ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Σταματίου, Κατερίνα Ολ. Λάμπρου (κα) για Α. Μαθηκολώνη, για την Εφεσείουσα. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2020-06-04 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο LOMA ESTATE LIMITED v. TCHERKESSOVA, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΗΣ BARABANOV, Πολιτική Έφεση Αρ. 19/2012, 4/6/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2020:A183

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Έφεση Αρ. 19/2012)

 

4 Ιουνίου, 2020

                                                        

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

LOMA ESTATE LIMITED,

Εφεσείουσα/Εναγόμενη,

ΚΑΙ

 

XXX TCHERKESSOVA, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΗΣ XXX BARABANOV,

Εφεσίβλητη/Ενάγουσα.

 

ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 22.01.2020

 

ΕΠΙΣΗΜΟΣ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗΣ, ΩΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ LOMA ESTATE LIMITED,

Εφεσείουσα/Εναγόμενη,

ΚΑΙ

 

XXX TCHERKESSOVA, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΗΣ XXX BARABANOV,

Εφεσίβλητη/Ενάγουσα.

_ _ _ _ _ _

Ολ. Λάμπρου (κα) για Α. Μαθηκολώνη, για την Εφεσείουσα.

Κ. Καρατζής για Ν. Πιριλλίδη & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για την

 Εφεσίβλητη.

_ _ _ _ _ _

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Σταματίου, Δ.

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με αγωγή της ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακος η εφεσίβλητη-ενάγουσα αξίωσε αποζημιώσεις για παράβαση συμφωνίας πώλησης ενός διαμερίσματος σε υπό ανέγερση πολυκατοικία στη Λάρνακα, καθώς επίσης και δήλωση ότι αυτή τερματίστηκε νόμιμα από την ίδια. Ζήτησε, περαιτέρω, επιστροφή του ποσού που κατέβαλε στην εφεσείουσα εταιρεία ως προκαταβολή μαζί με τον ανάλογο τόκο.

 

Συγκεκριμένα, με την έκθεση απαίτησης η εφεσίβλητη ισχυρίζεται ότι περί τον Ιούλιο του 2004 υπέγραψε αγοραπωλητήριο έγγραφο με την εφεσείουσα, με το οποίο αγόρασε ένα διαμέρισμα σε υπό ανέγερση πολυκατοικία στην οδό xxx στη Λάρνακα. Το τίμημα πώλησης ανερχόταν σε ΛΚ30.000 (€51.258) και η εγγραφή και η μεταβίβαση του διαμερίσματος θα λάμβανε χώρα ταυτόχρονα με την αποπληρωμή του τιμήματος αγοράς. Η εφεσείουσα θα προχωρούσε σε παράδοση κατοχής του διαμερίσματος με την εξόφληση ολόκληρου του ποσού αγοράς και/ή μέχρι την 1.11.2005. Σε περίπτωση διάρρηξης ή παράβασης της συμφωνίας, η εφεσείουσα υποχρεούτο άνευ βλάβης οποιωνδήποτε άλλων δικαιωμάτων της να επιστρέψει στην εφεσίβλητη όλα τα ποσά που κατέβαλε με τόκο.

 

Η εφεσίβλητη κατέβαλε το ποσό των ΛΚ22.500 (€38.443,50) στις 28.11.2005 άνευ βλάβης των δικαιωμάτων της από τη μη έγκαιρη παράδοση κατοχής του διαμερίσματος σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας. Το ποσό αυτό παρελήφθη από την εφεσείουσα ανεπιφύλακτα. Περαιτέρω, ενώ η εφεσίβλητη είχε εκφράσει την ετοιμότητά της να καταβάλει το υπόλοιπο ποσό ταυτόχρονα με την παράδοση και παρόλο που κάλεσε επανειλημμένα την εφεσείουσα να της παραδώσει κατοχή του διαμερίσματος τόσο προφορικώς όσο και γραπτώς με επιστολή των δικηγόρων της ημερομηνίας 22.5.2008, η εφεσείουσα αρνήθηκε να παραδώσει κατοχή και να εγγράψει και μεταβιβάσει το διαμέρισμα στο όνομά της κατά παράβαση της μεταξύ τους συμφωνίας. Ως αποτέλεσμα απεστάλη στην εφεσείουσα επιστολή τερματισμού ημερομηνίας 18.9.2009 και, ακολούθως, καταχώρησε την υπό κρίση αγωγή.

 

Η εφεσείουσα με την υπεράσπισή της δηλώνει άγνοια και άρνηση των ισχυρισμών που προβάλλονται στην έκθεση απαίτησης. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι η κα xxx Γιασεμίδου και ο κ. xxx. Γιασεμίδης, σύμβουλοι και μέτοχοι της εταιρείας μέχρι 12.3.2006, έπεισαν την εφεσίβλητη να προβεί στην αγορά του διαμερίσματος, ενώ οι ίδιοι αργότερα περί το Μάρτιο του 2006 επώλησαν και μεταβίβασαν τις μετοχές της εν λόγω εταιρείας στον xxx Πέτρου, ο οποίος διορίστηκε διευθυντής της εταιρείας, διαβεβαιώνοντάς τον ότι δεν υπήρχε οποιαδήποτε υποχρέωση της εταιρείας προς τρίτα πρόσωπα ή και οποιαδήποτε συμβόλαια. Ο xxx Πέτρου για πρώτη φορά αντιλήφθηκε την ύπαρξη του συμβολαίου μεταξύ των διαδίκων τον Ιούνιο του 2008 όταν έλαβε την επιστολή από τους δικηγόρους της εφεσίβλητης. Αμέσως επικοινώνησε με τους προηγούμενους μετόχους οι οποίοι ανέλαβαν να διευθετήσουν την υπόθεση, χωρίς όμως να προβούν σε κάποια ενέργεια.

 

Κατά την ακροαματική διαδικασία της υπόθεσης έδωσε μαρτυρία ο κ. Barabanov xxx xxx xxx (ΜΕ1), πληρεξούσιος αντιπρόσωπος της εφεσίβλητης, και ο κ. xxx Μασούρας (ΜΕ2), Πολιτικός Μηχανικός της πολυκατοικίας εντός της οποίας βρίσκεται το επίδικο διαμέρισμα, με την οποία υποστήριξαν τους ισχυρισμούς της εφεσίβλητης. Η εφεσίβλητη δεν έδωσε η ίδια μαρτυρία, γιατί, όπως ανέφερε ο ΜΕ1, βρισκόταν σε προχωρημένη εγκυμοσύνη.

 

Εκ μέρους της εφεσείουσας έδωσε μαρτυρία η κα xxx Γιασεμίδου (ΜΥ1), Διευθύντρια της εφεσείουσας μέχρι το Μάρτιο του 2006, ο κ. xxx Πέτρου (ΜΥ2), μέτοχος της εν λόγω εταιρείας από το 2006, καθώς και ο κ. xxx Γιασεμίδης (ΜΥ3), πατέρας της ΜΥ1.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού παρέθεσε τα κύρια σημεία της μαρτυρίας των πιο πάνω μαρτύρων, την αξιολόγησε και κατέληξε ότι τόσο ο ΜΕ1 στο βαθμό που κατέθεσε για γεγονότα τα οποία γνώριζε προσωπικά όσο και ο ΜΕ2 και ο ΜΥ3 του έκαναν θετική εντύπωση και κατέληξε στα ακόλουθα γεγονότα:

 

«23. Ο ΜΕ2 πληροφορήθηκε για την επιθυμία της ενάγουσας να αγοράσει διαμέρισμα και την έφερε σε επαφή με την εναγόμενη εταιρεία μέσω του xxx Γιασεμίδη. Ο ΜΕ2 είναι πολιτικός μηχανικός, συνεργαζόταν με την εναγομένη και έπαιρνε οδηγίες από τον ΜΥ3 xxx Γιασεμίδη. Ο ίδιος ο ΜΕ ήταν αξιωματούχος (γραμματέας) της εταιρείας. Υπογράφηκε η σύμβαση Τεκμήριο 2. Σε κάποιο στάδιο η ενάγουσα έστειλε το ποσό των £22.500 σε τραπεζικό λογαριασμό του ΜΕ2. Επρόκειτο για την προκαταβολή που προβλέπεται στο συμβόλαιο. Στάλθηκε σε λογαριασμό του ΜΕ2 επειδή η ενάγουσα και ο πατέρας της τον εμπιστεύονταν, με σκοπό το ποσό να αποτελέσει, όπως λέχθηκε ήδη, την προκαταβολή για την αγορά του διαμερίσματος. Στη συνέχεια ο ΜΕ2 παρέδωσε το ποσό στον xxx Γιασεμίδη σε μετρητά. Ετοιμάστηκε σχετική απόδειξη, Τεκμήριο 3. Η εναγομένη δεν προχώρησε στην υλοποίηση των υποχρεώσεων της και εν τέλει η ενάγουσα τερμάτισε τη σύμβαση στις 18.9.2008. Εν τω μεταξύ το έτος 2004, μετά από την υπογραφή της σύμβασης και την πληρωμή της προκαταβολής αλλά πριν από τον τερματισμό, οι μετοχές που διατηρούσε στην εταιρεία η xxx Γιασεμίδου πωλήθηκαν στον xxx Πέτρου. Ο τελευταίος αγόρασε τις μετοχές και ανέλαβε τον έλεγχο της εταιρείας χωρίς να γνωρίζει την ύπαρξη της σύμβασης ή την είσπραξη της προκαταβολής. Έμαθε για την διαφορά όταν παρέλαβε σχετική επιστολή εκ μέρους της ενάγουσας. Αποτάθηκε στον xxx Γιασεμίδη ο οποίος υποσχέθηκε ότι θα διευθετούσε το θέμα, χωρίς να υλοποιήσει την υπόσχεση του.»

 

Αντίθετα, δεν αποκόμισε θετική εντύπωση για τους ΜΥ1 και 2 για τους οποίους έκρινε πως είχαν κάτι να κρύψουν. Ταυτόχρονα, διέκρινε στη μαρτυρία τους πολλές αντιφάσεις και παρατήρησε ότι υπήρξε έκδηλη προσπάθεια να αποστασιοποιηθούν από την είσπραξη οποιουδήποτε ποσού. Έκρινε, περαιτέρω, ότι η θέση που επιχειρήθηκε να προωθηθεί από την εφεσείουσα ότι ο xxx Γιασεμίδης δεν έχει καμία σχέση με την εταιρεία, δεν ευσταθούσε, στη βάση της αποδεκτής μαρτυρίας.

 

 

Κατέληξε πως, παρόλο που ο xxx Γιασεμίδης δεν ήταν αξιωματούχος της εταιρείας, ήταν εξουσιοδοτημένος να χειρίζεται τα θέματά της, συμπεριλαμβανομένης και της είσπραξης χρημάτων για λογαριασμό της και κατά την είσπραξη του ποσού των ΛΚ22.500 ενεργούσε ως αντιπρόσωπος της εταιρείας. Περαιτέρω, ανέφερε τα ακόλουθα στις παραγράφους 26, 27, 28 και 29 της απόφασής του ως προς την είσπραξη του ποσού των ΛΚ22.500:

 

«26. Ακόμα όμως και αν δεν υπήρχε ρητή εξουσιοδότηση δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία από τα γεγονότα ότι ο xxx Γιασεμίδης είχε τουλάχιστον φαινομενική (apparent or ostensible) εξουσία να ενεργεί για λογαριασμό της εταιρείας. (Βλ. Φιλική Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ -ν- xxx Δημήτρη (1999) 1 ΑΑΔ 551). Συνεπώς και σε αυτή τη βάση η είσπραξη του ποσού από τον xxx Γιασεμίδη μπορεί να θεωρηθεί ως είσπραξη από την εναγομένη εταιρεία.

 

27. Υπάρχει μία ακόμα διαζευκτική προσέγγιση η οποία οδηγεί και πάλι στο συμπέρασμα ότι η είσπραξη του ποσού μπορεί να καταλογισθεί στην εναγομένη εταιρεία. Αφορά την αδιαμφισβήτητη μεταφορά του ποσού της προκαταβολής σε τραπεζικό λογαριασμό του ΜΕ2 Ν. Μασούρα. Η πληρωμή αυτή έγινε με σκοπό αποδέκτης να είναι η εταιρεία και το ποσό μεταφέρθηκε σε λογαριασμό του ΜΕ2 ο οποίος ήταν αξιωματούχος της εταιρείας. Κάτω από αυτές τις συνθήκες μπορεί να θεωρηθεί ότι δεχόμενος την κατάθεση του ποσού ο ΜΕ2 ενεργούσε για λογαριασμό της εταιρείας. Αυτό σε συνδυασμό με την ιδιότητα του ως γραμματέα της εταιρείας επιτρέπει, δυνάμει των αρχών της αντιπροσωπείας, να θεωρηθεί η καταβολή του ποσού προς τον ΜΕ2 ως πληρωμή προς την εταιρεία.

 

28. Είναι φανερό από τη μαρτυρία που δόθηκε από την υπεράσπιση και από τον τρόπο με τον οποίο η εναγόμενη χειρίστηκε την υπόθεση της ότι η υπεράσπιση κινείται σε τρεις άξονες. Από τη μια αμφισβητείται η είσπραξη του ποσού της προκαταβολής ενώ από την άλλη αμφισβητείται ότι η είσπραξη του ποσού έγινε στα πλαίσια συναλλαγής που αφορούσε την εταιρεία. Τέλος αμφισβητείται η υποχρέωση της εταιρείας να καταβάλει οποιοδήποτε ποσό αποζημιώσεων στην ενάγουσα στη βάση του ότι ο νυν μέτοχος και διευθυντής xxx Πέτρου όχι μόνο δεν γνώριζε για τις υποχρεώσεις αυτές όταν αγόρασε τις μετοχές αλλά έτυχε και διαβεβαιώσεων από τον xxx και τη xxx Γιασεμίδου ότι η εταιρεία δεν είχε οποιαδήποτε υποχρέωση προς τρίτους.

 

29. Προσεκτική εξέταση της δικογραφημένης θέσης της εναγομένης αποκαλύπτει ότι η πρώτη πτυχή, ότι δηλαδή το ποσό δεν εισπράχθηκε, δεν είναι επαρκώς δικογραφημένη ενώ ούτε και  η δεύτερη καλύπτεται επαρκώς από την έκθεση υπεράσπισης. Η γενική άρνηση των ισχυρισμών της έκθεσης απαίτησης χωρίς παράλληλα να προβάλλεται οποιαδήποτε σαφής θέση δεν είναι αρκετή για να προωθηθούν οι θέσεις που υποστήριξε η εναγομένη κατά την ακρόαση. (Βλ. Εταιρεία Αλλαντικών Προϊόντων Κρίστη Λτδ -ν- P.T.A. Foodlab & Nutritional Services LTD (2006) 1 B ΑΑΔ 827). Ωστόσο οι δύο αυτές πτυχές της υπόθεσης της εναγομένης έχουν εξετασθεί πιο πάνω και εν όψει των ευρημάτων που ήδη διατυπώθηκαν δεν μπορούν να γίνουν δεκτές.»

 

Σημειώνεται, επίσης, ότι υπήρξε δήλωση εκ μέρους των δύο πλευρών ότι η ενοικιαστική αξία του επίδικου διαμερίσματος είναι €400 μηνιαίως και η αγοραία αξία κατά το χρόνο του τερματισμού, δηλαδή την 18.9.2009, ήταν €140.000.

 

Το Δικαστήριο τελικά εξέδωσε δηλωτική απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον της εφεσείουσας ότι η επίδικη συμφωνία τερματίστηκε ορθά και κανονικά εξ υπαιτιότητας της εφεσείουσας. Εξέδωσε, περαιτέρω, απόφαση για €38.443, ποσό που καταβλήθηκε από την εφεσίβλητη ως προκαταβολή, πλέον ποσό €88.742 ως αποζημιώσεις για παράβαση συμφωνίας και ποσό €18.000 ως αποζημιώσεις για απώλεια χρήσεως του ακινήτου.

 

Με έξι λόγους έφεσης αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.

 

Με τον πρώτο λόγο έφεσης προβάλλεται πως το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα αποφάσισε ότι η εφεσίβλητη δικαιούται στις θεραπείες που αξιώνει με την αγωγή της. Λανθασμένη και αναιτιολόγητη θεωρεί η εφεσείουσα, με το δεύτερο λόγο έφεσης, την αποδοχή του εγγράφου που τιτλοφορείται «confirmation document» ως Τεκμηρίου 3. Προβάλλει, επίσης, πως εσφαλμένα και αδικαιολόγητα το Δικαστήριο στηρίχθηκε στη μαρτυρία των ΜΕ1 και ΜΕ2, την οποία αποδέχθηκε και εξέδωσε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης (τρίτος λόγος έφεσης).

 

Με τον τέταρτο λόγο έφεσης ισχυρίζεται πως τα ευρήματα του Δικαστηρίου που αναφέρονται στις παραγράφους 26 και 27 είναι εσφαλμένα και με τον πέμπτο λόγο έφεσης θεωρεί εσφαλμένα τα συμπεράσματα των παραγράφων 28 και 29 της απόφασης. Τέλος, με τον έκτο λόγο έφεσης προβάλλεται καθυστέρηση στην έκδοση της επιφυλαχθείσας απόφασης.

 

Με τον πρώτο, τρίτο, τέταρτο και πέμπτο λόγο έφεσης αμφισβητείται ουσιαστικά η αξιολόγηση της μαρτυρίας .

 

Η νομολογία είναι ευθυγραμμισμένη ως προς το ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας ανήκει κατά κύριο λόγο στο πρωτόδικο Δικαστήριο το οποίο είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει τους μάρτυρες στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης και, συνεπώς, είναι σε καλύτερη θέση να κρίνει την αξιοπιστία τους. Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όταν τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή όταν τα συμπεράσματα του είναι εξ αντικειμένου παράλογα ή αυθαίρετα (βλ. Παπακόκκινου κ.α. ν. Σμυρλή κ.α. (2001) 1 (Γ) ΑΑΔ 1653, Κλεάνθη κ.α. ν. Σιάνιου, υπό την ιδιότητα του ως διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντος Κυριάκου Γρηγόρη Μακρή κ.α. (2009) 1(Α) ΑΑΔ 180, xxx xxx Cumming v. Καρακαλλίδη (2011) 1 Α.Α.Δ.569 και xxx Θρασυβούλου κ.α. ν. xxx Φλωρίδη, Πολιτική Έφεση Αρ. 206/2009, ημερομηνίας 30.1.2015, ECLI:CY:AD:2015:A41).).

 

Η εφεσείουσα προβάλλει ότι λανθασμένα αποδόθηκαν στην εφεσίβλητη οι αιτούμενες θεραπείες εφόσον η μαρτυρία που προσκομίστηκε από τον ΜΕ1 ήταν κυρίως εξ ακοής και ο ΜΕ2 δεν θα έπρεπε να γίνει, σύμφωνα με την εισήγηση, αποδεκτός ως μάρτυρας της αλήθειας. Αυτό εδράζεται κυρίως στο ότι ενώ ο ΜΕ2 ήταν γραμματέας της εφεσείουσας δεν το αποκάλυψε στη γραπτή του κατάθεση. Συγκεκριμένα στην πρώτη παράγραφο της δήλωσης του ανέφερε:

 

«Προβαίνω στην παρούσα εξ΄όσων πολύ καλά γνωρίζω και πιστεύω, είτε προσωπικά και άμεσα λόγω της εμπλοκής μου ως πολιτικού μηχανικού της πολυκατοικίας εντός της οποίας βρίσκεται το επίδικο διαμέρισμα, είτε από πληροφορίες που έχω λάβει από την Ενάγουσα και/ή τον τότε αντιπρόσωπο των Εναγομένων κ. xxx Γιασεμίδη».

 

 

Περαιτέρω, ερωτηθείς κατά την αντεξέταση κατά πόσο γνωρίζει τους μετόχους και διευθυντές της εφεσείουσας εταιρείας απάντησε αρνητικά.

 

Τα δύο στοιχεία που επικαλείται η εφεσείουσα δεν θεωρούμε ότι είναι αρκετά για να ανατρέψουν το εύρημα περί αξιοπιστίας του μάρτυρα. Το γεγονός ότι ο μάρτυρας ανέφερε ότι τα γεγονότα της υπόθεσης τα γνωρίζει λόγω της εμπλοκής του στην υπόθεση ως πολιτικός μηχανικός δεν έρχεται σε αντίφαση με το γεγονός ότι αυτός ήταν και ο γραμματέας της εταιρείας. Θα έπρεπε να είχε αναφέρει την ιδιότητά του αυτή, αλλά η συγκεκριμένη μη αποκάλυψη, δεν είναι κατανοητό πώς τον καθιστούσε αναξιόπιστο, όπως ήταν και το εύρημα του Δικαστηρίου. Άλλωστε δεν αντεξετάστηκε ρητώς περί τούτου. Επίσης κατά την αντεξέταση οι ερωτήσεις που σχετίζονται με τους αξιωματούχους και μετόχους της εταιρείας έχουν ως ακολούθως:

 

«Ε.Εγώ σου λέω ότι ο κος xxx. Γιασεμίδης καμιά σχέση δεν έχει με την εταιρεία, ούτε μέτοχος είναι, ούτε διευθυντής, ούτε και υπάλληλος ήταν της εταιρείας.

Α. Δεν καταλαβαίνω.

Ε. Γνωρίζετε αν ήταν μέτοχος, υπάλληλος;

Α. Ήταν ο πατέρας της xxx.

Ε. Δεν γνωρίζετε αν ήταν μέτοχος;

Α. Μπορεί να ήταν υπάλληλος.

Ε. Εγώ σας λέω ότι είναι μέτοχος, επίσης σας λέω ότι ουδέποτε υποβάλατε σχέδια για να εκδοθούν πολεοδομικές άδειες για τούτο το συγκεκριμένο τεμάχιο και ουδέποτε εκδόθηκε πολεοδομική άδεια μετά από τα δικά σας σχέδια που υποβάλατε στις αρμόδιες αρχές;

Α. Τούτο δεν είναι αλήθεια.»

 

Δεν κρίνουμε ότι οι απαντήσεις του παρουσιάζουν αντίφαση με τα παραδεκτά γεγονότα ή καταδεικνύουν ότι είναι λανθασμένο το εύρημα του Δικαστηρίου περί αξιοπιστίας του.

 

Η μαρτυρία του ΜΕ1 είναι γεγονός ότι κατά το πλείστον ήταν εξ ακοής, όπως άλλωστε σημείωσε και το πρωτόδικο Δικαστήριο. Ο ΜΕ1 κατέθεσε τη συμφωνία μεταξύ των μερών για την οποία έγινε πολύς λόγος από την εφεσείουσα, ότι πρόκειται για αντίγραφο, ότι ο ΜΕ1 δεν είχε δει το πρωτότυπο και ότι ουσιαστικά δεν είχε αποδειχθεί το περιεχόμενο της επίδικης συμφωνίας. Παρά τις πιο πάνω εισηγήσεις, παραμένει αναντίλεκτο γεγονός ότι τα μέρη υπέγραψαν τη συμφωνία, Τεκμήριο 2, εφόσον αυτό έγινε αποδεκτό και από την ΜΥ1 η οποία κατά τον επίδικο χρόνο ήταν διευθύντρια της εταιρείας και παρουσιάζεται ως ένα από τα πρόσωπα που υπέγραψαν τη συμφωνία, κατά την κυρίως εξέτασή της. Εμμέσως πλην σαφώς, αυτή είναι και η θέση που προωθήθηκε με την έκθεση υπεράσπισης της εφεσείουσας.

 

Ως εκ των ανωτέρω, η υπογραφή της συμφωνίας, Τεκμήριο 2, ήταν αδιαμφισβήτητο γεγονός. Η δε πληρωμή του ποσού των ΛΚ22.500 προκύπτει σαφώς από τη μαρτυρία του ΜΕ2 για την οποία δεν κρίνουμε ότι υπήρξε οποιοδήποτε σφάλμα στην αξιολόγηση έτσι ώστε να απαιτείται η παρέμβασή μας.

 

Ως προς τα συμπεράσματα του Δικαστηρίου, στις παραγράφους 26-29 πιο πάνω, θεωρούμε ότι αυτά ευλόγως προκύπτουν από τη μαρτυρία όπως έγινε αποδεκτή από το Δικαστήριο.

 

Σημειώνουμε ότι, με την παρούσα έφεση, δεν αμφισβητείται η αξιολόγηση των ΜΥ1 και ΜΥ2 οι οποίοι δεν έγιναν πιστευτοί από το Δικαστήριο, για τους λόγους που με λεπτομέρεια εξηγούνται στην απόφαση. Περαιτέρω στην Υπεράσπισή της η εφεσείουσα προβάλλει στην παράγραφο 4 τους δικούς της ισχυρισμούς ως ακολούθως:

 

«α) Διευθυντής ή και σύμβουλος και μέτοχος της εναγομένης μέχρι την 12/3/2006 ήτο η κ. xxx Γιασεμίδου από την Λάρνακα και ο κ. xxx Γιασεμίδης, πατέρας της xxx Γιασεμίδου και αυτός από τη Λάρνακα.

 

β) Τα δύο ως άνω πρόσωπα ως διευθυντές ή και μέτοχοι ή και αντιπρόσωποι της εναγομένης έπεισαν την ενάγουσα κατά ή περί τον Ιούλιο του 2004 όπως αγοράσει το διαμέρισμα που περιγράφεται στην παρ. 3 της εκθέσεως Απαιτήσεως.

 

γ) Πράγματι η ενάγουσα φαίνεται να πείσθηκε από τους κους xxx Γιασεμίδη και xxx Γιασεμίδη για την αγορά του διαμερίσματος που περιγράφεται στην παρ. 3 της εκθέσεως Απαιτήσεως και υπογράφτηκε σχετική συμφωνία.

 

δ) Ο xxx Γιασεμίδης ή και η xxx Γιασεμίδη αργότερα και κατά ή περί τον Μάρτιο του 2000 πώλησε και μεταβίβασε τις μετοχές της πιο πάνω εταιρείας στον κ. xxx Πέτρου, ο οποίος κατά ή περί την 13/3/2006 διορίστηκε και διευθυντής της εταιρείας.

 

ε) Κατά την πώληση και μεταβίβαση των μετοχών της εναγομένης εταιρείας από την xxx Γιασεμίδου ή και xxx Γιασεμίδη ο οποίος εκπροσωπούσε την εταιρεία κατά ή περί τον Μάρτιο του 2006, διαβεβαίωσαν τον προτιθέμενο αγοραστή xxx Πέτρου ότι η εναγόμενη εταιρεία δεν έχει οποιεσδήποτε υποχρεώσεις προς τρίτα πρόσωπα ή και οποιαδήποτε συμβόλαια.

 

στ) Συνέπεια αυτής της διαβεβαίωσης ο xxx Πέτρου αγόρασε τις μετοχές της εναγόμενης εταιρείας χωρίς να γνωρίζει οτιδήποτε για το συμβόλαιο που υπήρχε μεταξύ της ενάγουσας και της εναγόμενης και την υποχρέωση της εναγομένης για την μεταβίβαση οποιουδήποτε διαμερίσματος στην ενάγουσα.

 

ζ) Ο νυν διευθυντής της εναγόμενης xxx Πέτρου για πρώτη φορά αντιλήφθηκε την ύπαρξη συμβολαίου μεταξύ της εναγόμενης και της ενάγουσας κατά ή περί τον Ιούνιο του 2008, όταν έλαβε επιστολή από τους δικηγόρους της ενάγουσας.

 

η) Αμέσως ο νυν διευθυντής της εναγομένης βρήκε τον κ. xxx Γιασεμίδη και xxx Γιασεμίδου και τους ανέφερε για την απαίτηση της ενάγουσας και οι τελευταίοι ανέφεραν ότι θα διευθετούσαν τα πάντα και ότι ξέχασαν τότε που πώλησαν και μεταβίβασαν τις μετοχές στον νυν μέτοχο και διευθυντή να του αναφέρουν την ύπαρξη αυτού του συμβολαίου, πλην όμως μέχρι σήμερα καμία ενέργεια δεν έγινε από μέρους τους προς αυτή την κατεύθυνση».

 

Προκύπτει συναφώς από την ίδια την Υπεράσπιση η υπογραφή της συμφωνίας και η εμπλοκή του xxx Γιασεμίδη καθώς επίσης και η υπόσχεση των xxx Γιασεμίδου και xxx Γιασεμίδη ότι θα διευθετούσαν την υπόθεση.

 

H καταβολή του ποσού στον ΜΕ2 δεν έχει ουσιαστικά αμφισβητηθεί και επιβεβαιώθηκε από τη μαρτυρία του ιδίου. Επιπρόσθετα, εάν όντως δεν υπήρχε οποιαδήποτε πληρωμή εκ μέρους της εφεσίβλητης, αυτό θα έπρεπε να δικογραφηθεί με σαφήνεια, όπως ορθά αναφέρει στην απόφαση του το πρωτόδικο Δικαστήριο στην παράγραφο 29, πιο πάνω.

 

Με το δεύτερο λόγο έφεσης η εφεσείουσα προβάλλει ότι εσφαλμένα και εντελώς αναιτιολόγητα αποδέχτηκε το Τεκμήριο 3 το οποίο τιτλοφορείται ως «confirmation document». Προβάλλεται, συναφώς, το γεγονός ότι επρόκειτο περί αντιγράφου στο οποίο μάλιστα υπήρχαν σβησίματα και για το οποίο δεν υπήρχε συσχέτιση με το πρωτότυπο.

 

Είναι γεγονός ότι το Τεκμήριο 3, το οποίο ουσιαστικά επιβεβαιώνει την καταβολή του ποσού των ΛΚ22.500 στον xxx Γιασεμίδη, σύμφωνα με τους όρους της επίδικης συμφωνίας και επίσης επιβεβαιώνει ότι ο αγοραστής δεν παρέβη τους όρους της συμφωνίας, ήταν φωτοαντίγραφο στο οποίο μάλιστα υπάρχει μία διόρθωση στο όνομα του προσώπου που έλαβε το ποσό. Κατά την προσαγωγή της μαρτυρίας από το ΜΕ1 αυτός ανέφερε ότι δεν ανευρέθη το πρωτότυπο και το Δικαστήριο επέτρεψε την κατάθεση του, αφήνοντας το ζήτημα της βαρύτητας να αποφασιστεί στο τέλος. Στη συνέχεια ο ΜΕ2 αναγνώρισε ότι το εν λόγω έγγραφο υπεγράφη στην παρουσία του και μάλιστα ότι τα χρήματα αυτά κατατέθηκαν αρχικά στο λογαριασμό του για τους λόγους που εξήγησε. Η μαρτυρία του έγινε αποδεκτή και δεν διαπιστώνουμε σφάλμα στην αξιολόγηση που έγινε από το Δικαστήριο έτσι ώστε να απαιτείται η παρέμβασή μας. Συνεπώς, η αποδοχή του περιεχομένου του εν λόγω Τεκμηρίου δεν κρίνουμε ότι αποτελεί σφάλμα του Δικαστηρίου.  Εν πάση περιπτώσει, είναι παραδεκτό ότι πληρώθηκε το ποσό ΛΚ22.500.  

 

Για τους πιο πάνω λόγους οι πρώτοι πέντε λόγοι έφεσης απορρίπτονται. Προσθέτουμε ότι όπως είναι φανερό από όλη τη δικογραφία και τον τρόπο που κινήθηκε η μαρτυρία, ότι όλες οι συναλλαγές από τους xxx και xxx Γιασεμίδη έγιναν εκ μέρους της εφεσείουσας εταιρείας. Η μεταγενέστερη μεταβίβαση των μετοχών σε τρίτο πρόσωπο ουδόλως επηρέαζε την καθαυτή νομική ανεξάρτητη οντότητα της εταιρείας. Αν ο xxx Πέτρου είχε οποιοδήποτε πρόβλημα σε σχέση με τη συγκεκριμένη υποχρέωση της εταιρείας προς την εφεσίβλητη, μπορούσε να στραφεί εναντίον των πρώην μετόχων.

 

Με τον έκτο λόγο έφεσης η εφεσείουσα παραπονείται για την καθυστέρηση στην έκδοση της απόφασης δέκα μήνες μετά την ολοκλήρωση της ακρόασης, κατά παράβαση του Διαδικαστικού Κανονισμού για την Έγκαιρη Έκδοση Αποφάσεων του 1986. Αναλύοντας το λόγο έφεσης η εφεσείουσα παραπέμπει στη λανθασμένη, κατά την κρίση της αξιολόγησης της μαρτυρίας με την οποία έχουμε ασχοληθεί πιο πάνω.

 

Ο λόγος έφεσης δεν ευσταθεί. Ο λόγος που αμφισβητείται η αξιολόγηση της μαρτυρίας δεν συνδέθηκε από την εφεσείουσα με την καθυστέρηση στη συγγραφή της απόφασης, έτσι ώστε να είχε επηρεαστεί η μνήμη του Δικαστή ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο η καθυστέρηση να συνέβαλε σε λανθασμένη αξιολόγηση. Όπως έχουμε αναφέρει κατά την εξέταση των υπολοίπων λόγων έφεσης, δεν κρίνουμε ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας ήταν λανθασμένη.

 

Η έφεση απορρίπτεται με €2.500 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, εναντίον της εφεσείουσας.

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.

 

/ΧΤΘ                                                                                       ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο