ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παναγή, Περσεφόνη Μ. Καούλας για Δημητρίου amp;amp;amp; Δημητρίου ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα/Εκζητούμενο. Θ. Παπακυριακού (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο/Αιτητή. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2022-01-31 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο DYDI v. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Έφεση Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης Αρ. 1/2022, 31/1/2022 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2022:D31

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Έφεση Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης Αρ. 1/2022)

 

31 Ιανουαρίου, 2022

 

[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Π.]

[Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ,  Δ/στές]

 

xxx DYDI,

Εφεσείων/Εκζητούμενος

ν.

 

ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητου/Αιτητή

_________________________

Μ. Καούλας για Δημητρίου & Δημητρίου ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα/Εκζητούμενο.

Θ. Παπακυριακού (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,  για τον Εφεσίβλητο/Αιτητή.

________________________

     ΠΑΝΑΓΗ, Π.:   Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα   δοθεί από τον Ι. Ιωαννίδη, Δ.

_______________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

     ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.:     Η Κυπριακή Αστυνομία δυνάμει Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης (ΕΕΣ) συνέλαβε τον Εκζητούμενο/Εφεσείοντα στις 8.11.2021 και ώρα 09.12.  Η σύλληψη του έλαβε χώρα στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας όπου αυτός είχε μεταφερθεί από τις Κεντρικές Φυλακές όπου εξέτιε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης (η μεγαλύτερη εκ των οποίων ήταν 17 έτη) που του είχαν επιβληθεί από το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας στις 8.9.2021 στα πλαίσια της Ποινικής Υπόθεσης με αρ. 19517/19.   Η ποινή φυλάκισης των 17 ετών του επιβλήθηκε για το αδίκημα της απόπειρας φόνου (άρθρο 214(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154).

 

     Το Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης είχε εκδοθεί στις 10.6.2015 από το Επαρχιακό Δικαστήριο Zilina της Δημοκρατίας της Σλοβακίας (District Court Zilina, Slovak Republic), με σκοπό τη σύλληψη και παράδοση του στις Αρχές της Σλοβακίας για να εκτίσει ποινή φυλάκισης 8 ετών που του είχε επιβληθεί από το πιο πάνω Δικαστήριο.   Τα διαπραχθέντα αδικήματα αφορούσαν σε εκβιασμό, εξαναγκασμό, απειλή, χρήση βίας, κατοχή και απειλή χρήσης πυροβόλου όπλου, και χρήση μηχανοκίνητου οχήματος χωρίς την άδεια του ιδιοκτήτη.   Ο Εκζητούμενος/Εφεσείων είχε ενημερωθεί για την δίκη που εκκρεμούσε εναντίον του αφού ήταν παρών κατά τις ημερομηνίες που αυτή ήταν ορισμένη για ακρόαση.  Από ένα σημείο και μετά, αυτός δεν παρουσιάστηκε στη δίκη του, παρόλο που γνώριζε για τις επόμενες προγραμματισμένες ημερομηνίες ακρόασης, με αποτέλεσμα η δίκη να προχωρήσει στην απουσία του.   Κατά την εκφώνηση της δικαστικής απόφασης, ήταν παρών ο συνήγορος του, ο οποίος στη συνέχεια καταχώρισε έφεση προσβάλλοντας την πρωτόδικη απόφαση. Η Έφεση όμως απορρίφθηκε.      

 

    Ο Εφεσείων/Εκζητούμενος αμέσως μετά τη σύλληψη του οδηγήθηκε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στα πλαίσια της Αίτησης αρ. 11/21.   Δεν συγκατατέθηκε στην έκδοση του και η υπόθεση οδηγήθηκε σε ακρόαση.  Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, στα πλαίσια της ακροαματικής διαδικασίας που διεξήχθη, εξέτασε τη νομική πτυχή της Αίτησης, και υπό το φως της Νομολογίας, κατέληξε, στη βάση και της αξιόπιστης μαρτυρίας, πως όλες οι εισηγήσεις του ευπαίδευτου συνηγόρου του Εκζητούμενου/Εφεσείοντα ήταν αβάσιμες.  Εν κατακλείδι, βρήκε ότι συνέτρεχαν όλες οι προϋποθέσεις του περί Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης και των Διαδικασιών Παράδοσης Εκζητουμένων Μεταξύ των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νόμου του 2004, Ν. 133(Ι)/2004, και διέταξε την εκτέλεση του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης.  Διέταξε επίσης:

 

«Στη βάση του άρθρου 30(1) του Ν. 133(Ι)/2004, την αναβολή της παράδοσης του εκζητούμενου μέχρι:

 

Α)  να εκτίσει την ποινή που του έχει επιβληθεί από το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας στην Ποινική Υπόθεση 19517/19, ή

 

Β) σε περίπτωση που, το Ανώτατο Δικαστήριο, στα πλαίσια της Ποινικής Έφεσης 155/21 διατάξει ακύρωση της καταδίκης ή διαφοροποίηση της ποινής που του έχει επιβληθεί, μέχρι τη συγκεκριμένη ημερομηνία ακύρωσης ή έκτισης της τελικής ποινής που θα επιβληθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο.

 

Ακολούθως, διατάσσεται όπως ακολουθηθούν οι πρόνοιες του άρθρου 29(1) του Νόμου.

 

Ο εκζητούμενος στο μεταξύ να παραμείνει υπό κράτηση.»

 

 

 

    Με την υπό εκδίκαση Έφεση, αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, η οποία, οφείλουμε να πούμε, είναι δεόντως αιτιολογημένη.   Δύο είναι οι λόγοι έφεσης που παρέμειναν.   Τους παραθέτουμε αυτολεξεί:

 

 

          «1ος Λόγος Έφεσης.

 

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα εξέλαβε την απουσία τοποθέτησης της Κεντρικής Αρχής για ανάληψη υποχρέωσης εκτέλεσης της ποινής του Εφεσείοντα στην Κύπρο ως άρνηση, καθότι εκ της συμπεριφοράς της η Κεντρική Αρχή αποδέχθηκε τη μεταγωγή του Εφεσείοντα στην Κύπρο για έκτιση της ποινής του στις άλλες δύο ταυτόχρονα εκκρεμούσες αιτήσεις εκτέλεσης Ευρωπαϊκών Ενταλμάτων που αφορούσαν επίσης τη Σλοβακία.

 

2ος Λόγος ΄Εφεσης.

 

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν στάθμισε τα δικαιώματα του Εφεσείοντα ως διασφαλίζονται από το άρθρο 5 και 6 της ΕΣΔΑ, εν σχέση με το κατά πόσο η έκδοση του Εφεσείοντα στην βάση όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του θα  ήταν άδικη και/ή κατά παράβαση του Νόμου και/ή της απόφασης πλαίσιο και/ή των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων του εκζητούμενου προσώπου και δεν προχώρησε στην άρνηση εκτέλεσης του ΕΕΣ στη βάση των ενώπιον του δεδομένων.»

 

 

 

     ΄Εχοντας κατά νου την αιτιολογία των δύο λόγων έφεσης, συμφωνούμε με την ευπαίδευτη συνήγορο του Εφεσίβλητου ότι αυτοί είναι συναφείς μεταξύ τους και αφορούν ουσιαστικά στο ίδιο θέμα, στην έλλειψη ανάληψης υποχρέωσης εκ μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας για την οποία κάνει αναφορά το άρθρο 14(1) (ζ) του Ν. 133(Ι)/2004, και στις συνέπειες που εδώ αυτή έχει.  

 

    Δεν χρειάζεται να πούμε οτιδήποτε για τους λόγους που οδήγησαν στη θέσπιση του ΕΕΣ και για τη φιλοσοφία  του Νόμου που το διέπει.  Αυτά τα λέγει η απόφαση του Εφετείου στην Hadjiametovic v. Γενικού Εισαγγελέα (2009) 1 (Α) ΑΑΔ, 473 και έχουν επαναληφθεί σε πάρα πολλές αποφάσεις, ανάμεσα σ΄ αυτές και στην  Said v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2015) 1(Γ) ΑΑΔ, 2404, στην οποία το Πρωτόδικο Δικαστήριο παραπέμπει.    

 

    Κατά την ακροαματική διαδικασία που έλαβε χώρα ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, η Κεντρική Αρχή κάλεσε τρεις μάρτυρες και ο Εκζητούμενος/Εφεσείων ένα.   Το Πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αξιολόγησε δεόντως τους μάρτυρες βρήκε πως όλοι ήταν αξιόπιστοι και απεδέχθη την μαρτυρία τους.  Για τον μάρτυρα που κάλεσε ο Εκζητούμενος/Εφεσείων, το Πρωτόδικο Δικαστήριο σημείωσε πως αυτός ήταν κάπως υπερβολικός στη μαρτυρία του, όταν ισχυρίστηκε ότι ο Εκζητούμενος/Εφεσείων, ο οποίος είναι πυγμάχος, μπορεί να συγκριθεί με τον πυγμάχο Mike Tyson.   Βρήκε όμως, και αυτό ήταν το  ουσιώδες, ότι ο Εκζητούμενος/Εφεσείων έχει αναπτύξει σημαντικούς δεσμούς με την Κυπριακή Δημοκρατία.  

 

     Το άρθρο 14(1) (ζ), για το οποίο έγινε αναφορά πιο πάνω, κάτω από τον τίτλο «Λόγοι προαιρετικής μη εκτέλησης του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης», προνοεί τα ακόλουθα:

 

«14(1)  Η δικαστική αρχή που αποφασίζει για την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης δύναται να αρνηθεί την εκτέλεση του εντάλματος στις ακόλουθες περιπτώσεις:

................................

 

(ζ)  αν το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης έχει εκδοθεί  προς το σκοπό της εκτέλεσης ποινής ή μέτρου ασφαλείας, στερητικών της ελευθερίας, εφόσον ο εκζητούμενος είναι ημεδαπός ή κατοικεί ή διαμένει στην Κύπρο και η Κυπριακή Δημοκρατία αναλαμβάνει την υποχρέωση να εκτελέσει την ποινή ή το μέτρο ασφαλείας σύμφωνα τους ποινικούς της νόμους

 

     

    Συνάγεται από το πιο πάνω σαφές περιεχόμενο του άρθρου, πως για να ενεργοποιηθούν οι πρόνοιες του θα πρέπει και η Κυπριακή Δημοκρατία να έχει αναλάβει την υποχρέωση να εκτελέσει την ποινή ή το μέτρο ασφαλείας σύμφωνα με του ποινικούς της νόμους.   Το Πρωτόδικο Δικαστήριο δικαιολογημένα καταγράφει πως ενώπιον του δεν είχε τεθεί, αλλά ούτε και υπήρχε, τέτοια ανάληψη υποχρέωσης.  Με άλλα λόγια, δεν ικανοποιείτο  η δεύτερη προϋπόθεση για την οποία κάνει ρητή αναφορά το άρθρο 14(1) (ζ) του Ν. 133(Ι)/2004 

 

    Ήταν η θέση του ευπαίδευτου συνηγόρου του Εφεσείοντα ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι αυτό είχε εξουσία να αναλάβει εκ μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας τη συγκεκριμένη υποχρέωση.   Το Πρωτόδικο Δικαστήριο με αναφορά και στην υπόθεση Antoniou v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Πολιτική Έφεση αρ. 116/16, απόφαση ημερ. 8.7.2016, απέρριψε αυτή τη θέση.  Συμφωνούμε με την πιο πάνω προσέγγιση του.   Πράγματι στην πιο πάνω υπόθεση αποφασίστηκε ότι είναι το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης το αρμόδιο όργανο που επιλαμβάνεται τέτοιων θεμάτων.  Εδώ, τέτοια ανάληψη υποχρέωσης εκ μέρους του δεν υπήρχε.

 

    Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα κάκισε την παράλειψη του Υπουργείου Δικαιοσύνης να αποφασίσει επί του αιτήματος του Εφεσείοντα για ανάληψη αυτής της υποχρέωσης.  Παρέπεμψε στο Άρθρο 29 του Συντάγματος λέγοντας πως «. έκαστη δημόσια αρχή οφείλει να απαντά σε σχετικά αιτήματα ταχέως και σε καμία περίπτωση μετά πάροδο 30 ημερών από τη λήψη του αιτήματος».    Εν προκειμένω όμως δεν επρόκειτο για μη εκπλήρωση υποχρέωσης για απάντηση, όπως την επιβάλλει το Άρθρο 29 του Συντάγματος.  Η ανάληψη της συγκεκριμένης υποχρέωσης είναι θέμα που αφορά στην ίδια την Κυπριακή Δημοκρατία.

 

     Ούτε μπορεί να εξομοιωθεί η παράλειψη του Υπουργείου Δικαιοσύνης να απαντήσει στο αίτημα του Εφεσείοντα, με ανάληψη της εν λόγω υποχρέωσης, ως η θέση  του Εφεσείοντα.  Να σημειώσουμε πως στην υπόθεση Antoniou (πιο πάνω), καταγράφεται πως τα Επαρχιακά Δικαστήρια που εξετάζουν θέματα που αφορούν στην εκτέλεση Ευρωπαϊκών Ενταλμάτων Σύλληψης, δεν μπορούν να εξετάζουν ούτε τη νομιμότητα ούτε την μη αιτιολόγηση της απόφασης του Υπουργού Δικαιοσύνης που αφορά στην έκτιση της ποινής του Εκζητούμενου στην Κυπριακή Δημοκρατία.  Πόσω μάλλον εδώ που δεν έχουμε απόφαση.

 

       Όσον αφορά στη θέση του Εφεσείοντα ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο αγνόησε τη θέση της Κεντρικής Αρχής στα άλλα δύο αιτήματα εκτέλεσης ΕΕΣ, θα σημειώσουμε απλώς, σε συμφωνία με τις θέσεις της ευπαίδευτης συνηγόρου του Εφεσίβλητου, πως το κάθε ΕΕΣ έχει την αυτοτέλεια του και εξετάζεται στη βάση των γεγονότων που το περιβάλλουν (Μιχαηλίδης ν. Γεν. Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2013) 1(Β) ΑΑΔ, 1764).   Για ό,τι αξίζει να προσθέσουμε πως τα άλλα δύο αιτήματα αφορούν σε άλλες υποθέσεις και μάλιστα για σκοπούς δίωξης του Εφεσείοντα στη χώρα του.   Ως εκ τούτου, δεν συμφωνούμε ούτε με τη θέση του Εφεσείοντα ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο θα έπρεπε να είχε προσεγγίσει τις θέσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης στα άλλα δύο αιτήματα κατά τρόπο που να συνηγορούσε ότι και στο συγκεκριμένο αίτημα η Κυπριακή Δημοκρατία είχε αναλάβει την υποχρέωση εκτέλεσης της ποινής του Εφεσείοντα σύμφωνα με τους ποινικούς της νόμους.  

 

    Τέλος, αβάσιμη είναι και η άλλη θέση του Εφεσείοντα ότι υπάρχει έκδηλη κατάχρηση των διαδικασιών από την Κεντρική Αρχή επειδή αυτή «δεν τοποθετήθηκε ούτε θετικά ούτε αρνητικά εις βάρος των δικαιωμάτων του Εφεσείοντα».     Ορθά το Πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε και την εν λόγω θέση με αναφορά στη Νομολογία.     

 

     Και οι δύο λόγοι έφεσης είναι αβάσιμοι.   Η Έφεση απορρίπτεται.

 

 

 

                                                Π. ΠΑΝΑΓΗ, Π.

 

 

                                                Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

 

Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

 

 

 

/ΕΑΠ.                 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο