ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ανδρέου ν. Psaras Ship. Agencies Ltd (1996) 1 ΑΑΔ 1379
Εgiazaryan Ashot και Άλλοι ν. Denoro Investments Ltd και Άλλων (2013) 1 ΑΑΔ 409
A.S.S. Amusement Ltd και Άλλη (Αρ. 1) (2014) 1 ΑΑΔ 887, ECLI:CY:AD:2014:D286
Βαττής Μάριος ν. Χρυστάλλας Αυξεντίου και Άλλου (Αρ. 2) (2014) 1 ΑΑΔ 2299, ECLI:CY:AD:2014:A785
Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Natalia Konovalova (2015) 1 ΑΑΔ 2052, ECLI:CY:AD:2015:D639
Athinis ν. Republic (1989) 2 ΑΑΔ 214
Αγαπίου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 ΑΑΔ 396
Δημοκρατία, Δημήτρης Γιαννάκη Δημητρίου ν. (Αρ. 1) (2001) 2 ΑΑΔ 8
Semio Production Ltd, Παναγιώτης Γεωργίου Λαπέρτας ν. (Aρ. 2) (2003) 2 ΑΑΔ 249
Λοϊζίδης Ανδρέας ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2014) 2 ΑΑΔ 89, ECLI:CY:AD:2014:B104
Aντωνίου Γιώργος ν. Αντώνη Σάββα (2014) 2 ΑΑΔ 722, ECLI:CY:AD:2014:B742
Ζαρή Ευτυχία ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2015) 2 ΑΑΔ 292, ECLI:CY:AD:2015:B325
Ζαρή Ευτυχία ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2015) 2 ΑΑΔ 766, ECLI:CY:AD:2015:B741
Samoila Nicolae ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2016) 2 ΑΑΔ 845, ECLI:CY:AD:2016:B468
Samoila Nicolae ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2016) 2 ΑΑΔ 1321, ECLI:CY:AD:2016:B545
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.35
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ KORETSKA, Πολιτική Έφεση Αρ. 231/2020, 1/2/2022, ECLI:CY:AD:2022:A36
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ TOY SERGUEYEVICH , ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ 55/20, 5/4/2021, ECLI:CY:AD:2021:A130
ECLI:CY:AD:2019:A529
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 7/2018)
18 Δεκεμβρίου, 2019
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ ΝΟΜΟ 97/70
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΡΩΣΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ xxx BONDAREVA
_ _ _ _ _ _
ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 30 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2018 ΓΙΑ ΠΡΟΣΑΓΩΓΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ
Ε. Πουργουρίδης, για την Αιτήτρια-Εφεσίβλητη.
Μ. Σπηλιωτοπούλου (κα), Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τον
Εφεσίβλητο.
_ _ _ _ _ _
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από την Σταματίου, Δ.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Στις 17.2.2017 εκδόθηκε, κατόπιν αιτήματος των Ρωσικών Αρχών, προσωρινό ένταλμα σύλληψης της Bondareva xxx (εφεσίβλητη), η οποία καταζητείτο από τις Ρωσικές Αρχές βάσει εντάλματος σύλληψης ρωσικού δικαστηρίου, εκδοθέντος στις 30.1.2013, για αδίκημα υπεξαίρεσης και η οποία βρισκόταν κατά τον ουσιώδη χρόνο στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το εν λόγω αδίκημα συνιστά παράβαση των νόμων της Ρωσίας, όπως και της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Διεξήχθη διαδικασία έκδοσης στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού και επιφυλάχθηκε απόφαση. Την ημέρα που θα δίδετο η απόφαση και πριν την απαγγελία της, υπεβλήθη εκ μέρους της αιτήτριας προφορικό αίτημα για προσαγωγή νέας μαρτυρίας, η οποία περιήλθε στην αντίληψή της δύο ημέρες προηγουμένως και επανάνοιγμα της υπόθεσης. Το αίτημα προσέκρουσε στην ένσταση της Δημοκρατίας. Το Δικαστήριο θεώρησε πως θα έπρεπε να είχε καταχωρηθεί γραπτό αίτημα όπου με σαφήνεια θα εφαίνοντο οι λόγοι που εξαιτείτο το επανάνοιγμα της υπόθεσης. Περαιτέρω, έκρινε πως η μαρτυρία, η οποία επιδιώκετο να προσκομιστεί, αφορούσε στην ουσία των αδικημάτων που αποδίδονταν στην αιτήτρια από τις Ρωσικές Αρχές και δεν ήταν ουσιώδους σημασίας για την έκβαση της εν λόγω αίτησης, ενώ ήταν δυνατό να προκύψουν άλλες συνέπειες οι οποίες δεν αφορούσαν το Δικαστήριο και απέρριψε το αίτημα. Προχώρησε δε και εξέδωσε τελική απόφαση με την οποία απέρριψε το αίτημα των Ρωσικών Αρχών για έκδοση της αιτήτριας.
Η Δημοκρατία καταχώρησε έφεση κατά της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου και η εφεσίβλητη αντέφεση. Ένας από τους λόγους αντέφεσης αφορά και την απόρριψη του αιτήματος της εκζητούμενης για επανάνοιγμα της υπόθεσης, προκειμένου να προσάξει πρόσθετη μαρτυρία.
Με την υπό κρίση αίτηση η εφεσίβλητη αξιώνει άδεια του Δικαστηρίου για προσαγωγή μαρτυρίας κατ΄ έφεση. Συγκεκριμένα, η μαρτυρία αφορά επιστολή της δικηγόρου της Δημοκρατίας που εκπροσωπούσε τη Ρωσική Ομοσπονδία στη διαδικασία έκδοσης προς τις Αρχές της Ρωσικής Ομοσπονδίας ημερομηνίας 17.7.2017 και την απάντηση των Ρωσικών Αρχών προς την ίδια ημερομηνίας 21.7.2017, αντίγραφα των οποίων επισυνάπτονται στην αίτηση. Πρόκειται για τα ίδια έγγραφα που ζητήθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο το επανάνοιγμα της υπόθεσης με στόχο την κατάθεση. Οι εν λόγω επιστολές ανευρέθηκαν από την αιτήτρια δημοσιευμένες στο διαδίκτυο.
Στη γραπτή του αγόρευση ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας αναφέρει πως η αιτήτρια κατηγορείται για απάτη και, συγκεκριμένα, πως ενεργώντας ως βοηθός του διευθυντή του τμήματος συγχωνεύσεων και εξαγορών της εταιρείας "Energostream", πώλησε προς 3 άλλες εταιρείες περιουσιακά της στοιχεία, και δη μετοχές άλλων εταιρειών. Εξ αρχής, η αιτήτρια αντέτεινε πως ουδέποτε είχε εξουσία, ούτε και υπέγραψε οποιεσδήποτε συμφωνίες εκ μέρους της Energostream και, συνεπώς, το αίτημα για την έκδοσή της δεν ήταν γνήσιο, αλλά υποκινείτο από αλλότρια κίνητρα, κατά παράβαση του άρθρου 18 της ΕΣΔΑ. Η αιτήτρια εξασφάλισε και παρουσίασε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου αντίγραφα των τριών πιο πάνω συμφωνιών, υποδεικνύοντας πως η ίδια δεν είχε υπογράψει τις εν λόγω συμφωνίες, αλλά ο Γενικός Διευθυντής της Energostream, ο οποίος κατά τους ουσιώδεις χρόνους βρισκόταν στο Ηνωμένο Βασίλειο. Το αίτημα για έκδοσή του στη Ρωσία είχε απορριφθεί από το Ηνωμένο Βασίλειο. Η θέση της αιτήτριας ήταν πως οι Ρωσικές Αρχές επιδίωκαν την έκδοσή της στη Ρωσία, ώστε να εξαναγκαστεί να δώσει ψευδή μαρτυρία εναντίον του πιο πάνω Γενικού Διευθυντή με σκοπό να υποβληθεί εκ νέου αίτημα για την έκδοσή του.
Πάντοτε, κατά το συνήγορο της αιτήτριας, ενόψει αυτής της εξέλιξης, η κα Λοϊζίδου, εκπρόσωπος της Δημοκρατίας, απέστειλε προς τις Ρωσικές Αρχές αντίγραφα των πιο πάνω τριών συμφωνιών και υπέβαλε γραπτό αίτημα για πληροφοριακό συμπλήρωμα. Πράγμα, όμως, το οποίο απέκρυψε από το Επαρχιακό Δικαστήριο και από την υπεράσπιση. Οι Ρωσικές Αρχές ισχυρίστηκαν ότι δεν μπορούσαν να κοινοποιήσουν αντίγραφα των 3 συμφωνιών στη Δημοκρατία, γιατί κάτι τέτοιο θα επηρέαζε το ανακριτικό τους έργο.
Η αιτήτρια ζητά όπως της επιτραπεί να παρουσιάσει τις 2 επίδικες επιστολές κατ' έφεση ως άμεσα σχετικές με την αντέφεσή της. Τις επιστολές αυτές η αιτήτρια τις βρήκε αναρτημένες στο διαδίκτυο (κοινή θέα/plain view) μετά το κλείσιμο της υπόθεσής της και αφού το Επαρχιακό Δικαστήριο επιφύλαξε την απόφασή του. Σύμφωνα με την αιτήτρια, το αίτημά της προς τον Γενικό Εισαγγελέα επίσημα να της χορηγήσει αντίγραφα, δεν ικανοποιήθηκε κατά παράβαση του Άρθρου 29 του Συντάγματος. Με αναφορά στις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται ως προς το πότε επιτρέπεται προσαγωγή μαρτυρίας κατ' έφεση, ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας παραπέμπει στη Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (Αρ.1) (2001) 2ΑΑΔ 8, με την εισήγηση πως εν προκειμένω, συντρέχουν και οι τρεις προϋποθέσεις. Δεν πρόκειται περί προσωπικής αλληλογραφίας της «Λοϊζίδου», αλλά περί επίσημης αλληλογραφίας της Δημοκρατίας, η οποία δεν περιβάλλεται με ανθρώπινα δικαιώματα. Εισηγείται πως οι λόγοι ένστασης της Δημοκρατίας θα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.
Από την πλευρά της η Δημοκρατία εισηγείται πως καθοριστικό δεν είναι το ζήτημα του κατά πόσο η αλληλογραφία της «Λοϊζίδου» είναι προσωπική ή επαγγελματική, αλλά ο τρόπος που η εν λόγω αλληλογραφία λήφθηκε. Εφόσον τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου («emails») αποτελούν απόρρητη επικοινωνία, η οποία προστατεύεται από το Kυπριακό Σύνταγμα ως αυτόνομο δικαίωμα, ενώ από την ΕΣΔΑ ως πτυχή της ιδιωτικής ζωής δυνάμει του άρθρου 8. Σαφώς και παραβιάστηκε η ιδιωτική ζωή της Εισαγγελέως της Δημοκρατίας λόγω ηλεκτρονικής εισόδου μη εξουσιοδοτημένων τρίτων άγνωστων προσώπων στον ιδιωτικό λογαριασμό ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της κας Λοϊζίδου. Κατά την εισήγηση, ακόμα και αν θεωρηθεί ότι το περιεχόμενο των μηνυμάτων δεν καλύπτεται από απόρρητο λόγω της φύσης του, αυτό ουδόλως μεταβάλλει τον παράνομο τρόπο με τον οποίο έλαβε χώρα η πρόσβαση σε αυτά. Η υποκλοπή προσωπικών δεδομένων και επικοινωνίας προσώπου καθιστά αυτομάτως απαράδεκτη τη χρήση τους ως μαρτυρία ενώπιον Δικαστηρίων. Κανένας από τους σκοπούς και προϋποθέσεις των Άρθρων 15.2 και 17.2 του Συντάγματος δεν ικανοποιήθηκε, ούτε και προβλεπόμενες διαδικασίες ακολουθήθηκαν για την εν λόγω υποκλοπή.
Περαιτέρω, κατά την καθ' ης η αίτηση, εφόσον η μαρτυρία αυτή συνιστά αξιόποινη πράξη σύμφωνα με το άρθρο 3(1)(δ) του περί Προστασίας του Απορρήτου της Ιδιωτικής Επικοινωνίας (Παρακολούθηση Συνδιαλέξεων και Πρόσβαση σε Καταγεγραμμένο Περιεχόμενο Ιδιωτικής Επικοινωνίας) Νόμου του 1996, Ν. 92(Ι)/1996, το άρθρο 26(ε) του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου του 2001, Ν. 138(Ι)/2001 και το άρθρο 99(2) του Μέρους 14 του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου του 2004, Ν. 112(Ι)/2004, δεν μπορεί να γίνει χρήση των δεδομένων ως έχουν.
Επιπρόσθετα, δεν είναι επιτρεπτή η προσκόμιση μαρτυρίας, στο στάδιο της έφεσης, η οποία δεν υφίστατο κατά το χρόνο της έκδοσης της πρωτόδικης απόφασης, αλλά και εφόσον πρόκειται περί αντισυνταγματικά ληφθείσας μαρτυρίας και άρα μη αποδεκτής, δεν υφίσταται ακόμα (βλ. Σάββα ν. Αντωνίου (2014) 1ΑΑΔ 887, ECLI:CY:AD:2014:D286 και Egiazaryah κ.α. ν. Denoro Investments Limited κ.α. (2013) 1ΑΑΔ 409).
Εξάλλου, η μαρτυρία η οποία επιδιώκεται να παρουσιαστεί είναι άσχετη με την παρούσα υπόθεση εφόσον δεν επηρεάζει αποτελεσματικά την υπόθεση, δεδομένου ότι αφορά την ουσία των αδικημάτων η οποία δεν εξετάζεται από τα Κυπριακά Δικαστήρια (βλ. Re xxx Konovalova, Πολιτική Έφεση Αρ. 436/2011, ημερομηνίας 30.9.2015, ECLI:CY:AD:2015:D639).
Η αίτηση στηρίζεται, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν.14/1960[1] και στη Δ.35, όπου στο θ.8 δίδεται διακριτική ευχέρεια στο Εφετείο να ακούσει περαιτέρω μαρτυρία. Οι αρχές με βάση τις οποίες ασκείται η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου έχουν αποκρυσταλλωθεί από τη νομολογία.
Στην υπόθεση Ζαρή ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 193/2010, ημερομηνίας 11.5.2015, εξετάστηκαν οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες ενεργοποιούνται οι πρόνοιες του άρθρου 146(β) και (γ) του Κεφ. 155 σε συνάρτηση με τα προβλεπόμενα από το άρθρο 25(3) του Ν. 14/60. Εξηγήθηκε πως το εν λόγω εδάφιο διεύρυνε τις εξουσίες του Ανωτάτου Δικαστηρίου να ακούει μαρτυρία κατ' έφεση και ειδικώς ως προς τα κριτήρια που διέπουν την αποδοχή μαρτυρίας κατ' έφεση αντλήθηκε καθοδήγηση από τη Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1), ανωτέρω, στην οποία τέθηκαν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
«(α) Η μαρτυρία δεν μπορούσε να εξασφαλιστεί προς χρήση κατά την πρωτόδικη διαδικασία με την επίδειξη εύλογης επιμέλειας.
(β) Η μαρτυρία πρέπει να είναι τέτοια ώστε αν προσαγόταν θα ήταν πιθανό να είχε κάποια σημαντική επίδραση στο αποτέλεσμα της υπόθεσης αν και δεν είναι ανάγκη να είναι αποφασιστικής σημασίας.
(γ) Η μαρτυρία πρέπει να είναι τέτοια ώστε να εμφανίζεται αξιόπιστη αν και δεν είναι ανάγκη να είναι αναντίλεκτη.»
(βλ. και Βαττής ν. Αυξεντίου κ.α. (Αρ. 2) (2014) 1 ΑΑΔ 2299, ECLI:CY:AD:2014:A785, Nicolae Samoila v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 155/2012, ημερ. 5.10.2016. Βλ. επίσης απόφαση Πλήρους Ολομέλειας στη Λοϊζίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2014) 2 ΑΑΔ 89, ECLI:CY:AD:2014:B104 στην οποία ακολουθήθηκε η Αγαπίου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 ΑΑΔ 396 καθώς και η Athinis v. The Republic (1989) 2 CLR 214).
Παρομοίως και στην Αντωνίου ν. Σάββα (2014) 2ΑΑΔ 722, ECLI:CY:AD:2014:B742 λέχθηκε συναφώς πως:
«Το άρθρο 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν. 14/60, παρέχει το δικαίωμα στο Ανώτατο Δικαστήριο κατά την ακρόαση οποιασδήποτε έφεσης, είτε πολιτικής είτε ποινικής, να ακούει και δέχεται περαιτέρω αποδεικτικά μέσα. Η παραχώρηση όμως μιας τέτοιας άδειας υπόκειται σε περιορισμούς (Αγαπίου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 A.A.Δ. 396). Πολύ πρόσφατα η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου με απόφαση της στην Ποινική Έφεση 145/2013, xxx Λοϊζίδη ν. Γενικού Εισαγγελέα, 11.2.2014, συνόψισε τις αρχές που έχουν διαμορφωθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο και συναρτώνται προς την Αγγλική νομολογία επί του θέματος (Ανδρέου ν. Psaras Shipping Agencies Ltd (1996) 1 A.A.Δ. 1379).»
Τονίστηκε περαιτέρω πως:
«Η κατ΄ έφεση διαδικασία δεν αποτελεί υποκατάστατο της διαδικασίας ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου (Λαπέρτας ν. Semio Production Ltd (Aρ.2) (2003) 2 Α.Α.Δ. 249, όπως υιοθετείται στην Πολιτική Έφεση 75/2011, Ashot Egiazaryan κ.α. ν. Denoro Instestments Ltd κ.α., 19.2.2013). Η δυνατότητα προσαγωγής μαρτυρίας σ΄ αυτό το στάδιο περιορίζεται στις περιπτώσεις εκείνες όπου η μαρτυρία υφίστατο κατά τον χρόνο της δίκης, αλλά δεν ήταν γνωστή και γι΄ αυτό αντικειμενικά διαθέσιμη και ούτε μπορούσε να εντοπιστεί και να καταστεί γνωστή με τη λήψη λογικών μέτρων ώστε να κατατεθεί κατά τη δίκη».
Στην προκείμενη περίπτωση, η μαρτυρία που γίνεται προσπάθεια να προσκομιστεί με την παρούσα κατέστη γνωστή στην αιτήτρια πριν την έκδοση απόφασης από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Το αίτημα, όμως, για επανάνοιγμα της υπόθεσης απορρίφθηκε και αυτό αποτελεί λόγο αντέφεσης. Το κατά πόσο ορθά απερρίφθη το αίτημα θα πρέπει να αποφασιστεί στα πλαίσια της αντέφεσης. Διαφορετικά, εάν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα, ο λόγος αντέφεσης θα επιτύχει εκτός του πλαισίου της έφεσης, κάτι που είναι ανεπίτρεπτο.
Για τους πιο πάνω λόγους, η διακριτική μας ευχέρεια δεν μπορεί να ασκηθεί υπέρ της έγκρισης της αίτησης χωρίς να απαιτείται η εξέταση των υπόλοιπων εγειρόμενων θεμάτων. Αυτό διότι η αντέφεση θα έχει σημασία μόνο αν η έφεση επιτύχει επί των λόγων που η Δημοκρατία επικαλείται. Τότε μόνο θα αποκτήσει σημασία η απόρριψη πρωτοδίκως του αιτήματος για προσαγωγή μαρτυρίας, η οποία ενδεχομένως να μην είχε ουσιαστική σημασία, όπως αποφάσισε το Δικαστήριο. Αν η έφεση αποτύχει, τότε η προσαγωγή της μαρτυρίας αυτής ή η απάντηση στο ερώτημα αν καλώς ή κακώς απερρίφθη πρωτοδίκως θα είναι ακαδημαϊκού και μόνο χαρακτήρα.
Η αίτηση απορρίπτεται.
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
/ΧΤΘ
[1] 25.(3) Παρά πάσαv διάταξιv τoυ περί Πoιvικής Δικovoμίας Νόμoυ ή oιoυδήπoτε άλλoυ vόμoυ ή διαδικαστικoύ καvovισμoύ και επιπρoσθέτως oιωvδήπoτε υπό τoύτωv χoρηγoυμέvωv εξoυσιώv, τo Αvώτατov Δικαστήριov, κατά τηv ακρόασιv και διάγvωσιv oιασδήπoτε εφέσεως, είτε εv πoλιτική είτε εv πoιvική υπoθέσει δεv θα δεσμεύεται υπό oιασδήπoτε απoφάσεως περί πραγματικώv γεγovότωv τoυ εκδικάσαvτoς δικαστηρίoυ και θα έχη εξoυσίαv vα αvαθεωρή τας πρoσαχθείσας απoδείξεις, vα συvάγη τα ίδια αυτoύ συμπεράσματα, vα ακoύη και δέχεται περαιτέρω απoδεικτικά μέσα και, όπoυ αι περιστάσεις της υπoθέσεως απαιτoύσιv oύτω, vα επαvακρoάται oιωvδήπoτε μαρτύρωv ήδη ακoυσθέvτωv υπό τoυ εκδικάσαvτoς δικαστηρίoυ, και δύvαται vα δώση oιαvδήπoτε απόφασιv ή vα εκδώση oιovδήπoτε διάταγμα τo oπoίov αι περιστάσεις της υπoθέσεως δικαιoλoγoύv, συμπεριλαμβαvoμέvoυ και διατάγματoς περί επαvακρoάσεως της υπoθέσεως υπό τoυ εκδικάσαvτoς αυτήv ή άλλoυ αρμoδίoυ δικαστηρίoυ ως θα διέτασσε τo Αvώτατov Δικαστήριov.