ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Impregilo S.p.a. ν. Damiatta Shipping Co. Ltd και Άλλων (2003) 1 ΑΑΔ 1
Αθανασίου Άντρη και Άλλη ν. Ροδόλφου Οντόνι (2014) 1 ΑΑΔ 2669, ECLI:CY:AD:2014:A916
Edrinotio Ltd και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2015) 1 ΑΑΔ 1461, ECLI:CY:AD:2015:D477
ZACHARIADES ν. REPUBLIC (1984) 3 CLR 1193
Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Αντέννα Λτδ ν. (Αρ. 2) (2013) 3 ΑΑΔ 738
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 138(I)/2002 - Ο περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου του 2002
Ν. 33/1964 - Ο περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλες Διατάξεις) Νόμος του 1964
Ν. 66(I)/1997 - Ο περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμος του 1997
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ECLI:CY:AD:2021:D350
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 1/2021)
22 Ιουλίου, 2021
[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν.33/64), ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ARAB JORDAN INVESTMENT BANK S.A. ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIOARI
ΚΑΙ
ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 6/11/2020 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 379/2020 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ARAB JORDAN INVESTMENT BANK S.A., ΚΑΤΟΠΙΝ ΑΙΤΗΣΗΣ, ΧΩΡΙΣ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ, ΤΟΥ ΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟΥ XXX ΑΖΑ, ΜΕΛΟΥΣ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ Σ.Π.Ε. ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΡΧΗΓΕΙΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 30/10/2020, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 45 ΚΑΙ 46 ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΑΡΕΜΠΟΔΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟ ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΝΟΜΩΝ ΤΟΥ 2007 ΕΩΣ 2019 (Ν. 188(Ι)/2007)
---------
Ν. Κυπραίος, για αιτητές.
Π. Βαρνάβα, για καθ' ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Το αίτημα της αιτήτριας Τράπεζας (εν τοις εφεξής η «αιτήτρια») είναι η ακύρωση του Διατάγματος αποκάλυψης ημερ. 6/11/2020 του Ε.Δ. Λ/σίας που εξεδόθη στα πλαίσια της αίτησης αρ. 379/2020 εναντίον της αιτήτριας.
Σύμφωνα με τη δοθείσα άδεια για καταχώριση Αίτησης δια Κλήσεως δι' έκδοση Προνομιακού Διατάγματος ημερ. 30/12/2020, οι λόγοι για τους οποίους αυτή δόθηκε ήταν:
(α) Υπέρβαση δικαιοδοσίας λόγω μη τεκμηρίωσης «εύλογης υποψίας»,
(β) Μη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων και
(γ) Προφανές νομικό λάθος και/ή σφάλμα στην έκδοση δυσανάλογου Διατάγματος αποκάλυψης.
Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του κ. xxx Διονυσίου ημερ. 7/1/2021 η οποία είναι σχεδόν πανομοιότυπη με την ένορκη δήλωση του ημερ. 27/11/2020 η οποία υποστήριζε την αίτηση για παραχώρηση Άδειας για καταχώριση της παρούσας.
Σύμφωνα με τα όσα τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου στις 6/11/2020 Δικαστής του Ε.Δ. Λ/σίας κατόπιν σχετικού αιτήματος της Αστυνομίας διέταξε όπως εντός 30 ημερών από της επίδοσης του Διατάγματος 30 συνολικές εμπορικές Τράπεζες και Οργανισμούς μεταξύ των οποίων και η Αιτήτρια να αποκαλύψουν και παραδώσουν τα ακόλουθα "έγγραφα" τα οποία όρισε ως:
"αλληλογραφία, διατάγματα, πρακτικά, σημειώσεις, οδηγίες, διαδικασίες, ηλεκτρονικά δεδομένα, συναλλαγές. Εξαιρείται η αποκάλυψης εγγράφων, προστατευμένων από τα Άρθρα 15 και 17 του Συντάγματος, δηλαδή, που αφορούν την αμοιβαία επαφή μεταξύ ατόμων ή τη μεταβίβαση και ανταλλαγή μηνυμάτων στο πλαίσιο ανταλλαγής, απόψεων αισθημάτων ή ιδεών."
τα οποία αφορούσαν την "κλειστή περίοδο" την οποία όρισε ως:
"..η περίοδος από την 16η/03/2013 μέχρι και την 27η /03/2013 κατά την οποία τα εποπτευόμενα ιδρύματα (Κύπρο και εξωτερικό) παρέμειναν κλειστά ή απαγορεύτηκε διενέργεια συναλλαγών μετά από διατάγματα/εγκυκλίους/οδηγίες του υπουργείου Οικονομικών, ή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (στο εξής καλούμενη «η ΚΤΚ») ή οποιασδήποτε άλλης αρχής."
και τα οποία αφορούσαν ειδικότερα τα ακόλουθα:
"1. Πότε (ημερομηνία και ώρα) έλαβαν την εγκύκλιο επιστολή της ΚΤΚ με ημερομηνία 1 6/03/201 3 και θέμα «Λήψη μέτρων δυνάμει των περί της ΚΤΚ Νόμων του 2002 έως 2007» και τι ενέργειες έλαβαν σχετικά με τη συγκεκριμένη εγκύκλιο επιστολή και πότε (ημερομηνία και ώρα).
2. Πως ενημερώθηκαν (τηλεφωνικά, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή αλλιώς) για την πιο πάνω εγκύκλιο επιστολή, το περιεχόμενο της και την υποχρέωση για την λήψη των πιο πάνω μέτρων. Πως, πότε και σε τι ενέργειες πρόβηκαν.
3. Να παραδοθούν τα πρακτικά συναντήσεων (περιλαμβανομένων πρακτικών του Διοικητικού Συμβουλίου) όπου συζητήθηκαν θέματα που αφορούσαν την εγκύκλιο επιστολή και την κλειστή περίοδο.
4. Να παραδοθούν έγγραφα που αφορούν τη κλειστή περίοδο.
5. Να καταρτιστεί και παραδοθεί κατάλογος με τα καταστήματα, υποκαταστήματα και θυγατρικές σας που εμπίπταν κάτω από την εγκύκλιο επιστολή της ΚΤΚ. Οι πληροφορίες, τα στοιχεία και τα έγγραφα που ζητούνται σε αυτό το διάταγμα καλύπτουν και όλες τις οντότητες που θα περιλαμβάνονται στον κατάλογο σας.
6. Να καταρτιστεί και παραδοθεί κατάλογος συστημάτων σας που επέτρεπαν εισαγωγή πληρωμών, μεταφορά κεφαλαίων σε οποιοδήποτε σύστημα πληρωμών, εκκαθάρισης ή και διακανονισμού συναλλαγών που λειτουργούσε εντός ή εκτός της Δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων εντολών εντός του ιδίου πιστωτικού ιδρύματος (intra-bank transactions). Να δοθεί η ημερομηνία και η ώρα που απενεργοποιήθηκαν τα συγκεκριμένα συστήματα όπως απαιτείτο από την εγκύκλιο επιστολή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου ημερομηνίας 16/03/2013. Να δοθούν επίσης οποιεσδήποτε πληροφορίες αναφορικά με την ενεργοποίηση/απενεργοποίηση τον εν λόγω συστημάτων κατά την κλειστή περίοδο. Να δοθούν επίσης οι λόγοι ενεργοποίησης.
7. Να δοθούν πληροφορίες και στοιχεία και να παραδοθούν έγγραφα αναφορικά με:
Υποκατάστημα/τα που λειτουργούσαν στη Κύπρο ενώ το ίδρυμα ήταν εγκατεστημένο και λειτουργούσε σε άλλη χώρα ή
Ίδρυμα εγκατεστημένο στη Κύπρο που είχε υποκαταστήματα ή θυγατρικές σε άλλη χώρα και μπορούσαν να δημιουργήσουν συναλλαγές μεταξύ τους εσωτερικά ή μέσω ενιαίου συστήματος.
8. Να δοθούν πληροφορίες και να παραδοθούν έγγραφα σχετικά με εισαγωγή πληρωμών, ή μεταφορά κεφαλαίων σε οιοδήποτε σύστημα πληρωμών, εκκαθάριση ή και διακανονισμό συναλλαγών που λειτουργούσε εντός ή εκτός της Δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων εντολών εντός του ιδίου πιστωτικού ιδρύματος (intra-bank transactions) από τις 15/03/201 3 και κατά την κλειστή περίοδο.
9. Να δοθούν πληροφορίες και στοιχεία για την συγκεκριμένη μέρα και ώρα που τα συστήματα δέχονταν συναλλαγές με ημερομηνία 16/03/2013 και, σε περίπτωση που εφαρμόζεται, την ημερομηνία και ώρα που εκτελέστηκε το End-Of-Day prοcess για τις 15/03/2013.
10. Να παραδοθούν σε ηλεκτρονική μορφή ΟΛΟΙ οι λογαριασμοί [λογαριασμοί στο όνομα πελατών, λογαριασμοί με ανταποκρίτριες τράπεζες ή άλλους ανταποκριτές, λογαριασμοί πελατών (client accounts) στο όνομα του πιστωτικού ιδρύματος ή στο όνομα τρίτου προσώπου (στα στοιχεία που θα παραδοθούν να περιλαμβάνονται και οι πληροφορίες, για τους τελικούς δικαιούχους, και αν έγιναν συναλλαγές να δοθούν λεπτομέρειες για λογαριασμό ποιων τελικών δικαιούχων έγιναν οι συναλλαγές)] και για τον κάθε λογαριασμό να δοθούν τα ακόλουθα στοιχεία:
(α) Αριθμός πελάτη, Όνομα, Υπόλοιπα λογαριασμών για τις ακόλουθες ημερομηνίες: 14/03/2013, 15/03/2013, 27/03/2013 και 28/03/2013.
(β) Όλες τις συναλλαγές όλων το λογαριασμών για τις 14/03/2013, 15/03/2013 και κατά την κλειστή περίοδο και να δοθούν τα ακόλουθα στοιχεία για την κάθε συναλλαγή:
Ημερομηνία Συναλλαγής (transaction Date).
Ημερομηνία Αξίας Συναλλαγής (Value Date).
Είδος Συναλλαγής.
ΑΠΟ - Αριθμό πελάτη (CIF Νο), 'Ονομα ιδιοκτήτη λογαριασμού, αριθμό και όνομα λογαριασμού.
ΠΡΟΣ - Αριθμό πελάτη (CIF Νο), Όνομα ιδιοκτήτη λογαριασμού, αριθμό και όνομα λογαριασμού.
Ημερομηνία Συναλλαγής από σύστημα (Transaction system or Database Dacte).
Ποσό και Νόμισμα συναλλαγής (Ευρώ, δολάριο ή αλλιώς).
Πληροφορίες για τους τελικούς δικαιούχους, και αν έγιναν συναλλαγές για λογαριασμό ποιων τελικών δικαιούχων έγιναν.
Οποιαδήποτε άλλα σχετικά έγγραφα.
Να δοθούν πληροφορίες για συναλλαγές που διενεργήθηκαν μετά τις 15/03/2013 και κατά την κλειστή περίοδο με αξία ημερομηνίας 15/03/2013 ή προγενέστερη.
Να καταρτιστεί και παραδοθεί κατάλογος λογαριασμών (π.χ. δάνεια, λογαριασμοί παρατραβήγματος, καταθετικοί ή αλλιώς) στους οποίους έγινε μεταβολή στους ιδιοκτήτες (πρόσθεση/αφαίρεση) του λογαριασμού από τις 15/03/2013 και κατά την κλειστή περίοδο.
Να παραδοθούν κατάλογος πιστωτικών λογαριασμών (π. χ. δάνεια, λογαριασμοί παρατραβήγματος, πιστωτικές και χρεωστικές κάρτες) που δημιουργήθηκαν στις 15/03/2013 και κατά την κλειστή περίοδο.
Να δοθούν στοιχεία και να παραδοθούν οι μεταβολές που έγιναν στις εξασφαλίσεις των λογαριασμών με πιστωτική διευκόλυνση (π, χ. δάνεια, λογαριασμοί παρατραβήγματος) που έγιναν στις 15/03/2013 και κατά την κλειστή περίοδο.
Να καταρτιστεί και παραδοθεί κατάλογος πιστωτικών και χρεωστικών καρτών που εκδόθηκαν στις 15/03/2013 και κατά την κλειστή περίοδο και τα όρια τους. Επίσης να δοθεί κατάλογος συναλλαγών αυτών των καρτών.
Να παραδοθούν όλες οι πληροφορίες για οποιαδήποτε όρια καρτών (χρεωστικών/πιστωτικών) που μεταβλήθηκαν στις 15/03/201 3 και κατά την κλειστή περίοδο.
Να παραδοθούν πληροφορίες για όλες τις προθεσμιακές εντολές (Standing Orders/Dίrect Debits) που εκτελέστηκαν στις 15/03/2013 και κατά την κλειστή περίοδο. Επίσης πληροφορίες για όλες τις προθεσμιακές εντολές (Standing Orders/Direct Debits) που δημιουργήθηκαν στα συστήματα στις 15/03/2013 και κατά την κλειστή περίοδο.
Αιτήματα προς Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου και εγκρίσεις:
Να παραδοθούν τα έγγραφα όσον αφορά την διαδικασία των αιτημάτων προς την Κεντρική Τράπεζα για εξασφάλιση έγκρισης μεταφοράς κεφαλαίων κατά την κλειστή περίοδο. Να περιλαμβάνει όλα τα στάδια από την στιγμή που γίνεται το αίτημα μέχρι την μεταφορά των κεφαλαίων, περιλαμβανομένων των ονομάτων των ατόμων που ήταν καθορισμένοι για την έγκριση και διενέργεια των συγκεκριμένων συναλλαγών. Να παραδοθούν επίσης πληροφορίες για τις ασφαλιστικές δικλίδες που υπήρχαν για την αποτροπή της διεξαγωγής συναλλαγών για τις οποίες δεν υπήρχε έγκριση.
Να παραδοθούν τα έγγραφα σχετικά με αιτήματα φυσικών ή νομικών προσώπων για διενέργεια συναλλαγών κατά την κλειστή περίοδο όπως και έγγραφα σχετικά με τις εγκρίσεις/απορρίψεις των αιτημάτων. Τα έγγραφα να περιλαμβάνουν και οποιαδήποτε έγγραφα που αιτιολογούν το αίτημα και οποιαδήποτε άλλα έγγραφα σχετικά με το αίτημα, την έγκριση και την συναλλαγή.
Οι συναλλαγές για τις οποίες υπήρχε έγκριση της ΚΤΚ, με τι ημερομηνία περνούσαν μέσα στο σύστημα. Τι ασφαλιστικές δικλίδες υπήρχαν που να αποτρέπουν την διεξαγωγή συναλλαγών για τις οποίες δεν υπήρχε έγκριση. Να δοθούν πληροφορίες και σχετικά στοιχεία.
Να καταρτιστεί και παραδοθεί κατάλογος συναλλαγών που εισάχθηκαν στα συστήματα πριν τις 15/03/2013 με μελλοντική ημερομηνία και που εκτελέστηκαν κατά τις 15/03/2013 και κατά την κλειστή περίοδο (να περιληφθούν και συναλλαγές του TARGET 2). Να δοθούν πληροφορίες για το πότε εισήχθηκαν στο σύστημα αυτές οι συναλλαγές, ημερομηνία και ώρα.
Να παραδοθούν οι πληρωμές που έγιναν με κάρτες και είχαν συνολικές χρεώσεις πέραν των 5,000 ευρώ κατά την κλειστή περίοδο (χρεωστικές, πιστωτικές ή αλλιώς). Οι πληρωμές να δοθούν αναλυτικά κατά πελάτη και κατά έμπορο (merchant) και να ληφθεί υπόψη η ημερομηνία που δόθηκε εξουσιοδότηση για την συναλλαγή. Στις πληροφορίες να περιλαμβάνονται και στοιχεία για τον έμπορο που έλαβε την πληρωμή.
Να παραδοθούν οι πληρωμές που έγιναν από και προς την JCC και την FBME Card Service σε σχέση με τις συναλλαγές που έγιναν κατά την κλειστή περίοδο. Να δοθούν επίσης και οι λεπτομέρειες των πληρωμών που έγιναν από τους πελάτες με κάρτες και να αντιστοιχηθούν με τις πληρωμές που έγιναν από και προς την JCC και την FBME Card Services.
Πώς και πότε κλειδώθηκαν οι λογαριασμοί για την απομείωση (κούρεμα) έτσι που να μην επηρεάζονται από οποιεσδήποτε συναλλαγές. Να δοθούν πληροφορίες και σχετικά στοιχεία.
Να παραδοθούν κατάλογοι με ονόματα φυσικών ή Νομικών προσώπων τα οποία απέσυραν χρηματικά ποσά κατά τη κλειστή περίοδο που ήταν ενάντια στο διάταγμα της Κεντρικής. Να περιλαμβάνεται το όνομα του προσώπου ως επίσης οι αριθμοί λογαριασμών, οι ημερομηνίες και τα ποσά των συναλλαγών.
Να παραδοθούν οι κατάλογοι που δόθηκαν στην Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου με φυσικά ή Νομικά πρόσωπα τα οποία απέσυραν χρηματικά ποσά κατά τη κλειστή περίοδο.
25. Να παραδοθούν τα έγγραφα που λήφθηκαν ή δόθηκαν στην ΚΤΚ σε σχέση με την κλειστή περίοδο.
26. Να παραδοθούν τα έγγραφα σχετικά με έρευνες/ελέγχους/στοιχεία/απόψεις/ αποτελέσματα/διαπιστώσεις σε σχέση με συναλλαγές της κλειστής περιόδου. Να περιλαμβάνουν εργασίες από:- Εσωτερικό 'Ελεγχο, Κανονιστική Συμμόρφωση, Εξωτερικούς Ελεγκτές, Κεντρική Τράπεζα Κύπρου και οποιονδήποτε άλλων τμημάτων της εταιρείας ή εξωτερικών συνεργατών ή εταιριών.
27. Να παραδοθούν έγγραφα σχετικά με την κλειστή περίοδο που αφορούν πολιτικά εκτεθειμένα πρόσωπα (όπως καθορίζονται στον περί Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμο 188(1)/2007).
28. Να παραδοθούν σε ηλεκτρονική μορφή ΟΛΟΙ οι λογαριασμοί του λογιστικού συστήματος του πιστωτικού ιδρύματος με τις ακόλουθες πληροφορίες:
(1) 'Ολες οι μεταβολές που έγιναν κατά την κλειστή περίοδο
(2) Υπόλοιπο στις 15 Μαρτίου 2013 (end of day) και υπόλοιπο στις 27/03/2013 (end of day). Στα στοιχεία που θα παραδοθούν να αναγράφεται τουλάχιστον αριθμός λογαριασμού και περιγραφή, να συνοδεύονται από επεξήγηση τυχόν διακριτικών για τα διάφορα είδη εγγράφων. Στοιχεία να παραδοθούν για όλους τους λογαριασμούς, ανεξαρτήτως τύπου. Χωρίς περιορισμό, θα περιλαμβάνουν και στοιχεία suspense accounts και λοιπών εκτός ισολογισμού λογαριασμών (off-balance sheet accounts).
29. Να παραδοθούν έγγραφα για τα ακόλουθα:
SWIFΤ: SWΙFΤ EVΕΝΤ JOURNAL, SWIFT MESSAGE FILE, SWIFT file act για την κλειστή περίοδο
SΕΡΑ: SΕΡΑ xml files για την κλειστή περίοδο
30. Να παραδοθούν οποιαδήποτε άλλα έγγραφα και πληροφορίες που σχετίζονται με τα πιο πάνω.
Γ. Η JCC ΡΑΥΜΕΝΤ SYSTEMS, διατάζεται, κατά τον τρόπο που προαναφέρθηκε, να αποκαλύψει και παραδώσει στοιχεία και έγγραφα για την κλειστή περίοδο, ως εξής:
1. Να καταρτιστεί και παραδοθεί κατάλογος εμπόρων (merchants), που υφίσταντο κατά την κλειστή περίοδο με όλες τις πληροφορίες για τον κάθε έμπορο και ένδειξη πότε άρχισε η συνεργασία (ημερομηνία).
2. Να παραδοθούν πληροφορίες και στοιχεία για την διαδικασία αποδοχής νέων εμπόρων. Να περιλαμβάνει και τα μέτρα δέουσας επιμέλειας που λάμβανε η τράπεζα πριν την αποδοχή ως επίσης και τα επίπεδα εγκρίσεων.
3. Να παραδοθεί κατάλογος νέων λογαριασμών εμπόρων που δημιουργήθηκαν κατά την κλειστή περίοδο, εντός και εκτός Κύπρου και που μπορούσαν να αποδεχτούν πληρωμές με κάρτες και κατ' επέκταση εκροή κεφαλαίων.
4. Να παραδοθούν όλες οι συναλλαγές της κλειστής περιόδου με όλα τα στοιχεία για την κάθε συναλλαγή περιλαμβανομένης και της ημερομηνίας του συστήματος.
5. Να παραδοθεί κατάλογος εμπόρων για τους οποίους ο κύκλος εργασιών κατά την κλειστή περίοδο ξεπέρασε το 25% της συνήθους συναλλακτικότητας.
6. Να παραδοθούν οποιαδήποτε άλλα έγγραφα και πληροφορίες που σχετίζονται με τα πιο πάνω.
Δ. 'Ολοι. Όλα τα έγγραφα και οι πληροφορίες να παραδοθούν και σε ηλεκτρονική μορφή. Όσον αφορά υπόλοιπα λογαριασμών, συναλλαγές να παραδοθούν σε μορφή CSV/XML. Για το κάθε ηλεκτρονικό αρχείο να δίνεται και ένδειξη για το μέρος του διατάγματος που αφορά.
Ε. 'Ολοι. Να ορίσουν άτομο το οποίο θα ενεργεί σαν σύνδεσμος με την Αστυνομία για την παράδοση των εγγράφων. Αφού οριστεί το άτομο να ενημερώσουν για το όνομα, την ηλεκτρονική διεύθυνση και τον αριθμό
τηλέφωνου του."
Το προσβαλλόμενο Διάταγμα Αποκάλυψης ημερ. 6.11.2020 αφορούσε, ως η συνοδεύουσα την αίτηση Ένορκη Δήλωση του Υπαστυνόμου Αζά αποκάλυπτε, τη διερεύνηση αδικημάτων στηριζομένων επί των ακόλουθων νομοθετημάτων:
(1 "Ο περί εργασιών πιστωτικών ιδρυμάτων Νόμος 66(1)/1997 Άρθρα 2, 30, 41 και 43.
(2) Ο περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμος 138(1)/02 άρθρα 2, 6, 48 και 65.
(3) Ο περί της επιβολής περιοριστικών μέτρων στις συναλλαγές Νόμος 12(1)/13 άρθρα 4, 5, και 7.
(4) Ο περί της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Ποινικοποίηση της Διαφθοράς Νόμος 23(ΙΙΙ)/2000 άρθρα 2, 3, 4, 7, 8 και 14.
(5) Ο περί Πρόληψης Διαφθοράς Νόμος (ΚΕΦ.161) άρθρα 2, 3, 4 και 5.
(6) Ο περί του ποινικού κώδικα Νόμος Κεφ.154 άρθρο 133 - Δόλος και κατάχρηση εμπιστοσύνης από δημόσιο λειτουργό.
(7) Ο περί του ποινικού κώδικα Νόμος Κεφ.154 άρθρο 105 - Κατάχρηση εξουσίας.
(8) Ο περί του ποινικού κώδικα Νόμος Κεφ.154 άρθρο 135(1)(3) - Παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου και αποκάλυψη κρατικού απορρήτου.
(9) Ο περί του ποινικού κώδικα Νόμος Κεφ.154 άρθρο 302 - Συνομωσία για καταδολίευση.
(10) Ο περί αθέμιτης κτήσης περιουσιακού οφέλους από αξιωματούχους και λειτουργούς του δημοσίου Νόμος 51(Ι)/04 άρθρα (2) (3) και (4).
(11) Αδικήματα Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες κατά παράβαση των Άρθρων 4 και 5, του Περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες δραστηριότητες, Νόμος 188(1)/ 2007 όπως τροποποιήθηκε μέχρι σήμερα."
Οι ισχυρισμοί που προβάλλονται εις την ένορκη δήλωση Διονυσίου είναι όπως και στην ένορκη δήλωση της αίτησης για Άδεια, μεταξύ άλλων οι ακόλουθοι:
Η εγκύκλιος της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (ΚΤΚ) ημερ. 16.3.2013 η οποία εξεδόθη δυνάμει των άρθρων 6(2)(ε)(ζ) και 48(3) του ΚΤΚ Νόμου και που κατ' ισχυρισμό απέστειλε στην Αιτήτρια, απαγόρευε ορισμένου είδους συναλλαγές.
Ακολούθησε η εγκύκλιος ημερ. 19.3.2013 με την οποία οι Τράπεζες μπορούσαν, κατόπιν εξουσιοδότησης της ΚΤΚ να προβαίνουν σε πληρωμές. Η εγκύκλιος αυτή δεν παρελήφθη από την Αιτήτρια.
Οι δύο πιο πάνω εγκύκλιοι δεν δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα συμφώνως του Άρθρου 48(3) του Περί Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου και δεν απέκτησαν ισχύ δευτερογενούς νομοθεσίας και συνεπώς, σύμφωνα με το Άρθρο 48(4) παράβαση των εγκυκλίων συνεπάγετο διοικητικό πρόστιμο.
Στις 22.3.2013 δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα ο Περί Επιβολής Περιοριστικών Μέτρων στις Συναλλαγές σε περίπτωση Έκτακτης Ανάγκης Νόμος του 2013, Ν. 12(Ι)/2013 ο οποίος εξουσιοδοτούσε τον Υπουργό Οικονομικών να λάβει προσωρινά περιοριστικά μέτρα προς διασφάλιση της χρηματοοικονομικής σταθερότητας. Συμφώνως αυτού εξεδόθη το Πρώτο Διάταγμα το 2013 Κ.Δ.Π. 98/2013 το οποίο δημοσιεύτηκε στις 27.3.2013, θέτοντας τέλος στην "κλειστή περίοδο".
Στις 11.11.2020 επεδόθηκε στην Αιτήτρια το Διάταγμα Αποκάλυψης και κατόπιν ενεργειών της έλαβε αντίγραφα του σχετικού Φακέλου της πρωτόδικης διαδικασίας (Αίτηση αρ. 373/20) στις 13.11.2020.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο προκειμένου να καταλήξει ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις των Άρθρων 45 και 46 του Περί Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου του 2007-2019 (Νόμος AML) ομαδοποίησε στα γεγονότα που δημιουργούν "εύλογη υποψία" κατά των Καθ' ων η Αίτηση (Αρ. 379/20) ενεργώντας με αυτόν τον τρόπο καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας, αρμοδιότητες και εξουσία εφόσον αντικειμενικά η Ένορκη Δήλωση Αζά και όλα όσα καταγράφονται στην παράγρ. 26 της απόφασης δεν θεμελιώνουν "εύλογη υποψία" κατά της Αιτήτριας.
Η Αιτήτρια αναφέρεται μόνο στην παράγρ. 23 της Ένορκης Δήλωσης Αζά όπου γίνεται αναφορά σε εσωτερικό σημείωμα της ΚΤΚ που κάνει αναφορά σε κάποιες "ύποπτες συναλλαγές" που έγιναν μετά την 15.3.2013 χωρίς συγκεκριμενοποίηση τους. Το εκδοθέν Διάταγμα δεν περιορίζεται στις "ύποπτες συναλλαγές" αλλά επεκτείνεται σε όλους τους λογαριασμούς πελατών συμπεριλαμβανομένων και εκείνων για τους οποίους δεν υπάρχει υποψία.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο περαιτέρω στηρίχθηκε στην Έκθεση και πρακτικά της Επιτροπής Θεσμών Αξιών και Επιτρόπου Διοικήσεως προκειμένου να ικανοποιηθεί περί της ύπαρξης "εύλογης υποψίας" διαφεύγοντας του ότι η άνω έκθεση δεν αφορούσε την Αιτήτρια, όπως ούτε τα αποτελέσματα των ερευνών της Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχουν της Τράπεζας Κύπρου ή άλλη συναφή μαρτυρία που επικαλέστηκε ο Υπαστυνόμος Αζάς και το Δικαστήριο ότι αφορούσαν την Αιτήτρια.
Η Νομοθεσία που αφορά την ΚΤΚ και έγινε χρήση της για έκδοση των εγκυκλίων ημερ. 16 και 19.3.2013 δεν ποινικοποιεί τυχόν παράβαση τους εφόσον δεν δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα.
Επίσης, δεν μπορεί να διερευνώνται αδικήματα δυνάμει του Ν.12(Ι)/2013 καθότι αυτός τέθηκε σε ισχύ στις 22.3.2013 και το Πρώτο Διάταγμα εξεδόθη στις 27.3.2013 τερματίζοντας την "κλειστή περίοδο" που επέβαλε η ΚΤΚ.
Ούτε και επί των άλλων νομοθετημάτων ή Συμβάσεων που επικαλείται ο Υπαστυνόμος Αζάς μπορεί να στοιχειοθετηθεί "εύλογη υποψία".
Σχετικά με τον δεύτερο λόγο ακύρωσης ο ενόρκως δηλών προβάλλει ότι δεν αποκαλύφθησαν από τον Υπαστυνόμο Αζά τα ακόλουθα ουσιώδη γεγονότα:
Αναφορικά με τις εγκυκλίους ημερ. 16 και 19.3.2013 ότι:
i. Η παραβίαση τους δεν αποτελεί ποινικό αδίκημα.
ii. Ότι αυτές δεν δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα και δεν απέκτησαν δευτερογενή νομοθετική ισχύ.
iii. Ότι η εγκύκλιος ημερ. 16.3.2013 τίθετο σε ισχύ από την κοινοποίηση της και όχι από 16.3.2013 ημέρα Σάββατο ενώ η 17η ήταν Κυριακή και η 18.3.13 ήταν δημόσια αργία.
iv. Πότε και πώς κοινοποιήθηκε η εγκύκλιος στην Αιτήτρια.
Δεν αποκαλύφθησαν όλοι οι λόγοι ακύρωσης του Διατάγματος αποκάλυψης με αρ. 288/20
Η Αιτήτρια δεν υπέβαλε κανένα αίτημα στην ΚΤΚ για εξασφάλιση επιλεκτικής εξουσιοδότησης πληρωμών .
Ποιες από τις Καθ' ων η Αίτηση στην πρωτόδικη διαδικασία υπέβαλαν και πόσα εκ των 258 υποβληθέντων αιτημάτων για εξασφάλιση επιλεκτικής εξουσιοδότησης πληρωμών κατά την κλειστή περίοδο.
Τους δικαιούχους των τραπεζικών λογαριασμών και/ή των προσώπων που υποβοήθησαν στην παραβίαση της Εγκυκλίου ημερ. 16.3.13 και οι οποίοι ενδεχομένως να έλαβαν χρηματικό όφελος ή πλεονέκτημα με αποτέλεσμα τον μη περιορισμό του Διατάγματος στα πρόσωπα αυτά αλλά να επηρεάζονται όλοι οι κάτοχοι λογαριασμών στις Καθ΄ ων η Αίτηση.
Οι ταυτότητες και/ή ενέργειες δημόσιων λειτουργών ή προσώπων που υπηρετούσαν ή εργοδοτούνταν στην ΚΤΚ για τα οποία υφίσταται εύλογη υπόνοια εμπλοκής τους σε αδικήματα υπό εξέταση.
Σχετικά με τον τρίτο λόγο ακύρωσης προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο:
Εξέδωσε το προσβαλλόμενο Διάταγμα ενεργώντας υπό νομική πλάνη ότι δεν θα έπρεπε να αξιολογήσει την νομική υπόσταση των εγκυκλίων.
Παρερμήνευσε την απόφαση της Ολομέλειας στην Re Ιακώβου κ.α., Π.Ε. Αρ. 43/2016 ημερ. 10.10.2017, ECLI:CY:AD:2017:A349 ερμηνεύοντας το σχετικό απόσπασμα "δεν είναι απαραίτητη η συγκεκριμενοποίηση των υποψιών σχετικά με το κάθε ένα από τα πρόσωπα και μάλιστα με προσδιορισμό της μαρτυρίας επί της οποίας στηρίζεται" ότι το νομιμοποιούσε να εκδώσει το προσβαλλόμενο Διάταγμα εναντίον της Αιτήτριας βασιζόμενο σε μαρτυρία που προσκομίστηκε για άλλους Καθ' ων η Αίτηση και δεν διασυνδέεται με οποιονδήποτε τρόπο με την Αιτήτρια.
Ως αποτέλεσμα της πιο πάνω παρερμηνείας, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι δεν είναι αναγκαίο να συγκεκριμενοποιήσει την "εύλογη υποψία" για κάθε συγκεκριμένη Καθ' ης η Αίτηση αλλά αντίθετα, επειδή όλες είναι τράπεζες θεώρησε ότι μπορούσε να τις ταυτοποιήσει και ότι η υποψία εναντίον μιας καλύπτει όλη την κατηγορία.
Το Διάταγμα είναι δυσανάλογο, γενικό και επηρεάζει όλους τους κατόχους και τελικούς δικαιούχους λογαριασμού σε όλες τις Τράπεζες, Καθ' ων η Αίτηση.
Οι καθ΄ ων η αίτηση καταχώρισαν ένσταση, προβάλλοντας συνολικά 14 λόγους ένστασης, υποστηριζόμενη από ένορκη δήλωση του κ. Ιωάννη Αζά. Αυτή είναι μακροσκελής και αποτελείται από 29 σελίδες. Από το περιεχόμενο της συνοπτικά αναφέρονται:
- Στις 16/3/2013 ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας αποφάσισε, μεταξύ άλλων, την αναστολή των συστημάτων πληρωμών και συναλλαγών που διατηρούσαν τα τραπεζικά ιδρύματα. Η απόφαση του κοινοποιήθηκε αυθημερόν στις Τράπεζες εγγράφως.
- Ως αποτέλεσμα της άνω ειδοποίησης, οι Τράπεζες ανέστειλαν τις εργασίες τους και ειδικότερα τα συστήματα πληρωμών και συναλλαγών. Οι σχετικές οδηγίες ανακλήθηκαν στις 28/3/2013. Συναφώς η «κλειστή περίοδος» διήρκησε από 13 - 28/3/2013.
- Με νέα επιστολή του Διοικητή ημερ. 17/3/2013 ήτο δυνατή η κατ' εξαίρεση και επιλεκτική πληρωμή αφού προηγουμένως εξασφαλιζόταν η προηγούμενη έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας.
- Η κοινοβουλευτική Επιτροπή Θεσμών και Αξιών και ο Επίτροπος Διοικήσεως κατόπιν έρευνας σε έκθεση της πρώτης, Μαΐου 2014, διαπιστώνεται εκροή κεφαλαίων κατά την «κλειστή περίοδο».
- Λειτουργοί της Κεντρικής Τράπεζας διεπίστωσαν ύποπτες συναλλαγές που έλαβαν χώρα μετά τις 15/3/2013 με προχρονολογημένες ημερομηνίες, όπως και μείωση των καταθέσεων στις Τράπεζες μεταξύ 8-15/3/2013.
- Έρευνες/Έλεγχοι των Υπηρεσιών Ελέγχου της Τράπεζας Κύπρου και πρώην Λαϊκής Τράπεζας κατέδειξαν τις ακόλουθες παραβάσεις:
(α) Η Τράπεζα Κύπρου διεκπεραίωσε κανονικά τις αυτόματες εντολές πληρωμών εντός της Τράπεζας κατά την περίοδο 16-25/3/2013 με αποτέλεσμα τη μείωση των καταθέσεων κατά €6.8 εκ. και από ενεργοποίηση της υπηρεσίας IBANK έγιναν πληρωμές εκτιμώμενες σε €775.000.
(β) Η Λαϊκή Τράπεζα προέβη σε μη εξουσιοδοτημένες συναλλαγές υπολογιζόμενες σε €57.000.
(γ) Από υποκατάστημα της Banca Transivania και Privatbank Commercial Bank έγιναν εκροές κεφαλαίων ύψους €2.620 και €165.030,53 αντίστοιχα.
(δ) Σε έγγραφο της Τρόικα σε σχέση με τις συναλλαγές των τραπεζικών ιδρυμάτων κατά την κλειστή περίοδο εντοπίστηκαν συναλλαγές οι οποίες χαρακτηρίστηκαν ως:
(i) Unclear nature of transfers
(ii) Unjustified transfers despite warnings
(iii) Against criteria fixed in Circular despite warnings.
Σημειώνεται ότι το συνολικό ποσό των πιο πάνω συναλλαγών ανέρχεται περίπου σε €80 εκατομμύρια.
(ε) Αριθμός άλλης μαρτυρίας που καθιστά πιθανή την παραβίαση της απόφασης της Κεντρικής Τράπεζας ημερ. 16/3/2013.
- Κρίθηκε, ως αποτέλεσμα, η έκδοση του επίδικου Διατάγματος Αποκάλυψης ώστε να καταστεί δυνατή η διαπίστωση από ποιους λογαριασμούς έγιναν εκροές κατά παράβαση των απαγορεύσεων που ίσχυαν κατά την κλειστή περίοδο.
- Λόγω του μεγάλου συνολικού ποσού των ύποπτων εκροών κρίθηκε ως ορθό μέτρο το αίτημα αποκάλυψης από όλες τις Τράπεζες.
- Η αναφερόμενη στο άρθρο 48 του περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου, Ν. 138(Ι)/2002 δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας δεν αποτελούσε προϋπόθεση και/ή όρο για την ισχύ των αποφάσεων που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου αυτού.
- Η παράδοση των συγκεκριμένων στοιχείων δυνάμει του Διατάγματος Αποκάλυψης είναι καθόλα νόμιμη και δικαιολογημένη και δυνάμει του άρθρου 23(2) του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, Ν. 66(Ι).1997, πλην των όσων προστατεύονται από τα Άρθρα 15 και 17 του Συντάγματος, τα οποία πολύ ορθά εξαίρεση από το Διάταγμα το Επαρχιακό Δικαστήριο. Το προσβαλλόμενο Διάταγμα εξεδόθη νομότυπα δυνάμει των άρθρων 45 και 46 των περί Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμων του 2007 ως έχουν τροποποιηθεί.
- Εν συνεχεία με αναφορά σε νόμους αρνείται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο υπερέβη τη δικαιοδοσία του εκδίδοντας το προσβαλλόμενο Διάταγμα, λόγω μη τεκμηρίωσης «εύλογης υποψίας» ή ότι δεν έγινε αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων ή ότι ενυπάρχει προφανές νομικό λάθος στην έκδοση δυσανάλογου Διατάγματος αποκάλυψης αναφορικά με όλους τους λογαριασμούς που αποσκοπεί στην αλίευση μαρτυρίας.
Όπως γίνεται αντιληπτό το υπό εξέταση Διάταγμα εξεδόθη δυνάμει των άρθρων 45 και 46 των περί Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμων του 2007, όπως τροποποιήθηκαν, Ν. 188(Ι)/2007.
Ενώπιον του Δικαστηρίου, ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση με την αγόρευση του, έγγραφη αλλά και προφορική, υποστήριξε ότι η παράβαση της απόφασης της Κεντρικής Τράπεζας ημερ. 16/3/2013 συνιστά ποινικό αδίκημα, τόσο στη βάση του περί Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου, Ν. 138(Ι)/2002, όσο και στο πλαίσιο του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, Ν. 66(Ι)/1997.
Συναφώς η αίτηση θα περιορισθεί στους δυο αυτούς Νόμους, ή ακόμη και σε ένα, αν κριθεί αυτό ορθό, σε συνάρτηση με την απόφαση/επιστολή του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου ημερ. 16/3/2013 η οποία είχε ως ακολούθως:
«Ενεργώντας με βάση -
(α) τις διαλαμβανόμενες στις παραγράφους (ε) και (ζ) του εδαφίου (2) του άρθρου 6 των περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμων αρμοδιότητες της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, αναφορικά με τη διασφάλισή της σταθερότητας του χρηματοοικονομικού συστήματος και τη ρύθμιση της ομαλής λειτουργίας των συστημάτων πληρωμών, εκκαθάρισης ή και διακανονισμού συναλλαγών, και
(β) την εξουσία που της παραχωρεί: το εδάφιο (3) του άρθρου 48 των αυτών Νόμων περί της έκδοσής αποφάσεων αναφορικά με την αναστολή λειτουργίας των συστημάτων πληρωμών, εκκαθάρισης ή και διακανονισμού συναλλαγών.
η Κεντρική Τράπεζα δια της παρούσης-
α) απαγορεύει προσωρινά, και μέχρι νεωτέρας, την εισαγωγή, είτε από ιδρύματα υποκείμενα στην εποπτεία της Κεντρικής Τράπεζας ή-κατ' άλλον τρόπο, εντολών πληρωμής ή μεταφοράς κεφαλαίων σε οιοδήποτε σύστημα πληρωμών, εκκαθάρισης ή και διακανονισμού συναλλαγών που λειτουργεί εντός ή εκτός της Δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων εντολών εντός του ιδίου πιστωτικού ιδρύματος (intra-bank transactions),
β) αναστέλλει προσωρινά, και μέχρι νεωτέρας, το διακανονισμό εντολών που έχουν ήδη εισαχθεί προς εκτέλεση σε οιοδήποτε σύστημα, πληρωμών, εκκαθάρισης ή και διακανονισμού συναλλαγών που λειτουργεί εντός ή εκτός της Δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων εντολών εντός του ιδίου πιστωτικού ιδρύματος (intra-bank transactions).
Τα ως άνω μέτρα ισχύουν από την κοινοποίηση της παρούσας επιστολής στους παραλήπτες της.
Οι παραλήπτες της παρούσης καλούνται σε πιστή εφαρμογή και συμμόρφωση προς την παρούσα απόφαση, προς προστασία του δημοσίου, συμφέροντος για τη διασφάλιση της σταθερότητας του χρηματοοικονομικού συστήματος, καθώς και σε αυστηρή τήρηση του απορρήτου της παρούσης επιστολής».
Προωθήθηκε από πλευράς καθ΄ ων η αίτηση ότι με βάση τα άρθρα 2, 6, 48 και 65 του Ν. 138(Ι)/2002 προκύπτουν αδικήματα τα οποία διερευνούσε η Αστυνομία. Επίσης τα άρθρα 2, 30, 41 και 43 του Ν. 66(Ι)/1997 προβλέπουν για αδίκημα το οποίο ήτο υπό διερεύνηση.
Θα πρέπει πρώτα να λεχθεί ότι η απόφαση/οδηγίες ημερ. 16/3/2013 από τον Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου εξεδόθη, όπως η ίδια αναφέρει, βάσει του άρθρου 6(2)(ε)(ζ) και 48(3) του περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου, Ν. 138(Ι)/2002. Συναφώς το θέμα που τίθεται προς εξέταση είναι κατά πόσο με βάση τα πιο πάνω άρθρα σε συνάρτηση με το άρθρο 65 προκύπτει καθορισμένο αδίκημα:
«Άρθρο 6(2)(ε)(ζ)
6(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1) και των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη συμμετοχή της Τράπεζας στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών, οι βασικές αρμοδιότητες της Τράπεζας είναι οι ακόλουθες:
[.]
(ε) η μακροπροληπτική επίβλεψη του χρηματοοικονομικού συστήματος, με απώτερο στόχο τη συμβολή στη διασφάλιση της σταθερότητας του χρηματοοικονομικού συστήματος·
[.]
(ζ) η προώθηση, ρύθμιση και επίβλεψη της ομαλής λειτουργίας των συστημάτων πληρωμών, εκκαθάρισης ή και διακανονισμού συναλλαγών·»
«Άρθρο 48(3)
(3) Η Τράπεζα δύναται να αναστέλλει τη λειτουργία οποιουδήποτε συστήματος πληρωμών, εκκαθάρισης ή και διακανονισμού συναλλαγών ή να τερματίζει τη συμμετοχή οποιουδήποτε μέλους σε οποιοδήποτε σύστημα πληρωμών, εκκαθάρισης ή και διακανονισμού συναλλαγών που βρίσκεται υπό την επίβλεψη της, με επιστολή προς τα μέλη του συστήματος υπό όρους που καθορίζονται από την ίδια και περιέχονται στη σχετική επιστολή.
«Άρθρο 65:
Ανεξάρτητα από τις διατάξεις, οι οποίες περιλαμβάνουν ειδική προς τούτο πρόβλεψη και στην έκταση που δεν προβλέπεται αποκλειστική αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να επιβάλλει κυρώσεις, όποιος παραβαίνει οποιαδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του τιμωρείται με φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες λίρες και εάν το αδίκημα συνεχίζεται, με περαιτέρω χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες για κάθε ημέρα για την οποία συνεχίζεται η παράβαση.»
Παρατηρείται συναφώς ότι από τον συνδυασμό των άρθρων 48(3) και 65 του Ν. 138(Ι)/2002 ότι είναι αδίκημα η παράβαση των όσων προβλέπονται εις το άρθρο 48(3). Η παράβαση στην υπό εξέταση υπόθεση συνίσταται στη μη συμμόρφωση των όσων περιλαμβάνονται στην απόφαση της Τράπεζας ημερ. 16/3/2013, η οποία κοινοποιήθηκε με επιστολή της ίδιας ημερομηνίας. Η επιστολή ήτο το μέσο κοινοποίησης της απόφασης.
«Διάταγμα αποκάλυψης
45. (1) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων άλλων Νόμων, σε σχέση με τη λήψη πληροφοριών ή εγγράφων κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής ανακρίσεων για το ενδεχόμενο διάπραξης αδικημάτων, για σκοπούς ανάλυσης χρηματοοικονομικών συναλλαγών ή έρευνας σχετικά με τη διάπραξη καθορισμένων αδικημάτων ή σχετικά με έρευνα για διακρίβωση εσόδων ή μέσων, περιλαμβανομένου του εντοπισμού άλλων συναφών περιουσιακών στοιχείων για σκοπό δέσμευσης και/ή δήμευσης, το δικαστήριο δύναται κατόπιν μονομερούς αίτησης του ανακριτή της υπόθεσης να εκδώσει διάταγμα αποκάλυψης σύμφωνα με τις πρόνοιες του παρόντος Μέρους.»
«Προϋποθέσεις για έκδοση διατάγματος αποκάλυψης
46. (1) Το δικαστήριο ενώπιον του οποίου υποβάλλεται αίτηση για έκδοση διατάγματος αποκάλυψης δύναται, αν πεισθεί ότι συντρέχουν οι αναφερόμενες στο εδάφιο (2) προϋποθέσεις, να εκδώσει διάταγμα το οποίο καλείται διάταγμα αποκάλυψης, απευθυνόμενο προς το πρόσωπο το οποίο, κατά την άποψή του, έχει στην κατοχή του την πληροφορία που αναφέρεται στην αίτηση με το οποίο καλεί το εν λόγω πρόσωπο όπως αποκαλύψει ή παραδώσει την πληροφορία στον ανακριτή ή/και σε άλλο κατονομαζόμενο στο διάταγμα πρόσωπο μέσα σε επτά ημέρες ή μέσα σε άλλη μεγαλύτερη ή μικρότερη προθεσμία την οποία ήθελε ορίσει το δικαστήριο στο διάταγμα αν ήθελε κρίνει αυτό υπό τις περιστάσεις σκόπιμο.
(2) Οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) είναι οι ακόλουθες -
(α) (i) Η ύπαρξη εύλογης υποψίας ότι συγκεκριμένο πρόσωπο διέπραξε ή έχει ωφεληθεί από τη διάπραξη καθορισμένου αδικήματος, ή η ύπαρξη χρηματοοικονομικής συναλλαγής η οποία δημιουργεί εύλογη υποψία ότι πρόσωπο ενέχεται σε αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή ότι η συναλλαγή ενδέχεται να σχετίζεται με τέτοια αδικήματα˙
(ii) [Διαγράφηκε]˙
(β) η ύπαρξη εύλογης υποψίας ότι η εν λόγω πληροφορία είτε μόνη της είτε σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία ενδέχεται να είναι ουσιαστικής σημασίας στις έρευνες για τις οποίες έχει υποβληθεί η αίτηση για αποκάλυψη˙
(γ) το ότι η πληροφορία δεν εμπίπτει στην κατηγορία των προνομιούχων πληροφοριών˙
(δ) η ύπαρξη εύλογης αιτίας ότι είναι προς το δημόσιο συμφέρον να παρασχεθεί ή να αποκαλυφθεί η πληροφορία, λαμβανομένου υπόψη-
(i) του οφέλους το οποίο ενδέχεται να προκύψει για την έρευνα από την αποκάλυψη ή παροχή της εν λόγω πληροφορίας˙ και
(ii) των συνθηκών κατοχής της εν λόγω πληροφορίας από τον κάτοχό της.
(3) Το διάταγμα αποκάλυψης-
(α) Εκδίδεται και σε σχέση με πληροφορία που βρίσκεται στην κατοχή κρατικού λειτουργού˙
(β) εφαρμόζεται ανεξάρτητα από οποιαδήποτε νομική ή άλλη διάταξη δυνάμει της οποίας δημιουργείται υποχρέωση για τήρηση μυστικότητας ή επιβάλλονται οποιοιδήποτε περιορισμοί στην αποκάλυψη πληροφορίας˙
(γ) δεν παρέχει δικαίωμα αποκάλυψης ή παράδοσης πληροφοριών οι οποίες είναι προνομιούχες˙
(δ) επιδίδεται μόνον στο πρόσωπο το οποίο έχει στην κατοχή του την πληροφορία που αναφέρεται στην αίτηση.»