ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:A193
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. Ε177/2018)
21 Μαϊου, 2019
[Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
Μεταξύ:
1. xxx SOBOLEV
2. OMROL TRADING LTD
3. SCALTER TRADING LTD
4. RICHBIZE HOLDINGS LTD
5. STANDGUARD LTD
Εφεσείοντες/Εναγόμενοι,
και
xxx WEITZER
Εφεσίβλητoς/Ενάγων.
_ _ _ _ _ _
Μ.Αγαθοκλέους για Προύντζος & Προύντζος & Σία ΔΕΠΕ, για τους εφεσείοντες
Μ Χ΄Σωτηρίου, για Μ.Κυπριανού & Σία ΔΕΠΕ, για τον Εφεσίβλητο
_ _ _ _ _ _
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από την Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
----------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Τα μονομερώς εκδοθέντα διατάγματα υπήρξαν δραστικά αφού κάλυπταν όλη την περιουσία του εφεσείοντα 1 (εναγομένου/καθ΄ου η αίτηση 1). Επρόκειτο για απόλυτη απαγόρευση αποξένωσης και εκχώρησης οποιασδήποτε περιουσίας του, κινητής και ακίνητης στην Κύπρο και/ή στο εξωτερικό μέχρι αποπεράτωσης της αγωγής που είχε εγείρει εναντίον του (καθώς και των άλλων εφεσειόντων) ο εφεσίβλητος-ενάγων. Επίσης δεσμευόταν η ακίνητη περιουσία και τραπεζικοί λογαριασμοί που ο εφεσείων 1 κατείχε στην εταιρεία Roselit Investments Ltd η οποία ήταν ιδιοκτήτρια ακινήτου με έπαυλη στο Μονιάτη, καθώς και μετοχές ή τραπεζικούς λογαριασμούς του εφεσείοντα 1 μέσω της εφεσείουσας 4 (εναγομένης 4/καθ΄ης η αίτηση). Παρόμοιας φύσης δε απαγορευτικό διάταγμα εκδόθηκε και εναντίον της εφεσείουσας 4, με μετοχικά συμφέροντα στη ρωσική εταιρεία "Arkon" (εν συντομία).
Η αξία της περιουσίας που δεσμευόταν ήταν για δολάρια ΗΠΑ $5.222.952,86, ποσό το οποίο σύμφωνα με την ένορκη δήλωση του εφεσίβλητου που στήριζε την αίτηση, συνιστούσε το κεφάλαιο από συμφωνία δανείου, (για την οποία θα αναφερθούμε πιο κάτω) πλέον συσσωρευμένο τόκο, ως υπολογίστηκε μέχρι τον Ιανουάριο του 2018 με σχετική επιστολή απαίτησης, τεκμ.22. Με την αγωγή του, σε κλητήριο ένταλμα O.2 r.1, ο εφεσίβλητος αξιώνει αποζημιώσεις εναντίον των εφεσειόντων 1-4 για απάτη και/ή δόλο καθώς και αποζημιώσεις για συνωμοσία μεταξύ των ιδίων εφεσειόντων. Εναντίον της εφεσείουσας 5 το παρακλητικό περιορίζεται στην εξασφάλιση διατάγματος αποκάλυψης λεπτομερειών αναφορικά με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε για να λάβει χώραν η μεταβίβαση της ρωσικής εταιρείας «ARKON» από τις εφεσείουσες 2 και 3 προς την εφεσείουσα 4.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού καταχωρήθηκε ένσταση από πλευράς των εφεσειόντων καθώς και κατόπιν αδείας για συμπληρωματική ένορκη δήλωση του εφεσίβλητου/ενάγοντα και μετά τις σχετικές αγορεύσεις των μερών, έκρινε πως τα εκδοθέντα διατάγματα θα καθίσταντο απόλυτα. Επίσης απέδωσε θεραπεία με βάση το παρακλητικό 6 της αίτησης που δεν είχε δοθεί μονομερώς για διάταγμα τύπου Norwich εναντίον της εφεσείουσας 5 (εναγομένης/καθ΄ης η αίτηση 5).
Η κρίση του Δικαστηρίου προσβάλλεται σε όλες τις πτυχές αυτής από την παρούσα έφεση. Συγκεκριμένα, οι εφεσείοντες θεωρούν ότι λανθασμένα το Δικαστήριο έκρινε ότι συνέτρεχαν οι τρεις προϋποθέσεις του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60, ότι δηλαδή υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση, καθώς και ύπαρξη πιθανότητας ο εφεσίβλητος να δικαιούται σε θεραπεία, όπως επίσης ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, εκτός με το αιτούμενο διάταγμα. (2ος και 3ος λόγος έφεσης). Προσθέτως, προσβάλλεται και η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι το ισοζύγιο της ευχέρειας κλείνει υπέρ της πλευράς του εφεσιβλήτου. (5ος λόγος έφεσης). Τίθεται ακόμη θέμα πως το Δικαστήριο παρέλειψε να εξετάσει τη θέση των εφεσειόντων ότι τα Δικαστήρια της Κυπριακής Δημοκρατίας στερούνται δικαιοδοσίας για την επίδικη διαφορά (7ος λόγος έφεσης).
Οι λοιποί λόγοι έφεσης μπορεί να ενταχθούν σε κοινό πλαίσιο καθότι αφορούν το γενικότερο καθήκον αποκάλυψης, καθήκον που βαρύνει την πλευρά του αιτητή όταν, κατά παρέκκλιση της φυσικής δικαιοσύνης, ζητεί και λαμβάνει θεραπεία μονομερώς.
Συγκεκριμένα, προβάλλεται πως το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε ότι ο εφεσίβλητος δεν παραβίασε το ως άνω καθήκον της πλήρους και ειλικρινούς αποκάλυψης (4ος λόγος έφεσης) και ότι επίσης παρέλειψε να εξετάσει τη θέση των εφεσειόντων ότι ο εφεσίβλητος δεν προσήλθε στο Δικαστήριο «με καθαρά χέρια» ως παραβιάζων βασικά αξιώματα του δικαίου της επιείκειας, εφόσον αυτός που επιζητεί θεραπεία τέτοιου είδους θα πρέπει να συμπεριφέρεται καθόλα έντιμα και δίκαια έναντι του αντιδίκου του (6ος λόγος έφεσης). Υπ΄αυτή την έννοια τίθεται και το θέμα της λανθασμένης αντίληψης του Δικαστηρίου ότι συνέτρεχε το στοιχείο του κατεπείγοντος κατά το μονομερές στάδιο έκδοσης του διατάγματος (1ος λόγος έφεσης).
Σύμφωνα με τις ίδιες τις αρχές που διέπουν το θέμα των διαταγμάτων ειδικά όταν πρόκειται για μονομερή έκδοση θεωρούμε πως οι λόγοι έφεσης 4, 6 και 1 ανωτέρω που αφορούν γενικότερα το θέμα του καθήκοντος αποκάλυψης θα πρέπει να εξεταστούν πρωταρχικά, εφόσον διαπίστωση παραβίασης του καθήκοντος αποκάλυψης εκ μέρους του εφεσιβλήτου ενδεχομένως να οδηγήσει το Δικαστήριο σε τερματισμό της εξέτασης πλήρωσης ή μη των προϋποθέσεων του άρθρου 32.
Στην υπόθεση Δήμος Πάφου ν. Βοσκού (2001)1 Α.Α.Δ. 1168 τίθεται με συμπυκνωμένο λόγο, από το Δικαστή Νικήτα, το περιεχόμενο του καθήκοντος και η συνέπεια εκ της παραβίασης του.
«Πλήρης και ειλικρινής αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων, που είναι σε γνώση του αιτητή, απαιτείται πάντοτε σε αιτήσεις εξπάρτε. Διαφορετικά το διάταγμα που δόθηκε χωρίς να τηρηθεί η υποχρέωση αυτή του αιτητή θα πρέπει να ακυρωθεί κατά την inter partes ακρόαση της αίτησης. Είναι δε άσχετο αν η παράλειψη τέτοιας αποκάλυψης ήταν εσκεμμένη ή όχι. Ο κανόνας αναπτύχθηκε σε σχέση με τη χορήγηση διαταγμάτων του τύπου mareva, αλλά είναι καθολικής ισχύος σε υποθέσεις προσωρινής δικαστικής προστασίας. Η πρώτη υπόθεση που κωδικοποίησε τις αρχές για τη χορήγηση διαταγμάτων mareva ήταν η Third Chandris Shipping Corporation ν. Unimarine S.A. [1979] 1 Q.B. 645 (εφετειακή απόφαση). Η υποχρέωση αποκάλυψης ήταν η πρώτη προϋπόθεση που έθεσε. Και εναπόκειται στο δικαστή, κατά την ενάσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, να εκτιμήσει τη σημασία τέτοιων στοιχείων.
Είναι χρήσιμη, στο σημείο αυτό, η αναφορά σε σύντομο απόσπασμα από το βιβλίο του Mark S. W. Hoyle "The Mareva Injunction and Related Orders" (1997) 3η έκδοση, στη σελ. 71 υπό τον τίτλο "Lack of full disclosure":
"There is a powerful argument in the view that if full and frank disclosure has not been made in the ex parte application, the order will be discharged because of the seriousness of the omission. This is because it is up to the judge to consider the importance of the relevant facts, so that he can exercise his discretion in the light of as much information as possible. Consequently, a lack of full and frank disclosure need not be deliberate before the injunction is discharged for that reason, but merely has to be pertinent to the issues involved, even if it does not affect the merits of the claim.
At the ex parte stage the only evidence before the court is that provided by the applicant for the injunction. It is an established part of the practice in applications for exparte orders that the applicant gives as fair a description of the case as possible. The judge should be alerted to any particular defences or problems so that his assessment of the situation is as objective as it can be at the early stage of the matter."
Έχουμε στην Κύπρο ανάλογη θεώρηση, όπως δείχνει η πλούσια περιπτωσιολογία, που εφαρμόστηκε ο κανόνας. Σχετικές είναι οι παρακάτω αποφάσεις στις οποίες επέσυρε την προσοχή μας η δικηγόρος του εφεσιβλήτου: Demstar Ltd. v. Zim Israel Navigation Co. Ltd. κ.α. (1996) 1 Α.Α.Δ. 597 και M & CH Mitsingas Trading Ltd. κ.α. ν. The Timberland Co. (1997) 1 Α.Α.Δ. 1791, 1797».
Η μη αποκάλυψη θεωρείται ως είδος εξαπάτησης του Δικαστηρίου, το οποίο αρνείται πλέον να ακούσει αυτόν που το εξαπατά, είτε υπάρχει πρόθεση εξαπάτησης ή όχι. (βλ. Γρηγορίου κ.ά. ν. Χριστοφόρου κ.ά. (1995)1 ΑΑΔ 248, Fedossova Larissa (Αρ.2) (1997)1Γ ΑΑΔ 1333, Εlectromatic Constructions Ltd v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2009)1A ΑΑΔ 258, Global Cruises S.A. κ.ά. v. Μetro Shipping & Τravel Ltd (1989)1E ΑΑΔ 607, United Perlite Industries Ltd v. Sayakhat Air Co (2002)1Β ΑΑΔ 938, Rybolovlev v. Rybolovleva (2010)1A AAΔ.82, Interpartemental Concern "Uralmetrom" v. Besuno ltd (2004) 1A AAΔ.557 και Σύγγραμμα Γ.Ερωτοκρίτου & Π.Αρτέμη Διατάγματα Injunctions).
Για να εξεταστεί αν μια παράλειψη ήταν ουσιώδης - και θα παραθέσουμε ποιούς ισχυρισμούς θέτουν επ΄αυτού οι εφεσείοντες - πρέπει να γίνει κατανοητό το περιεχόμενο και η εμβέλεια της επίδικης διαφοράς, όπως αρχικά καταγραφόταν από την πλευρά του εφεσιβλήτου και πώς διαφοροποιείτο σε κάποιες πτυχές από την πλευρά των εφεσειόντων.
Είναι γεγονός ότι η ένορκη δήλωση του εφεσιβλήτου είναι πολυσέλιδη και ογκώδης (με αρκετά τεκμήρια που την στηρίζουν). Προκύπτουν εξ αυτής τα ακόλουθα:
Ο εφεσίβλητος είναι αυστριακός και διαμένει στην Μάλτα. Ο εφεσείων 1 το 2006 ήταν ο «πλειοψηφικός ιδιοκτήτης» στο έργο Arkon το οποίο περιελάμβανε την κατασκευή και λειτουργία εγκατάστασης αποθήκευσης πετρελαίου στην Καλούγκα (Kaluga) στην Ρωσία καθώς και έντεκα, πρατηρίων πετρελαίου στην ίδια περιοχή. Οι εφεσείουσες εταιρείες (εναγόμενες 2-5) είναι όλες κυπριακές εταιρείες με κυρίως μέτοχο την εφεσείουσα 5 και δευτερευόντως την Guardstand Ltd (επίσης κυπριακή εταιρεία).
Ως προς τα γεγονότα που οδήγησαν στην επίδικη διαφορά, ο εφεσίβλητος αναφέρει τα εξής:
Το 2006 ο εφεσίβλητος συμφώνησε με τον εφεσείοντα 1 και με ακόμη δύο πρόσωπα, τον Yazenko και τον Sharonov (πρώην συνεργάτες του) να συμμετέχει στο «έργο Arkon» το οποίο αφορούσε την κατασκευή και λειτουργία εγκατάστασης αποθήκευσης πετρελαίου καθώς και έντεκα πρατηρίων πετρελαίου στην Ρωσία. Ο ίδιος συμφώνησε να παρέχει δανειοδότηση για το ποσό των $3.000.000- (τρία εκατομμύρια Δολάρια ΗΠΑ). Οι ως άνω «του εξήγησαν» πως το δάνειο θα έπρεπε να δοθεί στην Priory, εταιρεία που συστάθηκε στις 22.5.2004 στις Βρετανικές Παρθένους Νήσους ως Διεθνής Εταιρεία Επιχειρήσεων (International Business Company) αντί στην εταιρεία κλειστού τύπου (closed type joint stock company) ZAΚRITOE AKΤCIONERNOE OBSHESTVO «ARKON» (όπως ήδη ελέχθη, εν συντομία Arkon) η οποία ήταν υπεύθυνη για το έργο Arkon. Στις 22.11.2006 υπεγράφη η εν λόγω συμφωνία δανείου, από τον ίδιο ως δανειστή, την Priory ως δανειολήπτρια και τους εφεσείοντα 1, Sharonov και Yazenko ως δικαιούχους (beneficiaries) των εφεσειουσών 2 και 3 (Omrol και Scalter) και ως δικαιούχους της συμφωνίας δανείου καθώς και ως εγγυητές.
Κατά τον χρόνο υπογραφής της ως άνω συμφωνίας, οι εφεσείουσες 2 και 3 ήταν από κοινού οι μοναδικές ιδιοκτήτριες της ρωσικής εταιρείας Arkon, με μετοχικό ποσοστό 51% και 49%, αντίστοιχα. Η Arkon, ως αναφέρθηκε ήταν ιδιοκτήτρια εγκατάστασης αποθήκευσης πετρελαίου (oil storage facility), καθώς και έντεκα πρατηρίων πετρελαίου στη Ρωσία. Ως εγγύηση για την αποπληρωμή του δανείου και πριν την εκταμίευση του, μεταβιβάστηκε στον εφεσίβλητο (σύμφωνα με τον όρο 3 της Συμφωνίας) το 33% της ιδιοκτησίας της Arkon. Τούτο επετεύχθη με την μεταβίβαση στον ίδιο από τους δικαιούχους των εφεσειουσών 2 και 3, του 23.53% του συμφέροντος τους στην Omrol και του 42.86% του συμφέροντος τους στην Scalter. Παράλληλα οι δικαιούχοι των εφεσειουσών 2 και 3 δήλωναν ότι οι εν λόγω εταιρείες ήταν οι μοναδικοί ιδιοκτήτες της Arkon και ότι η τελευταία ήταν σε καλή οικονομική κατάσταση. Δεσμεύοντο δε ότι οι ως άνω εφεσείουσες 2 και 3 θα παρέμεναν οι μοναδικοί ιδιοκτήτες της Arkon καθόλη την διάρκεια της ισχύος της συμφωνίας δανείου.
Ο εφεσίβλητος συμμορφώθηκε πλήρως με τις υποχρεώσεις του και το ποσό του δανείου μεταφέρθηκε στις 27.11.2006 από τράπεζα του εξωτερικού στον λογαριασμό της Priory στην Τράπεζα Κύπρου. Σύμφωνα με τον όρο 2 της Συμφωνίας Δανείου, η Priory θα αποπλήρωνε το κεφάλαιο και τους τόκους, εντός τριών ετών από την υπογραφή της συμφωνίας, δηλαδή μέχρι την 30.11.2009. Τούτο όμως δεν κατέστη δυνατόν. Η Priory και οι «δικαιούχοι/εγγυητές» του δανείου, ζητούσαν συνεχώς παρατάσεις για την αποπληρωμή του κεφαλαίου και των τόκων. Δόθηκε μία περίοδος πέραν των 10 ετών και υπεγράφησαν σχετικές τροποποιητικές συμφωνίες (δηλαδή έως τις 30.11.2018). Η δε τελευταία παράταση δόθηκε με την υπογραφή της «Τέταρτης Προσθήκης στην Πέμπτη Παράταση της Συμφωνίας Δανείου» ημερομηνίας 15.10.2017. Στην εν λόγω Συμφωνία περιελήφθη παραδοχή του δανειολήπτη, των «δικαιούχων» και των εγγυητών, πως «είχαν αθετήσει πλήρως την Συμφωνία Δανείου λόγω της μη αποπληρωμής του κεφαλαίου και των τόκων».
Στις 19.12.2017 η ρωσική εταιρεία Kvando εγγυήθηκε γραπτώς τις υποχρεώσεις της Priory, δυνάμει της ως άνω συμφωνίας δανείου. Ο εφεσείων 1 είναι ο μέτοχος πλειοψηφίας της Kvando και ο Yazenko είναι ο μέτοχος μειοψηφίας. Κατά τον χρόνο υπογραφής της ως άνω συμφωνίας, διεφάνη πως η οικονομική κατάσταση του εφεσείοντα 1 είχε χειροτερεύσει «ουσιωδώς», όπως και η οικονομική κατάσταση της Arkon. Ακόμη φάνηκε πως τα πρατήρια πετρελαίου τα οποία αρχικά αποτελούσαν μέρος των περιουσιακών στοιχείων της Arkon, είχαν μεταβιβαστεί σε άλλες εταιρείες. Διεφάνη επίσης πως ο Sharonov «εγκατέλειψε» την Arkon ενώ ο Yazenko «έχασε» το μετοχικό του συμφέρον στο έργο Arkon.
Πάντα κατά την εκδοχή του εφεσίβλητου, τον Ιανουάριο του 2018 είχε καταστεί σαφές πως η συμφωνία δανείου είχε παραβιαστεί από τον δανειολήπτη και τους «δικαιούχους/εγγυητές» και συγκεκριμένα ότι οι εφεσείουσες 2 και 3 δεν ήταν πλέον οι μέτοχοι της ρωσικής εταιρείας Arkon και της αλυσίδας πρατηρίων πετρελαίου. Από άτομα που εργοδοτούνται στην τελευταία, ο εφεσίβλητος πληροφορήθηκε πως η εφεσείουσα 4 έγινε ο νέος μέτοχος της Arkon (ο ίδιος ουδέποτε ειδοποιήθηκε ή συμφώνησε για αυτήν την συναλλαγή). Αποτέλεσμα τούτου είναι πως ο ίδιος αποστερήθηκε της «κυριότερης εγγύησης» για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της Priory, δεδομένου του ότι είναι δικαιούχος (beneficial owner) μετοχών στις εφεσείουσες 2 και 3, οι οποίες δεν έχουν στην κατοχή τους οποιαδήποτε περιουσιακά στοιχεία, αφού το κύριο περιουσιακό τους στοιχείο, η Arkon και η αλυσίδα πρατηρίων πετρελαίου, κατέχονται τώρα από την εφεσείουσα 4 και άλλες εταιρείες.
Στις 31.1.2018 στάληκε επιστολή στους εφεσείοντες 1, Sharonov, Yazenko, Kvando και Arkon, με την οποία τους πληροφορούσε πως η Priory παρέβηκε τα συμφωνηθέντα τόσο σε σχέση με την πληρωμή του κεφαλαίου, όσο και σε σχέση με την πληρωμή του τόκου. Ζήτησε δε από όλους τους εγγυητές την αποπληρωμή, μέχρι την 15.2.2018, του κεφαλαίου ($3.000.000-), του τόκου επί του κεφαλαίου του δανείου για την περίοδο από τον Σεπτέμβριο του 2014 μέχρι τον Ιανουάριο του 2018 ($2.216.640,06), καθώς επίσης και της «ακύρωσης (penalty) για την παράβαση της χρονικής προθεσμίας καταβολής του ποσού» ($6.312,50), σύνολο $5.222.952,56 (πέντε εκατομμύρια διακόσιες είκοσι δύο χιλιάδες εννιακόσια πενήντα δύο δολάρια ΗΠΑ και 56 σεντ).
Στις 22.1.2018 ο εφεσίβλητος ήρθε στην Κύπρο και έδωσε οδηγίες στους δικηγόρους του να χειριστούν το ζήτημα. Διευθετήθηκε συνάντηση με την άλλη πλευρά η οποία πραγματοποιήθηκε εν τέλει την 23.2.2018, παρών ήταν τόσο ο εφεσίβλητος όσο και ο εφεσείων 1 καθώς και εκπρόσωποι τους. Ο εφεσείων 1 απεκάλυψε πως ήταν ο τελικός δικαιούχος της εταιρείας Roselit η οποία ήταν ιδιοκτήτρια δύο οικοπέδων στο χωριό Μονιάτης όπου είχε ανεγερθεί μία έπαυλη και αποδέχτηκε να μεταβιβάσει τις μετοχές της Roselit στον εφεσίβλητο, έναντι του οφειλομένου τόκου. Συμφωνήθηκε επίσης πως θα δινόταν παράταση για την αποπληρωμή του κεφαλαίου. Ο εφεσείων 1 επιβεβαίωσε πως ήταν ο τελικός δικαιούχος της εφεσείουσας 4 και αποδέχτηκε να μεταβιβάσει το 50% των μετοχών αυτής στον ίδιο, ως εξασφάλιση για την αποπληρωμή του κεφαλαίου. Δυστυχώς, καταλήγει, μέχρι και σήμερα, τίποτε από τα συμφωνηθέντα δεν έχει υλοποιηθεί.
Οι εφεσείοντες με τους πιο πάνω λόγους έφεσης, αναφέρουν πως υπήρξε έντεχνη απόκρυψη γεγονότων, ή καταγραφή τους με τέτοιο τρόπο ώστε να παραπλανηθεί το Δικαστήριο ειδικά ως προς το τελευταίο «κεφάλαιο» της επίδικης διαφοράς. Δηλαδή της προσπάθειας που έγινε από τους διαδίκους για εξεύρεση λύσης. Την, κατ΄αντίθεση της προσπάθειας, «δημιουργίας» εκ μέρους του εφεσιβλήτου απαίτησης ως το τεκμ.22 - επιστολή απαίτησης ημερ.14.3.2018, ώστε να δυνηθεί αμέσως μετά - στις 28.3.2018 - να αιτηθεί μονομερώς τα επίδικα διατάγματα.
Η πλευρά του εφεσίβλητου επικαλείται, όπως αναφέραμε, «προφορική συμφωνία» που έγινε στην Κύπρο (παρ.37 κ.επ. της ένορκης δήλωσης του) στα πλαίσια της οποίας επιβεβαιώνετο ότι η εφεσείουσα 4 είναι ο νέος ιδιοκτήτης της Αrkon. Στα ίδια πλαίσια ο εφεσείων 1 αποκάλυψε πως ήταν ο τελικός δικαιούχος της Roselit, ιδιοκτήτριας έπαυλης στο Μονιάτη αξίας ενός και πλέον εκατομμυρίου αποδεχόμενος όπως μεταβιβάσει τις μετοχές της Roselit και 50% των μετοχών της εφεσείουσας 4 στον εφεσίβλητο. Tίθενται επίσης λεπτομέρειες σε σχέση με άλλους όρους της συμφωνίας. Λεπτομέρειες δίδονται και για την αλληλογραφία και επικοινωνία των δύο πλευρών (ειδικά παρ.49) με δεσπόζουσα αναφορά σε ένα email ημερ. 27.3.2018 με το οποίο εκπρόσωπος του εφεσείοντα 1 δήλωνε ότι γίνεται περισυλλογή στοιχείων με έμφαση στο γεγονός ότι η πλευρά του εφεσείοντα 1 «δεν μπόρεσε να απαντήσει στα υπόλοιπα βασικά σημεία της πλευράς του εφεσίβλητου και δεν επιβεβαίωσε ότι δεν θα γίνουν αλλαγές στην Richbize, Piory ή Roselit χωρίς την συγκατάθεση της πλευράς του εφεσιβλήτου». (Βλ. παρ.64 και τεκμ.38). Ακολουθεί η έγερση της αγωγής και η καταχώρηση της αίτησης.
Ως προς το αγώγιμο δικαίωμα αναφέρεται από την πλευρά του εφεσιβλήτου πως εφόσον πρόκειται για αδικοπραξία, οι όροι της συμφωνίας δανείου δεν είναι σχετικές (διαιτησία κ.ά.) και καταλήγει ως εξής:
«Πιστεύω ότι η Ρrίοry ήταν απλά ένα όχημα (vehicle) που χρησιμοποιήθηκε από τον Sobolev και τους συνεταίρους τον για να λάβει το δάνειο, αλλά δε διαθέτει οποιαδήποτε σημαντικά περιουσιακά στοιχεία. Αυτό ήταν πάντα η αντίληψή μου και γι'αυτό επέμενα όπως ο Sobolev και οι συνεταίροι του, παρέχουν προσωπικές και απεριόριστες εγγυήσεις αναφορικά με την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της Ρrίοrγ αφού στην ουσία αυτοί ήταν οι Δικαιούχοι (Βeneficiaries) του Δανείου και όχι η Ρrίοrγ, και γι'αυτό είχε χρησιμοποιηθεί το λεκτικό Δικαιούχοι (Βeneficiaries) στη Συμφωνία Δανείου.
Οι δόλιες πράξεις και συμφωνία συνομωσίας έλαβε χώρα στην Κύπρο μεταξύ τριών Κυπριακών εταιρειών, της Οmrol, της Scalter και της Richbίze, ο μοναδικός διευθυντής των οποίων είναι και πάλι μια Κυπριακή εταιρεία, η Standguard, και ενός Ρώσου ιδιώτη, του Sobolev, στον οποίο ανήκει μέσω της Roselit η έπαυλη στην Κύπρο το οποίο πιστεύω ότι επισκέπτεται μερικές φορές το χρόνο....
Πιστεύω ότι υπάρχει πραγματικός κίνδυνος ανεπανόρθωτης ζημιάς αφού ο Sobolev και οι εκπρόσωποι τον στη Ρωσία και στην Κύπρο έχουν αποτύχει να βεβαιώσουν ότι η προφορική συμφωνία που λήφθηκε την 23/2/2018 εξακολουθεί να ισχύει παρόλο που τους έχω ρωτήσει γι'αυτό αρκετές φορές. Ο Sobolev με ενημέρωσε ότι Θα πωλήσει την έπαυλη στο Μονιάτη αλλά κανένα έγγραφο δεν έχει υπογραφεί μέχρι στιγμής πού να εξασφαλίζει ότι θα λάβω τα έσοδα από την πώληση ως είχαμε συμφωνήσει. Επίσης ο Sobolev ισχυρίζεται ότι έχει βρει αγοραστή για τη ΖΑΟ Αrkon, αλλά και πάλι, δεν υπάρχει καμιά εξασφάλιση ότι θα αποπληρωθώ από αυτή την πώληση.
΄Εχω ενεργήσει επειγόντως αναφορικά με τα ανωτέρω θέματα και προσπάθησα πάρα πολύ να επιτύχω μια φιλική διευθέτηση. Ωστόσο, αυτό δε φαίνεται να συμβαίνει και τώρα ανησυχώ ιδιαίτερα ότι ο Sobolev Θα αποξενώσει τα περιουσιακά τον στοιχεία (την έπαυλη στο Μονιάτη πού κατέχει μέσω της Roselit και τις μετοχές στην Richbize που είναι ιδιοκτήτρια της ΖΑΟ Αkrοη η οποία κατέχει την εγκατάσταση αποθήκευσης πετρελαίου και ορισμένα πρατήρια πετρελαίου).
Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι στο ηλεκτρονικό μήνυμα (email) τον Κουλουντή, που στάλθηκε μόλις εχθές, την 27/3/2018 (που επισυνάφθηκε ως Τεκμήριο 38 αυτός απέτυχε να απαντήσει στα βάσιμα στοιχεία (valid points) της Χατζησωτηρίου σχετικά με την καθυστέρηση από πλευράς του Sobolev's και ειδικότερα δεν επιβεβαίωσε ότι δεν Θα γίνουν αλλαγές στη Richbize, στη Priory ή το εν λόγω διάταγμα διατάζει τη Standguard να πράξει κάτι ακριβώς λόγω της θέσης της ως διευθύντρια στις εν λόγω εταιρείας».
Η πλευρά των εφεσειόντων ερμηνεύει διαφορετικά τα πιο πάνω.
Το κυρίαρχο θέμα που προτάσσουν είναι πως εντέχνως ο εφεσίβλητος απέκρυψε πως η πλευρά του εφεσείοντα 1 κατέβαλε το ποσό των 3,000,000 δολαρίων Αμερικής, ποσό μάλιστα που είναι ακριβώς όσο και το ποσό του κεφαλαίου του δανείου.
Η πληρωμή ενός τέτοιου μεγάλου ποσού - θεωρούν οι εφεσείοντες - έπρεπε να αναφερθεί ως ένα ουσιώδες γεγονός ώστε να αξιολογηθεί από το Δικαστήριο.
Ακόμα προβάλλουν ως θέματα που δεν αποκαλύφθησαν τα εξής:
· Τα δάνεια που δόθηκαν από την εφεσείουσα αρ.4 στην Arkon για ποσά πέραν των $6.600.000 και €2.000.000 - συνολικά.
· Την περαιτέρω χρηματοδότηση της Arkon από την εφεσείουσα αρ. 4 ώστε να αποφύγει την εκκαθάριση.
· Τη διασφάλιση των συμφερόντων και των δικαιωμάτων του εφεσίβλητου αφού επιτεύχθηκε η επιβίωση και η οικονομική σταθερότητα της Arkon και ο εφεσείων αρ.1 εξακολούθησε και εξακολουθεί να υπέχει τις ίδιες υποχρεώσεις ως εγγυητής δυνάμει της Συμφωνίας Δανείου.
· Τις συναντήσεις και τις συζητήσεις μεταξύ του εφεσίβλητου και του εφεσείοντος 1 ώστε να εξευρεθούν τρόποι αποπληρωμής του δανείου.
· Τα αναγκαία μέτρα που λήφθηκαν ώστε η επιχείρηση της Arkon να επιβιώσει και να ανακτήσει σιγά σιγά οικονομική σταθερότητα μετά την οικονομική κρίση του 2014.
· Τις σοβαρές προσπάθειες που κατέβαλλε ο εφεσείων αρ.1 για να εξασφαλίσει επιπρόσθετες και εναλλακτικές εξασφαλίσεις σε σχέση με τη συμφωνία δανείου ώστε να καθησυχάσει τον εφεσίβλητο ακόμη περισσότερο, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων ενός ακινήτου στον Μονιάτη της επαρχίας Λεμεσού, ιδιοκτησίας της συνδεδεμένης εταιρείας Roselit Investments Ltd.
· Τα πεπραγμένα της συνάντησης ημερ. 23.2.2018 στην Κύπρο όπου συμφωνήθηκε ότι τα μέρη θα εργαστούν για την επίλυση όλων των ζητημάτων και ότι θα γινόταν προσπάθεια να δοθούν περαιτέρω εξασφαλίσεις, παρόλο που δεν ήτα αναγκαίο.
Μεγάλο μέρος της στηρικτικής της ένορκης δήλωσης της πλευράς των εφεσειόντων αναλύεται στη δική τους εξιστόρηση των συμβάντων με έμφαση πως τα γεγονότα αποδόθηκαν με τέτοιο τρόπο ώστε να δικαιολογείται η καθυστέρηση.
΄Εχουμε εξετάσει τις πιο πάνω θέσεις όπως βεβαίως και τις εξ αντιθέτου θεωρήσεις της πλευράς του εφεσιβλήτου, ο οποίος ισχυρίζεται πως δεν πρόκειται για απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων αλλά για προβολή διαφορετικών εκδοχών που το πρωτόδικο Δικαστήριο αξιολόγησε.
Θα συμφωνήσουμε με την ευπαίδευτο συνήγορο του εφεσιβλήτου πως κάποια από τα προβαλλόμενα ως μη αποκαλυφθέντα γεγονότα δεν κρίνονται αυτοτελώς και αντικειμενικά ουσιώδη. Δεν θα συμφωνήσουμε όμως πως η παράλειψη αναφοράς σε πληρωμή $3.000.000 δεν είναι αυτοτελώς ουσιώδες γεγονός. Πρόκειται για διαφορά που έστω και αν προβάλλεται το αγώγιμο δικαίωμα της απάτης ή συνωμοσίας, στη βάση της ή στην αφετηρία της, αφορά μια συμφωνία δανείου ύψους $3.000.000 πλέον τόκους και είναι η εξασφάλιση αυτής της συμφωνίας που ενδιαφέρει τον εφεσίβλητο. Παραταύτα, παραλείπεται η αποκάλυψη τέτοιας ουσιώδους πληρωμής και μάλιστα πολύ περισσότερο αφήνεται να νοηθεί πως καμία πληρωμή δεν έγινε.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα - και το λάθος αυτό το παραδέχεται και η πλευρά του εφεσιβλήτου - έκρινε πως δεν παρατηρείται τέτοια παράλειψη.
Το βαρύνον αυτό στοιχείο έχει τη σημασία του στο όλο ιστορικό των σχέσεων των διαδίκων ειδικά εάν συνδυαστεί με την κατά καιρούς συνομολόγηση τροποποιητικών συμφωνιών. Δεικνύει έμμεσα ή άμεσα τη συμπεριφορά των εφεσειόντων οι οποίοι άλλη εικόνα θα άφηναν στο Δικαστήριο που εξέταζε μονομερώς την αίτηση, εάν ποτέ δεν κατέβαλαν σημαντικά ποσά πληρωμής και άλλη εικόνα εάν πλήρωσαν $3.000.000 σε σχέση με ένα δάνειο που το κεφάλαιο ήταν της ίδιας αξίας.
Βεβαίως θα προσθέταμε ότι η παράλειψη αυτή λειτουργεί αρνητικά για την πλευρά που αιτείται μονομερές διάταγμα - η οποία επικαλείται ως σημαντικά στοιχεία επίσης το χρόνο και την ανενέργεια του εφεσείοντα 1. Στην υπόθεση The Timberland Co of USA v. Evans & Sons Ltd κ.ά. (1998)1 Α.Α.Δ 1179 αναφέρθηκε:
"΄Οπως υποδεικνύεται στην Demstar Limited V. Zim Israel Navigation Co Limited κ.ά., (ανωτέρω), επαναλαμβάνεται στη Μ & Ch Mitsingas Trading Ltd. Κ.Ά. Ν. The Timberland Co Of Usa, (ανωτέρω), και τονίζεται στη Resola (Cyprus) LTD. V. Χρίστου, (1998) 1 Α.Α.Δ. 598, γεγονότα που σχετίζονται με το κατεπείγον του αιτήματος ενέχουν άμεση σημασία για τη χορήγηση θεραπείας στην απουσία του αντιδίκου. Απόκρυψη γεγονότων, που καθιστούν το αίτημα μη επείγον, αναιρούν τη βασική προϋπόθεση για την παροχή ενδιάμεσης θεραπείας στην απουσία του εναγομένου».
Με δεδομένη μια τέτοια σοβαρή παράλειψη, παρατηρούμε περαιτέρω ότι λανθασμένα δεν αξιολογήθηκαν στη σωστή τους διάσταση και οι διαπραγματεύσεις που γίνονταν για επίτευξη κοινά αποδεκτώς συμβιβασμού, στην τελευταία περίοδο που περιγράφηκε πιο πάνω.
Η άνευ ετέρου εξαγωγή συμπεράσματος για εμφανή κίνδυνο ή προσπάθεια αποφυγής της ευθύνης εκ μέρους των εφεσειόντων δεν είναι πειστική. Από πλευράς του εφεσιβλήτου φαίνεται να απομονώνονται κάποιες αποκαλούμενες παραλείψεις του εκπροσώπου του εφεσείοντα 1 στο email 27.3.3018 για να υπάρξει κατάληξη πως ο εφεσίβλητος «ανησυχεί» ότι λόγου χάριν οι εφεσείοντες δεν απάντησαν σε βασικά σημεία που τους ζητήθηκαν ή πως υπάρχει κίνδυνος για αποξένωση του ακινήτου στο Μονιάτη. Όμως η πρόθεση της πλευράς του εφεσείοντα να εντάξει το ακίνητο στις εξασφαλίσεις φαίνεται να γίνεται με δική του πρωτοβουλία και η επικοινωνία αντικειμενικά δεν περιέχει στοιχεία που θα ήταν πειστικά για προσπάθεια καθυστέρησης και πολλώ μάλλον για έρεισμα ανησυχίας ώστε τούτο να συνιστούσε «ιδιαίτερες περιστάσεις» δυνάμει του αρθ.9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6. Στη COMMERZBANK AUSLANDSBANKEN HOLDING A.G. κ.ά. v. ADEONA HOLDINGS LTD, Πολ.εφ. αρ.Ε6/14, 27.2.2015, ECLI:CY:AD:2015:A140 αναφέρθηκε:
«Κριτής του τι είναι ουσιώδες, είναι ο δικαστής ο οποίος έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια και δεν διστάζει να ακυρώσει το ήδη εκδοθέν μονομερές διάταγμα, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που διαπιστώνει κακοπιστία και πρόθεση απόκρυψης ή παραπλάνησης του δικαστηρίου. Οδηγός είναι πάντοτε τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης στο πλαίσιο της αντιδικίας των διαδίκων.
Βέβαια δεν είναι κάθε παράλειψη αποκάλυψης που οδηγεί σε ακύρωση. Αν το δικαστήριο ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια κρίνει ότι η παράλειψη αφορούσε σε ουσιώδες γεγονός, τότε κατά κανόνα ακυρώνει το διάταγμα, προσπαθώντας με αυτό τον τρόπο να αφαιρέσει κάθε όφελος που απεκόμισε ο αιτητής..»
Όλα τα πιο πάνω συνεκτιμούμενα, χωρίς την υποκειμενική «πεποίθηση» του εφεσιβλήτου πως γίνονται εις βλάβη του στην τελευταία περίοδο των σχέσεων των διαδίκων όταν λάμβανε χώρα προσπάθεια εξεύρεσης λύσης και χωρίς την εντέχνως προτασσόμενη αδιαφορία εκ της μη πληρωμής κανενός ποσού λόγω της παράλειψης αναφοράς στην πληρωμή $3.000.000, θεωρούμε ότι έπρεπε να οδηγήσουν το πρωτόδικο Δικαστήριο στις εξής διαπιστώσεις:
(α) Το στοιχείο του επείγοντος δεν συνέτρεχε.
(β) Ο εφεσίβλητος δεν ήλθε στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια και υπήρξε απόκρυψη ουσιώδους γεγονότος, κυρίως της πληρωμής των $3.000.000, στοιχείου σημαντικού που θα έπρεπε να οδηγήσουν στην ακύρωση του εκδοθέντος διατάγματος.
(γ) Αλληλένδετα με τα στοιχεία (α) και (β) ανωτέρω θα έπρεπε να οδηγηθεί στο συμπέρασμα πως δεν συνέτρεχε η (γ) προϋπόθεση του αρθ.32 αφού τα αναφερθέντα στοιχεία σε συνδυασμό με τα πιο πάνω δεν ήσαν ικανά να στοιχειοθετήσουν ανησυχία για κίνδυνο αποξένωσης ή για κίνδυνο να μην αποδοθεί δικαιοσύνη.
Με δεδομένα τα πιο πάνω, οι λόγοι έφεσης 4, 6, 1 αλλά και 3, επιτυγχάνουν και βεβαίως οδηγούν στην ακύρωση της πρωτόδικης κρίσης και φυσικά του εκδοθέντος διατάγματος. Ως εκ τούτου δεν είναι ανάγκη να εξεταστούν οι λόγοι έφεσης 2, 3, 5 και 7 (βλ. D.Rybolovlev v. E.Rybolovleva (ανωτέρω).
Μας προβλημάτισε ιδιαιτέρως το διάταγμα τύπου Norwich που δεν εξεδόθηκε αλλά ζητήθηκε μονομερώς. Διατυπώνεται ισχυρισμός πως οι λόγοι έφεσης δεν καλύπτουν την έκδοση του, αφού κατευθύνονται προς την εγκυρότητα των λοιπών παραγράφων που εξεδόθησαν μεν μονομερώς αλλά έγιναν απόλυτα.
Δεν θα διαφωνήσουμε πως τα διατάγματα τύπου Norwich έχουν μια δική τους φιλοσοφία έκδοσης (βλ. Μitsui Co v. Wexen Petroleum UK Ltd (2005) 3 Αll E.R 511 όπου οι αρχές κωδικοποιήθηκαν). Οι προϋποθέσεις τους όμως εξετάζονται κατ΄επίκληση και εφαρμογή του αρθ.32, εφόσον ζητούνται ως ενδιάμεση θεραπεία, γι΄αυτό και πρέπει το Δικαστήριο να ικανοποιηθεί πρωταρχικώς για τη συνδρομή των προϋποθέσεων του αρθ.32 του Ν.14/60 (βλ. Αθανασίου κ.ά. ν. Οντόνι, Πολ.εφ.Ε103/12014, 2.12.2014).
Εν προκειμένω, το βάθρο στήριξης της έκδοσης του διατάγματος - και αυτό αποτελούσε ευθέως αντικείμενο της έφεσης - κρίθηκε σαθρό για τους λόγους που αναλύθηκαν πιο πάνω.
Ως εκ τούτου, θα ήταν αντινομικό, να διασωζόταν ένα μέρος του διατάγματος που και δραστικό είναι αλλά και που η έκδοση του στηρίζεται στην ανάγκη ο ενάγων-αιτητής να καταδείξει ότι χωρίς την έκδοση των διαταγμάτων δεν μπορεί να αποδοθεί δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο. Το αγώγιμο δικαίωμα, όπως διαφαίνεται στην αναδίπλωση των γεγονότων στην ένορκη δήλωση του εφεσιβλήτου, δεν κατέδειξε πως χωρίς τις αιτούμενες πληροφορίες, δεν μπορεί να αποδοθεί δικαιοσύνη. Ζητούνται λεπτομέρειες αναφορικά με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε για να λάβει χώρα η μεταβίβαση των μετοχών της Arcon από τους εφεσείοντες 2 και 3 προς την εφεσείουσα 4 και τα σχετικά έγγραφα. Στη βάση όμως της κατ΄ισχυρισμόν αδικοπραξίας τα γεγονότα φαίνεται να είναι γνωστά και δεν καταδεικνύεται ότι δεν μπορεί να αποδοθεί δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο. Ειδικά εάν ληφθεί υπόψη πως η θεραπεία είναι στην ουσία επανάληψη ενός των παρακλητικών της αγωγής. Εξάλλου τα ζητούμενα ή κάποια απ΄αυτά, ενδεχομένως να μπορούσαν να δοθούν κατ΄επίκληση της Δ.30 των Θεσμών στο κατάλληλο στάδιο.
Με βάση αυτά που έχουμε εξηγήσει, η έφεση επιτυγχάνει ως εκ της επιτυχίας των λόγων έφεσης 4, 6, 1 και 3. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η ισχύς των διαταγμάτων τερματίζεται. ΄Εξοδα πρωτόδικα όσο και στο Εφετείο (περιλαμβανομένων της αίτησης αναστολής), συνολικά υπολογιζόμενα σε €4,000 πλέον ΦΠΑ επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων.
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.