ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Σταματίου, Κατερίνα Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Π. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-05-14 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΓΙΟΥΣΕΛΗΣ ν. ΓΙΩΡΓΑΛΛΑΣ, Πολιτική Έφεση Αρ. 501/2012, 14/5/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:A183

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Έφεση Αρ. 501/2012)

 

14 Μαΐου, 2019

                                                        

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

xxx ΓΙΟΥΣΕΛΗΣ,

 

Εφεσείων/Εναγόμενος,

 

ΚΑΙ

 

xxx ΓΙΩΡΓΑΛΛΑΣ,

 

Εφεσίβλητος/Ενάγων.

_ _ _ _ _ _

 

Π. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα.

 

Λ. Βραχίμης, για τoν Εφεσίβλητο.

 

_ _ _ _ _ _

 

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

 θα δοθεί από την Σταματίου, Δ.

­­­

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Ο εφεσίβλητος-ενάγων με αγωγή που καταχώρησε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας αξίωσε εναντίον του εφεσείοντα-εναγομένου γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες που υπέστη συνεπεία κυνηγετικού ατυχήματος, το οποίο κατ΄ ισχυρισμόν οφείλεται σε αμέλεια του εφεσείοντα.

 

Η αγωγή είχε επιτυχή κατάληξη για τον εφεσίβλητο υπέρ του οποίου επιδικάστηκαν γενικές αποζημιώσεις ύψους €100.000, €50.000 για απώλεια σωματικής ικανότητας και €7.702,38 ως ειδικές αποζημιώσεις, με σχετικούς τόκους επί του κάθε ποσού, πλέον έξοδα.

 

Σύμφωνα με την έκθεση απαίτησης, κατά ή περί τις 11.1.1998, ενώ ο ενάγων πήγε για κυνήγι στην τοποθεσία Άγιος Δημήτριος, παρά το χωριό Λυθροδόντα, ο εναγόμενος ο οποίος επίσης βρισκόταν στην ίδια περιοχή για κυνήγι, πυροβόλησε και τραυμάτισε σοβαρά τον ενάγοντα στο αριστερό του μάτι λόγω αμέλειας. Συνεπεία του ατυχήματος ο ενάγων, ο οποίος κατά τον επίδικο χρόνο ήταν ηλικίας 48 ετών και ασκούσε το επάγγελμα του λουστραδόρου με μηνιαίες απολαβές ΛΚ600, υπέστη σοβαρό διαμπερές τραύμα του βολβού του αριστερού οφθαλμού από σφαιρίδιο κυνηγετικού όπλου. Παρατίθενται οι θεραπείες στις οποίες έχει υποβληθεί, με αποτέλεσμα, όμως, να υποφέρει μόνιμα ως μονόφθαλμος ασθενής. Κρίθηκε κατά 75% ανίκανος για εργασία, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να εργαστεί όπως προηγουμένως και τα εισοδήματά του να περιορίζονται στο επίδομα ανικανότητας το οποίο ανέρχεται στο ποσό των ΛΚ270. Περαιτέρω, αξιώνονται συνολικά ΛΚ37.790 ως ειδικές ζημιές.

 

Ο εφεσείων, με την τροποποιημένη υπεράσπισή του, παραδέχεται ότι τόσο ο ίδιος, όσο και ο εφεσίβλητος βρίσκονταν για κυνήγι στην τοποθεσία Άγιος Δημήτριος, στο χωριό Λυθροδόντα, αρνείται όμως ότι ο τραυματισμός προκλήθηκε από δικούς του πυροβολισμούς και ισχυρίζεται ότι προκλήθηκε από πυροβολισμούς άλλων κυνηγών που βρίσκονταν στην περιοχή. Άνευ βλάβης του εν λόγω ισχυρισμού ισχυρίζεται πως αν αποδειχθεί ότι ο τραυματισμός προκλήθηκε από πυροβολισμούς του ιδίου, ο εφεσίβλητος έχει αποκλειστική και/ή συντρέχουσα αμέλεια στη βάση λεπτομερειών που παρατίθενται. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι για μεγάλο μέρος των τραυματισμών, των ζημιών και της καταστροφής του οφθαλμού του εφεσίβλητου ευθύνονται ιατρικοί λειτουργοί της Κυπριακής Δημοκρατίας και Έλληνες ιατροί εντολοδόχοι της Κυπριακής Δημοκρατίας στους οποίους παραπέμφθηκε ο εφεσίβλητος, στη βάση λεπτομερειών που παρατίθενται. Περαιτέρω, προβάλλονται οι ακόλουθες υπερασπίσεις:

 

«5. Περαιτέρω και/ή διαζευκτικά των ως άνω ισχυρισμών που προβάλλει ο Εναγόμενος είναι η θέση του Εναγομένου ότι κατ΄ επίκληση του άρθρου 56 του Κεφ. 148 και/ή της νομικής αρχής novus actus interveniens ακόμα και αν ήθελε αποδειχθεί ότι η πράξη του συνιστά αμέλεια η εν λόγω αμέλεια δεν ήταν η αποφασιστική αιτία του τραυματισμού του Ενάγοντα εφόσον ο αδελφότεκνος του Ενάγοντα προσπάθησε να αφαιρέσει το σφαιρίδιο από το μάτι του Ενάγοντα με αποτέλεσμα το σφαιρίδιο να εισχωρήσει βαθύτερα μέσα στο μάτι προκαλώντας του τον εν λόγω τραυματισμό.

 

6.    Περαιτέρω και/ή διαζευκτικά των ως άνω ισχυρισμών, είναι η θέση του Εναγομένου ότι συνίσταται σε novus actus interveniens η πράξη των ιατρών του Γενικού Νοσοκομείου, όπου διακομίστηκε ο Ενάγοντας στις 11/1/98, οι οποίοι παραλείποντας να τον υπβάλουν στην πρέπουσα χειρουργική επέμβαση αμέσως, τον παρέπεμψαν στην Ελλάδα, όπου υπεβλήθη σε επέμβαση αμέσως, τον παρέπεμψαν στην Ελλάδα, όπου υπεβλήθη σε επέμβαση ένα μήνα μετά, και συγκεκριμένα στις 14/2/98, με αποτέλεσμα παρά την αρχική επιτυχία, εντούτοις να υποστεί αποκόλληση του αμφισβληστροειδούς και αντί να λάβει άμεση θεραπεία από τους ιατρούς στο Γενικό Νοσοκομείο, παραπέμφθηκε εκ νέου στην Ελλάδα για νέα εγχείρηση, με αποτέλεσμα να υπάρξει ξανά νέα αποκόλληση και ολική απώλεια οράσεως.

 

7.    Άνευ βλάβης των πιο πάνω ισχυρισμών του Εναγομένου είναι η θέση του Εναγομένου ότι κανένας λογικός κυνηγός δεν θα μπορούσε να προβλέψει ότι με την εν λόγω πράξη και υπό τις περιστάσεις και συνθήκες που επικρατούσαν κατά τη δεδομένη χρονική στιγμή θα τραυματιζόταν ο Ενάγων.»

 

Κατά την ακροαματική διαδικασία της υπόθεσης δόθηκε μαρτυρία για την πλευρά του εφεσίβλητου-ενάγοντα από τον ίδιο, τον αδελφότεκνό του κ. Λ. Λ., τον κ. Ν. Χ., τον έτερο αδελφότεκνό του κ. Μ. Λ. και τους οφθαλμίατρους Δρ Θ. Πο. και Δρ Α. Σ., που κατά τον επίδικο χρόνο ασκούσαν το λειτούργημά τους στο Μακάριο Νοσοκομείο, ενώ από πλευράς εφεσείοντα-εναγομένου έδωσε μαρτυρία ο ίδιος και κάλεσε ως μάρτυρες υπεράσπισης τον οφθαλμίατρο Δρα Κ. Πι. και τον κ. Πε. κάτοχο άδειας οπλουργού στην Κύπρο. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αξιολογώντας τη μαρτυρία τους, έκρινε τον εφεσίβλητο και τους μάρτυρες που κάλεσε αξιόπιστους, με μία επιφύλαξη ως προς τη μαρτυρία του εφεσίβλητου που σχετιζόταν με την ικανότητά του για εργασία, η οποία δεν έγινε αποδεκτή, ενώ θεώρησε τον εφεσείοντα και τον κ. Πε. ως αναξιόπιστους μάρτυρες. Αποδέχτηκε, περαιτέρω, τη μαρτυρία του Δρα Πι., ο οποίος δεν αντεξετάστηκε.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε αρχικά το ερώτημα ποιός τραυμάτισε τον εφεσίβλητο και, κατέληξε, με βάση την αξιόπιστη μαρτυρία, χωρίς δυσκολία, όπως ανέφερε, ότι τον εφεσίβλητο τον τραυμάτισε με το κυνηγετικό του όπλο ο εφεσείων.

 

Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση:

 

«Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι στις 11.1.98 τόσο ο Ενάγων (μαζί με τους δύο αδελφότεκνους του) όσο και ο εναγόμενος βρίσκονταν στην περιοχή Αγίου Δημητρίου στον Λυθροδόντα, για κυνήγι. Ο Ενάγων μαζί με τους δύο αδελφότεκνους του, ανέβηκαν σε ένα ύψωμα και πήραν τις θέσεις τους (πόστα). Πρώτος πήρε θέση ο Μ. Λ., στη συνέχεια σε απόσταση 40 περίπου μέτρων στα δεξιά του πήρε θέση ο Λ. Λ. και 40 περίπου στα δεξιά ο Ενάγων. Στα δεξιά του Ενάγοντα και λίγο πιο ψηλά από αυτόν πήρε το πόστο του ο εναγόμενος σε απόσταση περίπου 40 μέτρων από τον Ενάγοντα. Ο Ενάγων, από το σημείο που στεκόταν, μπορούσε να δει καθαρά τον εναγόμενο. Το ίδιο συνέβαινε και με τον εναγόμενο ο οποίος μπορούσε να δει καθαρά τον Ενάγοντα. Μάλιστα, ο εναγόμενος όταν τους είδες τους φώναξε να μην πυροβολούν χαμηλά και ο Ενάγων του απάντησε «εντάξει». Ο Ενάγων συνέχισε να παραμένει στο ίδιο πόστο ενώ ο εναγόμενος σταδιακά μετακινήθηκε από τη θέση του, όμως και από εκείνο το σημείο μπορούσε να αντιληφθεί τον Ενάγοντα. Μάλιστα όταν ο εναγόμενος έβλεπε κάποια τζίκλα να έρχεται προς το μέρος του, του φώναζε «πάνω σου η τζίκλα». Γύρω στις 08.20 το πρωί ο Ενάγων είδε μια τζίκλα να πετά χαμηλά, σε ύψος 1.5 μέτρων περίπου, ενδιάμεσα του ιδίου και του εναγόμενου. Ο Ενάγων δεν αποπειράθηκε να πυροβολήσει την τζίκλα γιατί υπήρχε κίνδυνος να τραυματίσει τον εναγόμενο. Εκείνη την ώρα είδε τον εναγόμενο να «επωμίζει» (χρησιμοποιώ τη λέξη που χρησιμοποίησε ο Ενάγων) το όπλο του και να ρίχνει δύο συνεχόμενους πυροβολισμούς με το κυνηγετικό του όπλο προς την τζίκλα. Τα σκάγια από τον πρώτο πυροβολισμό ο Ενάγων τα ένιωσε που πέρασαν από δίπλα του και αμέσως μετά άκουσε τον δεύτερο πυροβολισμό. Χωρίς να έχει χρόνο να αντιδράσει ένιωσε να τον χτυπούν σκάγια στο μάτι, στον λαιμό και στα πόδια. Τότε φώναξε στον εναγόμενο, ο οποίος άρχισε να κατευθύνεται προς το μέρος του για να πιάσει την τζίκλα που είχε φονεύσει, «έπαιξες με ενώ το πρωί είπες να μην παίζουμε χαμηλά». Ο ισχυρισμός του εναγόμενου ότι προφανώς κάποιος άλλος κυνηγός ήταν στο βάθος της «λαξιάς» και πυροβόλησε αλλά κατά λάθος έπληξε τον Ενάγοντα, δεν υποστηρίζεται από οποιαδήποτε γεγονότα και ανήκει στο χώρο των εικασιών. Ο κ. Αγγελίδης στο στάδιο των αγορεύσεων εισηγήθηκε πως ο Ενάγων έπρεπε να είχε παρουσιάσει ως τεκμήριο το σκάγι που εισήλθε στον οφθαλμό του για να φανεί κατά πόσο αυτό ταυτίζεται με τα σκάγια που χρησιμοποίησε ο εναγόμενος στις 11.1.98. Μάλιστα προχώρησε ένα βήμα πιο πέρα και ισχυρίστηκε ότι ο Ενάγων ενδεχομένως σκόπιμα να παρέλειψε να καταθέσει ως τεκμήριο το συγκεκριμένο σκάγι. Σε σχέση με το τελευταίο θα πρέπει να πω πως δεν έχει αποδειχθεί τέτοια σκοπιμότητα. Εν πάση περιπτώσει δεν θα ανέμενα από τον Ενάγοντα να ζητήσει από τον ιατρό που του αφαίρεσε το σκάγι, να του το παραδώσει για να το χρησιμοποιήσει σε δικαστική διαδικασία. Ούτε βεβαίως και γνωρίζουμε σε ποια κατάσταση βρισκόταν το σκάγι μετά την αφαίρεση του. Εν πάση περιπτώσει, τα σκάγια που χρησιμοποίησε ο εναγόμενος δεν είναι μοναδικά, αφού τέτοια σκάγια χρησιμοποιούνται ευρέως από τους κυνηγούς. Συνεπώς, δεν μπορώ να δώσω βαρύτητα στον εν λόγω ισχυρισμό.»

 

Ακολούθως, το Δικαστήριο εξέτασε κατά πόσο ο εφεσείων ήταν αμελής. Παρέπεμψε, ορθά κατά την κρίση μας, στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Μιχαήλ (2002) 1 ΑΑΔ 1595, όπου υποδεικνύεται ότι η διαπίστωση αμέλειεας δεν είναι νομικό θέμα αλλά κατ΄εξοχή θέμα γεγονότων που εξαρτάται από το σύνολο των περιστάσεων. Με αναφορά στην ΑΗΚ κ.ά. ν. Rawnsello Trading Co Ltd (2003) 1 ΑΑΔ 1570 ανέφερε πως το καθήκον επιμέλειας όπως και το αστικό αδίκημα της αμέλειας δεν εξηγούνται αφηρημένα αλλά σε συνάρτηση με το συγκεκριμένο πρόσωπο που την επικαλείται και με αναφορά στην πράξη ή παράλειψη που κατ΄ ισχυρισμόν προκάλεσε τη ζημιά.

 

Παράπεμψε, επίσης, στο ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση στην υπόθεση Ιωαννίδης ν. Τάκη Ηλιάδη (2004) 1 ΑΑΔ 51, η οποία, επίσης, αφορούσε κυνηγετικό ατύχημα:

 

"Ο εναγόμενος πυροβόλησε προς τη κατεύθυνση της παράγκας κι ευρισκόμενος κοντά σε ελαιόδεντρα.  Το καλλιεργημένο της περιοχής και η παράγκα καθιστούσαν εύλογα ορατό το ενδεχόμενο να βρίσκεται στην περιοχή άλλος άνθρωπος. Παρά ταύτα, ο εναγόμενος πυροβόλησε σε χαμηλό ύψος και προς την κατεύθυνση της παράγκας, χωρίς να ασκήσει καμιά μέριμνα ενόψει αυτού του ενδεχομένου και ειδικότερα χωρίς να παρατηρήσει καθόλου προς την πλευρά που θα πυροβολούσε.  Το μόνο που παρατηρούσε ήταν το θήραμα, εφόσον ο ρόλος του ήταν να κυνηγά "τζίκλες", αδιαφορώντας παντελώς για οτιδήποτε άλλο, όπως σαφώς προκύπτει από τη μαρτυρία του."

 

Και κατάληξε ως ακολούθως:

 

«Τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης είναι ακόμη πιο καθαρά. Εδώ ο εναγόμενος έστρεψε την προσοχή του προς το θήραμα. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε στην αντεξέταση του «απλά δεν τον είδα εκείνη τη στιγμή, είχα υποθέσει ότι είχε φύγει». Ο εναγόμενος έχοντας ως στόχο την τζίκλα πυροβόλησε δύο φορές προς την κατεύθυνση του Ενάγοντα, παρόλο που η απόσταση που τους χώριζε ήταν τέτοια που εγκυμονούσε κινδύνους τραυματισμού του Ενάγοντα. Η τζίκλα προηγουμένως είχε περάσει μπροστά από τον Ενάγοντα και κατευθύνετο προς τον εναγόμενο. Ο Ενάγων δεν επιχείρησε να την πυροβολήσει αφού υπήρχε ο κίνδυνος να τραυματίσει με τα σκάγια του όπλου του τον εναγόμενο. Ο εναγόμενος γνώριζε, όπως παραδέχθηκε στην αντεξέταση, ότι τα σκάγια εντός των φυσιγγίων του (που είναι κάποιες εκατοντάδες) ανοίγουν. Γνώριζε επίσης ότι στην απόσταση των 40 μέτρων (που ήταν περίπου η απόσταση που τον χώριζε από τον Ενάγοντα) τα σκάγια ανοίγουν ένα με ενάμισι μέτρο. Συνεπώς, όφειλε να γνωρίζει ότι υπήρχε κίνδυνος να τραυματιστεί ο Ενάγων ακόμη και από την άκρη της βολής του. Όμως, το μόνο που ενδιέφερε τον εναγόμενο ήταν να φονεύσει την τζίκλα. Σε αυτήν εστίασε την προσοχή του. Δυστυχώς, ένα από τα σκάγια της βολής του, έπληξε το μάτι του Ενάγοντα. Περισσότερα σκάγια έπληξαν τον στόχο του, την τζίκλα, η οποία έπεσε νεκρή σε σημείο μεταξύ Ενάγοντα και εναγομένου.

 

Καταλήγω, χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία, ότι ο εναγόμενος υπήρξε αμελής.»

 

Περαιτέρω, αφού ανέλυσε τις αρχές επί των οποίων κρίνεται η ύπαρξη συντρέχουσας αμέλειας, έκρινε ότι δεν υπήρχε ενώπιον του αξιόπιστη μαρτυρία που να καθιστά τον εφεσίβλητο υπαίτιο για συντρέχουσα αμέλεια. Όπως αναφέρει στην απόφαση:

 

«Δεν υπάρχει ενώπιον μου αξιόπιστη μαρτυρία που να καθιστά υπαίτιο τον Ενάγοντα για συντρέχουσα αμέλεια. Η αξιόπιστη μαρτυρία κατέδειξε ότι ο εναγόμενος πριν πυροβολήσει γνώριζε ότι ο Εφεσείων είχε καταλάβει από προηγουμένως πόστο στο συγκεκριμενο σημείο. Μάλιστα, απευθυνόμενος προς τον Ενάγοντα και τους αδελφότεκνους του, τους είχε αναφέρει να μην πυροβολούν χαμηλά. Ο Ενάγων δεν μετακινήθηκε από το συγκεκριμένο πόστο. Μπορούσε δε να γίνει αντιληπτός από τον εναγόμενο κατά πάντα ουσιώδη χρόνο αφού υπήρχε, όπως ο Ενάγων ανέφερε, «καθαρή θέα». Ο εναγόμενος σε κατάθεση του στην αστυνομία παραδέχθηκε ότι ζήτησε συγνώμη από τον Ενάγοντα μετά που τον τραυμάτισε, λέγοντάς του «ενόμισα ότι δεν είσαι δαμέ».

 

Τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης διαφέρουν από τα γεγονότα της υπόθεσης Ιωαννίδης ν. Ηλιάδη (πιο πάνω) στην οποία κρίθηκε ότι ο Ενάγων είχε συντρέχουσα αμέλεια αφού είχε υποχρέωση «να γνωστοποιήσει με κάποιο τρόπο φωνάζοντας ή άλλως πως θορυβώντας την παρουσία του». Με βάση την αξιόπιστη μαρτυρία, ο Ενάγων εδώ έκανε γνωστή την παρουσία του στο σημείο όπου κτυπήθηκε και ο εναγόμενος είχε αντιληφθεί τον Ενάγοντα από προηγουμένως. Ο εναγόμενος παραδέχθηκε στην αντεξέταση του, ότι υπέθεσε ότι ο Ενάγων είχε φύγει από το συγκεκριμένο σημείο. Γιατί όμως είχε αυτή την εντύπωση, επαναλαμβάνω, δεν διευκρίνισε αλλά ούτε και προκύπτει από την αξιόπιστη μαρτυρία ότι δικαιολογημένα ο εναγόμενος υπέθεσε ότι ο Ενάγων είχε φύγει από το συγκεκριμένο σημείο. Κατ΄ επέκταση, ο εναγόμενος φέρει αποκλειστική ευθύνη για το ατύχημα.»

 

Εξετάζοντας κατά πόσο υπήρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ του τραυματισμού του εφεσίβλητου και της απώλειας όρασης, ανέφερε ότι η αξιόπιστη μαρτυρία των ιατρών Πο. και Σ.  κατέδειξε πως «η αποκόλληση του αμφισβληστροειδούς και στη συνέχεια η ατροφία του ήταν αποτέλεσμα εισδοχής του ξένου σώματος (σκάγι) στον οφθαλμό». Με βάση δε τόσο τη μαρτυρία των ιατρών που κλήθηκαν εκ μέρους του εφεσίβλητου όσο και του ιατρού που κάλεσε ο εφεσείων, κατέληξε ότι «οι χειρουργικές οπές δεν δημιουργούν κίνδυνο και δεν προκαλούν αποκόλληση αμφιβληστροειδούς. Είναι δε τόσο μικρές που μια ραφή στην κάθε οπή αρκεί για να τις κλείσει.».

 

Εξέτασε, περαιτέρω, το Δικαστήριο τον ισχυρισμό του εφεσείοντα περί εφαρμογής της αρχής του novus actus interveniens, όπως τέθηκε στην υπεράσπισή του, στις παραγράφους 5 και 6 (πιο πάνω). Για τους ισχυρισμούς της παραγράφου 5 παρέπεμψε στη μαρτυρία της Δρ Πο., η οποία ανέφερε «εάν επιέζετο το σκάγι στη συγκεκριμένη περίπτωση για να μπει μέσα, θα έμπαινε μέσα στον πρόσθιο θάλαμο και θα το εβλέπαμε. Δεν μπορεί ένα σκάγι να το κουντήσεις με το δάκτυλο και να πάει 2,5 εκατοστά μέσα και να δημιουργήσει αιμορραγία».

 

Αναφορικά με τους ισχυρισμούς της παραγράφου 6 της υπεράσπισης παρατήρησε ότι οι ιατροί του Γενικού Νοσοκομείου απέστειλαν τον εφεσίβλητο στο εξωτερικό το συντομότερο δυνατό και αυτός υποβλήθηκε σε εγχείρηση στις 26.1.1998, κάτι που ο εφεσείων παραλείπει να αναφέρει στο δικόγραφό του. Αποτέλεσε εύρημα του Δικαστηρίου ότι δεν παρατηρήθηκε οιαδήποτε ολιγωρία εκ μέρους των ιατρών στην Κύπρο. Παρατήρησε περαιτέρω ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν διενεργούντο τετοιες επεμβάσεις στην Κύπρο εφόσον δεν υπήρχαν μονάδες υαλοειδεκτομής και γι΄αυτό απεστάλη στον ιατρό Φ. ο οποίος ήταν ένας από τους κορυφαίους υαλοειδοκτόμους της Ελλάδας. Σημειώνεται περαιτέρω στην απόφαση ότι η αποκόλληση έλαβε χώρα τον Απρίλιο του 1998 και ο εφεσίβλητος μετέβη σχεδόν αμέσως στην Αθήνα, όπου υποβλήθηκε σε νέα υαλοειδεκτομή από το Δρ Φ., κάτι που παραλείπει να αναφέρει ο εφεσείων στο δικόγραφο του.

 

Παρατήρησε, στη συνέχεια, ότι η ακροαματική διαδικασία και η αγόρευση του κ. Αγγελίδη, σε συνάρτηση με την πιο πάνω αρχή, επικεντρώθηκε στο γεγονός ότι ο Δρ Φ. έπρεπε να κλείσει με λέιζερ τις μικρές οπές και όχι με ραφές, χωρίς όμως η επίκληση της αρχής να γίνεται σε αυτή τη βάση, στο δικόγραφό του.

 

Στη βάση της ιατρικής μαρτυρίας κατέληξε ότι οι μικρές οπές που δημιουργούνται δεν προκαλούν αποκόλληση αμφιβληστροειδούς και ότι αυτές ράβονται. Συνακόλουθα, έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι ο Δρ Φ. ευθύνεται για την απώλεια όρασης του εφεσίβλητου.

Με πέντε λόγους έφεσης αμφισβητείται η πρωτόδικη απόφαση. Ο εφεσείων προβάλλει ότι (α) το εύρημα του Δικαστηρίου ότι, τόσο ο πρώτος, όσο και ο δεύτερος πυροβολισμός του εναγομένου, πέρασαν δίπλα ή και κτύπησαν τον ενάγοντα είναι απόλυτα ανασφαλές (πρώτος λόγος), (β) το εύρημα του Δικαστηρίου ότι το τραύμα προκλήθηκε αποκλειστικά από τον πυροβολισμό είναι απόλυτα ανασφαλές και λανθασμένο (δεύτερος λόγος), (γ) το εύρημα του Δικαστηρίου ότι ήταν οι επιπλοκές της εγχείρησης που δημιούργησαν την αποκόλληση είναι αστήρικτο με βάση τις μαρτυρίες (τρίτος λόγος). Περαιτέρω, προβάλλει ότι το Δικαστήριο λανθασμένα απέκλεισε στο σύνολο της μαρτυρίας του εμπειρογνώμονα κ. Πε. (τέταρτος λόγος) και ότι έσφαλε στην απόφασή του να αποδεχτεί πλήρως τη μαρτυρία του ενάγοντα (πέμπτος λόγος).

 

Με τους λόγους έφεσης αμφισβητείται, μεταξύ άλλων, η αξιολόγηση της μαρτυρίας. Στο περίγραμμα αγόρευσης του ευπαιδεύτου συνηγόρου του εφεσείοντα γίνεται ορθή αναφορά στη νομολογία που διέπει το θέμα, η οποία συνοψίζεται στο ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Αρκαδίου ν. Porto Lara Estates Ltd (2010) 1 ΑΑΔ 2035:

 

«Αναμφιβόλως ο νομολογιακός κανόνας είναι ότι το Εφετείο δεν επεμβαίνει με ευκολία στην πρωτόδικη αξιολόγηση, η οποία αξιολόγηση αποτελεί τη συνισταμένη της κρίσης του Δικαστηρίου επί της ζώσας ενώπιον του παρουσιασθείσας μαρτυρίας. Όπως έχει λεχθεί και πρόσφατα στις υποθέσεις Tekinder Pal κ.ά. v. Δημοκρατίας (2010) 1 Α.Α.Δ. 551:

«Η εντύπωση που αποκομίζει από τους μάρτυρες το πρωτόδικο Δικαστήριο φέρει μαζί της το ευεργέτημα της επισταμένης παρακολούθησης των όσων οι μάρτυρες καταθέτουν, τον τρόπο με τον οποίο καταθέτουν, τη λογική που η μαρτυρία τους εκπέμπει και όλα αυτά σε συνδυασμό με την ανάλογη αντιπαραβολή με τη δικογραφία στις πολιτικές υποθέσεις ή τις καταθέσεις στις ποινικές υποθέσεις και τα εν γένει τεκμήρια. Η ανθρώπινη εμπειρία εν πολλοίς είναι οδηγός ως προς τη λογική των πραγμάτων. (Δέστε Baloise Insurance Co Ltd v. Κατωμονιάτη κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 1275).

Επέμβαση είναι δυνατή όταν τα ευρήματα του πρωτοδίκου Δικαστηρίου είτε αντιστρατεύονται τη λογική των πραγμάτων, είτε συγκρούονται με άλλη αποδεκτή από το ίδιο το Δικαστήριο μαρτυρία, είτε διαπιστώνεται πλημμελής αξιολόγηση των δεδομένων. (Δέστε Bullows v. Νεοφύτου (1994) 1 Α.Α.Δ. 41, Χατζηπαύλου v. Κυριάκου (2006) 1 Α.Α.Δ. 236 και Οργανισμός Κυπριακής Γαλακτοκομικής Βιομηχανίας v. Κώστα Α. Ζαχαρία Λτδ (2006) 1 Α.Α.Δ. 705).»  

 

Το παράπονο του εφεσείοντα αναφορικά με τον πρώτο λόγο έφεσης, συνοπτικά, είναι ότι το Δικαστήριο δεν ασχολήθηκε και δεν εξήγησε το κρίσιμο θέμα πώς ο πρώτος από δύο επαναληπτικούς πυροβολισμούς πέρασε δίπλα από τον Λ. Λ. και τον Εφεσίβλητο ενώ υπήρχε μεταξύ τους απόσταση 40 περίπου μέτρων.

 

Ο εφεσίβλητος, από την άλλη, ισχυρίζεται ότι ο λόγος έφεσης στηρίζεται σε μια παραπλανητική περιγραφή της θέσης των τριών κυνηγών, ήτοι του εφεσείοντα, του εφεσίβλητου και του Λ. Λ.. Τα τρία αυτά άτομα βρίσκονταν στην ίδια ευθεία, αλλά με υψομετρική διαφορά μεταξύ τους. Με δεδομένο ότι κάθε φυσίγγιο είχε ανάλογα με τον τύπο του φυσιγγίου 500 - 600 σφαιρίδια, τα οποία όταν φύγουν από το όπλο σχιματίζουν έναν κύκλο ο οποίος μεγαλώνει ανάλογα με την απόσταση, η βολή όταν πέρασε πάνω από τον εφεσίβλητο είχε διάμετρο 1,5 - 2 μέτρα, ενώ όταν έφτασε στον απέναντι λόφο, όπου στεκόταν ο Λ. Λ. είχε άνοιγμα που μπορεί να υπερέβαινε τα 4 μέτρα. Αυτό επεξηγεί πως η βολή πέρασε κοντά από δύο πρόσωπα με απόσταση 40 μέτρων μεταξύ τους.

 

Εξετάσαμε την εισήγηση του εφεσείοντα, αφού ανατρέξαμε στα πρακτικά. Ο εφεσίβλητος στην κατάθεσή του ανέφερε ως προς τις θέσεις που έλαβαν οι διάδικοι και οι δύο αδελφότεκνοί του ως ακολούθως:

 

«... Ανεβήκαμε σε ένα ύψωμα και πήρε πρώτος θέση ο Μ. Λ., στη συνέχεια σε απόσταση 40 δρασκελιές (δηλ. περίπου 40 μέτρα) στα δεξιά του πήρε θέση ο Λ. Λ. και 40 δρασκελιές στα δεξιά του περίπου πήρα θέση εγώ. Όταν πήρα τη θέση μου, είδα ότι πιο πάνω δεξιά μου και λίγο πιο ψηλά από μένα βρισκόταν ένας άλλος κυνηγός ο οποίος αργότερα διαπίστωσα ότι ήταν ο Εναγόμενος. Ο Εναγόμενος βρισκόταν σε απόσταση περίπου 40 δρασκελιές από εμένα. Εκεί που στεκόμουν μπορούσα να δω καθαρά τον εναγόμενο και αυτός είχε καθαρή θέα προς εμένα.»

 

Ανέφερε, περαιτέρω, ότι τα σκάγια από τον πρώτο πυροβολισμό του εφεσείοντα τα ένοιωσε που πέρασαν από δίπλα του και μετά ακουσε τον δεύτερο πυροβολισμό, οπόταν ένοιωσε τα σκάγια να τον κτυπούν στο μάτι, λαιμό και πόδια.

 

Ο Λ. Λ., ΜΕ4, επί του ιδίου θέματος ανέφερε:

 

«. Πρώτος ήταν  ο αδελφός μου πιο χαμηλά, σε λίγη απόσταση εγώ και πιο χαμηλά από εμένα σε μικρή απόσταση ο θείος μου. Έτσι ο αδελφός μου στεκόταν πίσω και αριστερά μου και ο θείος μου στα δεξιά μου. Σε λίγη απόσταση από εμάς προς τα δεξιά του θείου μου στεκόταν ένας άγνωστος σε εμάς κυνηγός που όπως θα εξηγήσω στη συνέχεια αργότερα διαπιστώσαμε ότι ήταν ο εναγόμενος.»

 

Αναφορικά με τα σκάγια από τον πρώτο πυροβολισμό ανέφερε ότι τα ένοιωσε να κτυπούν πίσω προς τη δεξιά του πλευρά, περίπου ένα με δύο μέτρα από εκείνον, και αμέσως είδε τον εφεσείοντα να ρίχνει και δεύτερο πυροβολισμό.

 

Με βάση τη μαρτυρία και των δύο αυτών μαρτύρων οι θέσεις τους ήταν μεν στην ίδια ευθεία, αλλά με υψομετρική διαφορά μεταξύ τους όπως και με τον εφεσείοντα, ο οποίος βρισκόταν πιο ψηλά. Είναι, λοιπόν, φυσικό, με δεδομένο ότι κάθε φυσίγγιο έχει πολλά σφαιρίδια αυτά, όσο μεγαλώνει η απόσταση από το σημείο βολής, να μεγαλώνει στην πορεία η ακτίνα τους. Συνακόλουθα, δε διαπιστώνουμε ότι υπήρχε διάσταση στη μαρτυρία των δύο μαρτύρων που να απαιτούσε ειδική αξιολόγηση. Σημειώνεται ότι το Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε τη μαρτυρία του εφεσείοντα και η αξιολόγησή του δεν αποτελεί λόγο έφεσης. Δεν συμμεριζόμαστε τη θέση του εφεσείοντα ότι το Δικαστήριο αποδέκτηκε συλλήβδην τη μαρτυρία του εφεσίβλητου, καθότι υπήρχε μέρος της μαρτυρίας του που σχετιζόταν με την ικανότητά του για εργασία που δεν έγινε αποδεκτό. Ως προς τον τρόπο που έγινε το ατύχημα, δεν υπήρχε διάσταση μεταξύ της μαρτυρίας του εφεσίβλητου και των δύο αδελφοτέκνων του που βρίσκονταν στη σκηνή, έτσι ώστε να δικαιολογείται ιδιαίτερη αξιολόγηση.

 

Με τον δεύτερο και τρίτο λόγο έφεσης, που αναπτύσσονται μαζί στο περίγραμμα αγόρευσης, αμφισβητείται η ορθότητα του ευρήματος του Δικαστηρίου ότι το τραύμα προκλήθηκε αποκλειστικά από τον πυροβολισμό. Οι λόγοι έφεσης εστιάζονται στην ιατρική μαρτυρία, με τον εφεσείοντα να εισηγείται, με παραπομπή σε αποσπάσματα της ιατρικής μαρτυρίας που δόθηκε τόσο από πλευράς εφεσίβλητου, όσο και του εφεσείοντα, ότι δεν μπορούσε το Δικαστήριο να αποδεχθεί τη μαρτυρία της Δρ Πο. και αυτής του Δρ Πι. που κλήθηκε από την υπεράσπιση, καθότι επρόκειτο για αντίθετες μαρτυρίες ως προς τα αίτια της αποκόλλησης του αμφιβληστροειδούς. Η Δρ Πο. αποδίδει την αποκόλληση στην επικίνδυνη επέμβαση της υαλοειδεκτομής, ενώ ο Δρ Πι. υποστήριξε, χωρίς αμφισβήτηση, αφού δεν αντεξετάστηκε, ότι η επέμβαση της υαλοειδεκτομής δεν είναι καθόλου επικίνδυνη και ότι η αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς δεν έχει καμία σχέση με τις δύο οπές που ανοίγονται για καθαρισμό του  βολβού.

 

Από την άλλη, η πλευρά του εφεσίβλητου, ισχυρίζεται ότι ο εφεσείων παρερμηνεύει πλήρως τη μαρτυρία των τριών ιατρών που κατέθεσαν στην υπόθεση. Αποτελεί θέση του εφεσίβλητου ότι ο Δρ Πι., τον οποίο επικαλείται ο εφεσείων στην αγόρευσή του, κατέρριψε με τη μαρτυρία του τον ισχυρισμό που πρόβαλε ο εφεσείων, ότι η απώλεια του ματιού οφειλόταν στο ότι οι τρεις μικρές οπές που είχαν ανοιχθεί στα πλαίσια της υαλοειδεκτομής θα έπρεπε να κλείσουν με τη χρήση laser, αντί με ραφή, και ότι είναι αυτό που προκάλεσε την απώλεια του ματιού του εφεσίβλητου. Με παραπομπή στην ιατρική μαρτυρία προβάλλει τη θέση που προβλήθηκε και πρωτοδίκως ότι η απώλεια της όρασης του εφεσείοντα ήταν άμεση συνέπεια του τραυματισμού του.

 

Εξετάσαμε τους λόγους έφεσης, σε συνάρτηση με την ιατρική μαρτυρία που δόθηκε, όπως προκύπτει από τα πρακτικά. Σημειώνουμε ότι δεν υπάρχει άμεση αμφισβήτηση της αξιολόγησης της ιατρικής μαρτυρίας που προέβη το Δικαστήριο.

 

Όπως προκύπτει από τη μαρτυρία της Δρ Πο., εξέτασε τον εφεσίβλητο, ο οποίος παραπέμφθηκε από τις Πρώτες Βοήθειες του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας, και παρουσίαζε διαμπερές τραύμα κερατοειδούς αριστερού οφθαλμού κατά την πέμπτη ώρα, το οποίο δημιουργήθηκε από σκάγι το οποίο διατρύπησε τον οφθαλμό. Δεν υπήρχε αποκόλληση αμφιβληστροειδούς, έγινε συρραφή του τραύματος και ανασχηματισμός του πρόσθιου βολβού. Απεστάλη ο εφεσίβλητος στην Ελλάδα στον ιατρό Δρ. Φ. για αφαίρεση του ξένου σώματος το οποίο ήταν ενσφηνωμένο δίπλα από την ωχρά κηλίδα, η οποία είναι το κεντρικό σημείο του αμφιβληστροειδούς, κάτι που γίνεται με υαλοειδεκτομή, δηλαδή αφαίρεση του τζελιού το οποίο γεμίζει την κοιλότητα του οφθαλμού και μαζί με αυτό αφαιρείται το ξένο σώμα. Την περίοδο εκείνη δεν υπήρχαν μονάδες υαλοειδεκτομής στην Κύπρο. Πρόκειται για επέμβαση με πολλές επιπλοκές, όπως αποκόλληση αμφιβληστροειδούς, μόλυνση, ενδοφθαλμίτιδα. Σύμφωνα με τη μαρτυρία της όταν υπάρχει ενδοβόλβιο αλλότριο σώμα, η πρόγνωση δεν είναι καλή, αφού τις πιο πολλές φορές τα μάτια αυτά καταλήγουν τυφλά. Μετά την εγχείρηση της υαλοειδεκτομής χρησιμοποιείται σιλικόνη, η οποία είναι ένα είδος τζελ το οποίο μπαίνει μέσα στο μάτι για να σπρώχνει το τοίχωμα του αμφιβληστροειδούς ώστε να μην γίνει αποκόλληση. Στην παρούσα περίπτωση, έγινε αφαίρεση σιλικόνης και λίγες μέρες μετά παρουσιάστηκε αποκόλληση αμφιβληστροειδούς με αποτέλεσμα να γίνει νέα υαλοειδεκτομή από το Δρα Φ.. Αντεξεταζόμενη απέκλεισε το ενδεχόμενο το σκάγι να εισήλθε στο σημείο που βρισκόταν λόγω επαφής των δακτύλων του τραυματία ή άλλων προσώπων, έχοντας υπόψη το σημείο όπου βρισκόταν το σκάγι. Ερωτηθείσα γιατί έφυγε ο αμφιβληστροειδής, αφού οι τρεις μικρές οπές, οι οποίες έγιναν κατά την επέμβαση υαλοειδεκτομής, η μάρτυς απάντησε, «Όπως είπαμε προηγουμένως, τα ξένα σώματα τα οποία μπαίνουν στο μάτι και έχουν μεγάλη πορεία, δημιουργούν στην περιοχή που κάθονται έλξεις και εκείνες οι έλξεις τρίβουν τον αμφιβληστροειδή και δημιουργούν αποκόλληση.». Επεξήγησε, δε, ότι οι έλξεις αυτές δημιουργούνται λόγω του τραύματος και εξακολουθούν να υπάρχουν και μετά την αφαίρεση του ξένου σώματος. Όπως είπε, «Δημιουργείται συνδετικός ιστός ο οποίος αντικαθιστά το φυσικό ιστό, ο οποίος υπάρχει στην περιοχή που σφηνώθηκε το σφαιρίδιο και ο συνδετικός ιστός έχει την τάση να συρρικνώνει, να τραβά. Όπως αν χτυπήσεις το χέρι και δημιουργείται ουλή, το ίδιο και στο μάτι δημιουργείται σχάρα η οποία έχει την ελαστικότητα των φυσικών ιστών». Ακολούθησαν οι εξής ερωτήσεις και απαντήσεις οι οποίες μνημονεύονται και στο κείμενο της πρωτόδικης απόφασης:

 

«Ε. Εγώ σας λέω ότι δεν υπήρξε καλή συρραφή και είναι για αυτό τον λόγο που έγινε η αποκόλληση.

Α. Συρραφή ποιου τραύματος; Συρραφή που έκανα εγώ;

Ε. Και του τραύματος του ιδίου το οποίο ράψατε εσείς και των οπών που έκανε ο κ. Φ..

Α. Αφού νομίζετε εσείς ότι ήταν λάθος δικό μας και δεν έγινε καλή συρραφή, τι άλλο να πω; Διερωτώμαι για ποιο λόγο είμαι εδώ;»

(Η υπογράμμιση γίνεται από το Δικαστήριο.)»

 

Ο Δρ Σ., επίσης χαρακτήρισε την εγχείρηση ως επικίνδυνη και ανασφαλή. Περαιτέρω, ο μάρτυρας αυτός αντεξετάστηκε εκτεταμένα επί του ζητήματος της συρραφής των τριών οπών που ανοίχθηκαν για σκοπούς της επέμβασης, χωρίς να αποδεχτεί ότι το γεγονός πως δεν χρησιμοποιήθηκε laser για τη συρραφή τους, δημιουργεί πιθανότητα αποκόλλησης.

 

Όπως προαναφέραμε, το ίδιο ζήτημα εγέρθηκε και πρωτοδίκως. Το Δικαστήριο εξέτασε την εισήγηση και τη μαρτυρία του Δρ Πι., με αναφορά σε διάφορα αποσπάσματα από τη μαρτυρία του, ως ακολούθως:

 

«. Ο μάρτυρας αυτός ρωτήθηκε κατά την κυρίως εξέταση του, να εκφράσει την άποψη του «όταν ένα σφαιρίδιο εισέρχεται στο βολβό ενός οφθαλμού και μένει, δεν διαπερνά». Έδωσε την ακόλουθη απάντηση:

 

«Α. Όταν ένα σφαιρίδιο διατμήσει το βολβό του ματιού εκτός από την πιθανότητα μόλυνσης που μπορεί να προκαλέσει, προκαλεί αιμορραγία και ρήξη των εσωτερικών χιτώνων του ματιού συγκεκριμένα του αμφιβληστροειδή. Η χειρουργική αντιμετώπιση είναι η λεγόμενη υαλοειδεκτομή, δηλαδή αφαίρεση του εσωτερικού υγρού του ματιού, το λεγόμενο υαλοειδές, εντοπισμός του ξένου σώματος μέσα από ειδικά μηχανήματα αφαίρεση του εσωτερικού υγρού του ματιού το λεγόμενο υαλοειδές, εντοπισμός του ξένου σώματος μέσα από ειδικά μηχανήματα αφαίρεση του, καθαρισμός της αιμορραγίας η οποία σίγουρα πρέπει να έχει προκληθεί διόρθωση της αποκόλλησης του αμφιβληστροειδή η οποία είναι συχνό επακόλουθο και να ευχηθώ για τα καλύτερα.»

 

Σύμφωνα με τη μαρτυρία του, για την αφαίρεση του υαλοειδούς υγρού χρησιμοποιείται ειδικό μηχάνημα και ειδικές βελόνες οι οποίες μπαίνουν μέσα στο μάτι και σιγά-σιγά γίνεται η αναρρόφηση και ταυτόχρονα η αντικατάσταση του υγρού. Οι μικρές τρυπίτσες που δημιουργούνται συρράφονται μετά το πέρας της εγχείρησης. Ρωτήθηκε αν αυτές οι τρυπίτσες «έχουν συνέπειες» πάνω στον οφθαλμό του εγχειρισμένου. Έδωσε την ακόλουθη απάντηση:

 

«Α. Βασικά κανένα διότι γίνονται σε σημείο που δεν επηρεάζουν το μάτι. Αν μπορώ να συμπληρώσω εκείνο που προκαλεί τη ζημιά ή έχει προκαλέσει τη ζημιά είναι η πύλη εισόδου του σφαιριδίου την οποία δεν επιλέγει ο χειρουργός.»

 

Στη συνέχεια του υποβλήθηκαν οι ακόλουθες ερωτήσεις και έδωσε τις ακόλουθες απαντήσεις:

 

«Ε. Αυτές τις οπές που αναφέρατε, παρακαλώ επαναλάβετε, τι γίνονται στο τέλος με αυτές τις οπές είτε δύο είτε τρεις;

Α. Οι χειρουργικές οπές είναι τόσο μικρές που μια ραφή αρκεί για να τις κλείσει εκ του ασφαλούς. Μια στην κάθε οπή.

Ε. Τι σχέση υπάρχει, αν υπάρχει, μεταξύ των δύο ή τριών οπών των χειρουργικών οπών και αποκόλλησης του αμφιβληστροειδούς;

Α. Οι οπές αυτές γίνονται για να διορθώσουν μια αποκόλληση, δεν προκαλούν αποκόλληση.»

(Η υπογράμμιση γίνεται από το Δικαστήριο.)

 

Ρωτήθηκε «αν χρειάζεται να γίνει λέιζερ» στις χειρουργικές οπές και απάντησε πως δεν χρειάζεται. Στη συνέχεια του υποβλήθηκε η ακόλουθη ερώτηση:

 

«Ε. Ποιους κινδύνους δημιουργούν οι χειρουργικές οπές, αν δημιουργούν;

Α. Θα έλεγα καμία.»

 

Στη συνέχεια έδωσε την ακόλουθη απάντηση:

 

«Έχω απαντήσει ότι δεν προκαλούν αποκόλληση οι χειρουργικές οπές. Οι χειρουργικές οπές γίνονται για διόρθωση μιας αποκόλλησης.»

 

Εξετάζοντας την εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του εφεσείοντα ότι ο Δρ Πι. ξεκαθάρισε πως μια επέμβαση, όπως αυτή που έγινε από το Δρ Φ., εάν γίνει επιμελώς, δεν περιέχει απολύτως κανένα κίνδυνο και ότι, χωρίς λάθος και αμέλεια, δεν υφίσταται κανένας κίνδυνος, το Δικαστήριο διαφώνησε ότι ο Δρ Πι. είπε κάτι τέτοιο και συνέχισε: «.Είπε ότι εκείνο που προκαλεί τη ζημιά ή έχει προκαλέσει τη ζημιά είναι η πύλη εισόδου του σφαιρίδιου την οποία δεν επιλέγει ο χειρουργός. Είπε ακόμη ότι οι χειρουργικές οπές γίνονται για να διορθώσουν μια αποκόλληση, δεν προκαλούν αποκόλληση. Ο κ. Πι. δεν είπε ποτέ ότι μετά από μια τέτοια χειρουργική επέμβαση αν δεν υπάρξει αμέλεια ή λάθος όλα θα πάνε καλά. Τουναντίον ανέφερε πως μετά την επέμβαση «να ευχηθώ για τα καλύτερα». Οι παρατηρήσεις του Δικαστηρίου είναι ορθές. Όπως προκύπτει από τα αποσπάσματα που παραθέσαμε πιο πάνω, από τη μαρτυρία του Δρ Πι., ο μάρτυρας, όχι μόνο μόνο δεν ανέφερε ότι, μετά από μία επέμβαση όπως αυτήν στην οποία υπεβλήθη ο εφεσίβλητος, αν δεν υπάρξει αμέλεια ή λάθος, όλα θα πάνε καλά, αλλά αντίθετα ανέφερε πως, μετά από την επέμβαση, «να ευχηθώ για τα καλύτερα», υπονοώντας βεβαίως την ύπαρξη κινδύνων. Δεν θεωρούμε, με όλο το σεβασμό προς την εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου του εφεσείοντα, ότι υπάρχει ουσιαστική διάκριση μεταξύ της μαρτυρίας των τριών ιατρών, έτσι ώστε το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το τραύμα προκλήθηκε αποκλειστικά από τον πυροβολισμό, να κριθεί λανθασμένο.

 

Όπως ορθά υπέδειξε ο κ. Βραχίμης, ο εφεσείων επικαλέστηκε στο δικόγραφο του την αρχή του novus actus interveniens, θεωρώντας ότι η απώλεια της όρασης του εφεσίβλητου ήταν αποτέλεσμα ιατρικής αμέλειας του Δρ Φ.. Κατέστη δε σαφές από την αντεξέταση των μαρτύρων Δρ Πο. και Σ. ότι το κλείσιμο των τριών οπών που είχαν ανοιχτεί στην pars plana για να μπορέσει να περάσει ο ιατρός τα ιατρικά εργαλεία μέσα στο μάτι για να πραγματοποιήσει την επέμβαση έγινε με συρραφή και όχι με laser. Όμως, η μαρτυρία που έδωσε η πλευρά του εφεσείοντα προσδιόρισε ότι, όχι μόνο αυτή η επιλογή δεν αποτελούσε σοβαρότατη αμέλεια, αλλά αυτή είναι και η μοναδική ενδεδειγμένη μέθοδος.

 

Υπενθυμίζουμε ότι, για να στοιχειοθετηθεί η αρχή του novus actus interveniens, όπως τίθεται στο σύγγραμμα Clerk & Lindsell on Torts 18 η έκδοση παράγραφος 2-55 στη σελ. 76, «only medical treatment so grossly negligent as to be a completely inappropriate response to the injury inflicted by the defendant should operate to break the chain of causation".

 

Στη βάση των γεγονότων που έγιναν αποδεκτά από το Δικαστήριο, όχι μόνο δεν έχει καταδειχθεί ιατρική αμέλεια κατά τη αποθεραπεία του εφεσίβλητου, αλλά, αντίθετα, η μαρτυρία υποστηρίζει ότι εφαρμόστηκε η ενδεδειγμένη μέθοδος θεραπείας, και, συνεπώς, οι σχετικοί λόγοι έφεσης απορρίπτονται.

 

Με τον τέταρτο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι λανθασμένα το Δικαστήριο απέκλεισε στο σύνολό της τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα που κάλεσε ο εφεσείων, κ. Πε..

 

Ο κ. Πε., ο οποίος κλήθηκε ως μάρτυρας υπεράσπισης, έχει σπουδάσει κατασκευαστής και επιδιορθωτής όπλων και είναι κάτοχος άδειας οπλουργού. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία του στη βάση των πιο κάτω λόγων:

 

«(α) Η μαρτυρία του βασίστηκε στα όσα του ανέφερε ο εναγόμενος, την μαρτυρία του οποίου έχω απορρίψει ως αναξιόπιστη. Συγκεκριμένα τα όσα ανέφερε με βάση τη πορεία του πουλιού, το πώς ο εναγόμενος το πυροβόλησε (γωνία κ.λ.π.), δεν μπορούν να γίνουν δεκτά αφού τα πιο πάνω γεγονότα δεν έχουν αποδειχθεί.

 

(β) Οι στόχοι που χρησιμοποιήθηκαν, σύμφωνα με την μαρτυρία του, δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να βοηθήσουν την υπεράσπιση. Ως ανέφερε, τοποθέτησε τους δύο στόχους (τεκμήρια 20(1) και 20(2) σε σημείο που του υπέδειξε ο εναγόμενος ότι στεκόταν ο ενάγων και μετά είπε στον εναγόμενο να πυροβολήσει προς τους στόχους. Στη συνέχεια μέτρησε τις τρύπες που υπήρχαν στους στόχους για να διαπιστώσει πόσα σφαιρίδια έπληξαν αυτούς. Βρήκε 216 στον ένα και 232 στον άλλο. Η θέση βεβαίως του ενάγοντα δεν είναι ότι ο εναγόμενος επιθυμούσε να φονεύσει τον ίδιο με το κυνηγετικό του όπλο αλλά το θήραμα. Συνεπώς δεν θα ανέμενα το σώμα του ενάγοντα να είχε χτυπηθεί από 216 ή 232 σκάγια. Δεν παραβλέπω πως ακόμη και στον στόχο τεκμήριο 20(1) υπήρχε σφαιρίδιο που δεν τον τρύπησε και έμεινε μέσα σε αυτό. Κάτι τέτοιο δεν ανέμενε ο μάρτυρας και εντελώς τυχαία το αντιλήφθηκε όταν το σφαιρίδιο έπεσε τυχαία στη διαδικασία κατάθεσης του στόχου ως τεκμηρίου ενώπιον του Δικαστηρίου. Μάλιστα, αντεξεταζόμενος δέχθηκε ότι ενδεχομένως να υπήρχαν και άλλα σκάγια πάνω στους στόχους τα οποία έπεσαν είτε γιατί δεν τους τρύπησαν είτε κατά τη διαδικασία φύλαξης και μεταφοράς τους στο Δικαστήριο. Ορθά του υποβλήθηκε από τον κ. Βραχίμη ότι είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι το συγκεκριμένο σκάγι, όπως ενδεχομένως και άλλα, δεν τρύπησε καν ένα χάρτινο στόχο, κάτι με το οποίο ο μάρτυρας εξ΄ ανάγκης συμφώνησε. Αφήνω βεβαίως κατά μέρος πως η μέθοδος που χρησιμοποίησε (χάρτινοι στόχοι) δεν ήταν η ενδεδειγμένη. Παραπέμπω στην μαρτυρία που έδωσε αντεξεταζόμενος:

 

Ε. Έχεις ακούσει για βαλλιστικούς ελέγχους πως γίνονται;

Α. Μάλιστα.

Ε. Βαλλιστικό gel ξέρεις τι είναι;

Α. Μάλιστα.

Ε. Είναι υλικό που προσομοιάζει με την πυκνότητα του ανθρώπινου σώματος;

Α. Μάλιστα.

Ε. Και να θέλεις να εκτιμήσεις πόση ζημιά έκαμε μια βολή σε ένα άνθρωπο χρησιμοποιείς βαλλιστικό gel;

Α. Μάλιστα.

Ε. Και επίσης θα μπορούσαμε για παράδειγμα να βάλουμε πάνω από το βαλλιστικό gel προσομοίωση των ρούχων που φορεί κάποιος κυνηγός το χειμώνα για να δούμε αν μια βολή θα τρυπήσει τα ρούχα;

Α. Μάλιστα.

 

Η εκτίμηση του ότι τα σκάγια που έπληξαν τον Ενάγοντα ήταν είτε από εξοστρακισμό είτε από μεγαλύτερη απόσταση των 40 μέτρων και εξασθένησαν, δεν βρίσκω ότι είναι τεκμηριωμένη. Τουναντίον βρίσκω πως προβλήθηκε σε μια προσπάθεια του να βοηθήσει τον εναγόμενο. Και τούτο γιατί, ακόμη και σε ένα από τους στόχους που χρησιμοποίησε βρέθηκε σκάγι που δεν τον τρύπησε, ήταν δηλαδή εξασθενημένο παρόλο που η βολή έγινε σε απόσταση περίπου 40 μέτρων (όση ήταν η απόσταση μεταξύ Ενάγοντα και εναγομένου) και δεν υπήρχε εξοστρακισμός. Δεν χρειάζεται να σχολιάσω άλλο τη μαρτυρία του, την οποία απορρίπτω."

 

Δε διαπιστώνουμε οποιοδήποτε σφάλμα στην αξιολόγηση του μάρτυρα αυτού από το Δικαστήριο, έτσι ώστε να απαιτείται η παρέμβαση του Εφετείου. Τα στοιχεία στα οποία παρέπεμψε είναι αρκούντως ικανοποιητικά για να καταλήξει το Δικαστήριο στην απόρριψη της μαρτυρίας του.

 

Με τον πέμπτο λόγο έφεσης αμφισβητείται η ορθότητα του ευρήματος του Δικαστηρίου ως προς την αξιοπιστία του εφεσίβλητου, παρά το ότι προφανώς από τυπογραφικό λάθος αναφέρεται σε αξιοπιστία του εφεσείοντα. Το γεγονός που προβάλλεται προς τούτο, είναι ότι ο εφεσίβλητος ανανεώνει την άδεια κυνηγίου, δεν μπορεί να επηρεάσει την αξιοπιστία του. Υπενθυμίζεται ότι αποτελεί παραδεκτό γεγονός ότι ο εφεσίβλητος, συνεπεία του ατυχήματος, έχει απωλέσει το ένα του μάτι. Όσον αφορά την απόσταση στην οποία βρισκόταν ο Λ. Λ. και Μ. Λ., αυτά αποτελούν κοινώς αποδεκτά γεγονότα που, επίσης, δεν επηρεάζουν την αξιοπιστία του. Η απόσταση αυτή αναφέρθηκε από τον εφεσίβλητο κατά την κυρίως εξέτασή του και στη βάση αυτών, που αποτελούν κοινό έδαφος, είναι που αξιολογήθηκε η μαρτυρία όπως έχουμε αναλύσει σε προηγούμενους λόγους έφεσης. Ως εκ τούτου, ούτε αυτός ο λόγος έφεσης ευσταθεί.

 

Υπό το φως των πιο πάνω, η έφεση απορρίπτεται, με €2.500 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, εναντίον του εφεσείοντα.

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

 

ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο