ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Bullows ν. Νεοφύτου κ.ά. (1994) 1 ΑΑΔ 41
Baloise Insurance Co Ltd ν. Xαράλαμπου Kατωμονιάτη και Άλλων (2008) 1 ΑΑΔ 1275
Αδαμίδης Μάκης & Συνεργάτες ν. Δ. Κυθρεώτη & Συνεργάτες και Άλλων (2011) 1 ΑΑΔ 2106
Αττεσλή Στέφανη και Άλλη ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (2013) 1 ΑΑΔ 2222
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ECLI:CY:AD:2021:A161
AΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 45/2014
20 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2021
[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
XXX ΑΡΓΥΡΗ
Εφεσείοντα
ΚΑΙ
HAWAII HOTELS LIMITED
Εφεσίβλητους
--------------------
Κ. Καρατζής, για Ν. Pirillides & Associates LLC, για τον Εφεσείοντα
Κ. Γρηγορίου για Φ. Τσαγγαρίδη, για Εφεσίβλητους
-------------------------------------
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ. Η απόφαση δεν είναι ομόφωνη. Την απόφαση της πλειοψηφίας θα δώσει ο Λ. Παρπαρίνος, Δ. και με αυτή συμφωνά ο Τ.Θ. Οικονόμου. Διιστάμενη απόφαση θα δώσει ο Ι. Ιωαννίδης, Δ.
-------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ. Σύμφωνα με τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου στις 3.7.2009 οι διάδικοι συνήψαν προφορική συμφωνία δυνάμει της οποίας ο Εφεσείων/Ενάγων πώλησε στους Εφεσίβλητους/Εναγόμενους το αυτοκίνητο του υπ΄ αρ. εγγρ. xxx xxx έναντι του ποσού των €50.000. Το ποσό αυτό σύμφωνα με τους όρους της πώλησης θα εξοφλείτο με δύο επιταγές των Εφεσίβλητων για τα ποσά των €25.000 και €6.000 και το υπόλοιπο ποσό των €19.000 θα εξοφλείτο με δύο επιταγές ύψους €4.960 και €14.857 της εταιρείας D. Leos Tourist Services Ltd της οποίας ο Εφεσείων ήτο καθ' όλους τους ουσιώδεις χρόνους εκ των Διευθυντών και μετόχων της και οι δύο επιταγές εξεδόθησαν στις 30.6.2009 προς εξόφληση υπολοίπου που όφειλε η εταιρεία αυτή προς τους Εφεσίβλητους. Αμφότερες οι επιταγές παραδόθησαν στον Εφεσείοντα την ημέρα της συμφωνίας τους έναντι και προς εξόφληση του τιμήματος πώλησης του επίδικου οχήματος και αυτός θα διευθετούσε το θέμα με τους συνεταίρους του στην εταιρεία τους η οποία και εξέδωσε τις δύο επιταγές. Το πωληθέν όχημα παρεδόθη στους Εφεσίβλητους σε χρόνο προγενέστερο της συμφωνίας των μερών ενώ η μεταβίβαση και η εγγραφή του επ' ονόματι των Εφεσίβλητων έγινε υπό του Εφεσείοντα στις 6.7.2009 (εσφαλμένα αναφέρεται 6.9.2009 στην απόφαση) αφού κατέβαλε προς τούτο τα σχετικά τέλη ύψους €8.54. Την ίδια ημέρα διευθέτησε την έκδοση της άδειας κυκλοφορίας του οχήματος καταβάλλοντας το ποσό των €537. Επωμίστηκε επίσης τα έξοδα για την συντήρηση (service) του οχήματος για άγνωστο ποσό.
Οι επιταγές που εξεδόθησαν από τους Εφεσίβλητους,πληρώθηκαν κανονικά. Αντιθέτως, οι δύο άλλες επιταγές της D. Leos Tourist Services Ltd ανεκλήθησαν απ' αυτήν στις 31.7.2009 και ο Ενάγοντας εν γνώσει του γεγονότος αυτού επέστρεψε τις δύο επιταγές στους Εφεσίβλητους περί τον Αύγουστο 2009 και αξίωσε την πληρωμή τους σε μετρητά. Οι Εφεσίβλητοι με επιστολή τους ημερ. 3.9.2009 απέρριψαν την απαίτηση ως αντίθετη με την μεταξύ τους συμφωνία και τον κάλεσαν να τις παραλάβει και σε περίπτωση που δεν τις παραλάμβανε χωρίς αποδοχή διαφοροποίησης των όρων της συμφωνίας τους, τον πληροφορούσαν ότι "και όταν και αν εισπράξουν" το ποσό των επιταγών θα του το πλήρωναν. Οι επιταγές παρουσιάστηκαν σε τράπεζες, πλην όμως δεν τιμήθηκαν λόγω ανάκλησης τους από τον εκδότη τους κάτι που αγνοούσαν μέχρι τότε οι Εφεσίβλητοι.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε ότι οι Εφεσίβλητοι δεν παρέβησαν την επίδικη σύμβαση ενώ ο Εφεσείων σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να θεωρηθεί "απλήρωτος πωλητής". Απέρριψε ως αποτέλεσμα την αγωγή του Εφεσείοντα μετ' εξόδων.
Ο Εφεσείων θεωρεί ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι εσφαλμένη και την προσβάλλει προς τούτο με εννέα λόγους έφεσης. Με τον πρώτο προβάλλει ότι εσφαλμένα κρίθηκε ότι η επιστροφή των δύο επιταγών αποτελούσε παράβαση της συμφωνίας και/ή προσπάθεια υπαναχώρησης από τα συμφωνηθέντα. Το ίδιο και ο δεύτερος λόγος. Προβάλλεται ότι είναι εσφαλμένη η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η αξίωση του Εφεσείοντα για πληρωμή του σε μετρητά του προϊόντος των δύο επιταγών αποτελεί τροποποίηση της συμφωνίας. Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται ότι εσφαλμένα κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι το συμφωνηθέν τμήμα πώλησης του οχήματος είναι €50.000 και ότι με την παράδοση των δύο επιταγών της "Leos" εκπλήρωναν τις συμβατικές τους υποχρεώσεις έναντι του Εφεσείοντα και συνακόλουθα έτυχαν μεταβίβασης. Σε σχέση με τις δύο επιταγές ως ανωτέρω, προβάλλει περαιτέρω ότι είναι εσφαλμένο το εύρημα του Δικαστηρίου ότι συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων η μη κατάθεση τους από τους Εφεσίβλητους και ότι θα τις παραλάμβανε ο Εφεσείων έναντι και προς εξόφληση του τιμήματος πώλησης του οχήματος και θα διευθετούσε το θέμα με τους συνεταίρους του στην εταιρεία που τις εξέδωσε (τέταρτος λόγος). Με τον πέμπτο και έκτο λόγο προσβάλλεται ως εσφαλμένη η αξιολόγηση της μαρτυρίας του Εφεσείοντα και Μ.Υ.1. Με τον έβδομο λόγο διατείνεται ο Εφεσείων ότι η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν τυγχάνει εφαρμογής το Άρθρο 46(Ι)(α) του Περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου, 10(Ι)/94 και το Άρθρο 73(Ι) του Περί Συμβάσεων Νόμου, ΚΕΦ. 149, λόγω μη παράβασης των όρων της Σύμβασης υπό των Εφεσίβλητων και σε καμία περίπτωση μπορεί να θεωρηθεί ο Εφεσείων ως απλήρωτος πωλητής, είναι εσφαλμένη. Με τον όγδοο λόγο ο Εφεσείων προβάλλει ότι ενώ το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά κατέληξε ότι ο Εφεσείων κατέβαλε το ποσό των €537 για έκδοση της άδειας κυκλοφορίας του οχήματος, εντούτοις παρέλειψε να καταλήξει στο εύρημα αναφορικά με τον ποιον βάρυνε η εν λόγω συμβατική υποχρέωση. Τέλος, προβάλλεται ότι είναι εσφαλμένο το εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο Εφεσείων στα τέλη Αυγούστου 2009 γνώριζε ότι στις 31.7.2009 ανακλήθηκε η πληρωμή των δύο επιταγών της D. Leos Tourist Services Ltd από την ίδια.
Λαμβάνοντας υπόψιν ότι όλοι οι λόγοι έφεσης αλληλοκαλύπτονται με επίκεντρο τη συμφωνία των μερών ημερ. 3.7.2009 θα τους συνεξετάσουμε.
Είναι σταθερή και διαχρονική Αρχή ότι το Εφετείο δεν επεμβαίνει στην αξιολόγηση της μαρτυρίας και ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, εκτός αν αυτά είναι αντίθετα με την λογική των πραγμάτων ή υπάρχει σύγκρουση μαρτυρίας ή είναι πλημμελής.
Στην C. Roushas Trading and Development Ltd. ν. Mωσαϊκού, Π.E. 98/2010, ημερ. 8/12/14 αναφέρονται:
«Σταθερή είναι η νομολογία ότι το Εφετείο δεν επεμβαίνει με ευκολία στην πρωτόδικη αξιολόγηση. Αυτή συναποτελεί το αποτέλεσμα της κρίσης του Δικαστηρίου επί της μαρτυρίας που δίδεται ενώπιον του δια ζώσης (viva voce). Στην Tekinder Pal κ.α. ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 551, 555 λέχθηκαν τ' ακόλουθα από το Εφετείο:
«Η εντύπωση που αποκομίζει από τους μάρτυρες το πρωτόδικο Δικαστήριο φέρει μαζί της το ευεργέτημα της επισταμένης παρακολούθησης των όσων οι μάρτυρες καταθέτουν, τον τρόπο με τον οποίο καταθέτουν, τη λογική που η μαρτυρία τους εκπέμπει και όλα αυτά σε συνδυασμό με την ανάλογη αντιπαραβολή με τη δικογραφία στις πολιτικές υποθέσεις ή τις καταθέσεις στις ποινικές υποθέσεις και τα εν γένει τεκμήρια. Η ανθρώπινη εμπειρία εν πολλοίς είναι οδηγός ως προς τη λογική των πραγμάτων (δέστε Baloise Insurance Co Ltd ν. Kατωμονιάτη κ.α. (2008) 1 Α.Α.Δ. 1275).»
Παρ' όλα ταύτα επέμβαση είναι δυνατή όταν τα ευρήματα που κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο αντιστρατεύονται τη λογική των πραγμάτων ή συγκρούονται με άλλη αποδεκτή μαρτυρία ή διαπιστώνεται ότι η αξιολόγηση των δεδομένων ήταν πλημμελής (βλ. Bullows v. Νεοφύτου (1994) 1 Α.Α.Δ. 41, Αδαμίδης & Συνεργάτες ν. Δ. Κυθρεώτη & Συνεργάτες (2011) 1 Α.Α.Δ. 2106, xxx Αττεσλή κ.α. ν. Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ., Π.Ε. 231/2009, ημερ. 25/10/13)»
Παρατηρούμε στην παρούσα υπόθεση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο κατ' αποδεκτό τρόπο ανέλυσε τις αντικρουόμενες εκδοχές εκεί που υπήρχαν και ακολούθως με πλήρη και λογική αιτιολόγηση, απέρριψε τους ισχυρισμούς του Εφεσείοντα. Το πρωτόδικο Δικαστήριο κρίνουμε ότι κινήθηκε μέσα στα πλαίσια των ορθών παραμέτρων και δεν παρέχεται η δυνατότητα επέμβασής μας. Παρατηρούμε περαιτέρω ότι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι κατά την ημέρα σύναψης της συμφωνίας στις 3.7.2009 παραδόθηκαν στον Εφεσείοντα από τους Εφεσίβλητους οι δύο επιταγές της εταιρείας D. Leos Tourist Services Ltd έναντι και προς εξόφληση του τιμήματος πώλησης του επίδικου οχήματος ο οποίος θα διευθετούσε το θέμα με τους συνεταίρους του στην εταιρεία που τις εξέδωσε δεν εφεσιβάλλεται. Το εύρημα αυτό είναι καταλυτικό για όλους τους λόγους εφέσεως. Σύμφωνα με τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου το συμφωνηθέν τίμημα πώλησης του οχήματος ήταν €50.000 όπως και ο δικογραφημένος ισχυρισμός του Εφεσείοντα. Επίσης, αποτελεί εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι αυτός πλήρωσε το ποσό των €537 για ανανέωση της άδειας κυκλοφορίας του, επίσης δικογραφημένος ισχυρισμός του Εφεσείοντα, και €8.54 τέλη εγγραφής του οχήματος επ' ονόματι των Εφεσίβλητων.
Οι Εφεσίβλητοι με την πληρωμή του ποσού των €31.000 δια των δύο επιταγών τους και παράδοση των δύο άλλων επιταγών της D. Leos Tourist Services Ltd, Τεκμ. 8 και 9 δια το συμποσούμενο ποσό των €19.817 εξεπλήρωσαν τις συμφωνηθείσες συμβατικές υποχρεώσεις τους και συνεπώς δεν τίθεται θέμα "απλήρωτου πωλητή", αλλά ούτε και τίθεται θέμα αποζημιώσεων του αναίτιου μέρους. Οι δύο επιταγές της D. Leos Tourist Services Ltd κατά τον χρόνο παράδοσης τους δεν είχαν ανακληθεί και ο Εφεσείων, συμφώνως των όρων της μεταξύ τους συμφωνίας, ανέλαβε να διευθετήσει το θέμα τίμησης τους με τους συνεταίρους του στην εταιρεία αυτή. Υπενθυμίζεται ότι οι δύο αυτές επιταγές εξεδόθησαν από την άνω εταιρεία προς τους Εφεσίβλητους προς εξόφληση οφειλόμενου υπολοίπου. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ήτο ορθό στην κρίση του τόσο στα επιμέρους θέματα όπως και στην τελική του κρίση. Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα €2.500 εις βάρος του Εφεσείοντα.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
/γκ
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 45/2014)
20 Απριλίου, 2021
[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ Δ/στές]
XXX ΑΡΓΥΡΗ,
Εφεσείοντα
- και -
HAWAII HOTELS LIMITED,
Εφεσίβλητης
_________________________
Κ. Καρατζής για N. Pirilides & Associates LLC, για τον Εφεσείοντα.
Κ. Γρηγορίου για Ph. Tsangarides LLC, για την Εφεσίβλητη.
__________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Μειοψηφίας)
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.: Καταχωρίστηκε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού αγωγή εναντίον της Εφεσίβλητης Εταιρείας με την οποία ο Εφεσείων (φυσικό πρόσωπο) αξίωνε εναντίον της το ποσό των €19.000.- ως υπόλοιπο τιμήματος πώλησης ενός αυτοκινήτου που αυτός πώλησε, παρέδωσε και μεταβίβασε στην Εφεσίβλητη. Αξιώθηκε επίσης και το ποσό των €537.- που ήταν τα τέλη κυκλοφορίας του εν λόγω αυτοκινήτου και τα οποία ο Εφεσείων κατέβαλε εκ μέρους και για λογαριασμό της Εφεσίβλητης, με τη ρητή υπόσχεση αυτής να του το καταβάλει.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της Έκθεσης Απαίτησης, ο Εφεσείων ήταν ιδιοκτήτης του οχήματος με αρ. εγγραφής xxx xxx, μάρκας Mercedes. Δυνάμει προφορικής συμφωνίας που έλαβε χώρα κατά ή περί τις 5.7.2009, στη Λεμεσό, ο Εφεσείων πώλησε το πιο πάνω όχημα στην Εφεσίβλητη έναντι του συμφωνηθέντος τιμήματος πώλησης €50.000.- Η Εφεσίβλητη έναντι του πιο πάνω τιμήματος κατέβαλε στον Εφεσείοντα δύο επιταγές που η ίδια εξέδωσε για το ποσό των €25.000.- η μία, και για το ποσό των €6.000.- η άλλη (σύνολο €31.000.-). Με δεδομένο ότι η Εφεσίβλητη ανέλαβε να καταβάλει και το υπόλοιπο ποσό του τιμήματος (€19.000.-), ο Εφεσείων μεταβίβασε το πιο πάνω όχημα στην Εφεσίβλητη καταβάλλοντας και τα τέλη κυκλοφορίας του αυτοκινήτου τα οποία ανήρχοντο σε €537.- με τη ρητή υπόσχεση της Εφεσίβλητης να του καταβάλει το εν λόγω ποσό με την εξόφληση του υπόλοιπου ποσού του τιμήματος.
Είναι η θέση του Εφεσείοντα ότι η Εφεσίβλητη κατά παράβαση της προφορικής συμφωνίας παρέλειψε να καταβάλει τόσο το υπόλοιπο ποσό του τιμήματος πώλησης (€19.000.-) όσο και το ποσό που αφορούσε στα τέλη κυκλοφορίας του αυτοκινήτου (€537.-). Αντ΄ αυτού απέστειλε σ΄ αυτόν δύο επιταγές της εταιρείας D. Leos Tourist Services Limited συνολικού ύψους €19.817.- προς εξόφληση του υπολοίπου του τιμήματος πώλησης εν γνώσει της ότι οι εν λόγω επιταγές εστερούντο αντικρίσματος και τις οποίες ο Εφεσείων επέστρεψε αμέσως στην Εφεσίβλητη. Σημειώνω εδώ ότι, όπως θα φανεί πιο κάτω, έχει ιδιαίτερη σημασία το συνολικό ποσό των δύο επιταγών της πιο πάνω εταιρείας (Leos). Με δεδομένο ότι η Εφεσίβλητη δεν του κατέβαλε τα πιο πάνω οφειλόμενα ποσά (€19.537.-) καταχώρισε την αγωγή για την οποία έγινε αναφορά πιο πάνω.
Η Εφεσίβλητη με την τροποποιημένη Υπεράσπιση της, παραδέχεται τη σύναψη της προφορικής συμφωνίας. Ισχυρίζεται όμως ότι αυτή έλαβε χώρα στις 3.7.2009 και «εκτελέστηκε πλήρως» στις 6.7.2009, και όχι στις 5.7.2009 ως ισχυρίζεται ο Εφεσείων. Για το περιεχόμενο της συμφωνίας αναφέρει ότι το συμφωνηθέν τίμημα πώλησης των €50.000.- θα πληρωνόταν με δύο επιταγές της Εφεσίβλητης για το ποσό των €25.000.- και €6.000.-, αντίστοιχα, «συμπεριλαμβανομένου του service του αυτοκινήτου». Ουδεμία αναφορά κάνει σε τέλη κυκλοφορίας του αυτοκινήτου, κάτι για το οποίο θα κάνω αναφορά στη συνέχεια. Η Εφεσίβλητη για το υπόλοιπο του τιμήματος θα παρέδιδε στον Εφεσείοντα δύο επιταγές για το ποσό των €19.817.- προς εξόφληση του τιμήματος. Με την παράδοση των δύο αυτών επιταγών προς τον Εφεσείοντα, οι οποίες είχαν ως εκδότη την εταιρεία D. Leos Tourist Services Limited, αυτός θα μεταβίβαζε αμέσως το αυτοκίνητο στην Εφεσίβλητη. Στην Υπεράσπιση γίνεται αναφορά ότι ο Εφεσείων ήταν ένας εκ των διευθυντών και μετόχων της εταιρείας D. Leos Tourist Services Limited. Σύμφωνα πάντα με το δικόγραφο της Εφεσίβλητης, η τελευταία παρέδωσε στις 3.7.2009 στον Εφεσείοντα τις δύο επιταγές που η ίδια εξέδωσε, μια €25.000.- και η άλλη €6.000.- «περιλαμβανομένου της εγγραφής και του service», ενώ παρέδωσε και τις δύο επιταγές της εταιρείας D. Leos Tourist Services Limited. Ο Εφεσείων παρέλαβε όλες τις επιταγές προς πλήρη ικανοποίηση του και στις 6.7.2009 μεταβίβασε το αυτοκίνητο στο όνομα της Εφεσίβλητης. Να επαναλάβω πως ουδέποτε υπήρξε δικογραφημένη θέση εκ μέρους της Εφεσίβλητης ότι η συμφωνία κάλυπτε και τα τέλη κυκλοφορίας του πωληθέντος αυτοκινήτου.
Σύμφωνα πάντα με το δικόγραφο της Εφεσίβλητης, μετά την παρέλευση μεγάλου χρονικού διαστήματος, ο Ενάγων-Εφεσείων (στο δικόγραφο προφανώς εκ παραδρομής αναγράφεται ο Εναγόμενος) επισκέφθηκε τα γραφεία της Εφεσίβλητης και άφησε τις δύο επιταγές της εταιρείας D. Leos Tourist Services Limited, αξιώνοντας το ποσό σε μετρητά κατά παράβαση της καταρτισθείσας συμφωνίας. Η Εφεσίβλητη με επιστολή της ημερ. 3.9.2009 ανέφερε στον Εφεσείοντα ότι δεν αποδεχόταν αλλαγή ή τροποποίηση των όρων της προφορικής συμφωνίας και τον καλούσε να παραλάβει τις επιταγές και να εφαρμόσει τους όρους της προφορικής συμφωνίας.
Κατά την ακροαματική διαδικασία κατατέθηκαν ως τεκμήρια οι σχετικές επιστολές που είχαν ανταλλαγεί μεταξύ των διαδίκων (τεκμήρια 4, 5, 10 και 11). Με αυτές, ενώ η Εφεσίβλητη θεωρεί ότι παρέδωσε στον Εφεσείοντα τις δύο επιταγές της εταιρείας Leos προς εξόφληση του τιμήματος πώλησης, εντούτοις όπως θα φανεί πιο κάτω, κατέθεσε η ίδια για εξαργύρωση τις εν λόγω επιταγές και στη συνέχεια προχώρησε με καταχώριση ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης εναντίον της εκδότριας των δύο επιταγών εταιρείας και των αξιωματούχων αυτής.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο με απόφαση του ημερ. 13.11.2013 απέρριψε την αγωγή και καταδίκασε τον Εφεσείοντα στα έξοδα. Ο Εφεσείων με εννέα λόγους έφεσης αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, το περιεχόμενο των οποίων έχω θέσει ενώπιον μου. Ανάμεσα στους λόγους έφεσης υπάρχουν και λόγοι που αφορούν στην αξιοπιστία του Εφεσείοντα και του Διευθυντή της Εφεσίβλητης, κ. xxx Θεοχάρους (Μ.Υ. 1), ο οποίος ήταν ένας από τους βασικούς μάρτυρες. Για τον εν λόγω μάρτυρα ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής σημειώνει και τα ακόλουθα:
«.. Τέλος, θεωρώ τη μαρτυρία του διευθυντή των εναγομένων και κατ΄ επέκταση την εκδοχή του και πιο λογική από την αντίστοιχη εκδοχή του ενάγοντα. Ακολουθεί ότι η μαρτυρία του συγκεκριμένου μάρτυρα, επί της ουσίας γίνεται δεκτή στο σύνολό της.»
Ως ελέχθη υπάρχει συγκεκριμένος λόγος έφεσης (έκτος λόγος) σύμφωνα με τον οποίο «Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα και/ή εύρημα ότι η ποιότητα της μαρτυρίας του Μ.Υ. 1 (xxx Θεοχάρους) ήταν αρκετά καλή και αξιόπιστη και ότι οι κάποιες αντιφάσεις στη μαρτυρία του είναι τόσο ασήμαντες και αφορούν σε μικρολεπτομέρειες που όχι μόνο δεν είναι ικανές να κλονίσουν την αξιοπιστία του μάρτυρα, αλλά, αντίθετα την ενδυναμώνουν». Στην αιτιολογία του πιο πάνω λόγου αναφέρονται, ανάμεσα σ΄ άλλα, ότι: «Εάν όντως οι Εναγόμενοι είχαν συμφωνήσει ότι το συνολικό ποσό των Επιταγών Leos θα αποτελούσε μέρος του τιμήματος πώλησης, το ολιγότερο που θα αναμενόταν απ΄ αυτούς θα ήταν, για σκοπούς εξαργύρωσης/τίμησης των Επιταγών Leos, να τις οπισθογραφήσουν κατά την παράδοσή τους στον Ενάγοντα. Κάτι τέτοιο ασφαλώς δεν έγινε σύμφωνα με τη μαρτυρία που οι ίδιοι παρουσίασαν». Κατ΄ επέκταση βρίσκω, υπό το φως των πιο πάνω (συγκεκριμένος λόγος έφεσης που αφορά την αξιοπιστία του Μ.Υ.1 - λεπτομέρειες αιτιολογίας του συγκεκριμένου λόγου έφεσης) ότι ο Εφεσείων με τον πιο πάνω λόγο έφεσης, αμφισβητεί όλα τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου στα οποία αυτό προέβη στη βάση της κρίσης του ότι ο Μ.Υ. 1 ήταν μάρτυρας αληθείας.
Έχει επανειλημμένα τονιστεί ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας είναι καθήκον του πρωτόδικου δικαστηρίου και το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όταν διαπιστώνει ότι τα ευρήματα αξιοπιστίας στη βάση της προσαχθείσας μαρτυρίας δεν είναι ευλόγως επιτρεπτά ή όταν αυτά αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή υπάρχουν αντιφάσεις οι οποίες αντικειμενικά κρινόμενες είναι σημαντικές και ουσιαστικές (Charis Kasinopoulos Ltd v. Divertia Trading Ltd (2013) 1(Α) ΑΑΔ, 184).
Θεωρώ ότι η αξιολόγηση που έκανε σε σχέση με τον εν λόγω μάρτυρα πάσχει. Η θέση του ότι η μαρτυρία του Διευθυντή της εναγόμενης εταιρείας είναι πιο λογική από την αντίστοιχη εκδοχή του ενάγοντα, δεν ικανοποιεί. Γιατί είναι πιο λογική η μια εκδοχή από την άλλη δεν διευκρινίζεται και δεν καταγράφεται στην απόφαση. Τουναντίον, η αδιαμφισβήτητη μαρτυρία που είχε τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, δεν δικαιολογούσε το πιο πάνω εύρημα του. Θα είμαι συγκεκριμένος.
Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η Εφεσίβλητη εταιρεία, αφού οπισθογράφησε τις δύο επίδικες επιταγές (τεκμήρια 8 και 9), τις κατέθεσε για εξαργύρωση τον Σεπτέμβρη του 2009. Αυτές δεν τιμήθηκαν αφού είχε ήδη προηγηθεί ανάκληση πληρωμής τους από την εκδότρια εταιρεία. Να υπενθυμίσω εδώ ότι η θέση της Εφεσίβλητης ήταν ότι παρέδωσε στις 3.7.2009 στον Εφεσείοντα και τις δύο αυτές επιταγές εις εκτέλεση της καταρτισθείσας συμφωνίας και ότι δικαιούχος αυτών κατέστη με την πιο πάνω ενέργεια της ο Εφεσείων.
Το πρωτόδικο δικαστήριο στη σελ. 17 της απόφασης του καταλήγει ότι «Συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων, ότι τις δύο επιταγές θα παραλάμβανε ο ενάγοντας έναντι και προς εξόφληση του τιμήματος του επίδικου οχήματος, ο οποίος θα διευθετούσε το θέμα με τους συνεταίρους στην εταιρεία που τις εξέδωσε». Σύμφωνα πάντα με την πρωτόδικη απόφαση, η Εφεσίβλητη εταιρεία με την επιστολή της ημερ. 3.9.2009, την οποία υπογράφει ο Μ.Υ. 1, κάλεσε τον Εφεσείοντα να παραλάβει τις εν λόγω δύο επιταγές στη βάση της κατ΄ ισχυρισμόν συμφωνίας. Παρόλα αυτά, το πρωτόδικο Δικαστήριο βρίσκει ότι η Εφεσίβλητη εταιρεία στις 7.9.2009, δηλαδή λίγες ημέρες μετά την αποστολή της επιστολής 3.9.2009, κατέθεσε στην Τράπεζα Κύπρου για πληρωμή τις δύο επιταγές. Αυτή η συμπεριφορά της προκαλεί πολλά ερωτηματικά. Πώς είναι δυνατό να θεωρείται ως αξιόπιστη μια μαρτυρία στη βάση της οποίας ο αγοραστής ισχυρίζεται ότι παρέδωσε δύο επιταγές στον πωλητή για εξόφληση του αυτοκινήτου που αγόρασε και στη συνέχεια, μήνες μετά, να κατέχει τις δύο επιταγές, να τις καταθέτει στην Τράπεζα για εξαργύρωση και να επιδιώκει έτσι να εξασφαλίσει ο ίδιος το ποσό των δύο επιταγών; Το πρωτόδικο δικαστήριο σχολιάζοντας το γεγονός της κατάθεσης στην Τράπεζα των δύο επιταγών από την Εφεσίβλητη εταιρεία, μετά τη σύναψη της σύμβασης πώλησης, αναφέρει ότι αυτό δεν συνιστούσε προσπάθεια υπαναχώρησης από τα συμφωνηθέντα. Και συμφωνώ ότι δεν συνιστούσε. Δεν εξέτασε όμως, εάν αυτή η ενέργεια δικαιολογούσε το εύρημα του ότι η Εφεσίβλητη εταιρεία παρέδωσε στον Εφεσείοντα κατά τη σύναψη της σύμβασης πώλησης και αυτός παρέλαβε, στα πλαίσια της σύμβασης, και τις δύο αυτές επιταγές.
Υπάρχει όμως ακόμη ένα άλλο στοιχείο, πολύ σοβαρό κατά την ταπεινή μου άποψη, που έπρεπε τουλάχιστο να προβλημάτιζε το πρωτόδικο Δικαστήριο για το κατά πόσο έλαβε χώρα η συμφωνία που επικαλέστηκε η Εφεσίβλητη εταιρεία αναφορικά με τις δύο επιταγές. Αυτό ήταν η καταχώριση εκ μέρους της ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης εναντίον της εκδότριας εταιρείας D. Leos Tourist Services Limited και των Διευθυντών αυτής συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου του Εφεσείοντα. Η ιδιωτική αυτή ποινική υπόθεση καταχωρίστηκε μετά την ανταλλαγή των επιστολών (τεκμήρια 4, 5, 10 και 11), και το κυριότερο μετά την καταχώριση της παρούσας αγωγής. Με την εν λόγω ιδιωτική ποινική υπόθεση (τεκμήριο 6) η Εφεσίβλητη έλεγε ότι η εκδότρια εταιρεία, ο Εφεσείων και οι άλλοι αξιωματούχοι της εταιρείας «εξέδωσαν και παρέδωσαν προς όφελος της» τις επίδικες επιταγές οι οποίες παρουσιάστηκαν στην Τράπεζα για πληρωμή στις 7.9.2009 και ότι οι κατηγορούμενοι με τις πράξεις τους προκάλεσαν τη μη εξόφληση των επιταγών. Με άλλα λόγια έλεγε ότι αυτή ήταν η νόμιμη κάτοχος των δύο επιταγών, και μάλιστα μετά την κατάρτιση της συμφωνίας πώλησης του αυτοκινήτου. Μάλιστα με την καταχώριση της ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης (τεκμήριο 6) ζητούσε την τιμωρία και του Εφεσείοντα για τις δύο επίδικες επιταγές για τις οποίες ισχυρίστηκε ότι του τις είχε δώσει προηγουμένως για εξόφληση του τιμήματος πώλησης. Να υπενθυμίσω ότι η Εφεσίβλητη με την επιστολή της ημερ. 5.10.2009 (τεκμήριο 10) καλούσε τον Εφεσείοντα να παραλάβει τις δύο επίδικες επιταγές. Με άλλα λόγια, αφού τις κατέθεσε η ίδια και δεν είχαν τιμηθεί, στη συνέχεια τον κάλεσε να τις παραλάβει. Να σημειώσω πως η καταχώριση ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης δεν συνιστούσε ενέργεια η οποία θα μπορούσε κάποιος να πει ότι αποσκοπούσε στον περιορισμό των ζημιών της Εφεσίβλητης, αφού όπως έχει επανειλημμένα τονιστεί σκοπός της ποινικής διαδικασίας είναι να διαπιστωθεί η τυχόν ενοχή του κατηγορούμενου, και σε καμιά περίπτωση η ιδιωτική ποινική δίωξη για διάπραξη αδικημάτων που αφορούν σε έκδοση επιταγών χωρίς αντίκρισμα, δεν απολήγει στην είσπραξη του λαβείν του κατηγόρου (Νεοφύτου ν. Κυριακίδη (Αρ. 3) (1999) 2 ΑΑΔ, 299). Με τα όσα επακολούθησαν, φαίνεται πως δικαιολογημένα οι ευπαίδευτοι συνήγοροι του Εφεσείοντα με επιστολή τους ημερ. 6.10.2009 προς τους ευπαίδευτος συνηγόρους της Εφεσίβλητης ανέφεραν πως οι θέσεις της τελευταίας συνιστούν «προφάσεις εν αμαρτίαις».
Αν η Εφεσίβλητη έλεγε την αλήθεια ότι παρέδωσε στον Εφεσείοντα, στα πλαίσια της συμφωνίας πώλησης, τις δύο επιταγές, τότε γιατί αυτή καταχώρισε, μετά τη σύναψη της συμφωνίας πώλησης και μετά την καταχώριση και επίδοση της παρούσας αγωγής, ιδιωτική ποινική υπόθεση; Ακόμη, γιατί κατέθεσε προηγουμένως τις δύο επιταγές στην Τράπεζα για να τιμηθούν; Και γιατί τις κατέθεσε στις 7.9.2009 μετά την κατ΄ ισχυρισμό συμφωνία στη βάση της οποίας έλεγε ότι τις παρέδωσε στον Εφεσείοντα τον Ιούλιο του 2009; Το μόνο λογικό συμπέρασμα που προκύπτει από τα πιο πάνω, είναι ότι κατέθεσε η ίδια τις δύο επιταγές για εξαργύρωση και στη συνέχεια προχώρησε με ιδιωτική ποινική υπόθεση, γιατί δεν είχε καταρτιστεί τέτοια συμφωνία, για να μην πω ότι εκδικητικά προώθησε ιδιωτική ποινική διαδικασία εναντίον του Ενάγοντα-Εφεσείοντα, όταν αυτός επεδίωξε με την παρούσα αγωγή να εισπράξει το υπόλοιπο του τιμήματος, το οποίο αδιαμφισβήτητα δεν του είχε καταβληθεί. Δεν έχει καμιά σημασία το γεγονός ότι στη συνέχεια η Εφεσίβλητη απέσυρε την ιδιωτική ποινική υπόθεση. Να σημειωθεί ότι ο Εφεσείων ουδέποτε επιχείρησε να καταθέσει τις δύο επιταγές και ουδέποτε προέβη σε οποιαδήποτε ενέργεια από την οποία να αποκαλύπτεται ότι αποδέχθηκε τις δύο αυτές επιταγές στα πλαίσια της συμφωνίας πώλησης του αυτοκινήτου του, ως ισχυρίστηκε η Εφεσίβλητη. Τουναντίον, αυτή που προέβη σε ενέργειες σε σχέση με τις δύο επιταγές μετά τη σύναψη της σύμβασης πώλησης ήταν μόνο η αγοράστρια-εφεσίβλητη εταιρεία, ενέργειες οι οποίες ουδόλως συμβιβάζονται με τις θέσεις της και με το εύρημα του ευπαίδευτου πρωτόδικου Δικαστή ότι έλαβε χώρα η συμφωνία όπως την παρέθεσε η Εφεσίβλητη μέσω του Διευθυντή της.
Υπάρχει όμως και άλλο θέμα που καταρρίπτει, κατά την ταπεινή μου άποψη, τις θέσεις της εφεσίβλητης και το εύρημα του ευπαίδευτου πρωτόδικου Δικαστή ότι «η μαρτυρία του Διευθυντή των εναγομένων και κατ΄ επέκταση η εκδοχή του είναι πιο λογική από την αντίστοιχη εκδοχή του ενάγοντα. Ακολουθεί ότι η μαρτυρία του συγκεκριμένου μάρτυρα, επί της ουσίας γίνεται δεκτή στο σύνολό της».
Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής, προφανώς αντιλαμβανόμενος ότι τα ποσά των δύο επιταγών της εταιρείας D. Leos Tourist Services Limited μαζί με τα άλλα δύο ποσά των επιταγών που εξέδωσε η Εφεσίβλητη δεν ταυτίζονταν με το συμφωνηθέν τίμημα πώλησης, στη σελ. 21 της απόφασης του φαίνεται να προβληματίζεται σε σχέση με τα πιο πάνω για να καταλήξει όμως ως εξής: «Το τίμημα πώλησης του επίδικου οχήματος ανέρχεται σε €50.000.- ενώ ο ενάγοντας κατέβαλε και τα τέλη μεταβίβασης καθώς και της άδειας κυκλοφορίας του οχήματος, τα οποία ανέρχονται στο συνολικό ποσό των €545,54.- Το λογικό συμπέρασμα που εξάγεται σε σχέση με το ποσό των €271,46.- που υπολείπεται του ποσού των €50.817.- είναι ότι αυτό λογίστηκε για τα έξοδα service του οχήματος που αποτελεί κοινό έδαφος ότι έγινε από τον ενάγοντα».
Κατ΄ αρχάς, χωρίς συγκεκριμένη μαρτυρία για το ύψος των εξόδων του service δεν μπορούσε το πρωτόδικο δικαστήριο να καταλήξει ότι «το λογικό συμπέρασμα που εξάγεται είναι ότι αυτά ανήρχοντο σε €271,46». Περαιτέρω προχώρησε, αδικαιολόγητα, κατά την ταπεινή μου άποψη, ενώ η Εφεσίβλητη εταιρεία στο δικόγραφο της αρνείτο ότι συμφώνησε ότι θα κατέβαλλε τα τέλη της άδειας κυκλοφορίας του οχήματος (παράγραφος 3 από το δικόγραφο της), να πιστώσει στο ποσό και τα τέλη της άδειας κυκλοφορίας, σε μια προσπάθεια του να δικαιολογήσει και/ή σμικρύνει τη διαφορά μεταξύ συμφωνηθέντος τιμήματος πώλησης και συνολικού ποσού των τεσσάρων επιταγών. Ακόμη και έτσι, το ποσό σε καμιά περίπτωση δεν ταυτίζεται πλήρως. Δικαιολογημένα, με συγκεκριμένο λόγο έφεσης, ο Εφεσείων αναφέρει ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έδωσε απάντηση στο ερώτημα γιατί ενώ ο Εφεσείων αξιώνει €19.537.- η εφεσίβλητη του έδωσε με τις δύο επιταγές περισσότερο χρηματικό ποσό, δηλαδή €19.817.-. Να υπενθυμίσω πως ούτε στην επιστολή της εφεσίβλητης ημερ. 5.10.2009 γίνεται παραδοχή εκ μέρους της Εφεσίβλητης ότι μέρος της συμφωνίας ήταν και τα τέλη κυκλοφορίας για τα οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο έκανε εύρημα ότι ήταν μέρος της συμφωνίας στη βάση της αξιόπιστης μαρτυρίας του Διευθυντή της Εφεσίβλητης (Μ.Υ. 1).
Εν κατακλείδι, τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με την αξιολόγηση της μαρτυρίας του Εφεσείοντα και του Διευθυντή της Εφεσίβλητης, δεν δικαιολογούνται από τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα που είχαν τεθεί ενώπιον του. Οι σχετικοί με την αξιολόγηση της μαρτυρίας λόγοι έφεσης, είναι βάσιμοι.
Ανεξάρτητα όμως από τα πιο πάνω, διαπιστώνω πως το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν περιορίστηκε στα επίδικα από τα δικόγραφα θέματα. Έχει επανειλημμένα λεχθεί από τα Δικαστήρια μας πως τα επίδικα θέματα προσδιορίζονται από τη δικογραφία. Ούτε η διερεύνηση από τα πρωτόδικα δικαστήρια, θεμάτων άλλων από τα επίδικα, διευρύνει αυτά (Βραχίμη ν. Κουλουμπρή (1992) 1(Β) ΑΑΔ, 836, Παφίτης κ.α. ν. Κουκουρή κ.α. (1992) 1(Β) ΑΑΔ, 1154 και Νεοφύτου ν. Γερακιώτη (2010) 1(Α) ΑΑΔ, 25) . Εδώ η σύναψη της προφορικής συμφωνίας πώλησης του αυτοκινήτου ήταν παραδεκτό γεγονός. Το τίμημα πώλησης του αυτοκινήτου (€50.000.-) επίσης ήταν παραδεκτό γεγονός. Το γεγονός ότι η Εφεσίβλητη υπέγραψε και παρέδωσε στον Εφεσείοντα δύο δικές της επιταγές για το συνολικό ποσό των €31.000.- έναντι του τιμήματος επίσης ήταν παραδεκτό γεγονός. Οι δύο αυτές επιταγές τιμήθηκαν και κατ΄ επέκταση το τίμημα πώλησης καταβλήθηκε εν μέρει. Το ότι τελικά ο Εφεσείων δεν εισέπραξε το υπόλοιπο του συμφωνηθέντος τιμήματος, επίσης δεν αμφισβητείται, παρόλο που ο ίδιος είχε εκπληρώσει πλήρως τις συμβατικές του υποχρεώσεις έναντι της Εφεσίβλητης (είχε μεταβιβάσει στην Εφεσίβλητη το αυτοκίνητο του).
Ως ελέχθη, η διαφωνία εστιάζεται σε δύο άλλες επιταγές, συνολικού ύψους €19.817.-, που εξέδωσε όχι η αγοράστρια Εφεσίβλητη αλλά τρίτη εταιρεία (D. Leos Tourist Services Limited). Ας δούμε τι έλεγε στο δικόγραφο της η Εφεσίβλητη γι΄ αυτές τις δύο επιταγές. Η Εφεσίβλητη στο δικόγραφο της αναφέρει ότι παρέδωσε στον Εφεσείοντα και αυτές τις δύο επιταγές για να εξοφλήσει ουσιαστικά το συμφωνηθέν τίμημα. Ο Εφεσείων αρνείται ότι παρέλαβε αυτές τις επιταγές στα πλαίσια της συμφωνίας και αναφέρει πως η Εφεσίβλητη του απέστειλε εκ των υστέρων τις εν λόγω επιταγές γνωρίζοντας ότι αυτές δεν θα μπορούσαν να τιμηθούν. Με άλλα λόγια, της καταλογίζει επιλήψιμη και ανέντιμη συμπεριφορά.
Μελετώντας προσεκτικά τα δικόγραφα, διαπιστώνω πως δεν υπάρχει δικογραφημένη θέση εκ μέρους της Εφεσίβλητης ότι με την παράδοση των δύο επιταγών της τρίτης εταιρείας το τίμημα πώλησης είχε συμφωνηθεί ότι θα εξοφλείτο, ανεξάρτητα αν αυτές θα μπορούσαν να τιμηθούν ή όχι. Τουναντίον, εκείνο που συνάγεται από το δικόγραφο της είναι ότι για να εκπληρώσει τη συμβατική της υποχρέωση, και εξοφλήσει έτσι το συμφωνηθέν τίμημα, θα έπρεπε να τιμηθούν και οι δύο επίδικες επιταγές που κατ΄ ισχυρισμόν είχαν παραδοθεί. Άλλωστε δεν ήταν ποτέ η θέση της Εφεσίβλητης, στο δικόγραφο της, ότι οι δύο επιταγές της τρίτης εταιρείας δεν θα μπορούσαν να τιμηθούν ή ότι υπήρχε κίνδυνος να μην τιμηθούν, και ότι όλα αυτά τα ενδεχόμενα ήταν μέρος της συμφωνίας πώλησης του αυτοκινήτου. Με άλλα λόγια δεν ήταν ποτέ η δικογραφημένη θέση της Εφεσίβλητης ότι παρέδωσε τις δύο επιταγές στον Εφεσείοντα, γνωρίζοντας τόσο αυτή όσο και ο Εφεσείων ότι αυτές δεν θα μπορούσαν να τιμηθούν ή ότι υπήρχε ο κίνδυνος να μην τιμηθούν.
Τέλος, το πρωτόδικο δικαστήριο αντιλαμβανόμενο προφανώς ότι η πιο πάνω συμπεριφορά και ενέργειες της εφεσίβλητης δεν μπορούσαν να συμπορευθούν με τη δικογραφημένη θέση της ότι η ίδια ουδέποτε δέχθηκε να παραλάβει τις δύο επιταγές (τις οποίες στο τέλος της ημέρας κατέθεσε η ίδια για εξαργύρωση), σημειώνει και τα ακόλουθα στην απόφαση του:
«Το γεγονός ότι οι εναγόμενοι στις 7.9.2009 παρουσίασαν τις επίδικες επιταγές στην τράπεζα για πληρωμή, δεν αποτελεί προσπάθεια υπαναχώρησης από τα συμφωνηθέντα ή τροποποίησης της επίδικης συμφωνίας εκ μέρους τους, παρά μόνο, προσπάθεια υλοποίησης του όρου που είχαν θέσει στον ενάγοντα με την επιστολή τους (τεκμήριο 4) προκειμένου να αποδέχονταν την επιχειρούμενη εκ μέρους τους τροποποίηση των όρων της επίδικης συμφωνίας, συναφώς με τον τρόπο καταβολής, μέρους του συμφωνημένου τιμήματος πώλησης του επίδικου οχήματος. Το ίδιο ισχύει και για το γεγονός, ότι, οι εναγόμενοι, για τις εν λόγω επιταγές, καθώς και άλλη μία, εναντίον του ενάγοντα, της εταιρείας D. Leos Tourist Services Limited και άλλων δύο προσώπων, αργότερα καταχώρησαν την ποινική υπόθεση (τεκμήριο 6), την οποία ωστόσο στη συνέχεια απέσυραν σε σχέση με τις κατηγορίες που αφορούσαν τις επίδικες επιταγές. Εν πάση περιπτώσει, η ουσία του πράγματος είναι ότι, παρά τις παραπάνω ενέργειες στις οποίες προέβησαν οι εναγόμενοι, δεν εισέπραξαν το προϊόν των επίδικων επιταγών που αποτελούσε τον όρο που είχαν θέσει στον ενάγοντα προκειμένου να δέχονταν να ικανοποιήσουν την απαίτησή του να του καταβάλουν σε μετρητά το προϊόν των εν λόγω επιταγών.»
Τέτοια θέματα όμως, ως ελέχθη, δεν ήταν επίδικα και αδικαιολόγητα το πρωτόδικο δικαστήριο τα επεξέτεινε με την πιο πάνω προσέγγιση του. Εκείνο που η Εφεσίβλητη ανέφερε στο δικόγραφο της είναι ότι όταν ο Εφεσείων άφησε τις δύο επιταγές στα γραφεία της, αυτή δεν προέβη σε οποιαδήποτε άλλη ενέργεια παρά μόνο κάλεσε τον Εφεσείοντα να παραλάβει τις επιταγές που είχε αφήσει στα γραφεία της και να εφαρμόσει τα συμφωνηθέντα. Κάτι τέτοιο όμως δεν έλαβε χώρα. Αντιθέτως, προέβη σε δύο σημαντικές ενέργειες. Κατέθεσε για είσπραξη τις δύο επιταγές και στη συνέχεια προχώρησε με την καταχώριση ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης σε σχέση με αυτές. Πώς οι πιο πάνω ενέργειες της συνάδουν με τη δικογραφημένη θέση της, είναι άξιον απορίας.
Το πρωτόδικο δικαστήριο, βρίσκω ότι δεν προσέγγισε τη μαρτυρία στη βάση των δικογραφημένων θέσεων με αποτέλεσμα να καταλήξει ότι: «Η ουσία της συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων συναφώς με αυτές έγκειται στα εξής: με την επιστροφή των επιταγών στον ενάγοντα στις 3.7.2009, οι οποίες οφειλές της εταιρείας που τις εξέδωσε, για τους εναγόμενους, ουσιαστικά θα θεωρούνταν ξοφλημένες. Εξ΄ ου και το γεγονός ότι οι εναγόμενοι συμφώνησαν με τον ενάγοντα να μην καταθέσουν τις εν λόγω επιταγές, μολονότι θα μπορούσαν να το κάνουν, δεδομένου ότι τους δόθηκαν στις 30.6.2009 και έφεραν την ημερομηνία αυτή και τις παρέδωσαν στον ενάγοντα στις 3.7.2009». Ως ελέχθη, τέτοια συμφωνία, με τέτοιο δραστικό περιεχόμενο, δεν είχε ποτέ δικογραφηθεί από την Εφεσίβλητη, η οποία το μόνο που ανέφερε στο δικόγραφο της ήταν ότι παρέδωσε στον Εφεσείοντα και τις δύο επίδικες επιταγές προς εξόφληση του τιμήματος. Και αληθής να ήταν η θέση της, για να εξοφληθεί εδώ το τίμημα οι επιταγές θα έπρεπε να είχαν τιμηθεί. Όμως, τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα κατέδειξαν ότι η Εφεσίβλητη κατέθεσε, μετά τη σύναψη της σύμβασης πώλησης, ως δικαιούχος τις δύο επιταγές, οι οποίες όμως ουδέποτε τιμήθηκαν.
Με δεδομένο ότι ο Εφεσείων σε καμιά περίπτωση δεν εισέπραξε το υπόλοιπο ποσό του τιμήματος, το οποίο η Εφεσίβλητη ουδέποτε κατέβαλε ως όφειλε, βρίσκω ότι ο Εφεσείων έχει δίκαιο και δικαιούται σε απόφαση προς όφελος του για το αξιούμενο με την αγωγή ποσό.
Υπό το φως των πιο πάνω, και χωρίς να χρειάζεται να εξετάσω τους άλλους λόγους έφεσης, θα έκανα δεκτή την έφεση και θα εξέδιδα προς όφελος του Εφεσείοντα και εναντίον της Εφεσίβλητης απόφαση, καταδικάζοντας την τελευταία και στα έξοδα τόσο πρωτόδικα όσο και κατ΄ έφεση.
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.
/ΕΑΠ.