ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Δημητριάδου-Ανδρέου, Λένα Α. Κασιανής και Α. Στυλιανού, για Ανδρέας Θ. Μαθηκολώνης ΔΕΠΕ, για τους Αιτητές. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2020-12-15 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ PAFICO DEVELOPERS LTD ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΙΚΑΡΔΟΥ ΓΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΑΚΥΡΩΤΙΚΟΥ - CERTIORARI ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗΣ - PROHIBITION ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ, Πολιτική Αίτηση Αρ. 226/2020, 15/12/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2020:D438

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 226/2020)

 

 

15 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ, 2020

 

 

[ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

 

KAI

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ PAFICO DEVELOPERS LTD ΚΑΙ ΤΟΥ χχχ ΦΙΚΑΡΔΟΥ ΓΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΑΚΥΡΩΤΙΚΟΥ - CERTIORARI ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗΣ - PROHIBITION ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΑΦΟΥ ΗΜΕΡ. 19/11/2020 ΣΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 04/08/2020 ΠΟΥ ΚΑΤΑΧΩΡΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΑΡ. 704/2020, ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ ΤΗΣ ΟΠΟΙΑΣ ΕΠΙΣΥΝΑΠΤΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΩΣ ΤΕΚΜΗΡΙΟ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΥΠ' ΑΡ. 704/2020 ΠΟΥ ΕΚΚΡΕΜΕΙ ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

 

 

Α. Κασιανής και Α. Στυλιανού, για Ανδρέας Θ. Μαθηκολώνης ΔΕΠΕ, για τους Αιτητές.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

                                 (Δόθηκε αυθημερόν)

 

 

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου εκκρεμεί η Αγωγή 704/2020 με την οποία οι Ενάγοντες αξιώνουν εναντίον των Εναγομένων την έκδοση διαφόρων Διαταγμάτων με τα οποία να κηρύττονται ως άκυρες τόσο οι διαδικασίες εκποίησης των υποθηκών, όσο και οι ίδιες οι υποθήκες που οι Ενάγοντες παραχώρησαν προς όφελος των Εναγομένων, υπό στοιχεία Υ5000/07, Υ4990/07, Υ5002/07, Υ4998/07, Υ4982/09 και Υ4305/08.

 

Στις 4/8/2020 καταχωρήθηκε Αίτηση για έκδοση προσωρινών Διαταγμάτων με τα οποία να απαγορεύεται στην Εναγόμενη 1 να προχωρήσει σε διαδικασία εκποίησης και/ή με τα οποία να ανασταλούν οι υφιστάμενες διαδικασίες εκποίησης των ακινήτων τα οποία αποτελούν αντικείμενο πιο πάνω υποθηκών.

 

Ακολούθησε στις 4/10/2020 καταχώριση μονομερούς αίτησης για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων, με τα οποία να απαγορεύεται στην Εναγόμενη 1 να προβεί στην εγγραφή και/ή μεταβίβαση των ενυπόθηκων ακινήτων που βαρύνονται με την υποθήκη Υ5000/07 του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Πάφου μέχρι την εκδίκαση και/ή αποπεράτωση της Αίτησης ημερ. 4/8/2020.

 

Το αιτούμενο με την Αίτηση ημερ. 4/10/2020 Διάταγμα εκδόθηκε στις 7/10/2020. Ακολούθησε η εκδίκαση της Αίτησης ημερ. 4/8/2020 στην οποία εκδόθηκε στις 19/11/2020 η επίδικη Απόφαση, αντικείμενο της υπό κρίση Αίτησης, με την οποία αυτή απερρίφθη.

 

Οι Αιτητές θεωρούν ότι η πιο πάνω Απόφαση εκδόθηκε καθ΄ υπέρβαση εξουσίας και ότι είναι προϊόν εξόφθαλμων νομικών σφαλμάτων και με την παρούσα Αίτηση ζητούν, αφενός να τους δοθεί άδεια για την καταχώριση Αίτησης προς έκδοση εντάλματος Certiorari που να ακυρώνει την Απόφαση ημερ. 19/11/2020 και αφετέρου, όπως ανασταλεί η εκτέλεση της εν λόγω Απόφασης για όσο χρόνο ήθελε καθορίσει το Ανώτατο Δικαστήριο.

 

Η Αίτηση συνοδεύεται από Έκθεση, το περιεχόμενο της οποίας υιοθετείται από ένορκη δήλωση του χχχ Φικάρδου, όπου βασικά προβάλλονται τα εξής:

 

1.   Η Απόφαση εκδόθηκε ένεκα νομικής και/ή πραγματικής και/ή ουσιαστικής πλάνης του Δικαστηρίου η οποία είναι καταφανής από την Απόφαση και/ή το πρακτικό της υπόθεσης και/ή από τα έγγραφα και/ή δικογραφία στο φάκελο του Δικαστηρίου και/ή καθ΄ υπέρβαση εξουσίας και/ή δικαιοδοσίας εφόσον το Δικαστήριο εσφαλμένα αποφάσισε ότι έπρεπε να καθοδηγηθεί ως προς την έκδοση της Απόφασης του από τις γενικές αρχές του ’ρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 χωρίς προηγουμένως να εξετάσει αν μπορούσε να εκδώσει τα αιτούμενα Διατάγματα με βάση το ’ρθρο 4 του Κεφ. 6.

 

2.   Η Απόφαση παραβιάζει τα συνταγματικά δικαιώματα των Αιτητών/Εναγόντων όσον αφορά την ιδιοκτησία και δίκαιη δίκη τα οποία διασφαλίζονται από τα αντίστοιχα ’ρθρα 23 και 30 του Συντάγματος εφόσον το Δικαστήριο αποφάσισε να μην εξετάσει τα αιτήματα των Αιτητών υπό το πρίσμα του ’ρθρου 4 του Κεφ. 6 το οποίο είναι δικαιοδοτικό άρθρο και εξειδικευμένο για περιπτώσεις όπου το αίτημα αφορά την προστασία περιουσίας η οποία αποτελεί το αντικείμενο της Αγωγής.

 

3.   Κατά την έκδοση της Απόφασης το Δικαστήριο δεν ακολούθησε                    τη θέση της παρατεθείσας από τους Ενάγοντες/Αιτητές                     νομολογίας αναφορικά με το θέμα της φερεγγυότητας ή μη της Εναγόμενης 1 προβαίνοντας αντ΄ αυτού σε άκρως επισφαλές εύρημα ότι η Εναγόμενη 1 είναι φερέγγυα και θα είναι σε θέση να αποζημιώσει τους Ενάγοντες/Αιτητές σε περίπτωση επιτυχίας των Αιτητών/Εναγόντων στις αξιώσεις της Αγωγής τους χωρίς οι Εναγόμενοι να είχαν προσφέρει ικανοποιητική μαρτυρία που να αποδεικνύει την φερεγγυότητα της Εταιρείας.

 

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των Αιτητών προώθησαν τους προαναφερθέντες Λόγους με γραπτή αγόρευση, αλλά και δια ζώσης κατά την επ΄ ακροατηρίω συζήτηση της Αίτησης. Και αυτό με παραπομπή και σε σχετική νομολογία.

 

Έχω διεξέλθει με την επιβαλλόμενη προσοχή την προσβαλλόμενη Απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου καθώς επίσης και ό,τι οι Αιτητές έχουν θέσει ενώπιον μου, συμπεριλαμβανομένων και των επιχειρημάτων που ανέπτυξαν τόσο γραπτώς όσο και δια ζώσης. 

 

Να υπενθυμίσω καταρχάς ότι, σύμφωνα με πάγια και διαχρονική νομολογία, το Ανώτατο Δικαστήριο μπορεί να ασκήσει θετικά τη διακριτική του ευχέρεια για χορήγηση άδειας της εξεταζόμενης φύσεως όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται από το πρακτικό του κατώτερου Δικαστηρίου έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης[1].

 

Στην Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41 αναφέρθηκε από το Εφετείο ότι:

 

«Για την χορήγηση άδειας ο αιτητής πρέπει να ικανοποιήσει το Ανώτατο Δικαστήριο ότι έχει "εκ πρώτης όψεως" υπόθεση και/ή ότι υπάρχει "συζητήσι΅ο ζήτη΅α", στην έννοια που δόθηκε στις φράσεις αυτές στις Αγγλικές υποθέσεις Sidnell v. Wilson [1966] 1 All E.R. 681 και Land Securities v. Metropolitan Police [1983] 2 All E.R. 254, 258, οι οποίες υιοθετήθηκαν στην υπόθεση In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250. Η πλάνη περί το νό΅ο πρέπει να είναι έκδηλη στο πρακτικό. Το πρακτικό είναι η ελεγχό΅ενη απόφαση και το πρακτικό του Δικαστηρίου χωρίς προσθήκες ή ενόρκους ο΅ολογίες - (Rex v. Nat Bell Liquors Ltd. [1922] 2 A.C. 128, στη σελ. 159, Baldwin & Francis v. Patent Appeal Tribunal [1959]                  2 All E.R. 433, In re Argyrides (1987) 1 C.L.R. 23). Πλάνη νό΅ου, (error of law), όπως ειπώθηκε στην υπόθεση R. v. Preston Appeal Tribunal [1975]    2 All E.R. 807, στη σελ. 810 από τον Λόρδο Denning MR., περιλα΅βάνει εσφαλ΅ένη ερ΅ηνεία νό΅ου, ή εσφαλ΅ένη εφαρ΅ογή του νό΅ου στα γεγονότα της υπόθεσης

 

Τέτοια άδεια δεν χορηγείται όταν προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο και ειδικά έφεση, εκτός και εάν καταδειχθούν εξαιρετικές περιστάσεις εφόσον η εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου να εκδίδει προνομιακά εντάλματα αφορά σε κατάλοιπο εξουσίας και δεν αποσκοπεί στο να αντικαταστήσει τη διαδικασία της έφεσης[2] και ούτε στοχεύει στον έλεγχο της πρωτόδικης απόφασης αλλά στη νομιμότητα της απόφασης[3].

 

Όπως αναφέρεται στη νομολογία, τυχόν λανθασμένη ερμηνεία νόμου ή λανθασμένη αντίληψη του Δικαστηρίου δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα Certiorari αλλά ελέγχεται ως προς την ορθότητα της με το ένδικο μέσο της έφεσης[4]. Και τούτο, διότι η  έκδοση προνομιακού εντάλματος δεν στοχεύει στον έλεγχο της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης αλλά στη νομιμότητα της απόφασης.

 

Το ερώτημα, επομένως, που εγείρεται είναι κατά πόσο τα καταλογιζόμενα στο πρωτόδικο Δικαστήριο νομικά σφάλματα είναι κατάδηλα και η επί του θέματος απάντηση είναι, κατά την άποψή μου, αρνητική. Τούτο γιατί, εξετάζοντας τα παράπονα των Αιτητών χωριστά αλλά και συνολικά, διαμόρφωσα την άποψη ότι αυτά στοχεύουν την ορθότητα και όχι τη νομιμότητα της Απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου, θέμα για το οποίο έχουν στη διάθεση τους το ένδικο μέσο της έφεσης. Προς τούτο θεωρώ πως:

 

Αναφορικά με το πρώτο παράπονο ότι, δηλαδή, το Δικαστήριο θα έπρεπε  με δεδομένο ότι το αντικείμενο της αγωγής αποτελούσε περιουσία να εξέταζε την Αίτηση στη βάση του ’ρθρου 4 του Κεφ. 6 ανεξάρτητα από τις διατάξεις του ’ρθρου 32, το κατώτερο Δικαστήριο, αφού - ορθώς -  αναγνώρισε την αρχή ότι όταν η περιουσία είναι αντικείμενο της αγωγής τότε το ’ρθρο 4 μπορεί να εξετασθεί ανεξάρτητα από τις πρόνοιες του ’ρθρου 32, έκρινε ότι θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη οι γενικές αρχές που διατυπώνονται στο ’ρθρο 32 αφού το εν λόγω ’ρθρο έχει ευρύτερη εμβέλεια. Επισημαίνεται ότι ενώ το ’ρθρο 32 καλύπτει όλες τις περιπτώσεις παρεμπίπτοντων διαταγμάτων, το ’ρθρο 4 εφαρμόζεται μόνο στις ειδικές περιπτώσεις που καθορίζεται στο ίδιο το ’ρθρο, ήτοι αντικείμενο αγωγής και δέσμευση ακίνητης περιουσίας. Στην ABP Holdings Ltd v. Κιταλίδη κ.ά. (Αρ. 2) (1994) 1 Α.Α.Δ. 694, λέχθηκε ότι το ’ρθρο 32 δίδει ευρύτατη εξουσία στο Δικαστήριο να εκδίδει οποιοδήποτε παρεμπίπτον, απαγορευτικό ή προστακτικό διάταγμα, όταν κριθεί δίκαιο ή πρόσφορο, χωρίς να τίθεται οποιοσδήποτε περιορισμός. Λέχθηκε ακόμη ότι τα ’ρθρα 4 και 5 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, κάνουν ειδική ρύθμιση των καταστάσεων στις οποίες αναφέρονται και δεν αφαιρούν τίποτα από τις πρόνοιες του ’ρθρου 32 που προσδιορίζει το γενικό πλαίσιο της δικαιοδοσίας των Δικαστηρίων στην έκδοση του οποιουδήποτε παρεμπίπτοντος διατάγματος. Όπως έχει νομολογηθεί, η εμβέλεια του ’ρθρου 32 είναι πιο πλατιά και υπερκαλύπτει το ’ρθρο 4[5].

Παρόμοιες παρατηρήσεις και επισημάνσεις γίνονται και σε σχέση με το δεύτερο παράπονο αναφορικά με την κατ΄ ισχυρισμό παραβίαση των συνταγματικών δικαιωμάτων των Αιτητών λόγω της μη εξέτασης, ως προβάλλεται, των αιτημάτων τους υπό το πρίσμα του ’ρθρου 4 του                  Κεφ. 6.

 

Όσον αφορά το τρίτο παράπονο, είναι αρκετό να παρατηρήσω πως πρόκειται για ευρήματα στα οποία κατέληξε το κατώτερο Δικαστήριο στη βάση των γεγονότων που τέθηκαν ενώπιον του κατ΄ ενάσκηση της δικαστικής του κρίσης και η ορθότητα ή το λανθασμένο της μόνο στο πλαίσιο έφεσης μπορεί να κριθεί εφόσον, κατά την άποψη μου, δεν πρόκειται για πρόδηλο νομικό σφάλμα.

 

Όσα εκτίθενται, με όλο το σεβασμό, δεν καταδεικνύουν ούτε πασιφανές νομικό σφάλμα στην όψη του πρακτικού, ούτε υπέρβαση εξουσίας. Θα προσέθετα ότι στην προκείμενη περίπτωση εκείνο το οποίο στην πραγματικότητα επιδιώκεται υπό τον μανδύα της αίτησης για παροχή αδείας είναι να υποβληθεί έφεση επί της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, αντικείμενο της υπό κρίση Αίτησης, και όχι επί της νομιμότητας της.

 

Στη βάση των πιο πάνω, θεωρώ ότι οι Αιτητές δεν έχουν στοιχειοθετήσει εκ πρώτης όψεως θέμα που θα πρέπει να οδηγήσει στην παραχώρηση αίτησης για καταχώριση προνομιακού εντάλματος Certiorari και, εν πάση περιπτώσει, για την, κατ' ισχυρισμό, λανθασμένη απόφαση του Δικαστηρίου είχαν τη δυνατότητα να την αμφισβητήσουν με έφεση.

 

Ως εκ τούτου, η Αίτηση για άδεια απορρίπτεται.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

                                        Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,

Δ.



[1]Δέστε Kωνσταντινίδη (2003) 1 A.A.Δ. 1298 και  Περέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692.

[2]Δέστε Αναφορικά με την αίτηση των Junport International Limited κ.ά., Πολ. Έφεση 321/2017, ημερ. 2/4/2018.

[3]Δέστε, μεταξύ άλλωνΓενικός Εισαγγελέας (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42, Global Consolidation Public Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 464 και Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116.

[4] Δέστε Πέτρου Αρτέμη: Προνομιακά Εντάλματα, σελ. 127-128, Αίτηση της Νέδας Μουστερή κ.ά., Πολ. Αίτηση αρ. 150/2017, ημερ. 24/10/2017, ECLI:CY:AD:2017:D367, Αίτηση της Content Union S.A., Πολ. Αίτηση αρ. 64/2018, ημερ. 11/6/2018, ECLI:CY:AD:2018:D286 και Αίτηση Γενικού Εισαγγελέα, Πολ. Αίτηση αρ. 24/2020, ημερ. 10/3/2020.

[5]Δέστε την υπόθεση Papastratis v. Petrides (1979) 1 C.L.R. 231:

 

"Counsel for the appellant in arguing this appeal before us put in the forefront of his argument, that the trial Judge wrongly exercised his discretion in not granting the Order applied for, the following two legal propositions:

 

(a) that the trial Judge in considering the application ignored altogether the of provisions section 4 of the Civil Procedure Law, Cap. 6.

...........................................

We must say that we entirely disagree with this proposition of counsel. With the exception of cases where property is the subject matter of the action, in all other cases an application for an interlocutory order under section 4 of Cap. 6 cannot be considered independently of the provisions of section 32 of Law 14/60. Section 32 of Law 14/60 is of a wider application than section 4 of Cap. 6 and, consequently, when an application is considered under this section the provisions of section 4 of Cap. 6 are automatically taken into account". (Η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο