ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2021:D252
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 104/2021
14 Ιουνίου, 2021
[Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964.
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΧΧΧ ΚΥΠΡΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΜΕΣΟ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ PROHIBITION
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ THN ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 20.4.2021 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 22.2.2019 ΓΙΑ ΠΑΡΑΜΕΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΚΛΗΤΗΡΙΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 8.1.2020 ΓΙΑ ΠΑΡΑΜΕΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΟΥ ΚΛΗΤΗΡΙΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΑΡ. 2619/2018 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
-------------------
Αργυρώ Ευσταθίου και Χρίστος Ευσταθίου για Ευσταθίου & Ευσταθίου ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή
----------------------
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.: Ο Αιτητής με την υπό κρίση Αίτηση επιδιώκει άδεια για την καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων certiorari και prohibition για παραμερισμό και/ή ακύρωση της ενδιάμεσης απόφασης ημερομηνίας 20/4/2021 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, που εκδόθηκε στα πλαίσια της Αγωγής αρ. 2619/2018.
Οι λόγοι επί των οποίων στηρίζεται η Αίτηση συνοψίζονται στους εξής:
«1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα το οποίο συνίστατο στο ότι επροέβη σε λανθασμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, σε έκδηλη παρανομία που εμφαίνεται στο πρακτικό, δηλαδή στην ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 20.4.2021.........................................................
............................................................................................
2. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα το οποίο συνίστατο στο ότι έκρινε ότι το ζήτημα της έγερσης αγωγής από μη νομιμοποιημένο και έχων αγώγιμο δικαίωμα πρόσωπο, δεν αποτελούσε ουσιώδη σφάλμα αλλά παρατυπία που μπορούσε να διορθωθεί. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα δεν εφάρμοσε την αναφερόμενη νομική αρχή στην παρούσα περίπτωση και λανθασμένα απέρριψε την θέση των Εναγομένων ότι το αρχικώς κλητήριο ένταλμα, ήταν εξ' υπαρχής άκυρο και ως τέτοιο δεν μπορούσε να αναβιώσει μέσω της τροποποίησης και της αντικατάστασης του (Vi) από τον ορθό Ενάγοντα.
3. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο υπέπεσε σε σφάλμα και/ή προκύπτει πρόδηλη νομική πλάνη από την ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 20.04.2021 καθότι ενώ το Δικαστήριο αποδέχτηκε την θέση των Εναγομένων πως το ζήτημα της προσθήκης διαδίκου ρυθμίζεται από τη Διαταγή 9 θ. 10 και όχι από τη Δ.25, και πως οι τροποποιήσεις που προβλέπονται στη Διαταγή 25, αφορούν την οπισθογράφηση του κλητηρίου και τα δικόγραφα και όχι την προσθήκη ή αντικατάσταση ή την αφαίρεση διαδίκων και ενώ παράλληλα το Πρωτόδικο έκρινε ότι με το τροποποιημένο κλητήριο ένταλμα και την τροποποιημένη έκθεση απαίτησης παρουσιαζόταν ο ορθός πλέον Ενάγοντας, δηλαδή ο (Va) Rybalchenko, εντούτοις το Πρωτόδικο πεπλανημένα και λανθασμένα εφάρμοσε τις πιο πάνω νομικές αρχές στην παρούσα υπόθεση και θεώρησε ότι ο Ενάγοντας (Vi) μπορούσε νόμιμα να προχωρήσει στην τροποποίηση στην οποία επροέβη δυνάμει της Δ.25 Θ.1(2). Τέτοιο δικαίωμα δεν παρείχετο στον Ενάγοντα (VI) από την Διαταγή 9 και την Διαταγή 25 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.
4. Περαιτέρω νομικό σφάλμα στην όψη του πρακτικού αποτελεί και το ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα έκρινε ότι το γεγονός ότι δεν αναγράφεται επί του κλητηρίου η διεύθυνση του Ενάγοντα δεν αποτελεί ικανό λόγο για τον παραμερισμό του κλητηρίου και της έκθεσης απαίτησης καθότι πρόκειται για επουσιώδεις παραλείψεις που δεν δικαιολογούν την απόρριψη της αγωγής. Το Δικαστήριο τελούσε υπό έκδηλη πλάνη περί τον Νόμο στο σημείο αυτό και της πάγιας νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
...........................................................................................
5. Η προσβαλλόμενη ενδιάμεση απόφαση ημερ. 20.04.2021 παραβιάζει την συνταγματική επιταγή που επιβάλλει το άρθρο 30(2) του Συντάγματος όπως όλες οι αποφάσεις των Δικαστηρίων είναι αιτιολογημένες.
............................................................................................
6. Το Δικαστήριο ενήργησε εκτός δικαιοδοσίας και/ή καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας και/ή αρμοδιότητας και/ή αντίθετα με την εξουσία που παρέχει στο Δικαστήριο η διαταγή 27 θεσμός 3 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας στην οποία στηριζόταν η αίτηση διαγραφής του Εναγόμενου 6 ημερ. 22/2/2019 και/ή παράβλεψε ή και αγνόησε την έκθεση απαίτησης του Ενάγοντος ημερ. 21/2/2019 για να διακριβώσει τους διάδικους στην ρηθείσα αγωγή.
............................................................................................
7. Το Δικαστήριο ενήργησε εκτός και/ή καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας και/ή εκτός της εξουσίας του με το να αποφασίσει ότι με την τροποποίηση στην οποία επροέβη ο Ενάγοντας την 4/12/2019 εδιορθώθηκε η παρατυπία που υπήρχε στο αρχικό κλητήριο, δυνάμει του οποίου είχε εγερθεί η αγωγή από τον Ενάγοντα, μέσω του πληρεξουσίου αντιπροσώπου του και ότι η παρατυπία που αφορά στο όλο ζήτημα της έγερσης αγωγής μέσω πληρεξουσίου, έχει αρθεί, μέσω της τροποποίησης του κλητηρίου, δυνάμει της Δ.25, θ.1(2). Να σημειωθεί ότι ο Ενάγων δεν επικαλέστηκε την Δ.64 ούτε ισχυρίστηκε ότι εδιορθώθηκε η παρατυπία με την αμφισβητούμενη τροποποίηση, είτε με τις ενστάσεις του στις αναφερόμενες αιτήσεις που καταχώρησε ο Εναγόμενος 6 είτε στην γραπτή του αγόρευση κατά την ακροαματική διαδικασία των δύο αιτήσεων. Ούτε υπέβαλεν ο Ενάγοντας προς το Δικαστήριο οποιαδήποτε σχετική αίτηση, διαδικασία ή αίτημα.
8. Ως εκ των ως άνω, είναι η θέση μας ότι υπάρχει εκτενής αντιφατικότητα στο πρακτικό του Δικαστηρίου, η οποία καθιστά την ίδια την προσβαλλόμενη ενδιάμεση απόφαση ημερ.20.04.2021 ακροσφαλή και ασαφή.
9. Επιπρόσθετα η αντιφατικότητα στον τρόπο με τον οποίο το πρωτόδικο δικαστήριο προσέγγισε τις ενδιάμεσες αιτήσεις του Αιτητή εντάσσει την παρούσα περίπτωση εντός της εμβέλειας του όρου «εξαιρετικές περιστάσεις».
10. Η απόφαση του δικαστηρίου ημερ. 20.04.2021 προκαλεί πασιφανή αδικία σε βάρος του Εναγόμενου 6 και των λοιπών Εναγομένων.»
Οι λόγοι 2, 4, 5 και 6 στηρίζονται σε ένα μεγάλο αριθμό επιχειρημάτων που άπτονται, κατά την εισήγηση του Αιτητή, της νομιμότητας της ενδιάμεσης απόφασης. Περιορίζομαι στην συνοπτική καταγραφή ορισμένων εξ αυτών ως ενδεικτικών της φύσεως των λόγων για τους οποίους ζητείται η ακύρωση.
α) Σοβαρή πλάνη ως προς την νομική αρχή που καθιέρωσε η απόφαση Ιωαννίδης ν. Καραβιώτης κ.ά. (1991) 1 Α.Α.Δ. 1160).
β) Νομικό λάθος εφόσον ενώ Ενάγων στην Αγωγή 2619/2018 παρουσιάζεται ο (Vi) Rybalchenko ως πληρεξούσιος αντιπρόσωπος του αδελφού του (Va) Rybalchenko και κατόπιν τροποποίησης εμφανίζεται πλέον ο Αιτητής προσωπικά, εν τούτοις στην ενδιάμεση απόφαση του το Δικαστήριο ερμηνεύοντας λανθασμένα την απόφαση Ιωαννίδης ν. Καραβιώτη (ανωτέρω) καταλήγει ότι διάδικος ήταν και είναι ο (Va) Rybalchenko.
γ) Ενώ το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπιστώνει με την απόφαση του ο (Vi) Rybalchenko δεν νομιμοποιείτο να εγείρει την αγωγή ως πληρεξούσιος αντιπρόσωπος του αδελφού του στη συνέχεια ο Ενάγων προχώρησε σε τροποποίηση της παρατυπίας, όπως θεώρησε, καταχωρώντας τροποποιημένο κλητήριο με το όνομα (Va) Rybalchenko.
δ) Η αντιπροσωπευτική ιδιότητα του (Vi) Rybalchenko δεν του έδιδε το δικαίωμα διεκδίκησης αξιώσεων και αποζημιώσεων ή και έγερση αγωγής στο όνομα του.
ε) Ενώ το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι διαφορετική θα ήταν η κατάληξη του ίσως αν επρόκειτο για αγωγή υπό αντιπροσώπου, στη συνέχεια αναφέρει ότι η παρατυπία ως προς το ζήτημα της έγερσης της αγωγής μέσω πληρεξουσίου έχει αρθεί.
στ) Λανθασμένα το Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε τη θέση των εναγομένων ότι η λανθασμένη έγερση της αγωγής θα έπρεπε να οδηγήσει σε απόρριψη ή στη διαγραφή του Κλητηρίου επειδή συνιστούσε θεραπεύσιμη παρατυπία.
ζ) Λανθασμένη επίσης ήταν και η ερμηνεία της Δ.2 θ.4, των Περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών.
η) Λανθασμένα έκρινε ότι η έγερση αγωγής από μη νομιμοποιημένο και έχοντα αγώγιμο δικαίωμα πρόσωπο δεν αποτελούσε ουσιώδες σφάλμα.
θ) Λανθασμένα έκρινε ότι η μη αναγραφή στο Κλητήριο της διεύθυνσης του ενάγοντα δεν αποτελούσε ικανό λόγο για παραμερισμό του κλητηρίου,
ι) Η ενδιάμεση απόφαση δεν ήταν αιτιολογημένη σύμφωνα με την επιταγή του Συντάγματος.
κ) Εμφανώς παράβλεψε την Έκθεση Απαίτησης και ιδιαίτερα τις παραγράφους 1 και 3 κ.ά.
Ουσιαστικά ο Αιτητής με τους λόγους που προβάλλει για ακύρωση της ενδιάμεσης απόφασης βάλλει εναντίον διαπιστώσεων του Επαρχιακού Δικαστηρίου ως νομικά λανθασμένων και αντίθετων με τις Διατάξεις της Πολιτικής Δικονομίας και νομολογίας.
Η αίτηση υποστηρίζεται από την Ένορκη Δήλωση του ίδιου του Αιτητή ο οποίος επαναλαμβάνει τους λόγους που περιέχονται στην Έκθεση που συνοδεύει την αίτηση. Καταλήγοντας ο Αιτητής εισηγείται ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο θα έπρεπε να εγκρίνει την αίτηση του, ημερομηνίας 22/2/2019, για διαγραφή της αγωγής με έξοδα και να εγκρίνει την αίτηση του ημερομηνίας 8/1/2020 για παραμερισμό των εγγράφων που φέρονται ως «τροποποιημένο κλητήριο ένταλμα» και ως «τροποποιημένη έκθεση απαίτησης».
Κατά την προφορική της αγόρευση η δικηγόρος του Αιτητή υποστήριξε τις θέσεις της διευκρινίζοντας, κατόπιν σχετικής ερώτησης του Δικαστηρίου, ότι με την υπό κρίση αίτηση προσβάλλεται η ενδιάμεση απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου λόγω κυρίως νομικού σφάλματος και λανθασμένης ερμηνείας από πλευράς Δικαστηρίου της νομοθεσίας και νομολογίας. Κάλεσε δε το Δικαστήριο να ανατρέξει στην Έκθεση Απαίτησης για να επιβεβαιώσει τις θέσεις της.
Η χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για certiorari ανάγεται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου, η οποία ασκείται μεν δικαστικά αλλά με πολλή φειδώ. Χορηγείται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον Αιτητή ότι υπάρχει «εκ πρώτης όψεως υπόθεση» και/ή «συζητήσιμη υπόθεση». Αν όμως στον Αιτητή προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία, τότε ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα, περιθώρια για επιτυχία της αίτησης δεν υπάρχουν, εκτός και αν ο Αιτητής ικανοποιήσει για την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων. Η διαδικασία για την έκδοση εντάλματος certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, η οποία ελέγχεται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αλλά της νομιμότητας της απόφασης (βλ. Μιτέλλα, Πολιτική Έφεση Αρ. 43/2019, ημερομηνίας 2/4/2019, ECLI:CY:AD:2019:A121 και Πετρίδου, Πολιτική Έφεση Αρ. 133/2019, ημερομηνίας 12/2/2020, ECLI:CY:AD:2020:A56).
Στην υπόθεση Αντώνη Ανδρέου και Σία ΔΕΠΕ κ.ά. ECLI:CY:AD:2017:Α216, Πολιτική Έφεση αρ. 348/15, ημερομηνίας 9/6/2017, ECLI:CY:AD:2017:A216, η οποία υιοθετήθηκε στη μεταγενέστερη υπόθεση του Λώλου, ECLI:CY:AD:2018:Α329, Πολιτική Έφεση 320/2017 ημερομηνίας 4/7/2018, ECLI:CY:AD:2018:A329 τονίστηκε ακριβώς ότι η διαδικασία για την έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων Δικαστηρίων. Ο έλεγχος αυτός ασκείται αποκλειστικά στο πλαίσιο της εφετειακής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται κατ' εξαίρεση όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας ή πλάνη περί το Νόμο ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης (βλ. Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 464).
Εξέτασα τις εισηγήσεις της δικηγόρου του Αιτητή υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας και των γεγονότων της υπόθεσης που τέθηκαν ενώπιον μου.
Από τους λόγους επί των οποίων θεμελιώνεται η αίτηση για έκδοση των προνομιακών ενταλμάτων και από τα επιχειρήματα προς υποστήριξη τους καθώς και απ' όσα εισηγήθηκε κατά την προφορική της αγόρευση η δικηγόρος του Αιτητή, καθίσταται αντιληπτό ότι ο σκοπός των επιζητούμενων προνομιακών ενταλμάτων δεν είναι ο έλεγχος της νομιμότητας της ενδιάμεσης απόφασης, ως η εισήγηση της δικηγόρου, αλλά της ορθότητας της ενδιάμεσης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του Εναγόμενου 6/Αιτητή για παραμερισμό της αγωγής. Δεν χρειάζεται η λεπτομερής ενασχόληση μου με τον κάθε λόγο για να διαφανεί ότι ακριβώς αυτό σκοπείται με την υπό κρίση αίτηση, υπό τον μανδύα της νομικής πλάνης και νομικού σφάλματος εμφανούς στο πρακτικό. Σίγουρα δεν πρόκειται για περίπτωση όπου το κατ' ισχυρισμό νομικό σφάλμα ή πλάνη αναδύεται από το πρακτικό του Δικαστηρίου αυτόματα, εφόσον εκτός από τους λόγους που παραπέμπουν στα δικόγραφα και η ίδια η δικηγόρος στην αγόρευση της κάλεσε το Δικαστήριο να ανατρέξει στην Έκθεση Απαίτησης. Με την υπό κρίση αίτηση βάλλονται ουσιαστικά οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου που το οδήγησαν στην απόρριψη της αίτησης για παραμερισμό της Αγωγής.
Συνεπώς η εξέταση της αίτησης αυτής εκφεύγει της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας.
Ό,τι επιχειρείται με την υπό κρίση αίτηση είναι η ακύρωση της ενδιάμεσης απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου για τους λόγους που εισηγείται ο Αιτητής και που προβλήθηκαν πρωτόδικα και δεν έγιναν αποδεκτοί από το Δικαστήριο.
Η απόφαση εκδόθηκε από αρμόδιο Δικαστήριο το οποίο εξέτασε την αίτηση στη βάση της δικαιοδοσίας του και ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια την απέρριψε για τους λόγους που αναφέρονται στην απόφαση του.
Υπό το φως των πιο πάνω είναι η διαπίστωση μου ότι δεν έχει καταδειχθεί συζητήσιμο θέμα ώστε να δοθεί άδεια για certiorari. Ακόμη και να αποφάσιζα το αντίθετο εξετάζοντας το θέμα πάλι θα απέρριπτα την αίτηση για τον απλούστατο λόγο ότι στη διάθεση του Αιτητή βρίσκεται το ένδικο μέσο της έφεσης, στο τέλος της δικαστικής διαδικασίας με την έκδοση της τελικής απόφασης, εφόσον δεν διαπιστώνεται να συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις που να επιτρέπουν την παράκαμψη του κανόνα. Σημειώνεται ότι κατά την προφορική της αγόρευση η δικηγόρος του Αιτητή εισηγήθηκε ότι η μη δυνατότητα έφεσης στο παρόν στάδιο την κατατάσσει στις εξαιρετικές περιστάσεις. Δεν είναι όμως αυτή η θέση που προβάλλεται στους λόγους ακύρωσης και στην Ένορκη Δήλωση του Αιτητή όπου τίθεται θέμα ότι η αντιφατικότητα στον τρόπο με τον οποίον το πρωτόδικο Δικαστήριο προσέγγισε τις ενδιάμεσες αιτήσεις του Αιτητή εντάσσει την περίπτωση εντός της εμβέλειας του όρου εξαιρετικές περιστάσεις, θέση που εν πάση περιπτώσει στην απουσία ικανού επιχειρήματος δεν με βρίσκει σύμφωνη.
Η ορθή διαδικασία είναι η έφεση που είναι και η φυσιολογική πορεία ελέγχου του κατώτερου Δικαστηρίου.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίπτεται.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
/Α.Λ.Ο.