ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2020:D27
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ Αρ. 191/2019
22 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2020
(Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.)
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxxx ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΜΕ Α.Δ.Τ.xxxx ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 18.7.2019 ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ Α/ΑΣΤΦ. xxxx Α. Π, ΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑ ΤΗΣ ΟΙΚΙΑΣ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΑΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ, ΣΤΗΝ ΟΔΟ Δ. ΑΡ. xx ΛΕΜΕΣΟΣ, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦΑΛΑΙΟ 155, ΑΡΘΡΑ 27 ΚΑΙ 28
---------------------
Αίτηση ημερ. 08.11.2019
Χ. Γεωργίου με Μ. Γεωργίου (ασκούμενο δικηγόρο), για τον Αιτητή, για ΠΕΛΕΚΑΝΟ & ΠΕΛΕΚΑΝΟΥ ΔΕΠΕ
Χ. Καραολίδου (κα) για Γ.Ε.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ. Παρεχωρήθη άδεια στον Αιτητή να καταχωρήσει την παρούσα Αίτηση δια κλήσεως για τους σκοπούς έκδοσης προνομιακού εντάλματος Certiorari ήτοι:
"1. Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού στερείτο δικαιοδοσίας και/ή εξουσίας να εκδώσει το επίδικο ένταλμα, αφού εξέδωσε τούτο αντίθετα στις επιταγές των Άρθρων 27 και 28 του Κεφ. 155 και τον Άρθρον 16 τον Συντάγματος. Τούτο γιατί, τα στοιχεία της ένορκης δήλωσης που τέθηκαν ενώπιον τον σεβαστού Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού ήταν γενικά ή/και αόριστα ή/και ανεπαρκή ή/και δεν ήταν με κανένα τρόπο ικανά για να δημιουργηθεί η «εύλογος υποψία» ότι τα αναζητούμενα αντικείμενα συνδέονται ή/και βρίσκονται στο τόπο για τον οποίο ζητήθηκε το ένταλμα, ήτοι εντός της οικίας και υποστατικών του Αιτητή, στην οδό Δ. Αρ. xx Λεμεσός. Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού δεν φαίνεται να προέβη το ίδιο σε εκτίμηση τον υλικού που τέθηκε ενώπιον του, προκειμένου να εξάγει τα δικά του συμπεράσματα για το αν δημιουργείτο η απαιτούμενη από το Νόμο, «εύλογος υποψία» ή/και δέχτηκε ως Ruber Stamp τη θέση της Αστυνομίας, αφού στη βάση των ενώπιον τον Δικαστηρίου παρουσιασθέντων με τον όρκο γεγονότων, δεν υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι εντός της οικίας και υποστατικών του Αιτητή φυλάττονταν ή/και βρίσκονταν τα αναζητούμενα αντικείμενα. Σε καμία περίπτωση, δεν προκύπτει, εκ των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, επαρκής και επιτακτική σύνδεση της οικίας και υποστατικών τον Αιτητή με τα αναζητούμενα αντικείμενα.
2. Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού εξέδωσε το επίδικο ένταλμα καθ' εξωφθαλμοφανή και έκδηλη πλάνη νόμου, αντίθετα στις πρόνοιες των Άρθρων 27 και 28 τον Κεφ. 155 και του Άρθρου 16 του Συντάγματος, αφού δεν πληρούνται σωρευτικά οι δύο προϋποθέσεις για την έκδοση του εντάλματος έρευνας. Ως καταγράφεται στον 1ο νομικό λόγο, δεν στοιχειοθετείται εύλογη αιτία συναρτημένη προς τα αντικείμενα για τα οποία επιδιώκεται η ανεύρεση και παραλαβή, και ταυτόχρονα δεν υπάρχει καμία αναγκαιότητα ερευνάς. Τούτο ειδικότερα υπό τον γεγονότος ότι, τα κατ' ισχυρισμό αδικήματα διαπράχθηκαν μεταξύ άγνωστης ημερομηνίας και 18/03/19 και το ένταλμα έρευνας εκδόθηκε στις 18/07/19. Είναι πασιφανές ότι το προσβαλλόμενο ένταλμα πάσχει, αφού εκδόθηκε κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας ή/και της αναγκαιότητας, στον βαθμό και την έκταση που τόσο η αίτηση και όρκος που συνοδεύει αυτή, όσο και το ένταλμα έρευνας, δεν καταδεικνύουν καμία αναγκαιότητα για την έρευνα της οικίας και υποστατικών τον Αιτητή ή/και για την ανεύρεση των σχετικών αντικειμένων. Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού δεν εξέτασε εάν το ένταλμα έρευνας ήταν το ανάλογο, το κατάλληλο, το απολύτως αναγκαίο και το λιγότερο επαχθές μέτρο προς τον επιδιωκόμενο σκοπό."
Η εξέταση της παρούσας αίτησης συνεπώς θα εξεταστεί επί τη βάσει των δύο πιο πάνω λόγων.
Η ουσία του όλου θέματος της παρούσας υπόθεσης περιστρέφεται, ουσιαστικά, στο κατά πόσο ήταν επαρκή τα στοιχεία που τέθησαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, κατά τον ουσιώδη χρόνο έκδοσης του Εντάλματος Ερεύνης της οικίας και υποστατικών του Αιτητή, ώστε να δημιουργείται εύλογη υποψία να πιστεύεται ότι εντός της οικίας και υποστατικών του Αιτητή υπήρχαν τα αναζητούμενα πράγματα τα οποία συνδέονται με τη διάπραξη των υπό εξέταση κατ΄ ισχυρισμό διαπραχθέντων αδικημάτων.
Τα μέρη, ασφαλώς, διατηρούν αντίθετη άποψη επί του θέματος. Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι ήταν ανεπαρκή ενώ αντίθετη είναι η θέση της ευπαιδεύτου συνηγόρου για τον Καθ' ου η Αίτηση.
Τα γεγονότα είναι απλά. Η Αστυνομία στα πλαίσια διερεύνησης τεσσάρων αδικημάτων ήτοι:
1. Συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος.
2. Παράνομη εισαγωγή ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β.
3. Παράνομη κατοχή Ελεγχόμενου Φαρμάκου Τάξεως Β.
4. Παράνομη κατοχή Ελεγχόμενου Φαρμάκου Τάξεως Β με σκοπό την προμήθεια σε άλλο πρόσωπο.
τα οποία διαπράχθησαν μεταξύ άγνωστης ημερομηνίας και 18.3.2019 στη Λεμεσό, αιτήθηκε στις 18.7.2019 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού την έκδοση εντάλματος σύλληψης του Αιτητή και "έρευνα της οικίας του, για ανεύρεση και περισυλλογή τεκμηρίων που σχετίζονται με την υπόθεση, όπως ναρκωτικά, έγγραφα, κινητά τηλέφωνα, ηλεκτρονικούς υπολογιστές κ.α. για διευκόλυνση των αστυνομικών εξετάσεων" .
(η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου)
Το Δικαστήριο ενέκρινε την έκδοση και των δύο αιτούμενων ενταλμάτων.
Στις 18.7.2019 συνελήφθη ο Αιτητής και την ίδια μέρα διενεργήθηκε έρευνα στην οικία του δυνάμει του προσβαλλόμενου Δικαστικού Εντάλματος.
Παρενθετικά αναφέρεται ότι το ένταλμα σύλληψης δεν θα απασχολήσει καθότι δεν είναι αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας.
Ο όρκος ο οποίος οδήγησε στην έκδοση του προσβαλλόμενου εντάλματος ερεύνης έγινε από τον Αστυφύλακα Α. Π.. Σ΄ αυτόν, αφού γίνεται αναφορά στο όλο ιστορικό που οδήγησε στον Αιτητή, καταλήγει με τα στοιχεία που αφορούν την Αίτηση.
"Πρόσφατα λήφθηκε πληροφορία ότι ο ύποπτος (xxxx ΚΥΡΙΑΚΟΥ) είναι το πρόσωπο που διοργάνωσε την εισαγωγή των πιο πάνω ναρκωτικών από τον Καναδά στην Κύπρο. Σύμφωνα με την ίδια πληροφορία ο ύποπτος κατά την επίδικη χρονική περίοδο, ταξίδεψε στον Καναδά ο ίδιος προσωπικά και διευθέτησε την αποστολή των ναρκωτικών στην Κύπρο.
Από εξετάσεις που έγιναν διαπιστώθηκε ότι πράγματι κατά την επίδικη χρονική περίοδο, ο ύποπτος βρισκόταν στο εξωτερικό. Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με μαρτυρία που προέκυψε κατά την διερεύνηση της υπόθεσης, ο ύποπτος διατηρούσε σχέσεις με πρόσωπα τα οποία παραπέμφθηκαν σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας για την συγκεκριμένη υπόθεση.
Ενόψει των πιο πάνω αιτούμαι από το σεβαστό σας Δικαστήριο την έκδοση εντάλματος σύλληψης του πιο πάνω υπόπτου, για όλα τα υπό διερεύνηση αδικήματα και έρευνα της οικίας του, για ανεύρεση και περισυλλογή τεκμηρίων που σχετίζονται με την υπόθεση, όπως ναρκωτικά, έγγραφα, κινητά τηλέφωνα ηλεκτρονικούς υπολογιστές κ.α., για διευκόλυνση των αστυνομικών εξετάσεων."
(η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου)
Ο Καθ΄ ου η Αίτηση, με την ένσταση που κατεχώρησε παρόλο που προβάλλει 10 λόγους ένστασης, στην ουσία εκείνο που θέτει είναι ότι το επίδικο Ένταλμα Ερεύνης εκδόθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου και αρχές που θέτει η νομολογία και σύμφωνα με τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον κατά τον ουσιώδη χρόνο, η οποία ήταν πλήρης, επαρκής και δικαιολογούσε την έκδοση του. Ο έλεγχος ο οποίος γίνεται στην παρούσα διαδικασία δεν είναι έλεγχος ουσίας και συνεπώς σκοπός δεν είναι η εξέταση της ορθότητας της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, όπως εισηγήθηκε.
Στην Αίτηση του Έκτορα Μακρίδη Π.Ε. 514/2012, ημερ. 2.4.2014, ECLI:CY:AD:2014:A238 αναφέρονται:
"Το απαραβίαστο της κατοικίας διασφαλίζεται από το Άρθρο 16.1 του Συντάγματος. Η είσοδος ή έρευνα σε κατοικία είναι δυνατή μόνο στις περιπτώσεις και υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στη δεύτερη παράγραφο του Άρθρου 16, δηλαδή «. ειμή ότε και όπως ο νόμος ορίζει και κατόπιν δικαστικού εντάλματος δεόντως ητιολογημένου.». Κατ΄ακολουθία, το άρθρο 27 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, προνοεί ως ακολούθως:
«27. Όταν δικαστής ικανοποιείται με ένορκη έγγραφη δήλωση ότι υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι σε οποιοδήποτε τόπο υπάρχει -
(α) οτιδήποτε στο οποίο ή σε σχέση με το οποίο διαπράχτηκε ποινικό αδίκημα ή υπάρχει υποψία ότι διαπράχτηκε ή
(β) οτιδήποτε για το οποίο υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι θα παρέχει απόδειξη ως προς τη διάπραξη ποινικού αδικήματος ή
(γ) οτιδήποτε για το οποίο υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήματος,
ο δικαστής δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο να εκδώσει ένταλμα (το οποίο αναφέρεται στο νόμο αυτό ως «ένταλμα έρευνας»), που εξουσιοδοτεί το πρόσωπο που κατονομάζεται σε αυτό-
(ι) να ερευνήσει τον τόπο αυτό προς ανεύρεση οποιουδήποτε τέτοιου πράγματος και να κατάσχει και μεταφέρει αυτό ενώπιον του Δικαστηρίου από το οποίο εκδόθηκε το ένταλμα έρευνας ή ενώπιον άλλου Δικαστηρίου για να τύχει αυτό μεταχείρισης σύμφωνα με το νόμο και
(ιι) να συλλάβει και να προσαγάγει ενώπιον Δικαστή τον κάτοχο της οικίας ή του τόπου όπου βρέθηκε το πράγμα ή οποιοδήποτε πρόσωπο εντός ή πέριξ της οικίας αυτής ή του τόπου το οποίο κατέχει τέτοιο πράγμα, αν ο Δικαστής κρίνει σκόπιμο να διατάξει με αυτό τον τρόπο στο ένταλμα.»
Νομοθετική πρόνοια για δυνατότητα έκδοσης εντάλματος έρευνας υποστατικών, εντοπίζεται και στο άρθρο 29(3) του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977, Ν.29/77, όπως αυτός τροποποιήθηκε. Κατ΄ακολουθία του πιο πάνω άρθρου, στην περίπτωση που δικαστής ήθελε ικανοποιηθεί βάσει ενόρκου καταγγελίας ότι υπάρχει εύλογος υποψία περί παράνομης ύπαρξης ελεγχόμενων φαρμάκων στην κατοχή προσώπου σε οποιοδήποτε υποστατικό, αυτός δύναται να εκδώσει σχετικό ένταλμα έρευνας.
Στην προκειμένη περίπτωση, το ένταλμα ζητήθηκε σε σχέση με διερευνώμενα αδικήματα που περιστρέφονται γύρω από τον περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμο. Εκδόθηκε, δε, όπως εντοπίζεται από το ίδιο το περιεχόμενο του σχετικού εντάλματος, δυνάμει του προαναφερθέντος Νόμου και των σχετικών προνοιών του Κεφ. 155. Εν πάση περιπτώσει, όπως εντοπίζεται και από τον Χατζηχαμπή, Δ. (ως ήταν) στην Αίτηση αρ. 19/2001, αναφορικά με την Αίτηση του Χαράλαμπου Σιακαλλή (2001) 1 Α.Α.Δ. 282, που αφορούσε, επίσης, ένταλμα έρευνας και διαδικασία certiorari, το κριτήριο των άρθρων 29(3) του Ν.29/77 και 27 του Κεφ. 155 «.είναι ουσιαστικά ενιαίο, εφ΄όσον απαιτείται όπως ο δικαστής ικανοποιηθεί, επί της ένορκης δήλωσης, ότι υπάρχει «εύλογη αιτία να πιστεύεται» ή «εύλογη υποψία».».
Το Άρθρο 16.2 του Συντάγματος θέτει ρητή υποχρέωση δέουσας αιτιολόγησης εντάλματος έρευνας. Συνακόλουθα, ο δικαστής θα πρέπει να ικανοποιηθεί για την ύπαρξη εύλογης υποψίας, στη βάση των στοιχείων που αναδύονται μέσα από την ενώπιόν του μαρτυρία. Η πεποίθηση της Αστυνομίας περί ύπαρξης εύλογης υποψίας, καμία επίδραση δεν έχει στην κρίση του Δικαστηρίου, ούτε και αρκεί για τη νόμιμη έκδοση του εντάλματος. Το Δικαστήριο οφείλει να εξάξει το δικό του συμπέρασμα με βάση τα γεγονότα, όπως αυτά περιέχονται στην ένορκη δήλωση. Όπως εντοπίζεται από τον Πογιατζή, Δ. στην In Re. Πολυκάρπου (1991) 1 Α.Α.Δ. 207, 216 «.είναι το συμπέρασμα αυτό του Δικαστηρίου και όχι εκείνο της Αστυνομίας που συνιστά την νόμιμη βάση για την έκδοση του εντάλματος συλλήψεως σε όλες ανεξαίρετα τις περιπτώσεις. Ο δικαστής πρέπει να ενεργεί επί του προκειμένου πάντοτε κατά τρόπο δικαστικό.»». Ο ίδιος ο δικαστής, λοιπόν, βαρύνεται με την υποχρέωση να αιτιολογήσει δεόντως την έκδοση διατάγματος έρευνας, ικανοποιούμενος από τη μαρτυρία που παρουσιάζεται ενώπιόν του, ότι η υποψία είναι εύλογη."
Στην παρούσα υπόθεση, το Ένταλμα Ερεύνης, ως το ίδιο αναφέρει, εξεδόθη δυνάμει του Άρθρου 29(3) του Ν.27/77.
Το Άρθρο 29(3) του Περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμος του 1977, Ν.29/1977, προβλέπει:
"(3) Εφ' όσον δικαστής ήθελε ικανοποιηθή βάσει ενόρκου καταγγελίας ότι υπάρχει εύλογος υποψία-
(α) ότι οιαδήποτε ελεγχόμενα φάρμακα ευρίσκονται κατά παράβασιν των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οιωνδήποτε δυνάμει τούτου γενομένων Κανονισμών εν τη κατοχή προσώπου τινός εν οιωδήποτε υποστατικώ˙ ή
(β) ότι έγγραφον όπερ αμέσως ή εμμέσως αφορά ή έχει σχέσιν προς συναλλαγήν ή πράξιν ήτις αποτελεί αδίκημα συμφώνως τω παρόντι Νόμω ή σκοπουμένην συναλλαγήν ή πράξιν ήτις διενεργουμένη θα αποτέλει αδίκημα εναντίον του παρόντος Νόμου ή εν τη περιπτώσει συναλλαγής ή πράξεως διενεργηθείσης ή διενεργηθησομένης εν οιωδήποτε τόπω εκτός της Δημοκρατίας, ήτις αποτελεί ή θα αποτελεί αδίκημα εναντίον των διατάξεων του εν τω τόπω τούτω τελούντος εν ισχύϊ αντιστοίχου Νόμου, ευρίσκεται εν τη κατοχή προσώπου τινός, ούτος δύναται να εκδώση ένταλμα ερεύνης παρέχον εξουσίαν εις το εν τω εντάλματι καθοριζόμενον πρόσωπον όπως κατά πάντα χρόνον εντός ενός μηνός από της ημερομηνίας εκδόσεως του εντάλματος να εισέρχηται, εν ανάγκη και διά της χρήσεως βίας, εις τα εν τω εντάλματι καθοριζόμενα υποστατικά και να ερευνά ταύτα ως και παν πρόσωπον όπερ ευρίσκεται εν τοις υποστατικοίς˙ εάν δε υπάρχη εύλογος υποψία ότι διεπράχθη αδίκημα τι εναντίον του παρόντος Νόμου αναφορικώς προς οιαδήποτε ελεγχόμενα φάρμακα άτινα ήθελον ευρεθή εν τοις υποστατικοίς ή εν τη κατοχή παντός τοιούτου προσώπου ή ότι έγγραφον ούτω ευρεθέν είναι έγγραφον εκ των μνημονευομένων εν τη παραγράφω (β) ανωτέρω, παρέχον εξουσίαν όπως κατάσχη και κατακρατήση τα τοιαύτα φάρμακα ή, αναλόγως της περιπτώσεως, έγγραφα."
Στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, είναι παραδεκτό ότι τα ναρκωτικά που αφορούσαν τις υπό εξέταση υπό της Αστυνομίας κατηγορίες εναντίον του Αιτητή, ανευρέθησαν 4 μήνες πριν την υποβολή του αιτήματος για έκδοση του επίδικου εντάλματος ερεύνης. Ήτοι, αυτά ανευρέθησαν και κατασχέθησαν από την Αστυνομία στις 18.3.2019 και η αίτηση για Ένταλμα Ερεύνης εις την οικία του Αιτητή έγινε στις 18.7.2019. Συνεπώς, δεν τίθεται θέμα στήριξης του Εντάλματος για το λόγο αυτό. Παρ΄ όλα ταύτα στο Ένταλμα Ερεύνης υπό εξέταση αναφέρεται ότι:
"Επειδή φαίνεται από την ένορκο καταγγελία του Α/Αστυφ. xxxx Α. Π., από την Υ.Κ.Α.Ν. Λεμεσού ότι υπάρχει εύλογη υποψία βασισμένη σε μαρτυρία ότι η οικία όπου διαμένει ο xxxx Κυριάκου, Δ.Τ. xxxx, Η.Γ. 06/12/1962, που βρίσκεται στην οδό xxxx, αρ. xx, Λεμεσός, παράνομα χρησιμοποιούνται για την φύλαξη, χρήση και διακίνηση ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β'.
Αυτό το ένταλμα σας εξουσιοδοτεί και σας καλεί αμέσως με κατάλληλη βοήθεια, να μπείτε στην πιο πάνω οικία και υποστατικά του πιο πάνω προσώπου, οποιαδήποτε μέρα και ώρα και εκεί με επιμέλεια να ερευνήσετε για τα αναφερόμενα πράγματα και αν αυτά ή μέρος αυτών ευρεθούν κατά την έρευνα, να φέρετε τα πράγματα που θα βρεθούν έτσι, ενώπιον μου ή ενώπιον άλλου Δικαστή του Επαρχ. Δικαστηρίου για να τύχει μεταχείρισης σύμφωνα με το Νόμο.
Δικ.: Κρίνω ότι υπάρχουν εύλογες υποψίες που συνδέουν τα αναζητούμενα τεκμήρια με την πιο πάνω οικία και υποστατικά και συντρέχουν οι προϋποθέσεις έκδοσης του εντάλματος με βάση το Σύνταγμα τον Νόμο και τη Νομολογία.
Έχω ικανοποιηθεί λογικά για την αναγκαιότητα έκδοσης του εντάλματος."
(η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου)
Το Ένταλμα Έρευνας, εξ ορισμού, στοχεύει στην ανεύρεση και κατάσχεση "πράγματος", εδώ του ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Β. Εφόσον στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης το "αναζητούμενο" φάρμακο Τάξεως Β, ήδη ευρίσκετο στα χέρια της Αστυνομίας από τετραμήνου, διερωτούμαι πώς δικαιολογείται η έκδοση του Εντάλματος Ερεύνης για ανεύρεση του στην οικία και υποστατικά του Αιτητή. Να σημειωθεί ότι το αίτημα της Αστυνομίας περιορίζετο στην οικία του Αιτητή και όχι σ' άλλα υποστατικά του.
Με δεδομένα τα πιο πάνω κρίνεται εξ αντικειμένου ότι τα γεγονότα που κάλυπτε ο όρκος για έκδοση του προσβαλλόμενου Εντάλματος Ερεύνης δεν οδηγούσαν λογικά το Δικαστήριο στη διαπίστωση περί ύπαρξης της αναγκαίας εύλογης υπόνοιας ή υποψίας. Εκ των πραγμάτων δεν ικανοποιείτο λογικά η έκδοση του Εντάλματος Ερεύνης.
Αποτελεί προϋπόθεση δικαιοδοτικής φύσης η ύπαρξη εύλογης υπόνοιας συναρτημένης προς πράγματα (εδώ Φάρμακο Τάξεως Β), στην ανεύρευση και παραλαβή των οποίων νοείται να στοχεύει το Ένταλμα Ερεύνης. Εδώ δεν τέθηκε τέτοιο υπόβαθρο και δεν πληρώθηκε η αναγκαία αυτή προϋπόθεση.
Εν όψει των πιο πάνω δεν θα προχωρήσω στην εξέταση περαιτέρω λόγων.
Η αίτηση επιτυγχάνει. Εκδίδεται ένταλμα της φύσης Certiorari και ακυρώνεται το εκδοθέν Ένταλμα Ερεύνης ημερ. 18.7.2019, της οικίας και υποστατικών του Αιτητή.
Τα έξοδα να είναι εις βάρος του Καθ' ου η Αίτηση όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
/γκ