ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Φάνος Ν. Επιφανίου Λτδ ν. Ντίνας Μελάρτα και Άλλων (2002) 1 ΑΑΔ 654
Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Αντώνη Κλεάνθους (2013) 1 ΑΑΔ 158
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2020:D384
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 192/2020)
13 Νοεμβρίου, 2020
[Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxx ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΚΑΙ/Ή ΑΠOΦΑΣΗ
ΗΜΕΡ. 06/10/2020 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΝ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
________________________
Μαρία Χριστοφή, για Αντωνάκης Σωτηρίου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Ο αιτητής στην υπό εξέταση μονομερή αίτηση, (η αίτηση), είναι, επίσης, αιτητής στην αίτηση αρ. K2/2018 ενώπιον του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων που συνεδριάζει στη Λάρνακα. Με την εν λόγω αίτηση, ζητά την ακύρωση απόφασης που εκδόθηκε εναντίον του, ερήμην, στις 19.12.2017, στην αίτηση αρ. Ε32/2017 του ιδίου Δικαστηρίου. ΄Οπως αναφέρεται στο πρακτικό του Δικαστηρίου στην αίτηση αρ. Κ2/2018 ημερομηνίας 6.10.2020, η ακρόασή της είχε αρχίσει προ πολλού και θα συνέχιζε κατά την ημερομηνία εκείνη.
Τα θέματα στα οποία αφορά η αίτηση ανέκυψαν κατά την προσφορά της μαρτυρίας δύο μαρτύρων, τις οποίες είχε καλέσει ο αιτητής κατά τη συνέχιση της ακρόασης της αίτησης αρ. Κ2/2018. Συγκεκριμένα, είναι η θέση του πως, σε κάποιες περιπτώσεις, το εκδικάζον Δικαστήριο παρενέβη στη διαδικασία, καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας του, ή κατά τρόπο που υπέπεσε σε «νομικά σφάλματα που προκύπτουν έκδηλα επί του πρακτικού ημερομηνίας 06/10/2020». Αυτά επισημαίνονται στην ένορκη δήλωση η οποία υποστηρίζει την αίτηση, (η ένορκη δήλωση), με παραπομπές στο πρακτικό της πιο πάνω ημερομηνίας, το οποίο επισυνάπτεται σε αυτή. Τα διαμειφθέντα κατά τη διάρκεια της ακρόασης εμφανίζονται στις σελίδες 12 και 13 του πρακτικού. ΄Εχουν δε ως εξής:-
«κα Θεοδούλου: ΄Εχω ένσταση, για τους ίδιους λόγους. Εννοώ ότι δεν κατατέθηκε το έγγραφο. Επιχειρείται να κατατεθεί μαρτυρία επί του ίδιου εγγράφου και επί του ίδιου σημείου.
Δικαστήριο (προς κα Θεοδούλου): Ναι αλλά αυτό που εισηγείστε είναι ότι επιχειρείται να κατατεθεί μαρτυρία η οποία είναι εκτός δικογράφων;
κα Θεοδούλου: Από την παράγραφο από την οποία παρέπεμψε η συνάδελφός μου προηγουμένως, η παράγραφος 17 της τροποποιημένης αίτησης δεν υπάρχει κάποια δικογράφηση κατά τη δική μου προσέγγιση.
Δικαστήριο (προς κα Θεοδούλου): ΄Αρα η ένστασή σας σχετίζεται με το κατά πόσο είναι δικογραφημένος ισχυρισμός;
κα Θεοδούλου: Μάλιστα.
Δικαστήριο (προς κα Θεοδούλου): Και λέτε ότι η παράγραφος 17 δεν καλύπτει τον Αιτητή.
κα Θεοδούλου: Σωστά.
Δικαστήριο: Κυρία Χριστοφή, ποια είναι η θέση σας;
κα Χριστοφή: Κύριε Πρόεδρε, καταρχάς θα παρακαλούσα αν μπορεί να μου ξεκαθαριστεί αν η συνάδελφος εμμένει στο πρώτο μέρος της ένστασης γιατί είχα αντιληφθεί ότι είχε κάποια άλλη ένσταση και μετά άλλαξε.
Δικαστήριο: Εγώ ζήτησα να διευκρινίσει πού εδράζει η ένσταση. Η κυρία Θεοδούλου είχε κάνει αναφορά σε ένα έγγραφο για το οποίο μετά συγκεκριμενοποίησε, αν έχω αντιληφθεί σωστά, ότι η ένστασή της εδράζεται στη μη δικογράφηση, έτσι;
κα Θεοδούλου: Ναι.»
Τα πιο πάνω ήταν από τη μαρτυρία της πρώτης μάρτυρος, η οποία κατέθεσε στο Δικαστήριο κατά την προαναφερθείσα ημερομηνία. Ο αιτητής εκφράζει το ίδιο παράπονο σε σχέση και με τη δεύτερη μάρτυρα, η οποία, επίσης, κατέθεσε κατά την ίδια δικάσιμο. Αναφέρει, συναφώς, στην παράγραφο 16 της ένορκης δήλωσης, ότι το θέμα: «..., δεν περιορίζεται μόνο στη χωρίς νομικό υπόβαθρο άρνηση του Δικαστηρίου να επιτρέψει τις ερωτήσεις, αλλά κυρίως στη συνολική συμπεριφορά του δικαστηρίου το οποίο απέτρεπε την υποβολή οποιασδήποτε ερώτησης επιχειρείτο προς τη μάρτυρα γεγονός που εύλογα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο αιτητής στερήθηκε του δικαιώματος εξέτασης, παρουσίασης και απόδειξης της υπόθεσής του όπως ο ίδιος επιθυμεί.» Προς υποστήριξη της πιο πάνω θέσης, γίνεται, και πάλι, παραπομπή στο πρακτικό της 6.10.2020 και, συγκεκριμένα, σε αποσπάσματα από τις σελίδες 24, 25 και 26 αυτού, όπου έχουν λεχθεί τα εξής:-
«Δικαστήριο (προς κα Χριστοφή): Αν ανακυκλώνετε τις ίδιες ερωτήσεις, κυρία Χριστοφή, μπορεί να αντιμετωπίσετε εσείς πρόβλημα από εδώ και στο εξής. Για αυτό, σας παρακαλώ, δεν θέλω να επανέρχεστε με την ίδια ερώτηση. Μην με αναγκάσετε να φτάσω σε άλλα πράγματα.»
«Δικαστήριο (προς κα Χριστοφή): Εντάξει. Αντιλαμβάνομαι ότι ανακυκλώνετε την ίδια σας θέση. Δεν χρειάζεται να ενδιατρίψετε περισσότερο. Δεν θα επαναλάβω εαυτόν, δεν θα κουράζω άλλο τη στενοτυπίστρια. ΄Ο,τι έχω αναφέρει προηγουμένως ισχύει και για αυτήν την ερώτηση. Δεν είναι δικογραφημένο το συγκεκριμένο ζήτημα και τα υπόλοιπα και για αυτό δεν επιτρέπεται η ερώτηση. ΄Οπως δεν επιτρέπεται οποιαδήποτε άλλη ερώτηση που θα αναφέρεται είτε στο 2013, είτε στο 2012, είτε στο 2016 για το ίδιο θέμα που μόλις ρωτήσατε, κυρία Χριστοφή.»
«Δικαστήριο: Δεν είναι ανάγκη να ακούσω την κυρία Θεοδούλου. Θεωρώ ότι είναι εντελώς άσχετο με τα δικόγραφα το συγκεκριμένο ζήτημα. Επαναλαμβάνω ότι βρισκόμαστε στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων.»
Σε κάθε περίπτωση, μετά το Δικαστήριο, λάμβανε το λόγο η συνήγορος του αιτητή. Ωστόσο, δε ζητείται να ληφθεί υπόψη η δική της αντίδραση, γι' αυτό και δεν καταγράφεται εδώ, η οποία ήταν θετική ως προς τη συνέχιση της διαδικασίας.
Με την αίτηση, ο αιτητής ζητά την παραχώρηση άδειας, προκειμένου να αιτηθεί, στη συνέχεια, την έκδοση εντάλματος certiorari, «... με το οποίο θα ακυρώνονται οι αποφάσεις και/ή τα διατάγματα και/ή τα rulings ημερ. 06/10/2020 του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων Λάρνακας». Δεδομένου του σκοπού της πιο πάνω προτιθέμενης θεραπείας, εύλογα, τίθεται το ερώτημα ως προς το πραγματικό αντικείμενο της αίτησης: Τι είναι, συγκεκριμένα, που θα ζητηθεί να ακυρωθεί από τα όσα το εκδικάζον Δικαστήριο έχει πει, ή έχει αποφασίσει κατά τη διάρκεια της εν λόγω ακροαματικής διαδικασίας; Εμφανώς, αν παραχωρηθεί η αιτούμενη άδεια, δε θα ζητηθεί η διαγραφή από το πρακτικό της μαρτυρίας που δόθηκε στις 6.10.2020, παρά τη θέση ότι μεμπτή ήταν η «συνολική συμπεριφορά του δικαστηρίου». Επομένως, υπό το φως των πιο πάνω παρατηρήσεων, πραγματικά, δε γίνεται αντιληπτός ο σκοπός της αίτησης.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι, σε αίτηση για άδεια προώθησης διαδικασίας έκδοσης εντάλματος certiorari, απαιτείται όπως το προβαλλόμενο αίτημα τίθεται συγκεκριμένα, από κάθε άποψη. Πρέπει να επισημαίνεται, με ακρίβεια, ως θέμα γεγονότος, το φερόμενο σφάλμα του δικαστηρίου και να καθορίζεται η νομική αρχή ή ο κανόνας δικαίου που, ως αποτέλεσμα του σφάλματος τούτου, έχει παραβιαστεί. Η συγκεκριμενοποίηση αιτήματος, ως το ανωτέρω, επιβάλλεται από την προνομιακή φύση της επιδιωκόμενης θεραπείας, αφού αυτή, ως τέτοια, απονέμεται σε εξαιρετικές μόνο περιπτώσεις· η διαδικασία έκδοσής της δεν αποτελεί υποκατάστατο μέτρο της έφεσης. Η περίληψη της σχετικής εξουσίας στο ΄Αρθρο 155.4 του Συντάγματος ουδόλως αλλοιώνει τη φύση της αυτή και ουδόλως μειώνει το προαναφερθέν προαπαιτούμενο, ως προς την ακρίβεια του υποβαλλόμενου αιτήματος σε σχέση προς το οποίο ζητείται η άσκησή της. Στην προκειμένη περίπτωση, στη βάση του τι έχει προηγουμένως διαπιστωθεί, τα στοιχεία, ανωτέρω, απουσιάζουν, παντελώς, κατά τρόπο ώστε η αίτηση να καθίσταται, ως εκ του λόγου της ασάφειάς της, ανεδαφική.
Παρά ταύτα, υπό το φως της αγόρευσης της ευπαιδεύτου συνηγόρου, κρίνεται ορθό να λεχθούν κάποια πράγματα και επί της ουσίας του αιτήματος, ειδικά, δεδομένων των παραπομπών που έχουν γίνει σε νομολογία, η οποία προτάθηκε ως σχετική με το υπό εξέταση ζήτημα. Στο πλαίσιο του αντιπαραθετικού συστήματος που εφαρμόζεται στο δικαιικό σύστημα της Κύπρου, το εκδικάζον δικαστήριο έχει διακριτική εξουσία να επεμβαίνει, προς το σκοπό καθορισμού της πορείας της ακροαματικής διαδικασίας. Οφείλει, προς τούτο, να μεριμνά, ώστε αυτή να διεξάγεται εντός του ορθού, νομικά, δικονομικού και αποδεικτικού πλαισίου. Τοιουτοτρόπως, αποφεύγεται, συγχρόνως, η σπατάλη πολύτιμου χρόνου και οικονομικών πόρων του δημοσίου και των ιδίων των διαδίκων. Εκτροπή από το πλαίσιο τούτο δυνατό να οδηγήσει σε μη δίκαιη δίκη.
Ο έλεγχος της άσκησης της πιο πάνω διακριτικής εξουσίας του εκδικάζοντος δικαστηρίου, σαφώς, δεν εμπίπτει στην προνομιακή εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του ΄Αρθρου 155.4 του Συντάγματος. ΄Οπως καταδεικνύεται από την πάγια επί του θέματος τούτου νομολογία, η εν λόγω διακριτική εξουσία ελέγχεται στο πλαίσιο έφεσης, (βλ. Φάνος Ν. Επιφανίου Λτδ ν. Μελάρτα κ.ά. (2002) 1 Α.Α.Δ. 654, Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 618 και Α.ΤΗ.Κ. ν. Κλεάνθους (2013) 1 Α.Α.Δ. 158). Παρέχεται, έτσι, ευρεία εξουσία στο Εφετείο, εφόσον τούτο διαπιστώνει εκτροπή από τους κανόνες για διεξαγωγή δίκαιης δίκης, με τον τρόπο που έχει προαναφερθεί, να διατάζει, ακόμα, και επανεκδίκαση της υπόθεσης. Αντιθέτως, με την εξουσία δυνάμει του ΄Αρθρου 155.4 του Συντάγματος, η έκδοση, ειδικά, εν προκειμένω, ακυρωτικού διατάγματος, θα οδηγήσει σε αδιέξοδο την πρωτόδικη διαδικασία, καθιστώντας την, συγχρόνως, ατελέσφορη. ΄Οσον αφορά τη βασική απόφαση στην R ν Registered Homes Tribunal, ex parte Hertfordshire County Council 32 BMLR 101, στην οποία παρέπεμψε η ευπαίδευτος συνήγορος, αυτή δε φαίνεται να είναι σχετική. Αφορούσε επέμβαση, προς διόρθωση πασίδηλου νομικού σφάλματος στο πρακτικό, αναφορικά με την εφαρμογή συγκεκριμένης νομοθετικής πρόνοιας, που, ασφαλώς, δεν είναι η περίπτωση εδώ.
Ως αποτέλεσμα, για τους λόγους που έχουν αναφερθεί, η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.
Γ.Ν. Γιασεμής,
Δ.
/ΜΠ