ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Παπαγεωργίου ν. Κλάππα (1991) 1 ΑΑΔ 24
Πούρικος ν. Σάββα & άλλων (1991) 1 ΑΑΔ 507
Χαραλάμπους Κυριακή άλλως Κούλλα ν. Χριστάκη Ζαχαρία (2002) 1 ΑΑΔ 1439
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 232/1991 - Ο περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμος του 1991
Ν. 232/1991 - Ο περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμος του 1991
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:DOD:2021:1
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 33/19
[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
05 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2021
xxx ΓΕΩΡΓΙΟΥ
ΕΦΕΣΕΙΟΝΤΑΣ
Και
xxx ΖΑΝΕΤΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗ
--------------------
Αν. Φλουρέντζου για κ. Ν. Νικολάου, για Εφεσείοντα
Μ. Μαρκουλλής, για κ. Πιττάτζη, για Εφεσίβλητη
------------------------------------------
Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Παρπαρίνο, Δ.
-------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ. Μετά από 29 έτη έγγαμου βίου, στις 18.6.2016, επήλθε διάσταση στις σχέσεις των διαδίκων. Στο συζυγικό οίκο παρέμεινε η Εφεσίβλητη μαζί με τα δύο ενήλικα τέκνα της. Στις 5.10.2016 με Αίτηση της που κατεχώρησε στο Οικογενειακό Δικαστήριο Αμμοχώστου, αιτήθηκε το ποσό των €800.- μηνιαίως ως συνεισφορά του Εφεσείοντα για την διατροφή και συντήρηση της. Το πρωτόδικο Δικαστήριο μετά από ακροαματική διαδικασία, με αιτιολογημένη απόφαση του ημερ. 18.9.2019, εξέδωσε Διάταγμα Διατροφής προς όφελος της και διέταξε τον Εφεσείοντα όπως μηνιαία καταβάλλει το ποσό των €150.- από 1.10.2019 ως συνεισφορά του για τη διατροφή και συντήρηση της Εφεσίβλητης. Επίσης εξέδωσε Διάταγμα αναδρομικής διατροφής από 5.10.2016 ύψους €5.250 από το οποίο αφού αφαίρεσε το ποσό των €2.267 το οποίο έλαβε υπό μορφή ανεργειακού επιδόματος, παρέμεινε το ποσό των €2.983.
Ο Εφεσείων με οκτώ (8) λόγους έφεσης, προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση ως εσφαλμένη.
Με τους τρεις (3) πρώτους λόγους προβάλλεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι ο Εφεσείων όφειλε να προσκομίσει συγκεκριμένη μαρτυρία ενώπιον του και δη επιταγές αναφορικά με την εργοδότηση της Εφεσίβλητης κατά το έτος 2016 (πρώτος λόγος). Με τον δεύτερο και τρίτο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αξιολόγησε αναντίλεκτα ενώπιον του γεγονότα σε σχέση με τον ισχυρισμό του Εφεσείοντα περί εκούσιας οικονομικής απορίας της Εφεσίβλητης, ως σημαντικής παραμέτρου για το δικαίωμα της ή μη να διεκδικήσει διατροφή. Επίσης, ότι απέρριψε τον άνω ισχυρισμό του περί εκούσιας οικονομικής απορίας.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα, πρόβαλε ότι η Εφεσίβλητη εργάζετο σε επιχειρήσεις του Εφεσείοντα μέχρι το έτος 2016 και προς τούτο συνηγορεί και το Τεκμ. 4, που είναι η αναλυτική κατάσταση αποδοχών της για το έτος 2016 που υπεβλήθη στο Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων και παρόλα ταύτα το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα απέδωσε επιπλέον βάρος απόδειξης στον Εφεσείοντα να προσκομίσει μαρτυρία και να καταδείξει ότι αυτή πληρωνόταν με επιταγές προκειμένου να αποδείξει την εργοδότηση της για το έτος 2016.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφαση αναφορικά με το θέμα αυτό, αναφέρθηκε στις θέσεις των διαδίκων. Η Εφεσίβλητη ισχυριζόταν ότι δεν εργάστηκε στις επιχειρήσεις του Εφεσείοντα το 2016 αλλά μέχρι τον Οκτώβριο του 2015 όταν εκδιώχθηκε από αυτόν και ότι τυπικά ήτο εγγεγραμμένη στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις από τον Καθ' ου η Αίτηση χωρίς η ίδια να λάμβανε μισθό. Η κατάσταση αποδοχών. Τεκμ. 4, ετοιμάστηκε και υποβλήθηκε από τον Εφεσείοντα στο Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων χωρίς η ίδια να το γνωρίζει. Ο Εφεσείων ισχυρίστηκε ότι ναι μεν η Εφεσίβλητη δεν εργάστηκε το 2016 πλην όμως αμειβόταν κανονικά διά μετρητών ή επιταγών. Εν συνεχεία με αναφορά στους ισχυρισμούς του Εφεσείοντα ότι η Εφεσίβλητη πληρωνόταν κανονικά το 2016 με επιταγές πλην όμως δεν παρουσίασε καμία εξ αυτών, κατέληξε:
"Ο Καθ' ου η Αίτηση, για ένα θέμα απόλυτα καταλυτικό για την τύχη της υπόθεσης της Αιτήτριας, αλλά και για την όλη αξιοπιστία των διαδίκων, δεν παρουσίασε έστω και μία-δύο επιταγές πληρωμής της Αιτήτριας για το έτος 2016, επιλέγοντας έτσι να αφήσει, το σχετικό βάρος απόδειξης του εν λόγω ισχυρισμού του, ανεκπλήρωτο."
Απέρριψε, ως αποτέλεσμα, την εκδοχή του Εφεσείοντα.
Εξετάσαμε όλα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μας και ανατρέξαμε τόσο στη δοθείσα μαρτυρία όσο και στα δικόγραφα. Με όλο τον σεβασμό προς τον ευπαίδευτο συνήγορο το όλο οικοδόμημα που προτάσσει για να ανατρέψει την πρωτόδικη κρίση είναι εντελώς χωρίς στερεά βάση. Ο Εφεσείων στην παράγρ. 9 της Έκθεσης Υπεράσπισης του παραδέχεται ότι η Αιτήτρια "εργαζόταν μέχρι και τέλος της θερινής σεζόν του 2015" επίσης ότι τα έσοδα της ήτο €400 από ενοικίαση πατρικής της οικίας και €600 από επιχείρηση εστιατορίου που διατηρεί η οικογένεια στον Πρωταρά, σύνολο €1.000. Όπως έχει νομολογιακά καθιερωθεί, οι Αρχές του δικονομικού δικαίου περιορίζουν τα επίδικα θέματα σ' εκείνα που προσδιορίζονται από τα δικόγραφα και ότι για σκοπούς έκδοσης της απόφασής του το Δικαστήριο εξετάζει και λαμβάνει υπόψιν μόνο μαρτυρία ενώπιον του η οποία καλύπτεται από τα δικόγραφα και αγνοεί μαρτυρία που δεν συνάδει με αυτή (βλ. Παπαγεωργίου ν. Λούη Κλάπα (Investments Services Ltd) (1991) 1 A.A.Δ. 24, Πούρικκος ν. Σάββα κ.α. (1991) 1 Α.Α.Δ. 507).
Συνεπώς η μαρτυρία του Εφεσείοντα ότι η Εφεσίβλητη είχε και έσοδα το 2016 από τον ίδιο και επιχειρήσεις του είναι εκτός των δικογραφημένων ισχυρισμών του, ουδεμία αξία έχουν και θα πρέπει να αγνοηθούν. Πολύ ορθά απέρριψε το πρωτόδικο Δικαστήριο τους σχετικούς ισχυρισμούς, χωρίς βέβαια να παρίστατο ανάγκη αξιολόγησης των μη δικογραφημένων ισχυρισμών του.
Το ίδιο ισχύει και με τον δεύτερο και τρίτο λόγο έφεσης. Προβάλλεται ότι η Εφεσίβλητη τερμάτισε την απασχόληση της λίγο πριν το τέλος της θερινής τουριστικής περιόδου του 2016, ότι εργαζόταν κανονικά για να καταστήσει τον εαυτό της οικονομικά άπορο και εν συνεχεία άμεσα καταχώρισε στις 5.10.2016 την επίδικη Αίτηση. Όλα αυτά, με σεβασμό προς τον ευπαίδευτο συνήγορο του Εφεσείοντα, δεν έχουν στέρεη βάση. Είναι εκτός των δικογραφημένων ισχυρισμών του Εφεσείοντα και δεν μπορούν παρά να αγνοηθούν.
Οι λόγοι έφεσης 1-3 απορρίπτονται.
Με τον τέταρτο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι η Εφεσίβλητη ουδέποτε αποτέλεσε μέλος της ευρύτερης αγοράς εργασίας και ότι εν πάση περιπτώσει αυτή η διαπίστωση δεν θα μπορούσε να αποτελέσει δικαιολογία για την ίδια να μην αποταθεί τώρα στην αγορά εργασίας προκειμένου να εργοδοτηθεί. Άμεσα συνδεδεμένος με τον πιο πάνω λόγο είναι και ο υπ' αρ. 5 λόγος έφεσης, σύμφωνα με τον οποίον το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλλε κατά τον Εφεσείοντα, καθότι δεν αξιολόγησε την εισοδηματική της ικανότητα με αναφορά στην ικανότητα της για εργασία.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα, στην γραπτή του αγόρευση, προώθησε τον τέταρτο λόγο έφεσης με βάση το Άρθρο 5 του Περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμο του 1991, Ν.232/91. Αυτό εσφαλμένα καθότι το Άρθρο 5 δεν τυγχάνει εφαρμογής επί εν διαστάσει συζύγων όπως είναι η παρούσα περίπτωση αλλά διαζευγμένους. (Βλ. Χαραλάμπους ν. Ζαχαρία (2002) 1 Α.Α.Δ. 1439) Η παρούσα περίπτωση που αφορά συζύγους σε διάσταση και για το θέμα που εγείρεται καλύπτεται από τα Άρθρα 3, 4 και 6 του Ν.232/91.
"Υποχρέωση διατροφής
3. Οι σύζυγοι έχουν, ανάλογα με τις δυνάμεις τους, αμοιβαία υποχρέωση διατροφής.
Διάταγμα διατροφής σε περίπτωση διάστασης
4.-(1) Αν η έγγαμη συμβίωση διακοπεί το Δικαστήριο μπορεί με αίτηση του συζύγου να εκδώσει διάταγμα διατροφής με το οποίο να διατάσσεται ο άλλος σύζυγος να καταβάλλει στον αιτητή διατροφή.
(2) Η υποχρέωση διατροφής παύει ή το ποσό της αυξάνεται ή μειώνεται, όταν το επιβάλλουν οι περιστάσεις.
Αποκλεισμός ή περιορισμός διατροφής σε περίπτωση διάστασης ή διαζυγίου
6. Η διατροφή μπορεί να αποκλειστεί ή να περιοριστεί αν αυτό επιβάλλεται από σπουδαίους λόγους, ιδίως αν ο γάμος είχε μικρή χρονική διάρκεια ή αν ο δικαιούχος βαρύνεται με σοβαρή υπαιτιότητα για τη λύση του γάμου ή τη διακοπή της συμβίωσης ή αν προκάλεσε εκούσια την απορία του."
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξετάζοντας το επίδικο αυτό θέμα, αποδέκτηκε την εκδοχή της Εφεσίβλητης και συγκεκριμένα ότι αυτή καθ' όλη την διάρκεια του γάμου τους, για μακρά σειρά ετών, εργαζόταν πάντοτε στις οικογενειακές επιχειρήσεις του Εφεσείοντα με αποτέλεσμα να μην είναι μέλος της ευρύτερης αγοράς εργασίας, ήτοι να εργοδοτείται από τρίτους. Επίσης ότι αναζήτησε εργασία του είδους που έκανε όλα αυτά τα έτη, από συγκεκριμένη εταιρεία, εταιρεία Τσόκκος, πλην όμως δεν εργοδοτήθηκε λόγω της ηλικίας της, 51 ετών και λόγω του ότι δεν γνώριζε ρωσσικά. Περαιτέρω ότι δεν ενεγράφη στο Γραφείο Εργασίας διότι "δικά της άτομα" στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις της είπαν ότι λόγω της ηλικίας της και των γνώσεων της ήτο πολύ δύσκολο να βρει εργασία.
Παράλληλα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν παρέλειψε να επισημάνει την μαρτυρία του Εφεσείοντα επί του θέματος. Παρατίθεται αυτούσιο το σχετικό μέρος της απόφασης:
"Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι ενώ ο Καθ' ου η αίτηση προωθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τη θέση ότι η Αιτήτρια είναι πρόσωπο ικανό να εργασθεί, ότι μπορεί να εξεύρει εργασία, προκειμένου να εξασφαλίσει την αυτοσυντήρηση της, εντούτοις ο ίδιος, κατά την αντεξέταση του, αμφισβήτησε και ουσιαστικά αποδοκίμασε την πιο πάνω δική του θέση. Αναφέρομαι συγκεκριμένα, στο πιο κάτω απόσπασμα από την αντεξέταση του.
"Α. Η Αιτήτρια δεν εργάστηκε ποτέ της ωράρια αλλά αμοίβετουν κανονικά. Η κυρία ήταν για καφέδες, κομμωτήρια, η κυρία ήταν μόνο για να πληρωθεί. Δεν ξέρει ούτε κρατήσεις να κάνει.""
Έχοντας υπόψιν τα πιο πάνω και ιδιαίτερα τα όσα ανέφερε ο Εφεσείων για τις ικανότητες της Αιτήτριας η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήτο αναπόφευκτη στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης.
Οι λόγοι έφεσης 4 και 5 απορρίπτονται.
Με τους υπόλοιπους τρεις (3) λόγους έφεσης ο Εφεσείων προσβάλλει ως εσφαλμένη την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την εισοδηματική κατάσταση τόσο του ιδίου (6ος λόγος) όσο και της Εφεσίβλητης (7ος λόγος) όπως και την τελική του κατάληξη αναφορικά με τα τελικά ποσά που επεδίκασε προς όφελος της Εφεσίβλητης ως διατροφή της.
Στήριξε τους πιο πάνω λόγους αναφορικά με την εισοδηματική ικανότητα του Eφεσείοντα στην έλλειψη μαρτυρίας για το θέμα αυτό με αποτέλεσμα η κατάληξη να είναι ατεκμηρίωτη. Είναι παραδεκτό ότι η Εφεσίβλητη διαθέτει μηνιαίο εισόδημα ύψους €400.- από ενοικίαση οικίας της. Ήταν ο ισχυρισμός του Εφεσείοντα ότι η Εφεσίβλητη λαμβάνει επίσης υπό μορφή μερίσματος από οικογενειακή επιχείρηση, το ποσό των €600.-, θέση την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποδέχτηκε.
Παρατηρούμε από την πρωτόδικη απόφαση ότι το Δικαστήριο κατέγραψε αρχικά τα περιουσιακά στοιχεία του Εφεσείοντα από τα οποία αντλούσε εισοδήματα αρκετών χιλιάδων ευρώ ετησίως, σύμφωνα με την μαρτυρία της Εφεσίβλητης. Αξιολογώντας την μαρτυρία του Εφεσείοντα αναφορικά με τα εισοδήματα του, έκρινε ότι αυτός προσπαθούσε να αποφύγει "να δώσει οποιεσδήποτε πληροφορίες για την εν γένει οικονομική και περιουσιακή του κατάσταση.. ήτοι μια προσπάθεια μη αποκάλυψης της εισοδηματικής και περιουσιακής του κατάστασης ώστε η μαρτυρία αυτή να μην μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περίπτωση έγερσης αγωγής περιουσιακών διαφορών συζύγων". Ακολούθως, καταγράφονται αποσπάσματα μαρτυρίας από την αντεξέταση του Εφεσείοντα όπου, σύμφωνα με το πρωτόδικο Δικαστήριο, ο Εφεσείων αποφεύγει να αποκαλύψει την εισοδηματική του ικανότητα.
Εξετάσαμε με προσοχή όλα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μας και ανατρέξαμε στα πρακτικά της υπόθεσης όπου αυτό ήταν αναγκαίο.
Το Άρθρο 3 του Ν.232/1991 ορίζει ότι οι σύζυγοι έχουν, ανάλογα με τις δυνάμεις τους, αμοιβαία υποχρέωση διατροφής. Συναφώς η οικονομική κατάσταση του υπόχρεου είναι ουσιώδες στοιχείο προκειμένου να αποτελέσει την αφετηρία για την λειτουργία της πιο πάνω διάταξης και η απόδοση δικαιοσύνης στο πλαίσιο των διατάξεων του Νόμου. Ο υπόχρεος θα πρέπει να προβαίνει σε ειλικρινή και πλήρη αποκάλυψη εφόσον εκείνος είναι που γνωρίζει την όλη κατάσταση των πραγμάτων. Στην Δημητρίου ν. Περδίου (2005) 1(Β) Α.Α.Δ. 1418 έχει αναφερθεί σε σχέση με συνεισφορά για διατροφή ανήλικου παιδιού - ότι ενυπάρχει υποχρέωση στους υπόχρεους (γονείς) όπως προβαίνουν σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη των πραγματικών τους εισοδημάτων και όχι μόνο των εξόδων τους.
Επανερχόμενοι στην υπό εξέταση υπόθεση είμαστε της γνώμης ότι δεν υπάρχουν περιθώρια επέμβασης μας. Είναι εμφανής, από τη μαρτυρία του Εφεσείοντα, η προσπάθεια απόκρυψης της εισοδηματικής του ικανότητας και όχι μόνο και δεν μπορεί τώρα να παραπονείται ότι η κρίση του Δικαστηρίου δεν είναι ορθή. Το Δικαστήριο κινήθηκε στις ορθές παραμέτρους της νομολογίας και κατέληξε ότι η εισοδηματική του ικανότητα ήταν πέραν των €1.500 μηνιαίως που ο ίδιος δήλωσε ως εισοδήματα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες ενώ κατά τους χειμερινούς μήνες παίρνει ανεργιακό επίδομα.
Το ίδιο συμβαίνει και με τα έσοδα της Εφεσίβλητης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε ότι το μόνο της εισόδημα είναι €400 μηνιαίως από ενοικίαση οικίας της ενώ πολύ ορθά απέρριψε ότι λαμβάνει οποιοδήποτε μέρισμα από την επιχείρηση εστιατορίου στον Πρωταρά η οποία ανήκει στον πατέρα και αδέλφια της, εύρημα το οποίο δεν προσβάλλεται με την Έφεση. Πρόσθετα, το Δικαστήριο έλαβε υπόψιν του και το ανεργιακό επίδομα που έλαβε η Εφεσίβλητη για την περίοδο Νοεμβρίου 2016 - Μάρτιο 2017, ύψους €2.267. Η προσέγγιση της μαρτυρίας ενώπιον του κρίνεται καθόλα ορθή και ασφαλής.
Τέλος και σε σχέση με τον όγδοο λόγο έφεσης, παρατηρούμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού κατέληξε ότι τα έξοδα της Εφεσίβλητης είναι €550 μηνιαίως - εύρημα για το οποίο ο Εφεσείων δεν παραπονείται, υπολόγισε εν συνεχεία το ποσό των €150.- ως συνεισφορά του Εφεσείοντα, καθορισμός ο οποίος είναι καθόλα ευνοϊκός για τον Εφεσείοντα έστω και με εισόδημα €1.500 μηνιαίως. Δεν υπάρχει όμως αντέφεση και συνεπώς δεν θα επεκταθούμε προς το θέμα αυτό.
Η Διαταγή για Διατροφή συζύγου, σύμφωνα με τον Νόμο, Άρθρο 9(2) μπορεί να ανατρέξει στον χρόνο υποβολής της αίτησης και αυτό έπραξε το πρωτόδικο Δικαστήριο, ορθά κατά την κρίση μας.
Η Έφεση κατά συνέπεια θα πρέπει να απορριφθεί και απορρίπτεται με €2.500 έξοδα εις βάρος του Εφεσείοντα.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
/γκ