ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Παρπαρίνος, Λεωνίδας Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Μ. Γεωργίου, για τον εφεσείοντα Λ. Βραχίμης, για την εφεσίβλητη CY DOD Κύπρος Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο 2020-02-18 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο Σ. Π. ν. Ε. Π., Έφεση αρ.6/2018, 18/2/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:DOD:2020:7

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

 

 (Έφεση αρ.6/2018)

 

18 Φεβρουαρίου, 2020

 

[ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ,  Δ/ΣΤΕΣ]

 

Σ. Π.

Eφεσείων

και

Ε. Π.

Εφεσίβλητη

_ _ _ _ _ _

 

Μ. Γεωργίου, για τον εφεσείοντα

Λ. Βραχίμης, για την εφεσίβλητη

_ _ _ _ _ _

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου.

----------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.:  Ο εφεσείων ως αιτητής καταχώρισε στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 2.9.2013 αίτηση για να δοθεί στον ίδιο ή και από κοινού με την εφεσίβλητη η γονική μέριμνα των παιδιών των διαδίκων.  Στις 12.12.2014 οι συνήγοροι των διαδίκων, παρόντων και των τελευταίων, δήλωσαν τη συμφωνία τους επί των επιδίκων θεμάτων της αίτησης και ως συνέπεια εξεδόθη εκ συμφώνου διάταγμα με το οποίο δηλώνεται πως η φύλαξη των παιδιών των διαδίκων θα ασκείτο από κοινού και από τους δύο γονείς.  Οι λοιπές πτυχές επίσης της γονικής μέριμνας θα ασκούντο από κοινού και ο χώρος διαμονής των ανηλίκων τέκνων θα ήταν ανάλογα με ποιον από τους δύο γονείς θα βρίσκονταν.  Στη συνέχεια καθορίσθηκαν διάφορες ρυθμίσεις ως προς τον χρόνο και τρόπο διαμονής, καθώς και οι ρυθμίσεις για τις διακοπές. 

 

Τρία χρόνια μετά, και συγκεκριμένα στις 18.12.2017, ο εφεσείων με ex parte αίτηση του απευθύνθηκε εκ νέου στο ίδιο Δικαστήριο, (με ίδια αρίθμηση φακέλου) επιδιώκοντας έκδοση διατάγματος με το οποίο να επιτρέπεται στον εφεσείοντα όπως συνεχίσει την αγωγή 3307/17, η οποία είχε καταχωρηθεί από τον ίδιο προσωπικά και εκ μέρους των παιδιών του ζεύγους εκκρεμούσα ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας χωρίς να λάβει την έγκριση της εφεσίβλητης μητέρας των ανηλίκων. 

 

Η νομική βάση της αίτησης στηριζόταν κυρίως στα άρθρα 2, 5, 6, 7 και 8 του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου, Ν. 216/90 καθώς και στους Κανονισμούς 3-9 και 11 των περί Oικογενειακών Δικαστηρίων Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 1990[1]

 

Η πραγματική της βάση συναντάται στην ένορκη δήλωση του ίδιου του εφεσείοντα ο οποίος αναφέρεται στην εν λόγω αγωγή 3307/17, στην οποία ο ίδιος είναι ο ενάγων 1 και τα παιδιά του παρουσιάζονται ως ενάγοντες 2 και 3 «μέσω του πατέρα και κηδεμόνα τους που ασκεί γονική μέριμνα».  Εναγόμενες στην αγωγή αυτή είναι η πρώην σύζυγος του, εφεσίβλητη καθώς και έτερο πρόσωπο (εναγομένη 1). 

 

Είναι το κατάλληλο στάδιο να αναφερθούμε στην αγωγή αυτή και στην απόφαση την οποία εξέδωσε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 21.11.2017. 

 

Είναι η θέση του εφεσείοντα πως, ενώ οι δύο θυγατέρες του ήσαν κάτω από τη φύλαξη και φροντίδα της μητέρας τους «εξετέθηκαν σε πορνογραφικό υλικό κάτω από συνθήκες που φανερώνουν αμέλεια της μητέρας ως εναγομένης 2 και του άλλου προσώπου ως εναγομένης 1».

 

Στα πλαίσια αυτά υπό τις συνθήκες που εξηγούνται ο εφεσείων κίνησε την ως άνω αγωγή ο ίδιος αλλά και εκ μέρους των παιδιών του, χωρίς τη συγκατάθεση της μητέρας η οποία ήταν, όπως ελέχθη, η εναγόμενη 2.

 

Στην εν λόγω αγωγή, κατόπιν σχετικής αίτησης της εναγομένης 1, ζητείτο παραμερισμός του κλητηρίου εντάλματος καθότι δεν είχε ληφθεί η σχετική συγκατάθεση της μητέρας.  Επί της αίτησης και κατόπιν της ένστασης του εφεσείοντα, το Δικαστήριο αποφάσισε πως η αγωγή θα πρέπει να ανασταλεί μέχρις ότου ληφθεί άδεια από το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας για έγκριση και ή συνέχιση της υπόθεσης.  Η απόφαση αυτή είχε εφεσιβληθεί από τον εφεσείοντα με την έφεση υπ΄ αρ. Ε200/17.  Κατά την ενώπιον μας διαδικασία στις 23.1.2020 δηλώθηκε από την πλευρά του εφεσείοντα πως η έφεση αυτή αποσύρθηκε τον Ιούνιο του 2019.  ΄Εχουμε διαπιστώσει, μετά από έλεγχο στο Πρωτοκολλητείο, πως δηλώθηκε, από την πλευρά των εφεσειόντων, πως η έφεση αυτή δεν θα προωθηθεί, με δεδομένο ότι εκκρεμεί και αντέφεση.  Για λόγους που θα εξηγήσουμε, ωστόσο, αυτό δεν θα διαφοροποιήσει το αποτέλεσμα.

 

Εν πάση περιπτώσει, συνεχίζει ο εφεσείων, δυνάμει των άρθρων 7 και 8 του Νόμου 216/90[2], έχει δικαίωμα να αιτηθεί να του δοθεί το διάταγμα ώστε να παρασχεθεί δικαίωμα σε αυτόν υπό την ιδιότητα του ως κηδεμόνα να συνεχίσει την εκδίκαση της ως άνω αγωγής.

 

Το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας αφού άκουσε σχετικά τον εφεσείοντα στην εν λόγω μονομερή αίτηση 18.12.2017, έκρινε τα ακόλουθα.  (εκτίθεται αυτολεξεί το σκεπτικό του Δικαστηρίου):

          «Επειδή:

(α) η παρούσα αίτηση καταχωρήθηκε εντός του φακέλου στον οποίο εκδόθηκε το διηνεκές διάταγμα ημερ. 3.10.2013 με το οποίο ρυθμίστηκαν πτυχές της γονικής μέριμνας των ανήλικων θυγατέρων των διαδίκων, και έλαβε τη μορφή αίτησης μετά από έκδοση (τελικής) απόφασης (after final judgment application),

 

(β) η αίτηση δεν έχει το χαρακτήρα εναρκτήριας αίτησης (originating summons).

 

(γ) η αίτηση καταχωρήθηκε ως μονομερής χωρίς να παρέχεται το δικαίωμα στη μητέρα των ανηλίκων να τοποθετηθεί επ΄ αυτής, ως οι Κανόνες φυσικής δικαιοσύνης υπαγορεύουν,

 

(δ) η μητέρα των ανηλίκων φαίνεται να αμφισβητεί τη στοιχειοθέτηση εκ μέρους του αιτητή αγώγιμου δικαιώματος στη βάση του άρθρου 51 του Κεφ. 148,

 

(ε) ο αιτητής εφεσίβαλε την ενδιάμεση απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου στην πιο πάνω αγωγή διατυπώνοντας ως λόγο έφεσης ότι λανθασμένα το Δικαστήριο ανέστειλε την ενώπιον του διαδικασία για να εξασφαλιστεί προηγουμένως η σχετική άδεια του Οικογενειακού Δικαστηρίου και ότι θα μπορούσε να εφαρμόσει τη διάταξη του άρθρου 8 του Ν. 216/90,

 

(στ) ως ανάφερε η συνήγορος του αιτητή, βρίσκονται σε εκκρεμοδικία αντιδικίες μεταξύ των ίδιων διαδίκων ενώπιον άλλου δικαστή του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας όπου φαίνεται ότι και οι δύο γονείς διεκδικούν με ξεχωριστές αιτήσεις, εκ νέου, ρύθμιση πτυχών της γονικής μέριμνας των τέκνων τους και/ή τροποποίηση του διηνεκούς διατάγματος,

 

(ζ) η γονική μέριμνα των ανηλίκων με βάση το αναφερόμενο διάταγμα ασκείται και από τους δύο γονείς,

 

παρόλο που η διάταξη του άρθρου 7 του Ν. 216/90 επιβάλλει τη λήψη απόφασης από το Οικογενειακό Δικαστήριο «αν οι γονείς διαφωνούν κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας .. έπειτα από αίτηση οποιουδήποτε από τους γονείς» και ότι η εκπροσώπηση ανηλίκων εμπίπτει στην έννοια της γονικής μέριμνας (άρθρο 5(1)(β)), και ειδικότερα η εκπροσώπηση του ανηλίκου ενώπιον δικαστηρίου (σχετ. Ο. ν. Landmark, Πολ. Έφ. Ε7/2013[3], 23.3.2017), θεωρώ ότι η κρινόμενη αίτηση ως έχει καταχωρηθεί και με την οποία ζητείται θεραπεία χωρίς την παροχή ευκαιρίας στη μητέρα να τοποθετηθεί επ΄ αυτής, (πράγμα που η συνήγορος του αιτητή ισχυρίζεται ότι μπορεί να γίνει), δεν είναι το κατάλληλο δικονομικό μέτρο για τη χορήγηση της αιτούμενης θεραπείας, γι΄ αυτό και η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και συνακόλουθα απορρίπτεται». (ο τονισμός είναι δικός μας)

 

Η έφεση εξαντλείται σε ένα και μόνο λόγο: πως δηλαδή λανθασμένα αποφάσισε το Οικογενειακό Δικαστήριο ότι η μονομερής αίτηση που καταχώρισε ο εφεσείων ήταν «εσφαλμένο δικονομικό μέσο».

 

Είναι γεγονός πως το Δικαστήριο στην πιο πάνω διατύπωση του αναφέρεται σε «μη κατάλληλο δικονομικό διάβημα».

 

Θα πρέπει να λεχθεί ευθύς εξ αρχής ότι δεν τίθεται θέμα εσφαλμένου τύπου.  Ορθά ο εφεσείων καταχώρησε αίτηση εντός του φακέλου της γονικής μέριμνας αφού το θέμα αφορούσε διαφοροποίηση μιας πτυχής αυτής.  Δυνάμει της συνδυασμένης εφαρμογής των άρθ.5, 7 και 20 του Ν.216/90 προκύπτει πως πρόκειται για ενιαία διαδικασία με το αρχικό διάταγμα και ο φάκελος θα πρέπει να είναι ενιαίος.  Συνεπώς, δεν μπορούμε να ομιλούμε για λανθασμένο δικονομικό μέσο.  (Βλ. Hjichambis v. Attorney General (1986)1 C.L.R. 386 και Ζωγράφος κ.ά. ν. Drosoneri Farm Ltd, πολ.εφ.379/12, 3.2.2020).

 

Σχετικός είναι και ο Κ.30 του περί Διαχειρίσεως Περιουσιών Ανηλίκων Δ.Κ.490/1957, ο οποίος έχει ως εξής:

"All applications and other documents in proceedings relating to an infant and the administration of this property shall be filed and kept together under the same number of proceedings as the original application .."

 

Παρά ταύτα θα πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα αν είναι ο λανθασμένος τύπος η ουσία της απόρριψης της αίτησης.

 

Μελετώντας το πιο πάνω κείμενο της απόφασης σφαιρικά, διαπιστώνεται πως είναι σε άλλη βάση που θεώρησε το Δικαστήριο πως δεν έπρεπε να δεχθεί την αίτηση και όχι αναφορικά με τον εσφαλμένο τύπο.

 

Το θεμελιακό που φαίνεται να δέσποζε στη δικανική κρίση ήταν η απουσία πληροφόρησης της μητέρας για την αίτηση, ως απότοκο της παραβίασης της φυσικής δικαιοσύνης.  Βεβαίως το Δικαστήριο είχε την ευχέρεια αντί να απορρίψει την ex parte αίτηση να διατάξει επίδοση προς την εφεσίβλητη.  Δεν το έπραξε.  Είναι θέμα διακριτικής ευχέρειας και δεν πλήττεται το εσφαλμένο της άσκησης της ώστε να μας απασχολήσει.  Άλλωστε, ήταν και είναι ανοικτή η δυνατότητα στον εφεσείοντα να προσφύγει εκ νέου στο Δικαστήριο, όχι πλέον μονομερώς. 

Με αυτό ως δεδομένο και με αλώβητη την κρίση του Δικαστηρίου (αφού δεν υπάρχει έφεση επ΄ αυτού του σημείου) ως προς την ανάγκη να ειδοποιηθεί και να ακουστεί η μητέρα, βρίσκουμε ότι η έφεση είναι αλυσιτελής, αφού περιορίζεται στο ερώτημα, ποιο είναι το ορθό δικονομικό μέσο για να επιτευχθεί η αιτούμενη θεραπεία.  Αφού λοιπόν το εύρημα της ανάγκης να ειδοποιηθεί η μητέρα παραμένει αλώβητο, η περαιτέρω ενασχόληση του Δικαστηρίου με την έφεση, παραμένει ακαδημαϊκού ενδιαφέροντος.  (Βλ.  Κοινοτικό Συμβούλιο Παλαιομετόχου ν. Xριστοφίδης, ποιν.εφ.4/14, 3.3.2016, ECLI:CY:AD:2016:B137 και Ξενοφώντος ν. Αστυνομίας (2011)2 Α.Α.Δ. 26). Ούτε βεβαίως εντέλει χρήζει εξέτασης το θέμα υπό τη σκοπιά της κατάχρησης των διαδικασιών.

 

Η έφεση απορρίπτεται ως αλυσιτελής.  Επειδή το ζήτημα δεν ηγέρθη από την άλλη πλευρά δεν θα υπάρξει διαταγή για έξοδα.

 

                                                                    ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

                                                                   ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

                                                                   ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.



[1] 9. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Κανονισμού και του Νόμου, θα εφαρμόζονται κατ' αναλογία οι πιο κάτω Διαδικαστικοί Κανονισμοί:... (3) Για διαδικασία που αφορά θέματα γονικής μέριμνας, ο περί Κηδεμονίας Ανηλίκων και Ασώτων Διαδικαστικοί Κανονισμοί, (Δ.Ν. Τόμος II 422) και ο περί Διαχειρίσεως Περιουσιών Ανηλίκων Διαδικαστικός Κανονισμός 1957, (57 Τόμος II 348) με τις σχετικές τροποποιήσεις....

 

[2] 7. Αν οι γονείς διαφωνούν κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας και το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ληφθεί απόφαση, αποφασίζει το Δικαστήριο, έπειτα από αίτηση οποιουδήποτε από τους γονείς.

8. Ο καθένας από τους γονείς επιχειρεί και μόνος του πράξεις αναφερόμενος στη γονική μέριμνα εφόσον πρόκειται για συνήθεις πράξεις επιμέλειας του προσώπου του τέκνου ή για πράξεις που έχουν επείγοντα χαρακτήρα.

[3] Στην Οικονομίδη ν. Landmark (ως άνω) λέχθηκαν τα εξής:  «Συνεπώς, παρά το ότι από πλευράς της Δ.9 κ.12 ερμηνευομένης κατά το κοινοδίκαιο, θα μπορούσε να αρκεί η εκπροσώπηση των ανηλίκων από τη μητέρα τους ως ενήλικο πρόσωπο, ικανό ως προς τα έξοδα έναντι της άλλης πλευράς, σύμφωνα πλέον με τον Νόμο, τέτοια εκπροσώπηση, ως πτυχή της άσκησης γονικής μέριμνας, θα έπρεπε να γίνει από κοινού με τον πατέρα. Η σύγκρουση συμφερόντων πατέρα-ανηλίκων για την οποία έγινε λόγος, δεν δικαιολογεί από μόνη της τη μη εφαρμογή ρητής νομοθετικής πρόνοιας. Απαιτείται απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου κατά το άρθρο 7.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο