ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Παρπαρίνος, Λεωνίδας Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Λ. Πατσαλίδου(κα) για Λουκή Γ. Λουκαϊδηamp;amp;amp; Σία ΔΕΠΕ, για εφεσείοντα. Μ. Αναστασίου (κα) για Γενικό Εισαγγελέα, για εφεσίβλητο. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2021-02-17 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΤΩΝΙΟΥ v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 31/14, 17/2/2021 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2021:A51

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 31/14)

 

17Φεβρουαρίου, 2021

 

[ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

XXX ΑΝΤΩΝΙΟΥ

Εφεσείων

ΚΑΙ

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εφεσίβλητος

---------

 

 

Λ. Πατσαλίδου(κα) για Λουκή Γ. Λουκαϊδη& Σία ΔΕΠΕ, για εφεσείοντα.

Μ. Αναστασίου (κα) για Γενικό Εισαγγελέα, για εφεσίβλητο.

 

------------

 

Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.:  Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.:  Ο περί Κατ'  Έφεση Ανατροπής Ποινής Φυλάκισης (Αποζημίωση) Νόμος του 2001, Ν. 144(Ι)/2001 προέβλεψε τη δυνατότητα επιδίκασης αποζημίωσης σε πρόσωπα που εξέτισαν ποινή φυλάκισης και η ποινή ανατράπηκε αργότερα κατ'  έφεση με αποτέλεσμα την αθώωση τους.   Προϋπόθεση είναι η υποβολή αίτησης εντός τριών μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της κατ'  έφεση απόφασης προς τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών (άρθρο 4(1) του Νόμου).  Ο Διευθυντής αποστέλλει την αίτηση στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και αφού λάβει σχετική γνωμάτευση κοινοποιεί στον δικαιούχο, μέσα σε τρεις μήνες από την ημέρα υποβολής της αίτησης, την απόφαση του να την απορρίψει ή να προσφέρει καθορισμένο ποσό αποζημίωσης (άρθρο 4(3) και (4)).  Σε περίπτωση παράλειψης του Διευθυντή να απαντήσει μέσα σε τρεις μήνες από την υποβολή της αίτησης, ο δικαιούχος δύναται να εγείρει αγωγή για αποζημίωση μέσα σε περίοδο τριών μηνών από την ημέρα εκπνοής της χρονικής προθεσμίας των τριών μηνών εντός της οποίας ο Διευθυντής όφειλε να απαντήσει στην αίτηση του (άρθρο 4(6)).  Όλες οι προθεσμίες που αναφέρονται στον εν λόγω Νόμο είναι ανατρεπτικές (άρθρο 6).

 

Στην υπό εξέταση περίπτωση το αμφισβητούμενο ζήτημα αφορούσε στο κατά πόσο ο εφεσείοντας, με δεδομένο ότι η ποινή φυλάκισης 45 ημερών που του είχε επιβληθεί ανατράπηκε κατ'  έφεση και αθωώθηκε, έχοντας όμως εκτίσει την ποινή του, είχε τηρήσει την προϋπόθεση περί αποστολής προς τον Γενικό Διευθυντή της σχετικής αίτησης μέσα σε τρεις μήνες από την ημερομηνία έκδοσης της κατ'  έφεση απόφασης. Ήταν η δική του εκδοχή ότι τούτο είχε πράξει, προς υποστήριξη της οποίας έδωσε μαρτυρία ο ίδιος και κάλεσε ως μάρτυρα του και την υπάλληλο του γραφείου του δικηγόρου του, τη ΜΕ2.  Αυτή αναγνώρισε στο δικαστήριο το τεκμήριο 6 ως την επιστολή ημερ. 21.11.2006 την οποία αφού δακτυλογράφησε απέστειλε αυθημερόν με απλό ταχυδρομείο χωρίς να επιστραφεί πίσω. 

 

Στον αντίποδα ήταν η μαρτυρία της ΜΥ1 η οποία εργάζεται στο αρχείο του Υπουργείου Οικονομικών στη Λευκωσία.  Ανέφερε ότι στα πλαίσια των καθηκόντων της παραλαμβάνει όλη την αλληλογραφία που καταφθάνει στο Υπουργείο Οικονομικών και όλα τα έγγραφα που παραλαμβάνονται, είπε, σφραγίζονται με την ημερομηνία παραλαβής.  Από τον έλεγχο στον οποίο προέβη, ειδικότερα στο σχετικό φάκελο που καταχωρούνται οι επιστολές οι οποίες αφορούν σε αιτήσεις προσώπων με βάση τον εν λόγω Νόμο, διαπίστωσε ότι δεν παραλήφθηκε η κατ'  ισχυρισμό επιστολή ημερ. 21.11.2006.  Μόνο μια πολύ μεταγενέστερη επιστολή υπάρχει στο σχετικό αρχείο.  Πρόκειται για επιστολή από τους δικηγόρους του εφεσείοντα με ημερομηνία 4.5.2007 στην οποία γινόταν αναφορά στην κατ'  ισχυρισμό επιστολή ημερ. 21.11.2006, με συνημμένο αντίγραφο της και με την οποία διδόταν προειδοποίηση για λήψη δικαστικών μέτρων.  Ήταν η θέση της ΜΥ1 ότι ουδέποτε στάληκε η επιστολή ημερ. 21.11.2006 αρνούμενη, ειδικότερα, την υποβολή ότι η επιστολή αυτή παρελήφθη στο Υπουργείο Οικονομικών, αλλά την έχασαν.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο αξιολόγησε τις δύο εκδοχές, απορρίπτοντας εκείνη του εφεσείοντα.  Ο εφεσείων, σημείωσε το δικαστήριο, λογικά ανέμενε απάντηση εντός τριών μηνών ως αφετηρία για τη δική του πλέον προθεσμία να καταχωρίσει αγωγή εντός περαιτέρω τριών μηνών.  Κατά συνέπεια, κατέληξε το δικαστήριο, ο εφεσείων είχε κάθε λόγο να παρακολουθεί το ζήτημα για να συμμορφωθεί με τις προθεσμίες και δεν έκρινε ως πειστική η θέση περί ενδιαφέροντος και αποστολής νέας επιστολής παρά μόνο στις 4.5.2007.  Από την άλλη έλαβε υπόψιν του την σαφή θέση της ΜΥ1 ότι τέτοια επιστολή δεν υπάρχει στο αρχείο και ειδικότερα στο συγκεκριμένο σχετικό φάκελο του Υπουργείου, κάτι που υποδηλώνει ότι δεν απεστάλη.  Υπενθυμίζουμε την άρνηση της ΜΥ1 όταν της υποβλήθηκε ότι η επιστολή χάθηκε, υποβολή για την οποία δεν υπήρχε οποιαδήποτε μαρτυρία που να την στηρίζει. 

 

Για άλλη μια φορά είμαστε υποχρεωμένοι να επαναλάβουμε την αποκρυσταλλωμένη αρχή ότι το Ανώτατο Δικαστήριο ως Εφετείο δεν επεμβαίνει στην αξιολόγηση της μαρτυρίας ή στη διατύπωση ευρημάτων ή την εξαγωγή συμπερασμάτων,  ζητήματα τα οποία εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των πρωτοδίκων δικαστηρίων.  Επέμβαση δικαιολογείται μόνο όταν η κρίση ως προς την αξιοπιστία και τα ευρήματα του δικαστηρίου αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία, θεωρούμενη στο σύνολο της ή από τα ίδια τα ευρήματα (βλ. μεταξύ άλλων Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1998) 2 ΑΑΔ 104, 120, Παπακοκκίνου κ.α. ν. Δήμου Πάφου (Αρ. 1) (1998) 1Β ΑΑΔ 634, 648).

 

Εν προκειμένω δεν δικαιολογείται επέμβαση στα ευρήματα στα οποία ευλόγως, όπως σαφώς φαίνεται από όσα έχουμε αναφέρει, κατέληξε το πρωτόδικο δικαστήριο. 

Η έφεση θα απορριφθεί.  Λαμβάνοντας όμως υπόψιν το γεγονός ότι ο εφεσείων εξέτισε ποινή φυλάκισης σε υπόθεση που εν τέλει αθωώθηκε και ότι η απαίτηση του δυνάμει του Νόμου 144(Ι)/2001 δεν απορρίφθηκε επί της ουσίας της αλλά λόγω παράλειψης τήρησης της προθεσμίας, θεωρούμε ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις να μην εκδώσουμε διαταγή για έξοδα.

 

Η έφεση απορρίπτεται.  Καμιά διαταγή για έξοδα.

 

                                                                   Λ. Παρπαρίνος, Δ.

 

                                                                   Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

 

                                                                   Ι. Ιωαννίδης, Δ.

 

 

/φκ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο