ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Πιρμεττή Πανίκκος (2012) 1 ΑΑΔ 2178
Πετρίδου Θέκλα (Αρ. 2) (2014) 1 ΑΑΔ 465, ECLI:CY:AD:2014:D142
Μακρίδης Έκτορας (2014) 1 ΑΑΔ 756, ECLI:CY:AD:2014:A238
Garibyan Artur (Αρ. 1) (2016) 1 ΑΑΔ 2016, ECLI:CY:AD:2016:D405
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ECLI:CY:AD:2021:D394
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 172/2021)
13 Σεπτεμβρίου, 2021
[ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ XXX ΚΛΗΡΙΔΗ Α.Δ.Τ. XXXXXXX, ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 15/07/21, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΣΤ. 7X3 XXX ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, ΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ ΟΔΟ XXX XXX, 1XX1 ΛΕΥΚΩΣΙΑ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΦΑΡΜΑΚΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΧΡΗΣΗΣ (ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ, ΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΙΜΩΝ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 2001 (Ν.70(1)/2001) ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΦΑΡΜΑΚΩΝ ΚΑΙ ΔΗΛΗΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΑΡΕΜΠΟΔΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟ ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 2007 (Ν.188(1)/2007.
_ _ _ _ _ _
Αλ. Κληρίδης, για τον Αιτητή.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Στα πλαίσια διερεύνησης διάπραξης αδικημάτων - που αφορούν στη διεξαγωγή επιχείρησης φαρμακοποιού από πρόσωπο μη εγγεγραμμένο ως φαρμακοποιός, κατά παράβαση των άρθρων 4(1)(α) και 43 του περί Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων Νόμου, Κεφάλαιο 254, στην κυκλοφορία φαρμακευτικών προϊόντων χωρίς άδεια κυκλοφορίας, κατά παράβαση των άρθρων 9(1) και 99 του περί Φαρμάκων Ανθρώπινης Χρήσης (΄Ελεγχος Ποιότητας, Προμήθειας και Τιμών) Νόμου του 2001, Ν. 70(Ι)/2001, στην εισαγωγή στη Δημοκρατία φαρμακευτικών προϊόντων από τρίτες χώρες χωρίς άδεια, κατά παράβαση των άρθρων 39(3) και 99 του πιο πάνω Νόμου και στην απόκτηση, κατοχή ή χρήση περιουσίας, η οποία εν γνώσει αποτελεί έσοδο από παράνομη δραστηριότητα, κατά παράβαση του άρθρου 4(1)(iii) του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου του 2007, Ν. 188(Ι)/2007 - η Αστυνομία εξασφάλισε, στις 15.7.2021, ένταλμα έρευνας της κατοικίας του xxx Κληρίδη, Αιτητή, στην οδό xxx xxx, στη Λευκωσία.
Η έκδοση του υπό αναφορά εντάλματος στηρίχθηκε στα γεγονότα που περιβάλλουν την ένορκη δήλωση της Αστυνομίας, η οποία τέθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστή. Σύμφωνα με αυτή, λήφθηκε πληροφορία ότι σε συγκεκριμένο διαδικτυακό κατάστημα διατίθενται προς πώληση διάφορα σκευάσματα, που περιέχουν τη φαρμακευτική ουσία κανναβιδιόλη (cbd), για την οποία δεν έχει εκδοθεί άδεια κυκλοφορίας στην Κυπριακή Δημοκρατία. Η εν λόγω ουσία θεωρείται φαρμακευτική και απαιτείται άδεια κυκλοφορίας των σκευασμάτων/προϊόντων που την περιέχουν. Προς διερεύνηση της πληροφορίας διενεργήθηκαν εξετάσεις και επιβεβαιώθηκε ότι η υπό αναφορά ιστοσελίδα πράγματι προσφέρει προς πώληση πληθώρα προϊόντων που περιέχουν την αναφερόμενη φαρμακευτική ουσία. Επίσης, όπως διαπιστώθηκε ότι αναφέρεται στην πιο πάνω ιστοσελίδα, τα δικαιώματα κατέχει η εταιρεία NKC CBD SHOP 420 LTD (η εταιρεία). Στις 26.5.2021, καταγγέλθηκε στην Αστυνομία από τις Φαρμακευτικές Υπηρεσίες ότι στις 26.4.2021 η εταιρεία προέβηκε σε παράνομη εισαγωγή μεγάλης ποσότητας μη αδειοδοτημένων φαρμακευτικών προϊόντων από το Ηνωμένο Βασίλειο. Επιπρόσθετα, πάντα σύμφωνα με την ένορκο δήλωση που είχε ενώπιόν του το πρωτόδικο Δικαστήριο, η εταιρεία δεν διαθέτει άδεια εισαγωγής φαρμακευτικών προϊόντων από τρίτες χώρες. Σύμφωνα με το σχετικό τιμολόγιο, παραλήπτης ήταν «ο xxx Clerides, NKC CBD SHOP 420, xxx xxx, 1061, Λευκωσία». Τα υπό αναφορά φαρμακευτικά προϊόντα, τα οποία εισήχθηκαν παράνομα, κατασχέθηκαν από τις Τελωνειακές Αρχές. Στις 7.7.2021 οι Φαρμακευτικές Υπηρεσίες κατήγγειλαν στην Αστυνομία ότι την ίδια μέρα ο Αιτητής, ο οποίος επίσης δεν διαθέτει άδεια εισαγωγής φαρμακευτικών προϊόντων από τρίτες χώρες, προέβηκε σε παράνομη εισαγωγή μεγάλης ποσότητας μη αδειοδοτημένων φαρμακευτικών προϊόντων, και πάλι από το Ηνωμένο Βασίλειο. Το σχετικό τιμολόγιο επιβεβαίωνε ως παραλήπτη των εμπορευμάτων τον Αιτητή και ως διεύθυνσή του την προαναφερθείσα οδό xxx xxx. Όπως και σε σχέση με την εισαγωγή ημερομηνίας 26.4.2021, έτσι και με αυτή της 7.7.2021, τα φαρμακευτικά προϊόντα κατασχέθηκαν από τις Τελωνειακές Αρχές. Μεταγενέστερα, στις 11.7.2021, έγινε ξανά έλεγχος στην προαναφερθείσα ιστοσελίδα και διαπιστώθηκε ότι εξακολουθεί να προσφέρει προς πώληση πληθώρα προϊόντων που περιέχουν την επίδικη φαρμακευτική ουσία.
Όπως ήδη λέχθηκε, στη βάση των πιο πάνω γεγονότων, το πρωτόδικο Δικαστήριο ικανοποίησε το αίτημα προς έκδοση εντάλματος έρευνας της οικίας του Αιτητή, προς αναζήτηση, εντοπισμό και κατάσχεση φαρμακευτικών προϊόντων για τα οποία δεν εκδόθηκε άδεια κυκλοφορίας και εισήχθησαν παράνομα στη Δημοκρατία, ως επίσης και άλλων τεκμηρίων που σχετίζονται με την παρούσα υπόθεση (τιμολόγια, έντυπα παραγγελιών, σημειώσεις κλπ), καθώς επίσης χρημάτων ή και άλλης περιουσίας που προέρχονται από τις αναφερόμενες παράνομες πωλήσεις φαρμακευτικών προϊόντων.
Η έκδοση του υπό συζήτηση εντάλματος έρευνας, συνιστά και το αντικείμενο της υπό κρίση αίτησης, μέσω της οποίας επιδιώκεται η άδεια του Δικαστηρίου για την καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως προς έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για ακύρωσή του. Προβάλλεται η εισήγηση ότι το εκδώσαν το ένταλμα Δικαστήριο στερείτο δικαιοδοσίας, αφού από αυτό απουσίαζε αναφορά στη νομική βάση έκδοσής του, περαιτέρω ότι τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία ήταν γενικά και αόριστα σε βαθμό που δεν δημιουργούσαν «εύλογη υποψία» και ότι δεν δικαιολογείτο, εν πάση περιπτώσει, η αναγκαιότητα εκδόσεως εντάλματος έρευνας, αφού τα επίδικα προϊόντα είχαν ήδη κατασχεθεί και βρίσκονταν στην κατοχή των αρμοδίων αρχών.
Οι αρχές βάσει των οποίων παρέχεται άδεια για καταχώρηση αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος αυτής της μορφής είναι καλά θεμελιωμένες και έχουν αποκρυσταλλωθεί μέσα από σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Σύμφωνα με πάγια νομολογία, επιγραμματικά, άδεια παρέχεται μόνο όταν καταδεικνύεται, από τον Αιτητή, ότι υπάρχει συζητήσιμο ζήτημα. Είναι επίσης νομολογημένο ότι ο έλεγχος σε ζητήματα ενταλμάτων έρευνας λαμβάνει χώραν - και είναι η μόνη οδός - μέσω προνομιακών ενταλμάτων, με στόχευση τη νομιμότητα της διαδικασίας έκδοσής τους. Εν κατακλείδι, η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του κατώτερου Δικαστηρίου, συνιστά τον πυρήνα της δικαιοδοτικής βάσης εξέτασης αιτήσεων προς παραχώρηση άδειας καταχώρησης προνομιακού εντάλματος.
Ο πρώτος νομικός λόγος που εγείρει η πλευρά του Αιτητή, η απουσία δηλαδή δικαιοδοσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου να εκδώσει το επίδικο ένταλμα, έχει ως έρεισμα τον ισχυρισμό ότι ελλείπει από τον όρκο το νομικό υπόβαθρο στήριξης του αιτήματος, πιο συγκεκριμένα, η αναφορά των άρθρων 27 και 28 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφάλαιο 155. Επιχείρησε η πλευρά του Αιτητή να τεκμηριώσει την εξεταζόμενη προσέγγιση με παραπομπή στις αποφάσεις Πιρμεττή (2012) 1 ΑΑΔ 2178, Πετρίδου (Αρ. 2) (2014) 1 ΑΑΔ 465, ECLI:CY:AD:2014:D142, Μακρίδης (2014) 1 ΑΑΔ 756, ECLI:CY:AD:2014:A238, Αναφορικά με την Αίτηση του xxx Garibyan, Πολ. Αιτ. Αρ. 92/2016, ημερ. 17.8.2016, ECLI:CY:AD:2016:D405, Αναφορικά με την αίτηση του Χατζηνεοφύτου, Πολ. Αιτ. 126 και 127/2020, ημερ. 13.10.2020.
Με όλο το σεβασμό στο έργο του ευπαίδευτου συνήγορου, η νομολογία που παρέθεσε δεν θεμελιώνει την εισήγησή του. Αφορούσε περιπτώσεις στις οποίες απουσίαζε η καταγραφή της ορθής δικαιοδοτικής βάσης ή καταγραφόταν λανθασμένο νομικό υπόβαθρο στην όψη του εντάλματος έρευνας ή γινόταν αναφορά σε νομοθετικές διατάξεις που είχαν καταργηθεί, με αποτέλεσμα να προκύπτει ζήτημα ως προς το περιεχόμενο και την εφαρμογή των εκδοθέντων διαταγμάτων ή ενδεχόμενη πλάνη περί το νόμο.
Στην παρούσα περίπτωση δεν εντοπίζεται οτιδήποτε το μεμπτό. Στην ένορκο δήλωση παρατίθενται με ακρίβεια τα αδικήματα προς διερεύνηση, στο δε ένταλμα έρευνας εντοπίζεται σαφής αναφορά στη δικαιοδοτική βάση έκδοσής του, ήτοι στα σχετικά άρθρα 27, 28 και 29 του Κεφαλαίου 155. Συνεπώς, η εξουσία προς παροχή εντάλματος έρευνας καλύπτεται από τα υπό αναφορά άρθρα του Κεφαλαίου 155 σε σχέση με τα διερευνώμενα αδικήματα και δεν προκύπτει ζήτημα ενδεχόμενης πλάνης περί το Νόμο.
Ο δεύτερος νομικός λόγος έχει ως πυλώνα στήριξής του τον ισχυρισμό περί απουσίας της ουσιαστικής προϋπόθεσης προς έκδοση εντάλματος αυτής της μορφής, ήτοι της ύπαρξης εύλογης υπόνοιας.
Όπως προαναφέρθηκε, η εξουσία προς έκδοση του υπό κρίση εντάλματος έρευνας παρέχεται από τα άρθρα 27 και 28 του Κεφαλαίου 155. Συνεπώς, θα πρέπει να πληρούνται οι διαλαμβανόμενες σε αυτά προϋποθέσεις. Η ύπαρξη εύλογης υποψίας είναι το κορυφαίο ζητούμενο και, κατά προέκταση, το Δικαστήριο στην πορεία εξέτασης αιτήματος αυτής της μορφής υποχρεούται να ικανοποιηθεί, στη βάση της ενώπιόν του μαρτυρίας και εξάγοντας το δικό του συμπέρασμα περί της αποκάλυψης εύλογης υπόνοιας. Τότε και μόνο νομιμοποιείται στην έκδοση του εντάλματος. Το βάσιμο της εύλογης αιτίας συναρτάται απόλυτα με το περιεχόμενο του όρκου που τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου, αντικριζόμενο σφαιρικά, προκειμένου να ικανοποιηθεί ότι «... σε οποιοδήποτε τόπο υπάρχει οτιδήποτε στο οποίο ή σε σχέση με το οποίο διαπράχθηκε ποινικό αδίκημα ή υπάρχει υποψία ότι διαπράχθηκε ή οτιδήποτε για το οποίο υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι θα παρέχει απόδειξη ως προς τη διάπραξη ποινικού αδικήματος» (άρθρο 27(α)(β) του Κεφαλαίου 155).
Η διαπίστωση περί ύπαρξης εύλογης υπόνοιας, όπως λέχθηκε προϋπόθεση δικαιοδοτικής φύσης, επαφίετο στο εκδώσαν το ένταλμα Δικαστήριο (Μακρίδης (ανωτέρω)). Σφαιρική αντίκριση του συνόλου των δεδομένων που είχε ενώπιόν του, καταδεικνύει τη συνδρομή της εύλογης αιτίας, δεδομένης της φύσης των αδικημάτων που απασχολούσαν.
Τα γεγονότα που κάλυπτε ο όρκος δικαιολογούσαν, λογικά, τη δυνατότητα έκδοσης του εντάλματος έρευνας. Δεν διαπιστώνεται γενικότητα και αοριστία στην ένορκο δήλωση που αποτέλεσε το θεμέλιο του αιτήματος της Αστυνομίας. Αντιθέτως, καταγράφεται με ευκρίνεια η, κατ΄ ισχυρισμό, παράνομη συμπεριφορά, η συσχέτιση του Αιτητή με τα αδικήματα που του αποδίδονται, ο συσχετισμός των γεγονότων με τις προβλεπόμενες νομοθετικές διατάξεις, καθώς επίσης και η σύνδεση του επίδικου υποστατικού με το ενδεχόμενο ανεύρεσης τεκμηρίων που σχετίζονται με τα υπό διερεύνηση αδικήματα. Υπό τις συνθήκες, όπως περιγράφονται στον όρκο, ο χώρος διαμονής του Αιτητή συναρτάται λογικά με τεκμήρια που συνδέονται με την αποδιδόμενη σε αυτόν έκνομη συμπεριφορά και με το ενδεχόμενο ανεύρεσής τους.
Σε ό,τι αφορά τον ισχυρισμό περί μη αναγκαιότητας έκδοσης εντάλματος έρευνας, δεδομένης της κατάσχεσης από τις Τελωνειακές Αρχές, σε δύο περιπτώσεις, των παρανόμως εισαχθέντων, μη αδειοδοτημένων, φαρμακευτικών προϊόντων, είναι αρκετό να υπομνησθεί, όπως στον όρκο εντοπίζεται, η συνέχιση των ερευνών της Αστυνομίας με βάση την κατ΄ εξακολούθηση, μεταγενέστερα, της προσφοράς προς πώληση πληθώρας προϊόντων που περιέχουν την παράνομη φαρμακευτική ουσία από το ίδιο διαδικτυακό κατάστημα. Συνεπώς και με δεδομένα τα όσα προηγήθηκαν, συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις και προέκυπτε ως αδήριτη ανάγκη η έκδοση εντάλματος έρευνας για υποβοήθηση του έργου διερεύνησης των σοβαρής μορφής αδικημάτων που αποδίδονται στον Αιτητή.
Για τους πιο πάνω λόγους, δεν έχει καταδειχθεί συζητήσιμη υπόθεση προς τεκμηρίωση της αξίωσης για παροχή άδειας. Η αίτηση απορρίπτεται.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
ΣΦ.