην πρωτόδικη αξιολόγηση της γραπτής και προφορικής μαρτυρίας.
Τούτος ο λόγος έφεσης, ως εκ της φύσης του, θα εξεταστεί από μόνος του.
Αρχίζουμε από αυτόν.
Το σκεπτικό για την επιλογή θα διαφανεί αμέσως.
Αναφορικώς λοιπόν προς τον λόγο έφεσης 9 - διά του οποίου η Εφεσείουσα διατείνεται πως πλημμελώς απορρίφθηκε η Αίτηση καθότι παραγνωρίστηκαν πραγματικά περιστατικά και γεγονότα από το Πρωτόδικο Δικαστήριο - η δικηγόρος των Εφεσίβλητων υποστήριξε ότι κατά πάγια νομολογία «. το Εφετείο ουδέποτε επεμβαίνει στα ευρήματα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου σε θέματα σχετικά με την αξιολόγηση της δοθείσας μαρτυρίας εκτός, φυσικά, περιορισμένων εξαιρέσεων.» και πως τέτοια επέμβαση γίνεται όταν «. η αξιολόγηση και τα στηριζόμενα σε αυτήν ευρήματα του Δικαστηρίου είναι ενάντια στη λογική αλλά και όπου δεν δικαιολογούνται από την ενώπιον του μαρτυρία .», και ότι στην «. παρούσα υπόθεση δεν προκύπτουν τέτοια ζητήματα».
Η θέση των Εφεσίβλητων είναι κατά βάσιν ορθή, πλην όμως, με κατά νουν τις προβλέψεις του Άρθρου 12(11Α) του Περί Ετησίων Αδειών Μετ' Απολαβών Νόμου 8/67, υπολείπεται πολύ της εξειδικευμένης θεώρησης που απαιτείται σε εφέσεις όπως η παρούσα.
Για τούτη την περί αρχών πτυχή, αποφανθήκαμε στην Στέγη Ευγηρίας «Αρχάγγελος Μιχαήλ» Καϊμακλίου ν. Αργυριάδου, Π.Ε. 32/14, ημ. 29.9.21, ECLI:CY:AD:2021:A430 και στην Terra Santa College v. Παπαπαρασκευά και Άλλου, Π.Ε. 93/13, ημ. 21.12.20 - και υστερότερα στην Kallinika Developing Limited v. Γεωργίου και Άλλης, Π.Ε. 383/14, ημ. 12.10.21, ECLI:CY:AD:2021:A451 - υπογραμμίζοντας και τα εξής:
«.......................................
Πράγματι, ο προβαλλόμενος πρώτος λόγος έφεσης, άπτεται της αξιολόγησης των μαρτύρων και της μαρτυρίας από το Πρωτόδικο Δικαστήριο, δίχως να προκύπτει κάτι που θα μπορούσε να δικαιολογήσει ένταξη του λόγου αυτού ως νομικού σημείου κατά τις επιταγές του άρθρου 12 (11Α) του Περί Ετησίων Αδειών Μετ' Απολαβών Νόμου 8/67, έτσι ώστε, δεόντως πλέον, να θεωρηθεί το παράπονο των Εφεσειόντων ως επιτρεπτή αφετηρία αναθεώρησης και ανατροπής των επίδικων ευρημάτων (Παυλίδης ν Depfa Bank Public Limited Company και Άλλων, ΠΕ 198/14, ημ. 18.11.20, ECLI:CY:AD:2020:A391, Αντέννα Λτδ ν Κωνσταντίνου (2010) 1(Α) ΑΑΔ 392).
Το τι συνθέτει νομικό σημείο, δεν είναι πάντα εύκολο να οριστεί και να προσδιοριστεί. Κατά τη νομολογία δεν φαίνεται να εντάσσονται στον όρο νομικό σημείο δικαστικά ευρήματα πρωτογενών γεγονότων (Παναγιώτης Κουντουρίδης Λτδ ν Γεωργίου (2003) 1(Β) ΑΑΔ 980, 983), σε αντίθεση με τα δικαστικά συμπεράσματα που βασίζονται επί των ευρημάτων αυτών (In Re HadjiCostas (1984) 1 CLR 513, 519). Ως εξάγεται και από την Εκδοτικός Οίκος Δίας Δημόσια Λτδ ν Παπαχριστοδούλου (2006) 1(Α) ΑΑΔ 625, 629, δεν υπάρχει εξαντλητικός ορισμός του όρου νομικό σημείο. Ωστόσο, ο περί ου ο λόγος όρος εμφανίζεται να περιλαμβάνει, εφαρμογή του νόμου σε αναντίλεκτα γεγονότα, ερμηνεία και οριοθέτηση του νομοθετικού σκοπού, λανθασμένη άσκηση δικαστικής διακριτικής ευχέρειας ή διακριτικής εξουσίας με βάση λανθασμένες νομικές αρχές, δικαστική ενέργεια χωρίς μαρτυρία, συμπεράσματα που είναι αντίθετα ή δεν συνάδουν με την ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία αλλά και η άποψη του Δικαστηρίου επί πρωτογενών γεγονότων που δεν μπορεί ευλόγως να υποστηριχθεί. Κατ' ακολουθίαν, είναι σημαντικό να κατορθώνεται στην κάθε περίπτωση η διαφοροποίηση μεταξύ δικαστικού ευρήματος και δικαστικού συμπεράσματος, με το πεδίο πάντως να μην προσφέρεται για δογματικές προσεγγίσεις (.).
....................................».
Τα ίδια ισχύουν και εδώ (για τον λόγο έφεσης 9), επειδή ό,τι διά τούτου προσβάλλεται, άπτεται, κατ' ουσίαν, ζητημάτων αξιολόγησης μαρτυρίας από το Πρωτόδικο Δικαστήριο που δεν αφορούν σε νομικά σημεία ώστε να υπόκεινται σε έφεση, ή να μπορούν αποδεκτώς να συναπαρτίσουν έναυσμα για εφετειακή επέμβαση προς ανατροπή των ευρημάτων που προέκυψαν.
Οι λόγοι για τούτο εξηγήθηκαν.
Ο λόγος έφεσης 9 απορρίπτεται.
Προχωρούμε με τους υπόλοιπους λόγους έφεσης.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο χειρίστηκε σωστά τα εκεί εγειρόμενα ζητήματα.
Κατ' αρχάς, πραγματεύθηκε ορθώς την ισχύουσα ημεδαπή και ενωσιακή νομοθεσία και νομολογία (στις σελίδες 12-20) της Πρωτόδικης Απόφασης.
Ύστερα, με γνώμονα τις αρχές αυτές, αξιολόγησε όσα αναφύονταν από τη γραπτή και προφορική μαρτυρία.
Ενεργώντας έτσι, το Πρωτόδικο Δικαστήριο (και τούτο αφορά κυρίως στον λόγο έφεσης 1), κατέληξε ότι η Εφεσείουσα συμμετείχε σε μηνιαίες συναντήσεις του προσωπικού τού καταστήματος αλλά και σε εκπαιδευτικά σεμινάρια που διοργάνωναν οι Εφεσίβλητοι σε σχέση και προς την πιστή τήρηση και εφαρμογή των εταιρικών κανονισμών για τη χρήση του ταμείου και των καρτών Ermes - συμπεριλαμβανομένης της κάρτας ΝΚΣ (με την οποία οι υπάλληλοι λάμβαναν κατά τις αγορές τους από τα καταστήματα των Εφεσίβλητων έκπτωση ύψους 15% στα τμήματα μόδας και καλλυντικών και 5% στο «. στο grocery») - όπου επαναλαμβανόταν έντονα και σε αυστηρό ύφος από τους Εφεσίβλητους η ανάγκη για πιστή τήρηση των σχετικών κανονισμών κατά την υπαλληλική λειτουργία.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εφάρμοσε καλώς όσα συνθέτουν το πλαίσιο αντιμετώπισης παρόμοιων φαινομένων μεταξύ εργοδότη και εργοδοτούμενου.
Ο λόγος έφεσης 1 απορρίπτεται.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν παραγνώρισε - ως αντιτάσσει η Εφεσείουσα στον λόγο έφεσης 2 - «. την γενική εργασιακή συμπεριφορά που επέδειξε προηγουμένως ...», προτού αποφασίσει την απόλυση της.
Ακριβώς το αντίθετο.
Καθαρώς είναι που το Πρωτόδικο Δικαστήριο αποτύπωσε, ως γεγονός, εύρημα ότι πριν από την 15.4.09 δεν έγινε οποιαδήποτε παρατήρηση στην Εφεσείουσα «. για την εργασιακή συμπεριφορά που επεδείκνυε σε σχέση με τη διαγωγή της και την εκτέλεση των καθηκόντων της κατά την περίοδο που απασχολήθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση .».
Αυτή όμως η διάσταση πραγμάτων, δεν ήταν αρκετή για να οδηγήσει το Πρωτόδικο Δικαστήριο σε διάφορη κατάληξη για την Εφεσείουσα η οποία (ως υπέδειξε το Πρωτόδικο Δικαστήριο με αναφορά στη μαρτυρία) «. εργαζόταν κοντά τους για 22 χρόνια χωρίς οποιαδήποτε προηγούμενα προβλήματα .».
Το παράπονο της Εφεσείουσας είναι αβάσιμο.
Ο λόγος έφεσης 2 απορρίπτεται.
Με τους λόγους έφεσης 3 και 4, προβάλλεται από την Εφεσείουσα ότι τούτη δεν πληροφορήθηκε επακριβώς και ξεκάθαρα από τους Εφεσίβλητους τους λόγους που τέθηκε σε διαθεσιμότητα και πως δεν είχε την ευκαιρία να απαντήσει στις κατηγορίες που της προσάφθηκαν, πόσω δε μάλλον να ακουστεί σχετικώς προς αυτές. Προσθέτως, λέγει η Εφεσείουσα, τα όσα κατέθεσαν δύο εκ των μαρτύρων των Εφεσίβλητων (οι Σολομωνίδης και Κονναρής) για τη συνάντηση που είχαν με την Εφεσείουσα την 15.4.09 και για όσα τούς είπε όταν της παρέδωσαν την επιστολή απόλυσης διέφεραν μεταξύ τους και έτσι - δοσμένου πως το Πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία αυτή - δεν υπήρχε άλλη μαρτυρία που να συνηγορεί στο ότι «. δόθηκε δικαίωμα ακροάσεως στην Αιτήτρια».
Αυτό δεν είναι ακριβές.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, αποτιμώντας όλη τη μαρτυρία, κατέγραψε σαφώς ότι οι Εφεσίβλητοι είχαν γνωστοποιήσει στην Εφεσείουσα «. πριν την απόλυση της τα παραπτώματα που της απέδιδαν (δηλαδή τις πράξεις που είναι καταγραμμένες στα τεκμήρια 3 και 10) και στα οποία βασίστηκε η απόφαση για απόλυση της και ότι δόθηκε η ευκαιρία στην Αιτήτρια να προβάλει τη δική της θέση σε σχέση με τις πράξεις που τις αποδίδονταν με βάση το περιεχόμενο των εν λόγω τεκμηρίων .».
Εκτός τούτου, το Πρωτόδικο Δικαστήριο διατύπωσε και εύρημα για το ότι η Εφεσείουσα γνώριζε για την ύπαρξη (και περιεχόμενο) των αφορώντων κανονισμών και πως «. δεν επιτρεπόταν να ανοίγει κάποιος υπάλληλος το ταμειακό σύστημα με τους κωδικούς κάποιου άλλου υπαλλήλου .», αλλά και για το ότι όταν «. τελείωνε τις ταμειακές συναλλαγές κλείνοντας το ταμείο όφειλε να κάνει log-off και να αφαιρέσει τους κωδικούς από το ταμείο .».
Στην έκταση που τα ευρήματα αυτά συνδέονται με τη θέση της Εφεσείουσας, ως την αντιληφθήκαμε, για κακή εφαρμογή ή και αντίληψη από το Πρωτόδικο Δικαστήριο των εφαρμοζόμενων δικονομικοαποδεικτικών αρχών -και αυτό ισχύει οριζοντίως για κάθε άλλη ανάλυση που συνδέεται με τους λόγους έφεσης 1-7 και 10 - κρίνουμε πως ο λόγος έφεσης 3 δεν έχει περιθώριο επιτυχίας (βλ. Στέγη Ευγηρίας «Αρχάγγελος Μιχαήλ» Καϊμακλίου ν. Αργυριάδου, Π.Ε. 32/14, ημ. 29.9.21, ECLI:CY:AD:2021:A430).
Η διαδικασία που ακολούθησαν οι Εφεσίβλητοι για να τερματίσουν την εργοδότηση της Εφεσείουσας δεν ήταν μεμπτή και αυτό παρ' όλες τις εναντιώσεις της Εφεσείουσας διά των λόγων έφεσης 3 και 4.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε βάσει της αξιόπιστης μαρτυρίας ότι η Εφεσείουσα ενημερώθηκε καταλλήλως για όσα παραπτώματα της αποδόθηκαν και είχε την ευκαιρία να προβάλει «. συγκεκριμένα τις θέσεις της επί αυτών και να ανατρέψει ή να αποδυναμώσει την ακρίβεια των δεδομένων επί των οποίων οι Καθ' ων η αίτηση στήριξαν την απόφαση τους για απόλυση της .».
Η κρίση αυτή διαρθρώθηκε με σημείο αναφοράς αναμφισβήτητη και άλλη αξιόπιστη μαρτυρία η οποία παρατέθηκε αναλυτικά στην Πρωτόδικη Απόφαση.
Οι λόγοι έφεσης 3 και 4 απορρίπτονται.
Η Πρωτόδικη Απόφαση - σε απόκλιση από τις ανάστροφες απόψεις και παράπονα της Εφεσείουσας στους λόγους έφεσης 5, 6, 7 και 10 - δεν παρουσιάζει διαθλάσεις ή άλλα τρωτά ώστε να πλήττεται η δικαστική της συλλογιστική και αιτιολογία.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, πιστοποιώντας τη σημασία των υπό αναφοράν κανονισμών (και όσων απαγορευτικών τους συνόδευαν), αποφάνθηκε ότι η Εφεσείουσα σε έξι διαφορετικές περιπτώσεις μεταξύ 9.2.08 και 21.1.09 τους παραβίασε εξυπηρετώντας, ως ταμίας, την αδελφή της και πως οι ενέργειες της αυτές αποτελούσαν σοβαρές και επανειλημμένες παραβιάσεις των κανονισμών ως και εσκεμμένη παρακοή τους από μέρους της, σε βαθμό που η διαγωγή να δικαιολογεί την άμεση απόλυση της.
Η τελική απόφανση δομήθηκε σε στέρεο πραγματικό και νομικό βάθρο.
Μήτε και εδώ παρέχεται πεδίο για εφετειακή παρέμβαση.
Είπαμε γιατί.
Οι λόγοι έφεσης 5, 6, 7 και 10 απορρίπτονται.
Εν κατακλείδι.
Ουδείς των λόγων έφεσης ευσταθεί.
Η έφεση απορρίπτεται.
Επιδικάζουμε υπέρ των Εφεσίβλητων και εναντίον της Εφεσείουσας έξοδα ύψους €3.000,00, συν ΦΠΑ (αν υπάρχει).
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.
Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.
/κβπ