ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Παναγιώτου Kυριάκος ν. Σταυρινής Kολλάτου (1999) 1 ΑΑΔ 1306
Phasarias C. (Automotive Centre) Ltd. ν. Σκυροποιία «Λεωνίκ» Λτδ. (2001) 1 ΑΑΔ 785
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:DOD:2019:4
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Έφεση Αρ. 34/2016)
11 Απριλίου, 2019
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ.Δ.]
Ε. Ε.,
Εφεσείοντας/Αιτητής,
και
Μ. Ε.,
Εφεσίβλητη/Καθ'ης η αίτηση.
-------------------------
Λ. Μαυρίκιος, για τον Εφεσείοντα.
Α. Νεοφύτου (κα), για την Εφεσίβλητη.
-------------------------------
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από το Δικαστή Παμπαλλή.
-------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η εφεσίβλητη δι' Ανταπαιτήσεως διεκδικεί ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου Πάφου, συνεισφορά σε αποκτηθείσα, κατά τη διάρκεια του γάμου της με τον εφεσείοντα, περιουσία.
Στο πλαίσιο της πιο πάνω διαδικασίας επίλυσης περιουσιακών διαφορών, η εφεσίβλητη αιτήθηκε και πέτυχε την έκδοση διατάγματος με το οποίο να απαγορεύεται στον εφεσείοντα όπως πωλήσει ή αποξενώσει ή υποθηκεύσει ή επιβαρύνει ή μεταβιβάσει ή διαθέσει, μέχρι την εκδίκαση της αίτησης περιουσιακών διαφορών, 15 συνολικά ακίνητα.
Το Οικογενειακό Δικαστήριο με ενδιάμεση απόφαση του ημερ. 30 Σεπτεμβρίου 2016 εξέδωσε διάταγμα με το οποίο δέσμευε το ½ μερίδιο επί του συνόλου των πιο πάνω ακινήτων που είναι εγγεγραμμένα στο όνομα του εφεσείοντα.
Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων προσβάλλει την πιο πάνω απόφαση.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης εισηγείται ότι κακώς, κρίθηκε πρωτοδίκως, ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για έκδοση προσωρινού διατάγματος δυνάμει του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν. 14/60. Ο δεύτερος λόγος έφεσης προσδιορίζει περαιτέρω ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο αποφάσισε ότι υπήρχε σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και ορατή πιθανότητα επιτυχίας.
Οι δύο λόγοι έφεσης θα εξεταστούν σωρευτικά.
Αναφορικά με την πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Ν. 14/60, ο εφεσείων εισηγήθηκε ότι δεν λήφθηκαν υπόψη, πρωτοδίκως, γεγονότα που καταδείκνυαν ότι, περιουσία, που αγόρασε ο ίδιος, την είχε δωρίσει στην εφεσίβλητη, με αποτέλεσμα να υπερκαλύπτει το μερίδιο που θα εδικαιούτο επί της περιουσίας του. Περαιτέρω, έκαμε αναφορά στον τρόπο απόκτησης κάποιων από τα εν λόγω ακίνητα για να καταδείξει ότι η εφεσίβλητη δεν δικαιούται μερίδιο σε αυτά.
Το δικαστήριο κατά την εξέταση αιτήσεως για προσωρινό διάταγμα εξετάζει κατά πόσο υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και εν συνεχεία, αν υφίσταται πιθανότητα ο αιτητής να δικαιούται, τελικώς, σε θεραπεία.
Όπως αναφέρεται στην Έφεση 43/2017, Σκουτέλα ν. Σκουτέλα, ημερ. 24 Μαρτίου 2017:
"Είναι παγίως νομολογημένο ότι τα τρία κριτήρια στη βάση της κλασσικής πλέον απόφασης στην Odysseos v. Pieris Estates Ltd - ανωτέρω - συνίστανται στην ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση, στην ύπαρξη ή παρουσίαση ορατής πιθανότητας επιτυχίας και στην ικανοποίηση ότι οι αποζημιώσεις δεν θεωρούνται ότι αποτελούν ικανοποιητική θεραπεία. Το πρώτο κριτήριο ικανοποιείται με αναφορά στα καταχωρημένα δικόγραφα για την αποκάλυψη μιας συζητούμενης υπόθεσης. Το δεύτερο κριτήριο ικανοποιείται με την αποδεικτική δύναμη της υπόθεσης σε συνάρτηση με την ορατή πιθανότητα επιτυχίας. Ενώ το πρώτο κριτήριο σχετίζεται κατ΄ ουσία με τη νομική και μόνο θεμελίωση της αξίωσης, όπως αυτή διατυπώνεται στο κλητήριο ένταλμα ή στην αίτηση που καταχωρείται για κατανομή της περιουσίας δυνάμει του άρθρου 14 του Νόμου αρ. 232/91, το δεύτερο προχωρεί ένα πρόσθετο βήμα συσχετίζοντας τη νομική αυτή θεμελίωση με την προσφερόμενη μαρτυρία, όπως αυτή εξάγεται από τις ενόρκους δηλώσεις ή την αντεξέταση των μαρτύρων, όπου αυτή ζητείται και εγκρίνεται από το Δικαστήριο, για την πραγματική θεμελίωση της αγωγής επί των γεγονότων. Στο στάδιο του προσωρινού διατάγματος είναι αρκετό να καταδειχθεί κάτι πέρα από την απλή πιθανολόγηση, αλλά ταυτόχρονα και κάτι λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων για την ικανοποίηση του δεύτερου κριτηρίου."
Το πρωτόδικο δικαστήριο, με βάση τη μαρτυρία που είχε τεθεί ενώπιον του, προσδιόρισε ότι ήταν παραδεκτό ότι οι διάδικοι ήταν σύζυγοι και ότι ο γάμος τους είχε λυθεί, ότι η περιουσία του εφεσείοντα είχε αυξηθεί κατά τη διάρκεια του γάμου, στη βάση παραδοχής του ιδίου ότι τα επίδικα ακίνητα αποκτήθηκαν μεταξύ των ετών 1982 - 2012, περίοδο κατά την οποία οι διάδικοι εξακολουθούσαν να ήταν παντρεμένοι. Κατέληξε, με βάση τα πιο πάνω, ότι υπήρχε σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και ορατή πιθανότητα επιτυχίας. Στη βάση αυτών των δεδομένων ορθώς, κατά τη γνώμη μας, κατέληξε, σε συνδυασμό με τη διαπίστωση ύπαρξης συνεισφοράς εκ μέρους της εφεσίβλητης προς τούτο, «ήταν πρόωρο να καταλήξει το δικαστήριο σε ευρήματα αναφορικά με τη συνεισφορά ενός εκάστου κατά τη διάρκεια του γάμου τους, ούτε επί των αντικρουόμενων ισχυρισμών».
To δικαστήριο στο στάδιο της έκδοσης προσωρινού διατάγματος δεν εξετάζει την ουσία της υπόθεσης. Καθοριστικό στοιχείο είναι εάν υπήρξε επαύξηση της περιουσίας, και αυτή επήλθε μετά τη συμβίωση των διαδίκων. (Έφεση 3/2014, Κυριακίδη ν. Πιερή, ημερ. 5 Δεκεμβρίου 2017). Το θέμα του ύψους της εν λόγω συνεισφοράς και το μερίδιο που ενδεχομένως θα δικαιούται στην περιουσία η άλλη πλευρά, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης για σκοπούς έκδοσης προσωρινού διατάγματος. Στο δε στάδιο αυτό δεν απαιτείται επακριβής απόδειξη της υπόθεσης (Σκουτέλα (ανωτέρω)). Συνεπώς, ορθώς το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι πληρούνταν οι πρώτες δυο προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Ν. 14/60.
Εν πάση περιπτώσει, ο εφεσείων, κατά το στάδιο της ακρόασης της έφεσης, αποδέχτηκε, μέσω του δικηγόρου του, για τους σκοπούς της πρώτης και της δεύτερης προϋπόθεσης, ″κάτι″ μπορεί να δικαιούται η εφεσίβλητη″.
Λανθασμένα, εισηγήθηκε περαιτέρω ο εφεσείων, το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι πληρείτο και η τρίτη προϋπόθεση, ήτοι ότι εκτός εάν εκδοθεί το διάταγμα θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο. Δεν προκαλείται, συνέχισε επί του προκειμένου, οποιαδήποτε ανεπανόρθωτη ζημιά στην εφεσίβλητη η οποία να μην μπορεί να ικανοποιηθεί πλήρως με χρηματική αποζημίωση. Ο ίδιος είναι φερέγγυος, το οποίο αποδεικνύεται από τα 15 ακίνητα ιδιοκτησίας του.
Το δικαστήριο πρωτοδίκως έκρινε ότι "το δικαίωμα αξίωσης σε συμμετοχή σε περιουσία δεν περιορίζεται σε αξίωση χρηματική" και ότι η εφεσίβλητη αξιώνει, με την Ανταπαίτηση της, και εγγραφή μεριδίου επί των συγκεκριμένων ακινήτων. Καταλήγει δε ότι, η ενδεχόμενη αποξένωση των ακινήτων του εφεσείοντα θα εξουδετερώσει και την παραμικρή ικανοποίηση της Ανταπαίτησης της εφεσίβλητης και ότι η ζημιά που θα υποστεί θα είναι ανεπανόρθωτη, δεδομένου ότι η αξίωση της δεν είναι αποκλειστικά χρηματική.
Ορθώς, κατά την άποψη μας, το δικαστήριο θεώρησε ότι τυχόν αποξένωση της περιουσίας θα απέληγε σε δημιουργία ενός κενού το οποίο θα έθετε, στο τέλος της υπόθεσης, την εφεσίβλητη σε δυσμενέστερη θέση (Κυριακίδη (ανωτέρω)).
Στα πλαίσια του λόγου έφεσης ο εφεσείων επικρίνει το γεγονός ότι το δικαστήριο δέσμευσε όλα τα ακίνητα ενώ έπρεπε, όπως εισηγήθηκε, να περιορίσει το διάταγμα σε συγκεκριμένα ακίνητα. Η επίδικη περιουσία, τα 15 ακίνητα, είχαν καταγραφεί καθώς και η αξία του καθενός.
Στη βάση των προνοιών του άρθρου 14(Γ)(1) του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου 1991 (Ν. 232/91) το δικαστήριο, ενώπιον του οποίου εκκρεμεί προς εκδίκαση κυρίως αγωγή για την οριστική ρύθμιση των περιουσιακών σχέσεων των συζύγων, δύναται να εκδώσει παρεμπίπτον διάταγμα για μη διάθεση ή αποξένωση ακίνητης περιουσίας ή μέρος αυτής.
Ο σκοπός του πιο πάνω άρθρου είναι η παρεμπόδιση αποξένωσης τέτοιας περιουσίας ώστε να μην καθίσταται αναποτελεσματική η αξίωση ενός συζύγου για συνεισφορά.
Με δεδομένο ότι, η Ανταπαίτηση της εφεσίβλητης, όπως είναι διατυπωμένη, περιλαμβάνει και τα 15 ακίνητα, καθιστώντας τα επίδικα, ορθώς, κατά τη γνώμη μας, το δικαστήριο εξέδωσε διάταγμα δεσμεύοντας το ½ μερίδιο επί όλων των ακινήτων. Σ' αντίθετη περίπτωση, αν εκδιδόταν διάταγμα για μέρος της περιουσίας και το υπόλοιπο παρέμενε ελεύθερο, συνεπώς αντικείμενο μεταβίβασης, σε περίπτωση επιτυχίας της κυρίως αίτησης για συνεισφορά, θα έπρεπε να εκδοθούν διατάγματα επαναμεταβίβασης από τρίτα πρόσωπα. (Βλ. Κυριακίδης (ανωτέρω)).
Η πρωτόδικη απόφαση υποστηρίχθηκε, με τον τρίτο λόγο έφεσης, περιείχε ουσιώδεις αντιφάσεις. Στο δε τέταρτο λόγο προβλήθηκε ότι το δικαστήριο ασχολήθηκε με την ουσία της διαφοράς, χωρίς ν' ακούσει μαρτυρία. Συγκεκριμένα, προβάλλεται ότι ενώ το δικαστήριο θεωρεί ότι θα ήταν πρόωρο να καταλήξει σε ευρήματα από την άλλη καταλήγει, με βάση το μαρτυρικό υλικό, ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση.
Τα όσα προβάλλονται, ως αντιφάσεις, δεν ευσταθούν. Το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε, χωρίς να προβαίνει σε οποιαδήποτε αξιολόγηση με βάση τις νομολογιακές αρχές, ότι απλώς απαιτείται πιθανολόγηση επιτυχίας, ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση, χωρίς να καταλήγει σε οποιαδήποτε συμπεράσματα αναφορικά με την ουσία της αίτησης. Για το λόγο αυτό ορθά, έκρινε ότι ήταν πρόωρο να εξετάσει το ύψος της συνεισφοράς των διαδίκων στην αύξηση της περιουσίας. Εξέτασε, ως όφειλε, τη μαρτυρία με προσοχή και μόνο για την αναγκαιότητα διαπίστωσης συνύπαρξης των τριών προϋποθέσεων του αρ. 32 του Ν. 14/60.
Ο πέμπτος και ο έκτος λόγος έφεσης αφορούν το θέμα της υπογραφής εγγύησης από την εφεσίβλητη. Στον πέμπτο λόγο προσβάλλεται ως εσφαλμένη η πρωτόδικη κρίση επί του προκειμένου. Με τον έκτο λόγο προκρίνεται ως υπέρβαση δικαιοδοσίας, χωρίς να ληφθεί υπόψη ο δυσμενής επηρεασμός των δικαιωμάτων του εφεσείοντα, η ανυπαρξία διαταγής εγγύησης.
Το άρθρο 9(2) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6 προβλέπει ότι:
"Πριν εκδώσει το διάταγμα αυτό χωρίς ειδοποίηση, το Δικαστήριο πρέπει να απαιτεί από το πρόσωπο που ζητά αυτό, όπως αναλάβει προσωπική υποχρέωση, με ή χωρίς εγγυητή ή εγγυητές, όπως το Δικαστήριο θεωρεί σκόπιμο, για να εξασφαλιστεί η υποχρέωση του για αποζημίωση του προσώπου εναντίον του οποίου ζητείται το διάταγμα."
Συνεπώς, τέτοια απαίτηση, για υπογραφή εγγύησης, περιορίζεται σε εξ πάρτε εκδοθέντα διατάγματα. Στην παρούσα περίπτωση επρόκειτο για αίτηση διά κλήσεως.
Το πιο πάνω θέμα εξετάστηκε στην Πολ. Έφ. 354/2013, Αναφορικά με την αίτηση της Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, ημερ. 4 Δεκεμβρίου 2015, όπου ενώ επρόκειτο για εξ πάρτε αίτηση, η οποία στην πορεία επιδόθηκε και μετατράπηκε σε αίτηση διά κλήσεως, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι δεν απαιτείτο ανάληψη προσωπικής εγγύησης και ότι μια εξ πάρτε αίτηση χάνει την τέτοια αρχική της υπόσταση, με αποτέλεσμα να μην βρίσκουν εφαρμογή οι πρόνοιες που αφορούν τις εξ πάρτε αιτήσεις.
Συνεπώς, ορθώς δεν απαιτήθηκε η υπογραφή εγγύησης, καθότι επρόκειτο για αίτηση διά κλήσεως και δεν εφαρμόζονται οι πρόνοιες του άρθρου 9(2) του Κεφ. 6.
Η απουσία υπογραφής εγγύησης, έθεσε τον εφεσείοντα σε δυσμενή θέση, αφού υφίσταται αδικία, όπως υποστήριξε, αναγκαζόμενος να υποβάλει ένσταση και να προχωρήσει σε ακρόαση της αίτησης.
Ούτε αυτό το επιχείρημα έχει βάση. Ο εφεσείων επέλεξε να αντιταχθεί στην αίτηση, με τις ανάλογες συνέπειες.
Με τον έβδομο λόγο έφεσης ο εφεσείων εισηγείται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τις δωρεές ακίνητης περιουσίας που, αυτός έκαμε προς την εφεσίβλητη, παραθέτοντας και τα σχετικά στοιχεία. Όπως ήδη αναφέρθηκε στους λόγους έφεσης 1 και 2, κατά την εξέταση αίτησης για έκδοση προσωρινού διατάγματος, δεν είναι επιτρεπτό για το δικαστήριο να προβαίνει σε εξέταση της ουσίας της υπόθεσης. Τα όσα προβάλλονται θα εξεταστούν στα πλαίσια εκδίκασης της κυρίως αίτησης.
Ο εφεσείων, υποστήριξε με τον όγδοο λόγο έφεσης, ότι το πρωτόδικο δικαστήριο παραγνώρισε το γεγονός ότι η εφεσίβλητη δεν προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία ούτε και ανέφερε από πού πηγάζει την πληροφόρηση της αναφορικά με την πρόθεση του να αποξενώσει την ακίνητη περιουσία του.
Τέτοια υποχρέωση παρουσίασης μαρτυρίας για πρόθεση αποξένωσης δεν υφίσταται από μόνη της. Το δικαστήριο θα πρέπει να ικανοποιηθεί ότι, σε περίπτωση επιτυχίας της κυρίως αιτήσεως και δη επί του προκειμένου της συνεισφοράς, η πιθανότητα να μην μπορεί να τύχει αναλόγου θεραπείας η εφεσίβλητη, ενυπάρχει.
Όπως αναφέρεται στην υπόθεση C. PHASARIAS (AUTOMOTIVE CENTRE) LIMITED ν. ΣΚΥΡΟΠΟΙΙΑ "ΛΕΩΝΙΚ" ΛΙΜΙΤΕΔ (2001) 1 Α.Α.Δ. 785:
"Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε πως αναδύεται ως ανάγκη η προσαγωγή μαρτυρίας για πράγματι πρόθεση του εναγομένου για αποξένωση ή επιβάρυνση. Εκείνο που μετρά είναι η πιθανή επίδραση που θα έχει η αποξένωση ή η επιβάρυνση, εφόσον γίνουν, στην ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης που ενδεχομένως θα εκδοθεί. Ο κίνδυνος, δηλαδή, να μή ικανοποιηθεί η δικαστική απόφαση αν μεταβιβαστεί ή επιβαρυνθεί η περιουσία. (Βλ. Lakatamitis (ανωτέρω) στη σελ. 525). Έχουμε υπόψη την Κυριάκος Παναγιώτου ν. Σταυρινής Κολλάτου (1999) 1 Α.Α.Δ. 1306. Εκεί έγινε αναφορά σε πρόθεση αποξένωσης αλλά αυτή ήταν η μαρτυρία που υπήρχε και δεν απασχόλησε τέτοιο θέμα. Όπως δε εξηγήθηκε στην απόφαση του Λοΐζου Π. στην Ζεμενίδης (ανωτέρω) εκδίδεται το διάταγμα "ώστε να αποφευχθεί τέτοια αποξένωση ως αποτέλεσμα της οποίας να μή μπορεί να ικανοποιηθεί ο ενάγων". Τα ίδια και στην Tσιολάκκη και άλλη (ανωτέρω). Όπως αναφέρεται στην απόφαση του Πική Δ., όπως ήταν τότε, στη σελίδα 785, εκείνο που απαιτείται είναι "η πιθανότητα παρεμβολής εμποδίου (hindered) στην ικανοποίηση απόφασης η οποία ήθελε εκδοθεί υπέρ του ενάγοντος".
Με τον τελευταίο λόγο έφεσης ο εφεσείων υποστήριξε ότι το δικαστήριο, κατά την έκδοση του προσωρινού διατάγματος, παραβίασε το Άρθρο 15 του Συντάγματος, που αφορά το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής του ζωής. Το αν ο ίδιος συζεί με άλλη γυναίκα, αυτό δε συνιστά επαρκή λόγο για πρόθεση αποξένωσης της περιουσίας του.
Αυτό το παράπονο δεν έχει κανένα έρεισμα. Η αναφορά σε τρίτη γυναίκα έγινε από το πρωτόδικο δικαστήριο στο πλαίσιο παράθεσης των εκατέρωθεν ισχυρισμών των διαδίκων. Η πρωτόδικη απόφαση δεν στηρίχθηκε σ' αυτό τον ισχυρισμό, αλλά επί του συνόλου των γεγονότων, όπως προβλήθηκαν από τις ένορκες δηλώσεις των διαδίκων.
Με βάση τα πιο πάνω, η έφεση απορρίπτεται, με €3.000 έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον του εφεσείοντα.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ.
/ΔΓ