ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παρπαρίνος, Λεωνίδας Σταματίου, Κατερίνα Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Κ. Ευσταθίου, για τον Αιτητή Θ. Ανδρέου, για τους Καθ΄ων η Αίτηση. CY DOD Κύπρος Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο 2020-07-28 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟΝ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ, Αίτηση Αρ. 1/2019, 28/7/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:DOD:2020:30

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

 (Αίτηση Αρ. 1/2019)

 

 28 Ιουλίου, 2020

                                                        

[ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟΝ χχχ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ, ΕΚ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΚΑΙ

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΑΙΡΗ ΕΚΔΟΣΗ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ 1986 (11/1986), ΚΑΝ. 2, 3, 4 ΚΑΙ 5

ΚΑΙ

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 6 ΚΑΙ 13 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

ΚΑΙ

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 1990

ΚΑΙ

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 5/2014 ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 24.01.2019

 

_ _ _ _ _ _

 

Κ. Ευσταθίου, για τον Αιτητή

Θ. Ανδρέου, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

 

_ _ _ _ _ _

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ,Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

 θα δοθεί από την Σταματίου, Δ.

­­­

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣTAMATIOY, Δ.: Στις 24.1.2019 το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση με την οποία απέρριψε την Έφεση υπ΄ αρ. 5/2014, την οποία είχε καταχωρήσει ο νυν αιτητής.

 

Με την παρούσα αίτηση, η οποία καταχωρήθηκε στις 6.5.2019, ο αιτητής ζητά την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης και την επανεκδίκασή της από Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο με διαφορετική σύνθεση.

 

Ο λόγος που ζητείται η πιο πάνω θεραπεία είναι γιατί η απόφαση του Εφετείου εκδόθηκε μετά από παρέλευση 14 μηνών από της επιφύλαξής της, με αποτέλεσμα να μην του αποδοθεί δικαιοσύνη. Ο αιτητής προβάλλει παραβίαση του Διαδικαστικού Κανονισμού για Έγκαιρη Έκδοση Αποφάσεων των Δικαστηρίων 1986 (11/1986) και ότι η απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση των άρθρων 6 και 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

 

Καταχωρήθηκε ένσταση εκ μέρους των καθ΄ων η αίτηση-εφεσιβλήτων στην Έφεση 5/2014 με την οποία προβάλλονται ως προδικαστικές ενστάσεις ότι η αίτηση είναι καταχρηστική, καθότι οι αιτούμενες θεραπείες δεν προβλέπονται από το σχετικό διαδικαστικό κανονισμό μετά την έκδοση τελεσίδικης απόφασης από το Δικαστήριο. Περαιτέρω, η νομική βάση της αίτησης δεν παρέχει εξουσία στο Δικαστήριο να δώσει τις αιτούμενες θεραπείες, οι οποίες, εν πάση περιπτώσει, παραβιάζουν την αρχή του δεδικασμένου και θα αποτελούσε παραβίαση του Συντάγματος και των δικαιωμάτων των καθ΄ων η αίτηση, τα οποία προστατεύονται από το Άρθρο 30.2 του Συντάγματος. Προβάλλεται, επίσης, ένσταση και ως προς την ουσία της αίτησης, τονίζοντας ότι το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο εξέτασε όλα τα θέματα που τέθηκαν ενώπιόν του με την έφεση, δεν τίθεται θέμα εξασθένισης μνήμης των Δικαστών, καθότι δεν ακούει μαρτυρία, παρά μόνο εξετάζει την έφεση στη βάση των περιγραμμάτων αγόρευσης και όλα τα ισχυριζόμενα σφάλματα αποτελούν ανεπίτρεπτη αμφισβήτηση της ορθότητας της τελεσίδικης απόφασης.

 

Θα εξετάσουμε πρώτα τα προκαταρκτικά ζητήματα που άπτονται της εγκυρότητας της αίτησης.

 

Ο Διαδικαστικός Κανονισμός για την Έγκαιρη Έκδοση Αποφάσεων των Δικαστηρίων 1986 (11/1986) προνοεί στον Καν. 3, 4 και 5 τα ακόλουθα:

 

«3. (α) Κάθε απόφαση εκδίδεται το συντομότερο δυνατόν μετά το πέρας της διαδικασίας και δεν επιφυλάσσεται για διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών.

(β) κάθε ενδιάμεση απόφαση εκδίδεται το συντομότερο δυνατό μετά το πέρας της διαδικασίας και δεν επιφυλάσσεται για διάστημα μεγαλύτερο των δύο μηνών.

 

(γ) Όταν Δικαστήριο παραλείπει να συμμορφωθεί με τις πρόνοιες των υποπαραγράφων (α) και (β) κάθε επηρεαζόμενος διάδικος μπορεί με αίτηση του στο Ανώτατο Δικαστήριο να ζητήσει οποιαδήποτε θεραπεία αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος Κανονισμού.

4. Αν απόφαση ή ενδιάμεση απόφαση που επιφυλάχθηκε μετά τη δημοσίευση του παρόντος Κανονισμού παραμένει επιφυλαγμένη για διάστημα που υπερβαίνει τους εννέα μήνες  στην πρώτη περίπτωση ή τους τρεις μήνες στη δεύτερη περίπτωση η υπόθεση ορίζεται αυτεπάγγελτα ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου για την έκδοση του αναγκαίου υπό τις περιστάσεις διατάγματος σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος Κανονισμού.

 

5. Κατά την εκδίκαση αιτήσεως που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 3(γ) ή όταν επιληφθεί της υποθέσεως στο Ανώτατο Δικαστήριο σύμφωνα με την παράγραφο 4, το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται:

(α) να διατάξει επανεκδίκαση της υποθέσεως ενώπιον άλλου αρμοδίου Δικαστηρίου.

(β) να διατάξει την έκδοση της αποφάσεως μέσα σε ταχτή προθεσμία και σε περίπτωση παραλείψεως συμμορφώσεως επανεκδίκαση της υποθέσεως από άλλο αρμόδιο Δικαστήριο.

(γ) να εκδώσει οποιονδήποτε άλλο διάταγμα που κρίνεται αναγκαίο για την ορθή απονομή της Δικαιοσύνης.»

 

Στην υπόθεση Αθηνής ν. Δημοκρατίας (1989) 2 ΑΑΔ 71, δύο μέρες μετά την εκπνοή της προθεσμίας των έξι μηνών που καθορίζει ο Κανονισμός, ο εφεσείων είχε υποβάλει αίτηση για έκδοση διατάγματος, βάσει του Καν. 5(α), για επανεκδίκαση της υπόθεσης από άλλο αρμόδιο Δικαστήριο. Η επιφυλαχθείσα απόφαση αφορούσε ενδιάμεσο θέμα που είχε εγερθεί στη διάρκεια της διαδικασίας αυτής. Στο μεταξύ, εκδόθηκε η επιφυλαχθείσα απόφαση. Το Ανώτατο Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου τέθηκε η Αίτηση, σύμφωνα με το Διαδικαστικό Κανονισμό του 1986, έκρινε πως η Αίτηση απώλεσε το αντικείμενό της, στη βάση του πιο κάτω σκεπτικού:

 

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός, όπως προκύπτει από το κείμενό του, αποβλέπει στη θεραπεία καθυστερήσεων στην άσκηση της Δικαστικής Εξουσίας. Η καταχώρηση της αίτησης δε δημιουργεί κανένα κώλυμα για την έκδοση της επιφυλαχθείσης αποφάσεως' ούτε άμεσα ούτε έμμεσα δε συνάγεται αυτό το συμπέρασμα από το κείμενο των διατάξεων του Διαδικαστικού Κανονισμού. Η έκδοση της απόφασης πληρώνει την ατέλεια στο δικαστικό έργο και αποστερεί την αίτηση από το αντικείμενό της, δηλαδή τη θεραπεία για την καθυστέρηση. Η αίτηση, επομένως, απώλεσε το αντικείμενο της και δε συντρέχει λόγος για την εξέταση της συνταγματικότητας του Διαδικαστικού Κανονισμού.»

 

Εν προκειμένω, παρά το ότι η υπόθεση δεν τέθηκε ενώπιον της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως προνοεί ο Διαδικαστικός Κανονισμός, το γεγονός ότι η Αίτηση καταχωρήθηκε μετά την έκδοση της απόφασης του Δικαστηρίου, δεν μπορεί να εξεταστεί στη βάση του πιο πάνω Κανονισμού, ο οποίος έχει εφαρμογή πριν την έκδοση απόφασης. Συνακόλουθα, δεν θα μπορούσε να αποδοθεί θεραπεία στον αιτητή στη βάση των διατάξεων του Διαδικαστικού Κανονισμού.

 

Η Αίτηση στηρίζεται επίσης στο Σύνταγμα, καθώς και στον περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου του 1991 (Ν. 232/91), ως έχει τροποποιηθεί, στον περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμο, στον περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Διαδικαστικό Κανονισμό του 1990 (Ν. 23/90), στον περί Εφέσεων Διαδικαστικών Κανονισμό του 1996, στα άρθρα 6 και 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στη νομολογία, καθώς και στις γενικές και συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Τόσο το Σύνταγμα, όσο και οι Νόμοι και οι Διαδικαστικοί Κανονισμοί, που παρατίθενται δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν νομική βάση για την απόδοση θεραπείας σύμφωνα με την Αίτηση, εφόσον η άσκηση τριτοβάθμιας δικαιοδοσίας είναι άγνωστη στο Σύνταγμα και το Νόμο (Παπακόκκινου κ.ά. ν. Δήμου Πάφου (1999) (Αρ.2) 1Γ ΑΑΔ 1772). Ούτε έχει το Δικαστήριο σύμφυτη εξουσία να παραμερίζει εκδοθείσα απόφασή του με σκοπό την επανασυζήτησή της. Η διασφάλιση της τελεσιδικίας αποτελεί θεμελιακή αρχή που ενυπάρχει στο σύστημα απονομής της δικαιοσύνης που ακολουθούμε (Αγαθοκλέους ν. ΕΔΑΞΥΛ Λτδ κ.ά. (1997) 1 ΑΑΔ 302). Οι πιο πάνω αρχές υιοθετήθηκαν και στις πρόσφατες αποφάσεις Παπαχριστοφόρου κ.α. ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Πολιτική Έφεση 331/2010, ημερομηνίας 10.9.2018, ECLI:CY:AD:2018:A394 και Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας, Ποινική Αίτηση Αρ. 15/2019, ημερομηνίας 23.10.2019. Στην τελευταία απόφαση γίνεται και εκτενής αναφορά σε νομολογία που αφορά το εγειρόμενο ζήτημα.

 

Ενόψει των πιο πάνω, κρίνουμε ότι δεν υπάρχει σύμφυτη εξουσία, ούτε στο Ανώτατο Δικαστήριο, πόσο μάλλον στο Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο, να ακυρώσει και να παραμερίσει μία απόφαση ομόβαθμου Δικαστηρίου, η οποία αποπερατώθηκε μετά από ακρόαση έγκυρης έφεσης και να διατάξει επανεκδίκαση της, καθότι κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με άσκηση τριτοβάθμιας δικαιοδοσίας, εξουσία που δεν υπάρχει. Η εξουσία ακύρωσης από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου απόφασης που εκδικάστηκε τελεσίδικα μόνο σε περίπτωση όπου η προηγούμενη δίκη ήταν άκυρη θα μπορούσε να ασκηθεί, που δεν είναι όμως η περίπτωσή μας. Ο αιτητής αυτό που εισηγείται είναι πως η απόφαση είναι άδικη και λανθασμένη, όχι άκυρη.

 

Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση είναι έκθετη σε απόρριψη χωρίς να απαιτείται η εξέταση οποιουδήποτε άλλου ζητήματος.

 

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

 

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

 

 

ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

 

 

/ΧΤΘ

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο