ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Σταματίου, Κατερίνα Στ. Βασιλακκάς για Ε. Φλουρέντζου και Σία ΔΕΠΕ, για τους Αιτητές. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-05-30 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Σ.Τ. ΚΑΙ Π.Α.Χ. , Πολιτική Αίτηση Αρ. 84/2019, 30/5/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:D201

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

          (Πολιτική Αίτηση Αρ. 84/2019)

 

30 Μαΐου, 2019

 

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟN ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΑΡ. 5 ΤΟΥ 2018

KAI

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Σ.Τ. ΚΑΙ Π.Α.Χ. ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ CERTIORARI ΚΑΙ PROHIBITION

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΗΜΕΡ. 08/05/2019, Η ΟΠΟΙΑ ΕΞΕΔΟΘΗ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 06/07/2018 ΠΟΥ ΚΑΤΑΧΩΡΗΘΗΚΕ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΗΜΕΡ. 30/03/2018, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΟΛΙΩΝ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΕΩΝ (ΑΚΥΡΩΣΗ) ΝΟΜΟΥ ΚΕΦ. 62 ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ (ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟ) (ΑΡ.2) ΝΟΜΟΝ ΤΟΥ 1999 Ν. 134(1)/1999, ΠΟΥ ΚΑΤΑΧΩΡΗΘΗΚΕ ΕΠΙΣΗΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΛΥΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΡ. 113/09 ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΑΠΕΡΡΙΦΘΗ ΑΙΤΗΜΑ ΤΩΝ ΑΙΤΗΤΩΝ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΟΔΗΓΙΩΝ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΓΙΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΤΗΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΠΡΟΣ ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΤΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ ΤΩΝ ΑΙΤΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΝΟΡΚΗ ΔΗΛΩΣΗ ΗΜΕΡ. 5/6/2018.

----------

Στ. Βασιλακκάς για Ε. Φλουρέντζου και Σία ΔΕΠΕ, για τους  Αιτητές.

----------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση οι αιτητές αξιώνουν την ακόλουθη θεραπεία:

 

«Α. Οι Αιτητές με την αίτηση αυτή ζητούν για την άδεια του Δικαστηρίου για την καταχώρηση Αίτησης με κλήση για την έκδοση Προνομιακών Ενταλμάτων Certiorari και Prohibition για την μετακίνηση και/ή μεταφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο με σκοπό την ακύρωση της Απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 08/05/2019, στην αίτηση ημερ. 06/07/2018 που καταχωρήθηκε στα πλαίσια της Αίτησης ημερ. 30/03/2018, δυνάμει του Περί Δολίων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμου Κεφ. 62 και στον Περί Πολιτικής Δικονομίας (Τροποποιητικό) (Αρ. 2) Νόμον του 1999 Ν. 134(1)/1999, που καταχωρήθηκε επίσης στα πλαίσια της αίτησης Λύσης Περιουσιακών Διαφορών αρ. 113/09 του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας και με βάση την οποία απερρίφθει αίτημα για καθορισμό της διαδικασίας παρουσίασης της μαρτυρίας και των μαρτύρων προς απόδειξη των ισχυρισμών των Αιτητών στην ένορκη δήλωση τους ημερ. 5/6/2018, ως επίσης και την έκδοση διατάγματος που να απαγορεύει στο Οικογενειακό Δικαστήριο να συνεχίσει την εκδίκαση της αίτησης ημερ. 30/03/2018, στις 30/5/2019, για ακύρωση μεταβίβασης ακινήτου από τον Σ. Τ. προς την Π.Α.Χ., αιτητές στην παρούσα αρ. 1 και 2.»

 

Σύμφωνα με τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιόν μου με την έκθεση και την ένορκη δήλωση του αιτητή Σ.Τ. στις 30.3.2018 καταχωρήθηκε στα πλαίσια της Αίτησης Περιουσιακών Διαφορών υπ΄ αριθμό 113/09, του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, αίτηση για ακύρωση μεταβίβασης ενός ακινήτου στην Πάνω Δευτερά από τον αιτητή 1 (καθ΄ου η αίτηση 1 στην αίτηση ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου) προς την αδελφή του, Π. Α. Χ., και επανεγγραφή του ακινήτου επ΄ ονόματι του αιτητή 1. Στις 5.6.2018 καταχωρήθηκε ένσταση στην εν λόγω αίτηση η οποία συνοδεύετο από ένορκη δήλωση του αιτητή 1.

 

Στις 6.7.2018, καταχωρήθηκε εκ μέρους των εδώ αιτητών αίτηση για οδηγίες «με τις οποίες να καθορίζεται η παρουσίαση της μαρτυρίας αλλά και των μαρτύρων, προς απόδειξη των ισχυρισμών των αιτητών που περιλαμβάνονται στην ένορκη δήλωση του καθ΄ου η αίτηση αρ. 1 Σ. Τ. ημερ. 5/6/2018, προς υποστήριξη της ένστασης τους που καταχωρήθηκε στην αίτηση της αιτήτριας ημερ. 30/3/2018».

 

Η αίτηση βασίζετο, μεταξύ άλλων, στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.48 Θ. 1 - 9, Δ.30 Θ.9(5), Δ.30, Δ.25, στα άρθρα 30, 31, 32 και 48 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν.14/60, στο Άρθρο 30 του Συντάγματος και Άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σε νομολογία, στις αρχές του δικαίου της επιείκειας και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την εν λόγω αίτηση αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι ο σκοπός είναι να παρουσιάσει μαρτυρία «πραγματογνωμοσύνης σε σχέση με την αξία των επίδικων ακινήτων αλλά και σε σχέση με την εμπορική αξία της εταιρείας.» Προς τούτο προτίθεται να καλέσει εγκεκριμένο εκτιμητή ακινήτων και εγκεκριμένο ελεγκτή - λογιστή.

 

Καταχωρήθηκε ένσταση από τους εκεί αιτητές και η υπόθεση οδηγήθηκε σε ακρόαση με την κατάθεση γραπτών αγορεύσεων. Στην αγόρευση των αιτητών, η οποία επισυνάπτεται στην παρούσα αίτηση, αναφέρεται ότι σε αιτήσεις που αποσκοπούν στην ακύρωση μεταβίβασης κατ΄ επίκληση των περί καταδολιεύσεως νόμων αυτές εκδικάζονται ως αγωγές, έστω και εάν εγείρονται στα πλαίσια ενυπάρχουσας διαδικασίας, με την παρουσίαση μαρτυρίας από την κάθε πλευρά προς απόδειξη των ισχυρισμών τους. Ο πυρήνας των υποθέσεων αυτών στηρίζεται στην ύπαρξη δόλου και ο δόλος δεν αποδεικνύεται με ένορκες δηλώσεις αλλά με ζωντανή διαδικασία ενώπιον Δικαστηρίου. Προς τούτο παρέπεμψε στις υποθέσεις Αργυρού κ.ά. ν. Κυπριακής Τράπεζας Αναπτύξεως Λτδ (2008) 1 ΑΑΔ 1255, Ιωακείμ κ.ά. ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ (Αρ.1) (2003) 1 ΑΑΔ 198, Pambos Zenios Trading Ltd κ.ά. v. Μιχάλης Χατζηπαύλου & Υιός Λτδ κ.ά. (2011) 1 ΑΑΔ 2322, Σταυρούλλα Τζιέπρα ν. Χαράλαμπου Σάββα κ.ά. (2013) 1 ΑΑΔ 2410, Wilfrid Wortham κ.ά. ν. Ντίνας Κώστα Τσίμον κ.ά. (2001) 1 ΑΑΔ 1442.

 

Το Οικογενειακό Δικαστήριο με απόφασή του ημερομηνίας 8.5.2019 αποδέχθηκε τη θέση των δικηγόρων της καθ΄ης η αίτηση, αιτήτριας στην εναρκτήρια αίτηση περιουσιακών διαφορών, πως η διαδικασία σε τέτοιες υποθέσεις βασίζεται στη Δ.48 και πως η μαρτυρία δίδεται με ένορκες δηλώσεις και απέρριψε την αίτηση στη βάση του πιο κάτω σκεπτικού:

 

«Η διαδικασία της ακρόασης της αίτησης για ακύρωση της μεταβίβασης ακινήτου ημερομηνίας 30.3.2018 θα γίνει με βάση τις ένορκες δηλώσεις που υποστηρίζουν την αίτηση και την ένσταση. Ανέφερε ο καθ΄ου η αίτηση 1 στην ένορκη δήλωση του που συνοδεύει την εξεταζόμενη αίτηση ότι αμφισβήτησε όσα η αιτήτρια του καταλογίζει πως η μεταβίβαση έγινε δόλια και με πρόθεση καταδολίευσης.

 

Το αίτημα των καθ΄ων η αίτηση να προσκομίσουν μαρτυρία πραγματογνωμόνων, εκτιμητή ακινήτων και ελεγκτή - λογιστή, όσο αφορά την αξία των επίδικων ακινήτων και την εμπορική αξία της εταιρείας, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό. Δεν υποστήριξαν τη θέση τους με την αόριστη αναφορά τους στην αγόρευση τους ότι «ο δόλος δεν αποδεικνύεται με ένορκες δηλώσεις αλλά με ζωντανή διαδικασία ενώπιον Δικαστηρίου» ούτε με τις αποφάσεις που επίσης αόριστα ανέφεραν.»

 

Στη συνέχεια όρισε την αίτηση ημερομηνίας 30.3.2018 για ακρόαση στις 30.5.2019, δίδοντας παράλληλα οδηγίες για γραπτές αγορεύσεις.

 

Αποτελεί θέση των αιτητών ότι το Οικογενειακό Δικαστήριο ενήργησε εντελώς λανθασμένα, εφόσον η επίδικη αίτηση είναι εναρκτήρια - πρωτογενής και εκδικάζεται όπως οι αγωγές σε ακροαματική διαδικασία. Προβάλλουν, περαιτέρω, ότι με την απόφασή του το Δικαστήριο ενήργησε καθ΄ υπέρβαση εξουσίας, αντίθετα προς τα Άρθρα 12 και 30 του Συντάγματος και τη νομολογία για δίκαιη δίκη. Παρά το γεγονός ότι δυνατόν να υπάρχει υπαλλακτική θεραπεία, εντούτοις το εγειρόμενο ζήτημα δεν αφορά την ορθότητα της απόφασης, αλλά τη νομιμότητά της. Υπάρχουν δε ιδιάζουσες περιστάσεις, ενόψει του ότι, εάν η υπόθεση αφεθεί να εκδικαστεί, οι αιτητές κινδυνεύουν να κατηγορηθούν για διάπραξη ποινικού αδικήματος που επισύρει ποινή φυλάκισης.

 

Ο κ. Βασιλακκάς σε εμπεριστατωμένη προφορική αγόρευση υποστήριξε την αίτηση. Ο ευπαίδευτος συνήγορος τόνισε ότι αιτήσεις που καταχωρούνται σύμφωνα με τον περί Δολίων Μεταβιβάσεων Νόμο Κεφ. 62, αποτελούν πρωτογενείς αιτήσεις παρά το ότι καταχωρούνται στα πλαίσια υφιστάμενων διαδικασιών και ως τέτοιες δεν παρέχουν διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να μην επιτρέψει στα επηρεαζόμενα πρόσωπα να ακουστούν. Ο αποκλεισμός αυτού του δικαιώματος αποτελεί παράβαση φυσικής δικαιοσύνης. Περαιτέρω, με βάση τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε αυτής της φύσης τις διαδικασίες οι ένορκες δηλώσεις αποτελούν τα δικόγραφα και όχι τη μαρτυρία. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο ενήργησε με πλάνη ως προς το Νόμο, εφόσον θεώρησε ότι επρόκειτο για ενδιάμεση αίτηση. Στόχος του εντάλματος της φύσεως Certiorari είναι, όπως εισηγήθηκε ο συνήγορος, να θεραπεύσει νομικό σφάλμα ή παρατυπία (irregularity). Ο ευπαίδευτος συνήγορος τόνισε ότι δεν τίθεται θέμα έφεσης, αλλά ακόμα και να υπήρχε, υπάρχουν, στην παρούσα περίπτωση, ιδιάζουσες  περιστάσεις. Παρέπεμψε δε σε αποφάσεις τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου όσο και πρωτοδίκων ως προς τη φύση των διαδικασιών δόλιων μεταβιβάσεων, καθώς και αποσπάσματα από το σύγγραμμα του Π. Αρτέμη Προνομιακά Εντάλματα, Πρώτη Έκδοση, 2004, προς υποστήριξη των θέσεων του.

 

Άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari παρέχεται εκεί όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται υπέρβαση ή έλλειψη δικαιοδοσίας, νομικό σφάλμα εμφανές στο πρακτικό, προκατάληψη ή συμφέρον από τα πρόσωπα που λαμβάνουν την απόφαση, δόλος ή ψευδορκία στη λήψη της απόφασης ή παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (Αίτηση του Αλέκου Κωνσταντινίδη (2003) 1 ΑΑΔ 1298, Τζεννάρο Περρέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 ΑΑΔ 692). Σε περίπτωση δε όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία, τότε η άδεια δεν δίδεται, εκτός αν καταδειχθούν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις για παρέκκλιση από τον κανόνα (Hellenger Trading Ltd (2000) 1 ΑΑΔ 1965, Σ. Μαρκίδης κ.ά. (2004) 1 ΑΑΔ 552, Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 ΑΑΔ 1535).

 

Με βάση τη σχετική επί του θέματος νομολογία, η δυνατότητα έκδοσης εντάλματος Certiorari δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως όργανο εποπτείας της διαδικασίας ή της πρακτικής που ακολουθείται από το Επαρχιακό Δικαστήριο (Γενικός Εισαγγελέας (Αρ.3) (1993) 1 ΑΑΔ 442), ούτε αποτελεί αντικείμενο της εν λόγω διαδικασίας ο έλεγχος της ορθότητας μίας απόφασης, αλλά της νομιμότητάς της (Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 ΑΑΔ 116). Εκεί όπου το Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας, δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι έχει υπερβεί ή ότι καταχράστηκε τη δικαιοδοσία του απλώς και μόνο επειδή ερμήνευσε λανθασμένα ένα νομοθέτημα ή ακόμα αποδέχθηκε παράνομη μαρτυρία (Μάριος Χρίστου (1996) 1 ΑΑΔ 398), ή τέλος, αν παραπλανήθηκε ως προς τα γεγονότα. Όπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Ανθίμου (1991) 1 ΑΑΔ 41, και έκτοτε επαναλήφθηκε σε αριθμό άλλων αποφάσεων, η παροχή θεραπείας μέσω προνομιακού εντάλματος ή ακόμα η παροχή άδειας για καταχώρηση αίτησης με την οποία αυτό επιζητείται, επαφίεται πάντα στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.

 

Εξέτασα την αίτηση υπό το φώς των πιο πάνω αρχών.

 

Κατ΄ αρχάς σημειώνω ότι, σύμφωνα με τη νομολογία, αίτηση κάτω από τις διατάξεις του Κεφ. 62, ανήκει στην κατηγορία αιτήσεων που έχουν πρωτογενή χαρακτήρα, έστω και εάν δικονομικά εντάσσονται στο πλαίσιο άλλης διαδικασίας, εδώ της αίτησης Περιουσιακών Διαφορών (βλ. Ιωακείμ κ.ά. ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ (Αρ. 1) (2003) 1 ΑΑΔ 198).  Βέβαια αυτό που ενδιαφέρει για σκοπούς της παρούσας αίτησης είναι η δυνατότητα προσκόμισης προφορικής μαρτυρίας, πέραν της μαρτυρίας υπό μορφή ένορκης δήλωσης που συνόδευε τόσο την αίτηση όσο και την ένσταση. Προς τούτο οι αιτητές υπέβαλαν αίτηση στο Δικαστήριο για οδηγίες, αναγνωρίζοντας ουσιαστικά την εξουσία του Δικαστηρίου να ρυθμίζει την ενώπιον του διαδικασία. Οι οδηγίες που δίδει ένα Δικαστήριο ως προς τον τρόπο διεξαγωγής της ακρόασης αποτελούν άσκηση διακριτικής ευχέρειας. Το ένταλμα Certiorari δεν αποτελεί μέτρο ελέγχου του τρόπου άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου.  Ούτε αποτελεί μέσο για την εποπτεία της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου ή της πορείας που ακολουθείται (βλ. σύγγραμμα Π. Αρτέμη Προνομιακά Εντάλματα, σελ. 121). Αναφορικά με την εισήγηση περί μη δίκαιης δίκης λόγω παράβασης του Άρθρου 30 του Συντάγματος αποτελεί ζήτημα που δεν αποφασίζεται εκ προοιμίου. Εφόσον λοιπόν υπάρχει εξουσία στο Δικαστήριο να δώσει οδηγίες ως προς τη μαρτυρία που θα δοθεί κατά την ακρόαση και επί τούτου υποβλήθηκε σχετική αίτηση στην παρούσα περίπτωση, το κατά πόσο αυτή η εξουσία ασκήθηκε λανθασμένα δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο προνομιακού εντάλματος. Με το προνομιακό ένταλμα δεν αντικαθίσταται η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί ενός ζητήματος που αποφάσισε στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του. Εφόσον η διακριτική ευχέρεια ασκήθηκε, ενδεχόμενα, κατά τρόπο λανθασμένο, τότε θα μπορεί να ελεγχθεί σε μεταγενέστερο στάδιο, όχι όμως με τη διαδικασία του προνομιακού εντάλματος.

 

Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

 

                                                          Κ. Σταματίου,     

                                                                   Δ.

 

 

 

 

 

 

 

/ΧΤΘ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο