ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Παναγή, Περσεφόνη Ρίκκος Ερωτοκρίτου με Γαβριηλίδου Στέλλα (κα) και Νικόλα Ερωτοκρίτου, για τον Αιτητή. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-09-16 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗ , ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 165/2019, 16/9/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:D367

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ         

                                      

                                      ΠΟΛΙΤΙΚΗ  ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ.  165/2019

 

16 Σεπτεμβρίου, 2019

 

[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ, (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ χχχ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΤΥΠΟΥ CERTIORARI ΚΑΙ/Ή PROHIBITION

 

KAI

 

ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ KAI/Ή ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ Ε.Δ. ΛΕΜΕΣΟΥ, ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 29.8.2019, ΣΤΗΝ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ Ε.Δ. ΛΕΜΕΣΟΥ, 13371/2018, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ ΚΕΦ. 155, ΑΡΘΡΟ 54.

---------------------

 

Ρίκκος Ερωτοκρίτου  με Γαβριηλίδου Στέλλα (κα) και Νικόλα Ερωτοκρίτου, για τον Αιτητή.

 

 

------------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

    Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:-  Ο αιτητής είναι κατηγορούμενος στην ιδιωτική ποινική υπόθεση υπ' αρ. 13371/2018 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, στην οποία αντιμετωπίζει δύο κατηγορίες που αφορούν το αδίκημα της έκδοσης επιταγής άνευ αντικρίσματος, κατά παράβαση των άρθρων 20.26,29 και 305Α(1) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 όπως τροποποιήθηκε.  Με την παρούσα αίτηση ζητά:

 

«Α. Άδεια για καταχώρηση αίτησης για την έκδοση προνομιακού διατάγματος τύπου CERTIORARI και/ή PROHIBITION, που να ακυρώνει, την ενδιάμεση Διαταγή και/ή Απόφαση του Ε.Δ. Λεμεσού που εξεδόθηκε στις 29.8.2019, στην Ιδιωτική Ποινική Υπόθεση Ε.Δ. Λεμεσού, στην υπ' αρ 13371/2018 δυνάμει της οποίας, απαγορεύτηκε η επανάκλση μάρτυρα παραπονούμενου, προς το σκοπό να τεθεί στον παραπονούμενο, ουσιώδη εκδοχή, της Υπεράσπισης του Κατηγορούμενου χχχ Αθανασιάδη, που αφορούσε την πλαστογράφηση της υπογραφής του Τεκμηρίου 3.

 

Β. Διάταγμα που να απαγορεύει, στο Ε.Δ.Λεμεσού από το να προχωρήσει ή να συνεχίσει, και/ή να αποφασίσει την περαιτέρω προώθηση της πιο πάνω Ιδιωτικής Ποινικής Υπόθεσης, και όπως δοθούν οι αναγκαίες και οι επακόλουθες οδηγίες.

 

Γ.  Περαιτέρω, όπως η ισχύς της Ενδιάμεσης Διαταγής και/ή Απόφασης ημερομηνίας 29.8.2019, στην πιο πάνω Ιδιωτική Ποινική Υπόθεση, όπως και η διαδικασία ενώπιον του Ε.Δ. Λεμεσού στην Ιδιωτική ΠΟινικη Υπόθεση υπ' αρ 13371/2018, και/ή οποιαδήποτε παρεμφερής διαδικασία ανασταλεί μέχρι την εκδίκαση της Αίτησης για την έκδοση διατάγματος τύπου CERTIORARI και/ή PROHIBITION.

[..]»

 

 

Σύμφωνα με τα γεγονότα που εκτίθενται στην ένορκη δήλωση του αιτητή, η οποία συνοδεύει την αίτηση, με το κλείσιμο της υπόθεσης για την Κατηγορούσα Αρχή η υπεράσπιση ζήτησε την επανακλήτευση του παραπονούμενου (ΜΚ1), για να αντεξεταστεί σε σχέση με την επιταγή, Τεκμήριο 3, στην ποινική διαδικασία η οποία, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, υπογράφηκε από τον ίδιο προσωπικά ως εκδότη.  Το αίτημα υποβλήθηκε αφού αποκαλύφθηκε, κατά τον αιτητή, ότι η υπογραφή του επί της εν λόγω επιταγής ήταν προϊόν πλαστογραφίας, γεγονός που  περιέπεσε στην αντίληψή του όταν η συνήγορός του έλαβε το πρωτότυπο του Τεκμηρίου 3 από το φάκελο της δικογραφίας και του το έδειξε.  Η πλαστογραφία, κατά τον ισχυρισμό του, επιβεβαιώθηκε από εμπειρογνώμονα γραφολόγο, ο οποίος ετοίμασε σχετική έκθεση ημερομηνίας 25.6.2019. Το Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα για επανακλήτευση που υποβλήθηκε ακολούθως, με το αιτιολογικό ότι θα ήταν παράλογο να γίνει αποδεκτό, διότι σε τέτοια περίπτωση θα επιτρεπόταν από το Δικαστήριο η προώθηση διαζευκτικών και/ή αντιφατικών υπερασπίσεων.  Αυτό, επειδή η αντεξέταση του παραπονούμενου, πριν γίνει αντιληπτή η ισχυριζόμενη πλαστογραφία του Τεκμηρίου 3, είχε επικεντρωθεί στο ότι η επιταγή είχε εξοφληθεί από τον αιτητή. 

 

 Ο αιτητής θεωρεί ότι το Δικαστήριο λανθασμένα «παντελώς» θεώρησε ότι η γραμμή της υπεράσπισης για εξόφληση του ποσού του Τεκμηρίου 3 «αντέφασκε» και πως αυτός γνώριζε ή έπρεπε να γνωρίζει από την αρχή αν όντως υπέγραψε και εξέδωσε την επιταγή, αφού η γραμμή της υπεράσπισης παραμένει ότι το ποσό της επιταγής  πληρώθηκε.  Το γεγονός αυτό, εισηγείται στην ένορκη δήλωσή του, δεν τον εμποδίζει να ισχυριστεί ότι η υπογραφή στο Τεκμήριο 3 είναι πλαστογραφημένη.  Λανθασμένη, κατά τον αιτητή, είναι και η θεώρηση του Δικαστηρίου ότι αυτός γνώριζε ή έπρεπε να γνωρίζει από την αρχή αν όντως υπέγραψε και εξέδωσε την επιταγή ή όχι,  με αποτέλεσμα να καταλήξει το Δικαστήριο αντινομικά ότι το θέμα που ηγέρθη από τη συνήγορο υπεράσπισης δεν ενέπιπτε εντός της σφαίρας του απρόβλεπτου.  Το Δικαστήριο προέβη σε πασιφανές νομικό σφάλμα, παραβιάζοντας ταυτόχρονα τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης, αφού με την απόφαση του «έπληξε θανάσιμα» το σκοπό της αντεξέτασης.

Οι λόγοι στους οποίους στηρίζεται η παρούσα αίτηση, σύμφωνα με την έκθεση γεγονότων, είναι, βασικά, η υπέρβαση δικαιοδοσίας, η παραβίαση των Άρθρων 12.5, 28 και 30.3 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Άρθρου 6(3) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), η νομική πλάνη και η παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.  Αναφέρεται, επίσης, ότι η υπό αναφορά απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου είναι έκδηλα παράνομη και νομικά λανθασμένη και πλήττει το δικαίωμα για δίκαιη δίκη.   

 

Τα πιο πάνω υποστήριξε και ανάπτυξε ενώπιον μου ο συνήγορος του αιτητή κατά την επ' ακροατηρίω συζήτηση της αίτησης εισηγούμενος ότι ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις για την έγκρισή της.  Το εναλλακτικό ένδικο μέσο της έφεσης, υποστήριξε, δεν είναι πρόσφορο στην προκειμένη περίπτωση, ενώ συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την χορήγηση της αιτούμενης με την αίτηση θεραπείας.

 

Οι αρχές που διέπουν διαδικασίες για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων είναι καλά γνωστές και δεν θεωρώ αναγκαίο να τις επαναλάβω. Θα υπενθυμίσω, μόνο, ότι η διαδικασία για την έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, η οποία ελέγχεται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αλλά της νομιμότητας της απόφασης (βλ. Αναφορικά με την αίτηση της Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116), ούτε εκδίδεται προνομιακό ένταλμα εκεί όπου ασκείται διακριτική ευχέρεια για θέματα για τα οποία το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία (βλ. το σύγγραμμα του Π. Αρτέμη, Προνομιακά Εντάλματα,  Πρώτη Έκδοση (2004) σελ. 160 και τις υποθέσεις Smith v Paphos Stone C. Estate a.o. (1989) 1 AAΔ.499 και Marewave (ανωτέρω)). Σύμφωνα με τη νομολογία, η δυνατότητα για επανακλήτευση μάρτυρα ανάγεται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου (βλ. Παπακόκκινου κ.ά ν Δήμου Πάφου (1998) 1 Α.Α.Δ. 634).

 

Εν προκειμένω, είναι παραδεκτό από τον αιτητή ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο είχε δικαιοδοσία  να επιληφθεί και να εκδικάσει την αίτηση για επανακλήτευση.  Έχοντας δε εξετάσει με προσοχή την αίτηση και τα επιχειρήματα του συνηγόρου του, αφήνεται η εντύπωση, ότι αυτό που επιδιώκεται ουσιαστικά είναι ο έλεγχος της ορθότητας της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου, να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια να μην επιτρέψει την επανακλήτευση μάρτυρα, περίπτωση που δεν ελέγχεται με την προνομιακή διαδικασία.

 

Η έκδοση προνομιακών ενταλμάτων δεν λειτουργεί ως υποκατάστατο της έφεσης ή άλλων ένδικων μέσων.  Αν το Επαρχιακό Δικαστήριο διέπραξε οποιοδήποτε λάθος ή δεν άσκησε σωστά την εξουσία του ή δεν διαφύλαξε τα εχέγγυα της δίκαιης δίκης για τον αιτητή, αυτά είναι ζητήματα που μπορούν να εγερθούν κατ' έφεση, στο κατάλληλο στάδιο. Ειδικά, ζητήματα δίκαιης δίκης αποτελούν αντικείμενο εξέτασης στο τέλος της ποινικής διαδικασίας και εδώ δεν έχει ολοκληρωθεί η ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου.

 

Το Δικαστήριο δεν έχει ικανοποιηθεί ότι συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος για να χορηγηθεί άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως certiorari.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, η αίτηση δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη.

 

Ενόψει της κατάληξής μου, αντιπαρέρχομαι τον τρόπο διατύπωσης της έκθεσης και, πιο συγκεκριμένα, ότι πλείστα από τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται η αίτηση δεν καθορίζονται πλήρως, όπως απαιτείται από τον τύπο Β του περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Διαδικαστικού Κανονισμού του 2018.   Τέτοιο νομικό σημείο είναι η υπέρβαση δικαιοδοσίας, το οποίο καθόρισε και ανέπτυξε ο συνήγορος του αιτητή κατά την επ' ακροατηρίω συζήτηση της αίτησης, ενώ στην έκθεση καταγράφεται απλώς, χωρίς οτιδήποτε άλλο, και ειδικότερα σε τι συνίσταται η υπέρβαση.

 

 

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

                                                                  

 

 

Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΣΓεωργίου

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο