ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Νικολάτος, Μύρων-Μιχαήλ Γεωργίου Λιάτσος, Αντώνης Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Ρ. Σχίζας, για την Εφεσείουσα. Π. Μιχαήλ, για τις Εφεσίβλητες 1 και 2. Σ. Κόκκινος για Χρυσαφίνη και Πολυβίου ΔΕΠΕ, για την Εφεσίβλητη 3. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-12-06 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο Ε. ΜΙΧΑΗΛ ν. KWONG κ.α., Πολιτική Έφεση αρ. 264/2013, 6/12/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:A513

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση αρ. 264/2013)

 

6 Δεκεμβρίου, 2019

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,  Π., ΛΙΑΤΣΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.Δ.]

 

ΜΕΤΑΞΥ:

Ε. ΜΙΧΑΗΛ,

Εφεσείουσας

και

 

1.    xxxx KWONG,

2.   xxxx GRAVELING,

3.   HELLENIC COPPER MINES LTD,

Εφεσιβλήτων 

-----------------------

 

Ρ. Σχίζας, για την Εφεσείουσα.

Π. Μιχαήλ, για τις Εφεσίβλητες 1 και 2.

Σ. Κόκκινος για Χρυσαφίνη και Πολυβίου ΔΕΠΕ, για την Εφεσίβλητη 3.

 

         -----------------------

Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάτος, Π.

        

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.:      Με πρωτογενή αίτηση ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου οι αιτήτριες-εφεσίβλητες 1 και 2 ζήτησαν διάφορες αναγνωριστικές δηλώσεις και αποφάσεις.  Μεταξύ άλλων, ζήτησαν αναγνωριστική δήλωση ότι με βάση τη συμφωνία, ημερ. 8.10.2007, μεταξύ της καθ΄ης η αίτηση 2-εφεσίβλητης 3 και του αποβιώσαντος Π.Μιχαήλ (στη συνέχεια ο αποβιώσας), συζύγου της καθ΄ ης η αίτηση 1-εφεσείουσας, μετά το θάνατο του Π.Μιχαήλ, η αποζημίωση των €598.-, που είχε συμφωνηθεί μεταξύ τους (Λ.Κ.350.-), ήταν περιουσία του αποβιώσαντος και των κληρονόμων και διαχειριστών του, δηλαδή των εφεσιβλήτων 1 και 2, και όχι της εφεσείουσας προσωπικά.  Ζητήθηκε επίσης αναγνωριστική δήλωση ότι μεταγενέστερη συμφωνία μεταξύ της εφεσίβλητης 3 και της εφεσείουσας, ημερ. 6.8.2008, είναι άκυρη.

 

Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης αναφορικά κυρίως με την ερμηνεία της προαναφερόμενης συμφωνίας, ημερ. 8.10.2007, με την οποίαν το πρωτόδικο δικαστήριο εξέδωσε αναγνωριστικές δηλώσεις προς όφελος των αιτητριών-εφεσιβλήτων 1 και 2, ως οι παράγραφοι Β, Γ, Δ, Ε, ΣΤ, Ζ, Η, Θ και Ι της αίτησης, πλέον έξοδα τα οποία διέταξε να καταβληθούν από την περιουσία του αποβιώσαντος, ενώ τα έξοδα της των καθ΄ ων η αίτηση, δηλαδή της εφεσείουσας και της εφεσίβλητης 3, διέταξε όπως μη βαρύνουν την περιουσία του αποβιώσαντος.            

 

 

Οι λόγοι έφεσης αφορούν στην, κατ΄ ισχυρισμό, εσφαλμένη απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου να εκδώσει τις προαναφερόμενες αναγνωριστικές δηλώσεις.     Σύμφωνα με την αιτιολογία του πρώτου  λόγου το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα ερμήνευσε τη συμφωνία, ημερ. 8.10.2007 (η συμφωνία), όπου ρητώς αναφέρεται ότι το ποσό των Λ.Κ. 350.- (€598.-), εδίδετο υπό μορφή αποζημιώσεων για την οχληρία και τις δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία των συμβαλλομένων και έσφαλε επίσης ως προς το ότι η εφεσείουσα δεν ήταν συμβαλλόμενο μέρος στην προαναφερόμενη συμφωνία αλλά μόνον ο αποβιώσας σύζυγος της, ήταν. 

 

Με το δεύτερο λόγο προσβάλλεται ως εσφαλμένη η θέση του πρωτόδικου δικαστηρίου να μη λάβει υπόψιν του εξωγενή μαρτυρία από την οποία συνάγετο ότι η συμφωνία έγινε προς όφελος τόσον της εφεσείουσας, όσον και του αποβιώσαντος συζύγου της.

 

Ο τρίτος λόγος είναι παρόμοιος με το δεύτερο, το ίδιο και ο τέταρτος και ο πέμπτος. 

 

Ο έκτος λόγος αφορά στην απόφαση του δικαστηρίου ότι η μεταγενέστερη συμφωνία της 6.8.2008 είναι άκυρη και άνευ αποτελέσματος.

 

Με τον έβδομο λόγο προσβάλλεται η απόφαση του δικαστηρίου ως προς τα έξοδα, ότι δηλαδή τα έξοδα των δικηγόρων της εφεσείουσας δεν θα βάρυναν την περιουσία του αποβιώσαντος.

 

Επομένως τρία είναι τα σημαντικά επίδικα θέματα.  Πρώτον, η ερμηνεία της συμφωνίας, ημερ. 8.10.2007.  Δεύτερον, η ακύρωση της συμφωνίας ημερ. 6.8.2008 και τρίτον, τα έξοδα των δικηγόρων της εφεσείουσας.

 

Η συμφωνία, ημερ. 8.10.2007, αναφέρει, στο προοίμιο της, ότι είναι μεταξύ των Π. Μιχαήλ (αποβιώσαντος) και της Έ.Μιχαήλ (εφεσείουσας) από την μια και της Hellenic Copper Mines Limited (εφεσίβλητης 3), από την άλλη.  Στην παράγραφο 3(β) της συμφωνίας αναγράφεται ότι η εφεσίβλητη 3 υπό μορφή ανταλλάγματος, για την απεμπόληση εκ μέρους του αποβιώσαντος και της εφεσείουσας των δικαιωμάτων τους εν σχέσει με οποιεσδήποτε ενοχλήσεις ή δυσμενείς επιπτώσεις που δυνατόν να προκλήθηκαν ή να προκληθούν στην περιουσία τους και/ή άλλως πως εις αυτούς και την υγεία τους από τη λειτουργία του μεταλλείου της εφεσίβλητης 3, συμφώνησαν να καταβάλλουν στον αποβιώσαντα και την εφεσείουσα το ποσό των Λ.Κ.350.- μηνιαίως και η σχετική επιταγή θα εκδίδετο επ΄ ονόματι του αποβιώσαντος.   Η πρώτη μηνιαία πληρωμή θα άρχιζε την 1.8.2007 και θα συνεχίζετο όσο διαρκεί η λειτουργία του μεταλλείου Σκουριώτισσας.   Στο τέλος της παραγράφου 3(β) της συμφωνίας υπάρχει επιφύλαξη ότι η υποχρέωση πληρωμής θα υπάρχει και αν τυχόν εγκαταλείψει την οικία οιοσδήποτε εκ των πρώτων συμβαλλομένων, δηλαδή του αποβιώσαντος και της εφεσείουσας συζύγου του.   Στην παράγραφο 3(γ) της συμφωνίας προνοείται ότι οι εφεσίβλητοι 3 θα εγκαταστήσουν και τοποθετήσουν δύο συστήματα κλιματισμού εντός της οικίας του αποβιώσαντος και της εφεσείουσας, εις μέρος που οι τελευταίοι θα υποδείκνυαν.  Στην παράγραφο 3(δ) προνοείται υποχρέωση της εφεσίβλητης 3 να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια, με σκοπό τη μείωση και τον περιορισμό των θορύβων που δημιουργούνται από τη λειτουργία του μεταλλείου, ειδικά στην πλευρά που γειτνιάζει με την οικία των πρώτων συμβαλλομένων.

 

 

 

Στην παράγραφο 6 της συμφωνίας προνοείται ότι η συμφωνία δεσμεύει τους πρώτους συμβαλλομένους, τους κληρονόμους και κληροδόχους αυτών ως και τους δεύτερους συμβαλλομένους (εφεσίβλητη 3) υπό οιανδήποτε μορφή ή επωνυμία έχουν ή θα έχουν.          

 

Στο τέλος, η συμφωνία υπογράφηκε μόνον από τον πρώτο συμβαλλόμενο-αποβιώσαντα και τους δεύτερους συμβαλλομένους και υπάρχουν και υπογραφές δύο μαρτύρων.

 

Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι με την πρωτογενή αίτηση και συγκεκριμένα την παράγραφο Β, ζητείτο αναγνωριστική δήλωση αναφορικά με τον δικαιούχο του μηνιαίου ανταλλάγματος και/ή αποζημίωσης των €598.-, για την περίοδο μετά το θάνατο του αποβιώσαντος, όταν δηλαδή στην προαναφερόμενη κατοικία των πρώτων συμβαλλομένων κατοικούσε μόνο η εφεσείουσα.  Η κατοικία των πρώτων συμβαλλομένων είναι αυτή που γειτνίαζε με το μεταλλείο χαλκού της εφεσίβλητης 3.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι η ερμηνεία που πρότειναν οι αιτήτριες 1 και 2-εφεσίβλητες 1 και 2 ήταν η ορθή.   Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο γεγονός ότι η συμφωνία υπογράφηκε μόνον από τον αποβιώσαντα, εκ μέρους των πρώτων συμβαλλομένων και όχι και από την εφεσείουσα, η οποία δεν ήταν παρούσα κατά την υπογραφή της συμφωνίας, καθώς και στην πρόνοια ότι η υποχρέωση πληρωμής θα υπάρχει και αν τυχόν εγκαταλείψει την οικία, οιοσδήποτε εκ των πρώτων συμβαλλομένων.  Επίσης έλαβε σοβαρά υπόψιν ότι η επιταγή των Λ.Κ.350.- θα εκδίδετο επ΄ ονόματι του αποβιώσαντος και ότι η συμφωνία δέσμευε τους πρώτους συμβαλλόμενους, καθώς και τους κληρονόμους και κληροδόχους τους.  

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν δέχθηκε τη μαρτυρία που δόθηκε από και εκ μέρους της εφεσείουσας και θεώρησε τις ερμηνείες που πρότεινε η εφεσείουσα και οι μάρτυρες της, αναφορικά με την επίδικη συμφωνία, ως αυθαίρετες και ασυμβίβαστες με το περιεχόμενο της συμφωνίας.  Ήταν αδιανόητο, κατά το πρωτόδικο δικαστήριο, να ερμηνεύεται ο όρος κληρονόμοι, στην παράγραφο 6 της συμφωνίας, ως μη περιλαμβάνον όλους τους κληρονόμους του αποβιώσαντος αλλά μόνον την επιζήσασα σύζυγο του, εφεσείουσα.         Αναφορικά με τη μεταγενέστερη συμφωνία, ημερ. 6.8.2008, που υπογράφηκε μεταξύ εφεσείουσας και εφεσίβλητης 3, το πρωτόδικο δικαστήριο απλώς ανέφερε τα εξής:  «Δεν χρειάζεται βέβαια να πω ότι η συμφωνία αυτή (ημερ. 6.8.2008) είναι άκυρη και εστερημένη έννομου αποτελέσματος».  

 

Εν κατακλείδι το πρωτόδικο δικαστήριο ενέκρινε τις προαναφερόμενες θεραπείες υπέρ των αιτητριών-εφεσιβλήτων 1 και 2, με την προαναφερόμενη διαταγή ως προς τα έξοδα, δηλαδή ότι τα δικηγορικά έξοδα των αιτητριών θα καταβάλλονταν από την περιουσία του αποβιώσαντος, όχι όμως και της καθ΄ ης η αίτηση 1-εφεσείουσας.

 

Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία και ειδικά τα προαναφερόμενα τρία ουσιαστικά επίδικα θέματα.   Καταλήξαμε στα εξής:

 

Το ζήτημα της ερμηνείας μιας συμφωνίας είναι ζήτημα που εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του δικαστηρίου.  Το δικαστήριο είναι αποκλειστικά υπεύθυνο για να δώσει την ορθή ερμηνεία στο λεκτικό που οι συμβαλλόμενοι επέλεξαν να χρησιμοποιήσουν.   Το αντικείμενο της ερμηνευτικής διαδικασίας είναι η ανεύρεση της ορθής έννοιας της συμφωνίας, λαμβανομένων υπόψιν των γεγονότων υπό τα οποία υπεγράφη.   Υπάρχει νομολογία σύμφωνα με την οποία η ερμηνεία μιας συμφωνίας έχει σκοπό την διαπίστωση της κοινής πρόθεσης των συμβαλλομένων.   Αυτό όμως έχει την έννοια της διαπίστωσης του πώς ένα εύλογο πρόσωπο, στη θέση των συμβαλλομένων, θα εννοούσε τις λέξεις που χρησιμοποιήθηκαν στη συμφωνία (Δέστε Chitty on Contracts, Τόμος 1, Γενικές Αρχές, παράγραφοι 13-041 και επόμενες, σελ. 1037 και επόμενες,  και την υπόθεση In Investors Compensation Scheme Ltd v. West Bromwich Building Society (1998) 1 W.L.R. 896, 912).

 

Κατά την κρίση μας, εύλογα και αβίαστα, συνάγεται το συμπέρασμα ότι σκοπός της προαναφερόμενης συμφωνίας ήταν όπως ο αποβιώσας και η εφεσείουσα, που ήταν οι διαμένοντες στην κατοικία που γειτνίαζε με το μεταλλείο της εφεσίβλητης 3, απεμπολήσουν οποιαδήποτε δικαιώματα τυχόν είχαν στο παρελθόν ή θα είχαν στο μέλλον, εν σχέσει  με οποιαδήποτε οχληρία προκαλούσε στην υγεία και την περιουσία τους η λειτουργία του  μεταλλείου, επ΄ ανταλλάγματι του ποσού των Λ.Κ.350.- που θα καταβάλλετο από 1.8.2007.  Το αντάλλαγμα θα ήταν προφανώς και για τους δύο, με επιταγή που θα εκδίδετο στο όνομα του αποβιώσαντος.

 

Ο αποβιώσας και η σύζυγος του-εφεσείουσα θα λάμβαναν επίσης ως αντάλλαγμα ή αποζημίωση και άλλο ποσό Λ.Κ.7.000.-, με την υπογραφή της συμφωνίας, το οποίο όμως δεν είναι επίδικο θέμα στην παρούσα έφεση.

 

Διαφωνούμε με το πρωτόδικο δικαστήριο ότι, επειδή η συμφωνία υπογράφηκε μόνον από τον αποβιώσαντα, αφορούσε μόνον τον αποβιώσαντα και όχι την εφεσείουσα σύζυγο του, η οποία ρητώς αναφέρεται στο προοίμιο της συμφωνίας, το οποίο είναι αναπόσπαστο μέρος της συμφωνίας, αλλά  και στο σώμα της.   Η αναφορά στην έκτη παράγραφο της συμφωνίας σε δέσμευση και των κληρονόμων και κληροδόχων των πρώτων συμβαλλομένων (εξυπακούεται, χωρίς άλλο, πάντα σε αναφορά με την επίδικη περιουσία)  δεν αναιρεί, κατά την εκτίμηση μας, την προφανή πρόθεση των συμβαλλομένων όπως το αντάλλαγμα και η αποζημίωση των Λ.Κ.350.- είναι προς όφελος τόσον του αποβιώσαντος, όσον και της εφεσείουσας συζύγου του.    Επίσης θεωρούμε πως η πρόνοια της παραγράφου 3(β) της συμφωνίας, ότι η υποχρέωση πληρωμής θα υπάρχει και αν τυχόν εγκαταλείψει την οικία οιοσδήποτε εκ των πρώτων συμβαλλομένων, καλύπτει και την περίπτωση θανάτου του ενός εκ των πρώτων συμβαλλομένων, όπως συνέβηκε στην προκείμενη περίπτωση ή, εν πάση περιπτώσει, είναι κατ΄ εξοχήν ενδεικτική, οπότε η υποχρέωση πληρωμής υπάρχει προς  όφελος του άλλου συζύγου, ο οποίος παραμένει στην οικεία, για όσο χρόνο συνεχίζει να παραμένει εκεί.

 

Ακόμα και στην περίπτωση που θα γινόταν δεκτό ότι η σύζυγος δεν ήταν άμεσο μέρος της συμφωνίας επειδή δεν την υπέγραψε, και ότι ήταν μια συμφωνία από την οποία θα αντλούσε δικαιώματα ως τρίτος, ακόμα και τότε η προαναφερόμενη ερμηνεία συνάδει με την ερμηνεία που δόθηκε στην καθοδηγητική απόφαση Beswick v. Beswick (1968) A.C. 58 και ακολουθήθηκε, μεταξύ άλλων, στις αποφάσεις Jackson v. Horizon Holidays Ltd (1975) 1 W.L.R. 1468, 1473 και Albacruz (Gargo Owners) v. Albazero (Owners) (The Albazero) (1977) A.C. 774.  

 

Στην υπόθεση Jackson (ανωτέρω) ο Λόρδος Denning M.R., αφού αναφέρθηκε στην Beswick (ανωτέρω), τόνισε ότι μόνον ένα συμβαλλόμενο μέρος έχει αγώγιμο δικαίωμα εναντίον του άλλου συμβαλλομένου μέρους για αθέτηση συμφωνίας, όμως το συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να διεκδικήσει αποζημιώσεις τόσο για τον εαυτό του, όσο και για άλλα πρόσωπα τα οποία ήταν δικαιούχα δυνάμει της συφωνίας.  Όπως το ζήτημα τέθηκε στην παλιά υπόθεση Lloyd΄s v. Harper (1880) 16 Ch. D. 290, 321, είναι θεμελιωμένος κανόνας δικαίου ότι, όταν μια σύμβαση υπογράφεται μεταξύ του Α προς όφελος του Β, ο Α μπορεί να λάβει δικαστικά μέτρα, προς όφελος του Β και να λάβει αποζημίωση για οτιδήποτε θα δικαιούτο ο Β αν η σύμβαση είχε γίνει μεταξύ του ίδιου του Β και του άλλου μέρους.       Όταν το συμβαλλόμενο μέρος επιτύχει αποζημίωση εις βάρος του άλλου συμβαλλόμενου μέρους, τα χρήματα που αφορούν τους τρίτους δικαιούχους, θα πρέπει να τους αποδοθούν (Once recovered, it will be money had and received to their use).   Το συμβαλλόμενο μέρος, επομένως, δικαιούται εις αποζημίωση για αθέτηση της συμφωνίας, από το άλλο συμβαλλόμενο μέρος, τόσο για τη δική του ζημιά, όσον και για τη ζημιά τρίτων δικαιούχων δυνάμει της συμφωνίας, προς τους οποίους θα πρέπει να καταβάλει την αποζημίωση που τους αναλογεί. 

 

Στην παρούσα υπόθεση δεν χρειάστηκε να εγερθεί οποιαδήποτε αγωγή, εφόσον η εφεσίβλητη 3 ουδέποτε αμφισβήτησε την υποχρέωσή της δυνάμει της συμφωνίας.

 

Ενόψει των προαναφερομένων, είναι προφανές ότι η ορθή και αντικειμενικά εύλογη ερμηνεία της συμφωνίας, ημερ. 8.10.2007, είναι ότι αυτή  έγινε προς όφελος και προς αποζημίωση τόσον του αποβιώσαντος, όσο και της εφεσείουσας συζύγου του, για την απεμπόληση των δικαιωμάτων τους για την οχληρία που υφίσταντο από το μεταλλείο της εφεσίβλητης 3, ενόσω κατοικούσαν στην  γειτνιάζουσα με το μεταλλείο κατοικία τους.  Επομένως μετά το θάνατο του αποβιώσαντος και καθόν χρόνο η σύζυγος του-εφεσείουσα κατοικούσε στην προαναφερόμενη κατοικία εδικαιούτο, εκείνη, στη συμφωνηθείσα αποζημίωση των Λ.Κ.350.- (€598.-).   

Επίσης είναι προφανές ότι χωρίς οποιαδήποτε αιτιολογία, το πρωτόδικο δικαστήριο  έκρινε, με μια μονοκοντυλιά, τη μεταγενέστερη συμφωνία, ημερ. 6.8.2008, ως άκυρη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος και η απόφαση του ως προς το ζήτημα αυτό θα πρέπει να παραμεριστεί, ως εντελώς στερημένη δέουσας αιτιολογίας.  

 

Η απόφαση είναι επίσης εσφαλμένη και ως προς το ζήτημα των εξόδων.   Στην προκείμενη περίπτωση έγινε πρωτογενής αίτηση από τις θυγατέρες του αποβιώσαντος, που είναι και οι κληρονόμοι του, με σκοπό την ερμηνεία, από το δικαστήριο, της συμφωνίας ημερ. 8.10.2007.  Η εφεσείουσα υπήρξε διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντος και στη συνέχεια, μετά από αίτηση των θυγατέρων του από προηγούμενο γάμο, δέχθηκε διάταγμα διορισμού, ως διαχειριστών της περιουσίας του αποβιώσαντος, των δικηγόρων των δύο πλευρών, δηλαδή των δικηγόρων των θυγατέρων και της συζύγου του αποβιώσαντος.  Η εφεσείουσα είχε τεθεί ως καθ΄ ης η αίτηση 1 στην προαναφερόμενη πρωτογενή αίτηση και δεν φαίνεται να υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος γιατί τα δικηγορικά της έξοδα να μην καλυφθούν από την περιουσία του αποβιώσαντος. 

 

Ενόψει των προαναφερομένων η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.  Εκδίδεται αναγνωριστική απόφαση ότι με βάση τη συμφωνία, ημερ. 8.10.2007, μετά το θάνατο του αποβιώσαντος και καθόν χρόνο η εφεσείουσα κατοικούσε στην προαναφερόμενη κατοικία, αυτή δικαιούτο στην καταβολή του ποσού της συμφωνηθείσας αποζημίωσης των €598.- (Λ.Κ.350.-), από την εφεσίβλητη 3, και όχι η περιουσία του αποβιώσαντος.  Η μεταγενέστερη συμφωνία ημερ. 6.8.2008 παραμένει σε  ισχύ. 

Τα πρωτόδικα έξοδα και τα έξοδα της έφεσης, όπως θα υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή, να καταβληθούν από την περιουσία του αποβιώσαντος.

 

 

 

                                                Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.

 

 

                                                Α. Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

 

 

                                                Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο