ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:DOD:2019:5
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Έφεση Αρ. 29/2017)
12 Απριλίου, 2019
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
Γ. Γ.,
Εφεσείων/Καθ΄ου η Αίτηση,
ΚΑΙ
Ι. Γ.,
Εφεσίβλητη/Αιτήτρια.
_ _ _ _ _ _
Ν. Νικολάου, για τον Εφεσείοντα.
Ε. Μιντή (κα), για την Εφεσίβλητη.
_ _ _ _ _ _
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από την Σταματίου, Δ.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων, πατέρας της εφεσίβλητης, αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου, με την οποία εκδόθηκε εναντίον του προσωρινό διάταγμα, με το οποίο διατάσσετο να καταβάλλει στην εφεσίβλητη το ποσό των €250, από 6.3.2017 και κάθε αντίστοιχη μέρα μέχρι την ολοκλήρωση της φοίτησής της στη μέση εκπαίδευση, ήτοι μέχρι 6.6.2017 πλέον το ήμιση των εξόδων του προσωρινού διατάγματος.
Η εφεσίβλητη με εναρκτήρια κλήση που καταχώρησε στις 6.3.2017, διεκδίκησε διατροφή για ποσό €550 μηνιαίως, μετά την ενηλικίωσή της, με στόχο, μεταξύ άλλων, να καλυφθούν τα έξοδα εκπαίδευσής της. Την ίδια ημέρα υπέβαλε και μονομερή αίτηση για προσωρινό διάταγμα για το ίδιο ποσό, η οποία, μετά από οδηγίες του Δικαστηρίου, επιδόθηκε στον εφεσείοντα. Ο εφεσείων καταχώρησε ένσταση και, μετά από ακροαματική διαδικασία, εξεδόθη το πιο πάνω αναφερόμενο προσωρινό διάταγμα.
Τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου από την εφεσίβλητη περιλαμβάνονταν σε ένορκη δήλωση της ίδιας, η οποία, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι είναι μαθήτρια της τρίτης λυκείου και έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας της από τις 5.2.2017. Μέχρι την ενηλικίωσή της ο εφεσείων της κατέβαλλε το ποσό των €250 μηνιαίως ως συνεισφορά του για τη διατροφή της, δυνάμει διατάγματος διατροφής ημερομηνίας 27.6.2013 στα πλαίσια της Αίτησης Διατροφής με αρ. 16/2013. Από την ενηλικίωσή της και εντεύθεν, δεν κατέβαλλε οποιοδήποτε ποσό για την εφεσίβλητη, συνέχιζε όμως να καταβάλλει τη διατροφή για τα ανήλικα αδέλφια της με βάση το διάταγμα.
Με την επίδικη αίτηση αξίωνε προσωρινό διάταγμα καταβολής τόσο των εξόδων διατροφής και συντήρησής της μέχρι την αποφοίτησή της από το Λύκειο, όσο και για να συνεχίσει τις σπουδές της σε αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα της Κύπρου, με απώτερο σκοπό να αποκτήσει πτυχίο Αισθητικής. Το Δικαστήριο εξ αρχής σημείωσε ότι θα εξετάσει μόνο το κατά πόσο δικαιολογείται η έκδοση διατροφής για το χρονικό διάστημα μέχρι την αποφοίτησή της από το Λύκειο για τους λόγους που εξήγησε και δεν αποτελούν μέρος της παρούσας έφεσης. Η εφεσίβλητη στην ένορκή της δήλωση σημειώνει ότι δεν έχει οποιοδήποτε εισόδημα ή οποιαδήποτε άλλη πηγή για να καλύψει τα καθημερινά της έξοδα και τις ανάγκες διαβίωσής της.
Ο εφεσείων καταχώρησε ένσταση η οποία εδραζόταν σε 20 λόγους, οι οποίοι καταγράφονται αυτούσιοι στην πρωτόδικη απόφαση. Διεξήχθη ακρόαση στη βάση των ενόρκων δηλώσεων με γραπτές αγορεύσεις. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι προσφέρεται η δυνατότητα καταχώρησης μονομερούς αίτησης στα πλαίσια της εναρκτήριας αίτησης για την εξασφάλιση παρεμπίπτοντος διατάγματος για διατροφή, καθότι η διατροφή και συντήρηση είναι συνεχής και οι σπουδές και η μόρφωση πρέπει να συνεχιστούν απρόσκοπτα και δεν μπορούν να αντικατασταθούν με κανένα τρόπο μεταγενέστερα. Εξέτασε τις προϋποθέσεις του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 που δίδει εξουσία στο Δικαστήριο να εκδίδει παρεμπίπτοντα διατάγματα και τις νομολογιακές αρχές που τις διέπουν. Παρέπεμψε, επίσης, στο άρθρο 33(1) του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990, Ν.216/90 και στο άρθρο 33(2) του ιδίου Νόμου και στη βάση αυτού έκρινε ότι είναι δυνατό να συνεχίσει η υποχρέωση των γονέων για διατροφή και μετά την ενηλικίωση των τέκνων στις περιπτώσεις όπου υπάρχουν ειδικές περιστάσεις που το επιβάλλουν. Στη βάση των γεγονότων της υπόθεσης, θεώρησε ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 και έκρινε πως το ποσό των €250 διατροφή που κατέβαλε ο εφεσείων στην εφεσίβλητη μέχρι την ημερομηνία ενηλικίωσής της θα έπρεπε να επιδικαστεί για την περίοδο μέχρι τη συμπλήρωση της φοίτησής της στη μέση εκπαίδευση, δηλαδή για περίοδο τεσσάρων μηνών.
Ο εφεσείων με 13 λόγους έφεσης αμφισβήτησε την πρωτόδικη απόφαση.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης ο εφεσείων προβάλλει ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε ενδιάμεση απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης, καθότι δε διερεύνησε κατά πόσο πληρούνται οι νομικές προϋποθέσεις έκδοσης προσωρινού διατάγματος. Ο δεύτερος, τρίτος, τέταρτος και πέμπτος λόγος έφεσης στρέφονται γύρω από την αποδοχή από το Δικαστήριο της πλήρωσης των προϋποθέσεων του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν. 14/1960. Με τον έκτο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να αξιολογήσει τον ισχυρισμό του ότι η εφεσίβλητη είναι αρραβωνιασμένη και, ενδεχομένως, παντρεμένη, οπότε τα προσωπικά της δεδομένα την εμποδίζουν να διεκδικεί από τον εφεσείοντα. Ο έβδομος λόγος έφεσης στρέφεται γύρω από το ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο όφειλε να απορρίψει την αίτηση της εφεσίβλητης, ενόψει της μη ανταπόκρισής της στο βάρος απόδειξης των αμφισβητούμενων γεγονότων από τον εφεσείοντα, καθώς και της παράλειψής της να προχωρήσει σε αντεξέταση και/ή να καταχωρήσει απαντητική ένορκη δήλωση στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένστασή του. Με τον όγδοο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα καθόρισε το ποσό των €250 ως συνεισφορά στην εφεσίβλητη για χρονική περίοδο τεσσάρων μηνών, παραλείποντας να εξετάσει τις παραμέτρους για τον καθορισμό συνεισφοράς σε διατροφή τέκνου και, συγκεκριμένα, τις οικονομικές δυνατότητες του εφεσείοντα και τις ανάγκες της εφεσίβλητης. Εξακολουθεί να καταβάλλει €400 για τα άλλα δύο ανήλικα τέκνα του και αδέλφια της εφεσίβλητης. Λανθασμένη είναι και η αξιολόγηση από το πρωτόδικο Δικαστήριο της γραπτής ένστασης του εφεσείοντα (ένατος λόγος έφεσης). Όφειλε το πρωτόδικο Δικαστήριο να αξιολογήσει έκαστο των λόγων ένστασης εξετάζοντας εκ νέου τη δυνατότητά του να καταβάλλει διατροφή και μετά την ενηλικίωση της θυγατέρας του. Περαιτέρω, το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα δεν έλαβε υπόψη ότι από τον Απρίλιο του 2012, όταν επήλθε η διάσταση στο γάμο των γονέων, η εφεσίβλητη με δική της επιλογή δε διατηρεί οποιαδήποτε επικοινωνία με τον εφεσείοντα (δέκατος λόγος έφεσης). Συνεπώς, το Δικαστήριο όφειλε να μην εκδώσει διάταγμα καταβολής του ποσού των €250. Με τους λόγους έφεσης 11 και 12 προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε λανθασμένη αξιολόγηση του χρόνου ενηλικίωσης της εφεσίβλητης, σε συνδυασμό με τη φοίτησή της στο Λύκειο. Ειδικότερα, το Δικαστήριο αγνόησε το γεγονός ότι η εφεσίβλητη δεν προσκόμισε οποιοδήποτε στοιχείο το οποίο να καταδεικνύει ότι αδυνατούσε να εργαστεί για τα προς το ζην, ούτε και υπήρχε λόγος μη αξιοποίησης του ποσού το οποίο ο εφεσείων κατέθεσε στον τραπεζικό λογαριασμό της. Τέλος, ο εφεσείων θεωρεί λανθασμένη την επιδίκαση εναντίον του του ήμισυ των δικηγορικών εξόδων τα οποία προέκυψαν από την εκδίκαση της υπό έφεση αίτησης (δέκατος τρίτος λόγος έφεσης).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο με αναφορά στην Odysseos v. Pieris Estates and Others (1982) 1 ΑΑΔ 557 και άλλες συναφείς αποφάσεις, έκρινε ότι η εφεσίβλητη είχε δείξει ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και πιθανότητα επιτυχίας της κυρίως αίτησης και ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε κατοπινό στάδιο, εκτός εαν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα.
Το άρθρο 33(1) του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990, Ν.216/90, επιβάλλει στους γονείς υποχρέωση για από κοινού διατροφή του ανήλικου τέκνου τους, ανάλογα με τις δυνάμεις του καθενός.
Το άρθρο 33(2) του ιδίου Νόμου ρυθμίζει τη συνέχιση της υποχρέωσης των γονέων για διατροφή του τέκνου τους και μετά την ενηλικίωσή του, εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
«33(2) Με απόφαση και σχετική ρύθμιση από το Δικαστήριο, η υποχρέωση των γονέων δυνάμει του εδαφίου (1) είναι δυνατό να συνεχίσει και μετά την ενηλικίωση του τέκνου, στις περιπτώσεις όπου ειδικές περιστάσεις επιβάλλουν τούτο, όπως σε περίπτωση ανικανότητας ή αναπηρίας του τέκνου ή υπηρεσίας θητείας του στην Εθνική Φρουρά ή φοίτησης του σε εκπαιδευτικό ίδρυμα ή επαγγελματική σχολή.»
Στη βάση του πιο πάνω άρθρου δίδεται η δυνατότητα να συνεχίσει η διατροφή μετά την ενηλικίωση του τέκνου σε περίπτωση, όπου ειδικές περιστάσεις το επιβάλλουν, όπως, μεταξύ άλλων, σε περίπτωση φοίτησης του τέκνου σε εκπαιδευτικό ίδρυμα, όπως είναι η παρούσα περίπτωση. Ως εκ τούτου, θεωρούμε ορθή την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι στην παρούσα περίπτωση υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση με πιθανότητες επιτυχίας στην εναρκτήρια αίτηση. Στο σημείο αυτό, σημειώνουμε ότι η θέση που πρόβαλε ενώπιόν μας κατά τη συζήτηση της έφεσης ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα ότι το αιτητικό της εναρκτήριας αίτησης δεν καλύπτει το αιτητικό της αίτησης για προσωρινό διάταγμα, είναι εσφαλμένο.
Ορθή, επίσης, κρίνουμε και την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο εφόσον οι ανάγκες διατροφής και εκπαίδευσης είναι τρέχουσες και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αποζημιωθούν μεταγενέστερα.
Το Δικαστήριο σημείωσε ότι ο εφεσείων κατάβαλλε το ποσό των €250 ως διατροφή της εφεσίβλητης μέχρι και την 5.2.2017 οπόταν αυτή ενηλικιώθηκε. Οι ισχυρισμοί του εφεσείοντα περί της οικονομικής του κατάστασης με τους οποίους αμφισβήτησε τόσο το μηνιαίο του εισόδημα όσο και ότι εργάζεται ως ξενοδοϋπάλληλος σε ξενοδοχείο της Επαρχίας Αμμοχώστου κατά τους θερινούς μήνες εξετάστηκε πρωτοδίκως. Το Δικαστήριο αναφέρθηκε στην υπόθεση Δημητρίου ν. Περδίου (2005) 1 ΑΑΔ 1418 και στην εκεί παραπομπή στην Μαρκουλίδης ν. Μαρκουλίδη κ.ά. (1998) 1 ΑΑΔ 1386 όπου λέχθηκαν τα εξής:
«.η οικονομική δυνατότητα του καθενός από τους γονείς δεν είναι θέμα που θα πρέπει να αποδεικνύεται από τον αιτητή ή την αιτήτρια, ανάλογα με την περίπτωση, αλλά θέμα αληθινής αποκάλυψης από τους ίδιους τους γονείς, των αντίστοιχων εισοδημάτων τους. Το δε δικαστήριο, προβαίνει σε πλήρη έρευνα αυτών των στοιχείων.»
Δέχθηκε το Δικαστήριο ότι ο εφεσείων καταβάλλει €400 διατροφή για τα άλλα δύο ανήλικα τέκνα του, πέραν όμως αυτού τα υπόλοιπα έξοδα που παρουσίασε, έκρινε ότι δεν αφορούσαν την επίδικη περίοδο και ότι τα εισοδηματικά του δεδομένα δεν μεταβλήθηκαν μέσα σε ένα μήνα από την ενηλικίωση της εφεσίβλητης. Έχοντας διεξέλθει τα στοιχεία στα οποία παρέπεμψε ο εφεσείων δεν διαπιστώνουμε σφάλμα στην προσέγγιση και συμπεράσματα του Δικαστηρίου.
Αναφορικά με την ύπαρξη προθεσμιακής κατάθεσης επ΄ονόματι της εφεσίβλητης, δεν κρίνουμε λανθασμένη την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι αυτή δεν θα έπρεπε να τερματιστεί ενωρίτερα για να χρησιμοποιηθεί για τα άμεσα και τρέχοντα έξοδά της με κίνδυνο να απωλέσει τους τόκους που θα προκύψουν.
Ο ισχυρισμός του εφεσείοντα ότι η εφεσίβλητη είναι αρραβωνιασμένη και ενδεχόμενα παντρεμένη κάτι που δεν δικαιολογούσε την παροχή διατροφής, παρέμειναν υποθετικοί και αόριστοι και ορθά δεν διαδραμάτισαν οποιοδήποτε ρόλο στην απόφαση του Δικαστηρίου. Ούτε και οι ισχυρισμοί του εφεσείοντα ως προς τις σχέσεις της εφεσίβλητης μαζί του μπορούν να έχουν οποιαδήποτε επίπτωση στην υπόθεση, ειδικότερα με τον γενικό τρόπο που τέθηκαν.
Αναφορικά με τη διαταγή για έξοδα, το γεγονός ότι η εφεσίβλητη αξίωνε μεγαλύτερο ποσό που αφορούσε και τις μετέπειτα σπουδές της, θέση που δεν έγινε αποδεκτή από το Δικαστήριο, θεωρούμε ορθή την απόφαση του να καταδικάσει τον εφεσείοντα στο ήμισυ των εξόδων.
Υπό το φως των πιο πάνω θεωρούμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέθεσε ορθά κατά την κρίση μας, τις αρχές με βάση τις οποίες δικαιολογείται η έκδοση προσωρινού διατάγματος και τη σχετική νομολογία και άσκησε ορθά τη διακριτική του ευχέρεια. Δεν διαπιστώνουμε ότι υπάρχει οποιοδήποτε περιθώριο επέμβασης του Εφετείου στην πρωτόδικη κρίση.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του εφεσείοντα, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Εφετείο.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
/ΧΤΘ