ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Σιβιτανίδης ν. Χαραλάμπους (1993) 1 ΑΑΔ 179
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.25
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2019:A217
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική Έφεση Αρ. 264/2011
5 Ιουνίου 2019
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΑLPHA BANK CYPRUS LTD (πρώην ALPHA BANK LTD)
Εφεσείοντες/Αιτητές,
- ΚΑΙ -
Εν πτωχεύσει: xxxx ΘΕΟΔΩΡΟΥ
Εφεσιβλήτος/Καθ΄ου η αίτηση.
---------------
Αίτηση ημερ. 5.2.2019
--------------
Γιολ. Ζαχαρίου, (κα), για τους αιτητές
Α. Δημητρίου για Α. Μαθηκολώνη, για τον καθ΄ου η αίτηση
--------------
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
-------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Μέχρι την εκτεταμένη τροποποίηση του περί Πτωχεύσεως Νόμου διά του Ν. 61(Ι)/2015, το άρθρο 4 του βασικού Νόμου προέβλεπε ότι σε περίπτωση που ένας χρεώστης διέπραττε πράξη πτώχευσης, το δικαστήριο μπορούσε να εκδώσει διάταγμα καλούμενο «διάταγμα παραλαβής» για την προστασία της περιουσίας του χρεώστη. Με την έκδοση διατάγματος παραλαβής, επίσημος παραλήπτης καθίστατο ως παραλήπτης της περιουσίας του χρεώστη (άρθρο 9(1)).
Ο Ν. 61(Ι)/2015 θεσπίστηκε, μεταξύ άλλων, όπως αναφέρεται στο προοίμιό του, «Επειδή, η υφιστά΅ενη διαδικασία πτώχευσης φυσικών προσώπων δυνά΅ει των διατάξεων του περί Πτώχευσης Νό΅ου κρίνεται ανεπαρκής και χρονοβόρα· και Επειδή, απαιτείται ο εκσυγχρονισ΅ός της εν λόγω διαδικασίας, ΅έσω της τροποποίησης του υφιστα΅ένου νο΅ικού πλαισίου, ώστε να διευκολυνθεί η σύντομη διεκπεραίωσή της και να διασφαλισθεί η επιστροφή παραγωγικών περιουσιακών στοιχείων πίσω στην οικονομία.».
Με τον εν λόγω Νόμο επήλθε ουσιαστική διαφοροποίηση: Το «διάταγμα παραλαβής» αντικαταστάθηκε με «διάταγμα πτώχευσης» και ο «παραλήπτης της περιουσίας με την έκδοση διατάγματος παραλαβής», αντικαταστάθηκε με την έννοια «διαχειριστής της περιουσίας, με την έκδοση διατάγματος πτώχευσης».
Ειδικότερα το άρθρο 4 αντικαταστάθηκε έτσι ώστε να προβλέπεται πλέον η έκδοση «διατάγματος πτώχευσης» οπότε η περιουσία του πτωχεύσαντα περιέρχεται στο διαχειριστή και διανέμεται μεταξύ των πιστωτών. Με την έκδοση διατάγματος πτώχευσης, επίσημος παραλήπτης καθίσταται διαχειριστής της περιουσίας του πτωχεύσαντος (άρθρο 9(1)).
Για τα ζητήματα που θα προέκυπταν στο μεταβατικό στάδιο, με το Ν. 61(Ι)/2015 προβλέφθηκαν μεταβατικές διατάξεις. Μεταξύ αυτών, το άρθρο 128(α) ρυθμίζει την περίπτωση όπου μια διαδικασία αίτησης για έκδοση διατάγματος παραλαβής άρχισε αλλά δεν συμπληρώθηκε πριν από την έναρξη ισχύος του Ν. 61(Ι)/2015. Γι΄ αυτή την περίπτωση προβλέφθηκε ότι η διαδικασία «συνεχίζεται ως διαδικασία αίτησης για έκδοση διατάγματος πτώχευσης δυνάμει του παρόντος Νόμου, χωρίς οποιαδήποτε τροποποίηση των σχετικών δικογράφων». Περαιτέρω, το άρθρο 128(β) ρυθμίζει την περίπτωση που έχει ήδη εκδοθεί διάταγμα παραλαβής πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του εν λόγω τροποποιητικού Νόμου ορίζοντας ότι σε τέτοια περίπτωση το διάταγμα παραλαβής δύναται να τροποποιηθεί από το Δικαστήριο ώστε να αποτελεί πλέον διάταγμα πτώχευσης δυνάμει του τροποποιητικού Νόμου.
Εν προκειμένω, η αίτηση πτώχευσης είχε καταχωριστεί και είχε απορριφθεί πρωτοδίκως πριν την έναρξη ισχύος του τροποποιητικού Νόμου. Ακολούθησε έφεση, με αποτέλεσμα την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης. Παρά το ότι βρισκόταν πλέον σε ισχύ ο τροποποιητικός Νόμος, το Εφετείο προχώρησε στην έκδοση διατάγματος παραλαβής ορίζοντας τον επίσημο παραλήπτη ως προσωρινό παραλήπτη (Alpha Bank Cyprus Ltd ν Θεοδώρου, Πολιτική Έφεση αρ. 264/2011, ημερ. 10.9.2018, ECLI:CY:AD:2018:A392).
Με την παρούσα αίτηση οι εφεσείοντες ζητούν όπως η απόφαση τροποποιηθεί, με την αντικατάσταση των λέξεων «διάταγμα παραλαβής» με τις λέξεις «διάταγμα πτώχευσης» και την αντικατάσταση των λέξεων «προσωρινός παραλήπτης» με τις λέξεις «διαχειριστής της περιουσίας του πτωχεύσαντος». Ισχυρίζονται ότι ισχύει η μεταβατική διάταξη του άρθρου 128(α) εφόσον η διαδικασία δεν είχε συμπληρωθεί εκκρεμούσης της έφεσης και συνεπώς θα έπρεπε να συνεχίσει, αυτομάτως εκ του Νόμου, ως διαδικασία αίτησης για έκδοση διατάγματος πτώχευσης. Η πρόθεση του Εφετείου κατά την έκδοση του διατάγματος παραλαβής δεν μπορούσε παρά να ήταν η έκδοση διατάγματος πτώχευσης, ως ο Νόμος ορίζει. Πρόκειται, ως εκ τούτου, για λάθος εν τη εννοία της Δ.25 κ.6, καταλήγουν οι εφεσείοντες.
Ο εφεσίβλητος προέβαλε ένσταση ισχυριζόμενος ότι το άρθρο 128(α) δεν βρίσκει εφαρμογή, εφόσον δεν εκκρεμούσε κατά τον χρόνο έκδοσης της απόφασης του Εφετείου διαδικασία αίτησης για έκδοση διατάγματος παραλαβής. Η διαδικασία αυτή είχε αρχίσει και συμπληρώθηκε πριν την έναρξη της ισχύος του τροποποιητικού Νόμου. Δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συνεχίστηκε με τη διαδικασία της έφεσης καθότι αυτό θα παραβίαζε την αρχή ότι οι δικαστικές αποφάσεις είναι τελεσίδικες εκτός αν ακυρωθούν από το Ανώτατο Δικαστήριο. Ούτε το εδάφιο (β) είναι εφαρμόσιμο, συνεχίζει η πλευρά του εφεσίβλητου. Σημειώνεται πως δεν ήταν τέτοια η θέση των εφεσειόντων, οι οποίοι περιορίστηκαν στις πρόνοιες του εδαφίου (α). Περαιτέρω ο εφεσίβλητος ισχυρίζεται ότι η αίτηση πάσχει από ακυρότητα διότι στη νομική της βάση δεν συγκαταλέγεται το άρθρο 128 του περί Πτωχεύσεως Νόμου.
Αποτελεί κοινό τόπο και αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ενώ η αίτηση είχε καταχωριστεί πριν τον τροποποιητικό Νόμο, η έκδοση του διατάγματος έγινε, αφού παραμερίστηκε η απορριπτική πρωτόδικη απόφαση, μετά την έναρξη ισχύος του τροποποιητικού Νόμου. Η διαδικασία περατώθηκε με την έκδοση της απόφασης του Εφετείου. Το άρθρο 128(α) έβρισκε εφαρμογή. Η απόφασή του, αναφερόμενη σε έκδοση διατάγματος παραλαβής αντί σε έκδοση διατάγματος πτώχευσης και η συνακόλουθη αναφορά σε παραλήπτη της περιουσίας του χρεώστη, αντί σε διαχειριστή της περιουσίας του πτωχεύσαντος, έγινε εκ παραδρομής.
Το επόμενο ερώτημα αφορά στο κατά πόσον τούτο αποτελούσε «γραμματικό λάθος» ή «στιγμιαία αβλεψία» εν τη εννοία της Δ.25 κ.6, που αντιστοιχεί στο O.28 r.11 των παλαιών αγγλικών Θεσμών, η οποία έχει ως ακολούθως:
«Clerical mistakes in judgments or orders, or errors arising therein from any accidental slip or omission, may at any time be corrected by the Court or a Judge on application without an appeal.»
Σκοπός του εν λόγω κανονισμού, αλλά και της αντίστοιχης συμφυούς εξουσίας του δικαστηρίου, είναι η προσαρμογή ενός ατελούς κειμένου απόφασης στην έκδηλη, κατά τα άλλα, πρόθεση του δικαστηρίου (Σιβιτανίδης ν. Χαραλάμπους (1993) 1 ΑΑΔ 179, Μ. Μονιάτη & Υιοί Λτδ ν. Νεοφύτου (2009) 1 ΑΑΔ 557).
Εν προκειμένω, η πραγματική πρόθεση του Δικαστηρίου δεν μπορούσε παρά να ήταν η εφαρμογή του Νόμου με την έκδοση διατάγματος πτώχευσης. Αυτή προκύπτει ως η έκδηλη πρόθεσή του, παρά την εκ παραδρομής αναφορά σε έκδοση διατάγματος παραλαβής. Ως εκ τούτου, πρόκειται όντως για περίπτωση που θα πρέπει να εφαρμοστεί η Δ.25 κ.6 ώστε το ατελές διάταγμα να προσαρμοστεί στην έκδηλη, κατά τα άλλα, πρόθεση του Εφετείου, σύμφωνα με τη σχετική πρόνοια του Νόμου.
Τα όσα περαιτέρω έχει αναφέρει στην αγόρευσή του ο ευπαίδευτος δικηγόρος του εφεσίβλητου περί δυσμενούς επηρεασμού του, δεν έχουν θέση, εφόσον πρόκειται για ζήτημα εφαρμογής του Νόμου.
Ούτε καθιστά άκυρη την αίτηση το γεγονός ότι δεν περιελήφθη το άρθρο 128 στη νομική βάση της αίτησης. Στην νομική βάση της αίτησης γίνεται αναφορά στη δικαιοδοτική πρόνοια της Δ.25 θ.6 και στη συμφυή εξουσία του Δικαστηρίου. Περαιτέρω, στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση δίδεται πλήρης πληροφόρηση για τις θέσεις των εφεσειόντων, ώστε ο εφεσίβλητος να είχε δίκαιη και εύλογη ειδοποίηση.
Δίδεται διάταγμα ως η αίτηση. Υπό τις περιστάσεις, καμιά διαταγή για έξοδα.
Π.
Δ.
Δ.
/ΚΧ»Π