ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Μαλαχτός, Χάρης Σωκράτους, Δώρα Π. Ευθυμίου, για Π. Γ. Ευθυμίου ΔΕΠΕ, για την εφεσείουσα Δ. Καρακώστα (κα), για τον εφεσίβλητο CY DOD Κύπρος Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο 2021-11-29 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΝΕΟΦΥΤΟΥ v. ΑΡΕΣΤΗ, Έφεση αρ. 4/2019, 29/11/2021 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:DOD:2021:29

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

 

(Έφεση αρ. 4/2019)

 

29 Νοεμβρίου, 2021

 

 [ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

xxx ΝΕΟΦΥΤΟΥ

Εφεσείουσα,

v.

 

xxx xxx ΑΡΕΣΤΗ

Εφεσίβλητου.

 

____________________

Π. Ευθυμίου, για Π. Γ. Ευθυμίου ΔΕΠΕ, για την εφεσείουσα

 

Δ. Καρακώστα (κα), για τον εφεσίβλητο

____________________

 

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

 θα δοθεί από την Σωκράτους, Δ.

­­­____________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.:  Αντικείμενο της παρούσας έφεσης αποτελεί η απόφαση Οικογενειακού Δικαστηρίου, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση της εφεσείουσας με την οποία ζητούσε έκδοση διατάγματος για εξαναγκασμό του συζύγου της προς συμμόρφωση με διάταγμα/απόφαση για καταβολή χρηματικού ποσού.

 

Θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε το ιστορικό της διαφοράς ώστε να καταστεί δυνατή η κατανόηση των λόγων έφεσης.

 

Οι διάδικοι διετέλεσαν σύζυγοι και προς επίλυση όλων των περιουσιακών διαφορών τους, δυνάμει των προνοιών του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου του 1991 (Ν. 232/1991) κατέληξαν, στα πλαίσια εναρκτήριας αίτησης (αρ. 18/10) την οποία καταχώρησε η εφεσείουσα εναντίον του εφεσίβλητου σε συμφωνία για έκδοση απόφασης, η οποία διαλάμβανε μεταξύ άλλων το ακόλουθο διάταγμα:

 

«...το Δικαστήριο τούτο αφού άκουσε όλα όσα ελέχθησαν από ή από μέρους των διαδίκων αντίστοιχα

 

ΕΚ ΣΥΜΦΩΝΟΥ

 

ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥΤΟ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΔΙΑΤΆΤΤΕΙ όπως εκδοθεί και δια του παρόντος εκδίδεται διάταγμα με το οποίο διατάττεται ο καθ' ου η Αίτηση να καταβάλλει στην Αιτήτρια το ποσό των €350 μηνιαίως από 1.9.2012 μέχρι 6.6.2020, ημερομηνία ενηλικίωσης του μικρότερου τέκνου των διαδικων, xxx Αρέστη..»

 

Η εφεσείουσα καταχώρησε αίτηση, εδραζόμενη στο άρθρο 42 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν. 14/1960 και στη Δ.42 Α των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών με την οποία ζητούσε τη συμμόρφωση του εφεσίβλητου στο διάταγμα «όσον αφορά το μέρος εκείνο που αφορά την πληρωμή μηνιαίως του συνολικού ποσού των €350.00 στην αιτήτρια».

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού άκουσε τους διαδίκους εξέδωσε απόφαση, απορριπτική της αίτησης, αποφαινόμενο ότι η παράλειψη συμμόρφωσης με διαταγή για καταβολή χρηματικού ποσού δεν δύναται να αποτελέσει αντικείμενο αίτησης παρακοής δυνάμει των προαναφερθέντων άρθρων.

 

Στην κρίση του αυτή καθοδηγήθηκε από την απόφαση Adamou v. Iοannides (1963) 2 CLR 468, από την οποία παρέθεσε το πιο κάτω απόσπασμα (474):

 

"It will be seen that, so far as the argument in this case goes, the operative words both in rule 1 of Order 42A and section 42 of the Courts of Justice Law, 1960, are "any order directing any act to be done". In this connection, the Supreme Court of Cyprus in Maroullou Antoni Nicola v. Zannetos Yiorghi Djaboura (1929), 14 C.L.R. 10, held that a judgment or order for the payment of money is not an order "directing an act to be done" within the meaning of Clause 40(i) of the Cyprus Courts of Justice Order, 1927, which was the precursor of section 42 of the Courts of Justice Law, 1960, and Order 42A of the Civil Procedure Rules. Adopting the reasoning in the above case, we are of the view that Order 42A does not apply to a judgment or order for the payment of money..."

 

Η ορθότητα της εκκαλούμενης απόφασης πλήττεται με τρεις λόγους έφεσης, εκ των οποίων ο πρώτος προσβάλλει άμεσα την ορθότητα της κρίσης του.

 

Οι λόγοι έφεσης 2 και 3, ήσσονος σημασίας σε σχέση με το πρώτο και παρεπόμενοι αυτού, προσβάλλουν τη μη αξιολόγηση της μαρτυρίας και την κρίση επί της ουσίας της αίτησης παρακοής, 2ος λόγος, ενώ ο 3ος μέμφεται ως λανθασμένη την επιδίκαση εξόδων εναντίον της αιτήτριας.

 

Ο συνήγορος της εφεσείουσας ανέπτυξε στο περίγραμμα αγόρευσης του, το οποίο υιοθέτησε ενώπιον μας, τις προϋποθέσεις επιτυχίας μιας αίτησης παρακοής, εισηγούμενος ότι η φύση του επίδικου διατάγματος ήταν τέτοια που μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο αίτησης παρακοής.

 

Αποτελεί την αντίθετη εισήγηση της συνηγόρου του εφεσίβλητου, η οποία βεβαίως συμφωνεί με την πρωτόδικη απόφαση, πως η επίμαχη διάταξη δεν μπορεί να εκληφθεί ως διάταγμα, ως προνοεί το άρθρο 42 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60).

 

Έχουμε εξετάσει την εισήγηση των συνηγόρων σε συνάρτηση με όσα προωθήθηκαν και αναπτύχθηκαν με τα περιγράμματα αγορεύσεων τους.

 

Επικροτούμε ως απόλυτα ορθή την προσέγγιση και απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

 

Το άρθρο 42 του Ν. 14/60 επί του οποίου η αίτηση της εφεσείουσας στηριζόταν προβλέπει:

 

«Τηρουμένου οιουδήποτε διαδικαστικού κανονισμού έκαστον δικαστήριον θα έχη εξουσία να εξαναγκάζη εις υπακοήν προς οιονδήποτε διάταγμα εκδοθέν υπ' αιτητού, διατάττον ή απαγορεύον την εκτέλεσιν οιασδήποτε πράξεως, διά προστίμου ή φυλακίσεως ή μεσεγγυήσεως πραγμάτων.  Και το δικαστήριον δύναται επιπροσθέτως να επιδικάση εις το πρόσωπον προς το συμφέρον του οποίου εξεδόθη το διάταγμα τοιούτον ποσόν υπό μορφήν αποζημιώσεως, ως το δικαστήριον δύναται να θεωρήση πρέπον.

 

Νοείται ότι έκαστο δικαστήριο θα έχει εξουσία τιμωρίας για παρακοή ή και εξαναγκασμού σε υπακοή σ' οποιοδήποτε διάταγμά του στις περιπτώσεις που αφορούν διάδικο σε δικαστική διαδικασία αλλά και στις περιπτώσεις που αφορούν οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, νοουμένου ότι αυτό έλαβε γνώση του διατάγματος και εν γνώσει του και ηθελημένα παροτρύνει ή συνεργεί στη μη υπακοή διατάγματος.»

 

Για την εφαρμογή του άρθρου 42 του Ν. 14/60 πρέπει απαραίτητα να τηρηθούν οι προϋποθέσεις της Διαταγής 42 Α των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας η οποία πραγματεύεται αποτελεσματικά τη διαδικασία για την αναφορά παρακοής διατάγματος στο Δικαστήριο (Krashias Shoe Factory v. Adidas (1989) 1 ΑΑΔ 750).

 

Δεδομένου, πως η εισήγηση του συνηγόρου της εφεσείουσας είναι πως το επίμαχο διάταγμα, είναι προστακτικό αφού επιβάλλει υποχρέωση στον εφεσίβλητο να καταβάλλει συγκεκριμένο ποσό μηνιαίως, τονίζουμε πως:

 

Από το κείμενο του άρθρου 42 του Ν.14/60, προκύπτει πως για να είναι ένα διάταγμα επιβλητό (enforceable) πρέπει να είναι είτε αναγκαστικό (corrective order) είτε διατακτικό (mandatory) είτε απαγορευτικό (prohibitory).  Αναγνωριστικά διατάγματα δικαιώματα εκδιδόμενα δυνάμει άρθρου 41 του Ν. 14/60 δεν είναι επιβλητά δυνάμει του άρθρου 42.

 

Στο σύγγραμμα των Borvie and Lowe's Law of Contempt, 2η έκδοση, σελ. 418, αναφέρονται τα εξής:-

"Not every order that the courts make is enforceable......it was established that  declaratory order was not a coercive order and that a refusal to comply with it did not amount to contempt.  If therefore a litigant or even the court is in doubt as to whether a declaration will be observed they would be better advised to seek an injunction."

Επίσης στην Π. Κυριάκου ν. Υπουργού Εσωτερικών (1986) 3 Α.Α.Δ. 300 και Webster v. Southwark London B. Council  [1983] 2 W.L.R. 217 στις σελίδες 222-3 αναφέρεται:-

"....Where a court makes only a declaratory order, it is not contempt for the party affected by the order to refuse to abide by it. ....but mere refusal of one party to an action to abide by a declaratory order it not, as I understand it, contempt of court."

(Πετράκη Πέτρος ν. Ann-Marie Marks Petraki (2002) 1 AAΔ 911)

 

Το επίδικο διάταγμα αποτελούσε μέρος εκ συμφώνου απόφασης η οποία επέλυσε τις περιουσιακές διαφορές των διαδίκων.  Ο εφεσίβλητος δυνάμει αυτής είχε υποχρέωση να εξοφλήσει το δάνειο με το οποίο βαρυνόταν η κατοικία η οποία περιγράφεται στην απόφαση και περαιτέρω να καταβάλλει στην αιτήτρια μηνιαίως από 1/9/2012 μέχρι 6/6/2020 το ποσό των €350.

 

Είναι σαφές από το λεκτικό και το κείμενο της εκ συμφώνου απόφασης πως με την επίμαχη διαταγή δεν διατασσόταν ο εφεσίβλητος να προβεί σε οποιαδήποτε πράξη ή ενέργεια, αλλά να καταβάλλει καθοριζόμενο χρηματικό ποσό ως μέρος της επίλυσης των διαφορών τους.  Η μηνιαία πληρωμή αφορούσε τον τρόπο καταβολής της οφειλής η οποία συμπεριλήφθηκε στη διευθέτηση των μερών.

 

Σημαντικό για τον ορισμό του μέρους αυτού της απόφασης ως υποχρέωση πληρωμής χρηματικού ποσού και όχι επιβλητού δικαστικού διατάγματος αποτελεί αφ' ενός το γεγονός πως με την εναρκτήρια αίτηση δεν εζητείτο οποιοδήποτε ποσό ως καταβολή για «διατροφή» ανηλίκου τέκνου παρά μόνο η επίλυση της διαφοράς σε σχέση με το περιουσιακό στοιχείο το οποίο αποτελείτο από την κατοικία και αφ' ετέρου η προσθήκη στο τέλος της απόφασης της φράσης «Με την πιο πάνω διευθέτηση επιλύονται όλες οι περιουσιακές διαφορές των διαδίκων».

 

Συνεπώς ως μέρος απόφασης, εκτελεστής, για καταβολή χρηματικού ποσού, δεν δύναται να αποτελέσει αντικείμενο διαδικασίας αίτησης κατά το άρθρο 42 του Ν. 14/60 και Δ.42 Α των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας {Αδάμου (ανωτέρω)} αλλά αντικείμενο διαδικασίας εκτέλεσης κατά τα προβλεπόμενα στους σχετικούς Νόμους και Κανονισμούς.

 

Συνεπώς ο 1ος λόγος έφεσης αποτυγχάνει συμπαρασύροντας και το 2ο λόγο.

 

Δεδομένης της κατάληξης στην οποία οδηγήθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο με την απόρριψη της αίτησης, η επιδίκαση εξόδων εναντίον της αιτήτριας/εφεσείουσας ήταν η νόμιμη και νομολογιακά ορθή ενέργεια.

 

Η έφεση απορρίπτεται.  Επιδικάζονται έξοδα €2.000 πλέον ΦΠΑ εάν υπάρχει υπέρ εφεσίβλητου και εναντίον της εφεσείουσας.

 

Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.

 

Χ. Μαλαχτός, Δ.

 

Δ. Σωκράτους, Δ.

 

/Κας

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο