ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:A175
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Εφεση Αρ. 54/2013)
9.5.2019
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
xxx ΚΥΡΙΑΚΟΥ,
Εφεσείουσα,
ν.
ΤΑΜΕΙΟΥ ΠΛΕΟΝΑΖΟΝΤΟΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ,
Εφεσιβλήτων.
_ _ _ _ _ _
Δ. Παυλίδης, για την Εφεσείουσα.
Α. Χριστοφόρου, για τους Εφεσίβλητους.
_ _ _ _ _ _
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από την Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών έκρινε αθεμελίωτη την αίτηση που η Εφεσείουσα είχε καταχωρήσει εναντίον του Εφεσίβλητου Ταμείου για αποζημιώσεις λόγω πλεονασμού και την απέρριψε.
Αρχικά η Εφεσείουσα είχε στραφεί και κατά του εργοδότη της για παράνομη απόλυση και διαζευκτικά κατά του Ταμείου, σε περίπτωση που ήθελε αποδειχθεί ότι η απόλυσή της οφείλετο σε λόγους πλεονασμού. Όμως, πριν την εκδίκαση της υπόθεσης, απέσυρε την αίτηση εναντίον του εργοδότη, περιορίζοντας την αξίωσή της μόνο εναντίον του Ταμείου Πλεονασμού.
Σύμφωνα με τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η Εφεσείουσα απασχολείτο ως πωλήτρια καλλυντικών στην εταιρεία Caviar Cosmetics από 1.6.1995 μέχρι 31.10.2008, οπότε και τερματίστηκε η απασχόλησή της. Ο τελευταίος της μισθός πριν τον τερματισμό της απασχόλησης ανερχόταν σε €253.85 εβδομαδιαίως.
Η Εφεσείουσα, στις 23.1.2009, υπέβαλε αίτηση στο Ταμείο σε σχέση με το αίτημά της. Στην επιστολή απόλυσης που της δόθηκε από τους εργοδότες της σημειώνονται τα ακόλουθα:
«. Όπως γνωρίζετε οι λόγοι είναι ότι αποτελείτε πλεόνασμα στη θέση που κατέχετε ως πωλήτρια καθότι πριν 2 περίπου χρόνια μπήκαν στην Εταιρεία και τα παιδιά της διευθύντριας Ε. Κυριάκου. Ελπίζαμε ότι δεν θα χρειαζόταν να γίνει οποιαδήποτε απόλυση αλλά δυστυχώς δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά.»
Και στο σχετικό ερωτηματολόγιο που ο εργοδότης κοινοποίησε στο Ταμείο αναφέρονται τα εξής:
«. η απόλυση έγινε λόγω πλεονασμού. Η Η. Κυριάκου μέτοχος της Εταιρείας έχει προσλάβει την τελευταία τριετία τους τρεις γιούς της που έχουν τελειώσει κομμωτές και έχουν εγγραφεί επ΄ ονόματι της αρ. Μητρώου 527922/1/9302. Οι γιοί της Ε. Κυριάκου ασχολήθηκαν και με τις πωλήσεις καλλυντικών και έτσι κρίθηκε αναγκαία η απόλυση της xxx Κυριάκου (Αιτήτριας).»
Η προφορική εκδοχή της πλευράς της Εφεσείουσας ότι υπήρξε περιορισμός του όγκου των εργασιών της εργοδότριας εταιρείας δεν έγινε αποδεκτή. Αντιθέτως, το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι ο λόγος απόλυσης ήταν ακριβώς αυτό που περιλάμβανε η πιο πάνω επιστολή. Δηλαδή η πρόσληψη των γιών της μετόχου στην εργοδότρια εταιρεία και η αντικατάσταση της Εφεσείουσας από αυτούς.
Παρά τη διαπίστωσή του αυτή, το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε κατά πόσον η προφορική της εκδοχή για κατ΄ ισχυρισμό μείωση του όγκου των εργασιών, όπως την προέβαλε, μπορούσε να στοιχειοθετήσει εν τη εννοία του νόμου πλεονασμό (βλ. άρθρο 18(γ) του περί Τερματισμού απασχολήσεως Νόμου του 1967[1]). Στα ίδια πλαίσια ασχολήθηκε και με την υπόθεση Α. Ιάσωνος Λτδ ν. Χρίστου κ.ά. (1984) 1 ΑΑΔ 703, 706.
Η ενασχόληση του Δικαστηρίου με το θέμα αυτό ήταν θεωρητική και αχρείαστη, αφού εν τοις πράγμασι δεν είχε ενώπιόν του αξιόπιστη εκδοχή. Εφόσον ακριβώς θεώρησε ότι τέτοια εκδοχή δεν ήταν έγκυρη αλλά αντιθέτως έκρινε πως ο λόγος απόλυσης ήταν αυτό που ανεγράφετο στην εν λόγω επιστολή, δεν υπήρχε λόγος για την ενασχόλησή του με το άρθρο 18.
Σύμφωνα με το άρθρο 11Α του περί Ετησίων Αδειών μετ΄ απολαβών (τρ.) Νόμου του 1999[2], απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών υπόκειται σε έφεση μόνο για νομικά σημεία[3].
Εν προκειμένω, η Εφεσείουσα προβάλλει αριθμό λόγων εφέσεως που αφορούν κυρίως το άρθρο 18 ανωτέρω. Είναι παράπονό της ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο περιορίστηκε στην εξέταση ενός λόγου λειτουργίας της επιχείρησης για να προβεί σε εύρημα πως η υπηρεσία της Εφεσείουσας δεν τερματίσθηκε λόγω πλεονασμού (1ος λόγος), ότι εσφαλμένα ερμήνευσε την Α. Ιάσωνος Λτδ ν. Χρίστου (ανωτέρω) (3ος λόγος), ότι εσφαλμένα δεν αποδέχθηκε την κήρυξη της Εφεσείουσας ως πλεονάζουσας, ενόψει του δηλωμένου λόγου τερματισμού ως εμφαίνεται στην ως άνω επιστολή τερματισμού ημερ. 1.9.2008 (4ος λόγος) και ότι εσφαλμένα αποφάσισε πως η Εφεσείουσα είχε το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού πως αυτή ήταν πλεονάζουσα (5ος λόγος). Να σημειωθεί ότι ο 2ος λόγος έφεσης αποσύρθηκε.
Παρατηρούμε πως οι λόγοι έφεσης 1 και 3 έχουν ως έρεισμα το μέρος της απόφασης που το πρωτόδικο Δικαστήριο - αν και απέρριψε ως μη αξιόπιστη την εκδοχή της πλευράς της Εφεσείουσας - ασχολήθηκε με το θεωρητικό ερώτημα του εάν υφίσταται ή όχι «πλεονασμός» στη βάση της προφορικής εκδοχής που δεν δέχθηκε. Με αλώβητο το εύρημα για τον λόγο απόλυσης, που βασιζόταν στο έργο της συνολικής αξιολόγησης της μαρτυρίας, οι ως άνω λόγοι παραμένουν ατελέσφοροι και θεωρητικοί.
Σε συνάρτηση με τους λοιπούς λόγους έφεσης είναι σημαντικό να λεχθεί πως η επιστολή τερματισμού εργοδότησης δεν έγινε αυτόνομα δεκτή αλλά συσχετίσθηκε με θέσεις της προφορικής μαρτυρίας.
Εν πάση περιπτώσει, είναι η κρίση μας πως όλοι οι λόγοι έφεσης, ακόμη και εάν ήσαν έγκυροι, δεν θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ανατροπή του ευρήματος πως ο λόγος απόλυσης που αναφερόταν στην εν λόγω επιστολή ήταν ο μόνος πραγματικός και δεν συνιστούσε με βάση το νόμο «πλεονασμό». Συνεπώς, δεν τίθεται καν θέμα βάρους απόδειξης, ως ο σχετικός λόγος έφεσης.
Συνεπώς, η έφεση απορρίπτεται με έξοδα €1.000 υπέρ του Εφεσίβλητου Ταμείου.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
ΣΦ.
[1] (γ) ένεκα οιουδήποτε των ακολούθων άλλων λόγων σχετιζομένων προς την λειτουργίαν της επιχειρήσεως:
(i) εκσυγχρονισμού, μηχανοποιήσεως ή οιασδήποτε άλλης αλλαγής εις τας μεθόδους παραγωγής ή οργανώσεως η οποία ελαττώνει τον αριθμόν των αναγκαιούντων εργοδοτουμένων·
(ii) αλλαγών εις τα προϊόντα ή εις τας μεθόδους παραγωγής ή εις τας αναγκαιούσας ειδικότητας των εργοδοτουμένων·
(iii)καταργήσεως τμημάτων·
(iv) δυσκολιών εις την τοποθέτησιν προϊόντων εις την αγοράν ή πιστωτικών δυσκολιών·
(ν) ελλείψεως παραγγελιών ή πρώτων υλών·
(vi) σπάνεως μέσων παραγωγής· και
(vii) περιορισμού του όγκου της εργασίας ή της επιχειρήσεως.
[2] «(11Α) Οποιαδήποτε απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών υπόκειται σε έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο βάσει οποιουδήποτε λόγου που συνεπάγεται νομικό σημείο μόνο, εντός σαράντα δύο ημερών από της ημέρας της απόφασης»
[3] CTC/ARI Airports Ltd v. Παρασκευούλα Ιωάννου, Πολ. Εφ. 24/2011, ημερ. 16.12.2015, ECLI:CY:AD:2015:A829.