ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Παρπαρίνος, Λεωνίδας Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Ιωαννίδης, Ιωάννης Ε. Αναστασίου με Μ. Αναστασίου για Ε. Αναστασίου και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα. Κ. Μ. Χατζηπιέρας, για την Εφεσίβλητη. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2021-07-20 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο N. ΝΑΟΥΜ v. CHRIS CASH amp;amp; CARRY LTD, Πολιτική Έφεση Αρ. 291/2013, 20/7/2021 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2021:A321

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 291/2013)

 

20 Ιουλίου, 2021

 

[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ  Δ/στές]

 

ΜΕΤΑΞΥ:

N.  ΝΑΟΥΜ

Εφεσείοντα

και

 

CHRIS CASH & CARRY LTD

Εφεσίβλητης

_________________________

 

Ε. Αναστασίου με Μ. Αναστασίου για Ε. Αναστασίου και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα.        

Κ. Μ. Χατζηπιέρας, για την Εφεσίβλητη.

_________________________

 

Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.:   Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Ι. Ιωαννίδη, Δ.

_______________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.:   Ο Εφεσείων καταχώρισε στις 14.12.2007 Κλητήριο Ένταλμα, Ειδικώς Οπισθογραφημένο (Ο.2 r.6), στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, εναντίον της Εφεσίβλητης Εταιρείας (Chris Cash & Carry Ltd), με το οποίο αξίωνε γενικές και ειδικές αποζημιώσεις, για ζημιές και σωματικές βλάβες που κατ΄ ισχυρισμόν υπέστη κατά ή περί τις 13.7.2006, καθ΄ ον χρόνο εκτελούσε τα καθήκοντα του ως εργοδοτούμενος της.  Στην πορεία, το Κλητήριο Ένταλμα τροποποιήθηκε δυνάμει διαταγμάτων του Επαρχιακού Δικαστηρίου, με αποτέλεσμα να συμπεριληφθούν ως Εναγόμενοι 2 και 3, οι Εταιρείες Charalambides Dairies Limited και Freeze-Point Limited.    Περαιτέρω, έλαβε χώρα και διαδικασία Τριτοδιαδίκου (xxx Διάκου).   

 

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, έχοντας θέσει ενώπιον του το περιεχόμενο της Έκθεσης Απαίτησης, σημειώνει τα ακόλουθα για τη δικογραφημένη θέση του Εφεσείοντα:  

«Κατά την 13.7.2006 ο Ενάγοντας μέσα στα πλαίσια των καθηκόντων του και ενώ εκτελούσε εντολές της Εναγόμενης 1, επιχείρησε μαζί με ένα άλλο συνάδελφο του ως επίσης με τον υπάλληλο της Εναγόμενης 3, τριτοδιάδικο, xxx Διάκου, όπως, χρησιμοποιώντας τα χέρια τους και/ή τη σωματική τους δύναμη να φορτώσουν στο ημιφορτηγό με αρ. εγγραφής ΚΚΧ652 ιδιοκτησία της Εναγόμενης 3 και/ή εκμισθωμένο από αυτή ένα επαγγελματικό ψυγείο με αποτέλεσμα και ενώ ο Ενάγοντας βρισκόταν μέσα στο ημιφορτηγό, το ψυγείο ανεξέλεγκτο να πάρει κλίση προς το μέρος του και να σφηνώσει το αριστερό του πόδι και ο Ενάγοντας προ του κινδύνου να πλακωθεί και/ή συνθλιβεί από το ψυγείο επιχείρησε να πηδήξει από την κάσια του ημιφορτηγού με αποτέλεσμα να κτυπήσει βίαια το δεξί του πόδι στο έδαφος και να υποστεί σοβαρές σωματικές βλάβες, ζημιές, απώλειες, έξοδα και ταλαιπωρία.   Ο Ενάγοντας ισχυρίζεται ότι το ως άνω ατύχημα οφείλεται στην αμέλεια και/ή παράβαση των νομίμων καθηκόντων των Εναγομένων 1, 2 και 3 και παραθέτει στο δικόγραφο λεπτομέρειες αμέλειας και/ή παράβασης των νομίμων καθηκόντων των Εναγομένων καθώς επίσης και λεπτομέρειες σωματικών βλαβών του, των ειδικών του ζημιών και γενικά των επιπτώσεων στη ζωή του. .....»

 

 

Η Εφεσίβλητη (Εναγόμενη 1 Εταιρεία) με το δικόγραφο της είχε αρνηθεί τις λεπτομέρειες αμέλειας και/ή παράβασης των εκ του Νόμου απορρεόντων καθηκόντων που της απέδιδε ο Εφεσείων με την Έκθεση Απαίτησης του.   Ήταν η δικογραφημένη της θέση ότι μεταξύ της ιδίας και της Εναγόμενης 2 Εταιρείας   (Charalambides Dairies Limited) καταρτίστηκε συμφωνία, δυνάμει της οποίας η Εναγόμενη 2 Εταιρεία θα την προμήθευε με γαλακτοκομικά προϊόντα «ΔΕΛΤΑ».    Η εν λόγω συμφωνία προέβλεπε ότι τα εν λόγω προϊόντα θα ετοποθετούντο στην υπεραγορά της σε ιδιόκτητα ψυγεία της Εναγόμενης 2, τα οποία η τελευταία επίσης θα ετοποθετούσε στην υπεραγορά της.   Την αποκλειστική ευθύνη για τη μεταφορά των προϊόντων και των ψυγείων στην υπεραγορά θα είχε η Εναγόμενη 2.   Ήταν περαιτέρω δικογραφημένη θέση της Εφεσίβλητης, ότι η Εναγόμενη 2 Εταιρεία συνήψε συμφωνία με την Εναγόμενη 3 Εταιρεία (Freeze-Point Limited), δυνάμει της οποίας η Εναγόμενη 2 είχε αναθέσει στην Εναγόμενη 3, έναντι συμφωνηθείσας αμοιβής «μέρος των ως άνω υποχρεώσεων της   που περιελάμβαναν και τη μεταφορά και τοποθέτηση των ως άνω προϊόντων «ΔΕΛΤΑ» ως και των ψυγείων στην Εναγόμενη 1».  Δυνάμει της πιο πάνω κατ΄ ισχυρισμόν συμφωνίας μεταξύ Εναγόμενης 2 και Εναγόμενης 3, η τελευταία δια του υπαλλήλου της xxx Διάκου (Τριτοδιαδίκου), μετέφερε στις 13.7.2006 με συγκεκριμένο φορτηγάκι της Εναγόμενης 3, ένα ψυγείο προϊόντων «ΔΕΛΤΑ» στο κατάστημα της Εφεσίβλητης εις αντικατάσταση άλλου ψυγείου το οποίο είχε παρουσιάσει βλάβη.   Σύμφωνα πάντα με τις δικογραφημένες θέσεις της Εφεσίβλητης, ήταν καθήκον και/ή υποχρέωση των Εναγομένων 2 και 3 να εφαρμόσουν «. ορθό και αποτελεσματικό σύστημα εργασίας, έτσι ώστε τόσο η κάθοδος και εκφόρτωση του καινούργιου ψυγείου όσο και η φόρτωση του παλαιού στο φορτηγάκι, να εγίνετο με ασφάλεια.    Η ανάμειξη του Ενάγοντα στη διαδικασία φόρτωσης έγινε μετά από παράκληση του xxx Διάκου (Τριτοδιαδίκου) και χωρίς τη γνώση, ανάμειξη ή εξουσιοδότηση της Εναγόμενης 1.   Ο Ενάγων και ο xxx Διάκος, αφού ξεφόρτωσαν το καινούργιο ψυγείο από το φορτηγάκι, ασχολήθηκαν στη συνέχεια με τη φόρτωση στο φορτηγάκι του παλαιού ψυγείου, το οποίο ο Ενάγων παρέλαβε από την υπεραγορά της Εναγόμενης 1 για να το φορτώσει στο φορτηγάκι.    Κατά τη διαδικασία της φόρτωσης ο Ενάγων τραυματίστηκε (χώρος στάθμευσης)».  

 

Τέλος, ήταν η δικογραφημένη θέση της Εφεσίβλητης ότι για το συγκεκριμένο ατύχημα ευθύνονται, ο Εφεσείων, οι Εναγόμενες 2 και 3 Εταιρείες και ο Τριτοδιάδικος, xxx Διάκου και   στο δικόγραφο της παραθέτει λεπτομέρειες αμέλειας και/ή παράβασης καθηκόντων του Εφεσείοντα, των Εναγομένων 2 και 3 και του Τριτοδιαδίκου.  Διαζευκτικά, αναφέρει ότι ο Τριτοδιάδικος, xxx Διάκου, κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, ήταν υπάλληλος και/ή ενεργούσε ως αντιπρόσωπος και/ή προς όφελος και/ή για λογαριασμό και/ή με οδηγίες και/ή κάτω από τον έλεγχο της Εναγόμενης 2 Εταιρείας η οποία «ευθύνεται εκ προστήσεως για τις πράξεις και/ή παραλείψεις αυτού». 

 

Δεν θα χρειαστεί να παραθέσουμε τις δικογραφημένες θέσεις των Εναγομένων 2 και 3 και του Τριτοδιαδίκου, αφού οι Εφέσεις που αφορούσαν σ΄ αυτούς, έχουν αποσυρθεί και απορριφθεί.   Παρέμεινε μόνο η Έφεση του Ενάγοντα εναντίον της πρωτόδικης απόφασης στη βάση της οποίας είχε απορριφθεί η αγωγή του εναντίον της Εφεσίβλητης εργοδότριας του.                       

 

Ο Εφεσείων για να αποδείξει την υπόθεση του κατέθεσε ενόρκως ενώ κάλεσε και μάρτυρες.  Συγκεκριμένα, κάλεσε τον Μ.Ε. 2 Ναούμ K., ο οποίος είναι αδελφός του, τον Μ.Ε. 3 xxx Κ. Αρμινιώτη, ο οποίος ήταν εργοδοτούμενος της Εφεσίβλητης και εργαζόταν, κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, στην υπεραγορά όπου έλαβε χώρα το κατ΄ ισχυρισμόν ατύχημα,   τον Μ.Ε. 4 xxx Σολωμονίδη, Ορθοπεδικό Χειρουργό, τον Μ.Ε. 5 xxx Μενελάου, φίλο και γείτονα του, και τον Μ.Ε. 6 xxx Χριστόδουλου, Ορθοπεδικό.      Η Εφεσίβλητη επίσης κάλεσε  μάρτυρες.  Ανάμεσα σ΄ αυτούς τον Μ.Υ. 3 xxx Αναστασίου, Διευθυντή Ανθρώπινου Δυναμικού της Εφεσίβλητης, και τον Μ.Υ. 4 xxx Ιωάννου, Διευθυντή Καταστήματος της Εφεσίβλητης όπου έλαβε χώρα το κατ΄ ισχυρισμόν ατύχημα.   

 

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού παρέθεσε τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του, προχώρησε σε αξιολόγηση.  Θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε αυτολεξεί το μέρος της απόφασης του που αφορά στην αξιολόγηση:

 

«Αξιολόγηση μαρτυρίας

 

Μέσα στα πλαίσια της ζωντανής ατμόσφαιρας της δίκης είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω και ακούσω με προσοχή τους μάρτυρες ενώ κατέθεταν ενόρκως ενώπιον μου, αξιολογώντας τη μαρτυρία τους με πλήρη πάντα επίγνωση ότι η αξιοπιστία εκτιμάται αυτοτελώς και αποσυναρτημένα επιπέδου απόδειξης με δείχτη το στάδιο από το οποίο ανέκυψε, τη πηγή των γνώσεων τους στο βαθμό που αυτές αφορούσαν τα επίδικα γεγονότα, την ύπαρξη προσωπικού συμφέροντος, τις ευκαιρίες που είχαν για να παρακολουθήσουν τα διαδραματισθέντα, την εν γένει συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα, τη μνήμη και τους λόγους που είχαν να θυμούνται ή να πιστεύουν αυτά για τα οποία κατέθεταν, τη σαφήνεια και αμεσότητα των απαντήσεων τους και την ύπαρξη σε αυτές υπερβολών ή ουσιαστικών εγγενών αντιφάσεων.  (Γιαννή κ.α. ν. Χριστοφόρου (1995) 1 σελ.340, Μόδεστος Πίτσιλλος ν. Δημητράκη Ευγενίου (1989) 1(Ε) 691, Ντίνος Μιχαηλίδης Λτδ ν. Δρουσιώτου και άλλων (1995)1 Α.Α.Δ. 877 - Το Δίκαιο της Απόδειξης (1994), Τάκη Ηλιάδη, σελ.24 και 215).

 

Ο Eνάγοντας στη μαρτυρία του λέγει (στην κυρίως εξέταση του) ότι ο xxx Αρμινιώτης, υπεύθυνος παραλαβών της Εναγόμενης 1 του έδωσε οδηγίες να διακόψει την ασχολία του με την τοποθέτηση προϊόντων σε ράφια και να προστρέξει σε βοήθεια του xxx Διάκου για να φορτώσει ένα επαγγελματικό ψυγείο το οποίο ήταν ιδιοκτησία της Εναγόμενης 2, πράγμα το οποίο έπραξε.  Αυτό, λέγει, έγινε και με τις οδηγίες του Γενικού Διευθυντή, Γ. Ιωάννου, ο οποίος ήταν παρών όταν του ζητήθηκε αυτό από τον xxx Αρμινιώτη.  Στην αντεξέταση του όμως είπε διαφορετικά τα γεγονότα αυτά.  Είπε ότι τα καθήκοντα του ήταν γενικής φύσεως, όποτε παρουσιαζόταν εργασία τον έστελλαν εντός ή εκτός της αποθήκης.  Ήταν αποθηκάριος.  Εκείνη την ημέρα έδωσε του οδηγίες ο Αρμινιώτης, υπεύθυνος παραλαβών ο οποίος είναι αρχαιότερος, είχε, νομίζει, μεγαλύτερες απολαβές από τον Αρμινιώτη, ο οποίος ήταν υπεύθυνος παραλαβών και μπορούσε ανά πάσα στιγμή να ζητήσει τη βοήθεια του αποθηκάριου.   Υπεύθυνος της αγοράς είναι ο Γ. Ιωάννου.  Ενώ ασχολείτο με τη συντήρηση των ραφιών, του ζητήθηκε από τον Αρμινιώτη να βοηθήσει, στη φόρτωση των ψυγείων, ενώ ήταν δίπλα του ο Γ. Ιωάννου.    Ούτε αρνήθηκε ούτε του έδωσε την άδεια.  Συνεπώς ο ενάγοντας δεν είπε την αλήθεια στην κυρίως εξέταση.  Δεν έδωσε οδηγίες ο Γενικός Διευθυντής Γ. Ιωάννου για να βοηθήσει τον xxx Διάκου να φορτώσει το ψυγείο. Ζητήθηκε η άδεια από τον Ιωάννου αλλά αυτός δεν απάντησε.  Φαίνεται να έδωσε άδεια σιωπηρά. Ούτε προκύπτει μέσα από τη μαρτυρία ότι ήταν μέσα στα καθήκοντα του, ως αποθηκάριος, να βοηθά στην φόρτωση ψυγείων.  Ούτε ο Αρμινιώτης ήταν προϊστάμενος του ή διευθυντικό στέλεχος της εναγομένης 7.  Ήταν παραλήπτης με χαμηλότερες απολαβές από τον ενάγοντα.  Οι γενικές οδηγίες είπε ο ενάγων, ήταν να ακούν τον υπεύθυνο.  Εκείνη τη στιγμή παρών ήταν ο Γενικός Διευθυντής.

 

Ο Μ.Ε.3 xxx Αρμινιώτης είπε ότι ήταν γενικός παραλήπτης και ο ενάγων αποθηκάριος.  Την ημέρα του ατυχήματος ήταν απόγευμα και ήρθαν να τους αλλάξουν το ψυγείο των παγωτών.  Ήθελε βοήθεια ο άνθρωπος και πήγε ο ίδιος στο Γ. (Διευθυντή) να του πει αν μπορεί να καλέσει τον ενάγοντα να πάει να βοηθήσει τον Διάκο.  Του είπε να πάει.  Στην αντεξέταση του, ο μάρτυρας, είπε ότι ο Ν. ήταν μπροστά την ώρα που είπε του Διευθυντή.  Ο Διευθυντής του είπε πήγαινε.  Έκανε άλλη δουλειά ο Ν. εκείνη την ώρα και έπρεπε να την αφήσει. 

 

Η μαρτυρία  του Μ.Ε.3  έρχεται σε αντίθεση με αυτή του Ενάγοντα στο σημείο αυτό.  Ο Μ.Ε.3 λέγει ότι είπε στον ενάγοντα να πάει  ενώ ο ίδιος ο ενάγων που ήταν παρών, είπε ότι ο Διευθυντής δεν είπε ούτε ναι ούτε όχι όταν του είπε για να πάει ο Ν. να βοηθήσει.

 

Είναι ισχυρισμός της Εναγομένης 1 ότι τα περί αδείας ή όχι του Διευθυντή, ο Ενάγων τα αναφέρει για πρώτη φορά στη προφορική του μαρτυρία.  Αυτό είναι γεγονός.  Δεν το αναφέρει στη κατάθεση (ανυπόγραφη) ημερ. 26.7.06 που έδωσε στον ΜΥ2, Θεοδώρου, αλλά το αναφέρει ο xxx Διάκος στη δική του κατάθεση, Τεκμ. 7, ημερ. 21.7.06, η οποία προηγήθηκε αυτής του Ενάγοντα.  Αναφέρει ο Διάκος ότι «παίρνοντας το ψυγείο ... επειδή ήταν βαρύ ζήτησα βοήθεια από τον υπεύθυνο της αποθήκης και αυτός φώναξε έναν υπάλληλο».

 

Ο ενάγων ήταν υπάλληλος.  Είναι παραδεκτό γεγονός από την εναγομένη 3 ότι η εναγόμενη 3 κλήθηκε από την εναγομένη 2 να παραλάβει ένα ψυγείο της ΔΕΛΤΑ από τις εγκαταστάσεις, υπεραγορά, της εναγομένης 1 στον Άγιο Ιωάννη στη Λεμεσό.  Η εναγομένη 3 απέστειλε τον Τριτοδιάδικο, xxx Διάκο, να παραλάβει το χαλασμένο ψυγείο και να προμηθεύσει την υπεραγορά με άλλο ψυγείο.  Κατά την άφιξη του Τριτοδιάδικου στο χώρο φορτοεκφόρτωσης της υπεραγοράς, προσέτρεξε κοντά του ο ενάγοντας, για να του παράσχει βοήθεια στη φορτοεκφόρτωση των ψυγείων.  Κατά την φόρτωση του χαλασμένου ψυγείου στο φορτηγάκι επεσυνέβη το ατύχημα.  Το φορτηγάκι που οδηγούσε ο τριτοδιάδικος, με αριθμούς εγγραφής ΚΚΧ652, ήταν ιδιοκτησία της Εναγομένης 3.  Η Εναγομένη 3, ένεκα της σχέσης της με τον Τριτοδιάδικο, καθίσταται υπεύθυνη για οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη του Τριτοδιαδίκου εν ώρα εργασίας.  Είναι επίσης παραδεκτό γεγονός από την Εναγομένη 3 ότι το φορτηγάκι είχε ανυψωτικό μηχάνημα.

 

Η Εναγομένη 2 ήταν η ιδιοκτήτρια του ψυγείου κατάψυξης και συντήρησης που ήταν τοποθετημένο μέσα στην υπεραγορά της Εναγομένης 1.  Σύμφωνα με το συμφωνητικό έγγραφο, Τεκμήριο Β1, η Εναγομένη 3, Freeze Point Ltd, αναλαμβάνει την επισκευή και συντήρηση των ψυγείων κατάψυξης και συντήρησης της εταιρείας Charalambides Dairies Ltd.  Επίσης, αναλαμβάνει τη διακίνηση των ψυγείων κατάψυξης και συντήρησης της Εναγομένης 2 από και προς τους πελάτες της Εναγομένης 2.  Η διακίνηση, σύμφωνα πάντα με το Τεκμήριο Β1, θα γίνεται με ειδικά διαμορφωμένα αυτοκίνητα, με επενδύσεις και lift για την αποφυγή οποιωνδήποτε ζημιών στα ψυγεία.» 

 

 

 

Αυτή ήταν η αξιολόγηση της μαρτυρίας στην οποία προέβη το Πρωτόδικο Δικαστήριο σε σχέση με τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες έλαβε χώρα το ατύχημα.

 

Στη συνέχεια, το Πρωτόδικο Δικαστήριο κάτω από τον τίτλο «Ευθύνη» προχωρεί στην απόφαση του με την παράθεση της πιο κάτω Νομολογίας που αφορά στην αμέλεια και στα καθήκοντα των εργοδοτών έναντι των εργοδοτουμένων τους (Στρατμάρκο Λτδ ν. Μιχαήλ (1989) 1(Ε) ΑΑΔ, 453, Μεταφορική Εταιρεία Γ. & Μ. Περικλέους Λτδ ν. Αντώνη Μιχαήλ κ.α. (2000) 1(Γ) ΑΑΔ, 1661 και Κυριάκου ν. Caramondani Bros Ltd (2001) 1(Α) ΑΑΔ, 219).   Με αναφορά και πάλι σε Νομολογία, βρήκε ότι ο Εφεσείων ήταν εργοδοτούμενος της Εφεσίβλητης.   Αυτό βεβαίως η τελευταία το είχε παραδεχθεί ρητά στο δικόγραφο της.  Με άλλα λόγια, είχε παραδεχθεί τη δικογραφημένη θέση του Εφεσείοντα ότι κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, αυτός ήταν εργοδοτούμενος της «και ασκούσε τα καθήκοντα του αποθηκάριου και/ή εργάτη και/ή εκτελούσε διάφορες εργασίες σύμφωνα με τις οδηγίες των Εναγόμενων 1 και/ή των εξουσιοδοτημένων αυτών προσώπων».  Συνεπώς, το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν είχε καθήκον να εξετάσει, υπό το φως των πιο πάνω, κατά πόσο ο Εφεσείων ήταν, κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, εργοδοτούμενος της Εφεσίβλητης.    Όπως θα αναφέρουμε και πιο  κάτω, ένα από τα επίδικα θέματα ήταν κατά πόσο ο Εφεσείων τη δεδομένη χρονική στιγμή που τραυματίστηκε ενεργούσε κατόπιν οδηγιών και/ή για λογαριασμό της Εφεσίβλητης εργοδότριας του. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε τελικά ότι τη δεδομένη χρονική στιγμή που έγινε το ατύχημα, εργοδότης του Εφεσείοντα ήταν ο Τριτοδιάδικος.    Επειδή όμως η απαίτηση του δεν στρεφόταν εναντίον του Τριτοδιαδίκου, απέρριψε την αγωγή.           

 

Έχουμε μελετήσει πολύ προσεκτικά την πρωτόδικη απόφαση προσεγγίζοντας την ως ενιαίο σύνολο (Λαούτα ν. Δημοκρατίας (2014) 1(Γ) ΑΑΔ, 2205), έχοντας πάντα κατά νου ότι η δομή και ο τρόπος συγγραφής μιας δικαστικής απόφασης, εναπόκειται στον ίδιο το Δικαστή (Στυλιανού ν. Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ, 646).  Το πρώτο πράγμα που διαπιστώνουμε είναι ότι ελλείπει από την πρωτόδικη απόφαση εύρημα του Δικαστηρίου για το ποιοι μάρτυρες είχαν κριθεί αξιόπιστοι και ποιοι αναξιόπιστοι.  Στην πρωτόδικη απόφαση, κάτω από τον τίτλο «Αξιολόγηση Μαρτυρίας», σχολιάζεται μέρος της μαρτυρίας του Εφεσείοντα και του Μ.Ε. 3 xxx Αρμινιώτη, χωρίς όμως να καταγράφεται κατά πόσο αυτοί είναι αξιόπιστοι ή αναξιόπιστοι μάρτυρες.   Σε κάποιο άλλο μέρος της απόφασης του, και πάλι κάτω από τον τίτλο «Αξιολόγηση Μαρτυρίας», το Πρωτόδικο Δικαστήριο σημειώνει ότι «Η μαρτυρία του Μ.Ε. 3 έρχεται σε αντίθεση  με αυτή του Ενάγοντα στο σημείο αυτό».   Δεν χρειάζεται να αποφασίσουμε τώρα κατά πόσο η εν λόγω αντίθεση, που το Πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε, είναι ουσιώδης, αφού ούτε και το ίδιο δεν αποφάσισε κάτι τέτοιο.  Εκείνο όμως που μπορούμε να πούμε είναι ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποφάσισε ποιού τη μαρτυρία τελικά αποδέχεται, αν αποδέχεται, και γιατί.  Όπως δεν αποφάσισε εάν μέσα στα καθήκοντα του Εφεσείοντα, ήταν και οι φορτοεκφορτώσεις ψυγείων και άλλων αντικειμένων, ως αυτός είχε ισχυριστεί με την ένορκη μαρτυρία του.  Περαιτέρω,   δεν αξιολόγησε τον Μ.Ε. 2 Ναούμ K., τον Μ.Ε. 5 xxx Μενελάου, τον Μ.Υ. 3 xxx Αναστασίου, τη Μ.Υ. 5 xxx Σεργίου και τον Μ.Υ. 4 xxx Ιωάννου.    Για τον τελευταίο αυτό μάρτυρα, στη σελ. 38 της απόφασης του, κάτω από τον τίτλο «Σωματικές Βλάβες του Ενάγοντα», αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

 

«Ο Μ.Υ.4, xxx Ιωάννου, είπε στη μαρτυρία του ότι όταν τον επισκέφθηκε στη κλινική του είπε ότι τον περιμένουν πίσω στην εργασία του.  Τα καθήκοντα του σαν αποθηκάριος δεν ήταν βαριά.  Αντεξεταζόμενος, ο Μ.Υ.4, είπε ότι περίμεναν τον ίδιο τον Ενάγοντα να πάει κοντά τους για δουλειά, αλλά δεν πήγε.  Του είπε και ο ίδιος να επιστρέψει στη δουλειά.  Ο Ενάγων δεν παρουσίασε οποιοδήποτε στοιχείο ή μαρτυρία ότι απελύθη από την Εναγομένη 1.  Αντιθέτως, η Εναγομένη 1 τον περίμενε στην εργασία του.  Του κατέβαλαν 1 ½ χρόνων μισθούς, που ήταν η αναρρωτική του άδεια.  Αυτό που έλειπε από τον Ενάγοντα ήταν η ψυχική του διάθεση για εργασία.  Για δικούς του λόγους δεν πήγε στη δουλειά του.  Ο Ενάγων δεν δικαιούται αποζημιώσεις για απώλεια μελλοντικών απολαβών.» 

 

 

Με άλλα λόγια, χρησιμοποιήθηκε η μαρτυρία του xxx Ιωάννου (Μ.Υ. 4) για να καταρρίψει ισχυρισμούς και αξιώσεις του Εφεσείοντα, χωρίς όμως να υπάρχει εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο εν λόγω μάρτυρας είναι αξιόπιστος, αφού, ως ελέχθη, παρέλειψε να αξιολογήσει τον εν λόγω μάρτυρα. 

 

Ούτε η αξιολόγηση της προσαχθείσας ιατρικής μαρτυρίας ικανοποιεί.   Εκ μέρους του Εφεσείοντα κατέθεσαν δύο ιατροί οι οποίοι ανέφεραν, ανάμεσα σ΄ άλλα, ότι ο Εφεσείων συνεπεία του τραυματισμού του χωλαίνει.  Ο ιατρός xxx Γεωργίου (Μ.Υ. 1), που κάλεσε η Εφεσίβλητη, ανέφερε ότι δεν διαπίστωσε χωλότητα.  Το Πρωτόδικο Δικαστήριο φαίνεται να δέχεται τη μαρτυρία του Μ.Υ. 1 σ΄ αυτό το σημείο, επειδή το μέρος αυτό της μαρτυρίας του υποστηρίζεται από τη μαρτυρία της xxx Σεργίου (Μ.Υ. 5).  Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει «Η μαρτυρία του Γεωργίου όμως υποστηρίζεται από τη μαρτυρία της Μ.Υ. 5».  Η εν λόγω μάρτυρας είχε ισχυριστεί ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, πως στις 4.10.2011 είδε τον Εφεσείοντα, όταν αυτός αναχωρούσε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, να διανύει με τα πόδια μια απόσταση ενός χιλιομέτρου και δεν διαπίστωσε αυτός «να κουτσαίνει».    Όμως δεν υπάρχει εύρημα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η Μ.Υ. 5 ήταν αξιόπιστος μάρτυρας.  Αφήνουμε βεβαίως κατά μέρος πως και ο ίδιος ο Εφεσείων καταθέτοντας ενόρκως είχε ισχυριστεί ότι συνεπεία του τραυματισμού του παρουσιάζει χωλότητα, και ότι συνεπεία αυτής θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός κατά τη βάδιση αφού υπάρχει ο κίνδυνος να σκοντάψει και να υποστεί νέα κατάγματα στο πόδι του.    Το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν φαίνεται να αξιολόγησε το  μέρος αυτό της μαρτυρίας του.      

 

Ως γνωστό, η αξιολόγηση της μαρτυρίας είναι έργο του Πρωτόδικου Δικαστηρίου και όχι του Εφετείου.   Να επαναλάβουμε πως τα ευρήματα αξιοπιστίας διακρίνονται από το βάρος απόδειξης (Γιαννάκης Αγαπίου ν. Αννέτας Παναγιώτου (1988) 1 CLR, 257 και Εθνική Τράπεζα ν. Χ΄΄ Νέστορος (1990) 1 ΑΑΔ, 41).   Εμείς δεν μπορούμε από τα πρακτικά της υπόθεσης, που περιέχουν τη μαρτυρία των μαρτύρων, να καταλήξουμε ποιοι μάρτυρες είναι αξιόπιστοι και ποιοί αναξιόπιστοι (C & A Pelekanos Assoc. Ltd v. Πελεκάνου (1999) 1(Β) ΑΑΔ, 1273).   Αυτός που είδε και άκουσε τους μάρτυρες είναι ο Πρωτόδικος Δικαστής (Αθανασίου κ.α. ν. Κουνούνη (1997) 1(Β) ΑΑΔ, 614), ο οποίος είναι και ο κατ΄ εξοχήν αρμόδιος να προβεί σε ευρήματα αξιοπιστίας, στα οποία δικαιολογείται η παρέμβαση του Εφετείου για συγκεκριμένους λόγους που δεν χρειάζεται να παραθέσουμε.  Μάλιστα,  τα Δικαστήρια κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας οφείλουν να συσχετίζουν τη μαρτυρία εκάστου μάρτυρα και με το σύνολο της μαρτυρίας που άπτεται των κρίσιμων σημείων της (Mustafa v. Κακουρή κ.α. (2002) 1(Α) ΑΑΔ, 165 και Ομήρου ν. Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ, 506), κάτι που επίσης ελλείπει από την πρωτόδικη απόφαση.

 

Στη Ψύλλας ν. Δημοκρατίας (2003) 2 ΑΑΔ, 353, το Εφετείο σχολιάζοντας την παράλειψη του Πρωτόδικου Δικαστηρίου να αξιολογήσει σημαντική μαρτυρία, είπε τα ακόλουθα:   «Καθήκον μας είναι η θεώρηση της ορθότητας της απόφασης του Δικαστηρίου.  Η σημασία της μαρτυρίας, στην οποία αναφερόμεθα, είναι πρόδηλη όπως εμφανές είναι και το κενό που αφήνεται από την παράλειψη του Δικαστηρίου να την αξιολογήσει».  

 

Στη Federal Bank of Lebanon (SAL) v. Σιακόλα (2011) 1(Β) ΑΑΔ, 1422, το Εφετείο  παραμέρισε την πρωτόδικη απόφαση και διέταξε επανεκδίκαση της υπόθεσης από άλλο Δικαστή, αφού βρήκε ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν προέβη σε ευρήματα αξιοπιστίας για τον κάθε μάρτυρα που έδωσε μαρτυρία ενώπιον του.   Πάνω στην ίδια βάση κινήθηκε και η προγενέστερη απόφαση στην Wunderlich κ.α. ν. Παναγιώτου (1999) 1(Α) ΑΑΔ, 366.   

 

Στην Pioneer Candy Ltd v. Tryfon & Sons (1981) 1 CLR, 540 λέχθηκε πως μια δικαστική απόφαση για να είναι δεόντως αιτιολογημένη θα πρέπει να περιέχει:

 

«(a) An analysis of the evidence adduced in the light of the issues as arising and defined by the pleadings;

(b) Concrete findings as the necessary prelude to the judgment of the Court; and,

(c) A clear judicial pronouncement indicating the outcome of the case. (Theodora Ioannidou v. Charilaos Dikeos, (1969) 1 C.L.R. 235).»

 

Στην πιο πάνω υπόθεση παραμερίστηκε ως αναιτιολόγητη, κατά παράβαση του Άρθρου 30.2 του Συντάγματος, η πρωτόδικη απόφαση και διατάχθηκε επανεκδίκαση από άλλο Δικαστήριο.  Το ίδιο έγινε και στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Κλεάνθους κ.α. (1999) 2 ΑΑΔ, 320, αφού το Πρωτόδικο Δικαστήριο όχι μόνον δεν ανέλυσε τη μαρτυρία που είχε τεθεί ενώπιον του αλλά ούτε αναφέρθηκε σ΄ αυτή.   Εκεί, η συλλήβδην απόρριψη από το Πρωτόδικο Δικαστήριο της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής, κρίθηκε από το Εφετείο ότι   δεν απεκάλυπτε τις διεργασίες που οδήγησαν στην πιο πάνω κατάληξη και δεν επέτρεπε τη δυνατότητα ελέγχου της ορθότητας της απόφασης.

 

Εδώ, η πλημμελής και/ή καθόλου αξιολόγηση της προσαχθείσας μαρτυρίας, έχει ως αποτέλεσμα τη μη ύπαρξη ευρημάτων του Πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με ουσιώδη γεγονότα. Είναι γνωστό ότι η διαπίστωση των γεγονότων που άπτονται της επίλυσης της διαφοράς, αποτελεί αναπόσπαστο  μέρος του δικαστικού καθήκοντος.  Εδώ, για τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες ο Εφεσείων έλαβε μέρος στη διαδικασία φόρτωσης του ψυγείου και τραυματίστηκε, οι θέσεις των διαδίκων ήταν διαμετρικά αντίθετες.   Ο Εφεσείων είχε ισχυριστεί ότι εκτελούσε εντολές της Εφεσίβλητης που τον εργοδοτούσε, και ότι τραυματίστηκε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που του είχαν ανατεθεί από την Εφεσίβλητη.  Η τελευταία είχε ισχυριστεί ότι η ανάμειξη του στη διαδικασία φόρτωσης του ψυγείου έγινε χωρίς τη δική της γνώση, ανάμειξη ή εξουσιοδότηση.   Συνεπώς, το  Πρωτόδικο Δικαστήριο είχε καθήκον να αξιολογήσει την προσαχθείσα μαρτυρία στο σύνολό της και στη βάση της μαρτυρίας που θα δεχόταν ως αξιόπιστη (αν υπήρχε τέτοια), να προχωρούσε στα σχετικά ευρήματα του σε σχέση με το πιο πάνω επίδικο θέμα.   Δεν το έπραξε, με αποτέλεσμα μόνο υποθέσεις να μπορούν να γίνουν για το ποια θα ήταν τα ευρήματα του αν προέβαινε σε αξιολόγηση της προσαχθείσας μαρτυρίας. Αντ΄ αυτού, προέβη σε εύρημα ότι ο Εφεσείων «είχε παραχωρηθεί για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον Τριτοδιάδικο ο οποίος εργοδοτείτο από την Εναγόμενη 3 Εταιρεία».  Για να καταλήξει σε άλλο μέρος της απόφασης του, ότι ο Εφεσείων «ήταν δανεικός σε άλλο εργοδότη».  Στη βάση ποιας αξιόπιστης μαρτυρίας προέβη σ΄  αυτό το εύρημα, δεν διευκρινίζεται στην απόφαση.   Ούτε βεβαίως διευκρινίζεται τι σημαίνει «δανεικός σε άλλο εργοδότη».     Να σημειώσουμε για ό,τι αξίζει, πως τέτοια δικογραφημένη θέση δεν υπήρχε εκ μέρους της Εφεσίβλητης.   Η δικογραφημένη της θέση, ως ελέχθη, ήταν ότι ο Εφεσείων ενήργησε χωρίς τη δική της γνώση, ανάμειξη ή εξουσιοδότηση.

 

Οι πιο πάνω παραλείψεις του Πρωτόδικου Δικαστηρίου επηρεάζουν την εκδοθείσα απόφαση στο σύνολό της.  Οι λόγοι έφεσης οι οποίοι ουσιαστικά  προσβάλλουν τον τρόπο που το Πρωτόδικο Δικαστήριο προσέγγισε την προσαχθείσα μαρτυρία, τόσο για τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες έλαβε χώρα το ατύχημα όσο και για τις σωματικές βλάβες και ζημιές που ο Εφεσείων ισχυρίστηκε ότι υπέστη,  είναι βάσιμοι.   Σε κάθε περίπτωση θεωρούμε ότι εδώ θα επιβάλλετο η εξέταση της ουσίας της προσβαλλόμενης απόφασης ανεξάρτητα από τους λόγους έφεσης (Φασουλή κ.α. ν. Νικολάου κ.α. (1996) 1(Α) ΑΑΔ, 656 και Δημητρίου κ.α. ν. Sidorenko (2011) 1(Β) ΑΑΔ, 1095).  

 

Η Έφεση γίνεται δεκτή.  Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.  Διατάσσεται η επανεκδίκαση της Αγωγής από άλλο Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ο οποίος αναμένεται ότι θα δώσει προτεραιότητα στην εκδίκαση της.

 

Επιδικάζονται προς όφελος του επιτυχόντα Εφεσείοντα και εναντίον της Εφεσίβλητης €3.000.- έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει.  Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας θα είναι έξοδα δίκης κατά την επανεκδίκαση.

 

                                                Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

 

                                                Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

                                                Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο