ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2020:A40
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 379/2012)
3 Φεβρουαρίου, 2020
[Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
1. χχχ ΖΩΓΡΑΦΟΣ
2. χχχ ΣΦΗΚΑ
3. ΑDAMKO CONSTRUCTIONS LIMITED
Εφεσείοντες
ΚΑΙ
DROSONERI FARM LTD
Eφεσίβλητοι
---------
Κ. Μέσσιος, για εφεσείοντες 1 και 2.
Α. Χατζησέργης, για εφεσείουσα 3.
Φρ. Φρακάλας για Ιωαννίδης, Δημητρίου ΔΕΠΕ, για εφεσίβλητους.
---------
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Οι εφεσείοντες 1 και 2 εξέδωσαν, ως διαιτητές, απόφαση σε διαιτητική διαδικασία μεταξύ της εφεσείουσας 3, αφενός και της εφεσίβλητης, αφετέρου, εναντίον της τελευταίας.
Η εφεσίβλητη ζήτησε από το Επαρχιακό Δικαστήριο τον παραμερισμό της απόφασης εκείνης επικαλούμενη συγκεκριμένους ισχυρισμούς για «κακή συμπεριφορά» («misconduct») των διαιτητών (άρθρο 20(2) του περί Διαιτησίας Νόμου, Κεφ. 4).
Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν δέχθηκε ότι οι εν λόγω προβληθέντες ισχυρισμοί θα μπορούσαν να θεμελιώσουν λόγο για παραμερισμό της διαιτητικής απόφασης. Παρά ταύτα, την παραμέρισε επί ενός περιστατικού το οποίο δεν είχε προβληθεί στην αίτηση της εφεσίβλητης, ούτε είχε προωθηθεί μέσα από δική της μαρτυρία. Επρόκειτο για μια αναφορά ενός εκ των δύο διαιτητών, του εφεσείοντα 2, κατά τη διάρκεια της κυρίως εξέτασης του για μια συνάντηση που είχε με τον διευθυντή της εφεσίβλητης, εκκρεμούσης της διαδικασίας. Εισάγοντας μόνος του, μετά από σχετική ερώτηση του δικηγόρου του, το θέμα, προχώρησε να πει ότι πήγε στη συνάντηση εκείνη μετά που τον κάλεσε ο εν λόγω διευθυντής χωρίς να γνωρίζει το λόγο και έχοντας υπόψιν ότι σε καμιά περίπτωση δεν θα συζητούσαν σε σχέση με τη διαιτησία. Ανέφερε περαιτέρω ότι, παρά ταύτα, ο διευθυντής τού ζήτησε να μεροληπτήσει υπέρ της εταιρείας του, οπότε ο εφεσείοντας 2 του είπε ότι δεν χρηματίζεται και τερμάτισε αμέσως τη συζήτηση και τη συνάντηση.
Το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε ότι η αποδοχή του διαιτητή να συναντηθεί με διάδικο έτεινε να διασαλεύσει εξ αντικειμένου την εμπιστοσύνη προς τη διαδικασία και το δίκαιο της απόφασης και τη θεώρησε ως τον λόγο για να ακυρώσει την απόφαση των δύο διαιτητών.
Ως πρώτος λόγος έφεσης προβάλλεται τώρα ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψιν του μαρτυρία για θέματα τα οποία δεν ήταν καθόλου δικογραφημένα. Εννοείται η όλη αναφορά του εφεσείοντα 2 περί της συνάντησης.
Η διαδικασία διεξήχθη επί τη βάσει μιας αίτησης ως Εναρκτήριας Κλήσης (originating summons) που είναι ένας από τους τρόπους έναρξης πολιτικής διαδικασίας. Η Εναρκτήρια Κλήση που ορίζεται από τη Δ.1 κ.2 ως «οποιαδήποτε κλήση άλλη εκτός από κλήση σε εκκρεμούσα διαδικασία ή ζήτημα», αντιδιαστέλλεται προς την αίτηση της Δ.48, η οποία είναι ενδιάμεση, σε εκκρεμούσα διαδικασία και αφορά σε παρεμφερές (incidental) ζήτημα της κύριας υπόθεσης. Εάν το ζήτημα δεν είναι παρεμφερές σε εκκρεμούσα διαδικασία, τότε δεν μπορεί να εγερθεί ενώπιον του δικαστηρίου παρά μόνο όπως προβλέπεται για το σκοπό αυτό από τους Θεσμούς, ήτοι, είτε με Κλητήριο Ένταλμα, είτε, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, με Εναρκτήρια Κλήση (Hdjchambis v. Attorney General (1986) 1 CLR 386). Στην ίδια αυτή υπόθεση αποφασίστηκε ότι αφ' ης στιγμής ο σχετικός Νόμος προέβλεπε για «αίτηση», ο μόνος τρόπος που θα μπορούσε να αρχίσει η διαδικασία ήταν η Εναρκτήρια Κλήση.
Εν προκειμένω, ο τρόπος και ο τύπος έναρξης της διαδικασίας δεν αποτέλεσαν αντικείμενο αμφισβήτησης ούτε, ειδικότερα, το γεγονός ότι η αίτηση που χρησιμοποιήθηκε ως εναρκτήρια συνοδεύτηκε εξ αρχής από ένορκες δηλώσεις. Αντίθετα αποτέλεσε κοινό τόπο ότι οι ένορκες αυτές δηλώσεις αποτελούσαν τα δικογραφημένα πλαίσια της διαδικασίας. Συνεπώς αποκαλύπτεται βάσιμο ζήτημα προς συζήτηση ότι το πρωτόδικο δικαστήριο κινήθηκε εκτός των πλαισίων αυτών, επί της θεμελιωμένης αρχής ότι η δίκη επιτακτικά περιορίζεται στα πλαίσια που προδιαγράφουν τα δικόγραφα (βλ. μεταξύ άλλων Courtis and others v. Iasonides (1970) 1 C.L.R. 180, Παπαγεωργίου v. Κλάππα (1991 1 AΑΔ 24).
Απαντά όμως η εφεσίβλητη ότι εν προκειμένω το θέμα εισήχθη από τον ίδιο τον εφεσείοντα 2 μετά από ερώτηση του δικηγόρου του και παρά, μάλιστα, την ένσταση του δικηγόρου της εφεσίβλητης. Θα μπορούσε έτσι να λεχθεί ότι ο εφεσείοντας 2 ασφαλώς δεν κατελήφθη εξαπίνης από ένα αιφνιδιαστικό ισχυρισμό της άλλης πλευράς. Στην υπόθεση Παπαγεωργίου υποδείχθηκε ότι η ανάγκη για επακριβή προσδιορισμό των επιδίκων θεμάτων συναρτάται άμεσα με το αντιπαραθετικό σύστημα και αποβλέπει στη διασφάλιση του δικαιώματος ενός διάδικου, ως απόρροια της φυσικής δικαιοσύνης, να μην βρίσκεται, χωρίς ευκαιρία αντίδρασης, αντιμέτωπος με νέους ισχυρισμούς της άλλης πλευράς.
Εν προκειμένω όμως δεν επρόκειτο απλώς για εισαγωγή κάποιας μαρτυρίας που δεν περιλαμβανόταν στα προδιαγραφέντα δικογραφικά πλαίσια. Επρόκειτο για ένα εξ υπαρχής αυτοτελές ζήτημα το οποίο η πλευρά του εφεσείοντα 2 εισήγαγε, προδήλως, για να καταδείξει την κακή διαγωγή του ίδιου του παραπονούμενου, σε αντιδιαστολή με τη δική του στάση. Η αρχική μάλιστα αντίδραση του πρωτόδικου δικαστή, κατά την εξέλιξη της ακρόασης, ήταν να κακίσει την προσπάθεια της εφεσίβλητης να επικαλεστεί το ζήτημα της συνάντησης λέγοντας, αναφερόμενος στο διευθυντή της εφεσίβλητης, «εν κανεί που τον κάλεσε σπίτι του έχει και παράπονο». Στο τέλος όμως και ενώ απέρριψε, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, τους λόγους που η ίδια η εφεσίβλητη είχε επικαλεστεί ως λόγους για παραμερισμό της απόφασης των διαιτητών, χρησιμοποίησε το περιστατικό αυτό έξω από τα δικογραφικά πλαίσια και κατά τρόπο άδικο, όπως τελικά προκύπτει, για να παραμερίσει τη διαιτητική απόφαση. Ο πρώτος λόγος έφεσης ευσταθεί. Εν όψει αυτού δεν χρειάζεται να εξετάσουμε περαιτέρω την έφεση ως προς την ουσία της υπόθεσης.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα πλέον ΦΠΑ υπέρ των εφεσειόντων όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Μ.Μ. Νικολάτος, Π.
Α.Ρ. Λιάτσος, Δ.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
/φκ