ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Νικόλας Κυπραίος μαζί με την Αγγελίνα Φωκά (κα) για Λ. Παπαφιλίππου και Σία ΔΕΠΕ, για τις Αιτήτριες CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2020-12-09 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤHΣ ASTROBANK PUBLIC COMPANY LIMITED ΚΑΙ ΤΗΣ EUROBANK CYPRUS LTD ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 215/2020, 9/12/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2020:D419

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 215/2020

 

9 Δεκεμβρίου, 2020

 

[Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,

 

                                                          ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

 

                                                          ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤHΣ ASTROBANK PUBLIC COMPANY LIMITED ΚΑΙ ΤΗΣ EUROBANK CYPRUS LTD ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

 

                                                          ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ, ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 6/11/2020 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 379/2020 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ EUROBANK CYPRUS LTD KAI ΤΗΣ ASTROBANK PUBLIC COMPANY LIMITED, ΚΑΤΟΠΙΝ ΑΙΤΗΣΗΣ, ΧΩΡΙΣ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ, ΤΟΥ ΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟΥ xxx ΑΖΑ, ΜΕΛΟΥΣ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ Σ.Π.Ε. ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΡΧΗΓΕΙΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 30/10/2020, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 45 ΚΑΙ 46 ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΑΡΕΜΠΟΔΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟ ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΝΟΜΩΝ ΤΟΥ 2007 ΕΩΣ 2019 (Ν. 188(Ι)/2007)

---------------

 

Νικόλας Κυπραίος μαζί με την Αγγελίνα Φωκά (κα) για Λ. Παπαφιλίππου και Σία ΔΕΠΕ, για τις Αιτήτριες

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.:  Με την υπό κρίση αίτηση που καταχωρήθηκε στις 27/11/2020 οι αιτήτριες ζητούν κυρίως:

 

«α)  Άδεια του Σεβαστού  Δικαστηρίου για την καταχώρηση Αίτησης με Κλήση για την Έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari για μεταφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο με σκοπό την ακύρωση του Διατάγματος  Αποκάλυψης ημερομηνίας 6/11/2020 του Επαρχιακού Δικαστηρίoυ Λευκωσίας που εκδόθηκε στα πλαίσια της Αίτησης Αρ. 379/2020 εναντίον των EUROBANK CYPRUS LTD και της ASTROBANK PUBLIC COMPANY LIMITED, κατόπιν Αίτησης, χωρίς ειδοποίηση, του Υπαστυνόμου xxx Αζά, μέλους του Γραφείου Διερεύνησης Θεμάτων Οικονομίας και Σ.Π.Ε. του Τμήματος Καταπολέμησης Εγκλήματος του Αρχηγείου Αστυνομίας, ημερομηνίας 30/10/2020.

 

Β.  Διάταγμα για αναστολή της ισχύος του εκδοθέντος Διατάγματος Αποκάλυψης ημερομηνίας 6/11/2020 του Επαρχιακού  Δικαστηρίου Λευκωσίας που εκδόθηκε στα πλαίσια της Αίτησης Αρ. 379/2020 μέχρι την εκδίκαση της παρούσας Αίτησης και, σε περίπτωση παραχώρησης Άδειας από το Σεβαστό Δικαστήριο, μέχρι την εκδίκαση της Αίτησης με Κλήση για την Έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari για μεταφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο με σκοπό την ακύρωση του Διατάγματος Αποκάλυψης ημερομηνίας 6/11/2020 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που εκδόθηκε στα πλαίσια της Αίτησης Αρ. 379/2020 και όπως δοθούν από το Ανώτατο Δικαστήριο όλες οι απαραίτητης συνεπακόλουθες οδηγίες.» 

 

Σύμφωνα με την Έκθεση και την Ένορκη Δήλωση της κας xxx Βενιζέλου, ημερομηνίας 27/11/2020, που συνοδεύουν την αίτηση, στις 6/11/2020 εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας διάταγμα αποκάλυψης στα πλαίσια της αίτησης αρ. 379/2020 της Αστυνομίας, ημερομηνίας 30/10/2020, εναντίον αριθμού Τραπεζών που διεξήγαγαν τραπεζικές εργασίες το 2013, περιλαμβανομένων και των Αιτητριών. Της αίτησης 379/2020 προηγήθηκε άλλη αίτηση με αρ. 288/2020,  ημερομηνίας 1/9/2020, με την οποία η Αστυνομία ζητούσε εναντίον των ιδίων Τραπεζών διάταγμα αποκάλυψης των ίδιων στοιχείων.  Εκδόθηκε σχετικό διάταγμα το οποίο προσβλήθηκε με Αιτήσεις  στο Ανώτατο Δικαστήριο  για παραχώρηση άδειας καταχώρησης διά κλήσεως αίτησης για certiorari.   Εδόθηκε η σχετική άδεια και ακολούθησε η καταχώρηση  της διά κλήσεως, αίτησης όπου  κατά τη διαδικασία αυτή  η Δημοκρατία αποδέχθηκε την ακύρωση του διατάγματος  για το λόγο ότι εκ παραδρομής είχαν παραλειφθεί από την αίτηση τα συγκεκριμένα νομοθετήματα  που στοιχειοθετούσαν τα αδικήματα. Ως αποτέλεσμα, το Δικαστήριο προχώρησε εκ συμφώνου με την ακύρωση του διατάγματος αποκάλυψης.

 

Η αίτηση της Αστυνομίας με αρ. 379/2020 συνοδεύετο από την Ένορκη Δήλωση του Υπαστυνόμου xxx Αζά, μέλους του Γραφείου
Διερεύνησης Θεμάτων Οικονομίας και ΣΠΕ του Τμήματος Καταπολέμησης Εγκλήματος του Αρχηγείου Αστυνομίας, που διερευνά τα αίτια της κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, στην οποία περιέχοντο τα γεγονότα που υποστήριζαν την αίτηση.  Όπως αναφέρεται στην Ένορκη Δήλωση, η αστυνομία διερευνούσε υπόθεση που αφορούσε στα αδικήματα: 

 

«1)  Ο περί εργασιών πιστωτικών ιδρυμάτων Νόμος 66(Ι)/1997 άρθρα 2, 30, 41 και 43.

 

2)  Ο περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμος 138(Ι)/02 άρθρα 2, 6, 48 και 65.

 

3)  Ο περί της επιβολής περιοριστικών μέτρων στις συναλλαγές Νόμος 12(Ι)/13 άρθρα 4, 5 και 7.

 

4)  Ο περί της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Ποινικοποίηση της Διαφθοράς Νόμος 23(ΙΙΙ)/2000 άρθρα 2, 3, 4, 7, 8 και 14.

 

5)  Ο περί Πρόληψης Διαφθοράς Νόμος (ΚΕΦ. 161) άρθρα 2, 3, 4 και 5.

 

6)  Ο περί του ποινικού κώδικα Νόμος Κεφ. 154 άρθρο 133 - Δόλος και κατάχρηση εμπιστοσύνης από δημόσιο λειτουργό.

 

7)  Ο περί του ποινικού κώδικα Νόμος Κεφ. 154 άρθρο 105 - Κατάχρηση εξουσίας.

 

8)  Ο περί του ποινικού κώδικα Νόμος Κεφ. 154 άρθρο 135(1)(3) - Παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου και αποκάλυψη κρατικού απορρήτου. 

 

9)  Ο περί του ποινικού κώδικα Νόμος Κεφ. 154 άρθρο 302 - Συνομωσία για καταδολίευση. 

 

10)  Ο περί αθέμιτης κτήσης περιουσιακού οφέλους από αξιωματούχους και λειτουργούς του δημοσίου Νόμος 51(Ι)/04 άρθρα (2) (3) και (4).

 

11)  Αδικήματα Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες κατά παράβαση των Άρθρων 4 και 5, του Περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες δραστηριότητες, Νόμος 188(1)/2007 όπως τροποποιήθηκε μέχρι σήμερα

 

που διαπράχθηκαν κατά η περί τα έτη 2012-2013 στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας και στο εξωτερικό.»

 

Οι νομικοί λόγοι επί των οποίων στηρίζεται η υπό κρίση αίτηση συνοψίζονται στους εξής:

 

 

1.    Υπέρβαση δικαιοδοσίας ενόψει  μη τεκμηρίωσης των προϋποθέσεων του άρθρου 46 του Νόμου 188(1)/2007 ως προς τη στοιχειοθέτηση εύλογης υποψίας για διάπραξη καθορισμένου η γενεσιουργού αδικήματος, της σχέσης των Αιτητριών με τα εξεταζόμενα αδικήματα και της συνωμοσίας για καταδολίευση οποιουδήποτε.  

2.    Μη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων δηλαδή ότι η παράβαση Εγκυκλίων της Κεντρικής Τράπεζας δεν αποτελεί ποινικό αδίκημα, ότι οι Εγκύκλιοι δεν δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα όπως προβλέπεται στο άρθρο 48(3) του  Νόμου, το χρόνο που τέθηκαν σε εφαρμογή οι Εγκύκλιοι, τη μη  παρουσίαση ενώπιον του Δικαστηρίου των Εγκυκλίων, τη μη  πληροφόρηση ως προς ποιες από τις  Τράπεζες υπέβαλαν τα 258 αιτήματα για εξασφάλιση επιλεκτικής εξουσιοδότησης πληρωμών και εκ μέρους ποιων έγιναν τα αιτήματα, τη μη πληροφόρηση της ταυτότητας των δικαιούχων τραπεζικών λογαριασμών ή της ταυτότητας των δημόσιων λειτουργών για τους οποίους υφίσταται εύλογη υποψία ότι εμπλέκονται σε αδικήματα διαφθοράς και των λόγων για τους οποίους δόθηκε άδεια για την καταχώρηση αίτησης για certiorari σε σχέση με το διάταγμα, ημερομηνίας 1/9/2020.

 

3.     Προφανές νομικό λάθος και/ή σφάλμα στην έκδοση δυσανάλογου και γενικού διατάγματος αποκάλυψης δηλαδή το Δικαστήριο ενήργησε υπό πλάνη κρίνοντας ότι δεν θα  έπρεπε να αξιολογήσει τη νομική υπόσταση των Εγκυκλίων και ότι η παράβαση τους αποτελούσε ποινικό αδίκημα, και   παρερμήνευσε την απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Re Ιακώβου κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 43/2016, ημερομηνίας 10/10/2017, ECLI:CY:AD:2017:A349.

 

 

Είναι νομολογιακά καθιερωμένο ότι το προνομιακό ένταλμα είναι εξαιρετικό μέτρο και η άδεια για έκδοση του εγκρίνεται πάντοτε με φειδώ.  Η κατάδειξη από τον Αιτητή συζητήσιμης υπόθεσης, αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση του αλλά όταν προβλέπεται άλλο ειδικό μέσο ή θεραπεία, η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου δεν ασκείται θετικά, ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίον επιδιώκεται το διάταγμα, εκτός εάν ο Αιτητής ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι συντρέχουν επαρκείς εξαιρετικές περιστάσεις (βλ. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ 878 και Μιτέλα Πολιτική Αίτηση 6/2019, ημερομηνίας 25/1/2019).

 

Η εξέταση του κατά πόσο υπάρχει συζητήσιμη υπόθεση που να δικαιολογεί επαρκώς την παραχώρηση της άδειας κρίνεται στη βάση του υλικού που τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου χωρίς εμβάθυνση στην υπόθεση (βλ. Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ κ.ά., Πολιτική Αίτηση 135/2020 ημερομηνίας 30/3/2020), ECLI:CY:AD:2020:D329Άδεια δίδεται επίσης όπου διαπιστώνεται παράβαση της φυσικής δικαιοσύνης ή καταδεικνύονται στοιχεία παρανομίας στη διαδικασία που ακολουθήθηκε (βλ. Base Metal Trading Ltd (2005) 1 (A) A.A.Δ. 1).

 

Η νομική βάση της αίτησης της Αστυνομίας στο Επαρχιακό Δικαστήριο είναι ο περί Παρεμπόδισης, Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμος του 2007 (Ν.188(Ι)/2007) και ειδικότερα τα άρθρα 45 και 46.   Σύμφωνα με το άρθρο 46(2) οι προϋποθέσεις  έκδοσης διατάγματος αποκάλυψης είναι:

«46. (1) ...................................................................................

(2) Οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) είναι οι ακόλουθες

(α) (i) Η ύπαρξη εύλογης υποψίας ότι συγκεκριμένο πρόσωπο διέπραξε ή έχει ωφεληθεί από τη διάπραξη καθορισμένου αδικήματος, ή η ύπαρξη χρηματοοικονομικής συναλλαγής η οποία δημιουργεί εύλογη υποψία ότι πρόσωπο ενέχεται σε αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή ότι η συναλλαγή ενδέχεται να σχετίζεται με τέτοια αδικήματα˙

(ii) [Διαγράφηκε]˙

(β) η ύπαρξη εύλογης υποψίας ότι η εν λόγω πληροφορία είτε μόνη της είτε σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία ενδέχεται να είναι ουσιαστικής σημασίας στις έρευνες για τις οποίες έχει υποβληθεί η αίτηση για αποκάλυψη˙

(γ) το ότι η πληροφορία δεν εμπίπτει στην κατηγορία των προνομιούχων πληροφοριών˙

(δ) η ύπαρξη εύλογης αιτίας ότι είναι προς το δημόσιο συμφέρον να παρασχεθεί ή να αποκαλυφθεί η πληροφορία, λαμβανομένου υπόψη-

(i) του οφέλους το οποίο ενδέχεται να προκύψει για την έρευνα από την αποκάλυψη ή παροχή της εν λόγω πληροφορίας˙ και

(ii) των συνθηκών κατοχής της εν λόγω πληροφορίας από τον κάτοχό της.

 

Στην αγόρευση του ο δικηγόρος των Αιτητριών έδωσε έμφαση στο ότι ο κ. Αζάς δεν αποκαλύπτει με την Ένορκη του Δήλωση τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων και την ύπαρξη μαρτυρίας που δημιουργούσε εύλογη υποψία ότι τα διέπραξαν οι Αιτήτριες.  Προτάσσει ότι ειδικά για τις Αιτήτριες δεν γίνεται καμιά αναφορά ότι εμπλέκονται στα υπό διερεύνηση αδικήματα και ούτε περιλαμβάνονται σε εκείνες τις  Τράπεζες στις οποίες αποδίδει το Επαρχιακό Δικαστήριο να   εμπλέκονται σε δραστηριότητες κατά τρόπο που δημιουργούν εύλογη υποψία διάπραξης αδικημάτων.   Εκείνο που μπορεί να εξαχθεί, κατά την εισήγηση του, είναι παραβίαση των Εγκυκλίων που όμως δεν αποτελεί ποινικό αδίκημα. Τονίζει τη παράλειψη δημοσίευσης των συγκεκριμένων Εγκυκλίων στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και τη μη παρουσίαση τους  ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, παράλειψη που αποσκοπούσε, κατά τον δικηγόρο,  σε παραπλάνηση του Δικαστηρίου  εφόσον επ' αυτών ουσιαστικά στηρίζοντο οι ισχυρισμοί της Αστυνομίας για διάπραξη ποινικών αδικημάτων. Εντάσσει δε το θέμα των Εγκυκλίων στο λόγο που αναφέρεται σε απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων.

 

   Προβάλλει επίσης θέμα έκδοσης δυσανάλογου διατάγματος αποκάλυψης, εφόσον αναφέρεται σε  όλους τους λογαριασμούς που αποσκοπεί ουσιαστικά σε αλίευση μαρτυρίας, περιλαμβανομένων και των κατόχων λογαριασμών για τους οποίους δεν στοιχειοθετείται εύλογη υποψία.

  

Εξέτασα τις εισηγήσεις του δικηγόρου της Αιτήτριας υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας και νομοθεσίας σε συνάρτηση με τα στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστή με την Ένορκη Δήλωση του κ. Αζά.

 

Για σκοπούς και μόνο εξέτασης της υπό κρίση αίτησης στη βάση των δεδομένων ενώπιον μου, κρίνω ότι εκ πρώτης όψεως οι Αιτήτριες έχουν στοιχειοθετήσει συζητήσιμη υπόθεση κατά πόσο πληρούντο οι προϋποθέσεις έκδοσης του διατάγματος σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 45 και 46 του Ν.188(1)/2007 τόσο από νομική θεώρηση όσο και γεγονότων.  Ιδιαίτερα κατά πόσο διαπράχθησαν συγκεκριμένα αδικήματα και ποιά η σχέση των Αιτητριών με αυτά.

Σημειώνεται ότι ειδικά για τις Αιτήτριες δεν γίνεται καμιά αναφορά στην παράγραφο 23 της Ε/Δ του κ. Αζά ότι προέβησαν σε ύποπτες συναλλαγές που έγιναν μετά τις 15/3/2013.   Η μη συγκεκριμενοποίηση των αδικημάτων που προκύπτουν από τη νομοθεσία που παρατίθεται στην Ε/Δ του κ. Αζά επί της οποίας  κατ' ισχυρισμό βασίζονται τα υπό διερεύνηση αδικήματα, όπου τα άρθρα που παρατίθενται, στις πλείστες περιπτώσεις δημιουργούν περισσότερα του ενός αδικήματα και των γεγονότων που τα περιβάλλουν, χωρίς ιδιαίτερη εμβάθυνση στην υπόθεση, δικαιολογεί επαρκώς την παραχώρηση άδειας για certiorari.

 

Σ' όσον αφορά την εισήγηση περί  απόκρυψης της διαδικασίας στην Αίτηση για έκδοση certiorari κατά του διατάγματος ημερομηνίας 1/9/2020,  που είχε ως αποτέλεσμα την εκ συμφώνου ακύρωση του, κρίνω ότι δεν ήταν ουσιώδες στοιχείο που η παράλειψη αναφοράς του πλήττει καθ' οιονδήποτε τρόπο τις θέσεις του κ. Αζά στην Ένορκη του Δήλωση ως προς τη συνδρομή των προϋποθέσεων έκδοσης του διατάγματος αποκάλυψης, στη βάση του άρθρου 46(2) του Νόμου 188(1)/2007.  Η υπόθεση Edrinotio Ltd κ.ά.,  Πολιτική Έφεση Αρ. 363/2012, ημερομηνίας 3/7/2015, ECLI:CY:AD:2015:D477, στην οποίαν παρέπεμψε ο δικηγόρος των Αιτητριών, προς υποστήριξη της σχετικής εισήγησης του, καθιστά σαφές ότι η υποχρέωση αποκάλυψης εξαντλείται στην παράθεση εκείνων των στοιχείων τα οποία είναι ουσιαστικής μορφής με δεδομένη τη φύση των αιτούμενων διαταγμάτων προς το σκοπό το Δικαστήριο να έχει τη δυνατότητα σφαιρικής εκτίμησης της υπόθεσης και εξέτασης της κάτω από τις προϋποθέσεις του άρθρου 46 του πιο πάνω Νόμου που αφορούσε η υπόθεση. 

Το θέμα της μη αποκάλυψης των υπολοίπων στοιχείων εντάσσεται στα πλαίσια ικανοποίησης των προϋποθέσεων του άρθρου 46(2) του Ν. 188(1) του 2007, θέμα για το οποίο αποκαλύπτεται, όπως αναφέρω ανωτέρω, συζητήσιμη υπόθεση.  

 

Ως προς την τυχόν ύπαρξη άλλου ένδικου μέσου προσβολής του διατάγματος, ενόψει των προνοιών του άρθρου 72(2) του Νόμου 188(Ι)/2007 που αποκλείει το δικαίωμα άσκησης έφεσης σε διατάγματα δυνάμει των άρθρων 45 και 46 του Νόμου,  δεν φαίνεται να υπάρχει. 

 

Παραθέτω το άρθρο 72(2):

 «(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 25 του περί Δικαστηρίων Νόμου, διατάγματα που εκδίδονται ή/και αποφάσεις του Δικαστηρίου που λαμβάνονται με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, με εξαίρεση το διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει των άρθρων 45 και 46 αυτού, υπόκεινται σε έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο, με εφαρμογή κατ' αναλογίαν των σχετικών διατάξεων του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.»

 

 

 

Σύμφωνα με τα πιο πάνω δίνεται άδεια για την καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως για certiorari με σκοπό την ακύρωση του διατάγματος αποκάλυψης, ημερομηνίας 6/11/2020, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που εκδόθηκε στα πλαίσια της αίτησης υπ.' αρ. 379/2020, σ' όσον αφορά τις Αιτήτριες, για το λόγο που αναφέρω ανωτέρω.  Διατάσσεται η αναστολή της ισχύος του επίδικου διατάγματος μέχρι εκδίκασης της διά κλήσεως αίτησης.  Η διά κλήσεως αίτηση να καταχωρηθεί εντός 8 ημερών και να ορισθεί στις 18/12/2020 η ώρα 8.45 π.μ.

 

 

                                                                        Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

/Α.Λ.Ο.

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο