ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2020:B316
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 87/2020
22 Σεπτεμβρίου, 2020
[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Γ. Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΑΤΑΓΗ 35 ΘΕΣΜΟΣ 20 ΤΩΝ ΘΕΣΜΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΤΔ ΓΙΑ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΕΦΕΣΗΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΔ ΠΑΦΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 26/06/2020 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 1150/10 ΛΟΓΩ ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ ΚΑΙ/Ή ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΚΑΙ/Ή ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΜΟΝΟΝ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΑ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΑ ΕΞΟΔΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΔ ΠΑΦΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 26/06/2020 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ 1150/10 ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΕ ΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ/ΕΝΑΓΟΜΕΝΗ 2 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ 1150/10 ΝΑ ΚΑΤΑΒΑΛΕΙ ΣΤΗΝ ΕΝΑΓΟΥΣΑ ΤΑ ΕΞΟΔΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟ 1
---------------------
Aίτηση ημερ. 17.7.2020
για Παραχώρηση Άδειας για Καταχώρηση Έφεσης
Παναγιώτης Μακρίδης μαζί με τηνκα Ινώ Γεωργιάδη, ασκούμενη δικηγόρο, γιαΧρυσαφίνης & Πολυβίου Δ.Ε.Π.Ε., για τους Αιτητές.
------------------------------
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Π. Παναγή, Δ.
----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Εxtempore)
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:- Οι αιτητές είναι τραπεζικό ίδρυμα. Με την αίτησή τους, επιδιώκουν την παροχή άδειας για καταχώριση έφεσης, αναφορικά μόνο με τα έξοδα, εναντίον διαταγής που εκδόθηκε από δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου στις 26.6.2020 στην αγωγή 1150/10. Ταυτόχρονα αιτούνται παράταση της προθεσμίας για την καταχώριση της έφεσης.
Τα γεγονότα που υποστηρίζουν την αίτηση εκτίθενται σε ένορκη δήλωση Νομικής Συμβούλου στην Εσωτερική Νομική Υπηρεσία των αιτητών και μπορούν να συνοψισθούν στα ακόλουθα: Η παραπάνω αγωγή, η οποία καταχωρήθηκε από την xxx Ιονίκα (στο εξής «η ενάγουσα»), στρεφόταν αρχικά εναντίον του xxx Ζουρίδη (στο εξής «ο εναγόμενος»). Οι αιτητές δεν ήταν διάδικοι από την καταχώριση της αγωγής. Με την αγωγή,η ενάγουσα αξίωνε την ακύρωση της εγγραφής διαμερίσματος στην Πάφο, εγγεγραμμένου στο όνομα του εναγόμενου και την επανεγγραφή του στο όνομα της ιδίας, στη βάση ισχυρισμούότι η εγγραφή έγινε δόλια με τη χρήση πλαστογραφημένου πληρεξούσιου εγγράφου με το οποίο η ενάγουσα «δήθεν» εξουσιοδότησε τον πατέρα του εναγόμενου να διαχειρίζεται την περιουσία της. Θέση του εναγόμενου ήταν ότι όλα έγιναν νόμιμα και νομότυπα και το πληρεξούσιο έγγραφο ήταν έγκυρο και δεσμευτικό. Ο εναγόμενος ήγειρε και ανταπαίτηση αξιώνοντας δηλωτική απόφαση ότι η μεταβίβαση ήταν νόμιμη και, διαζευκτικά, σε περίπτωση που η μεταβίβαση ακυρωνόταν, το χρηματικό ποσό €146.459,57 το οποίο είχε καταβάλει σε Συνεργατικό Ίδρυμα για εξόφληση δανείου της ενάγουσας.
Οι αιτητές προστέθηκαν ως εναγόμενοι 2, θεωρηθέντες ως αναγκαίοι διάδικοι στην αγωγή, κατόπιν αίτησης της ενάγουσας, μετά που ο εναγόμενος δήλωσε στα πλαίσια ενδιάμεσης διαδικασίαςγια έκδοση προσωρινών διαταγμάτων, ότι το επίδικο ακίνητο ήταν υποθηκευμένο προς όφελος των αιτητών. Τροποποιήθηκε έτσι και η έκθεση απαίτησης της ενάγουσας με την προσθήκη αξίωσης για την ακύρωση της εν λόγω υποθήκης.
Η υπεράσπιση των αιτητών στην αξίωση της ενάγουσας ήταν, ουσιαστικά, ότι δεν γνώριζαν και δεν μπορούσαν να γνωρίζουν για τις όποιες διαφορές μεταξύ της ενάγουσας και του εναγόμενου και κατά πόσο το επίδικο πληρεξούσιο έγγραφο ήταν πλαστογραφημένο ή όχι. Διατείνονταν επίσης ότι η δανειοδότηση του εναγόμενου από τους ιδίους και η υποθήκευση του επίδικου ακινήτου έγινε καθόλα νόμιμα και νομότυπα.
Με την τελική του απόφαση, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε τη θέση της ενάγουσας ότι το επίδικο πληρεξούσιο έγγραφο ήταν πλαστογραφημένο καθώς και τη μαρτυρία που προσήγαγαν οι αιτητές «πλην κάποιων επουσιωδών σημείων» και απέρριψε ως πλήρως αναξιόπιστη και αναληθή την εκδοχή του εναγόμενου. Προέβη δε σε ευρήματα ότι δεν αποδείχθηκε ότι οι αιτητές γνώριζαν τα ουσιώδη γεγονότα που θα οδηγήσουν στην ακύρωση της μεταβίβασης και η υποθήκη προς όφελός τους είχε συσταθεί νομότυπα. Καταλήγοντας, το πρωτόδικο Δικαστήριο ακύρωσε την εν λόγω υποθήκη και την μεταβίβαση του επίδικου διαμερίσματος στο όνομα του εναγόμενου και διάταξε την επανεγγραφή του στο όνομα της ενάγουσας. Καταδίκασε δε τόσο τον εναγόμενο όσο και τους αιτητές στα έξοδα της αγωγής χωρίς να δώσει οποιαδήποτε αιτιολογία σχετικά με την απόφαση του για τα έξοδα, προδήλως ακολουθώντας την πρακτική ότι τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα. Θεωρούμε χρήσιμο να παρεμβάλουμε αυτούσια την υπό αναφορά διαταγή:
«Τα έξοδα της αγωγής καθώς και της ανταπαίτησης, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται ως ακολούθως: της αγωγής, υπέρ της ενάγουσας και σε βάρος των εναγόμενων 1 και 2. Της ανταπαίτησης, υπέρ της ενάγουσας και σε βάρος του εναγόμενου1»
Οι αιτητές θεωρούν ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα τους καταδίκασε στα έξοδα της αγωγής, καθότι δεν αντιλήφθηκε και δεν έδωσε τη δέουσα και πρέπουσα σημασία στα γεγονότα για τα οποία προέβη σε ευρήματα. Αποτέλεσμα τούτου είναι ότι η διαταγή αναφορικά με τα έξοδα τους υποχρεώνει να επωμισθούν έξοδα τα οποία προκλήθηκαν από τη δόλια και παράνομη συμπεριφορά του εναγόμενου η οποία ήταν η γενεσιουργός αιτία της πρωτόδικης διαδικασίας και της αγωγής. Η υιοθέτηση από τους ίδιους, εισηγούνται, της αντεξέτασης της ενάγουσας και των μαρτύρων της που έγινε από την πλευρά του εναγόμενου, δεν μπορεί να διαφοροποιήσει τα αντικειμενικά δεδομένα της υπόθεσης, ότι χωρίς να έχουν οποιαδήποτε διασύνδεση με τις διαφορές και αντιδικίες της ενάγουσας με τον εναγόμενο και τον πατέρα του, απώλεσαν την εξασφάλιση που είχαν και διατάχθηκαν να καταβάλουν ένα σεβαστό ποσό εξόδων, το οποίο ενδεχομένως να ανέλθει τουλάχιστον στις €20.000 πλέον ΦΠΑ.
Η αίτηση βασίζεται στη Δ.35, θ.20 των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας σύμφωνα με την οποία η παροχή άδειας δικαιολογείται μόνο εφόσον καθίσταται εμφανές ότι η απόφαση για τα έξοδα αντίκειται προς το νόμο ή διαδικαστικό κανονισμό, ή βασίζεται σε παρανόηση των γεγονότων, ή όπου διατάσσεται ο ένας διάδικος να καταβάλει τα έξοδα του άλλου χωρίς επαρκή λόγο. Αποκλειστικό κριτήριο για την παροχή άδειας είναι η θεμελίωση μιας ή περισσοτέρων των προϋποθέσεων που θέτει η εν λόγω δικονομική πρόνοια. Σύμφωνα δε με τη Δ.59, θ.1 το θέμα των εξόδων εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, η οποία ασκείται δικαστικά και με αναφορά σε εσωγενείς παράγοντες της δίκης, οι οποίοι περιλαμβάνουν, πέραν του αποτελέσματος και τα γεγονότα που έχουν σχέση με τους χειρισμούς των διαδίκων (βλ. μεταξύ άλλων, C & H Heat Flow Ltd (2002) 1 Α.Α.Δ. 353και Θρασυβούλου ν Arto Estates Ltd (1993) 1 ΑΑΔ 12).
Αφού μελετήσαμε το ενώπιον μας υλικό υπό το φως των αρχών που παραθέσαμε ανωτέρω, έχουμε ικανοποιηθεί ότι δικαιολογείται η παραχώρηση άδειας για την καταχώριση έφεσης. Δεν θα επεκταθούμε σε οριστικές διατυπώσεις ή συμπεράσματα για να μην προκαταλάβουμε ζητήματα που ενδεχομένως θα συζητηθούν στο πλαίσιο της έφεσης που θα ασκηθεί.
Η έφεση να καταχωρηθεί εντός 5 ημερών από σήμερα, ως το αιτητικό Β της αίτησης.
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
Γ. Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.
/ΣΓεωργίου