ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Γιώργος Τ. Χριστοφίδης με την Χριστίνα Σιακαλλή (κα) και την Χριστίνα Μιχαήλ (κα) ασκούμενη δικηγόρο, για Ορφανίδης, Χριστοφίδης amp;amp;amp; Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-12-11 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΛΟΪΖΙΔΗ , ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 211/2019, 11/12/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:D522

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                   

                 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 211/2019

11 Δεκεμβρίου, 2019

[Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155(4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

                                                          ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ χχχ ΛΟΪΖΙΔΗ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

 

KAI

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 21.11.2019 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟΥ χχχ ΑΝΔΡΕΟΥ, ΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΑΚΟΥ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ, ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙ Ο ΑΙΤΗΤΗΣ ΣΤΟΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΣΤΑΘΜΟ ΑΓΙΟΥ ΔΟΜΕΤΙΟΥ, ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΔΟΜΕΤΙΟ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦΑΛΑΙΟ 155, ΑΡΘΡΑ 27 ΚΑΙ 28

 

*********************

Γιώργος Τ. Χριστοφίδης με την Χριστίνα Σιακαλλή (κα) και την Χριστίνα Μιχαήλ (κα) ασκούμενη δικηγόρο, για Ορφανίδης, Χριστοφίδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Στις 21/11/2019 Δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας εξέδωσε ένταλμα έρευνας του Αστυνομικού  Σταθμού  Αγίου Δομετίου περιλαμβανομένου του γραφείου και του γραφειακού εξοπλισμού που χρησιμοποιούσε ο αστυφύλακας 3χχ6 χχχ Λοϊζίδης με το δικαιολογητικό ότι υπήρχε εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι  στον εν λόγω Σταθμό υπήρχαν τεκμήρια, όπως συσκευές κινητών τηλεφώνων, ηλεκτρονικές κάρτες μνήμης, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, σκληροί δίσκοι, χειρόγραφες σημειώσεις, εκτυπώσεις ή και άλλα έγγραφα και τεκμήρια που σχετίζονται με τη διάπραξη των αδικημάτων 1) της κατάχρησης εξουσίας, ΚΕΦ. 154, άρθρο 105,  2) του δόλου και κατάχρησης εμπιστοσύνης από δημόσιο λειτουργό, ΚΕΦ. 154, άρθρο 133 και 3)  της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου, ΚΕΦ. 154, άρθρο 135, τα οποία διαπράχθηκαν στη Λευκωσία μεταξύ 29/6/2019 και 4/7/2019.  Το ένταλμα εκτελέστηκε την ίδια μέρα και παραλήφθηκαν από την Αστυνομία ο εσωτερικός σκληρός δίσκος του ηλεκτρονικού υπολογιστή του Σταθμού μάρκας Samsung και δύο φορητά κινητά τηλέφωνα μάρκας Samsung και CAT με τον ίδιο αριθμό.

 

Με την υπό κρίση αίτηση ο αιτητής ζητά άδεια για καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari προς ακύρωση του εντάλματος έρευνας ημερ. 21/11/2019.  Οι νομικοί λόγοι επί των οποίων στηρίζεται η αίτηση εμφαίνονται στην Έκθεση που συνοδεύει την αίτηση που συνοψίζονται στους εξής:

 

1)    Τα στοιχεία της ένορκης δήλωσης που τέθηκαν ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστή ήταν γενικά, αόριστα και ανεπαρκή και δεν ήταν ικανά να δημιουργήσουν «εύλογη αιτία» ότι ο Αιτητής ή τα κινητά του τηλέφωνα συνδέονταν με τα υπό διερεύνηση αδικήματα.

 

2)    Η κατάσχεση των δύο κινητών τηλεφώνων παραβιάζει τα Άρθρα 15 και 17 του Συντάγματος, το άρθρο 4(4) και 4(1) του Νόμου 183(Ι)/2007, το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιώματων και άλλης νομοθεσίας που κατοχυρώνει το απαραβίαστο του απορρήτου της αλληλογραφίας και της επικοινωνίας με οποιοδήποτε τρόπο.

 

3)   Το ένταλμα ήταν προϊόν  δόλου και απόκρυψης ή ψευδορκίας και συνειδητής παραπλάνησης του Δικαστηρίου εφόσον δεν αναφέρθηκε ότι ο Αιτητής δεν εργαζόταν στον Αστυνομικό Σταθμό Αγίου Δομετίου στις 3/7/2019 και ότι άλλοι αστυφύλακες είχαν επίσης πρόσβαση στον γραφειακό εξοπλισμό του Σταθμού.

 

4)    Δεν εξασφαλίστηκε προηγουμένως διάταγμα πρόσβασης στη βάση του Νόμου 183(Ι)/2007.

 

5)     Δεν είχεν καταδειχθεί η αναγκαιότητα έρευνας ενόψει του χρόνου που μεσολάβησε, κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας.

 

Κατά την ακρόαση της αίτησης ο δικηγόρος του Αιτητή στην προφορική του αγόρευση  έδωσε έμφαση στην παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και στο ότι δεν συγκεκριμενοποιούντο στο ένταλμα  τα αντικείμενα που αναζητούντο. 

 

Ως προς την παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας υποστήριξε,  με αναφορά σε νομολογία (βλ. Αίτηση Σοφοκλέους Πολ. Αιτ. 139/2019, ημερ. 5/11/2019, ECLI:CY:AD:2019:D461 και Αίτηση Μυλωνά, Πολ. Αιτ. 110/2016 ημερ. 15/3/2017), ECLI:CY:AD:2017:D81, ότι δεν είχε αποδειχθεί η αναγκαιότητα έρευνας εφόσον το ένταλμα εκδόθηκε μετά παρέλευση 5 μηνών   από τη διάπραξη των υπό διερεύνηση αδικημάτων.

 

Προτού προχωρήσω με την εξέταση της ουσίας της αίτησης κρίνω σκόπιμο να παραθέσω συνοπτικά το περιεχόμενο του όρκου που συνόδευε την αίτηση για έκδοση του υπό κρίση εντάλματος έρευνας, εφόσον βασική θέση του Αιτητή είναι ότι ο όρκος δεν αναφέρετο στα συγκεκριμένα αντικείμενα που αναζητούντο αλλά στο γραφείο και στον γραφειακό εξοπλισμό του Αιτητή και δη σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, εκτυπωτές, κινητές συσκευές που συνδέονται με τα υπηρεσιακά καθήκοντα και τα μέσα που χρησιμοποιεί για την διεκπεραίωση των καθηκόντων του.  Στον όρκο του ο Υπαστυνόμος χχχ Ανδρέου αναφέρεται στο ιστορικό της υπόθεσης που ξεκινά με  την καταχώρηση στις 27/7/2015 και ώρα 18.14 στο ηλεκτρονικό Ημερολόγιο Παραπόνων και Συμβάντων του Αστυνομικού Σταθμού Πολεμιδιών της επαρχίας Λεμεσού του εξής περιστατικού:

 

«Στις 27/7/2015 και περί ώρα 1400 μετέβηκε στον Αστυνομικό Σταθμό Πολεμιδιών ο Α. Παπαντωνίου, 6χος δρόμος αριθμός χ Λεμεσός και ανάφερε ότι την ίδια μέρα και ώρα 1330 ο γιος του Πέτρος Παπαντωνίου, 32 ετών, αναχώρησε από την οικία τους στην πιο πάνω διεύθυνση με το όχημα του προς άγνωστο προορισμό παίρνοντας μαζί του το κυνηγετικό του όπλο, αναφέροντας στη μητέρα του ότι θα αυτοκτονήσει, λόγω ερωτικής απογοήτευσης.  Για το πιο πάνω συμβάν ενημερώθηκε ο Αξ/κος Υπηρεσίας της Αστυνομικής Διεύθυνσης Λεμεσού και τα περίπολα της Αστυνομίας προς αναζήτηση του Πέτρου Παπαντωνίου.  Την ίδια μέρα γύρω στις 15:30 ο Α. Παπαντωνίου επικοινώνησε τηλεφωνικώς με τον Α.Σ. Πολεμιδιών αναφέροντας ότι ο γιος του επέστρεψε στο σπίτι σώος και αβλαβής, σε καλή ψυχολογική κατάσταση, ότι είχε πάει ένα περίπατο χωρίς πρόθεση να βλάψει τον εαυτό του και δεν χρειαζόταν περαιτέρω ανάμειξη της Αστυνομίας.  Βάση των πιο πάνω, στο τέλος της καταχώρησης της Παραγράφου Ημερολογίου ο ανακριτής του Α.Σ. Πολεμιδιών έγραψε:  «Εν όψει των πιο πάνω για τον Σταθμό θέμα λήξαν».

 

 

 

Στις 29/6/2019 ο Πέτρος Παπαντωνίου δολοφόνησε με κυνηγετικό όπλο τη Σοφία Ζήνωνος και στη συνέχεια αυτοκτόνησε.   

 

Στις 3/7/2019 δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα «To Thema Online» από το

Δημοσιογράφο Τάκη Μακρίδη άρθρο με θέμα 'ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΛΕΜΕΣΟΥ:  Εγκληματική αδιαφορία - Θέμα Λήξαν» στο οποίο αναφέρετο με εξαιρετική λεπτομέρεια στο περιεχόμενο της πιο πάνω παραγράφου του Ημερολογίου του Σταθμού Πολεμιδιών σχολιάζοντας αρνητικά την παράλειψη της Αστυνομίας να προβεί σε κατακράτηση του κυνηγετικού όπλου, με αποτέλεσμα τέσσερα χρόνια μετά ο Παπαντωνίου να προβεί σε δολοφονία της Ζήνωνος.  Στο ίδιο άρθρο γίνεται παραπομπή σε Αστυνομικές Διατάξεις ως προς τη διαδικασία κατακράτησης όπλου από την Αστυνομία που μόνο αστυνομικός μπορούσε να έχει γνώση.

 

Στις 4/7/2019 ο ίδιος δημοσιογράφος επανήλθε με νέο δημοσίευμα στο οποίο αναφέροντο δύο άλλα περιστατικά του Ιουλίου και Σεπτεμβρίου του 2015 όπου η Αστυνομία προέβη σε κατάσχεση των πυροβόλων όπλων δύο ατόμων. Ενόψει των πιο πάνω δημοσιευμάτων το αρμόδιο τμήμα της Αστυνομίας προέβη σε έλεγχο στο μηχανογραφημένο της σύστημα όπου και διαπιστώθηκε ότι μεταξύ της 29/6/2019 και 3/7/2019 έγιναν αναζητήσεις της πιο πάνω καταχώρησης  από 12 μέλη της Αστυνομίας, οι πλείστες εκ των οποίων  στα πλαίσια διερεύνησης της υπόθεσης του φόνου της Ζήνωνος και της  αυτοκτονίας του Παπαντωνίου.  Μεταξύ των ατόμων που έκαμαν αναζήτηση στις 3/7/2019 ήταν και ο Αιτητής, ο οποίος υπηρετεί από τις 29/9/2017 στον Αστυνομικό Σταθμό Αγίου Δομετίου.  Από έρευνα στο Δικανικό Εργαστήριο Ηλεκτρονικών Δεδομένων της Αστυνομίας διαπιστώθηκε ότι η έρευνα του Αιτητή προηγήθηκε του δημοσιεύματος της ιστοσελίδας Το Thema OnLine.  Από περαιτέρω έρευνα μέσω του μηχανογραφημένου συστήματος της Αστυνομίας και οι δύο περιπτώσεις στις οποίες αναφερόταν ο δημοσιογράφος κατακράτησης όπλων,  ήταν από καταχωρήσεις στον Αστυνομικό Σταθμό Αγίου Δομετίου.  Πιο εξειδικευμένη έρευνα της Αστυνομίας κατέδειξε ότι το μόνο άτομο του Σταθμού που αναζήτησε τις παραγράφους αυτές ήταν ο Αιτητής χρησιμοποιώντας τη λέξη «ΔΟΚΟ» στις 4/7/2019,  σε χρόνο προγενέστερο του δημοσιεύματος.  Από περαιτέρω εξετάσεις από το Τμήμα Πληροφορικής διαπιστώθηκε ότι η έρευνα του Αιτητή έγινε από ηλεκτρονικό υπολογιστή με μοναδικό αριθμό αναγνώρισης ΙP.10.133.72.34 που ανήκει στον Αστυνομικό Σταθμό Αγίου Δομετίου.  Διαπιστώθηκε επίσης ότι από άλλο IP ηλεκτρονικού υπολογιστή με αρ. 10.133.72.35 που ανήκει στον ίδιο Σταθμό έγινε αναζήτηση στις 3/7/2019 στο πεδίο πρόσβασης «ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑ» όπου είναι καταχωρημένες όλες οι Αστυνομικές Διατάξεις.  Ο Αιτητής κατέχει πρόσβαση στο πεδίο αναζήτησης του Ημερολογίου Παραπόνων από τις 3/5/2018 και στο πεδίο Παγκύπριας Αναζήτησης Ημερολογίων Παραπόνων και Συμβάντων από τις 7/5/2018.

 

Καταλήγοντας ο Υπαστυνόμος Ανδρέου εισηγείται ότι υπάρχει εύλογη υποψία να πιστεύεται ότι στο γραφείο και γραφειακό εξοπλισμό που χρησιμοποιεί ο ύποπτος στον Αστυνομικό Σταθμό Αγίου Δομετίου  υπάρχουν τεκμήρια, όπως συσκευές κινητών τηλεφώνων, ηλεκτρονικές κάρτες μνήμης, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, σκληροί δίσκοι, χειρόγραφες σημειώσεις, εκτυπώσεις και άλλα έγγραφα για τα οποία υπάρχει εύλογη υποψία να πιστεύεται ότι θα παράσχουν μαρτυρία για απόδειξη των αδικημάτων που εξετάζει η Αστυνομία.  Παράλληλα με το ένταλμα θα αποφευχθεί ο κίνδυνος απόκρυψης ή και καταστροφής τους.   

 

Ο Αιτητής στην ένορκη του δήλωση επαναλαμβάνει ουσιαστικά το περιεχόμενο της Έκθεσης συμπληρώνοντας ότι οι τηλεφωνικές συσκευές δεν ήταν μέρος του γραφειακού του εξοπλισμού αλλά βρίσκοντο στην κατοχή του ιδίου ο οποίος προέβαλε ένσταση στην κατάσχεση τους. 

 

Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Αντώνης Ανδρέου & Σία ΔΕΠΕ κ.ά., Πολ. Έφεση 348/2015 ημερ. 9/6/2017, ECLI:CY:AD:2017:A216, που επίσης αφορούσε σε ένταλμα έρευνας, για την παραχώρηση άδείας για την έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari η διαδικασία δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου.  Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται κατ' εξαίρεση, όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, ή πλάνη περί το Νόμο, ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. (βλ. Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464).

 

Η έκδοση εντάλματος έρευνας προβλέπεται από το άρθρο 27 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου ΚΕΦ. 155 που προνοεί:

 

«27. Όταν δικαστής ικανοποιείται με ένορκη έγγραφη δήλωση ότι υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι σε οποιοδήποτε τόπο υπάρχει-

(α) οτιδήποτε στο οποίο ή σε σχέση με το οποίο διαπράχτηκε ποινικό αδίκημα ή υπάρχει υποψία ότι διαπράχτηκε ή

(β) οτιδήποτε για το οποίο υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι θα παρέχει απόδειξη ως προς τη διάπραξη ποινικού αδικήματος ή

(γ) οτιδήποτε για το οποίο υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήματος, ο δικαστής δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο να εκδώσει ένταλμα (το οποίο αναφέρεται στο νόμο αυτό ως "ένταλμα έρευνας"), που εξουσιοδοτεί το πρόσωπο που κατονομάζεται σε αυτό-

(ι) να ερευνήσει τον τόπο αυτό προς ανεύρεση οποιουδήποτε τέτοιου πράγματος και να κατάσχει και μεταφέρει αυτό ενώπιον του Δικαστηρίου από το οποίο εκδόθηκε το ένταλμα έρευνας ή ενώπιον άλλου Δικαστηρίου για να τύχει αυτό μεταχείρισης σύμφωνα με το νόμο και

(ιι) να συλλάβει και να προσαγάγει ενώπιον Δικαστή τον κάτοχο της οικίας ή του τόπου όπου βρέθηκε το πράγμα ή οποιοδήποτε πρόσωπο εντός ή πέριξ της οικίας αυτής ή του τόπου το οποίο κατέχει τέτοιο πράγμα, αν ο Δικαστής κρίνει σκόπιμο να διατάξει με αυτό τον τρόπο στο ένταλμα».

 

Ως προς την «εύλογη αιτία να πιστεύεται», που προνοεί το πιο πάνω άρθρο αναφέρονται τα εξής στην υπόθεση ΟΠΑΠ Κύπρου Λτδ, Πολ. Έφ. 133/2018. ημερ. 17/12/2018:

 

«Η ύπαρξη «εύλογης αιτίας να πιστεύεται» αποτελεί προϋπόθεση δικαιοδοτικής φύσης.  Το αντικείμενο το οποίο εύλογα πιστεύεται ότι συνδέεται με ποινικό αδίκημα, συνδέεται επιτακτικά από το άρθρο 27 με τον τόπο για τον οποίο ζητείται το ένταλμα και όχι γενικά με το πρόσωπο του υπόπτου.  Επίσης, όπως ορθά υπέδειξε το πρωτόδικο Δικαστήριο, σε σχέση με το εδάφιο (β) του άρθρου 27, πρέπει να υπάρχει, διασύνδεση της μαρτυρίας με τα υπό διερεύνηση αδικήματα.  Σύμφωνα δε με τη νομολογία, το εύλογο ή μη της υποψίας ως προς τη διάπραξη αδικήματος μπορεί να εξεταστεί στο πλαίσιο κρίσης, αναφορικά με την ύπαρξη της εύλογης αιτίας που θεμελιώνει τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου προς έκδοση εντάλματος έρευνας για ανεύρεση και κατάσχεση των πραγμάτων προς τα οποία αυτή συναρτάται, (βλ. Αναφορικά με την αίτηση του Συνδέσμου για την Πρόληψη της Βίας στα Γήπεδα (1997) 1 ΑΑΔ 1014).

 

Περαιτέρω, η πρόνοια «θα παρέχει απόδειξη ως προς τη διάπραξη ποινικού αδικήματος» στο εδάφιο (β) του άρθρου 27 απαιτεί τη σύνδεση ή τη συσχέτιση του αντικειμένου που θα αναζητηθεί με το υπό διερεύνηση αδίκημα.  Το κρίσιμο ερώτημα, ως έχει αναφερθεί, είναι κατά πόσο υπάρχει ικανό υλικό στον όρκο στη βάση του οποίου ο δικαστής στον οποίο υποβάλλεται αίτημα έκδοσης εντάλματος έρευνας, μπορεί να ικανοποιηθεί για την ύπαρξη εύλογων λόγων να  πιστεύεται πως αυτό που θα αναζητηθεί θα παρέχει απόδειξη ως προς τη διάπραξη του ποινικού αδικήματος που αναφέρεται στον όρκο, (βλ. την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αυστραλίας George v Rockett [1990] 170 C.L.R. 104, όπου το Ανώτατο Δικαστήριο της Αυστραλίας εξέτασε τον αντίστοιχο όρο όρο «will afford evidence as to the commission of any offence»).  Στην υπόθεση RVGillis 1 C.C.C. (3d) 545 λέχθηκε σε σχέση με την αντίστοιχη καναδέζικη πρόνοια:

 

«The objects or documents sought under the search warrant must be described with sufficient precision, not only with respect to their category, but also with respect to their relation to the offence for which they are to provide evidence»

 

(Η υπογράμμιση είναι δική μας)»

 

 

Ο Αιτητής παραπονείται ότι παραβιάστηκε η αρχή της αναλογικότητας εφόσον δεν καταδείχθηκε η αναγκαιότητα έκδοσης του εντάλματος ενόψει της καθυστέρησης που παρατηρείται  στο αίτημα για εξασφάλιση του εντάλματος έρευνας.  Τονίζει ότι  παρήλθαν πέντε μήνες περίπου από τη διάπραξη των αδικημάτων, γεγονός που επιδρά, κατά την άποψη του,  αρνητικά στην αναγκαιότητα έκδοσης του.  Δεν συμφωνώ με την εισήγηση.  Ο Υπαστυνόμος στον όρκο του παραθέτει με κάθε λεπτομέρεια τα διαβήματα στα οποία προέβη η Αστυνομία για διερεύνηση των αδικημάτων που εξέταζε.  Χρειάστηκαν, αναφέρει, έλεγχοι στο Μηχανογραφημένο Σύστημα της Αστυνομίας από το Τμήμα Πληροφορικής όπου διεφάνη ότι έγιναν αναζητήσεις για τη συγκεκριμένη παράγραφο του Ημερολογίου του Σταθμού από 12 μέλη της Αστυνομίας για το δημοσίευμα της 3/7/2019.

 

Έγιναν περαιτέρω έρευνες στο μηχανογραφημένο σύστημα για τα δύο περιστατικά κατακράτησης όπλων, που αφορούσε το δημοσίευμα της 4/7/209.  Συνεπώς ο χρόνος που διέρρευσε ήταν δικαιολογημένος και δεν τίθεται θέμα παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας, όπως το έθεσε ο Αιτητής. 

 

Σύμφωνα με τις έρευνες της Αστυνομίας, τα στοιχεία οδηγούσαν στον Αστυνομικό Σταθμό Αγίου Δομετίου που υπηρετούσε ο Αιτητής και στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές που χρησιμοποιούσε.   Κρίνω ότι αυτά τα στοιχεία ήταν εξ αντικειμένου επαρκή να οδηγήσουν σε εύλογες υποψίες σύνδεσης των αντικειμένων που κατασχέθηκαν, περιλαμβανομένων και των δύο κινητών  τηλεφώνων του εφεσείοντα,  με τη διάπραξη των αδικημάτων στη βάση των προνοιών του άρθρου 27 του ΚΕΦ. 154.   Συμφωνώ ότι ενόψει της ποινής που προβλέπεται από το Νόμο για τα υπό διερεύνηση αδικήματα, που θεωρούνται ως πλημμελήματα, που είναι  αυτή της φυλάκισης μέχρι δύο χρόνια ή χρηματική ποινή μέχρι €2.562,90 (ισάξιο σε  Λ.Κ.1500) ή και οι δύο ποινές δεν περιλαμβάνονται σε εκείνα τα σοβαρά αδικήματα που αφορά το Άρθρο 17.2(Β)(Γ) του Συντάγματος.

 

Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο, υπό τις περιστάσεις, τηρήθηκε η αρχή της αναλογικότητας κατά την έκδοση του εντάλματος (βλ. Πέτρος Ευδόκας, Πολ. Αιτ. 21/9/2015 ημερ. 29/12/2016).  Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι ο στόχος του εντάλματος έρευνας δεν ήταν ο ηλεκτρονικός υπολογιστής που χρησιμοποιούσε που αποτελεί περιουσία της Δημοκρατίας  αλλά τα κινητά τηλέφωνα του, στην κατάσχεση  των οποίων εστιάζει το παράπονο του.   

 

Υπήρχε σαφής πρόνοια τόσο στον όρκο του Υπαστυνόμου όσο και στο ένταλμα έρευνας ότι μεταξύ των αντικειμένων που αναζητούντο ήταν και κινητές συσκευές τηλεφώνου  που ήταν  επίσης αναγκαίες, αφού υπήρχε εύλογη υποψία ότι θα παράσχουν μαρτυρία για την απόδειξη διάπραξης  των αδικημάτων.  Το ένταλμα αποσκοπούσε παράλληλα, σύμφωνα με τον Όρκο, σε αποφυγή καταστροφής τους. Αυτές συνδέοντο με τον χώρο εργασίας και τον ίδιο τον Αιτητή εναντίον του οποίου υπήρχε μαρτυρία που δημιουργούσε εύλογη υποψία ότι ενέχετο στη διάπραξη των αδικημάτων. Σύμφωνα με το Ημερολόγιο των Παραπόνων και Συμβάντων (Τεκμήριο 2 στην Ένορκη Δήλωση του Αιτητή) στα παράπονα του Αιτητή ημερ. 21/11/2019 και 24/11/2019 υπάρχει αναφορά ότι τα δύο κινητά του τηλέφωνα παραδόθηκαν απενεργοποιημένα και σφραγισμένα, χωρίς να εντοπίζεται οποιαδήποτε αμφισβήτηση.  Τα αντικείμενα που αφορούσε το ένταλμα, όπως καταγράφονται στο ένταλμα, ήταν συγκεκριμένα και όχι ασαφή και αόριστα, ως η εισήγηση του Αιτητή. 

 

Το επίδικο ένταλμα αφορούσε σε έρευνα του Αστυνομικού Σταθμού που υπηρετούσε ο Αιτητής  προς εντοπισμό τεκμηρίων μεταξύ των οποίων και συσκευών κινητών τηλεφώνων και όχι σε πρόσβαση σε δεδομένα, σύμφωνα με τον περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων με σκοπό τη Διερεύνηση Σοβαρών Ποινικών Αδικημάτων Νόμο του 2007 (Ν.183(Ι)/2007) ώστε να τυγχάνουν εφαρμογής τα άρθρα 4(4) και 4(1) αυτού καθώς  και η νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία παρέπεμψε ο δικηγόρος του  Αιτητή για το συγκεκριμένο θέμα.   Συνεπώς η εισήγηση του ότι δεν τηρήθηκαν στην παρούσα περίπτωση οι πρόνοιες του πιο πάνω Νόμου, γεγονός που οδηγεί σε ακυρότητα του εντάλματος, δεν ευσταθεί. 

 

Εισηγείται περαιτέρω ότι το ένταλμα έρευνας εξασφαλίστηκε με δόλο, ψευδορκία και απόκρυψη γεγονότων με σκοπό παραπλάνησης του Δικαστηρίου,  εφόσον ο Υπαστυνόμος  δεν παρουσίασε κανένα στοιχείο ως προς τα άλλα μέλη της Αστυνομίας που είχαν πρόσβαση στο Ημερολόγιο του Σταθμού Αγίου Δομετίου  ή απέκρυψε ότι στις 3/7/2019 ο Αιτητής δεν βρισκόταν στο Σταθμό.  Στον Όρκο αναφέρονται όλες οι ενέργειες με περισσή μάλιστα λεπτομέρεια στις οποίες προέβη η Αστυνομία προς το σκοπό διερεύνησης των αδικημάτων και τι αυτές αποκάλυψαν.

 

Υπό  το πρίσμα της αρχής της αναλογικότητας και με δεδομένο ότι  επρόκειτο για ένταλμα προς διερεύνηση διάπραξης αδικημάτων και ότι το ένταλμα δεν σχετίζετο με πρόσβαση στα σχετικά με ηλεκτρονική επικοινωνία δεδομένα κίνησης και θέσης και στα συναφή δεδομένα που είναι αναγκαία για την αναγνώριση του συνδρομητή ή και του χρήστη, κρίνω ότι δεν υφίσταται παραβίαση των Άρθρων 15 και 17 του Συντάγματος ή άλλης Ευρωπαϊκής  νομοθεσίας σχετικής με το δικαίωμα του Αιτητή σεβασμού της ιδιωτικής του ζωής ή επικοινωνίας.  

 

Ενόψει των πιο πάνω θεωρώ ότι δεν στοιχειοθετείται εκ πρώτης όψεως υπόθεση ώστε να πρέπει να δοθεί άδεια.

 

Δράττομαι όμως της ευκαιρίας να παρατηρήσω ότι καλό είναι όταν ο Επαρχιακός Δικαστής επιλαμβάνεται αιτήματος έρευνας στη βάση του άρθρου 27 του Νόμου 155 προς το σκοπό εντοπισμού μεταξύ άλλων και προσωπικών συσκευών τηλεφώνου, να θέτει ιδιαίτερο όρο  για άμεση επιστροφή τους όταν η Αστυνομία ολοκληρώσει το ανακριτικό της έργο και δεν τις χρειάζεται πλέον.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

 

                                                                                    Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

 

/Α.Λ.Ο.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο