ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Blachin Oleg άλλως Blochine ν. Xριστάκη Aριστείδου (1997) 1 ΑΑΔ 195
Marketrends (Capital Market) Ltd ν. Λεωνίδα Θεοδωρίδη (2002) 1 ΑΑΔ 868
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.35
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2021:A75
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 116/2018)
5 Μαρτίου, 2021
[Α.ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ., Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ., Δ.ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.]
ERTASIO HOLDINGS LTD
Εφεσείουσα/Αιτήτρια
και
BANK OF MOSCOW - BANK JOINT STOCK COMPANY ΠΡΩΗΝ JOINT STOCK COMMERCIAL BANK "BANK OF MOSCOW" (OPEN JOINT-STOCK COMPANY), από τη Ρωσία
Εφεσίβλητη/Καθ΄ης η αίτηση
_ _ _ _ _ _
Aίτηση ημερ. 29.6.2020 για προσαγωγή περαιτέρω μαρτυρίας
Κ.Κληρίδης για Φοίβος, Χρίστος Κληρίδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για την εφεσείουσα-αιτήτρια:
Χρ. Νικολάου και Ε. Χριστοφή (κα), για Π. Παύλου & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για την εφεσίβλητη-καθ΄ ης η αίτηση
_ _ _ _ _ _
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από την Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
----------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Στις 27.3.2018 εξεδόθη η εκκαλούμενη απόφαση με την οποία Αίτηση της εφεσίβλητης (καθ΄ης η αίτηση -στην παρούσα) είχε θετική κατάληξη υπό την έννοια ότι εξεδόθη διάταγμα εκκαθάρισης της εφεσείουσας (αιτήτριας - στην παρούσα) επί τη βάσει των άρθρων 211 και 212 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ.113 σε σχέση με χρέος για το οποίο υπήρξε αλλοδαπή διαιτητική απόφαση η οποία ενεγράφη με σχετική διαδικασία στην Κύπρο (βλ. Γενική Αίτηση 509/14 In Re Ertanzio, 11.12.2015 η οποία εφεσιβλήθη). Επί της εκκαλούμενης απόφασης στην παρούσα έφεση καταχωρήθηκε αριθμός λόγων έφεσης επί της ορθότητας της έκδοσης του διατάγματος εκκαθάρισης. Τα σχετικά δε περιγράμματα ήδη έχουν ανταλλαγεί μεταξύ των διαδίκων.
Μετά από διάφορα άλλα ενδιάμεσα δικαστικά διαβήματα, που δεν ενδιαφέρουν εν προκειμένω, καταχωρήθηκε εντέλει η παρούσα αίτηση, με την οποία επιδιώκεται από την εφεσείουσα - αιτήτρια η προσαγωγή περαιτέρω ή νέας μαρτυρίας δια της καταχώρησης ένορκης δήλωσης ή προφορικής μαρτυρίας. Ουσιαστικά επιδιώκεται η κατάθεση δικαστικής απόφασης ρωσικού ποινικού Δικαστηρίου με την οποία, όπως δηλώνεται, προκύπτει ότι «δάνεια πανομοιότυπα και απόλυτα συνδεδεμένα με τα επίδικα δάνεια στις παρούσες εφέσεις στη βάση των οποίων εκδόθηκαν και πρωτόδικες αποφάσεις (στην παρούσα έφεση και στην Πολ.εφ.117/18) ήσαν «εικονικά και έγιναν με μοναδικό στόχο την καταδολίευση και απάτη από την εφεσίβλητη τράπεζα». Δυνάμει των θέσεων της πλευράς της εφεσείουσας με την εν λόγω απόφαση του ποινικού Δικαστηρίου της Μόσχας ημερ. 10.3.2020 (μεταγενέστερη της εκκαλούμενης απόφασης) ουσιαστικά επιβεβαιώνονται τα όσα ήδη προβλήθηκαν ως οι βασικές θέσεις της πλευράς της πρωτοδίκως. Η απόφαση επιχειρείται να κατατεθεί ομού με γνωμάτευση ρώσου δικηγόρου που εξηγεί τη σχετικότητα της απόφασης στην παρούσα διαδικασία. Η διαπιστωθείσα παρανομία, πάντα κατά τη θέση της εφεσείουσας, επιβεβαιώνεται στην εν λόγω γνωμάτευση αλλά και στις θέσεις που η εφεσείουσα είχε ευθύς εξ αρχής προωθήσει στη δικογραφία και στην αγόρευση της πρωτοδίκως στα πλαίσια της εισήγησης ότι η αξιούμενη οφειλή δεν υφίσταται.
Με την ένσταση της στην παρούσα, η εφεσίβλητη ισχυρίζεται ότι καμία εκ των προϋποθέσεων που θέτει ο Νόμος, οι θεσμοί και η νομολογία δεν συντρέχει ώστε να παραχωρηθεί η αιτούμενη άδεια. Ιδιαίτερα προσβάλλεται η θέση ότι με την αίτηση επιδιώκεται να εισαχθεί μαρτυρία που προέκυψε χρονικά μετά την εκδίκαση της πρωτόδικης αίτησης εκκαθάρισης, τα γεγονότα που επιδιώκεται να εισαχθούν δεν μπορεί να ληφθούν υπόψη πρωτοδίκως και δεν είναι ορθό να επηρεάσουν την κρίση του Εφετείου. Περαιτέρω τίθεται η θέση ότι η μαρτυρία είναι άσχετη, μη αφορώσα τα επίδικα θέματα και τη διαδικασία.
Το σχετικό νομικό βάθρο που στηρίζει την αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας ενώπιον του Εφετείου είναι το άρθρο 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60[1] όπως επίσης και η Δ.35 θ.8 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας[2].
Στη Συμεού ν. Γεωργίου πολ.εφ.394/2011, 15.1.2018, αναφέρεται:
«Στη Δ.35 θ.8 προνοείται, μεταξύ άλλων, ότι περαιτέρω μαρτυρία γίνεται αποδεκτή «on special grounds only», δηλαδή αν συντρέχουν ειδικοί λόγοι. Σύμφωνα με τη νομολογία, στην οποία μας παρέπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα, και αναφερόμαστε στην υπόθεση Δημοσθένους ν. Γεωργίου κ.α. (2000) 1 ΑΑΔ, 15, 41, τονίστηκε ότι η δυνατότητα προσαγωγής περαιτέρω μαρτυρίας αποτελεί εξαιρετικό μέτρο. Οι προϋποθέσεις για την παροχή άδειας προσαγωγής επιπρόσθετης μαρτυρίας αναφέρθηκαν, μεταξύ άλλων, στην υπόθεση Martin v. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1994) 2 ΑΑΔ, 29 και αυτές είναι οι εξής:
(1) Η μαρτυρία δεν μπορούσε να εξασφαλιστεί, προς χρήση κατά την πρωτόδικη διαδικασία, με την επίδειξη εύλογης επιμέλειας.
(2) Η μαρτυρία πρέπει να είναι τέτοια ώστε αν προσαγόταν θα ήταν πιθανόν να είχε κάποια σημαντική επίδραση στο αποτέλεσμα της υπόθεσης, αν και δεν είναι αναγκαίο να είναι αποφασιστικής σημασίας, και
(3) Η μαρτυρία πρέπει να είναι τέτοια ώστε να εμφανίζεται αξιόπιστη αν και δεν είναι αναγκαίο να είναι αναντίλεκτη.
(Βλ. επίσης Αναφορικά με την Αίτηση της Olga Apanasik, πολ. έφ.295/16, 6.12.2017, ECLI:CY:AD:2017:A443 στην οποία γίνεται ιστορική αναδρομή στη σχετική νομολογία).
Εκείνο που προκύπτει σαφώς και απεριφράστως από το σύνολο της σχετικής νομολογίας είναι ότι η προσαγωγή μαρτυρίας ενώπιον Εφετείου είναι ένα «εξαιρετικό μέτρο». Γι΄αυτό η εξουσία του Δικαστηρίου ασκείται αυστηρά και με φειδώ (βλ. Βlachin v. Aριστείδου (1997)1 ΑΑΔ 195, Marketrends (Capital Market) Ltd v. Θεοδωρίδη (2002) 1 ΑΑΔ 868) με πυρήνα αναφορικά την κλασσική επί του θέματος αγγλική αυθεντία Ladd ν. Marshall (1954) 3 All ER 745).
΄Εχοντας κατά νου τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης θεωρούμε ότι η εξουσία του Εφετείου δεν πρέπει να ασκηθεί θετικά επί του αιτήματος της εφεσείουσας γιατί η θέση που προωθείται δια του περιεχόμενου της απόφασης ρώσικου ποινικού δικαστηρίου αποτελούσε την πρωταρχική και κύρια θέση της εφεσείουσας πρωτοδίκως και επαναλαμβάνεται επάλληλα σε διαφόρους λόγους έφεσης. Δεν αποτελεί λοιπόν μαρτυρία η οποία θα είχε κάποια σημαντική επίδραση στο αποτέλεσμα της υπόθεσης, αφού ακριβώς το πρωτόδικο Δικαστήριο έχοντας υπόψη τις βασικές θέσεις και εισηγήσεις της εφεσείουσας για άκυρη ή παράνομη σύμβαση, τις εξέτασε καταλήγοντας σε συμπεράσματα που είναι αντικείμενο της παρούσας έφεσης. Η εισαγωγή στο μαρτυρικό υλικό του μεταγενέστερου γεγονότος της έκδοσης απόφασης ενός ρωσικού ποινικού δικαστηρίου που αφορά κατά τη θέση της εφεσείουσας πανομοιότυπες συμβάσεις της εφεσίβλητης με άλλα πρόσωπα, δεν βρίσκομε πώς θα μπορούσε να έχει σημαντική επίδραση στο αποτέλεσμα της υπόθεσης όπως είναι το νομολογιακό προαπαιτούμενο.
Ως εκ τούτου η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα €1,200 πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, υπέρ της εφεσίβλητης/καθ΄ης αίτηση πληρωτέα στο τέλος της έφεσης.
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.
[1] (3) Παρά πάσαv διάταξιv τoυ περί Πoιvικής Δικovoμίας Νόμoυ ή oιoυδήπoτε άλλoυ vόμoυ ή διαδικαστικoύ καvovισμoύ και επιπρoσθέτως oιωvδήπoτε υπό τoύτωv χoρηγoυμέvωv εξoυσιώv, τo Αvώτατov Δικαστήριov, κατά τηv ακρόασιv και διάγvωσιv oιασδήπoτε εφέσεως, είτε εv πoλιτική είτε εv πoιvική υπoθέσει δεv θα δεσμεύεται υπό oιασδήπoτε απoφάσεως περί πραγματικώv γεγovότωv τoυ εκδικάσαvτoς δικαστηρίoυ και θα έχη εξoυσίαv vα αvαθεωρή τας πρoσαχθείσας απoδείξεις, vα συvάγη τα ίδια αυτoύ συμπεράσματα, vα ακoύη και δέχεται περαιτέρω απoδεικτικά μέσα και, όπoυ αι περιστάσεις της υπoθέσεως απαιτoύσιv oύτω, vα επαvακρoάται oιωvδήπoτε μαρτύρωv ήδη ακoυσθέvτωv υπό τoυ εκδικάσαvτoς δικαστηρίoυ, και δύvαται vα δώση oιαvδήπoτε απόφασιv ή vα εκδώση oιovδήπoτε διάταγμα τo oπoίov αι περιστάσεις της υπoθέσεως δικαιoλoγoύv, συμπεριλαμβαvoμέvoυ και διατάγματoς περί επαvακρoάσεως της υπoθέσεως υπό τoυ εκδικάσαvτoς αυτήv ή άλλoυ αρμoδίoυ δικαστηρίoυ ως θα διέτασσε τo Αvώτατov Δικαστήριov.
[2] 8. The Court of Appeal shall have all the powers and duties as to amendment and otherwise of the Trial Court, together with full discretionary power to receive further evidence upon questions of fact, such evidence to be either by oral examination in Court, by affidavit, or by deposition taken before an examiner or commissioner. Such further evidence may be given without special leave upon interlocutory applications, or in any case as to matters which have occurred after the date of the decision from which the appeal is brought. Upon appeals from a judgment after trial or hearing of any cause or matter upon the merits, such further evidence (save as to matters subsequent as aforesaid) shall be admitted on special grounds only, and not without special leave of the Court. The Court of Appeal shall have power to draw inferences of fact and to give any judgment and make any order which ought to have been made, and to make such further or other order as the case may require. The powers aforesaid may be exercised by the said Court notwithstanding that the notice of appeal may be that a part only of the decision may be reversed or varied, and such powers may also be exercised in favour of all or any of the respondents or parties, although such respondents or parties may not have appealed from or complained of the decision. The Court of Appeal shall have power to make such order as to the whole or any part of the costs of the appeal as may be just.