ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:D387
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 161/2019
24 Σεπτεμβρίου, 2019
[Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν. 33/1964)
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ TOY A.Ζ. ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ 14/60, ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΩΝ ΤΟΥ 1964 ΜΕΧΡΙ 1991, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΝ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟ, ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2008/115/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 16ΗΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2008 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΠΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ TON A.Ζ. ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 11 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5(1) ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 6 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9ΣΤ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 8 ΚΑΙ 9 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2013/33/ΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 18ΠΣΤ (1) ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟΥ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 15 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2008/115/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 16ΗΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2008 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ
........
Ν. Χαραλαμπίδου (κα), για τον αιτητή
Π. Χαραλάμπους (κα), για τη Δημοκρατία
Αιτητής παρών
.........
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο πακιστανικής καταγωγής Αιτητής αφίχθηκε στην Κύπρο μέσω των κατεχομένων και αφού πέτυχε είσοδο στις ελεύθερες περιοχές της Δημοκρατίας, κατέθεσε, στις 16.10.2015, αίτηση στην Υπηρεσία Ασύλου (ΥΑ) για διεθνή προστασία.
Η πιο πάνω αίτηση απορρίφθηκε στις 27.12.2016 και την ίδια τύχη είχε και η διοικητική του προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφυγών (ΑΑΠ), η οποία την απέρριψε στις 22.9.2017 κατ΄ ακολουθία της απόσυρσης της από τον Αιτητή. Και αυτό - προφανώς - λόγω του ότι είχε υποβάλει, στις 9.2.2017, αίτηση στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού, για έκδοση δελτίου διαμονής ως μέλος οικογένειας πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφόσον στις 21.1.2016 παντρεύτηκε με πολιτικό γάμο την C-N B από τη Ρουμανία.
Η αίτηση του Αιτητή ημερ. 9.2.2017 συνοδευόταν - μεταξύ άλλων - και από ενυπόγραφη δήλωση του διευθυντή της εταιρείας M.I.C.H.A. TRADING LTD ότι δήθεν η B. ήταν εργοδοτούμενη της εν λόγω εταιρείας. Η δήλωση όμως αυτή, όπως διαπιστώθηκε, ήταν πλαστή εφόσον ουδέποτε η εν λόγω εταιρεία είχε εργοδοτήσει την B. και ο διευθυντής της δεν είχε υπογράψει τέτοια δήλωση. Επιπρόσθετα, όπως διαπιστώθηκε, η B. εγκατέλειψε τη Δημοκρατία 17 ημέρες μετά την τέλεση του γάμου, στις 17.2.2016, και επομένως το «ζεύγος» δεν διέμενε στη διεύθυνση που είχε δηλώσει ο Αιτητής. Με αποτέλεσμα το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού (ΤΑΠ) να απορρίψει, στις 3.7.2018, την αίτηση του Αιτητή ημερ. 9.2.2017 δυνάμει των άρθρων 4, 9(2) και 27(2) του Ν.7(1)/2007.
Στις 29.9.2018, μέλη της τροχαίας Λευκωσίας ανέκοψαν όχημα που οδηγούσε ο Αιτητής και αφού διαπίστωσαν ότι αυτός βρισκόταν παράνομα στην Κύπρο τον συνέλαβαν και ακολούθως, στις 21.12.2018, ο Αιτητής καταδικάστηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας (Ποιν. Υποθ. 12735/18) σε 7 μήνες φυλάκιση για τα αδικήματα της πλαστογραφίας εγγράφου, της απόπειρας εγγραφής δια ψευδών παραστάσεων και της παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία. Ένα (1) δε μήνα μετά, στις 14.1.2019 ο αιτητής θεωρήθηκε από τον Αναπληρωτή Διευθυντή του ΤΑΠ ως ανεπιθύμητος και απαγορευμένος μετανάστης και στη βάση αυτή εξέδωσε εναντίον του διάταγμα κράτησης και απέλασης δυνάμει του άρθρου 14 των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμων (1952-2014). Ακολούθως δε, στις 18.1.2019, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έκρινε δυνάμει των εξουσιών που του παρέχονται από το Άρθρο 53.4 του Συντάγματος ότι στην περίπτωση που δεν συνέτρεχαν λόγοι παραμονής του Αιτητή στην Κύπρο, αυτός να αποφυλακιστεί με όρους.
Κατ΄ ακολουθία των πιο πάνω, ο Αιτητής αποφυλακίστηκε και στις 23.1.2019 μεταφέρθηκε από τις Κεντρικές Φυλακές στα Αστυνομικά Κρατητήρια Μεννόγειας προς υλοποίηση του διατάγματος του Αναπληρωτή Διευθυντή του ΤΑΠ. Όμως, ενόψει αιτήσεων που υπέβαλε ο Αιτητής στις 13.2 και 26.2 του 2019 στην ΥΑ για επανάνοιγμα του φακέλου του, αποφασίστηκε, στις 18.3.2019 και 5.4.2019, η συνέχιση της κράτησης του μέχρις ότου αποφασίσει για το αίτημα του η ΥΑ, η οποία τελικά απέρριψε το αίτημα του για επανάνοιγμα του φακέλου του στις 6.6.2019. Και αυτό αφού στο μεταξύ, στις 6.5.2019, εκδόθηκε εναντίον του Αιτητή νέο διάταγμα κράτησης βάσει του άρθρου 9ΣΤ(2) των περί Προσφύγων Νόμων (2000-2016).
Τέλος σημειώνεται ότι ο Αιτητής καταχώρισε προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, με την οποία προσβάλλει την απόφαση της ΥΑ για απόρριψη του αιτήματος του για επανάνοιγμα του φακέλου του.
Στη βάση του πιο πάνω ιστορικού που συνθέτει και το πραγματικό πλαίσιο της υπόθεσης, ο Αιτητής κατέθεσε την υπό κρίση αίτηση για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus προβάλλοντας ότι η διάρκεια της κράτησης του είναι παράνομη για δύο βασικά λόγους. Ο πρώτος γιατί κατ΄ ακολουθία του πρώτου διατάγματος κράτησής του ημερ. 14.1.2019, δεν έγινε οποιαδήποτε «επανεξέταση της κράτησης μου κάθε δύο μήνες, όπως καθορίζεται στο άρθρο 18ΠΣΤ του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου δυνάμει του οποίου βρισκόμουν αρχικά υπό κράτηση και/ή εάν υπήρξε οποιαδήποτε εκ νέου εξέταση από τον Υπουργό, δεν ενημερώθηκα ποτέ για το αποτέλεσμα της επανεξέτασης και πού βασίζεται η οποιαδήποτε απόφαση έχει ληφθεί για συνέχιση της κράτησής μου». Και, ο δεύτερος, γιατί η κράτηση του βάσει του δεύτερου διατάγματος κράτησης ημερ. 6.5.2019 «συνεχίζεται και διαρκεί πέραν των επτά μηνών από την έκδοση του πρώτου διατάγματος κράτησης ενώ εξακολουθώ να διατηρώ το καθεστώς του αιτητή ασύλου αφού μπορώ να προσβάλω την απόφαση στο Δικαστήριο».
Η αίτηση προσέκρουσε σε οκτώ (8) λόγους ένστασης, οι οποίοι υποστηρίζονται από ένορκη δήλωση λειτουργού του ΤΑΠ. Βασικά όμως η ένσταση περιστρέφεται γύρω από τέσσερις (4) άξονες. Ο πρώτος, ότι με την υπό κρίση αίτηση δεν επιδιώκεται ο έλεγχος της νομιμότητας της διάρκειας της κράτησης, αλλά ο έλεγχος της νομιμότητας έκδοσης του διατάγματος κράτησης το οποίο ως διοικητική πράξη εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας (ΔΔΔΠ). Ο δεύτερος, ότι υπό τα περιστατικά της υπόθεσης, κυρίως από την εν γένει συμπεριφορά του Αιτητή, προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι η αίτηση του για διεθνή προστασία υποβλήθηκε για να καθυστερήσει τη διαδικασία επιστροφής του. Ο τρίτος, ότι η κράτηση του είναι αναγκαία υπό τις περιστάσεις και όσον αφορά την προσφυγή του, αυτή, με βάση τον Διαδικαστικό Κανονισμό Λειτουργίας του ΔΔΔΠ θα εκδικαστεί πολύ σύντομα και, ο τέταρτος, η διάρκεια της κράτησης δεν υποδηλοί είτε εγκατάλειψη του σκοπού για τον οποίο αυτή διενεργήθηκε είτε παράβαση των δικαιωμάτων του Αιτητή που απορρέουν από το άρθρο 5 της ΕΣΔΑ και το άρθρο 9ΣΤ(7) των περί Προσφύγων Νόμων.
Έχω εξετάσει με προσοχή ό,τι τέθηκε ενώπιον μου, όπως με την ίδια προσοχή έχω εξετάσει τόσο τις γραπτές όσο και τις προφορικές θέσεις που διατύπωσαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των δύο πλευρών ενώπιον μου κατά την επ΄ ακροατηρίω συζήτηση της υπόθεσης.
Να επισημάνω κατ΄ αρχάς ότι με βρίσκει σύμφωνο η θέση της ευπαιδεύτου συνηγόρου του Αιτητή ότι σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 9ΣΤ(2)(δ) των περί Προσφύγων Νόμων, όταν πρόσωπο «κρατείται στο πλαίσιο της διαδικασίας επιστροφής δυνάμει των άρθρων 180Γ μέχρι 18ΠΘ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, προκειμένου να προετοιμάζεται η επιστροφή ή/και να διεξάγεται η διαδικασία απομάκρυνσης, και ο Υπουργός τεκμηριώνει βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος ότι το πρόσωπο είχε ήδη την ευκαιρία πρόσβασης στη διαδικασία χορήγησης ασύλου, ότι υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να θεωρείται ότι το πρόσωπο υποβάλλει αίτηση διεθνούς προστασίας, προκειμένου να καθυστερεί απλώς ή να εμποδίζει την εκτέλεση απόφασης επιστροφής.». Δεν τίθεται επίσης ζήτημα διαφωνίας ως προς τις ρητές πρόνοιες του εδαφίου (4)(β) του εν λόγω άρθρου ότι, (α) Η κράτηση αιτητή έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και διαρκεί μόνο για όσο διάστημα ισχύει λόγος κράτησης που προβλέπεται στο εδάφιο (2) και ότι (β) Οι διοικητικές διαδικασίες που συνδέονται με λόγο κράτησης που προβλέπεται στο εδάφιο (2) εκτελούνται χωρίς περιττές καθυστερήσεις. Καθυστερήσεις των διοικητικών διαδικασιών που δεν μπορούν να αποδοθούν στο αιτητή δεν δικαιολογούν την συνέχιση της κράτησης.».
Έχοντας υπόψιν τις πρόνοιες του άρθρου 9ΣΤ των περί Προσφύγων Νόμων, τις οποίες επικαλούνται αμφότερες οι πλευρές είτε υπέρ είτε κατά της αίτησης, διαμόρφωσα την άποψη ότι το πρώτο και κρίσιμο ερώτημα που χρήζει απάντησης υπό τα περιστατικά της υπόθεσης είναι κατά πόσο η αίτηση του αιτητή για διεθνή προστασία έχει τεκμηριωθεί «βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος ότι το πρόσωπο είχε ήδη την ευκαιρία πρόσβασης στη διαδικασία χορήγησης ασύλου, ότι υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να θεωρείται ότι το πρόσωπο υποβάλλει αίτηση διεθνούς προστασίας προκειμένου να καθυστερεί απλώς ή να εμποδίζει την εκτέλεση απόφασης επιστροφής». Η απάντηση κατά την άποψη μου είναι θετική. Όπως προκύπτει από το ιστορικό του αιτητή, αυτός κατ΄ αρχάς δεν δίστασε να μετέλθει και ποινικώς κολασίμων πράξεων για να πετύχει παραμονή στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας και δεν εγείρεται ζήτημα ως προς την ορθότητα της απόφασης του Αναπλ. Διευθυντή του ΤΑΠ - ο οποίος ενήργησε εκ μέρους του Υπουργού Εσωτερικών δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου - να τον κηρύξει ανεπιθύμητο και απαγορευμένο μετανάστη και να εκδώσει εναντίον του το επίδικο διάταγμα κράτησης για απέλασή του. Με αυτό ως δεδομένο και λαμβανομένου υπόψιν του γεγονότος ότι το αίτημα του Αιτητή για πολιτικό άσυλο απορρίφθηκε στις 3.7.2018 και έκτοτε βρισκόταν παράνομα στην Κύπρο, δεν μπορεί να κριθεί παρά πως οι αιτήσεις του ημερ. 13 και 26.2.2019 για επανάνοιγμα του φακέλου του με το αιτιολογικό ότι «η κατάσταση στον τόπο καταγωγής του έχει επιδεινωθεί και δεν μπορεί να επιστρέψει εκεί γιατί υπάρχει σοβαρός κίνδυνος δίωξής του» (παρ. 9 της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την αίτηση του) τεκμηριώνουν βάσιμους λόγους για να θεωρηθεί πως όντως υπέβαλε τις υπό αναφορά αιτήσεις «προκειμένου να καθυστερεί απλώς ή να εμποδίσει την εκτέλεση απόφασης επιστροφής του». Αναφορικά δε με την προσφυγή που καταχώρισε στο ΔΔΔΠ - όπως είχε κάθε δικαίωμα - δεν ασπάζομαι τη θέση της ευπαιδεύτου συνηγόρου του ότι είναι άγνωστο πότε θα εκδικαστεί και ως εκ τούτου η απόρριψη του αιτήματος Habeas Corpus θα επιβαρύνει περαιτέρω από απόψεως διάρκειας την κράτησή του. Επί τούτου είναι αρκετό να επισημάνω ότι το εν λόγω Δικαστήριο, όπως ορθά επεσήμανε η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση, λειτουργεί στη βάση Διαδικαστικού Κανονισμού για ολοκλήρωση των διαδικασιών πολύ σύντομα προς εκπλήρωση του σκοπού της σύστασής του.
Τα πιο πάνω προδιαγράφουν και την τύχη της αίτησης, αλλά δεν θα ήταν χωρίς σημασία να επισημάνω και ένα δεύτερο ερώτημα που εγείρεται υπό τα περιστατικά της υπόθεσης. Αφορά τη διάρκεια κράτησης του Αιτητή δυνάμει του πρώτου διατάγματος ημερ. 14.1.2019, του οποίου όμως η εκτέλεση ανεστάλη ως αποτέλεσμα του αιτήματος του Αιτητή για επανάνοιγμα του φακέλου του. Κατά συνέπεια θεωρώ ότι η διάρκεια της κράτησής του για σκοπούς διαδικασίας Habeas Corpus αρχίζει από το δεύτερο διάταγμα ημερ. 6.5.2019 πλην όμως, η περαιτέρω συζήτηση επί του θέματος δεν θα εξυπηρετούσε τις ανάγκες της παρούσας ενόψει της απάντησης που δόθηκε στο πρώτο ερώτημα.
Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίπτεται.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
/κβπ