ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2020:D98
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 182/2019)
11 Μαρτίου, 2020
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν.3/1964)
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ M A L ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ 14/60, ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΩΝ ΤΟΥ 1964 ΜΕΧΡΙ 1991, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΝ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟ (ΚΕΦ. 105), ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2013/33/ΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1) ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
2) ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΙΑ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΝ M A L ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 11 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5(1) ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 6 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9ΣΤ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 8 ΚΑΙ 9 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2013/33/ΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
Ν. Χαραλαμπίδου (κα), για τον Αιτητή.
Κ. Παπαδοπούλου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η διάρκεια της κράτησης του αιτητή είναι το αντικείμενο της παρούσας αίτησης, με την οποία επιδιώκεται η έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus ad Subjiciendum.
Ο αιτητής βρίσκεται υπό περιορισμό στο χώρο κράτησης απαγορευμένων μεταναστών στη Μενόγεια. H νομιμότητα και η διάρκεια κράτησης του αιτητή, όντας αιτητής ασύλου, είναι το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας.
Τα γεγονότα που συνθέτουν την παρούσα αίτηση περιλαμβάνονται σε ένορκη δήλωση που κατατέθηκε για λογαριασμό του αιτητή, αλλά και από μια εκτενή αναφορά που γίνεται στην ένορκη δήλωση που κατατέθηκε προς υποστήριξη της ενστάσεως των καθ' ων η αίτηση.
Ο αιτητής είναι συριακής καταγωγής και αφίχθηκε παράνομα στην Κύπρο στις 28 Ιανουαρίου 2019, μέσω του παράνομoυ αεροδρομίου της Τύμπου και ακολούθως στις 8 Φεβρουαρίου 2019 εισήλθε στις ελεύθερες περιοχές από το οδόφραγμα Λήδρας.
Στις 11 Φεβρουαρίου 2019 υπέβαλε αίτημα για διεθνή προστασία. Την ίδια ημέρα μέλη του γραφείου πάταξης της λαθρομετανάστευσης σε συνεργασία με μέλη του ΤΑΕ Μόρφου, της ΚΥΠ και του γραφείου τρομοκρατίας, ανέκριναν τον αιτητή. Ως αποτέλεσμα της εν λόγω ανάκρισης, ο αιτητής κρίθηκε ότι ήταν ύποπτος για θέματα εθνικής ασφαλείας. Τούτου δοθέντος, εκδόθηκε εναντίον του διάταγμα κράτησης δυνάμει του άρθρου 9ΣΤ(2)(Ε) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν. 6(Ι)/2000), για λόγους εθνικής ασφάλειας. Αρχικώς, κρατείτο στα αστυνομικά κρατητήρια Λακατάμειας και ακολούθως στα αστυνομικά κρατητήρια της Μενόγειας. Το διάταγμα ανακλήθηκε στις 19 Απριλίου 2019 και εκδόθηκε νέο διάταγμα κράτησης.
Ο αιτητής καταχώρισε στις 29 Μαΐου 2019 προσφυγή εναντίον του πιο πάνω διατάγματος κράτησης του (Προσφυγή αρ. 800/2019).
Στις 20 Ιουνίου 2019 απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου η αίτηση που είχε υποβάλει για διεθνή προστασία. Ο αιτητής αμφισβήτησε την εν λόγω απόφαση καταχωρώντας στις 31 Ιουλίου 2019 προσφυγή εναντίον της πιο πάνω απόρριψης (Προσφυγή αρ. 72/2019).
Στις 19 Αυγούστου 2019 το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας απέρριψε την προσφυγή που υποβλήθηκε, εκ μέρους του αιτητή, εναντίον του διατάγματος κράτησης, κρίνοντας ότι δικαιολογείτο η κράτηση του αιτητή για σκοπούς προστασίας της εθνικής ασφάλειας. (Υπόθεση αρ. 800/2019, M.A.L ν. Αν. Διευθυντή Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ημερ. 19 Αυγούστου 2019).
Ο αιτητής προς υποστήριξη της αίτησης του εισηγήθηκε ότι η διάρκεια της κράτησης του είναι και παρατεταμένη και αδικαιολόγητη, κατά παράβαση του άρθρου 9ΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου. Η εν λόγω κράτηση πρέπει, όπως υποστήριξε, να έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και για όσο διάστημα ισχύει ο λόγος για τον οποίο εκδόθηκε διάταγμα κράτησης. Ταυτοχρόνως, εισηγήθηκε ότι, στην προκείμενη περίπτωση, παραβιάζονται τα άρθρα 8 και 9 της Οδηγίας 2013/33.
Ήταν η εισήγηση της ευπαιδεύτου συνηγόρου του αιτητή ότι οι καθ' ων η αίτηση δεν έχουν προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια με σκοπό την επαλήθευση των λόγων κράτησης και περαιτέρω, παραπονέθηκε ότι, οι διαδικασίες ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας καθυστερούν αδικαιολόγητα. Το τελευταίο παράπονο που υποβλήθηκε είναι ότι ο αιτητής κρατείται παρανόμως στον ίδιο χώρο με άλλα άτομα τα οποία τελούν υπό κράτηση για σκοπούς απέλασης.
Αρχικώς ήταν η εισήγηση των καθ' ων η αίτηση, η οποία προβλήθηκε προδικαστικώς, ότι η αίτηση πάσχει δικονομικά καθότι δεν επισυνάπτονται πιστοποιημένα έγγραφα στην ένορκη δήλωση του αιτητή, αλλά μόνο στη μετάφραση που την συνοδεύει.
Ο αιτητής, όπως προβλήθηκε, κωλύεται και/ή δεν νομιμοποιείται να προωθεί την παρούσα αίτηση, καθότι, ουσιαστικώς, επιδιώκει την ακύρωση του διατάγματος κράτησης του, η νομιμότητα του οποίου μπορεί μόνο να αμφισβητηθεί με προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Περαιτέρω, εισηγήθηκε η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας, ότι η παρούσα αίτηση θα πρέπει να κριθεί ως καταχρηστική, νοουμένου ότι η προσφυγή που είχε καταχωρηθεί εναντίον του διατάγματος κράτησης του, απερρίφθη προηγουμένως.
Η κράτηση του αιτητή, εισηγήθηκαν οι καθ' ων η αίτηση, είναι σύμφωνη με το άρθρο 180 Ε (2)(β) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105 και του άρθρου 9ΣΤ(2)(δ)(ε) του περί Προσφύγων Νόμου και ταυτοχρόνως, ο αιτητής δεν έχει αποσείσει το βάρος απόδειξης, ότι, υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, η διάρκεια κράτησης του δεν είναι ούτε αναγκαία, ούτε εύλογη. Τέλος, οι καθ' ων η αίτηση εισηγούνται ότι δεν μπορούν να εφαρμοστούν οι πρόνοιες του άρθρου 9ΣΤ(7)(α) και οι πρόνοιες του άρθρου 18ΠΣΤ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, καθότι δεν τυγχάνουν εφαρμογής.
Αρχικώς, θα σχολιάσω το θέμα του νομότυπου της αίτησης το οποίο προβλήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση. Θεωρώ ότι ο λόγος ενστάσεως που προβλήθηκε είναι ανεδαφικός. Τα έγγραφα τα οποία επισυνάπτονται και χαρακτηρίζονται ως τεκμήρια με βάση την αρίθμηση που υπάρχει στην ένορκη δήλωση του αιτητή, είχαν επισυναφθεί στη μεταφρασμένη ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση και ως εκ τούτου, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του όλου υλικού το οποίο ο αιτητής έθεσε με τη μορφή ενόρκου δηλώσεως, ενώπιον του Δικαστηρίου. Θα πρόκρινα μια διαφορετική αντιμετώπιση του θέματος ως ένα καθαρά νομοτυπικό θέμα, το οποίο παραγνωρίζει την ουσία. Σκοπός της μετάφρασης είναι η παρουσίαση της εκδοχής του αιτητή στην επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας, τα ελληνικά. Δεν υπάρχει καμία αμφισβήτηση, ούτε δημιουργήθηκε οποιαδήποτε παρανόηση ή παραπλάνηση στη Δημοκρατία, ως προς το τι επιθυμούσε να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου ο αιτητής.
Το Ανώτατο Δικαστήριο έχει, με βάση την παράγραφο 4 του Άρθρου 155 του Συντάγματος, αποκλειστική δικαιοδοσία να εκδίδει προνομιακά εντάλματα, μεταξύ των οποίων, συγκαταλέγονται και τα εντάλματα της φύσεως Habeas Corpus ad Subjiciendum. Το εν λόγω προνομιακό ένταλμα εξασφαλίζει την ελευθερία του πολίτη και παρέχει αποκλειστικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη και ή αδικαιολόγητη κράτηση. (Βλ. xxx Χ″ Σάββα (1993) 1 Α.Α.Δ. 102).
Η ελευθερία του ατόμου είναι το ύψιστο αγαθό που πρέπει να διασφαλίζεται σε κάθε δημοκρατική κοινωνία διεπόμενη από το κράτος δικαίου. (Βλ. Πολ. Έφ. Αρ. 161/2012, xxx Κυριάκου, ημερ. 6 Ιουνίου 2013).
Ο αιτητής, όπως έχει νομολογηθεί, και αναφέρομαι στην υπόθεση Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55, θα πρέπει να καταδείξει, εκ πρώτης όψεως, το παράνομο της κράτησης του. Αν τούτο στοιχειοθετηθεί επαρκώς, τότε το βάρος απόδειξης μετατίθεται στο πρόσωπο που έχει τη φυσική κατοχή και τον έλεγχο του ατόμου. (Βλ. Παύλου (2004) 1(Β) Α.Α.Δ. 1372 και Ιωάννου (2011) 1(Β) Α.Α.Δ. 971).
Η δυνατότητα καταχώρισης αίτησης για Habeas Corpus για έλεγχο της νομιμότητας της κράτησης, μόνο από την άποψη της διάρκειας, παρέχεται στο άρθρο 9ΣΤ(7) του Ν. 6(Ι)/2000, στο οποίο αναφέρεται ότι «διάρκεια κράτησης βάσει του παρόντος άρθρου υπόκειται σε αίτηση για την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω Άρθρου».
Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, το διάταγμα κράτησης του αιτητή εκδόθηκε στις 19 Απριλίου 2019, «για την προστασία της εθνικής ασφάλειας», στη βάση του άρθρου 9ΣΤ(2)(ε) του Ν. 6(Ι)/2000.
Είναι αποδεκτό ότι η προσφυγή υπ' αρ. 800/2019 ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, σκοπό είχε τον έλεγχο του διατάγματος κράτησης του, το οποίο είχε εκδοθεί στις 19 Απριλίου 2019. Η προσφυγή απερρίφθη στις 19 Αυγούστου 2019. Ως εκ τούτου, το εκδοθέν διάταγμα κράτησης είναι νόμιμο και σε ισχύ, με βάση την απόφαση του Δικαστηρίου. Όπως αναφέρθηκε από τη συνήγορο του αιτητή, μετά από ερώτηση του Δικαστηρίου, η ορθότητα της πιο πάνω απόφασης δεν έχει αμφισβητηθεί με έφεση. Συνεπώς, βρίσκεται σε ισχύ.
Τούτου δοθέντος, παραμένει το ζήτημα της διάρκειας της κράτησης. Η εξουσία του Δικαστηρίου εδράζεται στο άρθρο 11.2 (στ) του Συντάγματος και στο άρθρο 5 (1) (στ) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Πολ. Εφ. 236/2015, Fasel v. Δημοκρατίας, ημερ. 31 Μαρτίου 2016).
Το παρόν Δικαστήριο υπό την προνομιακή του δικαιοδοσία, όπως προβλέπεται στο άρθρο 7(α)(i) του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000, εξετάζει τη «διάρκεια της κράτησης» και όχι τη νομιμότητα του διατάγματος κράτησης, που όχι μόνο τεκμαίρεται ως νόμιμο, αλλά επί του προκειμένου κηρύχθηκε και ως τέτοιο, χωρίς να αμφισβητηθεί, από το αρμόδιο Δικαστήριο. Συνεπώς, δεν είναι επιτρεπτό να εξεταστεί οποιοδήποτε θέμα αμφισβήτησης της κράτησης του αιτητή, καθότι είναι νόμιμη. (Πολ. Αίτ. 91/2019, Αναφορικά με την αίτηση του xxx Yusuf, ημερ. 20 Ιουνίου 2019).
Από τις 11 Φεβρουαρίου 2019, ημέρα κατά την οποία ο αιτητής τέθηκε υπό κράτηση, μέχρι της καταχώρισης της αίτησης, ημερ. 22 Οκτωβρίου 2019, μεσολάβησαν οκτώ μήνες. Η εν λόγω διάρκεια της κράτησης εξετάζεται όχι μεμονωμένα, αλλά στο πλαίσιο των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης. Τούτου δοθέντος, η διάρκεια για να κριθεί ότι αποτελεί παρατεταμένο διάστημα, θα πρέπει να ελεγχθεί κατά πόσο από την κράτηση παραβιάζονται οι πρόνοιες του άρθρου 9ΣΤ(4)(α) του Νόμου. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, η κράτηση ενός αιτητή θα πρέπει να έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και να διαρκεί μόνο για όσο χρονικό διάστημα απαιτείται σε συνάρτηση με το λόγο κράτησης του. Ταυτοχρόνως, εξετάζεται κατά πόσο οι ανάλογες και σχετικές διοικητικές διαδικασίες που διεξάγονται, εξετάζονται και συνδέονται με το λόγο κράτησης και ότι αυτές εκτελούνται χωρίς περιττές καθυστερήσεις.
Ο αιτητής κρατείται για λόγους εθνικής ασφάλειας βάσει των προνοιών του άρθρου 9ΣΤ(2)(ε) του Νόμου. Η δραστηριότητα του αιτητή, η ενυπάρχουσα επικινδυνότητα, εξετάστηκαν από τις αρμόδιες αρχές στη βάση των πληροφοριών που έλαβαν από την ημέρα κράτησης του. Ήταν το αντικείμενο που απασχόλησε το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας σε προσφυγή που υπέβαλε ο αιτητής, το αποτέλεσμα της οποίας σημειώθηκε πιο πάνω. Ταυτοχρόνως, ο αιτητής είναι υπό κράτηση, καθότι εξετάζεται η προσφυγή την οποία υπέβαλε εναντίον της απόρριψης του υποβληθέντος αιτήματος για άσυλο.
Υπό τις περιστάσεις, είμαι της γνώμης ότι το διαρρεύσαν χρονικό διάστημα δεν είναι τέτοιο, που να δικαιολογεί την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος. (Βλ. Πολ. Αίτ. 173/2019, ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxxx ALSHEIKO, ημερ. 24 Οκτωβρίου 2019). Ο παράγοντας χρόνος επί του προκειμένου εξετάζεται στη βάση όλων των περιστατικών της παρούσας υπόθεσης και δεν θεωρώ ότι έχει παρέλθει τέτοιο χρονικό διάστημα που να δικαιολογεί την επέμβαση του Δικαστηρίου.
Προτού συμπληρώσω την παρούσα υπόθεση, θέλω να επισημάνω μια παραδοξότητα την οποία είχα επισημάνει κατά τη διάρκεια της ακρόασης της υπόθεσης. Στο στάδιο των τελικών αγορεύσεων η συνήγορος της Δημοκρατίας είχε σημειώσει ότι από πλευράς των καθ' ων η αίτηση είχαν συμπληρωθεί όλες οι απαραίτητες ενέργειες. Εκκρεμεί μεν η προσφυγή με την οποία αμφισβητείται η απόρριψη του αιτήματος του αιτητή για άσυλο, πλην, όμως, όπως ανέφερε η κα Παπαδοπούλου, η διαδικασία εκκρεμεί καθότι αναμένεται η καταχώριση της αγόρευσης του αιτητή. Η κα Χαραλαμπίδου αντέδρασε αναφέροντας ότι ο λόγος της καθυστέρησης δεν οφείλεται σε δική της παράλειψη, αλλά στην άρνηση των αρμόδιων αρχών να της παραδώσουν έγγραφα τα οποία η ίδια έχει ζητήσει.
Είμαι της γνώμης ότι θα πρέπει η πολιτεία να προβληματιστεί ως προς τον κατατεμαχισμό των διαφόρων διαδικασιών που άπτονται των αιτητών ασύλου που, τελικώς, με, όπως στην προκείμενη περίπτωση, διαδοχικές προσφυγές, αλλεπάλληλες ενδιάμεσες αιτήσεις για τη χορήγηση εγγράφων, για την παραχώρηση πληροφοριών, που τελικώς καταλήγουν σε ένα είδος διαδικαστικού παιγνιδιού το οποίο απολήγει αφενός μεν στην ταλαιπωρία του αιτητή, ο οποίος επιζητεί τη διαμονή του και την εξασφάλιση της ασφάλειας της Δημοκρατίας και από την άλλη η διασπάθιση δικαστικού χρόνου και δαπάνης.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΔΓ