ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2021:A453
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική Έφεση Αρ. 71/2017
14 Οκτωβρίου, 2021
[Γ. Ν. ΓΙΑΣΕΜΗ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Ν. ΣΑΝΤΗ, ΔΔ]
1. XXX ΟΡΟΥΝΤΙΩΤΗΣ
2. XXX ΟΡΟΥΝΤΙΩΤΗΣ
3. XXX ΟΡΟΥΝΤΙΩΤΗΣ
Εφεσείοντες/Αιτητές
ΚΑΙ
1. LOUKAS GEORGIOU MANAGEMENT LTD
2. XXX ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Εφεσίβλητοι/Καθ' ων η Αίτηση
----------------------
Αίτηση ημερομηνίας 17/3/2021 για τροποποίηση της Ειδοποίησης Έφεσης
------------------------------------
Ιωάννα Ζίγκα (κα) μαζί με την Ξένια Μακρίδου (κα), για Αρίστη Κορακίδου Μακρίδου LLC, Για τους Aιτητές - Εφεσείοντες
Διομήδης Διομήδους για Καλλής & Καλλής Δ.Ε.Π.Ε., Για τους Καθ' ων η Αίτηση -Εφεσίβλητους
--------------------
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Α. Πούγιουρου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ: Οι Εφεσείοντες όταν η αίτηση τους στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων Λεμεσού - Πάφου εναντίον των Εφεσιβλήτων για ανάκτηση κατοχής του καταστήματος τους στην Κάτω Πάφο απορρίφθηκε, καταχώρησαν την υπό ως άνω αριθμό και τίτλο έφεση. Με 25 λόγους έφεσης, οι οποίοι εκτίθενται στην Ειδοποίηση Έφεσης, προσβάλλουν ως λανθασμένη την απόφαση του εκδικάσαντος Δικαστηρίου επί ισάριθμων θεμάτων προβάλλοντας μεταξύ άλλων, παραβίαση της αρχής της δίκαιης δίκης, μη ορθή αξιολόγηση της μαρτυρίας και λανθασμένη ερμηνεία του όρου «υπενοικίαση».
Προσβάλλουν επίσης και το διάταγμα που εκδόθηκε εναντίον τους στα πλαίσια της Ανταπαίτησης των Εφεσιβλήτων.
Με την υπό εξέταση αίτηση οι Εφεσείοντες ζητούν άδεια για την προσθήκη ακόμα τριών λόγων έφεσης «26ος, 27ος και 28ος», σε σχέση με θέματα που δεν αφορούν τους υφιστάμενους λόγους.
Ενώ με την Ειδοποίηση Έφεσης όλοι οι λόγοι ασχολούνται με τομείς της προσβαλλόμενης απόφασης, με τους τρεις νέους, των οποίων επιζητείται η προσθήκη, επιδιώκεται η εισαγωγή ζητημάτων που δεν είχαν εγερθεί και ούτε είχαν συζητηθεί πρωτόδικα. Συγκεκριμένα, με την αιτούμενη τροποποίηση των λόγων έφεσης γίνεται προσπάθεια εισαγωγής ουσιαστικά θέματος έλλειψης δικαιοδοσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου εκδίκασης της Αίτησης, μαζί με άλλα θέματα, συναφή με την δικαιοδοσία, όπως εσφαλμένη παράλειψη εξέτασης του θέματος δικαιοδοσίας αυτεπαγγέλτως από το πρωτόδικο Δικαστήριο, μη εφαρμογή προνοιών του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, παράλειψη παραπομπής της αίτησης προς εκδίκαση στο Επαρχιακό Δικαστήριο, που ήταν το αρμόδιο Δικαστήριο και τέλος παράλειψη εξέτασης κατά πόσο συνέτρεχε η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 2 του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, ώστε οι Εφεσίβλητοι να θεωρηθούν ως θέσμιοι ενοικιαστές.
Από την αιτιολογία των προτιθέμενων να εισαχθούν λόγων έφεσης και την Ένορκη Δήλωση του Εφεσείοντα 2 που συνοδεύει την υπό κρίση αίτηση, προκύπτει ότι το επίδικο κατάστημα αν και κτίστηκε πριν τις 31/12/1999 και βρίσκεται εντός της ελεγχόμενης περιοχής στην Κάτω Πάφο, κατά την ημερομηνία αυτή δεν ήταν ενοικιασμένο και ούτε προσφερόταν προς ενοικίαση, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 2 του περί Ενοικιοστασίου (Τροποποιητικού) (αρ. 2) Νόμου του 2001 (Ν.20(Ι)/2001) (στο εξής «ο Νόμος») εφόσον την κατοχή του είχε η μητέρα τους, που ήταν η τότε ιδιοκτήτρια. Είναι ισχυρισμός του Εφεσείοντα 2, ότι πρόσφατα οι δικηγόροι τους πληροφορήθηκαν για την έκδοση απόφασης από το Ανώτατο Δικαστήριο ημερομηνίας 1/6/2020 στην Πολιτική Έφεση Αρ. 30/2019, με την οποία αποφασίστηκε ότι ακίνητο το οποίο κατά την 31/12/1999 δεν ήταν ενοικιασμένο και ούτε προσφερόταν για ενοικίαση δεν εμπίπτει εντός του ορισμού του άρθρου 2 του Νόμου, εξού και προέκυψε η ανάγκη για προσθήκη νέων λόγων έφεσης.
Είναι η θέση του Εφεσείοντα 2 ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε στην εκδίκαση της Αίτησης βασιζόμενο στις αναφορές που έγιναν στα δικόγραφα από τους ίδιους τους Εφεσείοντες και τους Εφεσίβλητους και θεωρώντας ως δεδομένο ότι το κατάστημα ήταν ενοικιοστασιακό και ότι οι Εφεσίβλητοι κατέστησαν θέσμιοι ενοικιαστές με την εκπνοή της συμφωνηθείσας περιόδου ενοικίασης. Δεν έλαβε όμως υπόψη τη μαρτυρία που παρουσιάστηκε ότι δηλαδή το κατάστημα τον Δεκέμβρη του 1999 χρησιμοποιείτο από τη μητέρα των Εφεσειόντων ως κατάστημα σουβενίρ. Το πρωτόδικο Δικαστήριο δε αντί να εξετάσει πρωτίστως το θέμα της δικαιοδοσίας προχώρησε στην εξέταση του μόνου επίδικου θέματος, όπως το ίδιο θεώρησε, την υπενοικίαση του δηλαδή σε τρίτα πρόσωπα χωρίς τη συγκατάθεση των Εφεσειόντων ως ιδιοκτητών του.
Ο Εφεσείων 2 εισηγείται ότι η θεώρηση από το Δικαστήριο των Εφεσιβλήτων ως θέσμιων ενοικιαστών είναι διάχυτο σε όλο το περιεχόμενο της πρωτόδικης απόφασης. Σ' ό,τι αφορά το χρόνο που υποβάλλεται η αίτηση, είναι της άποψης ότι δεν υπάρχει καθυστέρηση εφόσον η έφεση δεν επιδόθηκε ακόμα στους εφεσίβλητους και ούτε ορίστηκε για προδικασία. Προβάλλει περαιτέρω ότι η χρονική καθυστέρηση που παρατηρείται δεν ήταν εσκεμμένη αλλά οφείλεται στην αλλαγή των δικηγόρων που τους εκπροσωπούσαν, όπου απαιτήθηκε χρόνος για μελέτη της δικογραφίας και σε άλλες δικαστικές διαδικασίες. Καταλήγοντας υποστηρίζει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε καθήκον να εξετάσει αυτεπάγγελτα κατά πόσο τηρούντο οι προϋποθέσεις του περί Ενοικιοστασίου Νόμου για να αποκτήσει δικαιοδοσία έστω και αν δεν εγέρθηκε τέτοιο ζήτημα ενώπιον του από τους διαδίκους.
Η αίτηση προσέκρουσε στην ένσταση των Εφεσιβλήτων προβάλλοντας αριθμό λόγων για τους οποίους δεν πρέπει, κατά την εισήγηση τους, να πετύχει η αίτηση. Δίνουν έμφαση στην υπέρμετρη καθυστέρηση που παρατηρήθηκε για την υποβολή του αιτήματος, για την οποία οι Εφεσείοντες δεν δίνουν καμία εξήγηση και ότι τα εγειρόμενα με τους νέους λόγους έφεσης ζητήματα δεν είχαν εγερθεί πρωτόδικα. Εισηγούνται επίσης απουσία πραγματικού υποβάθρου προς υποστήριξη της αίτησης και κωλύματος των Εφεσειόντων λόγω της συμπεριφοράς τους να εγείρουν τους νέους λόγους έφεσης καθώς και κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας, από πλευράς Εφεσειόντων.
Η υπό εξέταση αίτηση βασίζεται, μεταξύ άλλων, στη Δ.35 θ.4 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, η οποία καθορίζει το δικαίωμα έφεσης σε πολιτικές διαδικασίες και προβλέπει τον τρόπο άσκησης του όπως και ότι «any notice of appeal may be amended at any time as the Court of Appeal may think fit». Είναι νομολογιακά γνωστό ότι με την πρόνοια αυτή παρέχεται εξουσία στο Εφετείο να τροποποιεί ειδοποίηση έφεσης, ανεξαρτήτως του χρόνου, όσον αφορά την πορεία της έφεσης και χωρίς να τίθενται οποιοιδήποτε όροι ως προς την άσκηση της. Η λειτουργία αυτή επαφίεται στην αδέσμευτη θεσμικά διακριτική ευχέρεια του Εφετείου, η οποία ασκείται με μοναδικό γνώμονα την ορθή απονομή της δικαιοσύνης στους διαδίκους στη βάση βεβαίως, των περιστατικών της υπόθεσης τους. Η πιο πάνω αρχή τονίστηκε από το Εφετείο στην υπόθεση Waterworld Holdings Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολιτική Έφεση αρ. 17/2011, ημερομηνίας 14/9/2016 μετά από ανασκόπηση της μέχρι τότε νομολογίας (βλ. Φακοντή ν. Βρυωνή (2003) 1 Α.Α.Δ. 1714, 1719 και Αρχιμανδρίτης Σεβαστιανός Σταύρου κ.ά.ν. Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Αβδελλερού (2012) 1 Α.Α.Δ. 827). Η νομολογία όμως αναγνώρισε κάποιους παράγοντες οι οποίοι όταν λαμβάνονται υπόψη συμβάλλουν στην επίτευξη του πιο πάνω σκοπού κατά το μεγαλύτερο δυνατό βαθμό. Κυριότερος παράγοντας που λαμβάνεται υπόψη κατά την άσκηση της εξουσίας του Δικαστηρίου είναι η επίδραση που μπορεί να έχει η τροποποίηση της Ειδοποίησης Έφεσης σε ό,τι αφορά την Έφεση. Αν η προτεινόμενη τροποποίηση θα επιδράσει καθ' οποιονδήποτε τρόπο και σε οποιονδήποτε βαθμό, ώστε η Έφεση να καταστεί, είτε εν όλω, είτε εν μέρει, πλέον, ουσιαστική ως προς περιεχόμενό της, ανεξάρτητα ποια μπορεί να είναι η έκβασή της, τότε είναι δίκαιο όπως αυτή επιτραπεί, (βλ. Investylia Public Company Limited v. xxx Ιωάννου κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 231/2011, 7.3.2014). Διαφορετικά, αν με αυτή δε θα εξυπηρετηθεί οποιοσδήποτε σκοπός, το εύλογο είναι πως η άσκηση της εν λόγω εξουσίας θα είναι αρνητική, (βλ. Κωνσταντίνος Harvey v. xxx Ζαβαλλή, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε17/2013, ημερ. 29.6.2015 και Waterworld Holdings (ανωτέρω).
Εξετάσαμε τις εκατέρωθεν εισηγήσεις υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας και των γεγονότων της υπόθεσης όπως διαγράφονται από τις Ενόρκους Δηλώσεις που συνοδεύουν την αίτηση και ένσταση.
Σημειώνουμε ότι με την τροποποίηση που επιζητείται, οι Εφεσείοντες, Αιτητές στην πρωτόδικη διαδικασία, επιδιώκουν ουσιαστικά όχι μόνο ανάπλαση της έφεσης τους με τη διεύρυνση της βάσης της έφεσης αλλά μια δεύτερη ευκαιρία προώθησης του αιτήματος τους για έξωση ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου.
Οι προτεινόμενοι νέοι λόγοι έφεσης δεν έχουν καμία σχέση με τους υφιστάμενους. Οι ίδιοι οι Εφεσείοντες επικαλέστηκαν πρωτόδικα τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων προβάλλοντας τη θέση ότι το επίδικο κατάστημα ήταν ενοικιοστασιακό καταχωρώντας την αίτηση τους για έξωση στο Δικαστήριο αυτό. Τη θέση αυτή υποστήριξαν καθ' όλη τη διαδικασία της Αίτησης πρωτόδικα. Τώρα, χωρίς να μεσολαβήσει οποιαδήποτε αλλαγή στα γεγονότα, επιζητούν με τους νέους λόγους έφεσης επανεξέταση του αιτήματος τους όχι μόνο πάνω σε διαφορετική νομική βάση αλλά και αντίθετη με εκείνη που πρόβαλαν πρωτοδίκως. Η μόνη αλλαγή που επήλθε εν τω μεταξύ, σύμφωνα με την εισήγηση τους, είναι η έκδοση της απόφασης Φυσεντζίδης ν. Κ & C Snooker Pool Entertaiment, Πολιτική Έφεση 30/2019 ημερομηνίας 1/6/2020, ECLI:CY:AD:2020:A171 που εφαρμοζόμενη στα γεγονότα της δικής τους υπόθεσης στη βάση της μαρτυρίας που είχε δοθεί, θα αποκαλύπτετο ότι το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων δεν είχε δικαιοδοσία εκδίκασης της υπόθεσης τους εφόσον αρμόδιο είναι το Επαρχιακό Δικαστήριο. Σημειώνεται ότι το Εφετείο στην πιο πάνω υπόθεση ερμηνεύοντας τον όρο «ακίνητο» σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου έκρινε ότι αναφέρεται σε κτίριο υπό ή προς ενοικίαση για κατοικία ή κατάστημα την 31ην Δεκεμβρίου 1999. Η ουσιώδης διαφορά όμως της παρούσας υπόθεσης με την
Φυσεντζίδης είναι ότι σε εκείνη είχε εγερθεί πρωτόδικα το θέμα της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου και αποφασίστηκε, κάτι που δεν έγινε στην παρούσα περίπτωση.
Είναι νομολογιακά γνωστό ότι θέμα που δεν είχε εγερθεί πρωτόδικα δεν εξετάζεται κατ' έφεση (βλ. Marfin Popular Bank Public Co Ltd v. xxx Χατζηνεοκλέους κ.α. (2013) 1 Α.Α.Δ. 595 και Φακοντή ν. Βρυωνή (ανωτέρω)).
Στην πρόσφατη υπόθεση Vourna Limited κ.α. ν. Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λίμιτεδ, Πολιτική Έφεση Αρ. 295/2013, ημερομηνίας 24/10/2019, ECLI:CY:AD:2019:A439 υιοθετώντας το λόγο της F.H.K. Hotels Holdings Ltd v. A.S. Air Control Limited (1999) 1 A.A.Δ. 2159, το Εφετείο καθιστά σαφές ότι νομικά σημεία που δεν ηγέρθησαν πρωτόδικα δεν μπορούν να εγερθούν ενώπιον του Εφετείου.
Στην παρούσα περίπτωση το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν κλήθηκε να εξετάσει και ούτε άκουσε τις θέσεις των διαδίκων ως προς τα νέα θέματα που εγείρονται με τους νέους λόγους έφεσης.
Υπό το φως των πιο πάνω ασκώντας τη διακριτική μας εξουσία κρίνουμε ότι η περίπτωση δεν είναι κατάλληλη για εισαγωγή των νέων λόγων έφεσης.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε στην ακρόαση της υπόθεσης στη βάση των δεδομένων ενώπιον του, δηλαδή των δικογράφων και των θέσεων των διαδίκων που υιοθέτησαν κατά την ακρόαση, που σημειώνεται ότι και οι δύο πλευρές συμφωνούσαν για το συγκεκριμένο θέμα της δικαιοδοσίας. Με τα δεδομένα αυτά δεν είχε καμιά υποχρέωση να εξετάσει αυτεπάγγελτα θέμα δικαιοδοσίας του, ως η εισήγηση των Εφεσειόντων.
Όμως, εκ του γεγονότος ότι με τους νέους λόγους έφεσης επιδιώκεται ουσιαστικά η προώθηση συγκεκριμένης μεταγενέστερης νομολογίας, αναφορικά με θέμα δικαιοδοσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου, βοηθητικής, κατά τη γνώμη των Εφεσειόντων/Αιτητών, για την υπόθεση τους, δεν αποτελεί δικαιολογία για την εισαγωγή νέου λόγου έφεσης ως προς τούτο.
Η απόφαση μας αυτή θεωρούμε ότι είναι καταλυτική για την τύχη της αίτησης χωρίς να παρίσταται ανάγκη να εξετάσουμε τα υπόλοιπα θέματα που ηγέρθησαν στην ένσταση.
Η αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα εκ €2.000 υπέρ των Εφεσιβλήτων και εναντίον των Εφεσειόντων.
Γ. Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
Ν. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.
/Α.Λ.Ο.