ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
D. J. DEMADES & SONS LTD. ν. REPUBLIC OF CYPRUS (1977) 1 CLR 189
Γενικός Εισαγγελέας ν. Κούλουμου κ.ά. (1995) 1 ΑΑΔ 728
Nικολαΐδης Σάββας A. κ.ά. ν. Kυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Γενικού Eισαγγελέα (1998) 1 ΑΑΔ 1362
Γενικός Eισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Φιφής Iακωβίδη (1998) 1 ΑΑΔ 1819
Γεωργαλλίδου Kαθλήν και Άλλη ν. Γενικού Eισαγγελέα της Δημοκρατίας (2001) 1 ΑΑΔ 365
Χαραλάμπους Μιχάλης Ιωάννου ν. Γενικού Εισαγγελέως της Δημοκρατίας (2001) 1 ΑΑΔ 2143
Μιχαηλίδου Λένα Ζ. ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2005) 1 ΑΑΔ 657
Δήμος Στροβόλου ν. Δώρου Ανδρέου και άλλης (2012) 1 ΑΑΔ 1510
NEMITSAS INDUSTRIES LTD., ν. MUNICIPAL CORPORATION OF LIMASSOL AND ANOTHRE (1967) 3 CLR 134
Χαραλάμπους Σύλβια Παναγιώτη και Άλλη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 149
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 15/1962 - Ο περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμος του 1962
Ν. 15/1962 - Ο περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμος του 1962
Ν. 25/1983 - Ο περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως (Τροποποιητικός) Νόμος Του 1983
Ν. 90/1972 - Ο περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμος του 1972
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2020:A58
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Εφεση Αρ. 4/2014)
12 Φεβρουαρίου, 2020
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΛΙΑΤΣΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσείων,
ν.
XXX ΚΟΥΛΛΟΥΠΠΑ,
Εφεσίβλητου.
_ _ _ _ _ _
Χ. Καραολίδου (κα), για τον Εφεσείοντα.
Δ. Κούτρας για Δ. Κούτρας & Σία, για τον Εφεσίβλητο.
_ _ _ _ _ _
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από τον Λιάτσο, Δ.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Ο Εφεσίβλητος - αιτητής με ειδοποίηση παραπομπής προς καθορισμό αποζημιώσεων, η οποία καταχωρήθηκε στο αρμόδιο Δικαστήριο της Λευκωσίας, αξίωσε τον διακανονισμό της πληρωτέας αποζημίωσης «. διά την γενομένην απαλλοτρίωσιν και επίταξιν της περιουσίας, του αιτητού δυνάμει του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου του 1962 και ως ούτος τροποποιήθη μεταγενέστερα».
Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο Εφεσίβλητος ήταν, κατά πάντα ουσιώδη χρόνο, ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης ακινήτου, το οποίο βρίσκεται επί της λεωφόρου Ιωσήφ Χατζηιωσήφ, πρώην Ακαδημίας, εντός των δημοτικών ορίων του Δήμου Στροβόλου. Συνιστά επίσης κοινό έδαφος ότι σε σχέση με το επίδικο ακίνητο χορηγήθηκε αρχικά, στις 5.6.1997, πολεοδομική άδεια, τεκμήριο 6, και στη συνέχεια, στις 12.1.1998, άδεια οικοδομής από τον Δήμο Στροβόλου, τεκμήριο 3, στα πλαίσια των οποίων επιβλήθηκαν όροι. Ένας εξ αυτών ήταν όπως το τμήμα του τεμαχίου που επηρεάζετο από σχέδιο διεύρυνσης της λεωφόρου Ακαδημίας παραχωρηθεί στο δημόσιο. Το συγκεκριμένο τμήμα, μέρος του επίδικου ακινήτου, συνιστούσε και το αντικείμενο της απαλλοτρίωσης, γνωστοποίηση της οποίας δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 17.9.2004. Ανάλογο διάταγμα απαλλοτρίωσης δημοσιεύθηκε στις 16.9.2005.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο καθόρισε ως επίδικα ζητήματα:
«(α)κατά πόσο υπάρχει επιζήμια επίδραση στο υπόλοιπο εμβαδόν του τεμαχίου μετά την απαλλοτρίωση και αν τούτο κατέστη απροσπέλαστο προς την Λεωφόρο Ακαδημίας λόγω δημιουργίας προστατευτικής λωρίδας.
(β) κατά πόσο η ύπαρξη του όρου επί της άδειας οικοδομής και της πολεοδομικής άδειας που εκτέθηκαν πιο πάνω δικαιολογούν την καταβολή μόνο ονομαστικής αποζημίωσης, αντί της αγοραίας αξίας του απαλλοτριωθέντος μέρους του ακινήτου.»
Ακολούθως, αξιολογώντας την ενώπιόν του μαρτυρία, ιδίως αυτή των εμπειρογνωμόνων - εκτιμητών ακινήτων και παραπέμποντας στη νομική διάσταση που διέπει το ζήτημα της «δίκαιης και εύλογης αποζημίωσης» κατ΄ επίκληση του ΄Αρθρου 23.4(γ) του Συντάγματος, στις διαλαμβανόμενες στο άρθρο 10 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Νόμου Ν. 15/62 αρχές και κριτήρια προς καθορισμό της καταβλητέας αποζημίωσης και στις σχετικές νομολογιακές κατευθυντήριους, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι ο Εφεσίβλητος - αιτητής «. δικαιούται να αποζημιωθεί με την αγοραία αξία του απαλλοτριωθέντος μέρους του κτήματος έκτασης 2.820 τμ .» και εξέδωσε απόφαση εναντίον της Εφεσείουσας - Αποζημιούσας Αρχής, για το ποσό των €761.400, με τόκο 9% ετησίως από 17.9.2004.
Οι επιπτώσεις που ενείχε η προηγηθείσα έκδοση άδειας οικοδομής και πολεοδομικής άδειας επί του θέματος της αποζημίωσης, καθώς και οι όροι που επιβλήθηκαν περί παραχώρησης της επίδικης γης στο δημόσιο ως δεσμευτική ρυμοτομία, βρίσκονται στον πυρήνα των ενώπιόν μας λόγων έφεσης, μέσω των οποίων αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης κρίσης.
Οι πρόνοιες του άρθρου 13(1) του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96, του άρθρου 10(α) και (η) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Νόμου, Ν. 15/1962 (όπως τροποποιήθηκε διά του Ν. 25/1983), σε συνδυασμό με τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 23.3 του Συντάγματος, ως προς τους περιορισμούς που δύνανται να επιβληθούν στο δικαίωμα ιδιοκτησίας, έναντι δίκαιης αποζημίωσης, έχουν άμεση σχέση με τα υπό κρίση επίδικα ζητήματα. Τις παραθέτουμε:
Το ΄Αρθρο 23.3 του Συντάγματος διαλαμβάνει:
«Η άσκησις τοιούτου δικαιώματος δύναται να υποβληθή διά νόμου εις όρους, δεσμεύσεις ή περιορισμούς απολύτως απαραιτήτους προς το συμφέρον της δημοσίας ασφαλείας ή της δημοσίας υγιείας ή των δημοσίων ηθών ή της πολεοδομίας ή της αναπτύξεως και χρησιμοποιήσεως οιασδήποτε ιδιοκτησίας προς προαγωγήν της δημοσίας ωφελείας ή προς προστασίαν των δικαιωμάτων τρίτων.
Διά πάντα τοιούτον όρον, δέσμευσιν ή περιορισμόν, όστις μειώνει ουσιωδώς την οικονομικήν αξίαν της τοιαύτης ιδιοκτησίας, δέον να καταβάλληται το ταχύτερον δικαία αποζημίωσις, καθοριζομένη, εν περιπτώσει διαφωνίας, υπό πολιτικού δικαστηρίου.»
Οι πρόνοιες του άρθρου 13(1) του Κεφ. 96 έχουν ως ακολούθως:
«13.-(1) Όταν χορηγείται άδεια από αρμόδια αρχή, και η άδεια αυτή συνεπάγεται νέα εξωτερική πλευρά για οποιαδήποτε οδό, σύμφωνα με οποιοδήποτε σχέδιο, το οποίο κατέστη δεσμευτικό δυνάμει του άρθρου 12, οποιοδήποτε διάστημα μεταξύ τέτοιας εξωτερικής πλευράς της οδού και της παλιάς εξωτερικής πλευράς της οδού, το οποίο εναπομένει όταν χορηγείται κάποια άδεια, καθίσταται τμήμα της οδού αυτής χωρίς καταβολή από την αρμόδια αρχή οποιασδήποτε αποζημίωσης:
Νοείται ότι, αν ήθελε διαπιστωθεί ότι θα προερχόταν βλάβη αν δεν καταβαλλόταν αποζημίωση, η αρμόδια αρχή καταβάλλει τέτοια αποζημίωση ως ήθελε θεωρηθεί εύλογη λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστάσεων της υπόθεσης.
(2) Όταν χορηγείται άδεια δυνάμει του εδαφίου (1), το Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο, κατόπι αίτησης οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου, μεριμνά ώστε να επακολουθήσουν οι αναγκαίες τροποποιήσεις στις σχετικές εγγραφές και η εγγραφή που τροποποιήθηκε θεωρείται τελική ανεξάρτητα από το ότι οποιοδήποτε πιστοποιητικό που αφορά αυτή παραμένει αναλλοίωτο.»
Τέλος, οι πρόνοιες του άρθρου 10(α) και (η) του Ν. 15/1962 έχουν ως ακολούθως:
«10. Η καταβλητέα αvαφoρικώς πρoς αvαγκαστικήv απαλλoτρίωσιv απαζημίωσις υπoλoγίζεται συμφώvως πρoς τoυς εv τoις εφεξής καvόvας:-
(α) τηρoυμέvωv τωv εv τoις εφεξής διατάξεωv, η αξία της ιδιoκτησίας λoγίζεται oύσα ίση πρoς τo πoσόv όπερ η τoιαύτη ιδιoκτησία θα απέφερεv, εάv επωλήτo εκoυσίως εv τη ελευθέρα αγoρά κατά τov χρόvov της δημoσιεύσεως της oικείας γvωστoπoιήσεως απαλλoτριώσεως˙
.........................................................................................................
(η) εις τηv περίπτωσιv απαλλoτριώσεως ακιvήτoυ ιδιoκτησίας της oπoίας η αξία έχει επηρεασθή λόγω της επιβoλής oιωvδήπoτε περιoρισμώv, δυvάμει τωv διατάξεωv τoυ περί Αρχαιoτήτωv Νόμoυ ή oιoυδήπoτε άλλoυ Νόμoυ υπoλoγίζεται και πάσα απoζημίωσις ήτις ήθελε θεωρηθή ως καταβλητέα συμφώvως πρoς τας διατάξεις τoυ άρθρoυ 23 τoυ Συvτάγματoς˙»[1]
Όπως ήδη λέχθηκε, το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατ΄ ακολουθίαν της ενώπιόν του αξίωσης, επιδίκασε αποζημιώσεις στη βάση της απαλλοτρίωσης μέρους του κτήματος του Εφεσίβλητου, έκτασης 2.820 τμ, λαμβάνοντας υπόψη την αγοραία αξία του κατά τον χρόνο γνωστοποίησης της απαλλοτρίωσης, ήτοι από τις 17.9.2004.
Τα γεγονότα της ενώπιόν μας υπόθεσης προσομοιάζουν με εκείνα της Μακροσέλλη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ΠΕ 268/2010, ημερ. 3.3.2017, ECLI:CY:AD:2017:A70, όπου είχε επίσης επιβληθεί δεσμευτική ρυμοτομία και τέθηκαν ανάλογοι όροι στην άδεια οικοδομής και στην πολεοδομική άδεια. Οι άδειες υλοποιήθηκαν, με αποτέλεσμα μέρος των τεμαχίων να επηρεασθεί από τη διεύρυνση του δρόμου. Αργότερα, για την έκταση που επηρεάσθηκε από τη ρυμοτομία, εκδόθηκαν διατάγματα απαλλοτρίωσης. Το Εφετείο απασχόλησαν οι πρόνοιες του άρθρου 10(α) και (η) του Ν. 15/1962, σε συνάρτηση με τα άρθρα 12 και 13 του Κεφαλαίου 96. Στα πλαίσια εξέτασής τους γίνεται ευρεία ανασκόπηση της επί του θέματος νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπως διαμορφώθηκε από τις καθοριστικές αποφάσεις Nemitsas Industries Ltd v. The Municipal Corporation of Limassol and Another (1967) 3 CLR 134, D.J. Demades & Sons Ltd v. Republic of Cyprus (1977) 1 CLR 189, Γενικός Εισαγγελέας ν. Κούλουμου κ.ά. (1995) 1 ΑΑΔ 728, Γενικός Εισαγγελέας ν. Ιακωβίδη (1998) 1 ΑΑΔ 1819, Νικολαϊδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1998) 1 ΑΑΔ 1362, XXX Χαραλάμπους κ.ά ν. Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 149, Γεωργαλλίδου κ.α. ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2001) 1 ΑΑΔ 365, Χαραλάμπους ν. Γενικού Εισαγγελέα (2001) 1 ΑΑΔ 2143, Σεργίδη και Χριστοφόρου ν. Κύπρου, Αίτηση Αρ. 44730/1998, ημερ. 5.2.2003, ΕΔΑΔ, Μιχαηλίδου ν. Γενικού Εισαγγελέα (2005) 1 ΑΑΔ 657, Δήμος Στροβόλου ν. Ανδρέου κ.α. (2012) 1 ΑΑΔ 1510.
Με βάση τις αρχές που αναπτύχθηκαν, επιβεβαιώθηκε νομολογιακά πως η μη αμφισβήτηση της δεσμευτικής ρυμοτομίας ουδόλως επηρεάζει την απαίτηση για καταβολή αποζημίωσης. Ούτε και μπορεί να αμφισβητηθεί η υποχρέωση για αποζημίωση που κατοχυρώνει το προαναφερόμενο άρθρο 10(η) ένεκα περιορισμών που τέθηκαν δυνάμει των διατάξεων οποιουδήποτε νόμου.
Το κρίσιμο ερώτημα, το οποίο και απαντήθηκε στην υπόθεση Μακροσέλλη (ανωτέρω), ήταν το κατά πόσον η αρχή που τέθηκε στη Γεωργαλλίδου (ανωτέρω), ως προς την καταβλητέα αποζημίωση λόγω περιορισμών δυνάμει του ΄Αρθρου 23 του Συντάγματος «.. θα μπορούσε να σημαίνει ότι ο ιδιοκτήτης έκτασης που παραχωρήθηκε στη ρυμοτομία στο παρελθόν και ακολούθως απαλλοτριώθηκε, δύναται να μην διεκδικήσει αποζημιώσεις δυνάμει του άρθρου 13(1) του Κεφ. 96 για τη βλάβη (hardship) (ή του άρθρου 68 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, Ν. 90/1972, που αναφέρεται στον καθορισμό αποζημιώσεων που προκύπτουν από την εφαρμογή των προνοιών του Νόμου αυτού), αλλά να προσφύγει στο Δικαστήριο, αδιακρίτως του χρόνου και των περιστάσεων, διεκδικώντας αποζημίωση με βάση την αγοραία αξία κατά το χρόνο μεταγενέστερης απαλλοτρίωσης, όπως απαιτούν οι εφεσείοντες.». Όπως δε επισημαίνεται στη συνέχεια:
«Αυτή η πτυχή δεν συζητήθηκε στην Γεωργαλλίδου η οποία, ως εκ τούτου, τέθηκε με ευρύτερους όρους. Ούτε στην Σεργίδη και Χριστοφόρου ν. Κύπρου, Αίτηση Αρ. 44730/1998, ημερ. 5.2.2003, ΕΔΑΔ, όπου ειδοποίηση ρυμοτομίας του 1973 ακολουθήθηκε από την παραχώρηση του επηρεασθέντος μέρους του 1978 και από απαλλοτρίωση του ιδίου μέρους το 1989. Το ερώτημα που απασχόλησε το ΕΔΑΔ και το οποίο απάντησε καταφατικά, ήταν γενικότερο, αφορώντας το κατά πόσο ο επηρεασμός του τεμαχίου από σχέδιο διαπλάτυνσης παρακείμενης οδού συνιστούσε στέρηση ιδιοκτησίας, υπό την έννοια της παραβίασης του Άρθρου 1 του Πρωτόκολλου Αρ. 1 και δεν ισοδυναμούσε απλώς με περιορισμό ιδιοκτησίας, λαμβανομένου υπόψη του συνολικού εμβαδού της ιδιοκτησίας και της επηρεασθείσας γης. Τούτο δεν αμφισβητείται και υπό τους όρους πλέον της υπόθεσης Γεωργαλλίδου.»
Εντοπίζεται επίσης στην Μακροσέλλη ότι το γεγονός της μη έκδοσης πιστοποιητικού τελικής έγκρισης μετά την υλοποίηση των αδειών οικοδομής και πολεοδομίας και τη διαμόρφωση του μέρους των τεμαχίων που επηρεάστηκε από τη ρυμοτομία, είναι άνευ σημασίας καθότι η υποχρέωση του ιδιοκτήτη για παραχώρηση του επηρεαζόμενου από τη ρυμοτομία μέρους στο δημόσιο, υλοποιείται αυτόματα από το Νόμο (by operation of law). Ως εκ τούτου, η διαφοροποίηση στο σχετικό κτηματολογικό μητρώο προκύπτει να είναι τυπικής και μόνο σημασίας, αφού το μέρος του επηρεαζόμενου από τη ρυμοτομία ακινήτου δεν ανήκει πλέον στον ιδιοκτήτη. Με σχετική αναφορά στα λεχθέντα στη Σεργίδης (ανωτέρω), επιβεβαιώθηκε ότι το άρθρο 13 του Κεφαλαίου 96 έχει αυτόματη εφαρμογή στην περίπτωση που ο ιδιοκτήτης της επηρεαζόμενης γης ζητά άδεια για ανάπτυξη της γης του και ότι η χορήγηση της άδειας ενεργοποιεί τη διαδικασία, με την επηρεαζόμενη ιδιοκτησία να καθίσταται τμήμα της δημόσιας οδού. Υπό το πρίσμα αυτό, είναι επιτρεπτή και νόμιμη ακόμη και η ανάκληση της απαλλοτρίωσης στην περίπτωση κατά την οποία η Δημοκρατία διαπιστώσει την ύπαρξη προηγηθείσας δεσμευτικής ρυμοτομίας. Όπως κρίθηκε στην απόφαση xxx Χαραλάμπους (ανωτέρω) από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, εφόσον το απαλλοτριωθέν τεμάχιο παραχωρήθηκε στα πλαίσια δεσμευτικής ρυμοτομίας και το νομικό καθεστώς του μεταβλήθηκε με τη βούληση των εφεσειουσών-ιδιοκτητριών, η Δημοκρατία δεν ήταν νοητό να συνεχίσει τη διαδικασία απαλλοτρίωσης τεμαχίου το οποίο δεν ανήκε πλέον στις εφεσείουσες, αλλά είχε παραχωρηθεί με δική τους συναίνεση στο Δήμο Πάφου.
Υπό το φως της ενδελεχούς νομικής ανάλυσης του Εφετείου στην απόφαση Μακροσέλλη, ήταν η κατάληξή του, ως προς το εγερθέν ερώτημα, ότι:
«Εν κατακλείδι, χωρίς να αμφισβητείται η γενικότερη αρχή όπως διατυπώθηκε στην Γεωργαλλίδου αλλά και στην Σεργίδη για δικαίωμα αποζημίωσης ένεκα ρυμοτομίας υπό τους όρους του άρθρου 13, εν προκειμένω τέθηκε μια ειδικότερη διάσταση. Υπό το φως της Μιχαηλίδου, αφ΄ης στιγμής η ρυμοτομία υλοποιηθεί, δεν υπάρχει, κατά το χρόνο της απαλλοτρίωσης, ο περιορισμός στον οποίο αναφέρεται το άρθρο 10(η), ώστε τούτο να βρίσκει πλέον εφαρμογή.
Εν πάση περιπτώσει, ανεξάρτητα από τα αποφασισθέντα στη Μιχαηλίδου, σκοπός του 10(η) δεν ήταν να εξομοιώσει την αποζημίωση για τον προϋφιστάμενο περιορισμό, που στην περίπτωση ρυμοτομίας προσδιορίζεται ως «βλάβη» εν τη εννοία του άρθρου 13(1), με την αποζημίωση που είναι καταβλητέα ένεκα απαλλοτρίωσης, δυνάμει του άρθρου 10(α) του Ν. 15/1962, που προσδιορίζεται με βάση την αξία στην ελεύθερη αγορά. Σκοπός ήταν, ως άνω, να αποτρέπεται η παραχώρηση μειωμένης αποζημίωσης κατά τα μέχρι τότε κρατούντα και όχι η διαφοροποίηση των προϋποθέσεων και της φύσης της αποζημίωσης του άρθρου 13(1). Το άρθρο 13(1), αν δεν έχει ασκηθεί αυτόνομα, παραμένει και υπεισέρχεται μέσω του άρθρου 10(η), όπως στην ίδια την Γεωργαλλίδου αναφέρεται, υπό τις δικές του ασφαλώς προϋποθέσεις, ως πρόνοια που αφορά τυχόν βλάβη εκ της ρυμοτομίας, εφόσον ήθελε αποδειχθεί και όχι ως πρόνοια που να δικαιολογεί αποζημίωση με βάση την αγοραία αξία κατά το χρόνο της απαλλοτρίωσης, όπως επιχειρήθηκε εν προκειμένω.»
Η πιο πάνω νομολογιακή προσέγγιση έχει απόλυτη εφαρμογή στα δεδομένα της ενώπιόν μας υπόθεσης. Όπως διαπιστώνεται από τα τεκμήρια 3 και 6, άδεια οικοδομής και πολεοδομική άδεια, η οικοδομική εργασία που αφορούσαν συνίστατο στην οικοδόμηση πλυντηρίου αυτοκινήτων, αποθηκών, καταστήματος και γραφείου. Όπως προκύπτει μέσα από την ίδια την τροποποιημένη έκθεση απαίτησης του Εφεσίβλητου - αιτητή στο επίδικο ακίνητο ανεγέρθηκε το προαναφερθέν πλυντήριο αυτοκινήτων. Εν τέλει, η υλοποίηση μέρους της ανάπτυξης αποτέλεσε και παραδεκτό γεγονός ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αφού, όπως παρέμεινε αδιαμφισβήτητο και οδήγησε σε σχετικό εύρημα του Δικαστηρίου, οι υπό αναφορά άδειες υλοποιήθηκαν με την κατασκευή του πλυντηρίου αυτοκινήτων, χωρίς να έχει εκδοθεί πιστοποιητικό τελικής έγκρισης.
Συνεπώς και κατ΄ ακολουθίαν της επί του θέματος νομολογίας, δεν ήταν νοητή η διεκδίκηση αποζημιώσεων με βάση την αγοραία αξία κατά το χρόνο της μεταγενέστερης απαλλοτρίωσης όπως αξίωσε ο Εφεσίβλητος - αιτητής. Το δικαίωμά του για αποζημίωση εξαντλείτο στην αξίωση για τυχόν βλάβη του εκ της ρυμοτομίας και μόνο, εφόσον βεβαίως ήθελε απαιτηθεί και αποδειχθεί τέτοια βλάβη, κάτι που δεν έλαβε χώραν.
Καταληκτικά, η τελική κρίση περί παροχής από το πρωτόδικο Δικαστήριο αποζημίωσης με βάση την αγοραία αξία κατά τον χρόνο της απαλλοτρίωσης, ήταν εσφαλμένη και έκθετη σε απόρριψη.
Υπό τα πιο πάνω δεδομένα, η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση ανατρέπεται. Επιδικάζονται έξοδα, πρωτοδίκως και κατ΄ έφεση, καθοριζόμενα στο συνολικό ποσό των €3.500 προς όφελος του Εφεσείοντα και εις βάρος του Εφεσίβλητου.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
ΣΦ.