ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2020:A12
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 86/2015)
13 Ιανουαρίου 2020
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]
xxx ΧΑΤΖΗΙΩΑΝΝΟΥ,
Εφεσείων/Εναγόμενος
- ΚΑΙ -
ELLINAS FINANCE PUBLIC COMPANY LTD,
Εφεσιβλήτων/Εναγόντων
-------------------------------------------------------
Αίτηση ημερ. 18 Φεβρουαρίου 2019 για Ασφάλεια Εξόδων
Ν. Χατζηϊωάννου (κα), για τον Εφεσείοντα.
Κ. Κνώφου για Κ.Π. Δημητριάδη ΔΕΠΕ, για τους Εφεσίβλητους.
--------------------------------------------------------
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του
Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Ναθαναήλ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Με την υπό κρίση Αίτηση επιδιώκεται ο καθορισμός ενός ποσού ύψους €5.959,58 ως προϋπολογισθέντος για ασφάλεια εξόδων που θα πρέπει ο εφεσείων να παραχωρήσει το οποίο αιτητές-εφεσίβλητοι θα υποστούν στο πλαίσιο της έφεσης. Ταυτόχρονα, όπως διαταχθεί η αναστολή της περαιτέρω διαδικασίας μέχρι την παραχώρηση της ασφάλειας εντός του χρόνου που θα καθορίσει το Δικαστήριο, αν δε δεν παραχωρηθεί, τότε η έφεση να θεωρείται ως εγκαταλειγθείσα και απορριφθείσα.
Υποστηριζομένη η αίτηση από σχετική ένορκη δήλωση, εισηγούνται οι αιτητές ότι δεν υπάρχει καμία πιθανότητα επιτυχίας της έφεσης διότι οι λόγοι που επικαλείται ο εφεσείων-καθ΄ ου η αίτηση, δεν θα μπορούσαν να στεφθούν με επιτυχία δεδομένου ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε πλήρη αξιολόγηση της μαρτυρίας και εξέδωσε εμπεριστατωμένη και αιτιολογημένη απόφαση, η δε ακρόαση της αγωγής διεξήχθη στη βάση των δικογράφων από τα οποία δεν απέκλινε το Δικαστήριο, η μαρτυρία δε του εφεσείοντα και των μαρτύρων αυτού κρίθηκε αναξιόπιστη και μη αποδεκτή. Κατά παρόμοιο τρόπο και η ανταπαίτηση του εφεσείοντα-εναγόμενου δεν απεδείχθη, με αποτέλεσμα ορθά να απορριφθεί. Μετά την έκδοση της απόφασης έγινε διαδικασία για εκτέλεση της διά της πώλησης κινητής περιουσίας του εφεσείοντα, αλλά το εκδοθέν ένταλμα επεστράφη ανεκτέλεστο με τη δικαιολογία ότι ο εφεσείων στερείται κινητής περιουσίας στον τόπο όπου διαμένει. Η έρευνα στο Κτηματολόγιο έδειξε ότι ο εφεσείων έχει διάφορα ακίνητα εγγεγραμμένα επ΄ ονόματι του, πλην όμως όλα είναι υποθηκευμένα και επιβαρυμένα με σωρεία άλλων εμπραγμάτων βαρών, ενώ ορισμένα εξ αυτών υπόκεινται σε αναγκαστική πώληση. Οι οχλήσεις των αιτητών-εφεσιβλήτων για πληρωμή είτε της δικαστικής αποφάσεως, είτε των εξόδων αυτής, δεν τελεσφόρησαν με αποτέλεσμα να εκκρεμούν στην ολότητα τους. Επομένως είναι φανερό ότι σε περίπτωση αποτυχίας της έφεσης θα είναι αδύνατο να εκτελεσθεί η διαταγή περί κάλυψης των εξόδων των αιτητών, στη βάση δε του προκαταρκτικού καταλόγου, τα υπολογιζόμενα έξοδα ανέρχονται στο αξιούμενο με την αίτηση ποσό. Καθίσταται πρόδηλο, κατά την ένορκη δήλωση, ότι παρά το γεγονός ότι ο εφεσείων ουδέν ποσό πλήρωσε έναντι των επιδικασθέντων ποσών, εν τούτοις ζητά τη συνδρομή της δικαιοσύνης με την έφεση χωρίς ταυτόχρονα να έχει τιμήσει τις δικές του δικαστικώς επιβληθείσες υποχρεώσεις. Στην ένορκη δήλωση επισυνάπτονται όλα τα σχετικά προαναφερθέντα ως Τεκμήρια.
Ο εφεσείων-καθ΄ ου η αίτηση έχει διαφορετική άποψη και εισηγείται ότι η ένορκη δήλωση έπρεπε να γίνει από τον διάδικο που είναι αυτός που δικαιούται τα έξοδα, ενώ οι υποθήκες και επιβαρύνσεις που υπάρχουν επί της περιουσίας του δεν συνιστούν ειδικές περιστάσεις κατά τους Κανονισμούς και τη νομολογία. Η περιουσία που είναι υποθηκευμένη οφείλεται στο γεγονός ότι μια επιβάρυνση ή εμπράγματο βάρος καταχωρείται επί όλης της περιουσίας του χρεώστη. Υποδεικνύεται ότι το εμπράγματο βάρος που αφορά τη Societe Generale έχει στην ουσία διαγραφεί στη βάση εκ συμφώνου απόφασης που εκδόθηκε στην Αγωγή υπ΄ αρ. 712/2010, ημερ. 17.11.2017, ενώ τα memo και οι υποθήκες των τριών τραπεζών Bank of Cyprus Public Company Limited, USB Bank Plc και Cyprus Popular Bank Public Company Limited, ευελπιστεί ότι θα διαγραφούν εφόσον καταχωρήθηκαν αγωγές εναντίον δύο τραπεζών με ποσά πολύ μεγαλύτερα των χρεών, ενώ η Αγωγή εναντίον της Λαϊκής Τράπεζας ανελήφθη από την Τράπεζα Κύπρου και σε αυτή διεκδικείται και το ποσό που απαιτεί η τελευταία. Επομένως, με τη διαγραφή των υποθηκών και των memo, τα ακίνητα του υπερκαλύπτουν όλα τα χρέη συμπεριλαμβανομένου και του επιδίκου δικαστικού χρέους και των εξόδων που αναλογούν. Πολλά από τα εμπράγματα βάρη οφείλονται στο γεγονός ότι ο ίδιος ήταν εγγυητής και, επομένως, με βάση τον περί Προστασίας Ορισμένων Εγγυητών Νόμο, θα πρέπει πρώτα να εξαντληθούν όλα τα μέτρα εναντίον του πρωτοφειλέτη και μετά να αναζητηθεί η οφειλή από τον εγγυητή. Περαιτέρω, όχι μόνο έχει αρκετή ακίνητη περιουσία στο όνομα του, αλλά είναι και μεγαλομέτοχος σε δημόσια εταιρεία και σε άλλες αρκετές ιδιωτικές εταιρείες, η δε εταιρεία στην οποία είναι μεγαλομέτοχος καταχώρησε εναντίον των αιτητών-εφεσίβλητων την υπ΄ αρ. 1530/2012 αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, η οποία εκκρεμεί.
Πρόσθετα εισηγείται ότι η αίτηση για ασφάλεια εξόδων καταχωρήθηκε, με υπέρμετρη καθυστέρηση, σύμφωνα με τον εφεσείοντα, δηλαδή, τέσσερα χρόνια μετά την καταχώρηση της έφεσης και με μοναδικό σκοπό να αποστερηθεί του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο χωρίς μάλιστα να υπάρχουν εκείνες οι ειδικές περιστάσεις που να δικαιολογούν την έκδοση διατάγματος για ασφάλεια εξόδων.
Οι συνήγοροι των διαδίκων καταχώρησαν γραπτές αγορεύσεις τις οποίες και υιοθέτησαν κατά τη δικάσιμο με την κάθε πλευρά να θεωρεί ότι θα πρέπει να επιτύχει η δική της θέση στη βάση και της νομολογίας που επικαλείται.
Εξετάζοντας την αίτηση και τα δεδομένα αυτής, το πρώτο που πρέπει να παρατηρηθεί είναι ότι δικονομικά αυτή βασίζεται στη Δ.35 θ.2 και Δ.48 θ.θ.1-4 και 9, καθώς και στη σύμφυτη εξουσία και πρακτική του Δικαστηρίου. Η εν λόγω πρόνοια αποτέλεσε αντικείμενο αρκετών αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου με την απόφαση στη σχετικά πρόσφατη K.K. New Extra Ltd v. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου, Πολ. Έφεση αρ. 218/2016, ημερ. 19.1.2018, στην οποία έγινε αναφορά και σε προηγούμενες αποφάσεις, να έχει καλύψει το ζήτημα. Επισημάνθηκε για ακόμη μια φορά ότι η πρόνοια αυτή δεν καλύπτει και τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας για τα οποία μπορούν να ληφθούν μέτρα εκτέλεσης, αλλά μόνο την εφετειακή εκδίκαση η οποία μπορεί να καλύψει τα έξοδα της διαδικασίας στο βαθμό που υπάρχουν ειδικές περιστάσεις. Στη γενική της μορφή οι λόγοι για τους οποίους διατάσσεται ασφάλεια εξόδων κατ΄ έφεση είναι οι ίδιοι με τους λόγους που ένα πρωτόδικο Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη με τη διαφοροποίηση ότι υπεισέρχονται στην εικόνα τα «special circumstances».
Ορθά εισηγείται η πλευρά του εφεσείοντα-καθ΄ ου η αίτηση ότι στην επίδικη αίτηση δεν γίνεται επίκληση είτε της Δ.60 θ.1 και βεβαίως επειδή δεν αφορά σε αίτηση εναντίον εταιρείας, δεν ισχύουν ούτε και τα αποφασισθέντα σε άλλες υποθέσεις αναφορικά με το άρθρο 382 του Κεφ. 113, με αποτέλεσμα υποθέσεις όπως η Φάρμα Ρένος Χατζηϊωάννου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. ν. Ρένος Παντελή, Πολ. Έφεση αρ. 229/2015, ημερ. 13.2.2017, ECLI:CY:AD:2017:A42 και Genemp Trading Ltd v. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Δημόσια Εταιρεία Λτδ (2011) 1 Α.Α.Δ. 1314, που επικαλούνται οι αιτητές να μην ισχύουν εφόσον αυτές αφορούσαν εταιρικά πρόσωπα, ενώ η παρούσα αφορά σε φυσικό πρόσωπο.
Τα πιο πάνω δεν σημαίνουν όμως ότι δεν μπορεί να αντληθεί βοήθεια από όλες τις σχετικές υποθέσεις του είδους, εφόσον το ζητούμενο πάντοτε σε αίτηση ασφάλειας εξόδων είναι να σταθμιστούν τα γεγονότα ούτως ώστε διατηρηθεί μια ισορροπία μεταξύ της δυνατότητας πρόσβασης στο Εφετείο προς ανατροπή πρωτόδικης απόφασης και από την άλλη η πρόσβαση αυτή να μην χρησιμοποιείται καταχρηστικά προς επιμήκυνση της δικαστικής διαφοράς όταν, ταυτόχρονα, ο εφεσείων παρουσιάζεται να μην επιδεικνύει καλή θέληση με την καταβολή τουλάχιστον των εξόδων στα οποία καταδικάστηκε πρωτοδίκως.
Οι αιτιάσεις λοιπόν του εφεσείοντα περί στέρησης του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο πρέπει επομένως να ιδωθούν και να εξεταστούν μέσα από το πρίσμα των γεγονότων της υπόθεσης. Στον εφεσείοντα δεν απαγορεύθηκε βεβαίως η πρόσβαση στο Εφετείο εφόσον έχει καταχωρήσει την υπό κρίση έφεση. Από την άλλη, αποτελεί δικαίωμα των εφεσιβλήτων να εξετάσουν μέσω της αίτησης τους τη δυνατότητα του εφεσείοντα να παράσχει σχετική ασφάλεια εξόδων φοβούμενοι, βεβαίως, ότι σε περίπτωση αποτυχίας της έφεσης ούτε τα εφετειακά έξοδα των δικηγόρων θα μπορέσει ο εφεσείων να καλύψει. Όπως λέχθηκε στην Serdobov v. Russian Independent Airlines S.A. (1998) 1 Α.Α.Δ. 1671, «Η θέση του εφεσίβλητου στην έφεση είναι ανάλογη με εκείνη του εναγόμενου στην πρωτόδικη διαδικασία.». Υπό την έννοια αυτή, η ασφάλεια εξόδων παρέχει προστασία στο διάδικο εναντίον του οποίου προβάλλεται απαίτηση και επεκτείνεται και υπέρ του επιτυχόντα πρωτοδίκως ενάγοντα που άγεται ενώπιον του Εφετείου από τον ανεπιτυχόντα εναγόμενο.
Επί του σημείου αυτού οι αιτητές στηρίζουν την επιχειρηματολογία τους στο γεγονός ότι ήδη ο εφεσείων ουδεμία προσπάθεια έκαμε για να καλύψει όχι μόνο το εξ αποφάσεως χρέος του, αλλά ούτε ακόμη και αυτά τούτα τα έξοδα τα οποία υπολογίσθηκαν και εγκρίθηκαν στις 30.8.2018. Δικαίως οι εφεσίβλητοι με την αίτηση τους αναδεικνύουν το γεγονός ότι στην ένσταση του ο εφεσείων-καθ΄ ου η αίτηση ουδέν μνημονεύει περί έστω της προθέσεως του να καλύψει τα έξοδα ή ότι είναι φερέγγυος σε βαθμό που δεν θα είχε πρόβλημα να καλύψει το εξ αποφάσεως χρέος και τα έξοδα της διαδικασίας. Λέγει μόνο ότι επί της περιουσίας του υπάρχουν memo και ότι αυτή είναι υποθηκευμένη με εμπράγματα βάρη, αλλά είναι κάτοχος αρκετής ακίνητης περιουσίας στο όνομα του, ενώ είναι και μεγαλομέτοχος σε δημόσια εταιρεία και σε άλλες ιδιωτικές.
Παρά όμως τα αντίθετα τα οποία αναφέρονται από τον εφεσείοντα στην ένορκη δήλωση του ως προς την ύπαρξη περιουσίας και το ότι ευελπιστεί να διαγραφούν τα διάφορα memo και ότι το εμπράγματο βάρος της Societe Generale έπρεπε να είχε διαγραφεί, εν τούτοις εκείνο το οποίο εν τέλει αβίαστα προκύπτει είναι ότι ουδέν ποσό κατέβαλε μέχρι τώρα, ούτε προς κάλυψη των πρωτόδικων εξόδων. Το εντυπωσιακό δε είναι ότι δεν δίνει και καμιά εξήγηση γιατί μέχρι τώρα δεν έχει προσφέρει έστω ένα ποσό έναντι των εξόδων. Η αναφορά του περί της εκκρεμούσας εκ μέρους του αγωγής εναντίον των εφεσιβλήτων, την οποία εννοείται, ότι ευελπιστεί ότι θα κερδίσει, παραπέμπει βεβαίως στο μέλλον χωρίς, επί του παρόντος, οιοσδήποτε να δύναται να προεξοφλήσει το αποτέλεσμα της. Με αποτέλεσμα να αποκτούν υπόσταση οι ισχυρισμοί των αιτητών περί του αφερέγγυου του εφεσείοντα υποστηριζόμενων και από το γεγονός ότι εκδόθηκε ένταλμα εναντίον του το οποίο επεστράφη ανεκτέλεστο με την ένδειξη ότι στερείται κινητής περιουσίας. Εν προκειμένω είναι αβάσιμη η θέση ότι το ένταλμα δεν επεστράφη ανεκτέλεστο αφού δεν γνωστοποιήθηκε κατά πόσο υποδείχθηκε άλλη διεύθυνση οπότε και τότε μόνο θα επιστρεφόταν ανεκτέλεστο. Παραμένει το γεγονός ότι δεν γνωστοποιήθηκε άλλη διεύθυνση, (αν υπήρχε και ήταν σε γνώση των αιτητών), οπότε το ένταλμα θεωρείται πλέον ως επιστραφέν ανεκτέλεστο. Και βεβαίως ο ίδιος ο εφεσείων, πέραν της τυπικής και τεχνικής αυτής επισήμανσης, ουδέν επί της ουσίας λέγει, ούτε προθυμοποιείται να γνωστοποιήσει ο ίδιος άλλη διεύθυνση όπου ενδεχομένως να έχει περιουσία.
Δεν είναι δε άνευ σημασίας και το γεγονός ότι η πρωτόδικη απόφαση εκδόθηκε στις 30.1.2015 για το ποσό των €187.732,51 με τόκο από το 2006, με τον κατάλογο εξόδων να είχε καταχωρηθεί στις 4.2.2015 με υπολογισμό από τον Πρωτοκολλητή στις 24.8.2018 και έγκριση από το Δικαστήριο στις 30.8.2018. Αφήνοντας κατά μέρος το απαράδεκτο της καθυστέρησης της έγκρισης του καταλόγου εξόδων, η καθυστέρηση αυτή χωρίς αμφιβολία επενέργησε υπέρ του εφεσείοντα και, αν μη τι άλλο, του είχε δοθεί χρόνος για να μπορέσει να καλύψει τουλάχιστον τα έξοδα όταν θα υπολογίζοντο.
Ακόμη και το γεγονός ότι η υπό κρίση αίτηση καταχωρήθηκε καθυστερημένα σε σχέση με την καταχώρηση της έφεσης, ήταν βοηθητικό προς τον εφεσείοντα, ο οποίος, κατά τα άλλα, εισηγείται ότι λόγω της καθυστέρησης αυτής, η αίτηση θα έπρεπε να απορριφθεί. Ούτε έχει σημασία στα δεδομένα της υπόθεσης η αιτίαση ότι η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση για ασφάλεια εξόδων δεν γίνεται από τον ίδιο το διάδικο. Η ένορκη δήλωση έγινε από δικηγορικό υπάλληλο του δικηγορικού γραφείου των εφεσιβλήτων, η οποία βέβαια θεωρείται, και αυτό ρητά αναφέρεται, ότι ήταν εξουσιοδοτημένη πλήρως για την όμνυση της δηλώσεως, η οποία μαζί με την αίτηση, έγινε βέβαια εκ μέρους των εφεσιβλήτων.
Με τα πιο πάνω δεδομένα είναι αστήρικτη και η θέση του εφεσείοντα ότι οι αιτητές θα έπρεπε να παρουσίαζαν πρόσφατη κτηματολογική έρευνα και όχι να παρέμεναν στο 2014. Παρουσίασαν εκείνη την κατάσταση που είχαν στη διάθεση τους και εάν ο εφεσείων ήθελε πράγματι να παρουσιάσει όχι με γενικούς και αόριστους ισχυρισμούς, αλλά με δεδομένα και στοιχεία, ότι είναι τώρα φερέγγυος, όφειλε ο ίδιος να θέσει ενώπιον του Εφετείου τη σημερινή πραγματική του κατάσταση. Αντ΄ αυτού, εισηγείται με αόριστο και γενικόλογο τρόπο ότι μπορεί να καλύψει τα έξοδα της έφεσης.
Ως «ειδικές περιστάσεις» ταξινομούνται η έλλειψη περιουσίας ή οικονομικής δυνατότητας κάλυψης των εξόδων και η ενοχλητική ή επιπόλαιη αγωγή ή έφεση, (Annual Practice 1958 επί O.58 r.9 και Ayda Karaoglanian v. Boyadjian, Πολ. Έφ. αρ. 213/14, ημερ. 21.6.2016), ECLI:CY:AD:2016:A295. Αν υπάρχει περιουσία, όπως εδώ, αυτή πρέπει να είναι κατά κοινή λογική, διαθέσιμη προς εκτέλεση (Ebrand v. Gassier (1884) 28 Ch. D. 232 και Genemp Trading Ltd v. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Δημόσια Εταιρεία Λτδ - ανωτέρω -). Εννοείται ότι περιουσία η οποία είναι βεβαρημένη με memo και υποθήκες, δεν είναι διαθέσιμη προς εκτέλεση. Έπεται ότι οι «ειδικές περιστάσεις» που προνοούνται στη Δ.35 θ.2 είναι υπαρκτές εφόσον δεν είναι αρκετό το γεγονός ότι ο εφεσείων είναι Κύπριος πολίτης και μόνιμος εδώ κάτοικος εργαζόμενος κανονικά, εφόσον δεν φαίνεται να μπορεί να καλύψει τα έξοδα της έφεσης σε περίπτωση απόρριψης της. Το βάρος απόδειξης ότι είναι δυνατή η καταβολή των εξόδων έχει μεταφερθεί στον ίδιο τον εφεσείοντα μετά την παράθεση όλων των σχετικών γεγονότων από τους αιτητές-εφεσίβλητους, (Λ. Κίμωνος ως εκκαθαριστής της Blue Seal Shoes Ltd v. Χρ. Ιωάννου & Υιοί (Υποδήματα) Λτδ, Πολ. Έφεση αρ. 66/13, ημερ. 30.1.2015), ECLI:CY:AD:2015:A47.
Ως προς την πιθανότητα η έφεση να επιτύχει ώστε η πιθανότητα αυτή να προσμετρήσει εναντίον της έκδοσης διαταγής εξόδων, παρατηρείται ότι η έφεση εγείρει ουσιαστικά ζητήματα αξιολόγησης μαρτυρίας με γνωστή τη νομολογία ότι το Εφετείο δεν επεμβαίνει με ευκολία στα πρωτόδικα ευρήματα μετά από σχετική αξιολόγηση. Δεν αναφέρεται οτιδήποτε το ιδιαίτερο στην ένσταση παρά μόνο ότι η πρωτόδικη απόφαση εκδόθηκε βιαστικά μετά που η Δικαστής υπέβαλε την παραίτηση της. Αυτά είναι θέματα βεβαίως που θα εξεταστούν στην έφεση.
Οι αιτητές ορθά πράττοντας, κατά τη νομολογία, κατέθεσαν προϋπολογισμό εξόδων. Ως θέμα ορθής πρακτικής, το επιδιωκόμενο ποσό επιζητείται με τις αναγκαίες υποστηρικτικές λεπτομέρειες σε προκαταρκτικό κατάλογο εξόδων, (Alahmari v. Alia Airline (1990) 1 Α.Α.Δ. 434 και TBF (Cyprus) Ltd n. Εμπορικής Μελετών και Σχεδιασμού και Επιχειρηματικού Κεφαλαίου Ανώνυμης Εταιρείας (2003) 1 Α.Α.Δ. 459). Έχοντας εξετάσει τον κατάλογο, αυτός κρίνεται εύλογος. Χάριν στρογγυλοποίησης το ποσό των €5.900 θεωρείται λογικό υπό τις περιστάσεις.
Υπό το φως όλων των πιο πάνω, η αίτηση επιτυγχάνει. Εκδίδεται διάταγμα όπως ο εφεσείων δώσει τραπεζική εγγύηση Κυπριακής τράπεζας για το ποσό των €5.900 στον Πρωτοκολλητή του Ανωτάτου Δικαστηρίου εντός ενός μηνός από σήμερα. Μέχρι την παροχή της ασφάλειας εξόδων στο πιο πάνω ποσό, η διαδικασία της έφεσης αναστέλλεται. Αν ο εφεσείων παραλείψει να παράσχει τη διαταχθείσα εγγύηση, η έφεση θα θεωρηθεί ως εγκαταλειφθείσα και οι εφεσίβλητοι θα είναι ελεύθεροι να ζητήσουν την απόρριψη της με έξοδα.
Τα έξοδα της παρούσα αιτήσεως επιδικάζονται υπέρ των αιτητών-εφεσιβλήτων και εναντίον του εφεσείοντα-καθ΄ ου η αίτηση.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΘ