ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Λιάτσος, Αντώνης Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Σωκράτους, Δώρα Δρ. Α. Ποιητής, για τους εφεσείοντες CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2021-07-02 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΤΥΠΟΥ CERTIORARI Η/ΚΑΙ PROHIBITION, Πολιτική Έφεση Αρ. 321/2020, 2/7/2021 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2021:A303

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

Πολιτική Έφεση Αρ. 321/2020

 

2 Ioυλίου, 2021

 

[Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ ΚΑΙ Ν. ΣΑΝΤΗΣ Δ.Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (33/1964)

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤOΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018 (5/2018)

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ XXX ΗΛΙΑ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΤΥΠΟΥ CERTIORARI Η/ΚΑΙ PROHIBITION

 

KΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ  ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 27/10/2020 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΑΡ. 1628/2014 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ Α/ΦΟΙ ΧΗΡΑ (ΛΕΥΚΟΝΙΤΖΙΑΤΕΣ) ΛΤΔ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ ΚΑΙ 1. ΔΗΜΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, 2. XXX ΓΡΗΓΟΡΑ ΚΑΙ 3. XXX ΗΛΙΑ, ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΙΗΘΕΙ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΗΜΕΡ. 13/2/2015 ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ Α/ΦΟΙ ΧΗΡΑ (ΛΕΥΚΟΝΙΤΖΙΑΤΕΣ) ΛΤΔ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ ΚΑΙ 1. ΔΗΜΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ 2. XXX ΓΡΗΓΟΡΑ, 3. XXX ΗΛΙΑ ΚΑΙ 4.  R.A.M. OIL CYPRUS LTD, ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ

_ _ _ _ _ _

 

Δρ. Α. Ποιητής, για τους εφεσείοντες

.....

Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ:  Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα απαγγελθεί από τη Δ. Σωκράτους, Δ.

 

....

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.:  Στις 27 Οκτωβρίου 2020, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας απέρριψε ένσταση των εναγομένων/εφεσειόντων με την οποία υποστήριζαν ότι η αγωγή που ήγειραν οι ενάγοντες εναντίον τους (καθώς και εναντίον άλλων δύο εναγομένων) δεν μπορούσε να επιτύχει λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου να την εκδικάσει.

 

Σύμφωνα με τη θέση τους, η αγωγή αφορούσε εγκυρότητα ή νομιμότητα πολεοδομικής άδειας ή άδειας λειτουργίας σταθμού πετρελαιοειδών, δηλαδή μια διοικητική πράξη και το γεγονός τούτο ενέτασσε τη διαφορά στη δικαιοδοσία διοικητικού δικαστηρίου.

 

Η απόφαση αυτή, αποτέλεσε την αιτία για καταχώρηση αίτησης προς παροχή άδειας για καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως, με απώτερο στόχο την εξασφάλιση των προνομιακών ενταλμάτων certiorari και prohibition με σκοπό την ακύρωση της προαναφερθείσας απόφασης.

 

Oι εφεσείοντες ισχυρίστηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο παρέλειψε να λάβει υπόψη του συγκεκριμένη αναφορά στην Έκθεση Απαίτησης των εναγόντων από την οποία συναγόταν ότι εκείνο το οποίο επιδιώκετο με την αγωγή ήταν το θέμα της παραχώρησης πολεοδομικής άδειας, ως διοικητικής πράξης, κάτι που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα για παροχή άδειας επισημαίνοντας ότι οι προβαλλόμενοι λόγοι για την αιτούμενη θεραπεία, δηλαδή ότι η απόφαση είναι «λανθασμένη» ή ότι το Δικαστήριο «έσφαλε στην ερμηνεία», δεν μπορούν να αποτελέσουν έρεισμα για να δοθεί άδεια για την εξαιρετική αυτή δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αφού στην ουσία, προσβάλλεται η ορθότητα και όχι η νομιμότητα της απόφασης.

 

Η πρωτόδικη κρίση η οποία αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας προσβάλλεται με έξι λόγους έφεσης, οι οποίοι κύριο άξονα έχουν την ισχυριζόμενη λανθασμένη εκ μέρους του πρωτόδικου Δικαστηρίου αντιμετώπιση του ζητήματος, το οποίο έπρεπε να αποφασίσει την έλλειψη ή όχι δικαιοδοσίας με βάση τις υποδειχθείσες παραγράφους της Έκθεσης Απαιτήσεως και όχι να περιοριστεί σε μερικές εξ αυτών και περαιτέρω ότι λανθασμένα αποφάσισε ότι υπάρχει το ένδικο μέσο της έφεσης στο τέλος της διαδικασίας, διότι αυτό θα γίνει αφού αναλωθεί αρκετός χρόνος για ολοκλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας.

 

Επέμβαση του Εφετείου, όπως έχει αποκρυσταλλωθεί η αρχή, μέσα από τη νομολογία είναι δυνατή στις περιπτώσεις όπως αυτές καταγράφησαν στη Δ. Στυλιανού, Πολ. Έφ. 67/2014 ημερ. 25/6/2015, σχετικό απόσπασμα της οποίας παραθέτουμε:

 

«Είχαμε σχετικά πρόσφατα επισημάνει στην Πολιτική Έφεση Αρ. 20/2014, xxx Στυλιανίδης, 17.3.2015, με παραπομπή στην Μαρκιτανής ν. Μουζούρη (2000) 1 ΑΑΔ 923, τις περιπτώσεις που δικαιολογείται επέμβαση του Εφετείου τις οποίες και κρίνεται αναγκαίο να επαναλάβουμε, ως εκ της αυξητικής τάσης που παρατηρείται στην καταχώριση αιτήσεων και εφέσεων αναλόγως, για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων:

 

       «Η άδεια για καταχώρηση αίτησης χορηγείται κατά διακριτική ευχέρεια (βλ. και The Supreme Court Practice 1999, σελ. 908).  Εφόσο πρόκειται για απόφαση που απορρέει από άσκηση διακριτικής ευχέρειας επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται:

 

(α)  Όπου διαπιστώνεται ότι η διακριτική ευχέρεια ασκήθηκε έξω από το πλαίσιο που παρέχεται από το Νόμο, όπως όταν διαπιστώνεται ότι υπεισήλθαν στην άσκηση της εξωγενείς παράγοντες.

 

(β)  Όπου η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας οδηγεί σε πασιφανή αδικία, όπως είναι η περίπτωση στην οποία δε θα μπορούσε να προέλθει κανένα δικαστήριο  (Αρέστη ν. Ηλία (1991) 1 ΑΑΔ 984, 988,989, Σιακόλας ν. Federal Bank of Lebanon (1992) 1 ΑΑΔ 710).

 

(γ)  Όπου υπάρχει πλάνη ως προς τα γεγονότα, σφάλμα νόμου, εφαρμογή λανθασμένων αρχών δικαίου, λήψη υπόψη άσχετων στοιχείων, μη λήψη υπόψη σχετικών στοιχείων (Νεάρχου ν. Χαραλάμπους (1991) 1 ΑΑΔ 954, Donald Campell & Co. Ltd v.  Pollak (1927) A.C. 732, Evans v. Bartlam (1937) A.C. 473, Young v. Thomas (1892) 2 Ch. 234 και Egerton v. Jones (1939) 3 All E.R. 892)."

 

Υποδείχθηκε τόσο στο περίγραμμα όσο και προφορικά κατά την επ' ακροατηρίω συζήτηση πως το πρωτόδικο Δικαστήριο απομόνωσε συγκεκριμένες φράσεις και παραγράφους από την αίτηση τους και με το δικαιολογητικό ότι η αίτηση ανέφερε πως «η απόφαση είναι λανθασμένη» ή πως «το Δικαστήριο δεν πρέπει να αφεθεί να ενεργήσει στη βάση λανθασμένης ερμηνείας» παρερμήνευσε εκείνο το οποίο πραγματικά εζητείτο και ήταν προφανές πως «επρόκειτο περί αιτήσεως βασισμένης στο γεγονός ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να εκδικάσει την υπόθεση».

 

Από τη μελέτη της δοθείσας πρωτόδικης απόφασης προκύπτει ξεκάθαρα πως αυτό το ζήτημα που αφορούσε στη δικαιοδοσία, την οποία, κατ' ισχυρισμό, λανθασμένα αποφάσισε το Επαρχιακό Δικαστήριο, εξετάστηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο αποφάνθηκε ότι «δεν αποτελούν έρεισμα για να δοθεί άδεια για την εξαιρετική αυτή δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αφού στην ουσία είναι η ορθότητα που προσβάλλεται και όχι η νομιμότητα» και θεώρησε πως «όσα εκτίθενται δεν καταδεικνύουν ούτε πασιφανές νομικό σφάλμα στην όψη του πρακτικού, ούτε παραβίαση φυσικής δικαιοσύνης ούτε υπέρβαση εξουσίας».

 

Άδεια για καταχώρηση αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari παρέχεται στις περιπτώσεις όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται υπέρβαση ή έλλειψη δικαιοδοσίας, νομικό σφάλμα εμφανές στο πρακτικό, προκατάληψη ή συμφέρον, δόλος ή ψευδορκία στη λήψη της απόφασης ή παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης. Όπως ορθά υπόμνησε το πρωτόδικο Δικαστήριο, αντικείμενο της διαδικασίας για έκδοση προνομιακού εντάλματος αυτής της μορφής δεν είναι ο έλεγχος της ορθότητας μιας απόφασης, αλλά της νομιμότητάς της. ΄Οπου δε το Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσία, δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι υπερέβη τη δικαιοδοσία του, απλώς και μόνο επειδή ερμήνευσε λανθασμένα ένα νομοθέτημα. Περαιτέρω, ενδεχόμενη λανθασμένη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, δεν εμπίπτει στα πλαίσια διαδικασίας προνομιακού εντάλματος Certiorari.

 

Υπό το πρίσμα των ανωτέρω και των δεδομένων που καλύπτουν την παρούσα περίπτωση, κρίνουμε πως ορθά αποφάσισε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων και δεν θεωρούμε ότι εμφιλοχώρησε οποιοδήποτε νομικό σφάλμα στην κρίση του.

 

Πέραν τούτου, παρά τη θεώρηση ότι δεν υπήρξε εκ πρώτης όψεως συζητήσιμο θέμα, μπορούσε το ζήτημα της δικαιοδοσίας να εξεταστεί με την άσκηση του ένδικου μέσου της έφεσης, στο τελικό στάδιο, όπως, επίσης, υπέδειξε το πρωτόδικο Δικαστήριο.  Ως εκ τούτου προσθέτουμε πως δεν καταδείχθηκε ούτε η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, ώστε να ενεργοποιείται η εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για έκδοση προνομιακού εντάλματος.

 

Στην απόφαση μας στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση της Tricor Ltd, Πολ. Εφ. 117/20 ημερ. 7/4/21, ECLI:CY:AD:2021:A131 εξετάσαμε συναφές ζήτημα και μεταφέρουμε σχετικό απόσπασμα το οποίο επαναλαμβάνουμε για σκοπούς της παρούσας.

 

«Ευθυγραμμισμένη νομολογία επιβεβαιώνει ότι, όπου υπάρχει διαθέσιμο άλλο ένδικο μέσο, δεν είναι επιτρεπτή η παραχώρηση προνομιακού εντάλματος, εκτός εάν προηγηθεί διαπίστωση ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις. Έχει κατ΄ επανάληψη νομολογηθεί ότι η έκδοση προνομιακών ενταλμάτων δεν λειτουργεί ως υποκατάστατο της έφεσης ή άλλων ένδικων μέσων, ούτε είναι λόγος χρησιμοποίησης της εφεδρείας της δικαιοδοσίας αυτής του Ανωτάτου Δικαστηρίου ο τυχόν σημαντικός χρόνος που απαιτείται για διεκπεραίωση εναλλακτικών διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένης της έφεσης. (Χρίστου (2011) 1 ΑΑΔ 2085).

 

Έχει επίσης νομολογιακά διευκρινισθεί ότι η αρχή συνδρομής των εξαιρετικών περιστάσεων ισχύει γενικά, ανεξάρτητα δηλαδή εάν ο λόγος που επιδιώκεται η ακύρωση ενός διατάγματος σχετίζεται με έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας (Κτηματικές Επιχειρήσεις Ανδρέα Ευριπίδη Διογένους Λτδ (2005) 1 ΑΑΔ 1342). Στην υπόθεση Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.α. (2012) 1 ΑΑΔ 878γίνεται εκτενής ανασκόπηση της σχετικής νομολογίας, σε αναφορά με τα όσα λέχθηκαν στις υποθέσεις Hellenger Trading Ltd (2000) 1 ΑΑΔ 1965 και Base Metal Trading Ltd vFastact Developments Ltd κ.α. (2004) 1 ΑΑΔ 1535Ο,τι έχει σημασία εν προκειμένω είναι η εδραιωμένη πλέον θέση της νομολογίας πως η αρχή για αναζήτηση εξαιρετικών περιστάσεων όπου εντοπίζεται η ύπαρξη άλλου ένδικου μέσου δεν μεταβάλλεται ούτε στις περιπτώσεις όπου προβάλλεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας.»

 

 

Το γεγονός ότι επιζητείται η έκδοση και διατάγματος prohibition δεν διαφοροποιεί τα ό,σα ανωτέρω λέχθηκαν. 

 

Η απόφαση In re Αρχιεπίσκοπος Κύπρου (αρ. 4) (1993) 1 ΑΑΔ 961 την οποία ο συνήγορος έθεσε ενώπιον μας δεν καθιερώνει την αρχή πως όπου υπάρχει αίτημα για έκδοση προνομιακού εντάλματος prohibition αυτό απαραίτητα εκδίδεται διότι πρέπει να διακόπτεται η διαδικασία στο Επαρχιακό Δικαστήριο.

 

Ενόψει των περιστατικών εκείνης της υπόθεσης, η οποία αφορούσε διαδικασία παρακοής Δικαστηρίου και κράτησης/σύλληψης του αιτούντα, κρίθηκε πως η έκδοση διατάγματος prohibition ήταν απαραίτητη διότι οι προσφερόμενες διαδικασίες παροχής αναστολής διατάγματος δυνάμει των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας δεν θα είχαν ως αποτέλεσμα, τη διακοπή της διαδικασίας με την οποία εζητείτο η τιμωρία του αιτούντα, ο οποίος ήταν τρίτο πρόσωπο και όχι εκείνο, εναντίον του οποίου είχε εκδοθεί το προσωρινό διάταγμα του οποίου, κατ' ισχυρισμό, υπήρχε καταφρόνηση.

 

Στην προκείμενη περίπτωση και εάν ακόμα θεωρηθεί ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο, λανθασμενα αποφάσισε για μη έλλειψη δικαιοδοσίας του, με δεδομένη την ύπαρξη άλλου ένδικου μέσου, δεν έχει τεκμηριωθεί ότι συνέτρεχαν εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες να δικαιολογούσαν την κατ' εξαίρεση παροχή της θεραπείας των προνομιακών ενταλμάτων με βάση το κατάλοιπο εξουσίας του Δικαστηρίου.

 

Η έφεση απορρίπτεται.

 

                                                               Α. Λιάτσος, Δ.

 

                                                               Α. Πούγιουρου, Δ.

 

                                                               Δ. Σωκράτους, Δ.

 

                                                               Λ. Δημητριάδου, Δ.

 

                                                               Ν. Σάντης, Δ.

/ΚΑς


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο