ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Χρ. Χριστοδουλίδης, για τον Αιτητή. Φρ. Σωτηρίου, Δικηγόρος, για Γενικό Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-06-20 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ YUSUF ν. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., Πολιτική Αίτηση Αρ. 91/2019, 20/6/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:D237

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 91/2019)

 

 

 20 Ιουνίου, 2019

 

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.]

 

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

(ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxxx YUSUF

ΥΠΗΚΟΟΥ ΙΣΡΑΗΛ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΝΟΓΕΙΑΣ, ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ HABEAS CORPUS

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 4(Α), 7(1), 8(1)Α ΚΑΙ 9Δ(1) ΚΑΙ (2),

9ΣΤ(2), 9ΣΤ(6)Α ΚΑΙ 9ΣΤ(7)(Α)(Ι) Ν.6(Ι)/2000 ΚΑΙ ΤΟΝ

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΝΟΜΟ 105(Ι)/2016 ΚΑΙ ΤΟ 18 ΠΣΤ ΤΟΥ

Ν.3 ΤΟΥ 153(Ι) ΤΟΥ 2011, ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ

ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ

ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

1.   ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2.   ΑΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

 

 

 

 

 

 

Χρ. Χριστοδουλίδης, για τον Αιτητή.

 

Φρ. Σωτηρίου, Δικηγόρος, για Γενικό Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η διάρκεια της κράτησης του αιτητή είναι το αντικείμενο της παρούσας αίτησης, με την οποία επιδιώκεται η έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus ad Subjiciendum.

 

Τα γεγονότα που συνθέτουν την παρούσα αίτηση περιλαμβάνονται σε ένορκη δήλωση που κατατέθηκε για λογαριασμό του αιτητή, αλλά και από μια εκτενή αναφορά που γίνεται στην ένορκη δήλωση που κατατέθηκε προς υποστήριξη της ενστάσεως των καθ' ων η αίτηση.

 

Ο αιτητής είναι ισραηλινής καταγωγής και είχε αφιχθεί στην Κύπρο την 1η Μαρτίου 2004. Στις 13 Σεπτεμβρίου 2004 είχε υποβάλει αίτηση για διεθνή προστασία στην Υπηρεσία Ασύλου, η οποία απορρίφθηκε στις 19 Μαΐου 2010 και επίσης αρνητική ήταν η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων στις 12 Οκτωβρίου 2018. Στις                 21 Δεκεμβρίου 2018, στη βάση νέων στοιχείων, ο αιτητής υπέβαλε αίτημα επανεξέτασης, το οποίο εκκρεμεί.

 

Στις 18 Ιανουαρίου 2019 εκδόθηκε εναντίον του αιτητή διάταγμα κράτησης δυνάμει του άρθρου 9ΣΤ(2)(Ε) του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) για λόγους εθνικής ασφάλειας. Αρχικά κρατείτο στα αστυνομικά κρατητήρια Αραδίππου και ακολούθως, από τις                   20 Μαρτίου 2019 στα αστυνομικά κρατητήρια της Μενόγειας.

 

Με την αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus, ο αιτητής ζητά όπως κηρυχθεί ως παράνομη η διάρκεια της κράτησης του και αφεθεί άμεσα ελεύθερος.

 

Ο αιτητής προβάλλει για υποστήριξη της αίτησης του ότι η διάρκεια της κράτησης τους είναι παρατεταμένη και αδικαιολόγητη κατά παράβαση του άρθρου 9ΣΤ(4), το οποίο προβλέπει ότι η κράτηση  αιτητή έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και διαρκεί μόνο για όσο διάστημα ισχύει ο λόγος κράτησης που προβλέπεται στο εδάφιο. Επίσης, ότι δεν υπάρχει μαρτυρία ως προς το λόγο κράτησης του και αν δικαιολογείται. Ισχυρίζεται περαιτέρω ότι εφαρμόζονται τα χρονολογικά περιθώρια που καθορίζονται στο άρθρο 18ΠΣΤ του      Κεφ. 105 και ότι ο Υπουργός Εσωτερικών έχει υποχρέωση να επανεξετάσει την κράτηση του αυτεπάγγελτα για να διαπιστώσει αν η διάρκεια της είναι νόμιμη.

 

Οι καθ΄ων η αίτηση προβάλλουν ένσταση στην αίτηση ότι ο αιτητής κωλύεται και/ή δε νομιμοποιείται να προωθήσει την αίτηση, καθότι στην ουσία επιδιώκει την ακύρωση του διατάγματος κράτησης του, τη νομιμότητα του οποίου μπορεί να αμφισβητήσει με προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Προβάλλουν επίσης ότι ο σκοπός κράτησης του εξακολουθεί να ισχύει και δεν έχει εγκαταλειφθεί και συνεπώς η κράτηση και η διάρκεια της είναι καθόλα νόμιμη. Επίσης ότι δεν έχουν ενεργοποιηθεί οι πρόνοιες του άρθρου 9ΣΤ(7)(α)(i) και τέλος ότι οι πρόνοιες του άρθρου 18ΠΣΤ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, δεν τυγχάνουν εφαρμογής.

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο έχει, με βάση την παράγραφο 4 του ΄Αρθρου 155 του Συντάγματος, αποκλειστική δικαιοδοσία να εκδίδει προνομιακά εντάλματα, μεταξύ των οποίων, συγκαταλέγονται και τα εντάλματα της φύσεως Habeas Corpus ad Subjiciendum. Το εν λόγω προνομιακό ένταλμα εξασφαλίζει την ελευθερία του πολίτη και παρέχει αποκλειστικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη και ή αδικαιολόγητη κράτηση. (Βλ. Δημητράκης Χ″ Σάββα (1993)                1 Α.Α.Δ. 102).

 

Η ελευθερία του ατόμου είναι το ύψιστο αγαθό που πρέπει να διασφαλίζεται σε κάθε δημοκρατική κοινωνία διεπόμενη από το κράτος δικαίου. (Βλ. Πολ. Έφ. Αρ. 161/2012, Ζάνα Κυριάκου, ημερ. 6 Ιουνίου 2013).

 

Ο αιτητής, όπως έχει νομολογηθεί, και αναφέρομαι στην υπόθεση Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55, θα πρέπει να καταδείξει, εκ πρώτης όψεως, το παράνομο της κράτησης του. Αν τούτο στοιχειοθετηθεί επαρκώς, τότε το βάρος απόδειξης μετατίθεται στο πρόσωπο που έχει τη φυσική κατοχή και τον έλεγχο του ατόμου.                 (Βλ. Παύλου (2004) 1(Β) Α.Α.Δ. 1372 και Ιωάννου (2011) 1(Β) Α.Α.Δ. 971).

 

Η δυνατότητα καταχώρισης αίτησης για Habeas Corpus για έλεγχο της νομιμότητας της κράτησης, μόνο από την άποψη της διάρκειας, παρέχεται στο άρθρο 9ΣΤ(7) του Ν. 6(Ι)/2000, στο οποίο αναφέρεται ότι «διάρκεια κράτησης βάσει του παρόντος άρθρου υπόκειται σε αίτηση για την έκδοση εντάλματος habeas corpus δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω Άρθρου».

 

Στην υπό κρίση υπόθεση, έχει δηλωθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή, ότι τα συμπληρωματικά στοιχεία, για σκοπούς επανεξέτασης απορριφθέντος (12 Οκτωβρίου 2018) αιτήματος διεθνούς προστασίας, υποβλήθηκαν στις 21 Δεκεμβρίου 2018.

 

Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, το διάταγμα κράτησης του αιτητή εκδόθηκε στις 18 Ιανουαρίου 2019, «για την προστασία της εθνικής ασφάλειας», στη βάση του άρθρου 9ΣΤ(2)(ε) του Ν. 6(Ι)/2000.

 

Συνεπώς, η κράτηση του αιτητή δεν είχε διαταχθεί για σκοπούς απέλασης, αλλά για λόγους εθνικής ασφάλειας. Δεν διατάχθηκε η κράτηση του για σκοπούς επιστροφής και συνεπώς δεν εφαρμόζονται οι πρόνοιες του άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105.

 

Ο αιτητής προβάλλει ότι οι καθ'ων η αίτηση δεν προέβηκαν σε ορθή αξιολόγηση των πληροφοριών και στοιχείων που είχαν εναντίον του αιτητή και η κράτηση του για σκοπούς δημόσιας ασφάλειας είναι αναιτιολόγητη.

 

Δεν έγινε, όπως ανέφερε ο συνήγορος του αιτητή, οποιοδήποτε άλλο διαδικαστικό διάβημα από τον αιτητή, ούτε εκκρεμεί αίτηση άλλη, παρά η πιο πάνω υποβληθείσα για σκοπούς επανεξέτασης του αιτήματος διεθνούς προστασίας (21 Δεκεμβρίου 2018).

 

Τούτου δοθέντος, παραμένει το διάταγμα κράτησης σε ισχύ, καθότι δεν αμφισβητήθηκε με διοικητική προσφυγή με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος η νομιμότητα του διατάγματος κράτησης ημερ.                     18 Ιανουαρίου 2019.

 

Το παρόν Δικαστήριο υπό την προνομιακή του δικαιοδοσία, όπως προβλέπεται στο άρθρο 7(α)(i) του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000, εξετάζει τη «διάρκεια της κράτησης» και όχι τη νομιμότητα του διατάγματος κράτησης, που τεκμαίρεται νόμιμο. Συνεπώς, δεν τίθεται θέμα αμφισβήτησης ότι η κράτηση του αιτητή, είναι νόμιμη.

 

Τα στοιχεία που έθεσε ενώπιον μου η ευπαίδευτη συνήγορος, εμπιστευτικής φύσεως, έχουν μελετηθεί. Η εμβέλεια τους και αν συνηγορούν υπέρ της νομιμότητας της κράτησης, ξεφεύγουν της εξέτασης της παρούσας.

 

 

 

 

Το Δικαστήριο δεν μπορεί να υπεισέλθει στην εξέταση των πληροφοριών ως προς τα θέματα ασφάλειας του κράτους, αλλά προσφέρεται εξουσία ελέγχου της νομιμότητας της διαδικασίας αυτής. Η διοίκηση δεν έχει υποχρέωση παροχής οποιωνδήποτε εξηγήσεων για την έκδοση διατάγματος κράτησης για σκοπούς ασφάλειας. Είναι κατ' εξοχήν έργο της εκτελεστικής εξουσίας τα θέματα κρατικής ασφάλειας. Στις περιπτώσεις που η διοίκηση επικαλείται λόγους ασφαλείας, η διακριτική αυτή ευχέρεια, καθίσταται πιο πλατιά. Ο οποιοσδήποτε κίνδυνος που δημιουργείται για την εσωτερική τάξη και εθνική ασφάλεια, επιτρέπει και αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους για τους οποίους δικαιολογείται η κράτηση ενός ατόμου. Η εκτίμηση των στοιχείων ή πληροφοριών που ευλόγως προκαλούν ανησυχία για τη δημόσια ασφάλεια αυτών γίνεται από τη διοίκηση,  το έργο του Δικαστηρίου περιοριζόμενο στον έλεγχο της νομιμότητας της. (Βλ. Α.Ε. 42/2013 κ.ά., Bekefi a.o. ν. Δημοκρατίας, ημερ.                   30 Ιουνίου 2016).

 

Στην Υπόθ. αρ. 718/2012, Stoyanov ν. Δημοκρατίας, ημερ.                      26 Φεβρουαρίου 2014, αναφέρονται τα εξής:

 

″Η ενεργός διοίκηση είναι κατ΄ εξοχήν το όργανο στο οποίο εναποτίθεται η ευθύνη για εκτίμηση των γεγονότων και δεν θα ήταν δυνατό να αναθεωρείται από το Ανώτατο Δικαστήριο η εκτίμηση αυτή στη βάση των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου, ιδιαιτέρως όταν υπεισέρχονται στην εικόνα εμπιστευτικές πληροφορίες από πρόσωπα τα οποία τις δίδουν στην αστυνομία. Το Δικαστήριο δεν μπορεί να ασκήσει ιδίαν κρίση περί της επικινδυνότητας του αιτητή. Ελέγχει μόνο τη νομιμότητα της όλης διαδικασίας.

 

 Η αποκάλυψη δημοσίως των πληροφοριών αυτών και η δυνατότητα να παρέχεται στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο να εξετάζει και να ελέγχει αυτές τις πληροφορίες, θα παραβίαζε ζητήματα ασφάλειας της Δημοκρατίας που είναι ένας από τους λόγους που το άρθρο 29(1) δίδει την εξουσία στη διοίκηση να περιορίσει το δικαίωμα διαμονής κοινοτικού ατόμου. .....

 

... Οτιδήποτε αποκαλυπτόταν πέραν αυτών των ζητημάτων που παρουσιαζόταν από το διοικητικό φάκελο, Τεκμήριο «Α», να βρίσκονται καταχωρημένα σε άλλους φακέλους, θα παραβίαζε την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών και θα ερχόταν ευθέως σε σύγκρουση με το δικαίωμα της Δημοκρατίας να ελέγχει κατά κυριαρχικό τρόπο τα άτομα τα οποία εισέρχονται ή παραμένουν στη Δημοκρατία, άλλα βέβαια από πολίτες της. Παρόμοια γεγονότα υπήρξαν και στην υπόθεση Krisztian Bekefi v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 293/2012, ημερ. 7.3.2012.

 

 

Η εξουσία του δικαστηρίου για έλεγχο της διάρκειας της κράτησης βασίζεται στο Άρθρο 11.2(στ) του Συντάγματος και στο άρθρο                  5(1)(στ) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Πολ. Έφ. 236/2015, Fasel v. Δημοκρατίας, ημερ. 31 Μαρτίου 2016).

 

Εκείνο που χρήζει εξέτασης, είναι ή όχι μεγάλο και παρατεταμένο το διάστημα κράτησης.

 

 

Από τις 19 Ιανουαρίου 2019, που τέθηκε υπό περιορισμό ο αιτητής, μέχρι της καταχώρισης της αίτησης 30 Μαΐου 2019, μεσολάβησαν        4½ μήνες. Παρατηρήθηκε μια αδράνεια που εξηγείται με βάση την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση. Υπήρξε ένα θέμα για τη μετάφραση από ισραηλινά, που έχει επιλυθεί και ακολούθησε επιστολή του συνηγόρου του αιτητή, που προτρέπει τις αρχές να έλθουν σ' επαφή με Ισραηλινό αξιωματούχο της πρεσβείας για το θέμα του κατ' ισχυρισμό κινδύνου που διατρέχει ο αιτητής αν επιστρέψει στο Ισραήλ.

 

Στη βάση των πιο πάνω δεν βρίσκω ότι έχει παρέλθει τέτοιο χρονικό διάστημα, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστατικών της υπόθεσης, που να δικαιολογεί την επέμβαση του Δικαστηρίου.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

Πριν ολοκληρώσω την απόφαση μου, θεωρώ αναγκαίο να τονίσω ότι η ατομική ελευθερία ως ύψιστο αγαθό, πρέπει να αποτελεί τον οδηγό των ενεργειών της διοίκησης. Θα πρέπει τάχιστα να συμπληρώσουν την εξέταση των στοιχείων που τέθηκαν έτσι ώστε να δώσουν μια απάντηση στον αιτητή, θετική ή αρνητική, έτσι ώστε να δυνηθεί ν' ασκήσει τα προσφερόμενα δικαιώματά του.

 

 

 

 

 

 

                                      Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,

 Δ.

 

 

 

 

 

 

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο