ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:D438
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 173/2019)
24 Οκτωβρίου, 2019
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ
ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
(ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
(ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ
ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxxx ALSHEIKO ΥΠΗΚΟΟΥ ΣΥΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ
ΤΗΣ ΜΕΝΟΓΕΙΑΣ, ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ HABEAS CORPUS
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 4(α), 7(1), 8(1)α, 9Δ(1) και (2),
9ΣΤ(2), 9ΣΤ(3), 9ΣΤ(4), 9ΣΤ(6)α και 9ΣΤ(7)(α)(ι), Ν.6(1)/2000 ΚΑΙ
ΤΟΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΝΟΜΟ 105(Ι)/2016 ΚΑΙ ΤΟ 18ΠΣΤ ΤΟΥ Ν.3
ΤΟΥ 153(Ι) ΤΟΥ 2011, ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ
ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ
ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
2. ΑΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ
ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Χρ. Χριστοδουλίδης, για τον Αιτητή.
Αντ. Λοϊζίδης, Δικηγόρος, για Γενικό Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η διάρκεια της κράτησης του αιτητή είναι το αντικείμενο της παρούσας αίτησης, με την οποία επιδιώκεται η έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus ad Subjiciendum.
Τα γεγονότα που συνθέτουν την παρούσα αίτηση περιλαμβάνονται σε ένορκη δήλωση που κατατέθηκε για λογαριασμό του αιτητή, αλλά και από μια εκτενή αναφορά που γίνεται στην ένορκη δήλωση που κατατέθηκε προς υποστήριξη της ενστάσεως των καθ' ων η αίτηση.
Ο αιτητής είναι Σύρος υπήκοος. Γεννήθηκε το 1991. Στις 27 Φεβρουαρίου 2019 αφίχθηκε παράνομα, μέσω των κατεχόμενων, από τα τουρκικά στρατεύματα, περιοχών, στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Στις 28 Φεβρουαρίου 2019 υπέβαλε αίτηση για πολιτικό άσυλο. Στην ένορκη δήλωση του αιτητή, που συνοδεύει την αίτηση, αναφέρεται η ημερομηνία 28 Φεβρουαρίου 2013, αλλά είναι φανερό ότι πρόκειται περί τυπογραφικού λάθους. Στις 17 Απριλίου 2019 διενηργήθηκε η προσωπική συνέντευξη του αιτητή και ετοιμάστηκε από αρμόδιο λειτουργό σχετική έκθεση, σύμφωνα με την οποία υπήρξε εισήγηση για αποκλεισμό του αιτητή από το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας. Από τη συνέντευξη κρίθηκε ότι ο αιτητής ήταν ύποπτος για θέματα ασφαλείας και ενημερώθηκε η ΚΥΠ και το γραφείο της τρομοκρατίας της αστυνομίας. Με βάση τα επισυναφθέντα στην ένορκη δήλωση του Α.Π., Διοικητικού Λειτουργού στο Τμήμα Μετανάστευσης, τεκμήρια, ο αιτητής εντοπίστηκε στη βάση δεδομένων άλλης συνεργαζόμενης χώρας ως ύποπτος για θέματα τρομοκρατίας. Ως αποτέλεσμα τούτου, την 1η Μαρτίου 2019 εκδόθηκε, για σκοπούς εθνικής ασφάλειας, διάταγμα κράτησης και απέλασης, δυνάμει του άρθρου 9ΣΤ (2) Ε του περί Προσφύγων Νόμου.
Στις 13 Μαΐου 2019 ο αιτητής καταχώρισε την υπ' αρ. 697/2019 προσφυγή, η οποία και απορρίφθηκε από το Διοικητικό Δικαστήριο στις 27 Ιουνίου 2019.
Στις 4 Οκτωβρίου 2019 ο αιτητής καταχώρισε την παρούσα αίτηση με την οποία, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, αμφισβητεί τη διάρκεια κράτησης του, ζητώντας όπως αυτή κηρυχθεί παράνομη.
Ο αιτητής ενημερώθηκε σχετικά με την απόρριψη του αιτήματος του για διεθνή προστασία, με επιστολή του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 11 Οκτωβρίου 2019.
Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, ο αιτητής χαρακτηρίζει τη διάρκεια της κράτησης του, η οποία ξεκίνησε από την 1η Μαρτίου 2019 και συνεχίζεται μέχρι της καταχώρισης της παρούσας αίτησης, ως παρατεταμένη και παράνομη. Όλες οι άλλες διαδικασίες, οι οποίες αναφέρονται στην ένσταση της Δημοκρατίας, δεν μπορούν να αποτελέσουν, υποστήριξε ο ευπαίδευτος συνήγορος, δικαιολογία για την παράταση της.
Το άρθρο 9ΣΤ (4)(α) του περί Προσφύγων Νόμου επιτάσσει όπως η κράτηση έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια, έτσι ώστε να περατωθεί η διαδικασία απέλασης και αφετέρου, οι καθ'ων η αίτηση είχαν υποχρέωση να αποδείξουν στο δικαστήριο ότι ενήργησαν ή ενεργούν με τη δέουσα επιμέλεια, έτσι ώστε να μην διατηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα η κράτηση και ο Υπουργός Εσωτερικών έχει υποχρέωση να μεριμνά ώστε η κράτηση να μην συνεχίζεται για μη βάσιμο λόγο, με βάση το άρθρο 9ΣΤ(2)(ε).
Ο αιτητής, υποστήριξε ο συνήγορος, κρατείται για λόγους εθνικής ασφαλείας. Δεν υπάρχει, πρόσθεσε, ίχνος μαρτυρίας, ούτε οποιαδήποτε έγγραφα τα οποία να υποστηρίζουν τη θέση των καθ'ων η αίτηση. Διαπιστώνεται, πρόσθεσε ο κ. Χριστοδουλίδης, ότι ο αιτητής βρίσκεται στο σύστημα TSC (Terrorist Screening Centre) χωρίς να γνωρίζει, ούτε να έχει ποτέ ανακριθεί, αναφορικά με την κατ' ισχυρισμό εμπλοκή του σε τρομοκρατική οργάνωση. Δεν έχει καταδειχθεί, κατέληξε, ποια είναι η απειλή έτσι ώστε να παραβιάζονται τα δικαιώματα του αιτητή και να συνεχίζεται η κράτησή του.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ'ων η αίτηση υποστήριξε ότι ο αιτητής δεν έχει αποσείσει το βάρος απόδειξης, ότι, υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, η διάρκεια κράτησης του δεν είναι ούτε αναγκαία, ούτε εύλογη.
Η νομιμότητα της κράτησης, πρόσθεσε, κρίθηκε στο πλαίσιο της προσφυγής 697/2019, όπου στις 27 Ιουνίου 2019 το Διοικητικό Δικαστήριο αποφάσισε ότι η κράτηση του ήταν νόμιμη. Περαιτέρω, η κράτηση για σκοπούς ασφάλειας του κράτους είναι ένα στοιχείο που δεν μπορεί να μην ληφθεί υπόψη.
Το Ανώτατο Δικαστήριο έχει, με βάση την παράγραφο 4 του Άρθρου 155 του Συντάγματος, αποκλειστική δικαιοδοσία να εκδίδει προνομιακά εντάλματα, μεταξύ των οποίων, συγκαταλέγονται και τα εντάλματα της φύσεως Habeas Corpus ad Subjiciendum. Το εν λόγω προνομιακό ένταλμα εξασφαλίζει την ελευθερία του πολίτη και παρέχει αποκλειστικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη και ή αδικαιολόγητη κράτηση. (Βλ. Δημητράκης Χ″ Σάββα (1993) 1 Α.Α.Δ. 102).
Η ελευθερία του ατόμου είναι το ύψιστο αγαθό που πρέπει να διασφαλίζεται σε κάθε δημοκρατική κοινωνία διεπόμενη από το κράτος δικαίου. (Βλ. Πολ. Έφ. Αρ. 161/2012, Ζάνα Κυριάκου, ημερ. 6 Ιουνίου 2013).
Ο αιτητής, όπως έχει νομολογηθεί, και αναφέρομαι στην υπόθεση Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55, θα πρέπει να καταδείξει, εκ πρώτης όψεως, το παράνομο της κράτησης του. Αν τούτο στοιχειοθετηθεί επαρκώς, τότε το βάρος απόδειξης μετατίθεται στο πρόσωπο που έχει τη φυσική κατοχή και τον έλεγχο του ατόμου. (Βλ. Παύλου (2004) 1(Β) Α.Α.Δ. 1372 και Ιωάννου (2011) 1(Β) Α.Α.Δ. 971).
Η δυνατότητα καταχώρισης αίτησης για Habeas Corpus για έλεγχο της νομιμότητας της κράτησης, μόνο από την άποψη της διάρκειας, παρέχεται στο άρθρο 9ΣΤ(7) του Ν. 6(Ι)/2000, στο οποίο αναφέρεται ότι «διάρκεια κράτησης βάσει του παρόντος άρθρου υπόκειται σε αίτηση για την έκδοση εντάλματος habeas corpus δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω Άρθρου».
Στην υπό κρίση υπόθεση είναι αποδεκτό από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή ότι η προσφυγή υπ' αρ. 697/2019 ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, σκοπό είχε τον έλεγχο του διατάγματος κράτησης του, το οποίο είχε εκδοθεί την 1η Μαρτίου 2019. Η προσφυγή απερρίφθη στις 27 Ιουνίου 2019. Ως εκ τούτου, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, το διάταγμα κράτησης παραμένει ως νομίμως εκδοθέν. Συνεπώς, βρίσκεται σε ισχύ.
Τούτου δοθέντος, το ζήτημα το οποίο μας απασχολεί, επί του προκειμένου, είναι η διάρκεια της κράτησης. Η εξουσία του Δικαστηρίου εδράζεται στο άρθρο 11.2 (στ) του Συντάγματος και στο άρθρο 5 (1) (στ) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Πολιτική Έφεση 236/2015, Fasel v. Δημοκρατίας, ημερ. 31 Μαρτίου 2016).
Από την 1η Μαρτίου 2019, που τέθηκε υπό περιορισμό ο αιτητής, μέχρι της καταχώρισης της παρούσας αίτησης, ημερ. 4 Οκτωβρίου 2019, μεσολάβησαν επτά και πλέον μήνες. Η διάρκεια αυτή θα πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο των γεγονότων της υπόθεσης. Υπάρχει μια παράμετρος η οποία δεν μπορεί, παρά να επηρεάσει, το αποτέλεσμα της παρούσας υπόθεσης. Η γνωστοποίηση προς τον αιτητή της απόρριψης του αιτήματος του για διεθνή προστασία, παρόλο που, όπως ισχυρίζονται οι καθ'ων η αίτηση, εκδόθηκε στις 10 Ιουλίου 2019, θέμα το οποίο δεν είναι του παρόντος να αποφασιστεί, επιδόθηκε στον αιτητή στις 11 Οκτωβρίου 2019. Είναι άξιο απορίας πώς η Υπηρεσία Ασύλου, ενώ, όπως ισχυρίζονται, εξέδωσαν την απόφαση για απόρριψη της αίτησης ασύλου τον Ιούλιο, αποφάσισαν να γνωστοποιήσουν στον αιτητή την εν λόγω απόφαση τέσσερις μήνες μεταγενέστερα, αφού προηγήθηκε και η δική του αίτηση για habeas corpus. Προβληματίζει το γεγονός ότι υπήρξε αυτή η καθυστέρηση. Δοθείσης όμως, της δυνατότητας του αιτητή να καταχωρίσει προσφυγή εντός 75 ημερών από της γνωστοποίησης και της αδυναμίας απέλασης οποιουδήποτε αιτητή ασύλου πριν την εκπνοή των 75 ημερών, το θέμα διαφοροποιείται άρδην.
Έχοντας υπόψη την ύπαρξη της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης και της δυνατότητας του αιτητή να προσφύγει στο Διοικητικό Δικαστήριο αμφισβητώντας, εάν επιθυμεί, την απόφαση για άρνηση παροχής διεθνούς προστασίας, σε συνδυασμό με το λόγο κράτησης που αφορά το θέμα ασφάλειας του κράτους, θεωρώ ότι ο διαρρεύσας χρόνος δεν είναι τέτοιος που να δικαιολογεί την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΔΓ