ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2021:D359
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 158/2021)
30 Ιουλίου, 2021
[ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (33/1964)
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018 (5/2018)
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ Σ & Μ ΠΥΡΙΛΛΗΣ & ΥΙΟΙ ΛΤΔ, Θ. ΠΥΡΙΛΛΗ, Α. ΠΥΡΙΛΛΗ, Σ. ΠΥΡΙΛΛΗ, Μ. ΠΥΡΙΛΛΗ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΤΥΠΟΥ CERTIORARI ΄Η/ΚΑΙ PROHIBITION
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 20.05.2021 ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 09.07.2021 ΣΤΗΝ ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 13/2021 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ Μ. ΠΥΡΙΛΛΗ ΚΕΔΑΡΙΤΗ ΑΔΤ: xxxxχχ ΚΑΙ Ε. ΠΥΡΙΛΛΗ ΑΔΤ: xxxxχχ, ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙ ΑΙΤΗΤΡΙΩΝ ΚΑΙ Σ & Μ ΠΥΡΙΛΛΗΣ & ΥΙΟΙ ΛΤΔ ΗΕ: 29846 ΚΑΘ'ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟΥ
Δρ. Α. Ποιητής και Κ. Κότροφος για Δρ. Ανδρέας Π. Ποιητής & Σία ΔΕΠΕ, για τους Αιτητές.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(EX-TEMPORE)
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου καταχωρήθηκε στις 17/5/2021 εναντίον της εταιρείας Σ & Μ ΠΥΡΙΛΛΗΣ & ΥΙΟΙ ΛΤΔ η υπ' αρ. 13/2021 Αίτηση Εκκαθάρισης από τις Μ. Πυρίλλη και E. Πυρίλλη, στο πλαίσιο της οποίας καταχωρήθηκε αυθημερόν Μονομερής Αίτηση για την έκδοση αριθμού προσωρινών διαταγμάτων.
Το κατώτερο Δικαστήριο εξετάζοντας τη Μονομερή Αίτηση εξέδωσε, στις 20/5/2021, τα αιτούμενα προσωρινά διατάγματα, τα οποία επιδόθηκαν στους Αιτητές στις 21/5/2021. Ακολούθησε στη συνέχεια και συγκεκριμένα στις 2/6/2021 η καταχώρηση Ένστασης τόσο στην Αίτηση για προσωρινά διατάγματα, όσο και στην κυρίως Αίτηση. Στη συνέχεια οι Αιτητές καταχώρησαν στις 9/6/2021 Αίτηση δια κλήσεως για ακύρωση των τριών τελευταίων παραγράφων και/ή διαταγμάτων του εκδοθέντος Διατάγματος, ημερ. 20/5/2021, στην οποία Αίτηση καταχωρήθηκε στις 14/6/2021 Ένσταση.
Το κατώτερο Δικαστήριο, κατόπιν εκδίκασης της δια κλήσεως Αίτησης, ημερ. 9/6/2021, εξέδωσε στις 9/7/2021 ενδιάμεση Απόφαση με την οποία «κατήργησε και/ή παραμέρισε το πέμπτο προσωρινό διάταγμα», διατηρώντας τα υπόλοιπα δύο υπό εξέταση Διατάγματα, ήτοι το πέμπτο και το έβδομο.
Η τελευταία εξέλιξη που έλαβε χώρα προ της καταχώρησης της υπό κρίση Αίτησης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ήταν η εξέταση στις 22/7/2021 αιτήματος από πλευράς των Αιτητών για διόρθωση της ενδιάμεσης Απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου, ημερ. 9/7/2021. Το κατώτερο Δικαστήριο, αφού άκουσε και τις δύο πλευρές, αποφάσισε πως η ορθότερη, υπό τις περιστάσεις, πορεία ήταν η τροχοδρόμηση της εκδίκασης της Αίτησης για προσωρινά Διατάγματα, ορίζοντας, ως εκ τούτου, την Αίτηση για ακρόαση και την κυρίως Αίτηση για οδηγίες στις 30/7/2021.
Με την παρούσα Αίτηση οι Αιτητές ζητούν να τους δοθεί άδεια για την καταχώρηση Αίτησης προς έκδοση εντάλματος Certiorari ως ακολούθως:
«Α. Διάταγμα του Δικαστηρίου παρέχον στους αιτητές άδεια για να καταχωρήσουν αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari για ακύρωση του διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας ημερομηνίας 20/05/2021, ως αυτό τροποποιήθηκε με απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 09.07.21, το οποίο εκδόθηκε στα πλαίσια της Αίτησης Εταιρειών 13/2021, με το οποίο το Δικαστήριο εξέδωσε αντιφατικές διαταγές σε σχέση με τη δυνατότητα εργασίας της εταιρείας Σ & Μ ΠΥΡΙΛΛΗΣ & ΥΙΟΙ ΛΙΜΙΤΕΔ ή και
Β. Διάταγμα του Δικαστηρίου παρέχον στους αιτητές άδεια για να καταχωρήσουν αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari για ακύρωση του διατάγματος ή και απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας ημερομηνίας 09.07.2021, το οποίο εκδόθηκε στα πλαίσια της Αίτησης Εταιρειών 13/2021, με το οποίο το Δικαστήριο απεδέχθη ότι είχε δικαιοδοσία να τροποποιήσει και τροποποίησε το αρχικό διάταγμα ημερομηνίας 20.05.2021 αλλά αφήνοντας και πάλι αντιφατικές διαταγές ή και
Γ. Διάταγμα του Δικαστηρίου παρέχον στους αιτητές άδεια για να καταχωρήσουν αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari για ακύρωση του διατάγματος ή και διαταγής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας ημερομηνίας 22.07.2021, το οποίο εκδόθηκε στα πλαίσια της Αίτησης Εταιρειών 13/2021, με το οποίο το Δικαστήριο αποφάσισε πλέον ότι το θέμα της τροποποίησης του λάθους του Δικαστηρίου στην απόφαση ημερομηνίας 09.07.2021 ήταν περίπλοκο και θα έπρεπε να εξεταστεί μαζί με όλο το ενδιάμεσο προσωρινό διάταγμα που εκδόθηκε μονομερώς και όρισε για Ακρόαση ολόκληρο το προσωρινό διάταγμα.
Δ. Διάταγμα του Δικαστηρίου παρέχον στους αιτητές άδεια για να καταχωρήσουν αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος prohibition, το οποίο να εμποδίζει το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας να προχωρήσει στην περαιτέρω προώθηση ή και εκδίκαση της Αίτησης Εταιρειών 13/2021 ή του προσωρινού διατάγματος μέχρι την τελική εκδίκαση της Αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari.
Ε. Όλα τα δικαστικά έξοδα, πλέον 19% Φ.Π.Α.»
Η Αίτηση συνοδεύεται από Έκθεση και από ένορκη δήλωση του Θ. Πυρίλλη. Ως Λόγοι επί των οποίων βασίζεται το αίτημα για θεραπεία εξειδικεύονται οι ακόλουθοι:
«Α. Το διάταγμα ημερομηνίας 20.05.21 περιέχει το ίδιο διαταγές που είναι αντιφατικές μεταξύ τους, στοιχειοθετώντας υπέρβαση εξουσίας ή και δικαιοδοσίας. Το διάταγμα τροποποιήθηκε στις 09.07.21.
Β. Το διάταγμα ή και απόφαση ημερομηνίας 09.07.21 το οποίο τροποποίησε το διάταγμα ημερομηνίας 20.05.21 περιέχει επίσης αντιφατικές διαταγές, στοιχειοθετώντας υπέρβαση εξουσίας ή και δικαιοδοσίας.
Γ. Το διάταγμα ή και η διαταγή ημερομηνίας 22.07.21 εξακολουθεί να επιτρέπει την αντιφατικότητα και το Δικαστήριο απεκδύεται οποιασδήποτε ευθύνης, αποφασίζοντας ότι το θέμα είναι περίπλοκο και θα πρέπει να εξεταστεί με όλο το προσωρινό διάταγμα, κατά αντίθεση προς το διάταγμα ημερομηνίας 09.07.21 που ήβρε ότι μπορεί να προβεί στην αιτούμενη διόρθωση, επιδεικνύοντας αρνησιδικία.
Δ. Το προσωρινό διάταγμα που χορηγήθηκε στις 20.05.21 δεν είχε τίποτε το κατεπείγον και ως εκ τούτου το Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να το εκδώσει μονομερώς, παραβιάζοντας κάθε κανόνα φυσικής δικαιοσύνης.
Ε. Υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις δεδομένου ότι πρόκειται περί αντιφατικού διατάγματος, υπέρβαση και έλλειψη δικαιοδοσίας και αρνησιδικίας.
ΣΤ. Το εν ισχύ διάταγμα εξακολουθεί να επιτρέπει την αντιφατικότητα σε τέτοιο βαθμό που οι Αιτητές δεν γνωρίζουν προς τι πρέπει να συμμορφωθούν ώστε να μην είναι ένοχοι για καταφρόνηση Δικαστηρίου.»
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των Αιτητών προώθησε τους προαναφερθέντες Λόγους με γραπτή αγόρευση, αλλά και δια ζώσης σήμερα, κατά την επ' ακροατηρίω συζήτηση της Αίτησης, με παραπομπή και σε σχετική νομολογία.
Έχω διεξέλθει με την επιβαλλόμενη προσοχή την προσβαλλόμενη Απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου, καθώς επίσης και ό,τι οι Αιτητές μέσω των συνηγόρων τους έχουν θέσει ενώπιον μου, συμπεριλαμβανομένων και των επιχειρημάτων που αναπτύχθηκαν τόσο γραπτώς, όσο και δια ζώσης.
Να υπενθυμίσω καταρχάς ότι, σύμφωνα με πάγια και διαχρονική νομολογία, το Ανώτατο Δικαστήριο μπορεί να ασκήσει θετικά τη διακριτική του ευχέρεια για χορήγηση άδειας της εξεταζόμενης φύσεως, όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται από το πρακτικό του κατώτερου Δικαστηρίου έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης[1].
Ειδικότερα σε σχέση με τη μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης, σε σωρεία αποφάσεων έχει τονιστεί ότι η μη παροχή στον επηρεαζόμενο της ευκαιρίας να ακουστεί, όταν από τη φύση της διαδικασίας του αναγνωρίζεται το δικαίωμα αυτό, αποτελεί κλασσική περίπτωση παράβασης των αρχών φυσικής δικαιοσύνης. (In re Panaretou (1972) 1 C.L.R. 165, In re Antonios Mouskos (1977) 1 C.L.R. 100 και In re Loucis P. Loucaides Ltd (1986) 1 C.L.R. 154, 158).
Στην Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41 αναφέρθηκε από το Εφετείο ότι:
«Για την χορήγηση άδειας ο αιτητής πρέπει να ικανοποιήσει το Ανώτατο Δικαστήριο ότι έχει "εκ πρώτης όψεως" υπόθεση και/ή ότι υπάρχει "συζητήσι΅ο ζήτη΅α", στην έννοια που δόθηκε στις φράσεις αυτές στις Αγγλικές υποθέσεις Sidnell v. Wilson [1966] 1 All E.R. 681 και Land Securities v. Metropolitan Police [1983] 2 All E.R. 254, 258, οι οποίες υιοθετήθηκαν στην υπόθεση In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250. Η πλάνη περί το νό΅ο πρέπει να είναι έκδηλη στο πρακτικό. Το πρακτικό είναι η ελεγχό΅ενη απόφαση και το πρακτικό του Δικαστηρίου χωρίς προσθήκες ή ενόρκους ο΅ολογίες - (Rex v. Nat Bell Liquors Ltd. [1922] 2 A.C. 128, στη σελ. 159, Baldwin & Francis v. Patent Appeal Tribunal [1959] 2 All E.R. 433, In re Argyrides (1987) 1 C.L.R. 23). Πλάνη νό΅ου, (error of law), όπως ειπώθηκε στην υπόθεση R. v. Preston Appeal Tribunal [1975] 2 All E.R. 807, στη σελ. 810 από τον Λόρδο Denning MR., περιλα΅βάνει εσφαλ΅ένη ερ΅ηνεία νό΅ου, ή εσφαλ΅ένη εφαρ΅ογή του νό΅ου στα γεγονότα της υπόθεσης.»
Όπως αναφέρεται στη νομολογία, τυχόν λανθασμένη ερμηνεία νόμου ή λανθασμένη αντίληψη του Δικαστηρίου δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα Certiorari, αλλά ελέγχεται ως προς την ορθότητα της με το ένδικο μέσο της έφεσης[2]. Και τούτο, διότι η έκδοση προνομιακού εντάλματος δεν στοχεύει στον έλεγχο της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης αλλά στη νομιμότητα της απόφασης.
Συνιστά πάγια γραμμή της νομολογίας ότι, ακόμη και στις περιπτώσεις εντοπισμού εκ πρώτης όψεως συζητήσιμης υπόθεσης, τέτοια άδεια δεν χορηγείται όταν προβλέπεται άλλο υπαλλακτικό ένδικο μέσο ή θεραπεία και ειδικά έφεση, εκτός και εάν καταδειχθούν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις για παρέκκλιση από τον Κανόνα[3] εφόσον η εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου να εκδίδει προνομιακά εντάλματα αφορά σε κατάλοιπο εξουσίας και δεν αποσκοπεί στο να αντικαταστήσει τη διαδικασία της έφεσης[4] και ούτε στοχεύει στον έλεγχο της πρωτόδικης απόφασης αλλά στη νομιμότητα της απόφασης[5].
Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Μιτέλα, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 43/2019, ημερ. 2/4/2019, «η έκδοση προνομιακών ενταλμάτων δεν λειτουργεί ως υποκατάστατο της έφεσης ή άλλων ένδικων μέσων, ούτε είναι λόγος ενεργοποίησης της εφεδρείας της δικαιοδοσίας αυτής του Ανωτάτου Δικαστηρίου ο τυχόν σημαντικός χρόνος που απαιτείται για διεκπεραίωση εναλλακτικών διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένης της έφεσης».
Στην υπό εξέταση υπόθεση διαπιστώνεται ότι επιδιώκεται η εξασφάλιση άδειας για καταχώρηση Αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari προς ακύρωση τριών Διαταγμάτων του κατώτερου Δικαστηρίου, τα οποία εκδόθηκαν στο πλαίσιο της Αίτησης για προσωρινά Διατάγματα.
Καθόσον αφορά το αρχικό Διάταγμα, ημερ. 20/5/2021, λαμβάνοντας υπόψη αφενός την ημερομηνία έκδοσης του εν λόγω Διατάγματος και αφετέρου την ημερομηνία καταχώρησης της υπό κρίση Αίτησης, ήτοι 27/7/2021, είναι φανερό ότι η υπό κρίση Αίτηση για άδεια έχει καταχωρηθεί εκπρόθεσμα, εφόσον, με βάση τον Κανονισμό 5 του περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2018[6], η αίτηση για άδεια δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 45 ημέρες από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, διαταγής ή πράξης.
Η πιο πάνω επισήμανση οδηγεί αναπόδραστα στην κατάληξη ότι δεν μπορεί το Δικαστήριο να επιληφθεί της Αίτησης για άδεια, σε σχέση με το αρχικό Διάταγμα ημερ. 20/5/2021, εφόσον αυτή είναι εκπρόθεσμη και χωρίς να έχει, βεβαίως, προηγηθεί οποιοδήποτε διάβημα για επέκταση της προθεσμίας.
Βέβαια και εμπρόθεσμη να ήταν η υπό κρίση Αίτηση, θα υπήρχε, εν πάση περιπτώσει, κώλυμα στην παροχή άδειας σε σχέση με ισχυριζόμενη παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης στη βάση του ότι αυτό εξεδόθη μονομερώς[7], εφόσον, όπως προκύπτει από τα όσα αναφέρονται ανωτέρω, έχει ήδη μεσολαβήσει από μέρους των Αιτητών η καταχώρηση Ένστασης με την οποία αμφισβητείται η εγκυρότητα του Διατάγματος αυτού, ανάμεσα δε στους λόγους ένστασης συμπεριλαμβάνεται και το ζήτημα του κατεπείγοντος, με αποτέλεσμα να έχει ήδη τροχοδρομηθεί από τους Αιτητές εναλλακτικό ένδικο μέσο προς εξασφάλιση θεραπείας.
Μέρος της αγόρευσης του ευπαίδευτου συνηγόρου των Αιτητών αναλώθηκε στην παράθεση νομολογίας, η οποία αφορά σε σύγκρουση ή αντιφατικότητα μεταξύ αποφάσεων ισότιμων Δικαστηρίων και τις συνέπειες που μπορούν να προκύψουν από την ύπαρξη τέτοιας περίπτωσης. Είναι σημαντικό να επισημανθεί στην παρούσα περίπτωση ότι δεν ευρισκόμεθα ενώπιον έκδοσης μεταγενέστερα από άλλο Δικαστήριο διατάγματος, το οποίο συγκρούεται ή είναι αντιφατικό με άλλο διάταγμα άλλου Δικαστηρίου. Η υπό εξέταση περίπτωση, όπως είναι αντιληπτό, αφορά σε ισχυρισμό από πλευράς των Αιτητών ότι ορισμένες διατάξεις του εκδοθέντος αρχικά Διατάγματος και στην πορεία του τροποποιηθέντος Διατάγματος, είναι αντιφατικές με κάποιες άλλες. Μάλιστα, το ζήτημα αυτό εγείρεται ξεκάθαρα στην Ένσταση που καταχώρησαν οι Αιτητές, όπου ακριβώς αμφισβητείται η εγκυρότητα των προσωρινών διαταγμάτων που εκδόθηκαν και στη βάση της ύπαρξης αντιφάσεων, με αποτέλεσμα αυτά, σύμφωνα πάντοτε με τους ισχυρισμούς των Αιτητών, να είναι αόριστα και ασαφή. Όπως είναι αντιληπτό αυτό το ζήτημα, ανάμεσα και σε άλλα, θα εξεταστεί από το κατώτερο Δικαστήριο στο πλαίσιο εκδίκασης της Αίτησης για προσωρινά διατάγματα και εναπόκειται σε εκείνο είτε να οριστικοποιήσει τα εκδοθέντα προσωρινά διατάγματα, είτε να τα ακυρώσει ή ακόμη και να τα τροποποιήσει, όπως αυτό κρίνει σκόπιμο.
Ο ισχυρισμός του ευπαίδευτου συνηγόρου των Αιτητών ότι το Διάταγμα, ημερ. 9/7/2021, το οποίο αφορά σε Διάταγμα με το οποίο τροποποιήθηκε το αρχικό, αφ' ης στιγμής περιέχει αντιφατικές διαταγές στοιχειοθετεί θέμα υπέρβασης εξουσίας και/ή δικαιοδοσίας, δεν βρίσκει σύμφωνο το Δικαστήριο.
Τέτοια περίπτωση, ήτοι, ύπαρξης υπέρβασης εξουσίας, με βάση την ίδια τη νομολογία στην οποία παρέπεμψε ο κ. Ποιητής, υφίσταται εκεί όπου ένα υφιστάμενο διάταγμα αναιρείται από άλλο ομοιόβαθμο Δικαστήριο. Δεν είναι όμως τέτοια η περίπτωση μας. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Russell Ritchie κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 639, το οποίο επικαλέστηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος των Αιτητών στην αγόρευσή του:
«Όπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Γεώργιος Χατζηαλεξάνδρου (Αρ. 2) (2000) 1 Α.Α.Δ. 1366, το Δικαστήριο είναι ευαίσθητο στις περιπτώσεις όπου υπάρχει σύγκρουση ή αντιφατικότητα μεταξύ αποφάσεων ισότιμων δικαστηρίων. Αποτελεί κάποιας μορφής υπέρβαση εξουσίας, που εξουδετερώνει την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης.
Η ίδια αρχή περί της σύγκρουσης των δύο διαταγμάτων και ο αναιρετικός χαρακτήρας του μεταγενέστερου διατάγματος, σημειώθηκε και στην υπόθεση RCK Sports Ltd (Αρ.1) (1993) 1 Α.Α.Δ. 571, όπου επίσης τονίστηκε ότι το δικαστήριο, εκδίδοντας το διάταγμα που αναιρούσε υφιστάμενο διάταγμα του ίδιου δικαστηρίου, ενήργησε με υπέρβαση ή έλλειψη δικαιοδοσίας.
Όπως σημειώνεται και στην υπόθεση Αντρέα ν. Takis D. Chamboulides Ltd (1993) 1 Α.Α.Δ. 6, αφού οι αιτητές του δεύτερου διατάγματος γνώριζαν την ύπαρξη του ήδη εκδοθέντος συντηρητικού διατάγματος, αντιφατικού προς το διάταγμα που αξίωναν, η επιλογή τους ήταν ενσυνείδητη. Από την άλλη, η έκδοση του νέου αντιφατικού διατάγματος, θέτει την εταιρεία και τους συμβούλους της ενώπιον του διλήμματος σε ποιο από τα δύο διατάγματα να υπακούσουν, βρισκόμενοι έτσι, ούτως ή άλλως, αντιμέτωποι με τυχόν συνέπειες για παρακοή διατάγματος.»
Στην υπόθεση Γεώργιος Χ″Αλεξάνδρου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1366 το Δικαστήριο ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«Με έχει προβληματίσει έντονα η υπόθεση. Το Δικαστήριο είναι ευαίσθητο στις περιπτώσεις όπου υπάρχει σύγκρουση ή αντιφατικότητα μεταξύ αποφάσεων ισότιμων δικαστηρίων. Αποτελεί είδος υπέρβασης εξουσίας, που εξουδετερώνει την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης.»
Περίπτωση υπέρβασης ή έλλειψης δικαιοδοσίας από το Επαρχιακό Δικαστήριο εξετάστηκε και στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση των Miltiades Neophytou Civil Engineering Contractors & Developers Ltd, Πολιτική Έφεση αρ. 129/2015, ημερ. 13/10/2015, ECLI:CY:AD:2015:D673, όπου είχαν εκδοθεί δύο αντιφατικά διατάγματα, το μεν ένα στο πλαίσιο της Αγωγής υπ' αρ. 4666/2015 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, διάταγμα ημερ. 30/9/2015, με το οποίο, όπως αναφέρεται στην εν λόγω αίτηση, είχε περιοριστεί και αλλοιωθεί ουσιωδώς εκδοθέν διάταγμα, ημερ. 3/4/2015, σε άλλη αγωγή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, την υπ' αρ. 1469/2015. Στην πιο πάνω αίτηση κρίθηκε ότι η διαπιστούμενη εκ πρώτης όψεως αντινομία μεταξύ των δύο αυτών διαταγμάτων, ημερ. 30/9/2015 και 3/4/2015, αντίστοιχα, οδηγούσαν στην κατάληξη ότι επρόκειτο για κατάλληλη περίπτωση για χορήγηση άδειας. Όπως προκύπτει, επρόκειτο για περίπτωση όπου είχαν εκδοθεί διατάγματα από ξεχωριστά Δικαστήρια, στο πλαίσιο ξεχωριστών δικαστικών διαδικασιών, με αποτέλεσμα η νομολογία σε σχέση με την ύπαρξη αντιφατικών διαταγμάτων και το ζήτημα της υπέρβασης εξουσίας ή έλλειψης δικαιοδοσίας, να μην τυγχάνει εφαρμογής στην προκείμενη περίπτωση.
Στην υπόθεση Miltiades Neophytou (πιο πάνω) το Δικαστήριο ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«.. το Δικαστήριο θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο στις περιπτώσεις ύπαρξης συγκρουσιακών προνοιών ή αντιφατικότητας, μεταξύ των αποφάσεων ισότιμων δικαστηρίων. Αυτή η ενέργεια αποτελεί μιας μορφής υπέρβασης εξουσίας, που ομολογουμένως, όπως διατύπωσε ο ευπαίδευτος Δικαστής, εξουδετερώνει την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης. Η αναίρεση υφισταμένου διατάγματος από άλλο ομόβαθμο δικαστήριο, ισοδυναμεί με ενέργεια υπερβατική της δικαιοδοσίας, γεγονός που επιτρέπει τη χορήγηση αδείας για καταχώρηση προνομιακού εντάλματος certiorari. ..»
Παρόμοια ήταν και η περίπτωση στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Μάριου Κοσμά, Πολιτική Αίτηση αρ. 51/2014, ημερ. 26/3/2014, ECLI:CY:AD:2014:D218, στην οποία με παρέπεμψε σήμερα ο ευπαίδευτος συνήγορος των Αιτητών. Επρόκειτο δηλαδή για περίπτωση δύο συγκρουόμενων διαταγμάτων που είχαν εκδοθεί από ισότιμα Δικαστήρια, στο πλαίσιο δύο διαφορετικών δικαστικών διαδικασιών. Στην εν λόγω απόφαση επαναλήφθηκε ότι:
«. όπου υπάρχει σύγκρουση διαταγμάτων που εκδίδονται από διαφορετικά Δικαστήρια, αυτό αποτελεί ένα είδος υπέρβασης δικαιοδοσίας πέραν του γεγονότος ότι δημιουργούνται και ανυπέρβλητα προβλήματα στην όλη διαχείριση των διαταγμάτων από τα Δικαστήρια που τα εξέδωσαν και από τους διαδίκους που οφείλουν να συμμορφωθούν με αυτά.»
Σε κάθε περίπτωση, τα όσα εγείρονται σε σχέση με το Διάταγμα ημερ. 9/7/2021, έχουν άμεση συνάφεια με την κατ' ισχυρισμό αντιφατικότητα των διατάξεων του εν λόγω τροποποιητικού Διατάγματος, τα οποία κάλλιστα θα μπορούν να εξεταστούν στο πλαίσιο της εκδίκασης της Αίτησης για προσωρινά Διατάγματα. Και τούτο με ανοικτή τη δυνατότητα προσθήκης περαιτέρω λόγων ένστασης και/ή την καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, αν κάτι τέτοιο κριθεί σκόπιμο από πλευράς των Αιτητών, ενόψει του ότι η τροποποίηση του αρχικού Διατάγματος έλαβε χώρα μετά την καταχώρηση της Ένστασης των Αιτητών.
Ούτε, βεβαίως, μπορεί να τίθεται ζήτημα υπέρβασης εξουσίας για τη μεταγενέστερη Απόφαση και/ή οδηγίες του κατώτερου Δικαστηρίου στις 22/7/2021. Είναι ξεκάθαρο ότι το κατώτερο Δικαστήριο, ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια, αποφάσισε να χειριστεί το όλο ζήτημα που προέκυψε μετά την έκδοση της ενδιάμεσης Απόφασης του ημερ. 9/7/2021 τροχοδρομώντας την εκδίκαση της Αίτησης για προσωρινά Διατάγματα, μέσω του καθορισμού, άμεσα, ημερομηνίας ακρόασης της Αίτησης και αφήνοντας, με αυτό τον τρόπο, το ζήτημα της ισχυριζόμενης αντιφατικότητας των διατάξεων του τροποποιητικού Διατάγματος, ημερ. 9/7/2021, ζωντανό για να το εξετάσει στο πλαίσιο της εκδίκασης της εν λόγω Αίτησης με βάση τα προβλεπόμενα στο ’ρθρο 32 του Ν.14/60[8]. Η ορθότητα, δε, της απόφασης του δεν ελέγχεται με τη διαδικασία του προνομιακού εντάλματος.
Πρέπει να τονιστεί, εν προκειμένω, ότι, όπως είναι πάγια νομολογημένο, δεν μπορεί αν εκδοθεί προνομιακό διάταγμα προς το σκοπό υπαγόρευσης στο Δικαστήριο του τρόπου με τον οποίο θα αποφασίσει συγκεκριμένο θέμα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του.
Όπως έχει συναφώς τονισθεί στην υπόθεση Χρ. Νικολαϊδη, Πολιτική Αίτηση αρ. 52/2000, ημερ. 19/4/2000:
«Τα θέματα τα οποία εξέτασε το πρωτόδικο δικαστήριο εμπίπτουν εντός της δικαιοδοσίας του. Καθώς έχει νομολογηθεί δεν είναι επιτρεπτό να εκδίδεται διάταγμα Certiorari προκειμένου να υπαγορευθεί σε Δικαστήριο ο τρόπος με τον οποίο θα πρέπει να αποφασίσει ζήτημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του ή ακόμα ο τρόπος με τον οποίο θα ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια (βλ. Λιασίδης, πιo πάνω, και Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 C.L.R. 116, 121)».
Πέραν των πιο πάνω, όπως έχει ήδη λεχθεί, η ύπαρξη στην προκείμενη περίπτωση εναλλακτικού ένδικου μέσου ή θεραπείας συνιστά τροχοπέδη στην παροχή άδειας προς καταχώριση Αίτησης δια κλήσεως, για εξασφάλιση προνομιακού εντάλματος Certiorari.
Σε τέτοια περίπτωση, όπου, δηλαδή, υπάρχει στη διάθεση των Αιτητών εναλλακτικό ένδικο μέσο, απαιτείται να θεμελιωθεί ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις ικανές να καταστήσουν το θέμα συζητήσιμο ώστε να υπάρξει παρέκκλιση από τον κανόνα.
Στην υπό κρίση περίπτωση, εκτός του ότι δεν έχω ικανοποιηθεί ότι αποκαλύπτεται υπέρβαση εξουσίας και/ή δικαιοδοσίας και/ή μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης και άρα συζητήσιμο θέμα, ένας επιπρόσθετος λόγος για τον οποίο θεωρώ ορθό και δίκαιο να απορρίψω την Αίτηση είναι και το ότι υπάρχει άλλο ένδικο μέσο στη διάθεση των Αιτητών, προκύπτον από το ίδιο το ’ρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου το οποίο και έχει ήδη ενεργοποιηθεί, όπως επεξηγήθηκε ανωτέρω.
Ούτε έχω ικανοποιηθεί ότι οι Αιτητές έχουν καταδείξει τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούσαν παράκαμψη του γενικού κανόνα που επιβάλει τη μη έκδοση προνομιακού εντάλματος όταν υπάρχει άλλο ένδικο μέσο. Έχει πλέον αποφασιστεί πως θα πρέπει πάντοτε να υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις, ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το προνομιακό ένταλμα (Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ., 1535 και Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1(Α) Α.Α.Δ., 878).
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η Αίτηση απορρίπτεται.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,
Δ.
[1] Δέστε Kωνσταντινίδη (2003) 1 A.A.Δ. 1298 και Περέλλα (Αρ.2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692.
[2] Δέστε Πέτρου Αρτέμη: Προνομιακά Εντάλματα, σελ. 127-128, Αίτηση της Νέδας Μουστερή κ.ά., Πολιτική Αίτηση Αρ. 150/2017, ημερ. 24/10/2017, ECLI:CY:AD:2017:D367, Αίτηση της Content Union S.A., Πολιτική Αίτηση Αρ. 64/2018, ημερ. 11/6/2018, ECLI:CY:AD:2018:D286 και Αίτηση Γενικού Εισαγγελέα, Πολιτική Αίτηση Αρ. 24/2020, ημερ. 10/3/2020, ECLI:CY:AD:2020:D96.
[3] Δέστε Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ.1535 και Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 878.
[4] Δέστε Αναφορικά με την αίτηση των Junport International Limited κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 321/2017, ημερ. 2/4/2018.
[5] Δέστε, μεταξύ άλλων, Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42, Global Consolidation Public Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 464 και Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116.
[6]5(1) Αίτηση για άδεια καταχωρείται το συντομότερο από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, διατάγματος ή πράξης. Σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 45 ημέρες από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, διατάγματος ή πράξης.
(2) Το Δικαστήριο δύναται να επεκτείνει την προθεσμία που αναφέρεται στην παράγραφο (1) του παρόντος Κανονισμού εάν καταδειχθούν εξαιρετικές περιστάσεις που παρεμπόδισαν τον αιτητή να καταχωρήσει την αίτηση του εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας.
[7] Όπως έχει αναφερθεί στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση της Fereos Ltd (1997) 1 Α.Α.Δ. 959, «Tο στοιχείο του κατεπείγοντος ή άλλης ιδιαίτερης περίστασης αποτελεί όρο για ύπαρξη εξουσίας προς έκδοση παρεμπίπτοντος διατάγματος μετά από ex parte αίτηση».
[8] (2) Οιovδήπoτε παρεμπίπτov διάταγμα, εκδoθέv συμφώvως τω εδαφίω (1), δύvαται vα εκδoθή υπό τoιoύτoυς όρoυς και πρoϋπoθέσεις ως τo δικαστήριov θεωρεί δίκαιov, και τo δικαστήριov δύvαται καθ' oιovδήπoτε χρόvov, επί απoδείξει ευλόγoυ αιτίας, vα ακυρώση ή τρoπoπoιήση oιovδήπoτε τoιoύτov διάταγμα.