ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2020:D38
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 10/20
31 Ιανουαρίου, 2020
[Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΜΟΝΟΜΕΡΗ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ UNIBRAND TRUSTEES LTD (HE 262209), XXX ΚΟΝΤΟΔΗΜΟΥ, XXX KUBUSKIN ΚΑΙ CBA GLOBAL SUPPLIERS SERVICES LIMITED (HE 325603) ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORATI ΚΑΙ PROHIBITION
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 15/01/2020 ΔΙΑ ΤΗΣ ΟΠΟΙΑΣ ΑΠΕΡΡΙΦΘΗ ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 12/03/2019 ΤΩΝ UNIBRAND TRUSTEES LTD (HE 262209), XXX ΚΟΝΤΟΔΗΜΟΥ, XXX KUBUSKIN ΚΑΙ CBA GLOBAL SUPPLIERS SERVICES LIMITED (HE 325603), ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ 386/18 ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 111 ΚΑΙ 216 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦ. 113, ΩΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 30 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ KALTOY ΑΡΘΡΟΥ 6.1 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
Αιτητές
.........
Χρ. Νεοφύτου μαζί με Γ. Μιχαηλίδου (κα), για αιτητές
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Δόθηκε αυθημερόν)
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Μετά από αίτηση της εταιρείας C.O.M.A.P (Consorzio Opere Maritime Attivita Portuali), το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού εξέδωσε, στις 18.10.2018, διάταγμα εκκαθάρισης της εταιρείας Ε-S STS Operations Ltd (στο εξής η Εταιρεία), η οποία δεν εμφανίστηκε στη διαδικασία παρόλο, που όπως σημειώνεται στο διάταγμα, η σχετική αίτηση (η υπ΄ αρ. 386/2018) της είχε επιδοθεί.
Πέντε (5) μήνες μετά την έκδοση του προαναφερθέντος διατάγματος, στις 12.3.2019, οι Unibrand Trustees Ltd, XXX Κοντοδήμου και XXX Kubuskin - αιτητές στην υπό κρίση αίτηση - κατέθεσαν στο πιο πάνω Δικαστήριο (στο εξής το κατώτερο Δικαστήριο) αίτηση για παραμερισμό του διατάγματος εκκαθάρισης. Ταυτόχρονα δε και μονομερή αίτηση στη βάση της οποίας εξασφάλισαν, στις 14.3.2019, προσωρινό διάταγμα με το οποίο (α) διατασσόταν ο Επίσημος Παραλήπτης να μη συνεχίσει τη διαδικασία εκκαθάρισης της Εταιρείας «χωρίς την προηγούμενη άδεια του Δικαστηρίου και όπως εντός 15 ημερών από την επίδοση του διατάγματος καταθέσει στο Δικαστήριο ένορκη δήλωση αναφορικά με τις διαδικασίες στις οποίες προέβη ως εκκαθαριστής» και (β) παγοποιείτο όλη η κινητή και ακίνητη περιουσία της Εταιρείας η οποία περιήλθε υπό τον έλεγχο του Επίσημου Παραλήπτη, μέχρι την εκδίκαση της κυρίως αίτησης ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.
Η αίτηση για παραμερισμό του διατάγματος εκκαθάρισης, καθώς επίσης και το προσωρινό διάταγμα ημερ. 14.3.2019 (ανωτέρω), προσέκρουσαν σε ένσταση τόσο της C.O.M.A.P όσο και του ενδιαφερόμενου μέρους Ledra Ena Shipping CY LTD. Ό,τι όμως ενδιαφέρει την παρούσα είναι η ενδιάμεση απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου ημερ. 15.1.2020, με την οποία ακυρώθηκαν τα μονομερώς εκδοθέντα διατάγματα ημερ. 14.3.2019. Τούτο γιατί, με την ακύρωση των επιδίκων διαταγμάτων, οι αιτητές καταχώρισαν την υπό κρίση αίτηση, επιδιώκοντας όπως (α) τους δοθεί άδεια για καταχώριση αίτησης δια κλήσεως προς το σκοπό έκδοσης εντάλματος Certiorari με το οποίο, αφενός, να ακυρώνεται η ενδιάμεση απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου ημερ. 15.1.2020 και, αφετέρου, να απαγορεύεται στην Επαρχιακό Δικαστή Μ. Ιεροκηπιώτου να συνεχίσει την εκδίκαση οποιασδήποτε αίτησης στα πλαίσια της κυρίως αίτησης (της υπ΄ αρ. 386/2018).
Η αίτηση - η οποία υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τους αιτητές - βασίζεται σε τρεις (3) Λόγους, οι οποίοι σύμφωνα με τους αιτητές «έχουν βαρύνουσα και καταλυτική σημασία στην έκδοση των Αιτουμένων Αιτητικών». Ο πρώτος ότι, ενώ στη νομική βάση της αίτησης ημερ. 12.3.2019 δεν συμπεριλαμβάνεται το άρθρο 111 του περί Εταιρειών Νόμου, η δικαστής Μ. Ιεροκηπιώτου «δήλωσε αναληθώς στην παρ. 2 της σελίδας 11 και στην παρ. 3 της σελίδας 16 στην απόφαση της ημερομηνίας 15.1.2020 ότι η Αίτηση ημερομηνίας 12.3.2019 εδράζεται στο άρθρο 111, του περί Εταιρειών Νόμου» και με αναφορά σε νομολογία που σχετίζεται με το εν λόγω άρθρο ακύρωσε τα επίδικα διατάγματα. Τούτο, κατά τους αιτητές, συνιστά σοβαρό νομικό σφάλμα και σοβαρή έκδηλη πλάνη Νόμου εφόσον καμιά αίτηση εκδικάζεται στη βάση άρθρων που δεν συμπεριλαμβάνονται στη νομική της βάση. Ο δεύτερος, ότι παραβιάζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα περί δίκαιης δίκης των αιτητών (Άρθρο 30 του Συντάγματος και άρθρο 6.1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων) «καθώς δεν υπάρχει εχέγγυο δίκαιης δίκης, από τη στιγμή που η έντιμη Δικαστής κα Ιεροκηπιώτου» περιέπεσε στο νομικό σφάλμα που αναφέρεται στον πρώτο λόγο. Και ο τρίτος, ότι συντρέχουν σοβαρές, εξαιρετικές και επείγουσες περιστάσεις για έγκριση της αίτησης για άδεια εφόσον «δεν εξυπηρετείται το συμφέρον της Δικαιοσύνης με την καταχώριση Έφεσης καθότι η Ενδιάμεση Απόφαση ημερ. 15.1.2019 είναι αποτέλεσμα σοβαρής πλάνης περί το Νόμο, ήτοι σε ανύπαρκτη αναφορά στη Νομική Βάση της Αιτήσεως ημερ. 12/03/2019, σε παραπλανητική Νομολογία που στηρίζεται σε ανύπαρκτη Νομική βάση και Άρθρο, σε διαδικασία που δεν αφορά διαδικασία εκκαθάρισης, σε εκ προοιμίου δήλωση του Δικαστηρίου για άμεση, ή/και επικείμενη απόρριψη της αίτησης δια Κλήσεως 12/03/2019, με την καταχώρηση Αγωγής και όχι Αίτησης».
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των αιτητών προώθησαν τους προαναφερθέντες Λόγους με γραπτή αγόρευση, αλλά και δια ζώσης κατά την επ΄ ακροατηρίω συζήτηση της αίτησης. Κι αυτό με παραπομπή στην πλούσια επί του θέματος νομολογία σ΄ ό,τι αφορά τις νομικές αρχές οι οποίες εφαρμόζονται για άσκηση της διακριτικής ευχέρειας που έχει το Ανώτατο Δικαστήριο για χορήγηση ή μη άδειας προς καταχώριση αίτησης Certiorari.
Έχω διεξέλθει με την επιβαλλόμενη προσοχή την προσβαλλόμενη απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου καθώς επίσης και ό,τι οι αιτητές έχουν θέσει ενώπιον μου, συμπεριλαμβανομένων και των επιχειρημάτων που ανέπτυξαν τόσο γραπτώς όσο και δια ζώσης. Να υπενθυμίσω καταρχάς ότι σύμφωνα με πάγια και διαχρονική νομολογία, το Ανώτατο Δικαστήριο μπορεί να ασκήσει θετικά τη διακριτική του ευχέρεια για χορήγηση άδειας της εξεταζόμενης φύσεως όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται από το πρακτικό του κατώτερου Δικαστηρίου έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (βλ. Kωνσταντινίδη, (2003) 1 A.A.Δ. 1298 και Περέλλα (Αρ.2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692). Να υπενθυμίσω επίσης ότι τέτοια άδεια δεν χορηγείται όταν προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο και ειδικά έφεση, εκτός και εάν καταδειχθούν εξαιρετικές περιστάσεις εφόσον η έκδοση προνομιακού εντάλματος δεν συνιστά υποκατάστατο της έφεσης και ούτε στοχεύει στον έλεγχο της πρωτόδικης απόφασης αλλά στη νομιμότητα της απόφασης (βλ. μεταξύ άλλων, Γενικός Εισαγγελέας (Αρ.3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42, Global Consolidation Public Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 464 και Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116).
Στην υπό κρίση περίπτωση και οι τρεις (3) Λόγοι που προβάλλουν οι αιτητές περιστρέφονται γύρω από τη θέση ότι το κατώτερο Δικαστήριο περιέπεσε σε έκδηλη νομική πλάνη εφόσον ακύρωσε το μονομερώς εκδοθέν προσωρινό διάταγμα με αναφορά και στο άρθρο 111 του περί Εταιρειών Νόμου και τη νομολογία που διαμορφώθηκε σε σχέση με το άρθρο αυτό, τη στιγμή που στη νομική βάση της αίτησης βάσει της οποίας εκδόθηκαν μονομερώς τα ακυρωθέντα (προσωρινά) διατάγματα δεν συμπεριλαμβανόταν το υπό αναφορά άρθρο. Όντως το άρθρο αυτό, δεν συμπεριλαμβανόταν στην αίτηση. Όμως το κατώτερο Δικαστήριο, όπως σαφώς προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, κατέληξε στην ακύρωση του προσωρινού διατάγματος εφαρμόζοντας - και ορθώς - τις πρόνοιες του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/1960) και κατέληξε, αρχικά, ότι δεν πληρούται η πρώτη προϋπόθεση - η ύπαρξη δηλαδή καλής βάσης αγωγής - γιατί «ουδείς των αιτητών νομιμοποιείται να προσβάλλει το διάταγμα εκκαθάρισης διότι για την εταιρεία αποτελούν «τρίτα» πρόσωπα και ουσιαστικά αξιώνουν έμμεσα από τον εκκαθαριστή να προβεί σε ενέργειες τις οποίες ενδεχομένως μόνο αυτός θα μπορούσε να διενεργήσει κατόπιν αδείας του Δικαστηρίου». Όπως γίνεται αντιληπτό, η κατάληξη αυτή του κατώτερου Δικαστηρίου - σωστή ή λανθασμένη - ήταν εντός των ορίων της δικαιοδοσίας του κατά την εξέταση των τριών προϋποθέσεων του άρθρου 32 και συνεπώς δεν μπορεί να κριθεί ότι το κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε υπό το καθεστώς έκδηλης νομικής πλάνης. Τώρα σ΄ ό,τι αφορά το άρθρο 111 του Κεφ. 113, ναι μεν δεν συμπεριλαμβανόταν στη νομική βάση της αίτησης αλλά οι εκ των αιτητών χχχ Κοντοδήμου και χχχ Kubuskin πρόβαλλαν πως είχαν δικαίωμα να εγγραφούν μέτοχοι της Εταιρείας και επί του προκειμένου αξίωναν με την κυρίως αίτηση τους διάταγμα όπως ο Έφορος Εταιρειών προβεί σε διόρθωση του Μητρώου Μετόχων, θέμα για το οποίο εφαρμόζονται οι πρόνοιες του άρθρου 111. Εξετάζοντας λοιπόν το κατώτερο Δικαστήριο κατά πόσο πληρούταν η δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου - ορατή πιθανότητα επιτυχίας - αναφορικά με τη θεραπεία αυτή έκρινε - λανθασμένα ή ορθά - ότι δεν είχαν ορατή πιθανότητα επιτυχίας. Κατά συνέπεια δεν μπορεί να αποδοθεί στο κατώτερο Δικαστήριο έκδηλη νομική πλάνη εφόσον ήταν εντός των ορίων της δικαιοδοσίας του να εξετάσει κατά πόσο πληρούται η υπό αναφορά προϋπόθεση του άρθρου 32.
Κατ΄ ακολουθία των ανωτέρω καταλήγω πως οι αιτητές δεν έχουν ικανοποιήσει ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση. Εν πάση δε περιπτώσει έχουν στη διάθεσή τους το ένδικο μέσο της έφεσης σε σχέση με την άσκηση από το κατώτερο Δικαστήριο της διακριτικής του ευχέρειας να ακυρώσει τα μονομερώς εκδοθέντα προσωρινά διατάγματα στη βάση της κρίσης του ότι αφενός δεν νομιμοποιούνταν στην προσβολή του διατάγματος εκκαθάρισης και αφετέρου ότι δεν είχαν ορατή πιθανότητα επιτυχίας στην αξίωση του για διόρθωση του Μητρώου Μετόχων.
Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίπτεται και ως εκ τούτου δεν θα ασκήσω θετικά τη διακριτική ευχέρεια για χορήγηση της αιτούμενης άδειας.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
/κβπ