ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2021:D222
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Aίτηση Αρ. 105/2021)
7 Iουνίου 2021
[Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΣ FRONTARICO PLC ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΠΡΟΣΩΡΙΝΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 20/04/2021 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
--------------
Νατάσα Μαλά (κα) με Παναγιώτη Βασιλείου για Αρετή Χαριδήμου και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για την Αιτήτρια.
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: Η Αιτήτρια εταιρεία ζητά άδεια για την καταχώρηση αίτησης με κλήση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για την ακύρωση του διατάγματος ημερ. 20.4.2021, που εκδόθηκε από το Ε.Δ. Λεμεσού στα πλαίσια της αγωγής 2737/2019. Με το εκδοθέν διάταγμα απαγορευόταν η έκδοση, έγκριση ή χορήγηση υφιστάμενης πολεοδομικής άδειας σε σχέση με έξι τεμάχια. Το διάταγμα απευθυνόταν προς την Πολεοδομία, την Επαρχιακή Διοίκηση Λεμεσού και το Τμήμα Οικοδομών της τελευταίας.
Η υπόψη αγωγή είχε καταχωριστεί από την εταιρεία Odyssey Manufacturing Ltd εναντίον τριών εναγόμενων, δύο εταιρειών και του διευθυντή τους. Η Odyssey διατεινόταν ότι είχε αγοράσει τα έξι τεμάχια από τις εταιρείες, που δεν την είχαν πληροφορήσει ότι αυτά ήταν υποθηκευμένα προς όφελος της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ και είχε, από την περίοδο που καταχώρησε την αγωγή, εξασφαλίσει προσωρινό διάταγμα που απαγόρευε στους εναγόμενους να αποξενωθούν των τεμαχίων.
Το Δεκέμβριο του 2019 τα τεμάχια αποκτήθηκαν από κάποια τρίτη εταιρεία κατόπιν αναγκαστικής πώλησης τους δυνάμει του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου του 1965, που τα πώλησε στην Αιτήτρια, που είναι σήμερα η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια τους.
Το προσβαλλόμενο διάταγμα εκδόθηκε στα πλαίσια αίτησης ημερ.12.4.2021 που καταχωρίστηκε «άνευ κλήσης». Στην αίτηση, στον τίτλο, παρουσιάζονται 22 εναγόμενοι, που αναφέρονται ως «Εναγόμενοι/Καθ΄ων η Αίτηση». Η Αιτήτρια είναι στον αριθμό 10. Όπως αναφέρεται στην ένορκη δήλωση στην παρούσα, ο τίτλος της αγωγής δεν είχε τροποποιηθεί και προς τούτο εκκρεμεί αίτηση ημερ.10.2.2021, στην οποία η Αιτήτρια, όπως και άλλοι προτεινόμενοι εναγόμενοι, στους οποίους η αίτηση επιδόθηκε, έχουν ένσταση.
Η αίτηση ημερ.12.4.2021 τέθηκε ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου την 14.4.2021. Υπήρξε εμφάνιση εκ μέρους των εναγόμενων 1, 2 και 3, που αποδέχτηκαν την αίτηση και ο δικηγόρος της Odyssey ζήτησε άδεια για επίδοση της στον «Εναγόμενο 6», Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας. Η αίτηση ορίστηκε προς τούτο την 20.4.2021. Την 20.4.2021 παρουσιάστηκε επίδοση προς το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως και την Επαρχιακή Διοίκηση Λεμεσού και αφού διαπιστώθηκε πως δεν εμφανίζονταν, εκδόθηκε το επίδικο διάταγμα.
Το διάταγμα επηρεάζει τα συμφέροντα της Αιτήτριας, που από 5.6.2020 είναι η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια των τεμαχίων τα οποία αφορά. Η Αιτήτρια, που αναφερόταν στον τίτλο της σχετικής αίτησης και στο συνταγμένο διάταγμα ως «Εναγόμενη/Καθ΄ης η Αίτηση 10» δεν έλαβε μέρος στη διαδικασία, εφόσον η αίτηση ουδέποτε της επιδόθηκε.
Είναι η θέση της Αιτήτριας πως, παρά το ότι δεν είναι διάδικο μέρος στην αγωγή στα πλαίσια της οποίας εκδόθηκε το διάταγμα ημερ.20.4.2021, νομιμοποιείται στην προώθηση της παρούσας Αίτησης για το λόγο ότι έχει έννομο συμφέρον, που απορρέει από το γεγονός ότι είναι η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια των ακινήτων που το διάταγμα αφορά. Επικαλείται παράβαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης, υπέρβαση ή και έλλειψη δικαιοδοσίας του κατώτερου Δικαστηρίου, έκδηλο νομικό σφάλμα και πλάνη περί το νόμο. Περαιτέρω, ότι υπήρξε δόλια παραπλάνηση του κατώτερου Δικαστηρίου.
Το διάταγμα δεν εκδόθηκε μονομερώς κατ΄επίκληση του κατεπείγοντος της υπόθεσης και επομένως τα πρόσωπα των οποίων τα συμφέροντα μπορούσαν να θιγούν θα έπρεπε να είχαν κληθεί στη διαδικασία και ακουστεί. Κατά κύριο λόγο η Αιτήτρια. Καταλογίζεται στην Odyssey ότι δεν αποκάλυψε στο κατώτερο Δικαστήριο το ιδιοκτησιακό καθεστώς των επίδικων τεμαχίων που όφειλε και μπορούσε να γνωρίζει, εφόσον παρουσίασε την Αιτήτρια ως «Εναγόμενη/Καθ΄ης η Αίτηση 10». Περαιτέρω, η έκδοση του διατάγματος δεν αιτιολογήθηκε και ούτε φαίνεται να εξετάστηκαν οι προϋποθέσεις του νόμου για την έκδοση τέτοιων διαταγμάτων.
Είναι η περαιτέρω θέση της Αιτήτριας ότι δεν έχει διαθέσιμο άλλο ένδικο μέσο από αυτό που προωθείται με την παρούσα. Σημειώνει ότι έλαβε γνώση του διατάγματος σε χρόνο που είχε παρέλθει η προθεσμία άσκησης έφεσης και ότι, σε κάθε περίπτωση, υφίστανται εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την επίκληση της προνομιακής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Από τις περιστάσεις της υπόθεσης, όπως έχουν εκτεθεί από την Αιτήτρια, προκύπτει ότι υπάρχει συζητήσιμη υπόθεση, εφόσον έχει εκδοθεί διάταγμα που πρόδηλα επηρεάζει την ακίνητη ιδιοκτησία της Αιτήτριας, η οποία παρά το ότι κατονομάστηκε στη σχετική αίτηση ως «Καθ' ης η Αίτηση», αυτή δεν της γνωστοποιήθηκε και δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να λάβει μέρος στη διαδικασία και να προασπίσει τα συμφέροντα της.
Προκύπτει, ωστόσο, ζήτημα κατά πόσο έχει ή είχε η Αιτήτρια στη διάθεση της άλλο ένδικο μέσο και συγκεκριμένα τη δυνατότητα να αιτηθεί στο κατώτερο Δικαστήριο τον παραμερισμό του επίδικου διατάγματος δυνάμει της Δ.48, θ.8(4) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας που προνοεί ότι: «Οιονδήποτε πρόσωπο (άλλο από τον αιτητή) που επηρεάζεται από διαταγή που εκδόθηκε μονομερώς μπορεί να αιτηθεί με κλήση για τον παραμερισμό ή την τροποποίηση της .».
Στην Έλληνας ν. Χριστοδούλου κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 438, 445, γίνεται υπόμνηση της ευρύτητας του λεκτικού της Δ.48, θ.8(4), με κατάληξη πως, παρά το ότι η παρ.(4) εντάσσεται στο εδάφιο 8, η εφαρμογή της δεν περιορίζεται σε διατάγματα που εκδόθηκαν νομότυπα δυνάμει της παρ.(1) που προηγείται.
Στην Τσίμον κ.ά. (1998) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1417, 1421-2, αναφέρθηκε ότι:
«Όπως έχει νομολογηθεί ακόμη και στις περιπτώσεις επιστρεπτέου συντηρητικού διατάγματος ο ενδιαφερόμενος διάδικος έχει δικαίωμα να προστρέξει στην Δ.48 θ.8(4) προκειμένου να προσβάλει διάταγμα το οποίο εκδόθηκε μονομερώς. Αυτό το δικαίωμα ή δυνατότητα λειτουργίας της Δ.48 θ.8(4) παρέχεται και "εκεί όπου διάταγμα εκδόθηκε σε μονομερή αίτηση αναγόμενη έξω από την σφαίρα της παραγ. 1 του θ.8 της Δ.48" (Βλ. Έλληνας ν. Χριστοδούλου κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 438, 444, 445, και HadjiSoteriou (1986) 1 C.L.R. 429. Βλ. και Αίγλη Κωνσταντινίδου κ.ά. (1992) 1(Β) Α.Α.Δ. 853 στην οποία δεν χορηγήθηκε άδεια ακριβώς εξ αιτίας της Δ.48 θ.8(4)).
.. Η εμβέλεια της Δ.48 θ.8(4) καλύπτει όλο το φάσμα των διαταγμάτων που εκδίδονται μετά από μονομερή αίτηση περιλαμβανομένου και του επίδικου διατάγματος. Για μετριασμό των τυχόν επιπτώσεων από την έκδοση διαταγμάτων μονομερώς και την επίλυση της διαφοράς σε πρώτο βαθμό από το πρωτόδικο δικαστήριο η σοφία του Νομοθέτη έχει οδηγήσει στη θέσπιση της Δ.48 θ.8(4). Η δυνατότητα επίλυσης της διαφοράς από το πρωτόδικο δικαστήριο αποτελεί ένα ενδεδειγμένο διαδικαστικό μέτρο το οποίο προάγει τους σκοπούς της δικαιοσύνης. Μόνο όταν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις είναι πρόσφορη η αδρανοποίηση της Δ.48 θ.8(4) και η επίκληση της διαδικασίας των προνομιακών διαταγμάτων. Η ύπαρξη του ένδικου μέσου που προσφέρεται από τη Δ.48 θ.8(4) λειτουργεί εναντίον της χορήγησης της αιτούμενης άδειας. Δεν έχει τεθεί οτιδήποτε ενώπιον του δικαστηρίου που να κατατάσσει την παρούσα υπόθεση στις σπάνιες και εξαιρετικές περιπτώσεις που θα δικαιολογούσαν την χορήγηση της άδειας παρά την ύπαρξη άλλου ένδικου μέσου.»
Ότι στη Δ.48, θ.8(4) θα πρέπει να αποδοθεί η μεγαλύτερη δυνατή εμβέλεια υποστηρίζεται και από τη Μανώλη κ.ά. (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1443, 1445.
Στην Heli-Air v. Drescher (1988) 1 C.L.R. 234, 237, εγέρθηκε ζήτημα ότι ο ενδιαφερόμενος θα έπρεπε να είχε συνενωθεί ως διάδικος προτού μπορέσει να αιτηθεί δυνάμει της Δ.48, θ.8(4) για τον παραμερισμό και ακύρωση του εκδοθέντος διατάγματος.[1] Δεν φαίνεται ότι μπορεί να υπάρχει εμπόδιο για να καταστεί η Αιτήτρια διάδικος στην υπόψη αγωγή. Άλλωστε για το ζήτημα εκκρεμεί ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου αίτηση της ενάγουσας.
Η εμβέλεια της Δ.48, θ.8(4) πρέπει να είναι τέτοια που να παρέχει στο ίδιο το Δικαστήριο το οποίο εκδίδει διάταγμα στην απουσία προσώπου με έννομο συναφές συμφέρον, τη δυνατότητα να το παραμερίσει ή τροποποιήσει, χωρίς να απαιτείται η παρέμβαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, είτε στα πλαίσια έφεσης, είτε στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων. Και καλύπτει όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ήταν δυνατή η έκδοση τέτοιου διατάγματος χωρίς κλήση (Τάσου (2000) 1(Β) Α.Α.Δ. 1372, 1376 και Μινέρβα Ασφαλιστική Εταιρεία (Δημόσια) Λτδ ν. Λόντου (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 738, 743-4).
Το επίδικο διάταγμα εκδόθηκε στα πλαίσια αίτησης που καταχωρίστηκε άνευ κλήσης και στην απουσία της Αιτήτριας που ήταν το κατ΄ εξοχήν ενδιαφερόμενο πρόσωπο και την οποία η έκδοση του διατάγματος επηρέαζε περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο. Αυτός ήταν ο χαρακτήρας του επίδικου διατάγματος, που δεν μεταβάλλεται επειδή κατά την έκδοση του εκπροσωπούνταν οι εναγόμενοι 1-3, που δεν ήταν πλέον οι ιδιοκτήτες των τεμαχίων που ενδιέφεραν και που για δικούς τους λόγους συναίνεσαν στην έκδοση τους. Ούτε και από το γεγονός πως τα αρμόδια τμήματα του κράτους, προς τα οποία η αίτηση είχε επιδοθεί δεν εμφανίστηκαν. Η ουσία είναι ότι το διάταγμα εκδόθηκε σε αίτηση χωρίς κλήση και στην απουσία της Αιτήτριας. Έχει, επομένως, η τελευταία τη δυνατότητα να απευθυνθεί στο κατώτερο Δικαστήριο με αίτηση δυνάμει της Δ.48, θ.8(4) ώστε να διεκδικήσει τον παραμερισμό ή την τροποποίηση του διατάγματος για το οποίο ζητά άδεια να καταχωρήσει αίτηση για προνομιακό ένταλμα.
Τα όσα αναφέρονται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την παρούσα Αίτηση και που, κατά την Αιτήτρια, τεκμηριώνουν την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, δεν είναι τέτοια. Τα επιχειρησιακά συμφέροντα της Αιτήτριας για ανάπτυξη των τεμαχίων και προώθηση των επενδυτικών της σχεδιασμών ή ότι προτιθέμενοι επενδυτές έχουν θορυβηθεί από την έκδοση του επίδικου διατάγματος ή ότι η Αιτήτρια θα υποστεί οικονομική ζημιά που θα είναι αδύνατο να καλύψει, δεν συνιστούν εξαιρετικές περιστάσεις στην έννοια που αυτές έχουν για σκοπούς της προώθησης διαδικασίας προνομιακού εντάλματος στην περίπτωση που υφίσταται άλλο ένδικο μέσο.
Έτσι, ενώ εγείρεται συζητήσιμο ζήτημα, με δεδομένη τη δυνατότητα αίτησης στο κατώτερο Δικαστήριο για τον παραμερισμό του επίδικου διατάγματος και στην απουσία εξαιρετικών περιστάσεων για παρέκκλιση από τον κανόνα ότι εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο, δεν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας για την καταχώριση αίτησης για προνομιακό ένταλμα, αυτή δεν μπορεί να δοθεί.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Χ. Μαλαχτός, Δ.
[1] «. paragraph 4 of rule 8 of Order 48 does not in general give the right to a third person to apply by summons for the discharge or variation of an interim order issued in proceedings in which such a person is not a party. We do not accept the argument that a reference to «any person» covers a person in the circumstances of this case where no application to be joined as a party was made and where the very ownership and right of possession of the subject property were in issue and were sought to be determined by the Court in the course of determining an application for the discharge or variation of an interim order»