ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2022:A61
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε32/21)
15 Φεβρουαρίου, 2022
[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, Δ/στές]
xxx xxx DABABOU,
Εφεσείοντα,
ν.
1. METAQUOTES SOFTWARE LTD
2. METAQUOTES SOFTWARE CORP,
Εφεσίβλητων,
......
Π. Κούρτελλος, για Π.Ν. Κούρτελλος & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσείοντα.
Μ. Γιωρκάτζη, για Α. Γιωρκάτζης Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσίβλητους.
......
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί
από τον Σάντη, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΑΝΤΗΣ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας έφεσης είναι η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού («το Πρωτόδικο Δικαστήριο») ημερομηνίας 8.12.20 («η Πρωτόδικη Απόφαση») στην αίτηση των Εναγόμενων 2 και 3/Αιτητών («οι Εφεσίβλητοι») ημερομηνίας 10.1.20 («η αίτηση παραμερισμού»), να ακυρώσει και παραμερίσει ενδιάμεσο προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 29.7.16 («το Διάταγμα») «. στον βαθμό που αφορά στον διορισμό εμπειρογνώμονα και την διεξαγωγή ηλεκτρονικής έρευνας από αυτόν και των παρεπόμενων θεμάτων, ως προνοείται από τις παραγράφους Ε, ΣΤ, Ζ, Η, Θ, Ι και Λ αυτού .» (η περικοπή είναι αυτούσια όπως και οι άλλες στο ανά χείρας κείμενο).
Το Διάταγμα είχε εκδοθεί έπειτα από μονομερή αίτηση του Ενάγοντα/Αιτητή («ο Εφεσείων») ημερομηνίας 8.12.14 («η μονομερής αίτηση»). Διά αυτής, ο Εφεσείων πέτυχε στις 9.12.14 την εξ πάρτε έκδοση διατάγματος φίμωσης (gagging order). Κατά τα άλλα, η μονομερής αίτηση (και όσα έτερα διατάγματα ζητούνταν) διατάχθηκε από το Δικαστήριο να επιδοθεί. Ύστερα από ακροαματική διαδικασία, το Δικαστήριο αποφάσισε την 29.7.16 την έκδοση σειράς διαταγμάτων αποκάλυψης και επικουρικού διατάγματος διορισμού (κοινής αποδοχής) ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα ηλεκτρονικών υπολογιστών για να διασφαλιστεί έτσι η συμμόρφωση και υλοποίηση της αποκάλυψης. Η περί ης ο λόγος απόφαση επικυρώθηκε από το Εφετείο (βλ. Metaquotes Software Ltd και ’λλων ν. Dababou, Π.Ε. Ε324/16, ημ. 14.11.18).
Ο Ενάγων/Καθ' ου η Αίτηση («ο Εφεσείων») βάλλει κατά της Πρωτόδικης Απόφασης με έξι (εκτενείς) λόγους έφεσης, το περιεχόμενο των οποίων σύγκειται στο ότι η Πρωτόδικη Απόφαση πάσχει αφού δεν ικανοποιούνταν οι απαιτήσεις της ισχύουσας νομοθεσίας και νομολογίας, δοσμένου (μεταξύ άλλων) πως το διάταγμα εκδόθηκε διά κλήσεως (λόγοι έφεσης 1, 2 και 3), ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο αγνόησε το δικονομικό ιστορικό της Αγωγής (λόγος έφεσης 4), ερμηνεύοντας εσφαλμένως και τα επίμαχα περιστατικά και μαρτυρία (λόγοι έφεσης 5 και 6).
Μελετήσαμε τα επιμελή περιγράμματα των ευπαίδευτων δικηγόρων.
Αναφορικώς προς τα ουσιώδη γεγονότα της υπόθεσης, υπήρξε σημαντική διάσταση μεταξύ των διαδίκων. Αυτή η απόκλιση εστιάστηκε, βασικώς, σε όσα έτειναν να καταδείξουν, αναλόγως της περίπτωσης, το κατά πόσον την ευθύνη για τη μη τήρηση του Διατάγματος την είχε ο Εφεσείων ή οι Εφεσίβλητοι (ή ακόμη και τρίτοι).
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι ο Εφεσείων είχε υποχρέωση λήψης των απαραίτητων μέτρων προς ολοκλήρωση της διαδικασίας που προβλεπόταν στο Διάταγμα και πως ο μακρύς χρόνος που το τελευταίο βρισκόταν σε ισχύ χωρίς να τηρηθεί από τον Εφεσείοντα, καλούσε σε ακύρωση και παραμερισμό του.
Αυτά, μας εισαγάγουν στους λόγους έφεσης 1, 2 και 5.
Διά αυτών, ο Εφεσείων προσβάλλει την ορθότητα της Πρωτόδικης Απόφασης και την επακόλουθη άσκηση διακριτικής ευχέρειας από το Πρωτόδικο Δικαστήριο.
Ένα εκ των κυριότερων παραπόνων του Εφεσείοντα (στο πλαίσιο των λόγων έφεσης 1 και 2), είναι και το ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο δόμησε και διάρθρωσε τη συλλογιστική του στη βάση πλανεμένης εντύπωσης πως το Διάταγμα είχε εκδοθεί μονομερώς και όχι, κατά πραγματικότητα, έπειτα από ακρόαση στο διά κλήσεως στάδιο.
Συγκλίνουμε με τις θέσεις του Εφεσείοντα.
Ταυτοχρόνως, αποκλίνουμε από τις αντιρρήσεις των Εφεσίβλητων.
Εξηγούμε.
Αρχίζουμε από όσα συνέθεσαν αιτιολογικώς την πρωτόδικη κρίση.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο είπε (οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας):
«...............................
Παρά το γεγονός ότι η προαναφερόμενη υπόθεση - εννοώντας την Louis Vuitton v. Δέρμοσακ Λτδ και ’λλης (1992) 1 Α.Α.Δ. 1453 - αφορούσε σε καθυστέρηση από μέρους των Εναγόντων να καταχωρίσουν Έκθεση Απαιτήσεως, εντούτοις θεωρώ ότι η αρχή που προκύπτει τυγχάνει εφαρμογής κατ' αναλογία και στην παρούσα. Διαφαίνεται από την Νομολογία ότι ο ενάγοντας ο οποίος εξασφαλίζει μονομερώς διάταγμα έχει την υποχρέωση να λάβει όλα τα μέτρα ώστε αυτό να εκκρεμεί σε ισχύ μόνο για όσο χρόνο είναι απαραίτητο. Αντίθετη συμπεριφορά οδηγεί στο ότι η έκδοση του ενδιάμεσου διατάγματος αποτελούσε αυτοσκοπό.
.................................
Υποχρέωση του Ενάγοντα ήταν να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα προς ολοκλήρωση της διαδικασίας που προβλέπετο στο Διάταγμα, και δεν δύναται ένα Διάταγμα να παραμένει σε ισχύ από το 2014, ή έστω την 14.11.2018 που εξεδόθη η απόφαση στην Έφεση, χωρίς ο Ενάγοντας να έχει μεριμνήσει να λάβει όλα τα απαραίτητα διαβήματα για διορισμό εμπειρογνώμονα. Ειδικά αφού οι Εναγόμενες αρ. 2 και 3 συγκατατέθηκαν στον διορισμό της επιλογής που ο ίδιος ο Ενάγοντας πρότεινε, προέβησαν στην καταχώριση Ένορκης Δήλωσης Αποκάλυψης (.).
.................................
Παραθέτω απόσπασμα από την απόφαση Capman Holdings Limited v. Ismatov Andrey Zayniyevich (2013) 1 A.A.Δ. 1105 όπου αναφέρθηκαν τα εξής:
«Στο τέλος της ημέρας, πρέπει να δοθεί τέτοια ερμηνεία στο ’ρθρο 9(3),[1] ώστε να συνάδει και με τον άλλο αναπτυχθέντα νομολογιακό κανόνα ότι δεν νοείται να εξασφαλίζεται προσωρινό διάταγμα ως αυτοσκοπός και μετά να μην προωθείται η ίδια η αγωγή από τον ενάγοντα. Το εξασφαλισθέν με αυτό τον στόχο προσωρινό διάταγμα αυτοδικαίως ακυρώνεται διότι θεωρείται κατάχρηση διαδικασίας, (δέστε τις υποθέσεις Vuitton v. Δέρμοσακ Λτδ κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 1453, Goody's Evagorou Ltd v. Lani Restaurants Ltd (1998) 1 Α.Α.Δ. 1572, Rousounides & Soteriou Trading Ltd v. Κ.Ο.Τ. (2002) 1 Α.Α.Δ. 1274, ’κης (Μεταφορές Δεμάτων Εξπρές) Λτδ ν. C. Koukkouris Trading Co Ltd, εμπορευόμενοι υπό την επωνυμία Akis Express (1998) 1 Α.Α.Δ. 149 και Κίτσιος κ.ά. ν. A.C. Kitsios Motors Ltd διά του Επίσημου Παραλήπτη ως Εκκαθαριστή της Εταιρείας κ.ά. (2010) 1 Α.Α.Δ. 1262).
................................
Όπως εξηγείται γενικά από τη νομολογία, τα προσωρινά διατάγματα και μάλιστα επί μονομερούς βάσεως, δεν πρέπει να εκδίδονται παρά με εξαιρετική φειδώ και όταν υπάρχει πραγματική επείγουσα ανάγκη να παρακαμφθεί το σύνηθες μέτρο που είναι η ακρόαση αμφοτέρων των διαδίκων. Εύστοχα είναι τα σχετικά σχόλια του Χατζηχαμπή, Δ., στη Θεοφάνους (2010) 1 Α.Α.Δ. 234. Στον David Bean: Injuctions - ανωτέρω - καταγράφονται στις σελ. 66-69, παρ. 5.04-5.09, οι εξαιρετικές περιστάσεις που χρειάζονται για να αποταθεί διάδικος στο Δικαστήριο για την παροχή προσωρινής και ex parte προστασίας. Η προσωρινότητα του μέτρου και το επείγον του, είναι ακριβώς καταλυτικά κριτήρια στην παροχή τέτοιας δραστικής θεραπείας. Η παράλειψη επομένως της προσπάθειας, έστω, να επιδοθεί το διάταγμα στον εναγόμενο 1, είναι ενάντια στην ίδια τη φύση της παροχής της προσωρινής προστασίας. Όπως αναφέρεται και στη σελ. 72, παρ. 5-17, του πιο πάνω συγγράμματος:
«A claimant who has obtained an interim injunction without notice is under an obligation to apply to the Court for the earliest appropriate date for the hearing of the application. If he delays to do so and the delay is inordinate and inexcusable the Court will ordinarily dismiss the application and thus discharge the injunction».
.................................».
Προκύπτει από την περικοπή (και το καταγράφουμε αυτό με κάθε σεβασμό προς το Πρωτόδικο Δικαστήριο), ότι διέλαθε την προσοχή του πως, όντως, το Διάταγμα δεν είχε εκδοθεί άνευ ειδοποιήσεως αλλά μετά από ακρόαση τής μονομερούς αίτησης - που ως εκ της επίδοσης της είχε μετατραπεί σε διά κλήσεως (βλ. Μαρκιτανής ν. Μουτζούρη (2000) 1(Β) Α.Α.Δ. 923, 934-935) - και πάντως (και ασχέτως τούτου), όχι το 2014 (αφού το Διάταγμα εκδόθηκε την 29.7.16).
Το γεγονός ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο στην πρώτη παράγραφο της απόφασης του ανέφερε ρητώς πως ο Δικαστής που «. επιλήφθηκε της αιτήσεως εξέδωσε μονομερώς το αιτούμενο Διάταγμα Φίμωσης και όρισε τα λοιπά αιτητικά για επίδοση .» και ότι «. επιφυλάχθηκε απόφαση στην αίτηση σε σχέση με τους Εναγόμενους αρ. 2, 3 και 4, η οποία εξεδόθη την 29.7.16 .» και πως με την απόφαση «. πέραν της έκδοσης διαταγμάτων αποκάλυψης τύπου Norwich Pharmacal, εξεδόθηκε διάταγμα για διορισμό εμπειρογνώμονα ηλεκτρονικών υπολογιστών .», μολονότι αποτιμήσιμο, δεν αμβλύνει υπό τις περιστάσεις την αντικειμενική διαπίστωση πως, τελικώς, το Πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε σε εφαρμογή αρχών απτόμενων της έκδοσης μονομερών διαταγμάτων και όχι διά κλήσεως.
Παρενθέτουμε - παραμένοντας στην ίδια θεματική - πως μία εκ των δύο αποφάσεων που επέλεξε να προτάξει το Πρωτόδικο Δικαστήριο - ήτοι η Ελευθερίου ν. Λαϊκού Καφεκοπτείου Δημόσια Λτδ (2014) 1 Α.Α.Δ. 244, ECLI:CY:AD:2014:A50 - προς θεμελίωση τού ότι η έκδοση προσωρινών διαταγμάτων θέτει στους ώμους του διάδικου που τα εξασφαλίζει, την υποχρέωση να προωθεί την υπόθεση επί της ουσίας το συντομότερο δυνατόν (ειδάλλως η προς τούτο καθυστέρηση εκ πλευράς του μπορεί να οδηγήσει «. στον τερματισμό των προσωρινών διαταγμάτων με το σκεπτικό ότι η συνέχιση τους θα συνιστούσε κατάχρηση της διαδικασίας .»), αναδεικνύει έτι περισσότερον την κατάσταση που περιγράφουμε. Αυτό, γιατί, επίδικο αντικείμενο τής υπό αναφοράν απόφασης ήταν η έκδοση διατάγματος μονομερώς.
Κατ' ακολουθίαν, όσα αναπτύχθηκαν προς επίρρωση της αφορώσας αιτιολογίας από το Πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν βασίστηκαν μονάχα επί λανθασμένων για την περίπτωση αρχών, αλλά άφησαν συγχρόνως και στερημένη ανάλογης εξήγησης την όποια επίδραση είχε ή θα μπορούσε να έχει στα δικαιώματα των Εφεσίβλητων η συζητούμενη καθυστέρηση, όπως και η κατ' ισχυρισμόν παράλειψη του Εφεσείοντα να συμμορφωθεί προς το Διάταγμα.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο στην κατά τα άλλα ευσύνοπτη και επιμελή απόφαση του, δεν ενέταξε τα υπό συζήτησιν υπό τον φακό τής κατ' αναλογίαν εφαρμογής των αρχών που πραγματεύθηκε (για τις μονομερείς αιτήσεις), στις περιπτώσεις έκδοσης διαταγμάτων κατόπιν ακρόασης σε διά κλήσεως αίτηση.
Αν έπραττε έτσι, πιθανώς να ενέτασσε την όλη προβληματική και υπό διαφορετικό πρίσμα.
Επί τούτω, παραπέμπουμε και στα όσα υπέδειξε το Εφετείο στην Rapp v. Sinden και ’λλου, Π.Ε. Ε191/14, ημ. 20.3.20, τα οποία θεωρούμε συναφή με όσα εν προκειμένω αναλύονται:
«...............................
Το γεγονός ότι αίτηση καταχωρείται με κλήση, δεν καθιστά την καθυστέρηση στην διεκδίκηση παρεμπίπτοντος διατάγματος παράμετρο αδιάφορη. Η καθυστέρηση μπορεί να έχει καταλυτική σημασία και να ανατρέπει το στοιχείο του κατεπείγοντος που συνιστά δικαιοδοτικό όρο στην περίπτωση που το διάταγμα ζητείται με μονομερή αίτηση ή να αναδεικνύει πως το ζήτημα κατάληξε να είναι επείγον ως αποτέλεσμα αυτής της ιδίας της καθυστέρησης. Ωστόσο, η καθυστέρηση έχει και αφ' εαυτής σημασία, ασύνδετη με το στοιχείο του κατεπείγοντος. Στο σύγγραμμα των Γ. Ερωτοκρίτου & Π. Αρτέμη, «Διατάγματα Injunctions», 2016, σελ.21, αναφέρεται ότι «Το θέμα της καθυστέρησης , ως δικαιοδοτικός όρος δυνάμει του άρθρου 9 του Κεφ.6, δεν πρέπει να συγχέεται με το θέμα της καθυστέρησης που λαμβάνεται υπόψη κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου, ως μέρος των γενικότερων αρχών του δικαίου της επιείκειας.» (βλ. Πλακίδη ν. Nomisko Developers Ltd (2010) 1(Α) Α.Α.Δ. 577, 584).
..............................».
Παρομοίως, στην Goody's Evagorou Ltd ν. Lani Restaurants Ltd (1998) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1572, 1574-1576, το Εφετείο υιοθετώντας ανάλογα σχόλια στην Louis Vuitton ν. Δέρμοσακ και ’λλης (1992) 1(Β) Α.Α.Δ. 1453, 1465-1466, διαπίστωσε ότι η επιδιωκόμενη ενδιάμεση θεραπεία, έστω και με διά κλήσεως αίτηση, δεν αποτελούσε αυτοσκοπό και ότι με την καθυστέρηση υπήρξε εκτροπή και αλλότρια χρήση των διαδικασιών.
Επαναλαμβάνουμε - και υπερθεματίζουμε - τα πιο πάνω.
Προχωρούμε στο διά ταύτα.
Εκ των ζητούμενων στην τρέχουσα διαδικασία, είναι η διαπίστωση τού αν το Πρωτόδικο Δικαστήριο ενάσκησε διακριτική ευχέρεια εκτός των παρεχόμενων νομοθετικών και νομολογιακών παραμέτρων και αν ο επηρεαζόμενος διάδικος αδικήθηκε πασιφανώς εξαιτίας και του ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο ενήργησε υπό πλάνη νόμου και γεγονότων (βλ. CJSC 'TV Company Stream" και ’λλων v. Content Union S.A. Π.Ε. Ε34/18, ημ. 8.4.21, Apl Alexander Promotions Ltd και ’λλων v. Gerlington Ltd και ’λλων, Π.Ε. Ε40/15, ημ. 31.8.18, Γρηγορίου και ’λλοι ν. Χριστοφόρου και ’λλων (1995) 1 Α.Α.Δ. 248, 267, Σιακόλας ν. Federal Bank of Lebanon (1992) 1 A.A.Δ. 710, 718, Αρέστη ν. Ηλία (1991) 1 Α.Α.Δ. 984, 988-989).
Όλα αυτά, ως παρεκκλίσεις, ισχύουν στην ενεστώσα περίπτωση.
Επεξηγήσαμε γιατί.
Οι λόγοι έφεσης 1 και 2 επιτυγχάνουν.
Δεδομένου τούτου - και ένεκα της διαταγής που ακολουθεί - δεν είναι αναγκαίο να ασχοληθούμε με τους εναπομείναντες λόγους έφεσης.
Η έφεση επιτυγχάνει στην έκταση που είπαμε.
Διατάζουμε την κατά προτεραιότητα επανεκδίκαση της αίτησης παραμερισμού από άλλον/άλλην Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, αφού, ως εκ της φύσης της αίτησης παραμερισμού αλλά και όσα τη συνέθεσαν εξ απόψεως γεγονότων και μαρτυρίας, καθιστούν στην προκειμένη περίπτωση, αδύνατη την απόφανση επί της ουσίας της από το Εφετείο (βλ. Trafalgar Developments Ltd και ’λλων v. Uralchem P.L.G. και ’λλων, Π.Ε. 33/17, ημ. 21.2.19, Wunderlich και ’λλων v. Παναγιώτου (1999) 1(Α) Α.Α.Δ. 366, 382-383, Lakatamitis v. Theodorou (1983) 1(B) C.L.R 520, 525).
Επιδικάζουμε υπέρ του Εφεσείοντα και εναντίον των Εφεσίβλητων, έξοδα ύψους 3,000,00, πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει.
Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας θα παραμείνουν στην πορεία της αίτησης παραμερισμού.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.
/κβπ
[1] «(3) Κανένα διάταγ΅α το οποίο εκδόθηκε χωρίς ειδοποίηση δεν θα παρα΅ένει σε ισχύ για χρόνο ΅αγαλύτερο από τον αναγκαίο για επίδοση ειδοποίησης γι' αυτό σε όλους όσους επηρεάζονται από αυτό και για παροχή δυνατότητας σε αυτούς να ε΅φανιστούν ενώπιον του ∆ικαστηρίου και ενστούν σε αυτό· κάθε τέτοιο διάταγ΅α παύει να ισχύει, ΅ετά τη λήξη της περιόδου αυτής, εκτός αν το ∆ικαστήριο, αφού ακούσει τους διαδίκους ή οποιοδήποτε από αυτούς, διατάξει διαφορετικά· και κάθε τέτοιο διάταγ΅α τυγχάνει ΅εταχείρισης κατά την αγωγή όπως το ∆ικαστήριο κρίνει δίκαιο». Η υποσημείωση είναι δική μας.